• Σχόλιο του χρήστη 'Λυκούργος Φραγκούλης' | 14 Φεβρουαρίου 2024, 22:19

    Δραστηριοποιούμαι ως Σύμβουλος Επιχειρήσεων στην ημεδαπή και με αφορμή την ενασχόλησή μου με επιχειρήσεις οι οποίες δραστηριοποιούνται τόσο στον τουριστικό κλάδο όσο και σε αυτόν της εστίασης, συχνά σε παράκτιες περιοχές, επιθυμώ να διατυπώσω τις ακόλουθες σκέψεις και προβληματισμούς επί του Άρθρου 11 του Νομοσχεδίου: (1)Ως προς το γενικό πλαίσιο θέλω να σημειώσω πως αναγνωρίζω πλήρως πως όση αξία έχει να απολαμβάνουμε ελεύθερες παραλίες και αιγιαλούς ως αυτοδίκαιο δικαίωμα πρόσβασης στο φυσικό στοιχείο χωρίς να υπάρχει ανάγκη να διερχόμαστε από ή να παραμένουμε αναγκαστικά σε διαμορφωμένους χώρους με ομοιόμορφα σκίαστρα και λοιπό εξοπλισμό, οριοθετημένες διαδρομές βάδισης, έναντι υψηλού συχνά αντιτίμου, άλλη τόση αξία έχει το δικαίωμα πρόσβασης σε οργανωμένες παραλίες είτε γιατί έτσι επιλέγει κάποιος να απολαύσει την παραμονή του σε αυτές είτε γιατί ανήκει σε ομάδες πληθυσμού με ειδικά χαρακτηριστικά όπως ΑΜΕΑ, ηλικιωμένοι, οικογένειες με παιδιά, επισκέπτες της ημεδαπής ή της αλλοδαπής που δεν έχουν ή δεν μπορούν ή δεν θέλουν να μεταφέρουν εξοπλισμό για την παραλία προκειμένου να παραμείνουν ευχάριστα σε αυτές. (2)Θεωρώ πως τα περισσότερα Άρθρα είναι προς τη σωστή κατεύθυνση αφού τυποποιούν και επιταχύνουν διαδικασίες, μετριάζοντας σημαντικά την ενίοτε αυθαίρετη ή άδικη ή χαριστική κρίση των υπαλλήλων των αρμόδιων υπηρεσιών. (3)Σχετικά με το Άρθρο 11/παρ. 3. θεωρώ ότι η παγιωμένη αντίληψη ότι «όμορη» θεωρείται μία επιχείρηση που η έκταση στην οποία αναπτύσσεται έχει τουλάχιστον μία πλευρά που σε σχέση με την ακτογραμμή είναι περίπου παράλληλη και κατά συνέπεια το παραχωρούμενο τμήμα αιγιαλού και παραλίας οριοθετείται από την προβολή των ορίων του χώρου όπου δραστηριοποιείται η επιχείρηση όπως βαίνουν κάθετα προς την ακτογραμμή, είναι κατάφωρα άδικη ως ελλιπής. Η σημαντική πρωτοβουλία αναμόρφωσης και ανασχεδιασμού της Νομοθεσίας που διέπει τις παραλίες και αιγιαλούς θα πρέπει να αποτελέσει αφορμή για εκσυγχρονισμό και των βασικών εννοιών. Προς απόδειξη αυτού του ισχυρισμού, παραθέτω το ακόλουθο παράδειγμα: Έστω ότι σε μία παράκτια περιοχή έχουμε 4 εν σειρά γεωτεμάχια (Α, Β, Γ και Δ), τα οποία ανά δύο έχουν κοινά σύνορα. Το γεωτεμάχιο Α έχει πρόσωπο στην παράκτια ζώνη (παραλία ή αιγιαλό) το οποίο είναι κάθετο στην ακτογραμμή, ενώ η έτερη πλευρά του (αυτή που είναι παράλληλη προς την ακτογραμμή) συναντά βραχώδη έκταση. Τα υπόλοιπα γεωτεμάχια (Β, Γ και Δ) έχουν πρόσωπο περίπου παράλληλο με την ακτογραμμή. Κατά συνέπεια, σύμφωνα με τα ισχύοντα αλλά και όσα προτείνονται να διατηρηθούν, τα γεωτεμάχια Β, Γ και Δ θεωρούνται όμορα ενώ το γεωτεμάχιο Α δεν θεωρείται όμορο. Προτάσεις: Α. Οποιαδήποτε επιχείρηση έχει πρόσωπο στην παραλία ή στον αιγιαλό, να θεωρείται εφεξής «όμορη». Β. Στην ενδεικτική περίπτωση των 4 γεωτεμαχίων αν υποθέσουμε ότι και τα 4 φιλοξενούν νόμιμες επιχειρήσεις της παρ. 1, ο προς παραχώρηση χώρος να μοιράζεται σε 4 μέρη, αναλογικά. Γ. Ειδικώς στην περίπτωση που τα γεωτεμάχια (έστω Β και Γ) φιλοξενούν κατοικίες ή είναι αδόμητα, οι επιχειρήσεις των γεωτεμαχίων Α και Δ πρέπει να μοιραστούν αναλογικά τον προς παραχώρηση χώρο εφόσον δεν υπερβαίνει τα 500 τ.μ + 500 τ.μ = 1.000 τ.μ άλλως σύμφωνα με τις λοιπές προβλέψεις του Νομοσχεδίου. Δ. Αν ο προς παραχώρηση χώρος υπερβαίνει τα 1.000 τ.