Σχέδιο Δράσης OGP OGP

  • Σχόλιο του χρήστη 'Ενιαίος Σύλλογος Συμβασιούχων Υπαλλήλων Αποσπασμένων στη ΓΓΕΤ' | 8 Οκτωβρίου 2012, 11:30

    Ο Σύλλογος αποσπασμένων εργαζομένων στη Γενική Γραμματεία Έρευνας & Τεχνολογίας (ΓΓΕΤ) έχει συμμετάσχει σε σειρά προσπαθειών των εκάστοτε αρμόδιων Υπουργείων για μεταβολή του θεσμικού πλαισίου λειτουργίας των Ερευνητικών Κέντρων (ΕΚ) που εποπτεύει η ΓΓΕΤ (ενδεικτικά, Δεκέμβριος 2007, Φεβρουάριος 2012). Αυτή η μεταβολή θα γινόταν μέσω ενός Νόμου για την Έρευνα για την εισήγηση του οποίου υπεύθυνο ήταν το - εκάστοτε - αρμόδιο Υπουργείο. Ανεξαρτήτως του αν υπήρξε κατάλληλη και διαφανής προετοιμασία των παραπάνω Νομοσχεδίων είτε της διαφοράς απόψεων που εκφράστηκε κατά τη διαβούλευση, γεγονός παραμένει ότι, για την όποια ανάλογη μεταβολή θεσμικού πλαισίου και ειδικά για τον ευαίσθητο τομέα της έρευνας, πρέπει να προηγηθεί σχετική μελέτη και διαβούλευση με τους εκπροσώπους των αντίστοιχων φορέων που θα καταλήξουν σε ένα Νομοσχέδιο που θα διασφαλίζει την καλή λειτουργία τους καθώς και τα δικαιώματα της ερευνητικής κοινότητας. Δυστυχώς, τα τελευταία χρόνια, ακολουθείται μια διαφορετική “πολιτική” σύμφωνα με την οποία η έρευνα δεν αποτελεί μια αναπτυξιακή ευκαιρία, δεν έχει ιδιαιτερότητες και επομένως δεν απαιτούνται και ιδιαίτερες προτάσεις και πρακτικές για την ενίσχυσή της με δεδομένη, μάλιστα, την σαφή αναγνώριση της σημασίας και του ρόλου της σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο. Έτσι, από το 2009, γνωρίσαμε δυστυχώς την προσπάθεια να χαρακτηριστούν τα ΕΚ ως ΔΕΚΟ, να μειωθεί απλά ο αριθμός των υφισταμένων Ινστιτούτων χωρίς κανένα σχεδιασμό και μελέτη, με λογικές “αποφασίζομεν και διατάσσομεν” και με προοπτική τη “λογιστική” διευθέτηση της εκ των προτέρων πολιτικής απόφασης να μειωθούν οι Προϋπολογισμοί που αφορούσαν τα ΕΚ υπό την εποπτεία της ΓΓΕΤ. Μέχρι σήμερα, τα ΕΚ αντέδρασαν θετικά στην παραπάνω αντιμετώπιση προσπαθώντας να αντεπεξέλθουν στους μειωμένους προϋπολογισμούς και μειώνοντας δραστικά τον αριθμό των Ινστιτούτων τους (από 56 σε 31), ανεξάρτητα από τα προβλήματα που δημιουργήθηκαν. Δυστυχώς με το υπό διαβούλευση κείμενο, η απαξίωση της έρευνας συνεχίζεται. Χωρίς καμία μελέτη και διαβούλευση, προτείνεται η περαιτέρω συρρίκνωση των ΕΚ και μάλιστα μόνο ποσοτικά και φανερά όχι προς μια περισσότερο ορθολογική δομή χωρίς επιστημονικές επικαλύψεις. Αντίθετα, η εικόνα που προκύπτει είναι η, δυστυχώς όχι άγνωστή μας, υποτίμηση και άγνοια της σημασίας της έρευνας, ειδικά από την πολιτική ηγεσία ενός αναρμόδιου Υπουργείου αλλά, ακόμα χειρότερα, η πολιτική απόφαση κατάργησης Ερευνητικών Κέντρων με ιστορία και επιστημονικές επιτυχίες χωρίς εξασφάλιση της συνέχειάς τους και κυρίως ληφθείσα με μυστικότητα από, άσχετους με το αντικείμενο, συμβούλους υπουργικών γραφείων. Οι εργαζόμενοι στη ΓΓΕΤ, την αρμόδια Δημόσια Υπηρεσία για την εποπτεία του μεγάλου ποσοστού ΕΚ στη χώρα, συντασσόμαστε για άλλη μια φορά με την ερευνητική κοινότητα ιδιαίτερα και τους εργαζομένους στα ΕΚ και εκφράζουμε τη συνολική αντίθεσή μας στην προχειρότητα και κυρίως στους στόχους υποτίμησης της έρευνας, όπως προκύπτουν από το κείμενο του Νομοσχεδίου. Για το λόγο αυτό, ζητάμε μαζί τους την απόσυρση των Άρθρων 7 και 9, την εκ νέου ουσιαστική διαβούλευση με τα συλλογικά όργανα των ΕΚ και την ένταξη των όποιων δομικών μεταβολών στο Νόμο για την Έρευνα. Συμπληρωματικά αλλά όχι και με λιγότερη σημασία, ο Σύλλογος μας παρατηρεί τα παρακάτω ουσιαστικά προβλήματα που αναμένεται να προκύψουν από το Νομοσχέδιο: • Είναι αντισυνταγματική η μεταβολή των εργασιακών σχέσεων στην περίπτωση του ΕΚΚΕ (από τη μονιμότητα σε ΝΠΔΔ στην εργασιακή σχέση αορίστου χρόνου σε ΝΠΙΔ). Θεωρούμε ότι πρέπει να προβλέπεται ανάλογη πρόβλεψη στο κείμενο. • Τα επιχειρήματα των εκπροσώπων των ΕΚ για μη αλλαγή του τίτλου των υπό συγχώνευση / κατάργηση ΕΚ κρίνονται ως επαρκή. Επίσης, και στο σημείο αυτό, γίνεται φανερή η άγνοια των εισηγουμένων. • Παρατηρείται, για άλλη μια φορά, η λανθάνουσα προσπάθεια για υποβάθμιση του δημόσιου χαρακτήρα της έρευνας η οποία, κατά την άποψή μας αποτελεί το τελευταίο εργαλείο ανάπτυξης, ειδικά σε συνθήκες κρίσης όπως οι σημερινές. • Τέλος, πρέπει να προβλεφθεί, η κατ’ ελάχιστον, ανάλογη αύξηση της χρηματοδότησης των ΕΚ που θα προκύψουν, κατά το ποσό της σημερινής χρηματοδότησης των υπό κατάργηση / συγχώνευση ΕΚ. Καταλήγοντας και σε συνέχεια της ευρύτατης συμμετοχής εκπροσώπων της ερευνητικής κοινότητας στην παρούσα διαβούλευση, ο Σύλλογος μας εκφράζει τον προβληματισμό του για την ουσία της διαδικασίας αυτής. Πιστεύουμε ότι είναι τέτοια η ταύτιση απόψεων και επιχειρημάτων εναντίον τόσο του σκεπτικού όσο και των προοπτικών του κειμένου που, ελάχιστα αν σέβεται ο Νομοθέτης τη διαδικασία αυτή, θα πρέπει να αποσύρει τις συγκεκριμένες διατάξεις.