• Σχόλιο του χρήστη 'Ευρωπαϊκό Δίκτυο κατά της Βίας' | 19 Αυγούστου 2021, 17:26

    3. Δομή ΕΣΔΙΦ 2021-2025 Σελ. 59 – αναφέρεται ότι: «Ο κάθε στόχος οδηγεί σε συγκεκριμένα παραγόμενα αποτελέσματα, τα οποία είτε έχουν οριστικοποιηθεί και θα προκριθούν προς υλοποίηση (ώριμα έργα) είτε βρίσκονται σε διαδικασία επεξεργασίας προς οριστικοποίηση και θα υλοποιηθούν σε δεύτερο χρόνο.» Όμως, χρειάζεται να είναι εμφανές ποια είναι τα ώριμα έργα που θα υλοποιηθούν άμεσα και ποια εκείνα για τα οποία υλοποιείται τώρα μελέτη ωρίμανσης. - Στον Άξονα Προτεραιότητας 1: Πρόληψη και καταπολέμηση έμφυλης και ενδοοικογενειακής βίας να προστεθούν δύο διακριτοί στόχοι: α) καταπολέμηση της ενδοοικογενειακής βίας κατά γυναικών (και παιδιών) και β) καταπολέμηση της σεξουαλικής βίας Άξονας Προτεραιότητας: 1: Πρόληψη και καταπολέμηση έμφυλης και ενδοοικογενειακής βίας Σελ. 61 - Στόχος 1.1 Εφαρμογή προβλέψεων σύμβασης της Κωνσταντινούπολης Στους Δείκτες Στόχου 1.1 χρειάζεται να συμπεριληφθούν και δείκτες για την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας της εφαρμογής των προβλέψεων της Σύμβασης. Σύμφωνα με το Άρθρο 10 της Σύμβασης, ο ρόλος του Συντονιστικού Φορέα (ΓΓΔΟΠΙΦ, η οποία αντικατέστησε την ΓΓΙΦ του Ν.4531/2018) δεν μπορεί να εξαντλείται στην εισήγηση προτάσεων για νομοθετικές παρεμβάσεις (οι οποίες μπορεί να μην γίνουν δεκτές). Αντίθετα έχει την ευθύνη, επομένως και την δικαιοδοσία, να απαιτεί τις απαραίτητες νομοθετικές παρεμβάσεις και τον σχεδιασμό πολιτικών και πρακτικών που θα επιτρέψουν την εφαρμογή κάθε Άρθρου της Σύμβασης, τις οποίες στη συνέχεια θα συντονίζει, θα παρακολουθεί και θα αξιολογεί προκειμένου να επιβεβαιώνει ότι βελτιώνεται η πρόληψη και καταπολέμηση όλων των μορφών βίας που καλύπτονται από την παρούσα Σύμβαση και, εάν όχι, να προβαίνει στις απαραίτητες τροποποιήσεις των πρακτικών/πολιτικών/νομοθετικών παρεμβάσεων. Τα Σ.Κ. και οι ξενώνες του Δικτύου, μαζί με τις γυναικείες οργανώσεις και τις ΜΚΟ που στηρίζουν θύματα έμφυλης βίας και/ή ενδοοικογενειακής βίας, θα μπορούσαν να συνεισφέρουν σε αυτό, εφόσον ζητηθεί. Επιπλέον, συστήνεται έντονα να ζητείται η γνώμη των ωφελούμενων. Σημαντική σημείωση: Η γνώμη των ωφελούμενων, δηλαδή των γυναικών που ζήτησαν συγκεκριμένες υπηρεσίες, είτε τις έλαβαν είτε όχι, χρειάζεται να ζητείται και να λαμβάνεται υπόψη για όλες σχεδόν τις δράσεις τουλάχιστον των στόχων 1.1. (Εφαρμογή προβλέψεων σύμβασης της Κωνσταντινούπολης) και 1.3 (Ενίσχυση και αναβάθμιση του Δικτύου δομών για την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών) Δράση 1.1.1: Εισαγωγή νομοθετικών μέτρων για την επίτευξη των σκοπών