• Σχόλιο του χρήστη 'Ιφιγένεια Γεωργιάδου' | 11 Φεβρουαρίου 2010, 22:41

    Συγχαρητήρια για την πρωτοβουλία της ηλεκτρονικής διαβούλευσης, που δημιουργεί μία νέα κουλτούρα συμμετοχής σε όλους μας. Θέλω να κάνω προτάσεις και κριτική στην εφαρμογή των προγραμμάτων ελληνομάθειας για μετανάστες, πρόσφυγες και παλιννοστούντες, που εφαρμόστηκαν και εφαρμόζονται από τα ΚΕΚ. Εργάστηκα ως επιστημονική Υπεύθυνη αρκετών προγραμμάτων σε ΚΕΚ και σημειώνω τα εξής: Η εφαρμογή του προγράμματος ως προς το εκπαιδευτικό κυρίως μέρος Α. Η γενική εκπαιδευτική εικόνα είχε ως κύριο χαρακτηριστικό την ανομοιογένεια των καταρτιζόμενων ως προς: --το επίπεδο ελληνομάθειας- αν και έγινε προσπάθεια (με γλωσσικό γραπτό τεστ κατάταξης και προφορική συνέντευξη) στα περισσότερα ΚΕΚ, σύμφωνα και με την οδηγία του Υπουργείου, να είναι ομοιογενή από γλωσσική άποψη τα τμήματα, οι καταρτιζόμενοι, εφόσον ζουν άλλοι περισσότερα και άλλοι λιγότερα χρόνια στην Ελλάδα, έμαθαν ελληνικά με πολλούς και διαφορετικούς τρόπους: με δάσκαλο και συγκεκριμένη μέθοδο εκμάθησης, με μεθόδους αυτοδιδασκαλίας, μόνο ακουστικά, με δάσκαλο έναν συγγενή τους, κ.α. είχαν μεταξύ τους ανομοιογένεια ως προς την ελληνομάθεια, κυρίως ως προς την κατάκτηση του γραπτού λόγου και το ενεργητικό λεξιλόγιο. --το μορφωτικό επίπεδο των καταρτιζόμενων- υπήρχαν άτομα πανεπιστημιακής μόρφωσης, προερχόμενα κυρίως από τις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, αλλά και άτομα με στοιχειώδες επίπεδο γενικών γνώσεων, κυρίως πρόσφυγες. Και οι μετανάστες από την Αλβανία παρουσίασαν μεγάλες διαφορές μορφωτικού επιπέδου. --την εθνική καταγωγή και επομένως την προέλευσή τους από διαφορετικά εκπαιδευτικά συστήματα, γεγονός που επηρέαζε τη χρήση και εφαρμογή σύγχρονων μεθόδων διδασκαλίας, τον συμμετοχικό χαρακτήρα του μαθήματος κ.α. --την ηλικία και επομένως την απόσταση από οποιεσδήποτε μαθησιακές διαδικασίες , τη φυσική κούραση από την πολύωρη διδασκαλία και την ενεργητική συνεισφορά στο μάθημα. --τα κοινωνικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν και το βαθμό ένταξής τους στην ελληνική κοινωνία και επομένως την ενίσχυση των κινήτρων τους για εκμάθηση της ελληνικής, το χρόνο μελέτης στο σπίτι, κ.α. Β. Το Αναλυτικό Πρόγραμμα, σύμφωνα με μαρτυρίες εκπαιδευτών, ΔΕΝ τηρήθηκε στο μεγαλύτερο μέρος του σε κάθε τμήμα. Ο τρόπος με τον οποίο σχεδιάζεται χωρίς προηγουμένως να ξέρει ο σχεδιαστής του Αναλυτικού Προγράμματος τα χαρακτηριστικά των συμμετεχόντων και κυρίως χωρίς να είναι εμπλεκόμενος στη διδασκαλία, δυσκόλεψε την εφαρμογή του. Πάντως τα πιο δύσκολα σημεία του, δηλαδή η χρήση λόγιων φράσεων της νέας ελληνικής, τα αλληλοπαθή ρήματα, η χρήση συνδέσμων και αρχαιοπρεπών προθέσεων κ.α. διδάχθηκαν πιο περιληπτικά στο τέλος, εφόσον έγινε προσπάθεια να επαναληφθούν ορισμένα βασικά γλωσσικά σημεία, όπως η χρήση της παθητικής φωνής , του πληθυντικού αριθμού, των ανωμάλων ρημάτων κ.