• Σχόλιο του χρήστη 'Σύλλογος Συνταξιούχων Δικηγόρων' | 5 Φεβρουαρίου 2020, 13:33

    Επί των άρθρων 8 και 28 του ν.4387/2016 που αφορούν στον υπολογισμό της ανταποδοτικής σύνταξης: Σε συμμόρφωση με τις αποφάσεις της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας επιχειρείται βελτίωση των ποσοστών αναπλήρωσης για τα έτη ασφάλισης 31 έως και 40. Αδικαιολόγητα όμως μειώνονται τα ποσοστά αναπλήρωσης από το 41ο έτος και πάνω, με αποτέλεσμα τα ποσοστά αναπλήρωσης από το 45ο έτος ασφάλισης και άνω να είναι μειωμένα σε σχέση με τα σήμερον ισχύοντα. Αυτό θα οδηγήσει σε μειώσεις (έστω και ως προσωπική διαφορά) και των ήδη χορηγηθεισών συντάξεων. Είναι προφανές πως η μείωση των ποσοστών αναπλήρωσης για τα πλέον των 40 ετών ασφάλισης αντίκειται στην κρίση της υπ’αριθμ.1891/2019 απόφασης της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας (σκέψη 30), η οποία κατέληξε πως το θεσπισθέν στο άρθρο 8 σύστημα ποσοστών αναπλήρωσης παραβιάζει την αρχή της ανταποδοτικότητας, η οποία αποτελεί έκφανση της αρχής της αναλογικότητας, υπό την έννοια της υπέρβασης του ανεκτού ορίου μέχρι του οποίου είναι επιτρεπτή, κατά το Σύνταγμα, η έλλειψη ανταποδοτικότητας εισφορών – παροχών. ΑΙΤΗΜΑ: Να παραμείνει το ισχύον ποσοστό αναπλήρωσης 2% για τα 41 και άνω έτη ασφάλισης. Στην ισχύουσα διάταξη (παρ.2 εδ.β) υπήρχε η πρόβλεψη: «Στο ποσό της ασφαλιστικής εισφοράς που πράγματι καταβλήθηκε για κάθε ασφαλισμένο συνυπολογίζεται, όπου υπήρχε, και η ασφαλιστική εισφορά που έχει καταβληθεί από τον εργοδότη.». Η διάταξη αυτή κάλυπτε ορισμένες κατηγορίες ασφαλισμένων αυτοαπασχολουμένων (όπως υγειονομικοί ή έμμισθοι δικηγόροι κλπ.) για τους οποίους καταβαλλόταν πλέον της εισφοράς αυτοαπασχολουμένου και εισφορά εργοδότη. Με το σχέδιο νόμου, η διάταξη αυτή, χωρίς κανένα λόγο, απαλείφεται. ΑΙΤΗΜΑ: Να παραμείνει η διάταξη στο κείμενο του άρθρου 28