• Σχόλιο του χρήστη 'George Taksidis' | 3 Οκτωβρίου 2018, 12:56

    Σύμφωνα με το προτεινόμενο σχέδιο νόμου, το αντίτιμο για τη χορήγηση άδειας διεξαγωγής τυχερών παιγνίων μέσω του διαδικτύου ορίζεται: α) σε 4.000.000 € για την άδεια διεξαγωγής στοιχηματικών παιγνίων και β) σε 1.000.000 € για την άδεια διεξαγωγής λοιπών διαδικτυακών παιγνίων. Ενδεικτικά, παρατίθενται στοιχεία σχετικά με το κόστος αδειοδότησης σε ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες: ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ Υπάρχουν δύο διαθέσιμοι τύποι αδειών ( για παιχνίδια καζίνο και για λοιπά παιχνίδια). Για τα παιχνίδια καζίνο η άδεια κοστίζει 36.000 ευρώ και για τα λοιπά παιχνίδια 10.500, με διάρκεια 5 ετών. Επίσης επιβάλλεται σταθερό ετήσιο τέλος 50.000 ευρώ (σημ: η συμμετοχή του κράτους στο μικτό κέρδος παιγνίων είναι 20%). ΓΑΛΛΙΑ Υπάρχουν τρεις διαθέσιμοι τύποι αδειών (στοίχημα, παιχνίδια καζίνο και ιππόδρομος). Οι άδειες κοστίζουν 5000-10000 ευρώ ανά τύπο., για διάρκεια 5 ετών. Επίσης επιβάλλεται ετήσιο τέλος 20.000-40.000 ανάλογα με τον αριθμό των κατεχομένων αδειών (σημ: η συμμετοχή του κράτους στο μικτό κέρδος παιγνίων είναι 45%). ΔΑΝΙΑ Υπάρχουν δύο διαθέσιμοι τύποι αδειών (στοίχημα και καζίνο). Το κόστος είναι 36.000 ευρώ ανά άδεια για 5 χρόνια και 57.000 για 10 χρόνια Επιβάλλεται ετήσιο τέλος περίπου 0,9 επί των μικτών κερδών (σημ: η συμμετοχή του κράτους στο μικτό κέρδος παιγνίων είναι 20%). ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ Υπάρχουν τέσσερις διαθέσιμοι τύποι αδειών (στοίχημα, μπινγκο, καζίνο, παιγνιομηχανές). Το κόστος είναι 0,11% στο μικτό κέρδος για 5 χρόνια. Επιβάλλεται ετήσιο τέλος περίπου 0,2% επί των μικτών κερδών (σημ: η συμμετοχή του κράτους στο μικτό κέρδος παιγνίων είναι 15%). ΙΤΑΛΙΑ Υπάρχουν δύο διαθέσιμοι τύποι αδειών (γενική άδεια και μπίνγκο). Το κόστος είναι 350.000 για τη γενική άδεια και 50.000 για το μπίνγκο, για 9 χρόνια Επίσης επιβάλλεται σταθερό ετήσιο τέλος 50.000 ευρώ (σημ: η συμμετοχή του κράτους στο μικτό κέρδος παιγνίων είναι 21%). ΚΥΠΡΟΣ Υπάρχει άδεια για στοίχημα που κοστίζει 30.000 για ένα έτος και 45.000 για δύο έτη (σημ: η συμμετοχή του κράτους στο μικτό κέρδος παιγνίων είναι 13%). ΜΑΛΤΑ Υπάρχουν τρείς διαθέσιμοι τύποι αδειών ( στοίχημα, παίγνια σε απευθείας σύνδεση, καζίνο). Κάθε άδεια κοστίζει 16.800 ευρώ για 5 χρόνια. Επιβάλλεται σταθερό ετήσιο τέλος 8.500 ευρώ ανά άδεια (σημ: η συμμετοχή του κράτους στο μικτό κέρδος παιγνίων είναι 14%). Το προτεινόμενο από το σχέδιο νόμου κόστος αδειοδότησης βρίσκεται σε επίπεδα πολλαπλασίως υψηλότερα του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Αυτό θα αποτελέσει εμπόδιο στην πρόσβαση στην αγορά των οικονομικών φορέων που παρέχουν τις σχετικές υπηρεσίες, ώστε να αποκτήσουν τις σχετικές άδειες παροχής. Ήδη σήμερα, χωρίς να υπολογίζεται το κόστος αδειοδότησης, η Ελλάδα συγκαταλέγεται, προ του φόρου εισοδήματος, στις πιο ακριβές αγορές τις Ευρώπης για τους παρόχους υπηρεσιών παιγνίων μέσω του διαδικτύου, λόγω του υψηλού ποσοστού συμμετοχής του Δημοσίου στο μικτό κέρδος παιγνίων (35%). Εάν συνυπολογιστεί το κόστος αυτό ο φόρος εισοδήματος και ο φόρος επι του μερίσματος, τα εμπόδια εισόδου, δηλαδή τα αντικίνητρα είναι ιδιαίτερα υψηλά, χωρίς να υπολογίζεται, επιπλέον, ο παρακρατούμενος φόρος παίκτη (PWT). Ενώ ο σκοπός πρέπει να είναι η θέσπιση ενός σταθερού, αξιόπιστου και ελκυστικού πλαισίου τόσο για τους παρόχους όσο και για τους παίκτες, έτσι ώστε να λειτουργήσει ομαλά η ιδιαίτερη αγορά των τυχερών παιγνίων, οι επιβαλλόμενες υψηλές οικονομικές επιβαρύνσεις, σε συνδυασμό με τις επιβαλλόμενες απαγορεύσεις αδειοδότησης και, κατά συνέπεια, παροχής υπηρεσιών σε σημαντικό μέρος της σχετικής αγοράς, συγκροτούν ένα ισχυρό πλαίσιο αρνητικών παραμέτρων, το οποίο, πέραν των σημαντικών προσκομμάτων που επιφέρουν στην είσοδο των οικονομικών φορέων στην αγορά αυτή, αντιστρατεύονται την προσπάθεια καταπολέμησης της παράνομης διεξαγωγής, μη επιτρέποντας στους παρόχους να καταστήσουν συνολικά τις υπηρεσίες τους ελκυστικές. Πρόσθετα, με το προτεινόμενο ύψος των ιδιαίτερα δυσβάσταχτων τελών αδειοδότησης, σε συνδυασμό με τις συνολικές επιβαρύνσεις, που επιβάλλονται στις επιχειρήσεις προσφοράς υπηρεσιών τυχερών παιχνιδιών και στοιχημάτων, στην πραγματικότητα εμποδίζεται η είσοδος στην αγορά των επιχειρήσεων, με εξαίρεση ελάχιστες πολύ μεγάλες, μετατρέποντας έτσι μια αγορά, φαινομενικά ανοικτής αδειοδότησης, σε μια ιδιαίτερα περιορισμένη αγορά των ολίγων.