α. και να κατακτηθούν οι τέσσερις βασικές γλωσσικές δεξιότητες, με πρώτη την παραγωγή γραπτού λόγου. Οι 300 ώρες διδασκαλίας δεν ήταν όμως επαρκείς για εκπαιδευόμενους που δεν γνώριζαν το ελληνικό αλφάβητο και δεν αναγνώριζαν βασικές ελληνικές λέξεις έτσι ώστε να φτάσουν στο Β΄ επίπεδο γλωσσομάθειας και να κατακτήσουν το αντίστοιχο δίπλωμα. Αυτοί οι εκπαιδευόμενοι ωστόσο κατέκτησαν γνώσεις και δεξιότητες πολύ πάνω από το Α΄ επίπεδο γλωσσομάθειας και, αν τους δινόταν μία δεύτερη ευκαιρία εξετάσεων, θα είχαν επιτυχία στις εξετάσεις του Β΄ επιπέδου. Γ. Η εκπαίδευση των εκπαιδευτών δεν ήταν κάτι το οποίο προβλεπόταν από το σχεδιασμό του Προγράμματος. Όπου έγινε όμως περιελάμβανε-σε μερικές αλλά όχι πολλές περιπτώσεις -εκτός των τεχνικών διδασκαλίας της ελληνικής ως ξένης γλώσσας, και θέματα διαπολιτισμού και αντιμετώπισης στερεοτύπων καθώς και τεχνικές επίλυσης προβλημάτων και διαχείρισης συγκρούσεων. Αυτά είναι καλές πρακτικές που απ’ όσο γνωρίζω, δεν έχουν αναγνωριστεί ούτε καν εντοπιστεί. Ανάγκη των εκπαιδευτών θεωρήθηκε επίσης η γνωριμία τους με τον πολιτισμό των χωρών προέλευσης των καταρτιζόμενων και η εκπαίδευσή τους στις αρχές της διαπολιτισμικής αγωγής. Είναι στοιχείο της ουσιαστικής επιτυχίας αυτού του προγράμματος η απαλλαγή των ίδιων των συντελεστών του από προκαταλήψεις και στερεότυπες απόψεις για τη διαφορετικότητα και η διαπαιδαγώγησή τους στις αρχές της ανοχής και του σεβασμού στο διαφορετικό. Αξιολόγηση των αποτελεσμάτων του προγράμματος Η χρησιμότητα του προγράμματος « Εκμάθηση ελληνικής γλώσσας από ανέργους μετανάστες, πρόσφυγες και παλιννοστούντες» θεωρείται σημαντική για τους καταρτιζόμενους και όλους τους εμπλεκόμενους , όπως έδειξαν άλλωστε και οι δικές τους αξιολογητικές εκθέσεις και τα ερωτηματολόγια: Αυξήθηκαν τα προσόντα του ανθρώπινου δυναμικού, και μάλιστα όχι μόνο στον γλωσσικό τομέα, αλλά και στον τομέα των γνώσεων γύρω από τη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα Θα υπάρξουν δυνατότητες συμμετοχής των καταρτιζόμενων που θα πάρουν το Πιστοποιητικό Γλωσσομάθειας σε άλλα προγράμματα κατάρτισης. Οι καταρτιζόμενοι ανέπτυξαν ικανότητες συνεργασίας με άτομα διαφορετικής εθνικότητας και δεξιότητες συλλογικής αντιμετώπισης προβλημάτων. Κατά τη διάρκεια του προγράμματος είχαν την ευκαιρία να έρθουν σε επαφή με τις πραγματικές συνθήκες εργασίας σε δημόσιους και σε άλλους χώρους εργασίας , να γνωρίσουν τις συνθήκες λειτουργίας και τις απαιτήσεις διαφόρων δημόσιων υπηρεσιών και να ανταποκριθούν σε αυτές Οι εκπαιδευτές και οι λοιποί συντελεστές του προγράμματος είχαν την ευκαιρία να γνωρίσουν τους μέχρι σήμερα «ανθρώπους της διπλανής πόρτας», να αντιμετωπίσουν μέσα τους τις στερεότυπες αντιλήψεις που γεννιούνται από την έλλειψη καθημερινής επικοινωνίας και να πλουτίσουν και οι ίδιοι με εμπειρίες. Δυσκολίες και προβλήματα του Προγράμματος-Προτάσεις Α. Αρχική σύλληψη και οργάνωση : Οι 300 ώρες που προβλέπονται από το Πρόγραμμα δεν είναι αρκετές για να φτάσει ένας ξενόγλωσσος σπουδαστής επιτυχώς στις εξετάσεις του Β επιπέδου. Ακόμη και σύμφωνα με το ίδιο το ΚΕΓ χρειάζονται 340 έως 450 ώρες , αν ξεκινήσει κανείς από το επίπεδο Αρχαρίων. Ορισμένοι σπουδαστές θα ήταν καλό