• Σχόλιο του χρήστη 'Paddy Power Betfair' | 5 Οκτωβρίου 2018, 11:07

    To summarise, PPB urges the HGC and the Greek Government to follow the same example set by many other countries in the EU and internationally and include betting exchanges in its forthcoming regulations. If regulated correctly, the existence of betting exchanges in the Greek market will have a positive impact on tax revenues, reducing the size of the black market, as well as in other areas such as consumer protection and sporting integrity. It would also avoid any potentially costly and time-consuming litigation that could arise from any unjustified restrictions. We also urge the Greek Government to remove the customer withholding taxes which are ineffective and hamper the growth and attractiveness of the market. More generally, PPB calls on the Greek Government to consider removing the ban on RNG games, lowering the very high licence fees, and permitting a broader range of payment methods that meet the needs of consumers and the market. These changes will help the Government achieves its policy and fiscal objectives, while and the same time ensuring a viable and sufficiently attractive market for operators and consumers alike. We very much hope that the Greek Government finds this information helpful and can support our suggestions. Should there be any questions that arise from this paper, or if any additional information is required, please do not hesitate to contact us. Please also see below an annex containing a legal opinion on the legality of the ban on betting exchanges. Legal opinion by Kelyn Bacon QC regarding the ban on betting exchanges in Greece ΓΙΑ ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΝΟΜΟΥ 4002/2011: ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ___________________________________ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ ___________________________________ ΕΙΣΑΓΩΓΗ 1. Μου ζητήθηκε να παρέχω τη νομική μου γνώμη στην Paddy Power Betfair (“PPB”) σχετικά με το αν η απαγόρευση των ανταλλακτηριών στοιχημάτων που περιλαμβάνεται στον ελληνικό Νόμο 4002/2011 παραβιάζει την απαγόρευση των περιορισμών στην ελεύθερη παροχή υπηρεσιών του Άρθρου 56 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (“ΣΛΕΕ”). Κατανοώ ότι ο εν λόγω Νόμος 4002/2011 βρίσκεται στο στάδιο της τροποποίησης και η παρούσα γνωμοδότηση σχηματίζεται στο πλάισιο αυτό. 2. Το μέτρο που καλούμαι να εξετάσω περιέχεται στο Άρθρο 48(4) του Νόμου 4002/2011. Η εν λόγω διάταξη αναφέρει απλώς ότι “Η λειτουργία ανταλλακτηρίων στοιχημάτων απαγορεύεται”. Ο όρος “ανταλλακτήριο στοίχημα” δεν ορίζεται στο Νόμο, αλλά το Άρθρο 25(γ) ορίζει το “στοίχημα” ως εξής: “Στοίχημα”: το τυχερό παίγνιο που συνίσταται σε πρόβλεψη επί γεγονότων πάσης φύσεως, από αριθμό φυσικών προσώπων, υπό τον όρο ότι τα κέρδη κάθε παίκτη καθορίζονται από τον διοργανωτή του στοιχήματος, πριν ή κατά το χρόνο διενέργειάς του, με αναφορά, τόσο στο ποσό που κάθε παίκτης κατέβαλε για τη συμμετοχή του στο στοίχημα, όσο και στην καθορισμένη τιμή απόδοσης του στοιχήματος. 3. Για τους σκοπούς της εν λόγω γνωμοδότησης, συμπεραίνω ότι το προϊόν ανταλλακτήριο στοίχημα της PPB πράγματι συνιστά “ανταλλακτήριο στοίχημα” υπό την έννοια του Άρθρου 48(4). Δε μου ζητήθηκε και δεν παρέχω γνωμοδότηση σχετικά με το αν το ανταλλακτήριο της PPB όντως εμπίπτει στην απαγορευμένη κατηγορία που αποτελεί το αντικείμενο της ελληνικής νομοθεσίας. ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ 4. Ο βασικός πάροχος μη διαδικτυακών υπηρεσιών παιγνίων στην Ελλάδα είναι η πρώην κρατικής ιδιοκτησίας εταιρεία ΟΠΑΠ, η οποία έχει τα αποκλειστικά δικαιώματα λειτουργίας ποικίλλων μη διαδικτυακών λοταριών και δραστηριοτήτων αθλητικού στοιχήματος στην Ελλάδα. 