• Σχόλιο του χρήστη 'Dionysia Katelouzou, Andreas Kokkinis kai Konstantinos Sergakis' | 30 Μαρτίου 2020, 13:10

    Άρθρο 24 Κυρώσεις Καλωσορίζουμε την εισαγωγή δυνατότητας επιβολής επίπληξης από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς η οποία είναι ένα θετικό βήμα ως προς την αναγνώριση της ευελιξίας στην εφαρμογή της εταιρικής διακυβέρνησης καθώς και στη διασφάλιση της τήρησης των ρυθμίσεων από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς. Εντούτοις έχουμε ενδοιασμούς ως προς τις επιβαλλόμενες κυρώσεις κατά το άρθρο 24 για παραβάσεις των άρθρων 1 έως 23 οι οποίες περιλαμβάνουν όχι μόνο επίπληξη αλλά και πρόστιμο που δεν υπερβαίνει το 7% του κύκλου εργασιών της εταιρείας για κάθε έτος παράβασης. Κατά το ισχύον μέχρι τώρα πλαίσιο του Νόμου 3016/2002, παραβάσεις επισύρουν μόνο πρόστιμο μέχρι ενός εκατομμυρίου ευρώ (όχι επίπληξη). Η αλλαγή αυτή είναι σημαντική καθώς το όριο του 7% του κύκλου εργασιών μπορεί να οδηγήσει σε πρόστιμα πολλών εκατομμυρίων. Η προσέγγιση αυτή δεν είναι σύμφωνη με τα ισχύοντα σε διεθνές και ευρωπαϊκό επίπεδο. Είναι άξιο σημείωσης ότι άλλα κράτη μέλη της ΕΕ δεν προβλέπουν στη νομοθεσία τους αυστηρές χρηματικές κυρώσεις για την μη τήρηση κανόνων σχετικών με την εταιρική διακυβέρνηση, οι οποίοι συνήθως περιλαμβάνονται σε κώδικες αυτορρύθμισης. Το πρόβλημα με την επιβολή αυστηρών χρηματικών κυρώσεων για μη συμμόρφωση με τις διατάξεις περί εταιρικής διακυβέρνησης του Σχεδίου Νόμου συνίσταται σε παρανόηση της φύσης και του σκοπού των προτύπων εταιρικής διακυβέρνησης. Τα πρότυπα αυτά δεν αποτελούν θέσφατα που πρέπει να εφαρμόζονται απαρεγκλίτως από όλες τις εταιρείες. Ανάλογα με τον τομέα οικονομικής δραστηριότητας, τον βαθμό ωριμότητας, τη φύση των μετόχων, το μέγεθος της εταιρείας και άλλες παραμέτρους κάθε εταιρεία πρέπει να έχει ευελιξία να διαμορφώσει το δικό της σύστημα εταιρικής διακυβέρνησης υπό την εποπτεία της αγοράς. Επιπλέον η απειλή αυστηρών κυρώσεων δημιουργεί τον κίνδυνο συμμόρφωσης μόνο κατά το γράμμα και όχι κατά το πνεύμα του νόμου. Συγκεκριμένα υπάρχει ο κίνδυνος οι σχετικές επιτροπές να συσταθούν αλλά τα φερόμενα ως ανεξάρτητα μη εκτελεστικά μέλη να μην είναι πραγματικά ανεξάρτητα και ο ρόλος τους στα ΔΣ και τις επιτροπές να είναι διακοσμητικός. Για να αποφευχθεί αυτό χρειάζεται στρατηγική αλλαγής της νοοτροπίας των εκτελεστικών μελών ΔΣ των εισηγμένων ελληνικών ΑΕ αλλά και των πλειοψηφικών ή σημαντικών μετόχων καθώς και η συνδρομή και Ελλήνων και ξένων θεσμικών επενδυτών. Το άρθρο 32 του Σχεδίου Νόμου περί ενεργού συμμετοχής αποτελεί ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση για την εισαγωγή μετοχικής εποπτείας (shareholder stewardship) στην ελληνική αγορά. Βλ. Διονυσία Κατελούζου ‘Μετοχική Εποπτεία (Shareholder Stewardship)’, http://www.syneemp.gr/assets/Shareholder%20Stewardship.pdf; Dionysia Katelouzou Institutional Shareholders and Corporate Governance: A Shift to Enlightened Stewardship (Cambridge: Cambridge University Press, 2021, Forthcoming). Εντούτοις, αναγνωρίζοντας τη σημασία εισαγωγής ενός υποχρεωτικού πλαισίου εταιρικής διακυβέρνησης στην Ελληνική αγορά, σύμφωνα με τις προθέσεις του Υπουργείου Οικονομικών, παραθέτουμε κάτωθι συγκεκριμένες προτάσεις για την διατύπωση και εφαρμογή του άρθρου 24. 1. Καταρχάς προτείνουμε την αναδιατύπωση του τίτλου του άρθρου 24 σε Μέτρα και Κυρώσεις. Αυτή η αναδιατύπωση δίνει έμφαση στη σημασία ευρύτερων μέτρων που δεν αποτελούν κυρώσεις, όπως η επίπληξη, αλλά μπορεί να είναι εξίσου αποτελεσματικά στον τομέα της εταιρικής διακυβέρνησης. Επιπλέον η αναδιατύπωση αυτή συνάδει με το τίτλο του άρθρου 36 του Σχεδίου Νόμου. 