να δίνουν εξετάσεις στο Α επίπεδο Γλωσσομάθειας. Επίσης, αν δεν επιτύχουν την πρώτη φορά, να μπορούν να δώσουν εξετάσεις και μία δεύτερη, με έξοδα του ίδιου προγράμματος. Προτείνεται επίσης να δοθεί ένα σχέδιο Αναλυτικού Προγράμματος 300 ωρών από το ΚΕΓ , με βάση τις απαιτήσεις των εξετάσεων Β επιπέδου. Οι 300 ώρες συνήθως συμπιέζονται από τους φορείς εφαρμογής σε τρεις το πολύ μήνες κατάρτισης, γεγονός που δεν διευκολύνει την αφομοίωση των παρεχόμενων γνώσεων. Η πεντάωρη ή και εξάωρη καθημερινή διδασκαλία είναι κουραστική για τους ενηλίκους, αν δεν συνοδεύεται από άλλες εκπαιδευτικές – πολιτιστικές δραστηριότητες ( επισκέψεις σε άλλους χώρους, παρακολούθηση διαλέξεων- συμμετοχή σε συζητήσεις, ειδικές παρουσιάσεις πολιτιστικών στοιχείων, αξιοποίηση του Διαδικτύου κ.α.). Τα βιβλία που προτείνονται προς χρήση από τους διδάσκοντες και από τους καταρτιζόμενους είναι πολλά και με διαφορετική μεταξύ τους φιλοσοφία. Είναι κα΄λό που στη δεύτερη φάση των προγραμμάτων προτάθηκε να επιλέγουν ο επιστημονικός υπεύθυνος και οι εκπαιδευτές τα διδακτικά εγχειρίδια, ανάμεσα σε αυτά μιας προτεινόμενης αλλά όχι υποχρεωτικής βιβλιογραφίας . Οι κασέτες και τα βιβλία με τα θέματα περασμένων ετών, που δίνονται στους καταρτιζόμενους, θα μπορούσαν να υπάρχουν σε αρκετά αντίτυπα στη δανειστική βιβλιοθήκη του ΚΕΚ και μόνο, και όχι να δίνονται σε όλους. Έτσι τα ΚΕΚ θα ήταν σε θέση να προσφέρουν και λεξικά ή γραμματικές και άλλα βιβλία, ακόμη και στις γλώσσες των καταρτιζόμενων. Ο τρόπος εξετάσεων δεν παίρνει υπόψη τους δυσλεξικούς καταρτιζόμενους, οι οποίοι έχουν δικαίωμα να εξετάζονται μόνο προφορικώς ή τουλάχιστον να τυγχάνουν επιεικούς βαθμολόγησης στα γραπτά. Επίσης επιείκεια χρειάζεται –και ελπίζω πως υπάρχει- και για τους καταρτιζόμενους οι οποίοι έμαθαν τα ελληνικά με κάποια ντοπιολαλιά, ζώντας σε περιοχές με διαφορετική προφορά . Τα έγγραφα που απαιτούνται για τη συμμετοχή στο Πρόγραμμα είναι πολλά και δεν διευκολύνουν τους ξενόγλωσσους ανέργους να λάβουν μέρος στο Πρόγραμμα. Το πρόβλημα με την ανανέωση των αδειών παραμονής δεν επιτρέπει και στα ΚΕΚ να βρουν εύκολα καταρτιζόμενους. Στις εξετάσεις χρειάζεται λίγο περισσότερος χρόνος για την παραγωγή Γραπτού Λόγου, καθώς αυτή είναι (για τους περισσότερους σπουδαστές και μάλιστα για τους ξενόγλωσσους ενηλίκους που διαμένουν ήδη μερικά χρόνια στην Ελλάδα) η πιο απαιτητική δεξιότητα σε μία ξένη γλώσσα Σχεδόν όλοι οι καταρτιζόμενοι θέλουν να συνεχίσουν με εκπαίδευση για συμμετοχή στις εξετάσεις του Γ επιπέδου γλωσσομάθειας. Τέτοια όμως δυνατότητα δε δίνεται ούτε από την επόμενη γενιά προγραμμάτων. Β. Ζητήματα εφαρμογής του Προγράμματος Το μεγαλύτερο πρόβλημα στη διδασκαλία φαίνεται να είναι η μεγάλη γλωσσική ( εκτός των άλλων) ανομοιογένεια των καταρτιζόμενων. Εν μέρει οφείλεται και στη δυσκολία των ΚΕΚ να βρουν υποψήφιους που πληρούν όλα τα κριτήρια συμμετοχής. Προτείνεται υποχρεωτικό γλωσσικό τεστ κατάταξης και εξαρχής χωρισμός σε τμήματα με βάση το επίπεδο γλωσσομάθειας. Η βοήθεια του ΚΕΓ (τεστ και οδηγίες για την επιλογή και το χωρισμό σε τμήματα) και εδώ είναι πολύτιμη. Το Αναλυτικό Πρόγραμμα (Α.