• Σχόλιο του χρήστη 'GVC Group' | 5 Οκτωβρίου 2018, 10:31

    Η GVC Holdings PLC (LSE:GVC) (εφεξής «GVC») χαιρετίζει την ευκαιρία να σχολιάσει τις προτεινόμενες τροποποιήσεις του Ν. 4002/2011 (εφεξής ο «Νόμος») που δημοσιεύθηκαν πρόσφατα και τέθηκαν σε δημόσια διαβούλευση. Η GVC λειτουργεί στην Ελλάδα βάσει μίας εκ των προσωρινών αδειών που εκδόθηκαν δυνάμει της Υπουργικής Απόφασης 1248/12.13.11, και υιοθετήθηκε στην παράγραφο 12 του άρθρου 50 του Νόμου. Η GVC είναι ένας πολυεθνικός όμιλος εταιρειών που ασχολείται με αθλητικό στοιχηματισμό και τυχερά παίγνια, με έδρα τη Νήσο του Μαν. Είναι μέλος του δείκτη FTSE 100, και οι μετοχές της διαπραγματεύονται στην Κεντρική Αγορά του Χρηματιστηρίου Αξιών του Λονδίνου. Στην GVC ανήκουν ορισμένες από τις κορυφαίες εταιρείες του κλάδου, ανάμεσα στις οποίες είναι εταιρείες που βασίζονται στον αθλητικό στοιχηματισμό όπως η Ladbrokes, η bwin, η Coral, η Betdaq και η Sportingbet, καθώς και εταιρείες που βασίζονται σε τυχερά παιχνίδια όπως η Gala, η partypoker, η PartyCasino and η Foxy Bingo. Εκτός από την ελληνική προσωρινή άδεια, ο Όμιλος διαθέτει άδειες σε πάνω από 20 χώρες και περιοχές, μεταξύ των οποίων η Αυστραλία, το Βέλγιο, η Βουλγαρία, η Δανία, η Γαλλία, η Γερμανία (Schleswig-Holstein), το Γιβραλτάρ, η Μεγάλη Βρετανία, η Ιρλανδία, η Ιταλία, η Ρουμανία η Ισπανία και οι Ηνωμένες Πολιτείες (Νιου Τζέρσεϊ και Νεβάδα). Περίληψη σχολίων: Η GVC δράττεται της ευκαιρίας και καταθέτει τις παρακάτω προτάσεις στο Υπουργείο Οικονομικών σε σχέση με τις προτεινόμενες τροποποιήσεις του Νόμου: - Καθώς τα διαδικτυακά προϊόντα που βασίζονται σε Γεννήτριες Τυχαίων Αριθμών (RNG-based) αποτελούν σημαντικό κομμάτι της ελληνικής αγοράς τυχερών παιγνίων, θα πρέπει να επιτραπούν και να υπόκεινται στις ίδιες προϋποθέσεις με τις άλλες κατηγορίες προϊόντων. - Καθώς η Ελλάδα έχει την υψηλότερη φορολογία στην Ευρώπη για τα ακαθάριστα έσοδα από τυχερά παιχνίδια (GGR), ήτοι 35%, προτείνουμε στο Υπουργείο Οικονομικών να εξετάσει σοβαρά την αναθεώρηση του συντελεστή αυτού και να τον μειώσει στα επίπεδα των άλλων Ευρωπαϊκών χωρών που ρυθμίζουν επιτυχώς τις διαδικτυακές τους αγορές, δηλαδή μεταξύ 15 και 20 τοις εκατό. - Αντί να δίνεται στο Υπουργείο Οικονομικών πλήρης απομακρυσμένη πρόσβαση στα συστήματα των φορέων εκμετάλλευσης τυχερών παιγνιδιών, το οποίο θα είναι δύσκολο να υλοποιηθεί επί του πρακτέου, προτείνουμε να χρησιμοποιηθεί ένα πρότυπο και μια διαδικασία εκθέσεων κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου που προβλέπεται από τις τροποποιήσεις του Νόμου. Σχετικά με την απαγόρευση προϊόντων καζίνο που βασίζονται σε γεννήτριες τυχαίων αριθμών: Τα διαδικτυακά προϊόντα καζίνο που βασίζονται σε γεννήτριες τυχερών αριθμών προτείνεται να απαγορευτούν. Η εμπειρία μας έχει δείξει ότι ο καλύτερος τρόπος να κατευθυνθεί η υπάρχουσα ζήτηση των καταναλωτών για διαδικτυακά τυχερά παιχνίδια προς αδειοδοτημένες εταιρείες που φορολογούνται νομίμως είναι η δημιουργία μιας ελκυστικής πρότασης για τους πελάτες. Ρυθμίσεις που δεν περιλαμβάνουν όλα τα προϊόντα που ενδιαφέρουν τους πελάτες ενδέχεται να δώσουν κίνητρο στους πελάτες να αναζητήσουν μη ρυθμιζόμενες εναλλακτικές. Στις πιο μακροχρόνια ρυθμιζόμενες αγορές, ήτοι στο Ηνωμένο Βασίλειο, την Ιταλία, την Ισπανία και τη Δανία, τα παιχνίδια καζίνο που χρησιμοποιούν γεννήτριες τυχαίων αριθμών, όπως οι διαδικτυακοί κουλοχέρηδες, καλύπτουν