μ τότε το υπερβάλλον να παραχωρείται μέσω πλειστηριασμού. Ε. Στην απευκταία περίπτωση που δεν αναγνωρίσετε κανένα άλλο δικαίωμα στην επιχείρηση του γεωτεμαχίου Α και θεωρήσετε ότι ο κανόνας των καθέτων γραμμών προς την ακτογραμμή δεν πρέπει να διαταραχθεί εις το διηνεκές, τότε οφείλετε να αναγνωρίσετε ότι η επιχείρηση αυτή έχει δικαίωμα πρώτης προτίμησης ως εφαπτόμενη με την παράκτια ζώνη, αν μετά τις προθεσμίες που θέτετε ο ιδιοκτήτης/μισθωτής του γεωτεμαχίου Β ή/και Γ δεν προσέλθει να υποβάλει αίτημα παραχώρησης ή δεν συντρέχουν στο πρόσωπό τους οι νόμιμες προϋποθέσεις παραχώρησης. (4)Αναφορικά με το Άρθρο 11 / παρ. 2 και στο σημείο που γίνεται αναφορά στην παρεμβολή «ιδιωτικού ακινήτου» ή «άλλου κοινόχρηστου χώρου» μεταξύ του χώρου που δραστηριοποιείται μια επιχείρηση και της παραλίας / αιγιαλού, εγείρονται τα εξής ζητήματα: Α. Δεν είναι σαφές αν στην περίπτωση παρεμβολής «ιδιωτικού ακινήτου» η επιχείρηση, προκειμένου να θεμελιώνει το δικαίωμα ομορότητας, θα πρέπει πλέον ή όχι να μισθώνει το συγκεκριμένο ακίνητο. Θεωρώ προσωπικά λογικό να μην χρειάζεται να το μισθώνει διότι στην αντίθετη περίπτωση (α) αν μεν πρόκειται για κενό γεωτεμάχιο θα επιβαρύνεται η επιχείρηση οικονομικά για κάτι το οποίο υπό προϋποθέσεις πιθανόν να μην έχει καμία χρησιμότητα γι’ αυτήν ή (β) θα είναι αδύνατον εν τοις πράγμασι να μισθωθεί αν πρόκειται για γεωτεμάχιο εντός του οποίου υφίσταται ενεργή μόνιμη ή παραθεριστική κατοικία. Β. Στις περιπτώσεις «άλλου κοινόχρηστου χώρου» (στις οποίες περιλαμβάνονται η Ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου και οι Δημοτικές εκτάσεις), πιθανόν κάποια επιχείρηση είτε να βρεθεί αντιμέτωπη με μια μεγάλη έκταση που μπορεί να είναι ή να μην είναι αξιοποιήσιμη (λ.χ βραχώδης έκταση) – σε κάθε περίπτωση θα υποστεί δυσανάλογη οικονομική επιβάρυνση προκειμένου να αποκτήσει ομορότητα, είτε στις περιπτώσεις κοινόχρηστων χώρων με σημαντικά γεωμορφολογικά χαρακτηριστικά που εμπίπτουν στις προβλέψεις του Άρθρου 4 / παρ. 1 & 2 ή είναι δασικές να υπάρχει αδυναμία μίσθωσής τους. Προτείνω σε όλες τις ανωτέρω περιπτώσεις, η ομορότητα να παρέχεται άνευ αντιτίμου. Αυτονόητα το μηδενικό αντάλλαγμα δεν θα δίδει στην επιχείρηση οποιοδήποτε άλλο δικαίωμα, πλην του τεκμηρίου της ομορότητας. (5)Η περίπτωση του Άρθρου 11 / παρ. 7 του Νομοσχεδίου που ρυθμίζει τις περιπτώσεις επιχειρήσεων «των οποίων η προβολή καλύπτει το ίδιο τμήμα αιγιαλού και παραλίας» και σύμφωνα με την οποία η ομορότητα αναγνωρίζεται μόνο ως προς το δικαίωμα να συμμετέχουν σε πλειοδοτική διαδικασία για την παραχώρηση του «ίδιου» τμήματος, εκτιμώ πως είναι εσφαλμένη διότι: Α. Δεν υπάρχει διάταξη γεωτεμαχίων που με τον ισχύοντα σήμερα κανόνα των καθέτων γραμμών επί της ακτογραμμής να δημιουργεί επικαλυπτόμενα τμήματα και άρα η πρόβλεψη αυτή του Νομοσχεδίου δεν έχει πρακτική εφαρμογή. Β. Ακόμη κι αν υποθέσουμε ότι συναντάται τέτοια περίπτωση, τότε θα ήταν δικαιότερο να παραχωρηθεί η έκταση με αναλογικό διαμοιρασμό και όχι να επιδοθούν οι ενδιαφερόμενοι σε μία εξόχως επαχθή διαγωνιστική διαδικασία η οποία για αμφότερους δεν θα είναι τελικώς συμφέρουσα καθώς ο ένας από τους δύο θα απωλέσει κάθε δικαίωμα εκμετάλλευσης της παραλίας ενώ ο έτερος θα αποκτήσει ένα ακριβό ή ακριβότερο δικαίωμα. Αυτή η συνθήκη μετακυλίεται πάντοτε στον τελικό καταναλωτή ο οποίος θα κληθεί να αγοράσει πολύ ακριβότερη υπηρεσία ή δεν θα την επιλέξει ή θα περιορίσει τη χρήση της.