Π.) 300 ωρών έχει συνήθως κατατεθεί στο Υπουργείο Εργασίας εκ των προτέρων, κατά την υποβολή της πρότασης, χωρίς να είναι γνωστό ποιοι θα είναι οι καταρτιζόμενοι και οι ανάγκες τους. Ισχύει μάλιστα συνήθως για όλα τα προγράμματα που εφαρμόζει ένα ΚΕΚ και σπάνια διαφοροποιείται σύμφωνα με τις ανάγκες, τις προσδοκίες, τα ενδιαφέροντα και τις απαιτήσεις των καταρτιζόμενων αλλά και των εκπαιδευτών τους. Η πρόταση που διατυπώθηκε παραπάνω για την επεξεργασία του αρχικού Α.Π. από το ΚΕΓ θα επιτρέψει στους επιστημονικούς υπεύθυνους και τους εκπαιδευτές να το προσαρμόζουν κάθε φορά , ώστε να μη φαίνεται ανεδαφικό και να είναι αποτελεσματικό. Υπάρχει έλλειψη εκπαιδευμένων και, πολύ περισσότερο, πεπειραμένων καθηγητών για το πρόγραμμα αυτό. Προτείνεται επιμόρφωση των εκπαιδευτών από τα ΚΕΚ, το ΕΚΕΠΙΣ ή το Υπουργείο Εργασίας σε τεχνικές διδασκαλίας της ελληνικής ως ξένης και ως δεύτερης γλώσσας καθώς και στη Διαπολιτισμική Εκπαίδευση και τις τεχνικές διαχείρισης μιας πολυπολιτισμικής τάξης ενηλίκων. Οι δάσκαλοι και καθηγητές των δημοσίων σχολείων διατυπώνουν αυτή την ανάγκη τους και προς το Υπουργείο Παιδείας, με το οποίο θα μπορούσαν να συνδιοργανωθούν οι επιμορφώσεις. Τα διδακτικά εγχειρίδια άργησαν να παραληφθούν από πολλά ΚΕΚ, εν μέρει επειδή υπήρχε έλλειψή τους στην αγορά ή στο ΚΕΓ. Θα μπορούσαν να προτείνονται από το πρόγραμμα περισσότερα διαγωνίσματα, που θα εισάγουν τους καταρτιζόμενους στο πνεύμα των εξετάσεων. Επίσης από την αρχή του Προγράμματος θα ήταν καλό να προσανατολίζονται όλες οι δραστηριότητες στις εξετάσεις, ώστε να αντιμετωπίζονται θέματα έλλειψης ενημέρωσης για το πνεύμα και τη διαδικασία των εξετάσεων. Το πρόγραμμα των μαθημάτων καλό είναι να περιλαμβάνει και άλλες εκπαιδευτικές και πολιτιστικές δραστηριότητες. Σε πολλά ΚΕΚ παρατηρήθηκαν βασικές ελλείψεις σε υλικοτεχνική υποδομή. Δεν ήταν λίγα αυτά που διέθεταν ηλεκτρονικούς υπολογιστές αλλά όχι κασετόφωνα/ CD Players. Δε δόθηκε μεγάλη βαρύτητα στην ανάπτυξη των κινήτρων των καταρτιζόμενωνν (ενημέρωση για τη χρησιμότητα του διπλώματος, προτάσεις για το πώς και πού μπορούν να συνεχίσουν την ελληνική γλώσσα, εισαγωγή διαπολιτισμικών στοιχείων στο μάθημα και αξιοποίηση του πολιτισμικού και μορφωτικού κεφαλαίου των καταρτιζόμενων κ.α.) Δεν υπήρξε σε αρκετά ΚΕΚ διαδικασία ανταλλαγής εμπειριών , ιδεών, διδακτικών υλικών ανάμεσα στους εκπαιδευτές και τους επιστημονικούς υπεύθυνους σε ένα πρόγραμμα το οποίο, κατά γενική ομολογία των εμπλεκόμενων σε αυτό, ήταν μία καταλυτική προσωπική και επαγγελματική εμπειρία . Δεν ενεπλάκη στο σύνολό της η ελληνική κοινωνία στο Πρόγραμμα, ενώ αυτός ήταν ένας από τους στόχους του. Προτείνω τη διοργάνωση καμπάνιας –πρόσκλησης για τους έλληνες πολίτες να ενημερωθούν, να συμμετάσχουν και να βοηθήσουν στο Πρόγραμμα. Τα ΚΕΚ θα ήταν καλό να οργανώσουν πολυπολιτισμικές γιορτές κατά την έναρξη ή τη λήξη κάθε προγράμματος με στόχο την επαφή των καταρτιζόμενων με την τοπική κοινωνία. Η δημοσιοποίηση του