της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης - Καθώς έχουν περάσει ήδη 3 χρόνια από την Κύρωση της Σύμβασης της Κων/πολης και σχεδόν όλα τα άρθρα της παραμένουν ανεφάρμοστα, απαιτείται, κατ’ άρθρο, καταγραφή και ανάλυση των λόγων που παραμένουν ανενεργά ή που η εφαρμογή τους προσκρούει στην Εθνική Νομοθεσία και διατύπωση προτάσεων για την ενεργοποίησή τους. Προτείνεται, επομένως, η προβλεπόμενη «Εισήγηση προτάσεων για νομοθετικές παρεμβάσεις» και για την «Εισαγωγή άλλων μέτρων» να διαμορφωθεί και μέσω της προαναφερθείσας διαβούλευσης. Δράση 1.1.2: Εισαγωγή άλλων μέτρων για την επίτευξη των σκοπών της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης Ισχύει το προηγούμενο σχόλιο για την διαμόρφωση των προτάσεων μέσω της προαναφερθείσας διαβούλευσης. Σχόλια/προτάσεις μας για τα αναφερόμενα μέτρα, τα οποία είναι πολύ γενικά διατυπωμένα. • «Προγράμματα θυτών έμφυλης και ενδοοικογενειακής βίας με στόχο την πρόληψη κρουσμάτων βίας»: Χρειάζεται: α) Ορισμός επιβλέπουσας/ελεγκτικής Αρχής, β) να οριστούν κριτήρια και προδιαγραφές για τους φορείς που αναλαμβάνουν τα προγράμματα αλλά και για τη φύση/περιεχόμενο/διάρκεια των προγραμμάτων καθώς και αξιολόγηση της αποτελεσματικότητάς τους (δηλαδή, τους δείκτες που θα μετρήσουν την «πρόληψη κρουσμάτων βίας»), γ) δημιουργία μηχανισμού επιτήρησης της ασφάλειας των θυμάτων που θα συνεργάζεται στενά με τους φορείς που διεξάγουν προγράμματα θεραπείας δραστών και δ) αποσύνδεση των προγραμμάτων από την ποινική διαμεσολάβηση (η οποία προτείνουμε να καταργηθεί από τον Ν.3500/2006). Επιπλέον, ΝΑ ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ ΡΗΤΑ η διεξαγωγή συμβουλευτικής/θεραπείας ζεύγους, ως μορφή θεραπείας του δράστη, επειδή κάτι τέτοιο επιρρίπτει ευθύνες και στο θύμα και, επιπλέον, ενδέχεται να εκθέσει το θύμα σε μεγαλύτερο κίνδυνο από αυτόν στον οποίο ήδη βρίσκεται. Οπωσδήποτε χρειάζονται • «Καταγραφή των ιδιαίτερων αναγκών των παιδιών που είναι μάρτυρες ενδοοικογενειακής βίας και δημιουργία σχετικού εργαλείου»: Δεν είναι σαφές τι θα είναι αυτό το εργαλείο και ποια η χρησιμότητά του αλλά ούτε και ποιο δείγμα παιδιών-μαρτύρων θα μελετηθεί για την αρχική καταγραφή των αναγκών που θα οδηγήσει στην δημιουργία του εργαλείου. Επιπλέον, επείγει περισσότερο η εφαρμογή στην πράξη του Άρθρου 26 (Παροχή προστασίας και υποστήριξης σε παιδιά μάρτυρες) της Σύμβασης της Κων/πολης. Χρειάζεται να οριστούν οι φορείς που θα παρέχουν προστασία και υποστήριξη στα παιδιά που εκτίθενται σε ενδοοικογενειακή βία, πως θα λειτουργούν και πως θα διασυνδέονται μεταξύ τους ώστε να μην «χάνονται» περιστατικά (π.