5. Πριν το Νόμο 4002/2011, τα διαδικτυακά τυχερά παίγνια στην Ελλάδα δεν ήταν ρυθμισμένα. Ο ευρύς σκοπός του Νόμου 4002/2011 ήταν (έχω ενημερωθεί) η απελευθέρωση της αγορά των διαδικτυακών υπηρεσιών τυχερών παιγνίων. Σύμφωνα με μια απόφαση του Υπουργού Οικονομικών το 2011 που ελήφθη δυνάμει του εν λόγω Νόμου, τα διαδικτυακά τυχερά παίγνια στην Ελλάδα δύνανται επί του παρόντος να παρασχεθούν με “προσωρινή” ή “μεταβατική” άδεια που επιτρέπει στον κάτοχο της άδειας να παρέχει νόμιμα κάθε μορφή διαδικατυακών παιγνίων στην Ελλάδα – με την εξαίρεση των ανταλλακτηρίων στοιχημάτων που, όπως σημειώθηκε ανωτέρω, έχουν απαγορευτεί. Επί του παρόντος, η PPB είναι κάτοχος μιας τέτοιας προσωρινής άδειας μέσω της οποίας παρέχει πρακτορείο αθλητικού στοιχήματος και προϊόντα τυχερών παιγνίων στην Ελλάδα. Κατανόω ότι οι τροποποιήσεις του Νόμου 4002/2011 που εξετάζονται επί του παρόντος από την ελληνική κυβέρνηση, ενδεχομένως να επιτρέψουν την απόκτηση πλήρους άδειας σε φορείς εκμετάλλευσης που δραστηριοποιούνται στο διαδίκτυο σε αντίθεση με τις επί του παρόντος προσωρινές άδειες. 6. H PPB κατήγγειλε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή το 2011 το σχέδιο νόμου που έγινε ο Νόμος 4002/2011, υποστηρίζοντας ότι η απαγόρευση στα ανταλλακτήρια στοιχημάτων ήταν μια αδικαιολόγηση παραβίαση του Άρθρου 56 της ΣΛΕΕ. Παρά το γεγονός ότι η Επιτροπή αναγνώρισε την παραλαβή της καταγγελίας της PPB, και έχω ενημερωθεί ότι μπορεί να έχουν τεθεί ορισμένα ερωτήματα από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή προς την Ελλάδα, δεν έχει ακόμη εκδοθεί καμία απόφαση από την Επιτροπή για την καταγγελία της PPB. 7. Στο μέτρο όσων έχει λάβει γνώση η PPB, η ελληνική κυβέρνηση δεν έχει ποτέ δώσει οποιαδήποτε αιτιολόγηση για την απαγόρευση που επέβαλε στα ανταλλακτήρια στοιχημάτων. Κατανοώ, ωστόσο, ότι τυχόν αιτιολόγηση που θα προβάλλει, ενδέχεται να είναι η ίδια με την αιτιολόγηση που έχει προταθεί από τις κυπριακές αρχές σε σχέση με την αντίστοιχη απαγόρευση των ανταλλακτηρίων στοιχημάτων στην Κύπρο, δηλαδή η ανησυχία για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Αναφορικά με αυτό σημειώνω ότι, σε αλληλογραφία τους με την Επιτροπή, οι κυπριακές αρχές έκαναν το ακόλουθο σχόλιο (μετάφραση της PPB): “Η λογική πίσω από την απαγόρευση των ανταλλακτηρίων στοιχήματος και του εκτεινόμενου στοιχήματος πηγάζει από την περιορισμένη δυνατότητα να ελεγχθούν αποτελεσματικά οι μηχανισμοί στοιχήματος και οι διαδικασίες τακτοποίησησς και διακανονισμού των συναλλαγών. Ειδικά στην περίπτωση των ανταλλακτηρίων στοιχημάτων, ο διαμεσολαβητής, που δεν είναι γραφείο στοιχημάτων αλλά εταιρεία που διευκολύνει το στοίχημα μέχρι τη διευθέτησή του, δεν μπορεί να ελεγθεί αποτελεσματικά στο ίδιο επίπεδο με αυτόν το διαμεσολαβητή, διότι ο διαμεσολαβητής δεν είναι εκείνος που παρέχει το στοίχημα. Συνεπώς, οικονομικά εγκλήματα όπως νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες είναι πιθανό να συμβούν δεδομένου ότι ο ενδιαφερόμενος προτείνει το στοίχημα ανάλογα με το αναμενόμενο αποτέλεσμα και αυτό αντιτίθεται στο νομοσχέδιο αυτό.” ΝΟΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ 8. Το άρθρο 56 της ΣΛΕΕ προβλέπει σχετικά ότι: “… οι περιορισμοί της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών στο εσωτερικό της Ένωσης απαγορεύονται όσον αφορά τους υπηκόους των κρατών μελών που είναι εγκατεστημένοι σε κράτος άλλο από εκείνο για το οποίο προορίζονται οι υπηρεσίες.” 