• Σχόλιο του χρήστη 'NIKOS' | 11 Μαρτίου 2010, 12:14

    Σχετικά με το κείμενο Διαβούλευσης αντιλαμβάνεται κανείς ότι πρόκειται για ένα γενικό κείμενο , χωρίς να συγκεκριμενοποιούνται οι προτάσεις ή οι ρυθμίσεις που προωθεί το αρμόδιο Υπουργείο. Αυτές οι γενικές τοποθετήσεις ή αρχές μπορεί να μοιάζουν εκ πρώτης όψεως ορθές. Το προσοντολόγιο συνδέεται άμεσα με την επαγγελματική αξιολόγηση. Ορισμένες γενικές σκέψεις , πέραν του στενού καθορισμοί προσόντων: Η επαγγελματική ικανότητα και αποδοτικότητα , σε οποιοδήποτε τομέα, εξαρτάται από τρεις βασικούς παράγοντες: 1) τις γνώσεις και τις ικανότητες που μπορεί να έχει κάποιος, 2) την δυνατότητα να εφαρμόσει αυτές τις γνώσεις στην πράξη και 3) από την θέληση να παράγει θετικό αποτέλεσμα , εκμεταλλευόμενος αυτές τις γνώσεις και ικανότητες. Οι γνώσεις και ικανότητες που διαθέτει κάποιος στοιχειοθετούν το λεγόμενο ανθρώπινο κεφάλαιο, που αποκτιέται μέσα από την μόρφωση και από την εμπειρία. Εδώ τίθεται το ζήτημα αν είναι εύκολο να ξεχωρίσει κανείς ποιος παράγοντας παίζει μεγαλύτερο ρόλο στη διαμόρφωση του ανθρώπινου κεφαλαίου , η μόρφωση ή εμπειρία; Οπωσδήποτε αυτό είναι αδύνατο να γίνει είτε σε ατομικό επίπεδο ,είτε σε γενικό επίπεδο. Το βέβαιο είναι ότι όταν συνυπάρχουν σε μεγάλο βαθμό οι δύο αυτοί παράγοντες , συμβάλουν περισσότερο στο ανθρώπινο κεφάλαιο , από όταν υπάρχει μόνο ο ένας ή ο άλλος παράγοντας. Η θέληση να εφαρμόσει τις γνώσεις του στην πράξη κάποιος έχει να κάνει με την προσωπικότητά του , την φιλοσοφία και την κουλτούρα του. Όπως επισημαίνουν τελευταίες εκθέσεις και μελέτες η Δημόσια Διοίκηση λόγω της πλεονεκτικής θέσης της σε σχέση με τον ιδιωτικό τομέα, απορροφά και κάποια άτομα ικανά που διαθέτουν προσόντα και θέληση , τα οποία όμως εγκλωβίζονται και “χάνονται” στην δίνη του τρόπου συγκρότησης και λειτουργίας του δημοσίου τομέα. Αναφέρεται ενδεικτικά η όποια δυναμική προσέφεραν στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης οι πτυχιακοί υπάλληλοι που προσελήφθησαν με την έναρξη του Καποδίστρια , οι λεγόμενοι “καποδιστριακοί υπάλληλοι”. Αυτό όμως δεν απέτρεψε από τα προβλήματα στην Τοπική Αυτοδιοίκηση , όπως άλλωστε εντοπίζονται και στις μελέτες του ΙΤΑ. Η εξέλιξη των εργαζομένων στον δημόσιο τομέα συνδέεται περισσότερο με θεσμοθετημένη χρονολογική περίοδο , παρά με τις πραγματικές τους ικανότητες και αποδόσεις , οι οποίες επίσης δεν είναι εύκολο σήμερα να αποτιμηθούν. Για την κατάρτιση του εργατικού δυναμικού (πριν και κατά την παραγωγή) ίσως είναι η ώρα να ληφθούν καινοτόμες αποφάσεις που έχουν να κάνουν πρώτο με την εκπαίδευση και την κατάρτιση και δεύτερον με την διοίκηση, την οργάνωση