• Σχόλιο του χρήστη 'Κώστας Χρυσόγονος' | 9 Ιουνίου 2017, 20:10

    Με την προτεινόμενη διάταξη της παραγράφου 1δ’ του άρθρου 15 εισάγεται σημαντικός περιορισμός του δικαιώματος επανεκλογής των Πρυτάνεων και Αντιπρυτάνεων κατά δύο τρόπους: Πρώτον, εκλογή σε θέση Πρύτανη ή Αντιπρύτανη επιτρέπεται για μέχρι δύο θητείες συνολικά, και δεύτερον, απαγορεύεται η άμεση επανεκλογή στις παραπάνω θέσεις, δηλαδή η δεύτερη συνεχής θητεία. Η διάταξη αυτή επαναλαμβάνει κατά τα σημεία τούτα τη διάταξη του άρθρου 9 παρ. 1α’ του Ν 3443/2006, για την οποία είχα σε ανύποπτο χρόνο υποστηρίξει ότι προσβάλλει πτυχές της συνταγματικής αρχής της πλήρους αυτοδιοίκησης των πανεπιστημίων, δηλαδή του δικαιώματος των ΑΕΙ να επιλέγουν τα όργανα διοίκησής τους (βλ. Καϊδατζής, Α., / Χρυσόγονος, Κ., Συνταγματικότητα του περιορισμού επανεκλογής των πρυτάνεων, αντιπρυτάνεων και κοσμητόρων σχολών (γνωμ.), Θεωρία και Πράξη Διοικητικού Δικαίου, 2010, σελ. 497 επ.). Και εξηγούμαι: Οι πραγματικές και έννομες συνέπειες της παραπάνω νομοθετικής μεταβολής γίνονται αντιληπτές ενόψει και της θέσπισης ως προσόντων εκλογιμότητας, αφενός της κατοχής θέσης πρώτης καθηγητικής βαθμίδας (και μόνον), και αφετέρου της μη συμπλήρωσης από τον υποψήφιο του ανώτατου ορίου ηλικίας κατά τη διάρκεια της προκηρυσσόμενης θητείας. Η συνδυασμένη εφαρμογή των διατάξεων αυτών έχει ως αποτέλεσμα τον δραστικό περιορισμό του αριθμού των εκλόγιμων σε θέσεις πρυτάνεων και αντιπρυτάνεων, συρρικνώνοντας ακόμη περισσότερο το ήδη περιορισμένο σώμα των μελών ΔΕΠ που έχουν δικαίωμα εκλογής στις θέσεις αυτές. Ειδικά η απαγόρευση άμεσης επανεκλογής αποθαρρύνει εμμέσως και κατ’ αποτέλεσμα τη διεκδίκηση δεύτερης τετραετούς θητείας, οδηγεί δηλαδή de facto στον κανόνα της μίας μόνο θητείας. Και τούτο, διότι δεύτερη θητεία μπορούν να προσδοκούν μόνον οι καθηγητές και αναπληρωτές καθηγητές που έχουν τουλάχιστον δώδεκα χρόνια μέχρι την αποχώρησή τους λόγω ορίου ηλικίας, όσοι δηλαδή είναι κάτω από 55 ετών. Από ποιοτική άποψη, με τον περιορισμό της επανεκλογής πρυτάνεων, αντιπρυτάνεων και κοσμητόρων τα πανεπιστήμια και οι σχολές στερούνται ένα πολύτιμο απόθεμα διοικητικής εμπειρίας, αφού από τις παραπάνω θέσεις αποκλείονται, είτε παροδικά μετά την πρώτη θητεία είτε οριστικά μετά τη δεύτερη, τα κατά τεκμήριο πιο έμπειρα και ικανά στελέχη, με αποτέλεσμα τη διοικητική υποβάθμιση του πανεπιστημίου. Όπως είχα υποστηρίξει στην παραπάνω μελέτη μου, η ομοειδής παλαιότερη ρύθμιση του άρθρου 9 παρ. 1α’ του Ν 3443/2006, προσέβαλε το δικαίωμα ίσης πρόσβασης στις θέσεις της πανεπιστημιακής αυτοδιοίκησης (άρθρα 4 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 16 παρ. 5 Συντ.), δηλαδή το δικαίωμα των μελών της πανεπιστημιακής κοινότητας, ανάλογα με τη θέση του καθενός σ’ αυτή, να διεκδικούν και να καταλαμβάνουν θέση στα συλλογικά ή μονοπρόσωπα όργανα του πανεπιστημίου με όρους ισότητας, δηλαδή χωρίς να υφίστανται οποιαδήποτε διάκριση βάσει κριτηρίων άσχετων προς την ικανότητα και την επάρκεια των υποψηφίων. Προσέβαλε ακόμη το δικαίωμα του εκλέγεσθαι στα αιρετά αξιώματα της πανεπιστημιακής αυτοδιοίκησης (άρθρα 5 παρ. 1 και 16 παρ. 5 Συντ.), το δικαίωμα του εκλέγειν των μελών της πανεπιστημιακής κοινότητας (άρθρα 5 παρ. 1 και 16 παρ. 5 Συντ.), δηλαδή το δικαίωμα αυτών να συμμετέχουν στις εκλογές για την ανάδειξη των οργάνων διοίκησης του πανεπιστημίου, ως δικαίωμα επιλογής μεταξύ περισσότερων υποψηφίων, και εν τέλει, τη θεσμική εγγύηση της πλήρους αυτοδιοίκησης των πανεπιστημίων (άρθρο 16 παρ. 5 Συντ.). Οι ίδιες μομφές θα μπορούσαν να προσαφθούν και στην προτεινόμενη με το άρθρο αυτό ρύθμιση.