2. Δεύτερον, έχοντας υπόψη τα πλεονεκτήματα της ευελιξίας στον τομέα της εταιρικής διακυβέρνησης και τη δυναμική δημιουργίας κοινωνικών προσδοκιών συμμόρφωσης, θεωρούμε ότι το προβλεπόμενο πρόστιμο έως 7% του κύκλου εργασιών είναι εξαιρετικά υψηλό, ιδίως αν ληφθεί υπόψη και η διεύρυνση του φάσματος εφαρμογής του, και επομένως δεν συνάδει με τα εγγενή χαρακτηριστικά της εταιρικής διαυβέρνησης. Παρατηρούμε επίσης ότι διαφαίνεται μία αντιφατικότητα μεταξύ των δύο προσεγγίσεων ως προς τη διαφύλαξη της τήρησης των διατάξεων – με την οποία είμαστε αντίθετοι – καθώς δεν υπάρχει διαφοροποίηση των διατάξεων για τις οποίες η επίπληξη ή το πρόστιμο είναι κατάλληλα προς επιβολή. Θεωρούμε ότι η επιβολή προστίμου πρέπει να παραμείνει στα ισχύοντα επίπεδα του Νόμου 3016/2002 έως ένα εκατομμύριο ευρώ (αν και θεωρούμε ότι η επιβολή υψηλών προστίμων σε θέματα εταιρικής διακυβέρνησης πρέπει να αποφεύγεται). Παράλληλα, η επιβολή επίπληξης προτείνεται ως αποκλειστικό μέτρο σε περίπτωση μη τήρησης του άρθρου 18 του Σχεδίου Νόμου. Αναγνωρίζουμε όμως ότι τυχόν ψευδείς ή παραπλανητικές δηλώσεις ή παραλείψεις στους εταιρικούς λογαριασμούς και σε άλλες ανακοινώσεις των εισηγμένων εταιρειών προς την αγορά που επιβάλλονται από το ρυθμιστικό πλάισιο πρέπει να αντιμετωπίζονται με αυστηρότητα από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς κατά τις γενικώς ισχύουσες διατάξεις. Για μια ενδελεχή ανάλυση των επιχειρημάτων υπέρ των διοικητικών κυρώσεων και μέτρων στο δίκαιο της κεφαλαιαγοράς: Konstantinos Sergakis, The Law of Capital Markets in the EU (Palgrave Macmillan Corporate and Financial Law series, 2018); La transparence des sociétés cotées en droit européen [The transparency of listed companies in EU law] (Tome 41, Bibliothèque de l'Institut de Recherche Juridique de la Sorbonne-IRJS Éditions, 2013); ‘The Relevance of Time in Framing the Sanctions Framework for Defective Disclosure’ (2017) 3 European Business Law Review 331. Τα μέτρα και οι κυρώσεις που προβλέπει το ισχύον πλαίσιο του δικαίου κεφαλαιαγοράς παρέχουν ήδη τη δυνατότητα στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς να επιβάλει σημαντικές κυρώσεις. Για παράδειγμα, oι ακόλουθες κατηγορίες καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα παραβάσεων: (α) ρυθμίσεις σχετικά με το ενημερωτικό δελτίο που πρέπει να δημοσιεύεται κατά τη δημόσια προσφορά κινητών αξιών ή κατά την εισαγωγή κινητών αξιών προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά (β) ρυθμίσεις των προϋποθέσεων διαφάνειας αναφορικά με την πληροφόρηση σχετικά με εκδότες των οποίων οι κινητές αξίες έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά (γ) ρυθμίσεις για την κατάχρηση της αγοράς. Οι παραπάνω διοικητικές κυρώσεις και μέτρα θεωρούνται ως ενδεδειγμένες δεδομένης της ταχύτητας επιβολής και συνεχούς ενημέρωσης της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς στα θέματα της Ελληνικής Κεφαλαιαγοράς. Κατά συνέπεια, η προτεινόμενη επιβολή προστίμου έως 7% του κύκλου εργασιών όχι μόνο είναι αναποτελεσματική αλλά και μη απαραίτητη καθώς οι διατάξεις περί εταιρικής διακυβέρνησης του παρόντος σχεδίου νόμου απoβλέπουν στην προστασία της κεφαλαιαγοράς από πρακτικές που τιμωρούνται αποτελεσματικά από τις παραπάνω διατάξεις του δικαίου της κεφαλαιαγοράς. Κατά συνέπεια, θεωρούμε ότι η επιβολή προστίμου πρέπει να παραμείνει στα ισχύοντα επίπεδα του Νόμου 3016/2002 έως ένα εκατομμύριο ευρώ.