το μεγαλύτερο μερίδιο της ρυθμιζόμενης αγοράς καζίνο. Για παράδειγμα, στο Ηνωμένο Βασίλειο, τη μεγαλύτερη αγορά τυχερών παιχνιδιών, τα διαδικτυακά τυχερά παιχνίδια αποτελούν τον μεγαλύτερο τμήμα βάσει ακαθάριστων εσόδων από τυχερά παιχνίδια, καταλαμβάνοντας το 35,2% της συνολικής αγοράς. Στον διαδικτυακό τομέα, τα καζίνο έχουν δώσει 2,7 δισεκατομμύρια βρετανικές λίρες, κυρίως μέσω κουλοχέρηδων (1,8 δις βρετανικές λίρες). Στη Δανία το 51,5% των τυχερών παιχνιδιών έλαβε χώρα διαδικτυακά μέχρι το τέλος του 2017. Σε αυτό περιλαμβάνονται ακαθάριστα έσοδα από τυχερά παιχνίδια σε διαδικτυακά καζίνο, διαδικτυακό στοιχηματισμό και διαδικτυακές πωλήσεις προϊόντων λοταρίας. Όπως και στο Ηνωμένο Βασίλειο, οι κουλοχέρηδες είναι το πιο δημοφιλές είδος τυχερών παιχνιδιών στα διαδικτυακά καζίνο, καλύπτοντας το 61,5% των ακαθάριστων εσόδων από τυχερά παιχνίδια, και μετά ακολουθεί η ρουλέτα (11,3%), το μπλακτζάκ (10,4%) και τα παιχνίδια με προμήθεια (7,3%), όπως το πόκερ με πολλούς παίκτες. Στην Ιταλία, τη δεύτερη μεγαλύτερη αγορά τυχερών παιχνιδιών στην Ευρώπη, τα διαδικτυακά τυχερά παιχνίδια αποτελούν το 7% των συνολικών ακαθάριστων εσόδων από τυχερά παιχνίδια (1,376 δις από συνολικά 19 δις ευρώ). Τα παιχνίδια καζίνο (συμπεριλαμβανομένων των παιχνιδιών με γεννήτριες τυχερών αριθμών) έχουν το 41% της συνολικής αγοράς. Οι διαδικτυακοί κουλοχέρηδες δεσπόζουν και σε αυτή την περίπτωση. Η Ισπανία άρχισε να ρυθμίζει τη διαδικτυακή αγορά τυχερών παιχνιδιών χωρίς τους κουλοχέρηδες το 2012. Ωστόσο, για να καταπολεμήσει τη μαύρη αγορά αποφάσισε να επιτρέψει τους διαδικτυακούς κουλοχέρηδες εντός του πλαισίου αδειοδότησής της. Με αυτόν τον τρόπο το 2016 υπήρξε αύξηση των πονταρισμάτων σε καζίνο κατά σχεδόν 32% σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος, και κατά 37% το 2017. Επίσης, η εξαίρεση μιας ολόκληρης κατηγορίας τυχερών παιχνιδιών από τις ρυθμίσεις μπορεί να θεωρηθεί παραβίαση της αρχής της απαγόρευσης των διακρίσεων του Ευρωπαϊκού Δικαίου σύμφωνα με τις υποθέσεις Gambelli (Υπόθεση C-243/01) και Placanica (Υπόθεση C-338/04), οι οποίες σχετίζονται με τυχερά παιχνίδια. Σε κάθε περίπτωση, η νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ειδικότερα η υπόθεση Lindman (Υπόθεση C-42/02), υποχρεώνουν τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης να αιτιολογούν δεόντως οποιονδήποτε περιορισμό στην ελεύθερη μετακίνηση των υπηρεσιών τυχερών παιχνιδιών, παρέχοντας αδιάσειστα αποδεικτικά στοιχεία που κάνουν απαραίτητο τον περιορισμό αυτόν, ή, στην προκειμένη περίπτωση, τον ολοκληρωτικό αποκλεισμό. Εξ όσων γνωρίζουμε, η Ελληνική κυβέρνηση δεν έχει τέτοιου είδους στοιχεία. Καθώς τα διαδικτυακά καζίνο έχουν την τάση να παίρνουν το μεγαλύτερο μερίδιο της αγοράς της συνολικής διαδικτυακής αγοράς, και στα διαδικτυακά καζίνο τα παιχνίδια με γεννήτριες τυχαίων αριθμών καλύπτουν το μεγαλύτερο ποσοστό, είναι εξέχουσας σημασίας οι παίκτες να παραμένουν στις αδειοδοτημένες αγορές, επιτρέποντας στους αδειοδοτημένους φορείς τυχερών παιχνιδιών να προσφέρουν τα παιχνίδια αυτά. Επίσης, με αυτόν τον τρόπο το Δημόσιο θα εισπράττει τα αντίστοιχα έσοδα από φόρους, αποφεύγοντας τον κίνδυνο να χάσει έσοδα από αγορές που δεν ρυθμίζονται στην Ελλάδα. Επιπροσθέτως, ο αποκλεισμός μιας ολόκληρης κατηγορίας τυχερών παιχνιδιών από τις νέες ρυθμίσεις αποτελεί παραβίαση του Δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.