Προγράμματος θα συμβάλει στην ένταξη των καταρτιζόμενων στην τοπική κοινωνία και στην αντιμετώπιση των στερεοτύπων. Σύγκριση με τη νέα γενιά προγραμμάτων: διαφορές, προβλέψεις για την εφαρμογή και πιθανά προβλήματα Όπως προκύπτει από τη μελέτη του Αναλυτικού Τεύχους της Β΄ και της Γ΄ Προκήρυξης (νέα γενιά προγραμμάτων, όπως λέγεται) οι άνεργοι οι οποίοι θα ωφεληθούν από τα νέα προγράμματα θα είναι περισσότεροι. Επίσης προστίθενται στην ομάδα –στόχο και άνεργοι έλληνες φυσικοί ομιλητές, που προέρχονται από απειλούμενες με αποκλεισμό ευαίσθητες κοινωνικές ομάδες. Το γεγονός αυτό προβλέπεται να οξύνει το βασικό εκπαιδευτικό πρόβλημα που αντιμετώπισαν οι εκπαιδευτές στις τάξεις, αυτό της ανομοιογένειας των καταρτιζόμενων. Είναι γενικά ένα δυσεπίλυτο εκπαιδευτικό πρόβλημα οι λεγόμενες μικτές τάξεις ή αλλιώς τάξεις μικτών ικανοτήτων. Αυτό ενυπάρχει εξ ορισμού σε κάθε τάξη εκπαίδευσης ενηλίκων, καθώς αντικειμενικά οι ενήλικοι σπουδαστές έρχονται στη σχολική τάξη με διαφορετικό μορφωτικό και πολιτισμικό κεφάλαιο και με διαφορετικές και πλούσιες βιογραφίες. Σύμφωνα με το Αναλυτικό Τεύχος της Β΄ Προκήρυξης, οι εξετάσεις «διενεργούνται από αναγνωρισμένους φορείς πιστοποίησης ή από αναγνωρισμένους εκπαιδευτικούς φορείς που μπορούν να χορηγήσουν βεβαίωση επάρκειας της ελληνομάθειας του Β΄ επιπέδου» (και όχι αποκλειστικά –σαφώς από το ΚΕΓ). Αυτό δεν είναι σαφές και κανείς δεν μπορεί να δώσει σαφείς μέχρι σήμερα εξηγήσεις για το ποιοι θα μπορούσε να είναι οι φορείς πιστοποίησης. Το γεγονός αυτό ενδέχεται να προκαλέσει ένα πρόβλημα με τις εξετάσεις πιστοποίησης της ελληνομάθειας, αν όχι και με τον καθορισμό της διδακτέας και της εξεταστέας ύλης. Το νέο πρόγραμμα δεν επιβάλλει υποχρεωτικά βιβλία και άλλα διδακτικά υλικά. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις μας και τις γνώμες πολλών έμπειρων εκπαιδευτών αυτό το στοιχείο θα λειτουργήσει θετικά στην υλοποίηση των προγραμμάτων, καθώς τα διδακτικά υλικά θα είναι προσαρμοσμένα στις συγκεκριμένες εκπαιδευτικές ανάγκες των συγκεκριμένων σπουδαστών. Το πιο σημαντικό όμως , κατά τη γνώμη μου, στοιχείο του νέου προγράμματος είναι ότι επιβάλλεται πιο στενός έλεγχος από το ΕΚΕΠΙΣ κατά την υλοποίηση, με το «Σύστημα Παρακολούθησης και Αξιολόγησης των ΚΕΚ», και από την Ειδική Υπηρεσία Εφαρμογής Συγχρηματοδοτούμενων Ενεργειών από το ΕΚΤ. Βασικό κριτήριο αποτελεσματικότητας θα είναι η απόκτηση των απαιτούμενων γλωσσικών δεξιοτήτων, «ώστε οι ωφελούμενοι να είναι ικανοί να συμμετάσχουν και να επιτύχουν στις εξετάσεις»(ο.π.). Κάτι τέτοιο δεν απαιτούνταν στην πρώτη γενιά προγραμμάτων, με αποτέλεσμα να μη δίνεται ιδιαίτερη βαρύτητα από πλευράς των ΚΕΚ στην επιτυχία των καταρτιζόμενων, αλλά να δίνεται περισσότερη προσοχή στην υλοποίηση των τυπικών υποχρεώσεων του ΚΕΚ προς το Πρόγραμμα. Τονίζεται ότι η μεθοδολογία που θα ακολουθηθεί πρέπει να βασίζεται στις αρχές εκπαίδευσης των ενηλίκων, σύμφωνα με το άρθρο 4 της Υ.