9. Σύμφωνα με το Δικαστήριο τηε Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Υπόθεση C-42/07 Liga Portuguesa de Futebol Profissional and Bwin EU:C:2009:519, “η νομοθεσία ενός κράτους μέλους, η οποία απαγορεύει στους παρόχους υπηρεσιών... που είναι εγκατεστημένοι σε άλλα κράτη μέλη, να παρέχουν μέσω του διαδικτύου υπηρεσίες στο έδαφος του πρώτου κράτους μέλους συνιστά περιορισμό της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών που κατοχυρώνεται στο Άρθρο 49 ΕΚ” (§52). Είναι σαφές ότι η απαγόρευση των ανταλλακτηρίων στοιχημάτων συνιστά τέτοιο μέτρο. 10. Όταν ένα μέτρο περιορίζει την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών έχει παγιωθεί ότι παραβιάζει το Άρθρο 56 της ΣΛΕΕ εκτός αν δικαιολογείται από επιτακτικούς λόγους δημοσίου συμφέροντος ή εμπίπτει σε μία από τις εξαιρέσεις που προβλέπονται στο Άρθρο 52 της ΣΛΕΕ. Το Άρθρο 52 (το οποίο επιτρέπει την “ειδική μεταχείριση των ξένων υπηκόων για λόγους δημόσιας τάξης, δημόσιας ασφάλειας ή δημόσιας υγείας”) είναι σαφώς ανεφάρμοστο στην παρούσα περίπτωση. Το κρίσιμο ερώτημα είναι αν η απαγόρευση των ανταλλακτηρίων στοιχημάτων δικαιολογείται από επιτακτικούς λόγους δημοσίου συμφέροντος. 11. Μια σειρά από αρχές που είναι σχετικές με το ζήτημα αυτό: (α) Το βάρος της αποδείξεως βαραίνει το κράτος μέλος που εισάγει τον περιορισμό, το οποίο πρέπει να προσκομίσει στοιχεία προκειμένου να δείξει ότι το μέτρο είναι αναλογικό.: Υποθέσεις C-316/07 κτλ. Markus Stoß v Wetteraukreis EU:C:2010:504, §71 (β) Το δικαστήριο πρέπει να πεισθεί ότι το εν λόγω μέτρο είναι πράγματι αναλογικό: Markus Stoß §71 και Υπόθεση C-360/04 Placanica EU:C:2007:133, §48. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει και (1) να αντανακλά την επιθυμία ο εν λόγω στόχος δημοσίου συμφέροντος να επιτευχθεί κατά συνεπή και συστηματικό τρόπο και (2) να είναι το λιγότερο περιοριστικό μέτρο ικανό να πετύχει τον εν λόγω στόχο: Liga Portuguesa, §60. (γ) Τα κράτη μέλη έχουν τη διακριτική ευχέρεια να επιλέξουν το επίπεδο προστασίας που θεωρούν κατάλληλο, επειδή τα τυχερά παιχνίδια είναι ένας τομέας σημαντικών ηθικών, θρησκευτικών και πολιτισμικών διαφορών. Παρόλα αυτά, όταν ένα κράτος μέλος επιλέγει υψηλό βαθμό προστασίας, οφειλεί αυτός να είναι κατάλληλος για την επίτευξη του στόχου της νομοθεσίας: Placanica, §§47–9. 12. Αυτές οι γενικές αρχές έχουν εφαρμοστεί ειδικά στην πρόσφατη νομολογία σχετικά με το Άρθρο 56 και τις υπηρεσίες τυχερών παιγνίων. Στη Liga Portuguesa το ΔΕΕ έκρινε ότι η πορτογαλική χορήγηση μονοπωλίου σε ορισμένες δραστηριότητες τυχερών παιγνίων στη Santa Casa de Misericórdia ήταν νόμιμη βάσει επιτακτικών λόγων δημοσίου συμφέροντος (§§55–73). Ειδικότερα, το Δικαστήριο επιβεβαίωσε ότι η πρόληψη του εγκλήματος αποτελεί θεμιτό στόχο ώστε να δικαιολογεί κρατικό μονοπώλιο στα τυχερά παιχνίδια (§§53, 63–64 and 69–71), παρότι το είδος του εγκλήματος που χρησιμοποιήθηκε ως αιτιολόγηση στην εν λόγω περίπτωση (απάτη από τους φορείς εκμετάλλευσης) ήταν διαφορετικό από το έγκλημα που φέρεται να προκαλεί ανησυχία στην παρούσα περίπτωση (νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες). Σημαντικό ρόλο στην αιτιολόγηση του Δικαστηρίου σε εκείνη την περίπτωση έπαιξε το ότι η Santa Casa ήταν εξ ολοκλήρου κρατικής ιδιοκτησίας (§§65–7). 