χ. στην Σουηδία, ΟΛΕΣ οι καταγγελίες ενδοοικογενειακής βίας σε οικογένειες όπου υπάρχουν ανήλικα παιδιά, παραπέμπονται ΑΥΤΟΜΑΤΑ σε εξειδικευμένη Κοινωνική Υπηρεσία, με την οποία τα ενήλικα μέλη της οικογένειας είναι υποχρεωμένα να συνεργαστούν). Η καταγραφή των αναγκών των παιδιών (όχι μόνο των μαρτύρων αλλά και όσων κακοποιούνται άμεσα) θα προκύψει από την καθημερινή εργασία των φορέων που έχουν αναλάβει το συγκεκριμένο έργο. Απαιτούνται εξειδικευμένοι φορείς/επαγγελματίες και όχι τυπική ανάθεση ενός ακόμη έργου στις Κοινωνικές Υπηρεσίες των Δήμων. [Βλ. παρακάτω την πρόταση που ακολουθεί για την άμεση λειτουργία των 5 Αυτοτελών Γραφείων Προστασίας Ανήλικων Θυμάτων – «Σπίτια του Παιδιού»]. • «Διασύνδεση των πληροφοριακών συστημάτων της Ελληνικής Αστυνομίας και του ολοκληρωμένου συστήματος διαχείρισης των αστικών και ποινικών υποθέσεων των Ελληνικών Δικαστηρίων»: Δεν είναι εμφανές, και χρειάζεται να περιγραφεί, το πως η συγκεκριμένη διασύνδεση θα εξυπηρετήσει την επίτευξη των σκοπών της σύμβασης της Κων/πολης, καθώς το σύστημα διαχείρισης των αστικών και ποινικών υποθέσεων των Ελληνικών Δικαστηρίων λειτουργεί μόνο για περιορισμένο αριθμό δικαστηρίων (41 δικαστικά καταστήματα) και (προς το παρόν τουλάχιστον) στοχεύει στην εσωτερική, ηλεκτρονική διακίνηση δικογράφων, αποφάσεων κλπ., διευκολύνοντας δικηγόρους και δικαστικούς, αλλά σε κανένα επίπεδο τις κακοποιημένες γυναίκες και τα παιδιά τους, και ούτε μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την εξαγωγή δεδομένων, χρήσιμων για την αξιολόγηση της δικαστικής πορείας και της έκβασης των υποθέσεων, συνολικά. Επιπλέον, για τα θύματα ενδοοικογενειακής βίας (γυναίκες και παιδιά-θύματα ή μάρτυρες), επείγει να υιοθετηθούν μέτρα που θα διασφαλίζουν την εφαρμογή των άρθρων που προβλέπουν τουλάχιστον τα παρακάτω: • Έναρξη συστηματικής συνεργασίας και συντονισμού για ταυτόχρονη ενεργοποίηση όλων των αρμόδιων αρχών, υπηρεσιών και ΜΚΟ (Αστυνομία, Δικαστικό Σύστημα, Υπηρεσίες στήριξης κακοποιημένων γυναικών, Κοινωνικές και Προνοιακές υπηρεσίες, δομές υγείας και εξειδικευμένες ΜΚΟ), όπως προβλέπεται από τα Άρθρα 7, 9 και 18 της Σύμβασης της Κων/πολης αλλά και από το Άρθρο 26 της Οδηγίας 2012/29/ΕΕ (Άρθρο 71 του Ν.4478/2017). Ιδανική εφαρμογή για την πρόσβαση στη δικαιοσύνη και τη στήριξη θυμάτων ενδοοικογενειακής βίας θα ήταν η ίδρυση και λειτουργία Κέντρων Οικογενειακής Δικαιοσύνης (Family Justice Centers). • Διεξαγωγή αρχικής αξιολόγησης κινδύνου αμέσως μετά την καταγγελία ενδοοικογενειακής βίας και αυτόματης μεταβίβασης του αποτελέσματός της στον/την Εισαγγελέα και/ή στο ποινικό δικαστήριο (εφόσον γίνει με την αυτόφωρη διαδικασία) που θα διατάξει περιοριστικούς όρους και, εναλλακτικά