Α. 4033/26-7-01(ΦΕΚ 1086/Β/21-8-01). Ούτε και αυτή η διάταξη δεν υπήρχε με τόση σαφήνεια και βαρύτητα στα προηγούμενα προγράμματα. Οι εκπαιδευτικές αρχές της Εκπαίδευσης Ενηλίκων γίνονται μέσα από το πρόγραμμα αυτό μία νέα πραγματικότητα για όλα τα προγράμματα επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης. Στο νέο Αναλυτικό Τεύχος Προκήρυξης αναφέρεται επίσης ότι «οι ανάδοχοι συνάπτουν συμφωνητικά με τους εκπαιδευτές, στα οποία πρέπει να αναφέρονται τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των συμβαλλομένων, ιδίως δε το ύψος της αμοιβής τους και ο τρόπος καταβολής της (…), ο αριθμός διδακτικών ωρών, η ωριαία αποζημίωση κ.α.». Φαίνεται ότι το Υπουργείο Εργασίας και το ΕΚΕΠΙΣ έλαβαν το μήνυμα από τους εκπαιδευτές οι οποίοι αντιμετώπισαν προβλήματα στην αποπληρωμή και στην εξασφάλιση των συνδικαλιστικών και εργασιακών τους δικαιωμάτων. Προτάσεις για αλλαγές στο σύστημα επαγγελματικής κατάρτισης και γλωσσικής εκπαίδευσης των ενηλίκων μεταναστών Για να προταθούν αποτελεσματικές λύσεις για αλλαγές στην επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση και ιδιαίτερα στη γλωσσική πολιτική (ελληνομάθεια), χρειάζεται να εντοπιστούν οι παράγοντες που θα επηρεάσουν τα συστήματα επαγγελματικής κατάρτισης τις επόμενες δεκαετίες, και αυτοί είναι: • η εξέλιξη της ανεργίας, που θα οδηγήσει, σύμφωνα με ειδικούς, σε επέκταση των φαινομένων κοινωνικού αποκλεισμού ανέργων που δεν θα έχουν πρόσβαση σε ασφαλιστικές ή προνοιακές παροχές • η γήρανση του εργατικού δυναμικού • η πορεία της ευρωπαϊκής ενοποίησης, ιδίως με τη διεύρυνση προς τις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης • η επέκταση των νέων τεχνολογιών • η ανάπτυξη πλουραλιστικών μορφωμάτων, λόγω της μετανάστευσης, και η επίδραση της διαπολιτισμικότητας στις τεχνικές εκπαίδευσης και κατάρτισης • η ανάπτυξη ξενοφοβικών τάσεων Ο σχεδιασμός μιας πολιτικής εκπαίδευσης και κατάρτισης των ενηλίκων μεταναστών πρέπει κατά τη γνώμη μου να στηριχθεί : Α) στη συνταγματική εξασφάλιση του δικαιώματος κάθε ατόμου το οποίο παραμένει νόμιμα στην ελληνική επικράτεια στην επαγγελματική κατάρτιση και στη γενική εκπαίδευση, καθώς και στην εξάσκηση των πολιτικών του δικαιωμάτων (είμαι υπέρ του νέου νομοσχεδίου για την εξασφάλιση πολιτικών δικαιωμάτων στους μετανάστες) Β) στη νομοθετική αναγνώριση του δικαιώματος κάθε αλλοδαπού στην παρακολούθηση προγραμμάτων επαγγελματικής κατάρτισης, μέσω εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχείρισης (η οποία θεμελιώνεται για τους υπηκόους των χωρών-μελών της ΕΕ στον Κανονισμό 1612/68 για την «Ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων στο εσωτερικό της Κοινότητας», άρθρο 7παρ.2, και για τους πρόσφυγες στο Ν.Δ. 3989/59, άρθρο 24 «περί κυρώσεως της Πολυμερούς Συμβάσεως περί της Νομικής Καταστάσεως των Προσφύγων», όπως εξειδικεύτηκαν με το άρθρο 3 του Π.