• Σχόλιο του χρήστη 'Κ.Τ.' | 18 Νοεμβρίου 2020, 16:35

    Το παρόν νομοσχέδιο, με το οποίο εισάγεται το Ειδικό Μισθολόγιο της ΑΑΔΕ, έρχεται στοχευμένα και σε καθεστώς πλήρους αδιαφάνειας και αοριστίας να εδραιώσει την υφιστάμενη άνιση μεταχείριση μεταξύ παλιών και νέων συναδέλφων στον δημόσιο τομέα. Απροκάλυπτα πλέον τίθεται αυθαίρετα ως κριτήριο απόδοσης της προσωπικής διαφοράς ο χρόνος ανάληψης καθηκόντων, δημιουργώντας υπαλλήλους δύο ταχυτήτων, καθώς οι διορισμένοι μετά τον Οκτώβρη του 2018 υπάλληλοι της ΑΑΔΕ, που στην πλειοψηφία τους διαθέτουν αυξημένα τυπικά προσόντα, ειδικές επί του επιστημονικού κλάδου τους γνώσεις και προέρχονται από γραπτούς διαγωνισμούς (1Γ/2017), λαμβάνουν ως πρώτο μισθό το ποσό των 734 ευρώ. Η μη απόδοση της προσωπικής διαφοράς στον νέο υπάλληλο διαμορφώνει ένα πεδίο ανισοτήτων μέσα σε μία υπηρεσία, καθώς υπάλληλοι επιφορτισμένοι με το ίδιο αντικείμενο εργασίας, ξεκινούν μισθολογικά από εντελώς διαφορετική βάση, αμείβονται διαφορετικά και αδήριτα κατηγοριοποιούνται. Εν προκειμένω, μάλιστα αξίζει να παρατηρήσουμε ότι μολονότι αξιώνεται η στελέχωση των υπηρεσιών του δημοσίου τομέα με υπαλλήλους αυξημένων τυπικών προσόντων (απόφοιτοι ΑΕΙ, κάτοχοι μεταπτυχιακού ή/και διδακτορικού τίτλου, ξένων γλωσσών), δεν υπάρχει κι αντίστοιχη βούληση για ανάλογες απολαβές. Πρέπει να προβλεφθεί ίση αμοιβή για ίση εργασία και μισθολογική εξομοίωση παλαιών και νέων συνάδελφων με απόδοση της προσωπικής διαφοράς και στους νέους συνάδελφους. Καμία διάκριση με βάση τον χρόνο πρόσληψης. Υπό την αίρεση λοιπόν της απόδοσης της προσωπικής διαφοράς σε όλους ανεξαιρέτως τους υπαλλήλους, θα πρέπει να γίνει οποιαδήποτε διαβούλευση του νομοσχεδίου για το Ειδικό Μισθολόγιο της ΑΑΔΕ, με περιεχόμενο διαφανές, ορισμένο και σαφές.