• Σχόλιο του χρήστη 'ΔΣ Σπουδαστριών/Σπουδαστών Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης' | 17 Ιουλίου 2023, 18:43

    Ύστερα από τη συνεδρίαση της 17ης Ιουλίου 2023, του Διοικητικού Συμβουλίου του Συλλόγου Σπουδαστών/τριών της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης, το ΔΣ της ΕΣΔΔΑ αποφασίζει να ενώσει την ανησυχία του με τους προβληματισμούς που έθεσαν οι ενώσεις των συναδέλφων μας δημοσίων υπαλλήλων, και οι μεμονωμένοι συνάδελφοι/συναδέλφισσες που τοποθετούνται επί του νομοσχεδίου. Κάθε αύξηση στις αποδοχές των δημοσίων υπαλλήλων πρέπει να χαιρετίζεται ως αναγκαία στη σημερινή συνθήκη των απόνερων που άφησαν οι μνημονιακές περικοπές (μείωση μέσου μισθού, κατάργηση δώρων κ.α.) και η συνεχιζόμενη ακρίβεια, που συρρικνώνουν το πραγματικό μας εισόδημα, Ωστόσο, η υπό διαβούλευση προτεινόμενη αύξηση για τις αποδοχές μας είναι ανεπαίσθητη με βάση την τρέχουσα κοινωνική και οικονομική συγκυρία, και η εκτίμηση μας είναι ότι θα την απορροφήσει γρήγορα ο πληθωρισμός, ενώ θα ενισχύσει άκριτα και τις μισθολογικές ανισότητες μεταξύ των δημοσίων υπαλλήλων αφενός, και των μόνιμων δημοσίων υπαλλήλων με το μετακλητό προσωπικό αφετέρου. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με μελέτη για την ΑΔΕΔΥ (Μάρτιος 2022), από το 2010 ως το 2020 η μείωση των μισθών για τον κλάδο της δημόσιας διοίκησης αγγίζει το 15%, με τις μειώσεις σε εκπαιδευτικούς, γιατρούς, μηχανικούς και άλλες κατηγορίες να κυμαίνονται σε περίπου ίδια επίπεδα. Οι μειώσεις αυτές αγγίζουν περισσότερο τους δημοσίους υπαλλήλους χωρίς καθήκοντα επίβλεψης (η εργασία με καθήκοντα επίβλεψης λάμβανε υψηλότερο μισθό κατά 24,4% το 2010, και κατά 29,4% το 2020). Η ανάλυση για τον πραγματικό μισθό, με αναφορά στον πληθωρισμό, κάνει τη μισθολογική μας κατάσταση για την ίδια περίοδο ακόμα πιο απογοητευτική. Στη βάση του παραπάνω συλλογισμού, οι συγκεκριμένες αυξήσεις, εκτός από το να είναι ανεπαρκείς: α) ενισχύουν τις μισθολογικές ανισότητες μεταξύ των υπαλλήλων σε θέσεις επίβλεψης και εκείνων σε θέσεις μη επίβλεψης, δίχως μάλιστα να επεμβαίνουν καθοριστικά σε ζητήματα της διαφάνειας και αξιοκρατίας που θα έπρεπε κανονικά να χαρακτηρίζουν τη διαδικασία των κρίσεων για ανέλιξη β) συνεχίζουν να διαιωνίζουν το μισθολογικό χάσμα που χωρίζει το μόνιμο δημόσιο υπάλληλο από τους μετακλητούς υπαλλήλους, και όλα αυτά μάλιστα όταν γ) παρατηρείται μια σταθερή βελτίωση της παραγωγικότητας των δημοσίων υπαλλήλων συνολικά, όπως αποτυπώνεται στην ως άνω μελέτη. Οι αυξήσεις που πραγματοποιούνται έχουν κατά τη γνώμη μας ένα πολύ συγκεκριμένο στόχο – στοχεύουν στο να χρυσώσουν το χάπι της διαδικασίας αξιολόγησης, χωρίς ωστόσο να θίγουν ουσιαστικά ζητήματα διαφάνειας στο ζήτημα της ανέλιξης. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι δεν έγινε καμία αναφορά στην ΕΣΔΔΑ από την κυρία Υπουργό Εσωτερικών στην ομιλία της για τις προγραμματικές δηλώσεις, και αυτό σε αντίθεση με τις τοποθετήσεις των υπόλοιπων Υπουργών που είναι αρμόδιοι για την εποπτεία παραγωγικών σχολών όπως η δική μας. Στο σημείο, λοιπόν, του λόγου της, για τη βελτίωση της ποιότητας των παρεχόμενων από το δημοσιοϋπαλληλικό σώμα υπηρεσιών, εκτός από τις αναφορές στην αξιολόγηση, και από μία μόνο αόριστη αναφορά στο Εθνικό Κέντρο Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης ως φορέα επιμόρφωσης, η ΕΣΔΔΑ δεν είχε κανένα ρόλο. Με τα παραπάνω υπόψιν, και με αυτή την ευκαιρία της διαβούλευσης, θα θέλαμε λοιπόν να μεταφέρουμε και συγκεκριμένα ζητήματα που αφορούν μόνο στη λειτουργία της Σχολής και της κατάστασης των σπουδαστριών και των σπουδαστών. Αυτά αφορούν τόσο στην ασάφεια του δικού μας μισθολογικού καθεστώτος, όσο και στον πραγματικό μας μισθό που μόνο «πείνας» θα μπορούσε