ή επιπρόσθετα, στο αστικό δικαστήριο που θα διατάξει ασφαλιστικά μέτρα για την προστασία των θυμάτων. Επανάληψη της αξιολόγησης κινδύνου ανά τακτά χρονικά διαστήματα ή νωρίτερα, εάν τροποποιηθούν οι συνθήκες. [βλ. και επόμενο σχόλιο] • Να συσταθεί ειδική υπηρεσία, που θα ανήκει και θα εξυπηρετεί αποκλειστικά το Δικαστικό Σύστημα, στην οποία θα δίνονται όλες οι Εισαγγελικές παραγγελίες για ψυχιατρικές πραγματογνωμοσύνες παιδιών και ενηλίκων αλλά και οι κοινωνικές έρευνες για τη διερεύνηση κακοποίησης/παραμέλησης παιδιών και έκθεσής τους σε ενδοοικογενειακή βία. Ο σχεδιασμός τέτοιων δομών έχει ήδη πραγματοποιηθεί από το 2017 (Άρ. 74-77, Ν.4478/2017, με τον οποίο η χώρα μας ενσωμάτωσε την Οδηγία 2012/29/ΕΕ για την προστασία θυμάτων): ανατίθενται επιπλέον, νέες αρμοδιότητες στις Υπηρεσίες Επιμελητών Ανηλίκων και Κοινωνικής Αρωγής, μεταξύ των οποίων και η διεξαγωγή της αξιολόγησης κινδύνου για τον προσδιορισμό ειδικών αναγκών προστασίας (Άρ. 75.1), και ιδρύονται 5 Αυτοτελή Γραφεία Προστασίας Ανήλικων Θυμάτων – «Σπίτια του Παιδιού» τα οποία, παρότι στελεχωμένα, δεν έχουν ακόμα αρχίσει να λειτουργούν. o Να τεθούν άμεσα σε λειτουργία τα 5 Αυτοτελή Γραφεία Προστασίας Ανήλικων Θυμάτων – «Σπίτια του Παιδιού» και να ενεργοποιηθούν οι αρμοδιότητες των Υπηρεσιών Επιμελητών Ανηλίκων και Κοινωνικής Αρωγής για την αξιολόγηση κινδύνου σε ενήλικα και ανήλικα θύματα και τη λήψη ειδικών μέτρων προστασίας. o Για κάθε καταγγελία Ε.Β. να ενημερώνεται αυτόματα η αντίστοιχη Υπηρεσία Επιμελητών Κοινωνικής Αρωγής και, όταν υπάρχουν παιδιά, και το Σπίτι του Παιδιού • Να μην αγνοείται, όπως συμβαίνει σήμερα, ο αυτεπάγγελτος χαρακτήρας των εγκλημάτων Ε.Β., από λειτουργούς καμίας Δημόσιας Υπηρεσίας (π.χ. Αστυνομία, Νοσοκομεία, σχολεία), ακόμα και όταν υπάρχει υποψία και το θύμα αρνείται να το αποκαλύψει ή να υποβάλλει μήνυση. Επιπλέον απαιτείται επισταμένη συνεργασία Αστυνομίας και Εισαγγελέων ώστε να εκτελείται η αυτόφωρη διαδικασία που προβλέπει ο Ν.3500/2006 και, όταν αυτό δεν είναι εφικτό, να διατάσσονται αυστηροί περιοριστικοί όροι για την προστασία των θυμάτων (άμεσων και έμμεσων) και να ορίζεται δικάσιμος το πολύ εντός τριμήνου). • Να βρεθεί τρόπος ώστε να μπορεί η αστυνομία να επιβάλλει την πρόβλεψη του Άρθρου 52 (Επείγοντα μέτρα αποκλεισμού), δηλαδή να διατάσσει την άμεση απομάκρυνση του δράστη ενδοοικογενειακής βίας από το σπίτι των θυμάτων. Σε κάθε άλλη περίπτωση θα πρέπει να είναι διαθέσιμη επείγουσα ΆΜΕΣΗ φιλοξενία ΟΛΩΝ των θυμάτων που το αιτούνται. • Να δημιουργηθούν εναλλακτικές μορφές φιλοξενίας για τις κατηγορίες γυναικών που τώρα δεν είναι επιλέξιμες για φιλοξενία σε ξενώνες κακοποιημένων γυναικών. Επιπλέον, η διάρκεια φιλοξενίας δεν μπορεί να είναι σταθερή (3-6 μήνες) σε όλες τις περιπτώσεις. Χρειάζεται να εξετάζεται ανά περίπτωση και να διαρκεί έως ότου η φιλοξενούμενη και τα παιδιά της έχουν επιλύσει βασικά ζητήματα επιβίωσης (π.