• Σχόλιο του χρήστη 'Μ.Κ.' | 25 Νοεμβρίου 2020, 04:19

    Το ειδικό μισθολόγιο επρόκειτο –υποτίθεται- να λύσει μια και καλή κατά τρόπο δίκαιο την αδικία που υφίσταντο όσοι προσλαμβάνονταν στην ΑΑΔΕ μετά τον Οκτώβριο 2018, τη μη καταβολή δηλαδή σε αυτούς της προσωπικής διαφοράς. Αντιθέτως, με την πρόταση νόμου για το ειδικό μισθολόγιο που κατατέθηκε: • Παγιώνεται, νομιμοποιείται και μονιμοποιείται η αδικία αυτή. • Κατά παράβαση της συνταγματικής αρχής της ισότητας και της αρχής σύμφωνα με την οποία «Όλοι οι εργαζόμενοι, ανεξάρτητα από φύλο ή άλλη διάκριση, έχουν δικαίωμα ίσης αμοιβής για παρεχόμενη εργασία ίσης αξίας», θεσμοθετείται με νόμο διάκριση των εργαζομένων της ΑΑΔΕ σε «παλιούς» και «νέους», σε εργαζόμενους δηλαδή που λαμβάνουν την προσωπική διαφορά και που δεν λαμβάνουν την προσωπική διαφορά, με μόνο κριτήριο το χρόνο πρόσληψης καθενός. • Δεν επιλύεται η υποστελέχωση της ΑΑΔΕ. Στόχος της ΑΑΔΕ είναι να προσελκύσει νέους εργαζομένους, που καλύπτουν υψηλά «στάνταρτ», ωστόσο εισάγεται σε βάρος αυτών αναιτιολόγητη δυσμενής μισθολογική μεταχείριση και ανακολουθία μεταξύ αποδιδόμενων ευθυνών και μισθολογικής αναγνώρισης, με αποτέλεσμα να υπάρχει μεγάλο κύμα παραιτήσεων και αποποιήσεων διορισμού ξανά και ξανά. • Οι νεοπροσλαμβανόμενοι, με αυξημένα τυπικά προσόντα (πτυχία, μεταπτυχιακά, διδακτορικά, ξένες γλώσσες, Η/Υ), καταλαμβάνουν θέσεις με υψηλές απαιτήσεις και ευθύνες, αμείβονται όμως χαμηλότερα από παλιότερους συναδέλφους με τα ίδια ή και λιγότερα τυπικά προσόντα. Είναι δε χαρακτηριστικό ότι ο εισαγωγικός μισθός των νεοπροσλαμβανόμενων, αλλά και ο μισθός μετά την δοκιμαστική περίοδο υπολείπεται σημαντικά του ορίου ακατάσχετου μισθού που το ίδιο το κράτος αναγνωρίζει ως το ελάχιστο απαιτούμενο για την αξιοπρεπή διαβίωση κάποιου. • Η μισθολογική ανακολουθία στην ίδια υπηρεσία, στο ίδιο γραφείο, μεταξύ «παλιών» και «νέων», που εκτελούν τις ίδιες εργασίες, λειτουργεί ως αντικίνητρο για τους «νέους», οι οποίοι δεν έχουν λόγο να καταβάλουν τη μέγιστη προσπάθεια και να αναλάβουν περισσότερες ευθύνες, αφού ο κόπος του δεν αναγνωρίζεται μισθολογικά, με αποτέλεσμα να επιτελούν τα καθήκοντά τους διαδικαστικά. • Ακόμα και με το επίδομα θέσης, οι «νέοι» πρέπει να καταβάλουν πολλαπλάσια προσπάθεια προκειμένου να κατορθώσουν να λάβουν μέρος μόνο του μισθού που ο «παλιός» θα λάβει βρέξει-χιονίσει με την ΠΔ. Είναι δε αυτονόητο ότι οι θέσεις με υψηλό ΠΘΕ και αντίστοιχα υψηλό επίδομα θέσης θα αποδοθούν στους «παλιούς», με αποτέλεσμα η ψαλίδα μεταξύ «παλιών» και «νέων» να ανοίγει έτι περαιτέρω. • Δημιουργείται κατ’ επέκταση, κλίμα ανταγωνισμού μεταξύ «παλιών» και «νέων» λόγω της μισθολογικής ανισότητας, που επιδρά αρνητικά στην εύρυθμη λειτουργία της υπηρεσίας, αντί να ενισχύεται το πνεύμα συνεργασίας. Είναι άτοπη, ως εκ τούτου, η συζήτηση περί ειδικού μισθολογίου που υποτίθεται ότι θα επιλύσει τις χρόνιες αδικίες και θα σημάνει την έναρξη μιας νέας εποχής για την ΑΑΔΕ, όταν θεμελιώδης αρχή του νέου μισθολογίου είναι η μισθολογική ανισότητα «παλιών» και «νέων». Προαπαιτούμενο για την όποια συζήτηση πρέπει να είναι η ισότιμη μισθολογική αντιμετώπιση «παλιών» και «νέων» με την απόδοση της ΠΔ σε όλους όσους προσελήφθησαν και προσλαμβάνονται (ή μετατάσσονται) στην ΑΑΔΕ μετά τον Οκτώβριο 2018. Πέραν των ανωτέρω, το νομοσχέδιο πάσχει επιγραμματικά και κατά τα ακόλουθα: • Αναιρεί τον ίδιο τον πυρήνα του μισθού από εξαρτημένη εργασία, αφού αυτός παύει πλέον να είναι προκαθορισμένος και σταθερός, αλλά εξαρτάται από παράγοντες μη προσδιορισμένους εκ των προτέρων, μεταβλητούς ανά πάσα στιγμή, όπως τα επιδόματα θέσης, τα οποία δεν δίνονται υπό μορφή bonus,αλλά συγκροτούν το μισθό, • Δεν γίνεται οποιαδήποτε αναφορά στο ύψος των επιδομάτων θέσης και τα ΠΘΕ, τα οποία αφήνεται να προσδιοριστούν στο μέλλον μονομερώς από το Διοικητή, • Εισάγει πληθώρα εξουσιοδοτικών διατάξεων για ουσιώδη θέματα και απονέμει υπερεξουσίες στο Διοικητή, • Εξαρτά την καταβολή (μέρους) του μισθού από γεγονός άσχετο με αυτή καθεαυτή την παροχή της εργασίας, δηλαδή τη συμμετοχή στην αξιολόγηση, • Προκαλεί μεγάλη ανασφάλεια στους υπαλλήλους, αφού λόγω της μεταβλητότητας του μισθού καθίσταται δυσχερής, αν όχι αδύνατος, ο οικογενειακός προγραμματισμός και η διαχείριση του οικογενειακού προϋπολογισμού, • Υποδαυλίζει τον άκρατο ανταγωνισμό και την «ανθρωποφαγία» μεταξύ συναδέλφων για την κατάληψη των θέσεων με καλύτερο ΠΘΕ και επίδομα θέσης, • Δεν προσδιορίζεται η δαπάνη που συνεπάγεται για τον κρατικό προϋπολογισμό.