• Προτείνεται η αναδιατύπωση της κατωτέρω πρότασης της παρ. 1 ως εξής: «Στην περίπτωση μη κανονικών δειγμάτων (εφόσον αυτά κριθούν νοθευμένα), πριν από την εξέταση του κατ’ έφεση δείγματος καυσίμων, ενημερώνεται η αρμόδια υπηρεσία της Α.Α.Δ.Ε..» Αιτιολόγηση: Σύμφωνα με την ανωτέρω σκέψη περί «μη κανονικού» καυσίμου, προτείνεται ως απολύτως αναγκαία η διευκρίνηση, ώστε τα μη κανονικά καύσιμα να μην εξομοιώνονται με τα νοθευμένα και να μην επισύρουν τις ίδιες έννομες συνέπειες: ήτοι την κύρωση της σφράγισης. Η εξομοίωση αυτή είναι νομικά ανεπίτρεπτη δεδομένου ότι πρόκειται για εντελώς διακριτές έννοιες, ενώ ήδη είναι σαφής στο νόμο, στα αρμόδια κλιμάκια και στο ΓΧΚ η δεδομένη αυτή διάκριση. Παρατήρηση στην πρόταση: «Τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή οι νομικές οντότητες των οποίων η εγκατάσταση πρατηρίου καυσίμων σφραγίστηκε, δεν δραστηριοποιούνται με οποιοδήποτε άλλο τρόπο ή ιδιότητα σε επιχειρήσεις εμπορίας ή διακίνησης ενεργειακών προϊόντων για δύο (2) έτη από τη διαπίστωση της παράβασης.»: Η διετής απαγόρευση δραστηριοποίησης προσώπων στον Κλάδο εξαιτίας της σφράγισης ενός πρατηρίου δεν επιφέρει οποιαδήποτε συνέπεια στα πρόσωπα του λαθρεμπορίου και του νοθευμένου καυσίμου, για τον ίδιο λόγο που έχει αναλυθεί ως ανωτέρω. Η απαγόρευση αυτή είναι νοητή νομικά (και συνταγματικά σύμφωνη) μόνο με την αμετάκλητη καταδίκη για πράξη λαθρεμπορίας και διακίνησης νοθευμένου καυσίμου. Επιπλέον, ισχύουν οι παρατηρήσεις μας στο Άρθρο 19 παρ. 6.