Σχέδιο Δράσης OGP OGP

  • ΑΠΟΨΕΙΣ ΕΒΕΘ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΥΠΑΓΩΓΗ ΤΩΝ ΕΚΘΕΣΙΑΚΩΝ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΩΝ ΣΤΟΝ ΕΘΝΙΚΟ ΦΟΡΕΑ ΕΞΩΣΤΡΕΦΕΙΑΣ Ορθά αναγνωρίζεται ότι οι εξαγωγές, ο τουρισμός και οι επενδύσεις συγκροτούν στην παρούσα φάση της οικονομικής συγκυρίας τις κατεξοχήν πηγές ενίσχυσης της τελικής ζήτησης και κατά τούτο η προώθηση της εξωστρέφειας αποτελεί ένα σημαντικό παράγοντα για την επανεκκίνηση της οικονομίας. Προς το σκοπό αυτό θεωρείται ότι είναι απαραίτητο να ενταχθούν για λόγους καλύτερου συντονισμού και πραγματοποίησης οικονομιών κλίμακας όλες οι διάσπαρτες σήμερα δραστηριότητες του δημόσιου τομέα που αφορούν την εξωστρέφεια κάτω από ένα ενιαίο φορέα με έδρα τη Θεσσαλονίκη. Το εγχείρημα ξεπερνά την απλή συγχώνευση τριών ΑΕ, της ΔΕΘ, HELEXPO και του ΟΠΕ έχοντας σκοπό τη διαχείριση πληθώρας άλλων δημόσιων κονδυλίων που κατευθύνονται προς δράσεις προβολής και εξωστρέφειας. Το σκοπούμενο λοιπόν εγχείρημα θέτει υπό την ίδια σκέπη τις εξής ακόλουθες λειτουργίες: - την επεξεργασία και τη διαμόρφωση στρατηγικής marketing για το σύνολο της χώρας, την καλλιέργεια ισχυρού brand name, την προβολή αυτής και τη διενέργεια ερευνών αγοράς για τις χώρες στόχευσης των ελληνικών εξαγωγών - τη διοργάνωση εκθεσιακών γεγονότων στην Ελλάδα και το εξωτερικό - τη διοργάνωση και υποστήριξη επιχειρηματικών αποστολών υπό την επίσημη αιγίδα της ελληνικής πολιτείας - τη λειτουργία και διαχείριση εκθεσιακών κέντρων. Είναι εμφανές ότι η πρώτη λειτουργία ταιριάζει περισσότερο προς το χαρακτήρα παροχής δημόσιων αγαθών, με την έννοια ότι το αποτέλεσμα αυτών των επιμέρους δράσεων είναι ωφέλιμο για το σύνολο της χώρας και για κάθε μία επιχείρηση ξεχωριστά, αλλά παρόλα αυτά καμία εξ αυτών δε θα ήταν διατεθειμένη άμεσα και οικειοθελώς να συμμετάσχει στις δαπάνες κάλυψης των δράσεων αυτών. Κατά συνέπεια η μοναδική πηγή χρηματοδότησης αυτής της λειτουργίας μπορεί να είναι μόνο ο κρατικός προϋπολογισμός. Οι άλλες τρεις λειτουργίες κάλλιστα χρηματοδοτούνται μέσω των διαδικασιών της αγοράς. Η δαπάνη για τη συμμετοχή σε επιχειρηματικές αποστολές και εκθεσιακά γεγονότα καλύπτεται συνήθως από τις ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις και η διαχείριση εκθεσιακών κέντρων γίνεται επίσης με την επ’ αμοιβή διάθεση των σχετικών χώρων. Η ανάμειξη αυτών των λειτουργιών κάτω από την ίδια σκέπη δημιουργεί σημαντικά λειτουργικά προβλήματα τα οποία δεν έχουν τύχει απ’ ότι φαίνεται της σχετικής προσοχής κατά τη διαμόρφωση του σχετικού εγχειρήματος. Πρώτον, προκύπτει ένα θέμα σχετικά με τη νομική οργάνωση του σχήματος (ΝΠΔΔ ή ΑΕ) καθότι όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό το σχήμα χρηματοδοτείται κατεξοχήν από δημόσιους πόρους. Δεύτερον, με το παραπάνω δεδομένο η διοίκηση, τα στελέχη και οι εργαζόμενοι σε αυτό τον οργανισμό δεν θα έχουν επαρκή κίνητρα για να επιδιώκουν την μεγαλύτερη συμμετοχή του φορέα αυτού στο εκθεσιακό έργο, αφού και μόνο η αίσθηση της σταθερής δημόσιας χρηματοδότησης εκτρέπει τους λαμβάνοντες και υλοποιούντες τις σχετικές αποφάσεις να προσαρμόζονται με ταχύτητα στα δεδομένα των εκθεσιακών αγορών. Τρίτον, ο οργανισμός αυτός θα βρεθεί εκτεθειμένος, έναντι των επιτροπών ανταγωνισμού της Ελλάδας και της ΕΕ, διότι ακόμη και αν δεν είναι πραγματικότητα θα δημιουργείται πάντοτε η εντύπωση ότι δημόσιοι πόροι κατευθύνονται προς τη στήριξη επιχειρήσεων (το γνωστό θέμα του state aid) και προκαλούν εκτροπή και στρέβλωση του ανταγωνισμού. Τέταρτον, εάν γίνει προσπάθεια να επιλυθούν όλα αυτά τα προβλήματα με την οργάνωση μιας κατάλληλης λογιστικής απεικόνισης το επιχείρημα των οικονομιών κλίμακος γρήγορα θα αναστραφεί. Πέμπτον, δεν είναι εύκολο να κατανοήσει κανείς με ποιο τρόπο θα στελεχωθεί ο υπερμεγέθης αυτός οργανισμός, ενώ δεν είναι αμελητέα και τα προβλήματα που μπορεί να αναφύονται με την ώσμωση στελεχών και εργαζομένων εθισμένων σε διαφορετικές επιχειρηματικές παραδόσεις. Το εγχείρημα λοιπόν είναι εξ αρχής δυσχερές και οι παραπάνω παρατηρήσεις οφείλουν να προβληματίσουν τους έχοντες τη σχετική πρωτοβουλία. Επιπλέον όμως υπάρχει και μία ειδική συνιστώσα με ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη Θεσσαλονίκη που αφορά τις εκθεσιακές δραστηριότητες σ’ αυτή. Είναι απαραίτητο για τη διατήρηση και προσέλκυση εκθεσιακών δραστηριοτήτων Θεσσαλονίκη να επιλυθεί το σημαντικό πρόβλημα του εκθεσιακού κέντρου. Με δεδομένη την παρούσα δημοσιονομική αδυναμία της χώρας μας η εξεύρεση στρατηγικού εταίρου για το σκοπό αυτόν είναι απαραίτητη. Αυτό σημαίνει ότι, η αναγκαία επένδυση θα πρέπει να γίνει με ιδιωτικά κεφάλαια και με χρονική παραχώρηση αξιοποίησης άλλων συναφών δραστηριοτήτων που θα επιτρέψουν την επικερδή ανάκτηση των προσφερόμενων κεφαλαίων. Ο στρατηγικός αυτός επενδυτής για το εκθεσιακό κέντρο δεν έχει απαραίτητα τα χαρακτηριστικά ενός διοργανωτή εκθέσεων, άλλωστε είναι αμφίβολο εάν υπάρχουν διοργανωτές εκθέσεων διεθνώς που θα επιθυμούσαν να δεσμεύσουν ένα σημαντικά μεγάλο ποσό ύψους 200 εκ.