Δ. 209/1994 (ΦΕΚ Α΄ 131) και τροποποιήθηκαν μεταγενέστερα) Γ) στην ένταξη των πολιτικών επαγγελματικής κατάρτισης και ενσωμάτωσης στη χώρα υποδοχής στο πεδίο των συλλογικών διαπραγματεύσεων με ενίσχυση του ρόλου των αναγνωρισμένων φορέων των μεταναστευτικών κοινοτήτων Δ) στη σύνδεση μεταξύ αρχικής και συνεχιζόμενης επαγγελματικής κατάρτισης μέσω της εισαγωγής ενιαίων μηχανισμών σχεδιασμού, συντονισμού, υλοποίησης και πιστοποίησης των αντίστοιχων δράσεων Ε) στην ένταξη της γλωσσικής εκπαίδευσης στο σύστημα της επαγγελματικής κατάρτισης ως αναγκαίου στοιχείου της αλλά και στα προγράμματα Δια Βίου Μάθησης, στα οποία πρέπει να αποκτήσουν πρόσβαση οι μετανάστες ΣΤ) στην εισαγωγή πολιτιστικών στοιχείων στη γλωσσική εκπαίδευση με βάση τις αρχές εκπαίδευσης ενηλίκων (συμμετοχική μάθηση, αξιοποίηση του πολιτισμικού κεφαλαίου των αλλοδαπών) Ζ) στη διεύρυνση όλων των δεξιοτήτων –κλειδιών που απαιτούνται σήμερα για την προσαρμογή ενός ατόμου, και πολύ περισσότερο ενός μετανάστη, στις αλλαγές των συνθηκών ζωής στις σύγχρονες κοινωνίες (δεξιότητες επικοινωνίας, συνεργασίας, επίλυσης προβλημάτων, επίλυσης συγκρούσεων, δεξιότητες μάθησης κ.α.) 5. Συμπεράσματα 1. Οι μετανάστες που πήραν μέρος στο πρόγραμμα ωφελήθηκαν πολύ: απέκτησαν το δίπλωμα ελληνομάθειας, πήραν πληροφορίες για άλλα προγράμματα επαγγελματικής κατάρτισης των ΚΕΚ και έχουν τώρα πρόσβαση σε αυτά, διδάχτηκαν πιο συστηματικά την ελληνική γλώσσα και στοιχεία του ελληνικού πολιτισμού, γνωρίστηκαν με έλληνες και με τις άλλες εθνικές κοινότητες 2. Το συγκεκριμένο πρόγραμμα εντάσσεται στο πλαίσιο της γενικότερης πολιτικής για τη μετανάστευση, παραμένει δυστυχώς εθνοκεντρικό και γλωσσοκεντρικό. Χαρακτηρίζεται έτσι, επειδή τα Αναλυτικά Προγράμματα που υλοποιήθηκαν στην πρώτη τουλάχιστον φάση, σύμφωνα με μαρτυρίες εκπαιδευτών, δεν περιελάμβαναν σχεδόν καθόλου στοιχεία της εθνικής κουλτούρας των καταρτιζόμενων . Όπου αυτό πραγματοποιήθηκε, έγινε από την καλή διάθεση του εκπαιδευτή , ο οποίος μάλιστα συχνά έπεφτε στην παγίδα της φολκλορικής αντιμετώπισης των άλλων εθνικών πολιτισμών. Το πρόγραμμα χαρακτηρίζεται τελικά γλωσσοκεντρικό επειδή δεν προβλέπεται εκπαίδευση των μεταναστών σε δεξιότητες-κλειδιά ή σε δεξιότητες που αναπτύσσουν την προσωπικότητά τους και τους κάνουν ικανούς να αντεπεξέρχονται στις αντίξοες συνθήκες στις οποίες ζουν και τις οποίες θα αντιμετωπίσουν συχνότερα και με πιο δραματικό τρόπο στο μέλλον. Περιορίζεται όχι στο να τους μάθει πώς να μαθαίνουν (βασική αρχή εξάλλου της Εκπαίδευσης Ενηλίκων), αλλά στην παροχή κάποιων γλωσσικών –συχνά μάλιστα και μόνο μορφολογικών- στοιχείων. 3. Το πρόγραμμα ελληνομάθειας δεν έχει μεγάλο εύρος, δεν απευθύνεται σε όλους τους νόμιμα διαμένοντες στην Ελλάδα. Πρακτικά δεν μπορούν να λάβουν μέρος σε αυτό όλοι οι μετανάστες και πρόσφυγες που δεν γνωρίζουν την ελληνική γλώσσα, επειδή χρειάζεται να είναι άνεργοι και μάλιστα να έχουν την κάρτα ανεργίας. Ούτε μπορούν τελικά να λάβουν μέρος οι εντελώς αρχάριοι στην ελληνική γλώσσα- αν και κάτι τέτοιο μπορούμε να πούμε ότι δεν είναι στη λογική του προγράμματος, το αντίθετο μάλιστα. Όμως στην πράξη κανένα ΚΕΚ δε διακινδυνεύει να κριθεί αρνητικά και να βαθμολογηθεί με χαμηλά μόρια, λόγω του ότι εκπαίδευσε αρχάριους μετανάστες. Αυτό σημαίνει ότι τελικά δε διαφαίνεται η πιθανότητα να επιλυθούν αποτελεσματικά τα προβλήματα ένταξης των ενηλίκων μεταναστών στην ελληνική κοινωνία, δεδομένου ότι η γλώσσα είναι αποφασιστικής σημασίας παράγοντας κοινωνικού αποκλεισμού και αντίστροφα κοινωνικής ένταξης. 