13. Πιο πρόσφατα, στις Υποθέσεις C-186 και 209/11 Stanleybet EU:C:2013:33, το Δικαστήριο εξέτασε ένα παρόμοιο ζήτημα σε σχέση με τον ΟΠΑΠ. Οι ακόλουθες διαπιστώσεις χρίζουν ειδικής μνείας: (α) Τελικά, αρμόδια για να αποφασίσουν ποιους στόχους επιδιώκει πραγματικά η νομοθεσία και αν ένας συγκεκριμένος στόχος είναι επαρκής για να δικαιολογήσει τον περιορισμό σύμφωνα με το Άρθρο 56 ήταν τα εθνικά δικαστηρία. Αυτό περιελάμβανε τα ερωτήματα κατά πόσο (στην περίπτωση του στόχου για τον περιορισμό της παροχής τυχερών παιγνίων) η νομοθεσία ικανοποίησε πραγματικά την ανησυχία οπως είχε προσδιοριστεί, και κατά πόσο (στην περίπτωση του στόχου για την καταπολέμηση της εγκληματικότητας που συνδέεται με τα τυχερά παιχνίδια) οι κρατικοί έλεγχοι εφαρμόστηκαν με συνέπεια και συστηματικότητα (§§26, 31 και 33). (β) Τα Άρθρα 49 και 56 της ΣΛΕΕ (όπως ισχύουν σήμερα) απέκλεισαν τη δυνατότητα η νομοθεσία να χορηγεί μονοπωλιακά δικαιώματα στα τυχερά παιχνίδια σε ένα μόνο φορέα εκμετάλλευσης, όταν η νομοθεσία αυτή δεν έθετε πραγματικά περιορισμούς στις δραστηριότητες τυχερών παιγνίων και όταν ο αυστηρός έλεγχος της επέκτασης του τομέα τυχερών παιγνίων, με σκοπό την καταπολέμηση της εγκληματικότητας, δεν εξασφαλιζόταν (§36). (γ) Παρά το γεγονός ότι ο ΟΠΑΠ ιδρύθηκε με νομοθετική διάταξη και το Ελληικό Δημόσιο κατείχε μερίδιο 34% σε αυτόν, ήταν μια ανώνυμη εταιρεία και ήταν εισηγμένη στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών, και “εποπτευόταν μόνο επιφανειακά από το Κράτος” (§§12–13). Κατά συνέπεια, παρότι το ερώτημα αφορούσε τελικά το εθνικό δικαστήριο, το ΔΕΕ εξέφρασε κάποια αμφιβολία για το αν το μονοπώλιο του ΟΠΑΠ μπορούσε να δικαιολογηθεί (§35). 14. Θα πρέπει επισης να αναφέρω κάποια στοιχεία της πρόσφατης νομολογίας για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Στην C-212/11 Jyske Bank Gibraltar EU:C:2013:270, μια δανέζικη τράπεζα με έδρα το Γιβραλτάρ είχε προσφύγει εναντίον της ισπανικής νομοθεσίας που την υποχρέωνε να αποκαλύψει πληροφορίες που αφορούσαν ύποπτες οικονομικές συναλλαγές με την ισπανική κυβέρνηση και της επέβαλε πρόστιμο για την αποτυχία της να προβεί στην αποκάλυψη αυτή. Το ΔΕΕ επιβεβαίωσε στην §64 ότι η καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες είναι ένας θεμιτός στόχος ο οποίος δύναται να δικαιολογήσει παραβάσεις στην ελεύθερη παροχή υπηρεσιών. Ωστόσο, τόνισε επίσης την ανάγκη για συνεπή προσέγγιση από το εν λόγω κράτος μέλος: “Με τον τρόπο αυτό, σύμφωνα με την πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, η οποία ορίζει ότι η εθνική νομοθεσία είναι κατάλληλη για να διασφαλίσει την επίτευξη του επιδιωκόμενου στόχου μόνο αν αντανακλά πράγματι την ανησυχία να τον πετύχει κατά συνεπή και συστηματικό τρόπο... όλοι οι φορείς εκμετάλλευσης υπόκεινται σε παρόμοιες υποχρεώσεις, εφόσον διεξάγουν τις δραστηριότητές τους στο ίδιο εθνικό έδαφος και παρέχουν παρόμοιες οικονομικές υπηρεσίες οι οποίες δύνανται, σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό, να χρησιμοποιηθούν για σκοπούς νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας” (§66). 15. Πρόσφατη νομολογία έχει επιβεβαιώσει την απαίτηση οι περιορισμοί βάσει του Άρθρο 56 να πληρούν το κριτήριο της αναλογικότητας. Στην υπόθεση C-390/12 Pfleger EU:C:2014:281, το ΔΕΕ εξέτασε μια σειρά από αυστριακούς περιορισμούς που απαγόρευαν μη εξουσιοδοτημένα παιγνιομηχανήματα, κρίνοντάς ότι ο περιορισμός ήταν παράνομος βάσει του Άρθρου 56. Τα βασικά σημεία που αφορούσαν την αναλογικότητα ήταν: (α) Για να πληρούν οι περιορισμοί τις προϋποθέσεις της αναλογικότητας και της μη διάκρισης, πρέπει πράγματι να αντανακλούν το ενδιαφέρον να επιτευχθούν οι στόχοι ενός μέτρου με συνεπή και συστηματικό τρόπο (§43). (β) Το γεγονός και μόνο ότι ένα κράτος μέλος υιοθετεί ένα μέτρο διαφορετικό από τα μέτρα που λαμβάνονται αλλού δεν μπορεί να επηρεάσει την εκτίμηση της αναλογικότητάς του (§44). (γ) Ειδικά σε σχέση με τα τυχερά παίγνια, οι εθνικές αρχές έχουν επαρκή διακριτική ευχέρεια η οποία τους δίνει τη δυνατότητα