€ περίπου για να αποκτήσουν μια προνομιακή σχέση ως προς τη διοργάνωση εκθεσιακών γεγονότων. Από τα παραπάνω γίνεται εμφανές ότι, υπαγόμενο το εκθεσιακό κέντρο της πόλης μας στην ίδια σκέπη με τις υπόλοιπες λειτουργίες, είναι εντελώς απίθανο να εξεύρει στρατηγικό επενδυτή με τη μέθοδο του ΣΔΙΤ. Αντίθετα, θα ήταν πιο εύκολο – τουλάχιστον αυτό δείχνει η μέχρι τώρα ενασχόληση με τα εκθεσιακά δρώμενα – να παρουσιαστεί ενδιαφέρον από διεθνείς διοργανωτές εκθέσεων αποκλειστικά και μόνο για τη συμμετοχή και τη στρατηγική συμμαχία για τις εκθεσιακές δραστηριότητες που αναλαμβάνει σήμερα η HELEXPO. Προχωρώντας στη σκέψη με βάση τα παραπάνω δεδομένα, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι το σκοπούμενο εγχείρημα ενέχει τον κίνδυνο πλήρους απαξίωσης του εκθεσιακού κέντρου της πόλης μας και κατά συνέπεια μακροπρόθεσμα θα οδηγήσει και στην εξαφάνιση κάθε είδους εκθεσιακής δραστηριότητας από τη Θεσσαλονίκη. Συμπερασματικά θεωρούμε ότι, οφείλουμε να αναζητήσουμε δύο ειδών στρατηγικούς επενδυτές, τον ένα αποκλειστικά και μόνο για τον εκσυγχρονισμό του εκθεσιακού κέντρου και το δεύτερο αποκλειστικά και μόνο για τη διεύρυνση των εκθεσιακών δραστηριοτήτων που διοργανώνονται σήμερα από τη HELEXPO και την καλύτερη πρόσβασή τους στις διεθνείς αγορές. Επιπλέον, θεωρούμε ότι το εκθεσιακό κέντρο πρέπει να είναι ανοικτό και σε άλλους διοργανωτές εκθέσεων τόσο από την Ελλάδα όσο και από το εξωτερικό. Αυτό συνεπάγεται ότι με κάποιο τρόπο πρέπει να υπάρχει μια κάποιας μορφής διάκριση μεταξύ του φορέα διαχείρισης του εκθεσιακού κέντρου και του φορέα διοργάνωσης εκθεσιακών γεγονότων και η προσφορότερη κατά την άποψη μου λύση για αυτό είναι η άλλωστε ήδη εκφρασθείσα βούληση της ΔΕΘ ΑΕ για θυγατροποίηση της HELEXPO από τη ΔΕΘ. Θεωρούμε επίσης ότι, είναι απολύτως εφικτό να αναλάβει ο φορέας διοργάνωσης εκθεσιακών δραστηριοτήτων και τη διοργάνωση αυτών στο εξωτερικό, εκτιμώντας μάλιστα ότι υπάρχουν δυνατότητες στο σημείο αυτό για σημαντικές οικονομίες κλίμακος. Στον ίδιο φορέα μπορεί εξάλλου να ανατεθεί και η διοργάνωση επιχειρηματικών αποστολών που φέρουν την αιγίδα του ελληνικού δημοσίου. Από τα παραπάνω αναφερθέντα ελπίζουμε να γίνεται κατανοητή η άποψή μας για την αντιμετώπιση του θέματος: Ο Οργανισμός Εξωστρέφειας με αποκλειστική πηγή τη δημόσια χρηματοδότηση θα πρέπει να είναι ξεχωριστή νομική οντότητα, ο δε φορέας διαχείρισης εκθεσιακού κέντρου να έχει ως θυγατρική εταιρία υπό κοινή διοίκηση το φορέα διοργάνωσης εκθεσιακών δραστηριοτήτων. Σίγουρα θα υπάρχουν και άλλες εναλλακτικές λύσεις, οι οποίες πρέπει να εξεταστούν ως προς τη λειτουργικότητά τους. Όμως η συμπίληση δραστηριοτήτων που φέρουν τον χαρακτήρα δημόσιων αγαθών με αυτές που κάλλιστα μπορεί να έχουν το χαρακτήρα των ιδιωτικών υπηρεσιών αποτελεί τραγικό σφάλμα που μπορεί να έχει ολέθριες συνέπειες και για την αποτελεσματικότητα του εγχειρήματος και για τους εμπλεκόμενους σε αυτό αλλά επιπλέον και για το μέλλον της Θεσσαλονίκης.