• Σχόλιο του χρήστη 'Βασίλης Νάστος' | 13 Οκτωβρίου 2016, 23:52

    Το σχόλιό μου γίνεται από τη σκοπιά του φοιτητή. Επομένως δεν θα υπεισέλθω σε ειδικά διαδικαστικά θέματα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, τα οποία ούτως ή άλλως δεν γνωρίζω, παρά μόνον ίσως επιφανειακά. Υπηρετώ ως δάσκαλος σε Δημοτικό Σχολείο της περιφέρειας και, ταυτόχρονα, φοιτώ στο ΠΜΣ ‘Συμβουλευτικής Ψυχολογίας & Συμβουλευτικής στην Ειδική Αγωγή, την Εκπαίδευση και την Υγεία’ του Παιδαγωγικού Τμήματος Ειδικής Αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας. Σύμφωνα με το πλαφόν διδάκτρων που θέτει το προτεινόμενο σχέδιο νόμου, το συγκεκριμένο ΠΜΣ μάλλον εμπίπτει στα ‘ακριβά’ μεταπτυχιακά, δηλαδή σε αυτά που, καθώς φαίνεται, είναι υποψήφια να αφανισθούν. Έχοντας ήδη ολοκληρώσει προηγουμένως δύο μεταπτυχιακούς κύκλους σπουδών, επέλεξα με πολλή περίσκεψη το συγκεκριμένο ΠΜΣ, όχι με σκοπό κάποια μοριοδότηση, αλλά αποκλειστικά με βάση το αντικείμενο, τη δομή και το περιεχόμενο των σπουδών, εφόσον αφορά άμεσα τις εξελισσόμενες ανάγκες του επαγγελματικού μου ρόλου. Ενδόμυχα θεωρούσα εξαρχής αυτή μου την επιλογή, ως μια μικρή ηρωϊκή πράξη (μόνο προσφάτως μου πέρασε η ιδέα πως μπορεί να ήταν ανοησία), διότι κατέληξα να ξοδέψω το τελευταίο οικονομικό μου απόθεμα (υπόλοιπο στεγαστικού δανείου), το οποίο προορίζονταν για την ολοκλήρωση της πρώτης μου κατοικίας. Συνεπώς, έχω επενδύσει στις συγκεκριμένες σπουδές σημαντικούς πόρους και νόημα ζωής και θα ήταν καταλυτικό για μένα το να αποδεχθώ πως, με απολύτως προσωπική μου ευθύνη, εξάντλησα τα οικονομικά μου αποθέματα χωρίς κανένα ουσιαστικό αντίκρυσμα, ούτε υλικό ούτε ηθικό. Ας μου επιτραπεί λοιπόν να υπερασπιστώ αυτή την ίσως ‘άφρονα’ επιλογή μου, τόσο για λόγους ηθικής τάξης, όσο και με βάση τα απλά μαθηματικά. Πρώτον, αισθάνομαι πως το ΠΜΣ, στο οποίο φοιτώ, μου έχει προσφέρει μια εμπειρία μοναδική σε σχέση με τα προηγούμενα (αν και όχι υποδεέστερα), κυρίως επειδή εμπεριέχει ένα ισχυρό εργαστηριακό, βιωματικό & εφαρμοσμένο σκέλος, το οποίο άλλωστε αποτελεί την ουσία του λόγου ύπαρξής του. Χωρίς αυτό το σκέλος θα ήταν απλώς ένα ακόμη καλό θεωρητικό μεταπτυχιακό. Ταυτόχρονα όμως, το συγκεκριμένο ΠΜΣ παραμένει αρκετά έως πολύ φθηνότερο από αντίστοιχα αμερικανικών και ευρωπαϊκών πανεπιστημίων που προσφέρουν ανάλογη υψηλή εξειδίκευση σε θεωρητικό και κυρίως σε ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΟ επίπεδο. Για παράδειγμα, πανομοιότυπο μεταπτυχιακό στο BIRKBECK του Πανεπιστημίου Λονδίνου κοστίζει αρκετά ακριβότερα και μάλιστα, χωρίς να περιλαμβάνει το κόστος των ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΩΝ ΣΥΝΕΔΡΙΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ & ΕΠΟΠΤΕΙΑΣ που αποτελούν ΒΑΣΙΚΗ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΗ για την απόκτηση του τίτλου σπουδών και των αντίστοιχων επαγγελματικών δικαιωμάτων. Οι συνεδρίες αυτές πληρώνονται εκεί ξεχωριστά από τους φοιτούντες και το κόστος τους φθάνει περί τις 7.000 στερλίνες, αναλόγως με τον Σύμβουλο/ Επόπτη που θα επιλέξουν οι φοιτητές. Στην περίπτωση του ΠΜΣ που παρακολουθώ, το συνολικό κόστος των διδάκτρων περιλαμβάνει ταυτόχρονα και το κόστος των ΣΥΝΕΔΡΙΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ & ΕΠΟΠΤΕΙΑΣ. Θεωρώ τη διευθέτηση αυτή ως πολύ πιο υπεύθυνη προς τον φοιτητή, παρά το να τον