να αποφασίσουν τί απαιτείται προκειμένου να διασφαλιστεί η προστασία του καταναλωτή και η διατήρηση της τάξης στην κοινωνία. Υπό τον όρο ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις που ορίζονται στην νομολογία του Δικαστηρίου, εναπόκειται σε κάθε κράτος μέλος να εκτιμήσει αν, στο πλαίσιο των θεμιτών στόχων που επιδιώκει, είναι απαραίτητο να απαγορέψει τα στοιχήματα και τα τυχερά παίγνια εν όλω ή εν μέρει, ή απλώς να περιορίσει τις δραστηριότητες αυτές με τη θέσπιση περισσότερο ή λιγότερο αυστηρών κανόνων εποπτείας (§45). (δ) Το εθνικό δικαστήριο, του οποίου ο ρόλος είναι να αξιολογεί τους στόχους ενός μέτρου, πρέπει να εξασφαλίσει ότι η νομοθεσία “πραγματικά ικανοποιεί το ενδιαφερόν προκειμένου να μειωθούν οι ευκαιρίες για τυχερά παίγνια, να περιοριστούν οι δραστηριότητες στον τομέα αυτό και να καταπολεμηθεί το εγκλημα που συνδέεται με τα τυχερά παίγνια κατά συνεπή και συστηματικό τρόπο” (§49). 16. Ακόμα πιο πρόσφατα, στην Υπόθεση C-477/14 Pillbox 38 EU:C:2016:324 (στο διαφορετικό πλαίσιο για τον κανονισμό των ηλεκτρονικών τσιγάρων) το ΔΕΕ επανέλαβε ότι η αρχή της αναλογικότητας απαιτεί ότι τα μέτρα είναι: “κατάλληλα για την επίτευξη των θεμιτών σκοπών που επιδιώκει η επίμαχη νομοθεσία και δεν υπερβαίνουν τα όρια όσων είναι απαραίτητα για να επιτευχθούν οι στόχοι αυτοί∙ όταν υφίσταται η δυνατότητα επιλογής μεταξύ πολλών κατάλληλων μέτρων, τότε πρέπει να επιλέγεται το λιγότερο επαχθές και τα μειονεκτήματα που προκαλούνται δεν πρέπει να είναι δυσανάλογα των στόχων που επιδιώκονται” (§48). Η ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΣΤΑ ΑΝΤΑΛΛΑΚΤΗΡΙΑ ΣΤΟΙΧΗΜΑΤΩΝ 17. Όπως σημειώθηκε ανωτέρω, το κράτος μέλος που υιοθετεί ένα περιοριστικό μέτρο φέρει το βάρος να αποδείξει ότι το μέτρο αυτό είναι δικαιολογημένο∙ και το εθνικό δικαστήριο πρέπει να πεισθεί ότι τα αποδεικτικά στοιχεία πράγματι αποδεικνύουν ότι το μέτρο είναι δικαιολογημένο. Στην παρούσα περίπτωση, παρότι η απαγόρευση των ανταλλακτηρίων στην Ελλάδα έχει τεθεί σε εφαρμογή εδώ και πέντε χρόνια, η PPB δεν έχει δει στοιχεία που να δικαιολογούν την υιοθέτησή της εν λόγω απαγόρευσης. 18. Αν και στο μέτρο που η υποτιθέμενη δικαιολογία είναι, όπως και στην περίπτωση της Κύπρου, η ανησυχία για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, είναι αληθές ότι νομοθεσία για την πρόληψή της θα μπορούσε, επί της αρχής, να είναι δικαιολογημένη: Jykse Bank στην §64. Το κρίσιμο ερώτημα, ωστόσο, είναι αν ο Νόμος 4002/2011 είναι αναλογικός σε σχέση με τους σκοπούς του και εφαρμόζεται συστηματικά σύμφωνα με τις αντίστοιχες αρχές του δικαίου της ΕΕ. 19. Ο μηχανισμός μέσω του οποίου άτομα που νομιμοποιούν έσοδα από παράνομες δραστηριότητες θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν ένα ανταλλακτήριο στοιχήματος για να νομιμοποιήσουν έσοδα από παράνομες δραστηριότητες φαίνεται (βάσει των σχολίων που έγιναν από την Κύπρο σχετικά με την αντίστοιχη απαγόρευση) να είναι ο εξής: (α) Τα άτομα που νομιμοποιούν έσοδα από παράνομες δραστηριότητες πρέπει να εντοπίσουν μια αγορά στοιχήματος στην οποία υπάρχει εξαιρετικά υψηλή πιθανότητα για ένα συγκεκριμένο αποτέλεσμα, τέτοιο ώστε να μπορούν να είναι σχετικά σίγουροι ότι τα χρήματα θα μεταφερθούν κατά πώς σκοπεύουν. (β) Η συγκεκριμένη αγορά στο ανταλλακτήριο στοιχήματος πρέπει επίσης να έχει τόσο χαμηλή ρευστότητα (ήτοι πολύ λίγα στοιχήματα) που τα άτομα που νομιμοποιούν έσοδα από παράνομες δραστηριότητες να μπορούν να χειραγωγήσουν τις πιθανότητες που προσφέρουν για την κατάθεση στοιχήματος ύπερ και κατά (back and lay) ώστε το ένα να αντιστοιχεί στο άλλο. (γ) Αν υποθέσουμε ότι το αποτέλεσμα τους στοιχήματος είναι το αναμενόμενο, εκείνος που “χάνει” μεταφέρει ένα μεγάλο χρηματικό ποσό σε εκείνον που “κερδίζει” μέσω των λογαριασμών που διαθέτουν στην PPB. (δ) Το ότι τα στοιχήματά τους ταιριάζουν κατ’ αυτόν τον τρόπο έχει ως αποτέλεσματα τα ενδιαφερόμενα μέρη να μπορούν να μεταφέρουν χρήματα εκτός και εντός συνόρων χωρίς να εγείρουν υποψίες και χωρίς να υποχρεούνται να περάσουν από συνήθεις τραπεζικές ασφαλιστικές δικλείδες ενάντια στη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. 