χ. δικαστικές ή γραφειοκρατικές εκκρεμότητες, εύρεση εργασίας, κλπ.) • Κατάργηση της ποινικής διαμεσολάβησης από τον Ν. 3500/2006. [Το Ε.Δ.κ.Β. έχει καταθέσει σε πολλές σχετικές διαβουλεύσεις τις απόψεις του για τους λόγους που επιβάλλεται η αφαίρεση της διαμεσολάβησης από τον Ν. περί ενδοοοικογενειακής βίας και, για αυτό, δεν τις επαναλαμβάνουμε στην παρούσα διαβούλευση]. • Υιοθέτηση του όρου γυναικοκτονία, και συλλογή δεδομένων, καθώς σήμερα συλλέγονται δεδομένα μόνο για τις γυναικοκτονίες που τελούνται σε ενδοοικογενειακό πλαίσιο. Διεξαγωγή συστηματικής διερεύνησης/ανάλυσης όλων των γυναικοκτονιών (Death Reviews) από Μόνιμη Διεπιστημονική Επιτροπή προκειμένου να καθοριστούν, και να αναθεωρούνται ανά τακτά χρονικά διαστήματα, οι παράγοντες κινδύνου, βάσει των οποίων θα καθορίζονται και θα αξιολογούνται τα κατάλληλα μέτρα πρόληψης/αποτροπής. Προτείνεται να αναλυθεί αναδρομικά κάθε γυναικοκτονία που διεπράχθη σε ενδοοικογενειακό πλαίσιο από το 2007 έως σήμερα, καθώς και κάθε άλλη γυναικοκτονία (εκτός οικογενείας) που διεπράχθη τουλάχιστον από το 2011 και μετά. • Σε κάθε γυναικοκτονία μητέρας με δράστη τον πατέρα παιδιού/-ών, να αφαιρείται αυτόματα από τον δράστη η γονική μέριμνα έως την ενηλικίωση των παιδιών. Το ίδιο να ισχύει και στις απόπειρες, μέσω του οποίου το θύμα θα αποκτά την πλήρη γονική μέριμνα του/των παιδιού/-ών της, εφόσον η κατάσταση της υγείας της το επιτρέπει. • Συστηματική παρακολούθηση της εφαρμογής του Ν.4800/2021 για όλες τις υποθέσεις όπου υπάρχει ενδοοικογενειακή βία ώστε να διασφαλιστεί ότι οι αποφάσεις των αστικών δικαστηρίων δεν παραβιάζουν το Ευρωπαϊκό και Διεθνές Δίκαιο (κατ’ ελάχιστον, CEDAW, Σύμβαση Κων/πολης και Οδηγία 2012/29/ΕΕ), τουλάχιστον ως προς την υλοποίηση διαμεσολάβησης και την παροχή προστασίας σε γυναίκες και παιδιά-θύματα και μάρτυρες. Επιπλέον, απαιτείται η λήψη άμεσων μέτρων προστασίας των θυμάτων για το μεγάλο χρονικό διάστημα που μεσολαβεί από την καταγγελία ενδοοικογενειακής βίας έως την έκδοση της πρωτόδικης απόφασης: ΠΡΟΤΕΙΝΕΤΑΙ απαγόρευση επικοινωνίας του δράστη με το θύμα και τα παιδιά και, σε περίπτωση που η απόφαση αστικού δικαστηρίου το επιτρέπει, η επικοινωνία του φερόμενου ως δράστη με τα παιδιά να είναι μόνο εποπτευόμενη με την εποπτεία να ανατίθεται μέσω της απόφασης σε συγκεκριμένο εξειδικευμένο φορέα και όχι στη μητέρα-θύμα ή σε πρόσωπο της επιλογής της.