4. Το πρόγραμμα έχει ως «οροφή» το Β΄ επίπεδο γλωσσομάθειας. Δεν προβλέπεται σε καμία περίπτωση συνέχισή του με βάση άλλο επίπεδο ελληνομάθειας και μάλιστα προκαλεί ερωτηματικά το γεγονός ότι δεν προβλέπει ούτε εξετάσεις σε επίπεδα Γ και Δ για τους εκπαιδευόμενους που, σύμφωνα και με τη γνώμη των εκπαιδευτών τους, είναι έτοιμοι να επιτύχουν σε πιο απαιτητικό επίπεδο γλωσσομάθειας. Με βάση τα 3 και 4 δε λύνει λοιπόν το πρόβλημα επικοινωνίας και πολύ λιγότερο ένταξης των μεταναστών στην ελληνική κοινωνία 5. Το δικαίωμα στην εκμάθηση της ελληνικής αναγνωρίζεται (και αυτό) ως ατομικό δικαίωμα. Δεν αναγνωρίζεται ούτε παραχωρείται στους μετανάστες ως συλλογικότητες –δεν προβλέπονται άλλες συμφωνίες για τη γλωσσική εκπαίδευσή τους. Τα ΚΕΚ δεν νομιμοποιούνται να απευθυνθούν σε συλλόγους μεταναστών και προσφύγων, ούτε καν σε Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις, ώστε να βρουν ξενόγλωσσους ενηλίκους οι οποίοι χρειάζονται να μάθουν ελληνικά και να αποκτήσουν το Δίπλωμα Ελληνομάθειας. Δεν ανατίθεται η διαδικασία επιλογής ή έστω πρότασης για επιλογή των καταρτιζόμενων σε κανενός είδους φορέα της εθνικής τους κοινότητας. 6. Η ένταξη των μεταναστών μέχρι τώρα θεωρείται μέλημα μόνο του κάθε μετανάστη ή και του κράτους. Δεν είναι μέλημα της ελληνικής κοινωνίας (Τοπικής Αυτοδιοίκησης, συλλόγων, σωματείων κ.α.) και των συλλογικοτήτων των μεταναστών. Αποτελεί μεγάλο και μέχρι σήμερα αναπάντητο ερώτημα αν τελικά η ελληνική κοινωνία ωφελήθηκε ουσιαστικά από το πρόγραμμα αυτό. Αν τελικά έγιναν βήματα για την αντιμετώπιση των εκατέρωθεν προκαταλήψεων που υπάρχουν από έλληνες και ξένους πολίτες. Αν τελικά άλλαξε κατά τι η νοοτροπία των ίδιων των εκπαιδευτών και των συντελεστών που συμμετείχαν στην υλοποίηση των προγραμμάτων, όσον αφορά στην ανάπτυξη διαπολιτισμικών δεξιοτήτων και μιας συνείδησης ανοχής. Ούτε είναι (ακόμη;) φανερή η επίδραση του προγράμματος αυτού στους ίδιους τους ξενόγλωσσους ενηλίκους, στον τομέα της αντιμετώπισης και από μέρους τους προκαταλήψεων για τους έλληνες και για τις άλλες εθνικές κοινότητες. 7. Συνολικά πάντως το πρόγραμμα που εξετάστηκε παραπάνω μπορούμε να πούμε ότι αποτέλεσε σταθμό στην εκπαιδευτική πολιτική και για την επαγγελματική κατάρτιση και για τη γλωσσική εκπαίδευση των ξενόγλωσσων ενηλίκων μεταναστών και προσφύγων στην Ελλάδα. Έγινε για πρώτη φορά μία οργανωμένη προσπάθεια να διδαχθεί σε ξενόγλωσσους ενηλίκους η ελληνική γλώσσα και θεσμοθετήθηκε πλέον η διάθεση της ελληνικής πολιτείας να αναγνωρίσει τα προβλήματα ένταξης και των ενηλίκων ξένων και μάλιστα να χρηματοδοτήσει την επίλυσή τους. Εύχομαι να έχει συνέχεια και να επεκταθεί και σε μετανάστες και πρόσφυγες (οι τελευταίοι είναι ελάχιστοι, γιατί δυστυχώς οι αιτήσεις εγκρίνονται με το…σταγονόμετρο) και ΧΩΡΙΣ ΧΑΡΤΙΑ. Ευχαριστώ Ιφιγένεια Γεωργιάδου Κέντρο Ελληνικού Πολιτισμού www.hcc.edu.gr