20. Αν είναι πράγματι αυτή η ανησυχία πίσω από την ελληνική απαγόρευση στα ανταλλακτήρια στοιχημάτων, είναι, κατά την άποψή μου, άστοχη. 21. Επί της αρχής, η χρήση ανταλλακτηρίου στοιχήματος όπως αυτό της PPB δεν αποτελεί μεγαλύτερο παράγοντα κινδύνου για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες σε σύγκριση με τις εμπορικές δραστηριότητες αθλητικού στοιχήματος είτε διαδικτυακά είτε μη διαδικτυακά, δεδομένου ότι οι πελάτες δεν μπορούν να επιλέξουν τον αντίπαλο του στοιχήματός τους: όλα τα στοιχήματα στο ανταλλακτήριο είναι ανώνυμα υπό την έννοια ότι οι πελάτες δε γνωρίζουν ποιος θα στοιχηματίσει κατά τους, αποδεχόμενος το στοίχημά τους. Όντως, οι πάροχοι υπηρεσιών διαδικτυακών τυχερών παιγνίων όπως η PPB είναι ιδιαιτέρως αυστηροί στη χρήση εξελιγμένων τεχνολογιών για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες (anti-money laundering, “AML”) στις πλατφόρμες τους. 22. Στην πραγματικότητα, συγκεκριμένοι τρόποι νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες είναι μάλιστα πιθανότερο να λάβουν χώρα σε πρακτορείο αθλητικού στοιχήματος (sportsbook), είτε διαδικτυακά είτε μη διαδικτυακά. Αν ένα άτομο που νομιμοποιεί έσοδα από παράνομες δραστηριότητες απλώς επιθυμεί να δημιουργήσει μια νόμιμη πηγή για τα κεφάλαιά του, μπορεί να τοποθετήσει το σύνολο των κεφαλαίων που χρειάζονται νομιμοποίηση σε ένα πρακτορείο αθλητικού στοιχήματος, και να υπολογίσει τα στοιχήματά του ανάλογα με τις αποδόσεις για να εξασφαλίσει ότι, ανεξαρτήτως αποτελέσματος, το χρηματικό ποσό που θα πάρει πίσω είναι το ίδιο με το ποσό που ποντάρισε (μείον μιας πολύ μικρής προμήθειας που έλαβε το γραφείο στοιχημάτων). Αυτός είναι ένας λιγότερο επικίνδυνος τρόπος νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, και δεν υφίσταται κανένας λόγος το άτομο που την κάνει να χρησιμοποιήσει ανταλλακτήριο αντί για πρακτορείο αθλητικού στοιχήματος. 23. Έχω επίσης ενημερωθεί ότι τα καταστήματα ΟΠΑΠ στην Ελλάδα μπορούν να δέχονται αθλητικά στοιχήματα σε μετρητά σε όλα τα καταστήματά τους χωρίς να λαμβάνει χώρα κανένας έλεγχος ταυτότητας ούτε έλεγχοι για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες κατά τις εν λόγω διαδικασίες. Αυτό υποδηλώνει ότι, ακόμα κι αν υπάρχει ανησυχία για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, η Ελλάδα δεν υιοθετεί μια συστηματική και συνεπή προσέγγιση για την πρόληψη της εν λόγω δραστηριότητας στο έδαφός της. 24. Επιπροσθέτως, ακόμα και στην περίπτωση που η Ελλάδα προσπαθήσει να δικαιολογήσει την απαγόρευση που επέβαλε στη βάση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, δεν υπάρχει λόγος να πιστέψει κανείς ότι αυτό είναι το μόνο μέτρο που μπορεί να λάβει για την καταπολέμηση μιας τέτοιας δραστηριότητας. Δεδομένης της προηγμένης AML πολιτικής της PPB, ακόμα κι αν η Ελλάδα μπορούσε να καταδείξει κάποια συγκεκριμένη ανησυχία γι’ αυτή την πολιτική (κάτι το οποίο δεν έχει κάνει), οι εξελισσόμενες πολιτικές της PPB έχουν την ικανότητα περαιτέρω ανάπτυξης για να ικανοποιήσουν τυχόν ανησυχίες που μπορεί να έχει η Ελλάδα. Δεδομένου τούτου, πολύ αμφιβάλλω ότι η απευθείας απαγόρευση του Νόμου 4002/2011 ικανοποιεί την απαίτηση ότι “όταν υφίσταται η δυνατότητα επιλογής μεταξύ πολλών κατάλληλων μέτρων, τότε πρέπει να επιλέγεται το λιγότερο επαχθές” όπως ορίζεται παραπάνω στην §16. 