• Σχόλιο του χρήστη 'Αθανάσιος' | 12 Νοεμβρίου 2019, 10:59

    Ο νόμος αντίκειται στις συνταγματικές ελευθερίες του ανθρώπου να ξοδέψει το εισόδημά του όπως θέλει και όποτε θέλει. Θεσπίζεται κατώτατο ποσό δαπάνης αναλογικά με το εισόδημα θεωρώντας ότι όσο αυξάνει το εισόδημα τόσο θα πρέπει να μεγαλώνουν οι δαπάνες, λογική η οποία δεν έχει βάση γιατί οι ανθρώπινες ανάγκες είναι ίδιες είτε κάποιος έχει εισόδημα χαμηλό είτε υψηλό. Και ποιος μπορεί να καθορίσει τις ανάγκες αυτές Για του λόγου του αληθές θεσπίσατε ανώτερο ποσό δαπάνης €20.000 (γιατί φθάνετε σε αδιέξοδο όσο αυξάνεται το εισόδημα) που αντιστοιχεί σε εισόδημα €66.666 (δηλαδή θεωρείται το ιδανικό ποσό υποχρεωτικής κατανάλωσης πάνω από το οποίο δεν χρειάζεται ή δεν απαιτείται;). Επίσης φορολογείται ήδη φορολογημένο εισόδημα και μάλιστα με πολύ υψηλό συντελεστή. Η κυβέρνηση έχει αναφερθεί ότι σκοπός της είναι ότι δεν θέλει να τιμωρήσει τους πολίτες αλλά ο συντελεστής 22% τι είναι; Στην προκειμένη περίπτωση είτε αγοράσει κάποιος το κράτος θα εισπράξει το ΦΠΑ (13% ή 24%) είτε πάλι δεν αγοράσεις θα πληρώσεις με τον επιπλέον φόρο 22% (δηλαδή πολύ υψηλότερα και από τον χαμηλό συντελεστή ΦΠΑ). Επιπρόσθετα «τιμωρεί» την αποταμίευση και μάλιστα με υψηλό συντελεστή 22%, της οποίας ο βασικός σκοπός είναι η πραγματοποίηση στο μέλλον κάποιας μικρής ή μεγάλης αγοράς. «Τιμωρεί» επίσης την μη ισόποση κατανάλωση κάθε έτος (π.χ. φέτος έχω αυξημένες καταναλωτικές δαπάνες ενώ του χρόνου δεν έχω – για αυτό το λόγο υπάρχουν άλλωστε και τα καταναλωτικά δάνεια, ξοδεύω σήμερα και πληρώνω το επόμενο διάστημα). Τέλος γιατί δημιουργείται στους πολίτες ένα επιπλέον άγχος για την συγκέντρωση του ποσού (με ένα τόσο υψηλό συντελεστή) των e-αποδείξεων (με την «απειλή» της αυστηρής «ποινής» για φορολογημένα εισοδήματα);