και λειτουργία του δημοσίου τομέα αλλά και την αναδιοργάνωση του ιδιωτικού τομέα. Για την εκπαίδευση και επανεκπαίδευση του εργατικού δυναμικού πρέπει κατά την άποψή μου να αναβαθμιστεί ο ρόλος του Εθνικού Κέντρου Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης. Επί παραδείγματι , οι προσλήψεις στο Δημόσιο να γίνονται μέσω μιας ανεξάρτητης αρχής που θα λειτουργεί στο πρότυπο του Εθνικού Κέντρου Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης, όπου ως διοριστέοι θα κρίνονται οι καταλληλότεροι μέσα από προγράμματα εκπαίδευσης και εξετάσεων που θα διοργανώνει και θα διεξάγει το εν λόγω Κέντρο. Η θέσπιση υποχρεωτικής συνεχής κατάρτισης των εργαζομένων της δημόσιας διοίκησης σε συνδυασμό με την ουσιαστική και αντικειμενική αξιολόγησή τους μέσα από ένα σύστημα γενικών εξετάσεων κρίνεται απολύτως αναγκαία. Το σημαντικό αυτό ρόλο μπορεί να παίξει το Κέντρο αυτό που θα εκπαιδεύει και θα αξιολογεί τους εργαζομένους στο δημόσιο τομέα, ανά τακτά χρονικά διαστήματα. Η αντικειμενική αξιολόγηση θα συμβάλει στην πρόοδο των ικανών της Δημόσιας Διοίκησης , στην απεξάρτηση και απελευθέρωσή τους από την μετριότητα και από τα κακώς κείμενα , από τις συντεχνίες και τα επιμέρους συμφέροντα που αποτελούν τροχοπέδη στον εκσυγχρονισμό, την αυτονομία και την αποτελεσματικότητα του δημοσίου και θα δημιουργεί επιπλέον κίνητρο αύξησης της αποδοτικότητας. Παράλληλα με την αντικειμενική αξιολόγηση μπορεί να προβλεφθούν θεσμικά και οικονομικά κίνητρα μέσα από την αναδιάρθρωση της εισοδηματικής πολιτικής. Η σχέση μεταξύ κόστους λειτουργίας μιας τέτοιας Σχολής και τους οφέλους που θα προκύψει από την αποτελεσματικότητα της κρατικής μηχανής , μπορεί έτσι να γύρει την πλάστιγγα υπέρ του αποτελεσματικότητας και της αυτονομίας του δημόσιου τομέα. Είναι απολύτως αναγκαίο να προσαρμοστεί η δημόσια διοίκηση στις καινούριες απαιτήσεις και στην ορθολογική διαχείριση ανθρώπινων και υλικών πόρων. Το δεύτερο σκέλος αφορά την ριζική αναδιάρθρωση του δημοσίου τομέα. Κάτι πολύ δύσκολο ναι μεν αλλά αναγκαίο δε. Πρέπει να οριοθετηθούν επακριβώς οι ρόλοι της κάθε υπηρεσίας ώστε να είναι διακριτοί. Επίσης το ίδιο πρέπει να οριοθετηθούν και να απλοποιηθούν στην πράξη οι διαδικασίες, προκειμένου να επιτευχθούν η καλλίτερη εξυπηρέτηση των πολιτών αλλά και η διαφάνεια στις ενέργειες της Δημόσιας Διοίκησης. Αυτές οι τομές προϋποθέτουν , πολιτική βούληση, συστηματική μελέτη και ώριμο κοινωνικό διάλογο και καθόλου βιασύνη. Ανάλογα μπορεί να εφαρμοστούν και για τη στελέχωση επαγγελμάτων στον ιδιωτικό τομέα. Για κάτι τέτοιο η πρωτοβουλία και η ανάληψη όμοιων μέτρων προφανώς ανήκει στους ιδιώτες επαγγελματίες.