25. Τέλος, σημειώνω ότι ένας αριθμός κρατών μελών της ΕΕ (συμπεριλαμβανομένου του Ηνωμένου Βασιλείου, της Ιταλίας, της Ισπανίας, της Δανίας και της Ιρλανδίας) έχουν χορηγήσει άδειες λειτουργίας ανταλλακτηρίου στοιχήματος στην PPB. Δεν έχω δει καμία πρόταση ότι αυτό έχει οδηγήσει σε αύξηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες στις χώρες αυτές μέσω της λειτουργίας του ανταλλακτηρίου της PPB (ή πράγματι οποιουδήποτε άλλου ανταλλακτηρίου στοιχήματος). 26. Για τους λόγους αυτούς, θεωρώ ότι η απαγόρευση των ανταλλακτηρίων στοιχήματος είναι πολύ πιθανό να αποτελεί αδικαιολόγητο περιορισμό που αντιτίθεται στο Άρθρο 56 της ΣΛΕΕ. ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΗΣ ΠΑΡΑΒΙΑΣΗΣ ΤΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΕ 27. Αν η απαγόρευση των ανταλλακτηρίων στοιχημάτων όντως παραβιάζει το Άρθρο 56 της ΣΛΕΕ, θα μπορούσε να υπάρξει ένας αριθμός σημαντικών συνεπειών. 28. Το πρώτο σημείο που πρέπει να τονιστεί είναι ότι το Άρθρο 56 έχει υπεροχή έναντι της εθνικής νομοθεσίας και έχει άμεση ισχύ σε όλα τα κράτη μέλη, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας. Τεκμαίρεται ότι, αν η απαγόρευση των ανταλλακτηρίων στοιχημάτων παραβιάζει την εν λόγω διάταξη, η απαγόρευση είναι άκυρη και δεν πρέπει να εφαρμοστεί. 29. Υπάρχουν τουλάχιστον τέσσερις πιθανές νομικές συνέπειες που θα μπορούσαν να προκύψουν από αυτό. 30. Πρώτον, θα μπορούσε να γίνει προσφυγή προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Ο ρόλος της Επιτροπής είναι να εξασφαλίζει την τήρηση της νομοθεσίας της ΕΕ – ως εκ τούτου έχει την αρμοδιότητα να λαμβάνει αποφάσεις σχετικά με την ύπαρξη ή μη νομιμότητας συγκεκριμένων εθνικών μέτρων. 31. Η PPB έχει ήδη καταθέσει μια προσφυγή στην Επιτροπή το 2011, την οποία κατανοώ ότι η Επιτροπή ακόμα διερευνά. Η PPB ή/και άλλοι φορείς εκμετάλλευσης θα είχαν το δικαίωμα περαιτέρω προσφυγών αν η απαγόρευση των ανταλλακτηρίων συνεχιστεί μετά τις τρέχουσες τροποποιήσεις του νόμου. Στη συνέχεια, η Επιτροπή θα μπορούσε να απαιτήσει αποδεικτικά στοιχεία από την Ελλάδα, συμπεριλαμβανομένης της παροχής αιτιολόγησης για τα εν λόγω μέτρα. Αν δεν πειστεί από αυτές τις αιτιολογήσεις, η Επιτροπή θα μπορούσε να εκδώσει μια “αιτιολογημένη γνωμη” σύμφωνα με το Άρθρο 258 της ΣΛΕΕ η οποία θα καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η Ελλάδα παραβίασε τη νομοθεσία της ΕΕ και θα της δίνει μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο για να επανορθώσει την εν λόγω παραβίαση. 32. Δεύτερον, αν η Ελλάδα δε συμμορφωθεί με την εν λόγω αιτιολογημένη γνωμοδότηση, η Επιτροπή θα μπορούσε να κινήσει διαδικασία προσφυγής για παραβίαση κατά της Ελλάδας στο ΔΕΕ, επίσης σύμφωνα με το Άρθρο 258 της ΣΛΕΕ, ζητώντας διάταγμα από το Δικαστήριο ότι η Ελλάδα έχει αποτύχει να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της σύμφωνα με τη νομοθεσία της ΕΕ. Στην περίπτωση αυτή, οι ελληνικές αρχές, σύμφωνα με το Άρθρο 260(1) της ΣΛΕΕ, θα ήταν υποχρεωμένες να λάβουν τα απαραίτητα μέτρα προκειμένου να συμμορφωθούν με αυτή την απόφαση. Αν η Ελλάδα εξακολουθούσε να μη συμμορφώνεται, η Επιτροπή θα μπορούσε (και πάλι σύμφωνα με το Άρθρο 260) να ξαναφέρει την υπόθεση ενώπιον του ΔΕΕ, το οποίο θα τη διέταζε να πληρώσει πρόστιμα. Οι κυρώσεις σε μια τέτοια περίπτωση θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν περιοδικές πληρωμές, οι οποίες θα τοποθετούσαν την Ελλάδα υπό σημαντική οικονομική πίεση για τον