κατευθύνει το ίδιο το πανεπιστήμιο στην ελεύθερη αγορά σχετικών υπηρεσιών, ως έναν τυχαίο πελάτη/καταναλωτή. Συνεπώς, σε καμία περίπτωση δε μπορεί να θεωρηθεί πως το κόστος του ΠΜΣ, το οποίο παρακολουθώ, είναι δυσανάλογο με την ποιότητα που προσφέρει. Αντιθέτως, αποτελεί για τα ελληνικά δεδομένα, μια μάλλον γενναία προσπάθεια που ανταγωνίζεται επιτυχώς τα αυστηρά ευρωπαϊκά στάνταρτς με πολύ χαμηλότερο και εξορθολογισμένο κόστος. Δεύτερον, γράφει κάποιος συνομιλητής στην ανάρτησή του πως η παιδεία θα πρέπει να είναι δωρεάν και προσβάσιμη απ’ όλους. Αν και αυτό θα πρέπει να θεωρείται αυτονόητο για έναν δημοκρατικά σκεπτόμενο άνθρωπο, ωστόσο είναι πολύ γενικό. Σε ποια βαθμίδα της παιδείας αναφερόμαστε και μέχρι ποιου σημείου; Συμφωνώ πως χρειάζεται ακόμη μεγαλύτερη προσπάθεια άρσης των ανισοτήτων στις υποχρεωτικές βαθμίδες εκπαίδευσης, ώστε η ακαδημαϊκή πορεία ενός νέου να καθορίζεται κυρίως από την αναλογική αξία της προσπάθειας και του αγώνα του, παρά από το πιθανό μορφωτικό και οικονομικό ‘προνόμιο’ της οικογενείας του. Ωστόσο, όταν μιλάμε για εκπαίδευση σε μεταπτυχιακό επίπεδο, πρόκειται πλέον για προσωπική επιλογή και απόφαση ενήλικων ατόμων. Ο καθένας μας συνεχίζει να σχεδιάζει ‘τον εαυτό του’ (κατά Giddens) και το προσωπικό-κοινωνικο-επαγγελματικό του προφίλ εφ’ όρου ζωής. Η γνώση και η κατάρτιση συνυπάρχουν σε ΑΜΕΤΡΗΤΟΥΣ ΣΥΝΔΥΑΣΜΟΥΣ και ο καθένας επιλέγει με βάση τις ανάγκες, τα ενδιαφέροντα, τις προσδοκίες και τις ‘έρμες’ τις δυνατότητές του. Η πραγματικότητα λοιπόν καταδεικνύει πως, ακόμη και σήμερα, κάποιοι επιλέγουν να στερηθούν άλλα βασικά αγαθά και να ξεχάσουν εντελώς το ‘Lifestyle’, με σκοπό να επενδύσουν στη γνώση και την περαιτέρω κατάρτιση και εξιδείκευση. Επιπρόσθετα, κάποια μεταπτυχιακά προγράμματα είναι υπερβολικά ‘βαριά’ και ‘ακριβά’ σε φόρτο και χρόνο και συνεπώς, μάλλον ακατάλληλα για όποιον στοχεύει απλώς στη μοριοδότηση που θα μπορούσε να λάβει από το ελληνικό δημόσιο. Αναπόφευκτα λοιπόν υφίσταται στον καθένα μας ένας βαθμός ευθύνης των προσωπικών του επιλογών. Ταυτόχρονα, όλοι μας έχουμε κάποια περιθώρια ελιγμών, μικρά ή μεγαλύτερα, ως προς τις επιλογές των παράπλευρων ενασχολήσεών μας: άλλος αναζητά δεύτερη (κυρίως ‘μαύρη’) μισθωτή ή ιδιωτική εργασία, άλλος αρκείται στην εκμετάλλευση κληρονομημένης πατρικής περιουσίας (κυρίως ‘μαύρη’) και άλλος στρέφεται στην περαιτέρω ακαδημαϊκή εξειδίκευση (κυρίως ‘λευκή’ & φορολογητέα). Επομένως, κάποιοι επιλέγουν την παραδοσιακά εγγυημένη παράπλευρη ενασχόληση, ενώ κάποιοι άλλοι κάνουν λιγότερο ασφαλείς ή κατ’ άλλους ‘ασυνήθιστες’ επιλογές, όπως το να παρακολουθήσουν ένα αξιόλογο ΠΜΣ που θα τους καταστήσει αποτελεσματικότερους στη δουλειά τους, χωρίς ωστόσο να υπάρχει κάποια εγγυημένη ανταποδοτικότητα. Σε συνέχεια των παραπάνω, κλείνω με μια παράκληση προς την κα. Υπουργό. Σας παρακαλώ να μην επιτρέψετε την επικράτηση υπεραπλουστεύσεων και οριζόντιων λογικών που θέτουν σε κίνδυνο, τόσο την υπάρχουσα ποιότητα του εκπαιδευτικού μας συστήματος (όπου αυτή υφίσταται), όσο και το εύθραυστο εκείνο τμήμα της κοινωνίας μας που τη στηρίζει ‘γηράσκοντας αεί διδασκόμενο’. Σας ζητώ απλώς να ΔΙΑΚΡΙΝΕΤΕ (με ή χωρίς την κατά Μπουρντιέ σημασία του όρου) τα χλωρά από τα ξερά. Με εκτίμηση Βασίλης Νάστος Δάσκαλος & Φοιτητής στο ΠΜΣ Συμβουλευτικής Ψυχολογίας & Συμβουλευτικής ΠΤΕΑ - Παν. Θεσσαλίας