να τον χαρακτηρίσει κανείς, σε βάρος του κύρους που θα ήθελε να έχει κανονικά η Σχολή, και που απαξιώνεται περαιτέρω κατά τη γνώμη μας διά της σιωπής της Υπουργού, αλλά και του υπό διαβούλευση νομοσχεδίου, για το μισθολογικό καθεστώς μας. Πιο συγκεκριμένα για το μισθολογικό ζήτημα που εγείρεται, και ενώ στο άρθρο 68 του ν. 5003/2002 επαναλήφθηκε η διάταξη που λέει ότι οι σπουδαστές της ΕΣΔΔΑ αμείβονται με ΚΥΑ του Υπουργού Οικονομικών και του Υπουργού Εσωτερικών, η ΚΥΑ αυτή δεν δημοσιεύτηκε ποτέ, με συνέπεια η αμοιβή μας να ρυθμίζεται αυθαίρετα, μάλλον από το ενιαίο μισθολόγιο, χωρίς πάντως να γνωρίζουμε ακριβώς από που. Ελλείψει ειδικής αναφοράς στο καθεστώς μας στο παρών νομοσχέδιο, ή στις προγραμματικές δηλώσεις της κυρίας Υπουργού, η ανασφάλεια μας σε σχέση με τον αν θα μας αφορούν έστω και αυτές οι πενιχρές αυξήσεις απλώς διαιωνίζεται. Οι σπουδαστές και οι σπουδάστριες της παραγωγικής σχολής που είναι επιφορτισμένη με την κατάρτιση υψηλού επιπέδου ανθρώπινου δυναμικού για τη δημόσια διοίκηση, στην αιχμή των εξελίξεων στην επιστήμη, αμειβόμαστε ήδη με μισθούς που είναι πολύ κατώτεροι αυτών των περιστάσεων και των συνθηκών φοίτησης μας. Δουλεύοντας εκτός ωραρίων για να ανταποκριθούμε στα απαιτητικά προγράμματα σπουδών, συνάδελφοι και συναδέλφισσες μετακομίζουν στην Αθήνα με αμοιβές που δεν ξεπερνούν τα 750 ευρώ στο πρώτο έτος σπουδών, για να αυξηθούν ελάχιστα λόγω των λιγότερων εισφορών στη συνέχεια, την ίδια ώρα με τον πληθωρισμό σε τρόφιμα, ενέργεια και άλλα είδη βασικής ανάγκης, και με ενοίκια των 500-600 ευρώ. Απαιτούμε την έκδοση, επιτέλους, της ΚΥΑ για την οποία γίνεται λόγος παραπάνω, ώστε να αρθεί η ασάφεια στο μισθολογικό μας καθεστώς, και να αυξηθούν πραγματικά οι απολαβές μας. Ζητούμε συνολική αύξηση των αποδοχών μας που να βασίζεται στις πραγματικές ανάγκες με βάση τη σημερινή συγκυρία. Οι αποδοχές πρέπει επιτέλους να αντανακλούν και το ήδη υπερωριακά οργανωμένο πρόγραμμα σπουδών μας. Ζητούμε ειδικά ημερήσια τροφεία, όπως ισχύουν σε άλλες παραγωγικές σχολές της χώρας, αλλά και την Γαλλική ΕΝΑ την οποία άλλωστε μιμούμαστε, ιδίως καθόσον υπάρχουν συναδέλφισσες και συνάδελφοι που δεν καλύπτονται από πολιτικές αντιμετώπισης του πληθωρισμού, όπως το Market pass, που ούτως ή άλλως εκπνέουν, χωρίς όμως να εκπνέει και η ακρίβεια. Ζητούμε την εφάπαξ χορήγηση επιδόματος μετακίνησης για τους σπουδαστές και τις σπουδάστριες που μετακομίζουν στην Αθήνα και αναζητούν κατοικία, με δυσανάλογα έξοδα μετακόμισης στην αρχή, ώστε, μεταξύ των άλλων, να γίνει η Σχολή περισσότερο ελκυστική και για την επαρχεία, αλλά και για τα κατώτερα λαϊκά στρώματα που εν τοις πράγμασι αποκλείονται. Ζητούμε τη χορήγηση ειδικού μηνιαίου επιμίσθιου με το οποίο θα μπορούμε να καλύπτουμε ανάγκες που έχουν σχέση με τις σπουδές μας, όπως η φωτοτύπιση των εκπαιδευτικών υλικών, και οι μετακινήσεις μας από και προς τη Σχολή. Απαιτούμε τελικά τη συνδρομή του Υπουργείου Οικονομικών που επιλαμβάνεται του υπό διαβούλευση νομοσχεδίου, του Υπουργείου και της Υπουργού που είναι αρμόδια για τη λειτουργία της ΕΣΔΔΑ, των συναδέλφων/ίσων στη διοικητική ιεραρχία, και των μετακλητών που υπηρετούν στο ΕΚΔΔΑ, ώστε να διευκρινιστεί η ασάφεια που θίξαμε τόσο στο παρόν, αλλά και με την έκδοση της ΚΥΑ που θα βάλει τέλος στη μισθολογική αυθαιρεσία και θα αποκαταστήσει την αδικία. Τέλος, συντασσόμαστε ενεργά με τους συναδέλφους και τις συναδελφισες στην απαίτηση τους για αυξήσεις που να λαμβάνουν υπόψη το επίπεδο του πληθωρισμού και τη συνολική σωρευτική απώλεια του εισοδήματος τους τα τελευταία χρόνια. Παρά την πενιχρή αύξηση, η πραγματικότητα δυστυχώς μας έχει ξεπεράσει, κάνοντας τη ζωή πολλών από εμάς αβίωτη. Με εκτίμηση, Το ΔΣ του Συλλόγου Σπουδαστών ΕΣΔΔΑ