τερματισμό της παράβασης που έχει διαπράξει, όπως συνέβη στην Υπόθεση C-109/08 Commission v Greece EU:C:2009:346, άλλη μία ελληνική υπόθεση που αφορά παράβαση (μεταξύ άλλων) εκείνου που τώρα είναι το Άρθρο 56 της ΣΛΕΕ. Εκείνη η απόφαση καθιστά σαφές ότι το επίπεδο των χρηματικών κυρώσεων έχει καθοριστεί “σύμφωνα με το βαθμό πειθούς που απαιτείται για το εν λόγω κράτος μέλος ώστε να αλλάξει τη συμπεριφορά του” (§28), και ότι οι περιοδικές πληρωμές έχουν σκοπό να εξασφαλίσουν ότι η κύρωση έχει “καταναγκαστική ισχύ” (§32). Η διαδικασία αυτή έχει χρησιμοποιηθεί και σε διάφορες άλλες πρόσφατες υποθέσεις από την Επιτροπή κατά της Ελλάδας (π.χ. Case C-369/07 Commission v Greece EU:C:2009:428), καθώς και κατά της Ιταλίας (Case C-496/09 Commission v Italy EU:C:2011:740; Case C 367/14 Commission v Italy EU:C:2015:611) και της Ισπανίας (Case C-610/10 Commission v Spain EU:C:2012:781; Case C 184/11 Commission v Spain EU:C:2014:316). 33. Τρίτον, και ανεξάρτητα από οποιαδήποτε προσφυγή ή έγερση νομικών διαδικασιών από την Επιτροπή, οι φορείς εκμετάλλευσης όπως η PPB μπορούν να εγείρουν νομικές διαδικασίες στα ελληνικά δικαστήρια για να αποδείξουν τον παράνομο χαρακτήρα της απαγόρευσης των ανταλλακτηρίων στοιχημάτων. Παρά το γεγονός ότι η διαδικασία τέτοιων προσφυγών είναι ζήτημα που αφορά την εθνική νομοθεσία, θα πρέπει (1) να μην είναι λιγότερο ευνοϊκή απ’ ότι η διαδικασία για παρόμοιες εθνικές υποθέσεις και (2) να μην καθιστά την άσκηση των ευρωπαϊκών δικαιωμάτων πρακτικά αδύνατη ή υπερβολικά δύσκολη: Υπόθεση C-432/05 Unibet EU:C:2007:163, §43. 34. Αν εγειρόταν μια τέτοια νομική διαδικασία, τα ελληνικά δικαστήρια θα μπορούσαν να κάνουν μια αναφορά στο ΔΕΕ προκειμένου να λάβει απόφαση επί της νομιμότητας της απαγόρευσης των ανταλλακτηρίων στοιχημάτων (και στην περίπτωση που ήταν το Συμβούλιο της Επικρατείας, θα έπρεπε να κάνει μια τέτοια αναφορά εκτός αν θεωρούσε την απάντηση ξεκάθαρη). Αυτό αναπόφευκτα θα οδηγούσε σε μια περίοδο αβεβαιότητας για όσο η αναφορά βρισκόταν υπό εξέταση. 35. Τέλος, σύμφωνα με τις αρχές που ορίστηκαν από την Υπόθεση C-6/90 Francovich v Italy EU:C:1991:428 και τις Υποθέσεις C-46 και 48/93 Brasserie du Pêcheur and Factortame EU:C:1996:79, οι φορείς εκμετάλλευσης όπως η PPB, οι οποίοι έχουν υποστεί ζημίες λόγω της παράνομης απαγόρευσης των ανταλλακτηρίων στοιχημάτων θα μπορούσαν να ασκήσουν αγωγή για αποζημίωση κατά της Ελλάδας. Θα ήταν απαραίτητο να τεκμηριωθεί ότι η εν λόγω παραβίαση της νομοθεσίας της ΕΕ ήταν (1) επαρκώς σοβαρή (2) από διάταξη που προορίζεται για την κάλυψη δικαιωμάτων σε ιδιώτες και (3) άμεσα αιτιωδώς συνδεδεμένη με τη σχετική ζημία. Κατά την άποψή μου, είναι τουλάχιστον βάσιμο ότι και οι τρεις αυτές συνθήκες θα πληρούνταν στην παρούσα περίπτωση. Ως εκ τούτου, η Ελλάδα κινδυνεύει να υποχρεωθεί να αποζημιώσει τους φορείς εκμετάλλευσης εξ ολοκλήρου για ζημίες που υφίστανται ως αποτέλεσμα της απαγόρευσης των ανταλλακτηρίων. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ 36. Δεδομένου ότι οι ελληνικές αρχές δεν έχουν προσκομίσει ακόμα κάποια αιτιολόγηση για την απαγόρευση των ανταλλακτηρίων στοιχημάτων του Νόμου 4002/2011, οι απόψεις μου είναι οπωσδήποτε προσωρινές. Υποθέτοντας, ωστόσο, ότι η μόνη αιτιολογία είναι η ανησυχία σχετικά με τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, θεωρώ πολύ πιθανό ότι (για τους ανωτέρω λόγους) δε θα αποτελούσε επαρκή δικαιολόγηση και ότι η απαγόρευση των ανταλλακτηρίων στοιχημάτων θα έπρεπε να θεωρηθεί ότι συνιστά παράνομη παραβίαση του Άρθρου 56 της ΣΛΕΕ. KELYN BACON QC Brick Court Chambers 7-8 Essex Street London WC2R 3LD 6 Οκτωβρίου 2016