• Σχόλιο του χρήστη 'Γ.Ασπράκη, Τ. Βακιρτζιάν, Ι.Χαλκιαδάκης (Π.Γ.Ηρακλείου)' | 5 Μαΐου 2020, 22:38

    Η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών και του σχολικού έργου αποτελεί μία κοινά αποδεκτή πρακτική που συμβάλλει στην προαγωγή τής εκπαιδευτικής διαδικασίας. Υπό την έννοια αυτή ο νόμος εισάγει μία απαραίτητη διαδικασία. Ωστόσο,σαφής προτεραιότητα θα πρέπει να δίνεται στο ίδιο το μάθημα. Οι παράλληλες δράσεις που υλοποιούνται στο πλαίσιο του σχολικού προγράμματος (π.χ. Ευρωπαϊκά προγράμματα, προγράμματα συνεργασίας μεταξύ σχολείων, συμμετοχή σε διαγωνισμούς, κ.τ.λ.) είναι συμπληρωματικές τού εκπαιδευτικού έργου. Επομένως, δεν θα πρέπει να προσανατολίζεται η εκπαιδευτική διαδικασία, και οι εκπαιδευτικοί, σε μία αέναη αναζήτηση μοριοδοτούμενων δράσεων, προκειμένου να εξασφαλιστεί η θετική αξιολόγηση εκπαιδευτικών και σχολικών μονάδων. Προτείνεται ο ορισμός ενός ανώτατου ορίου μοριοδότησης από καινοτόμες δράσεις, εκπαιδευτικά προγράμματα κ.τ.λ. Με τον τρόπο αυτό, κάθε εκπαιδευτικός θα μπορεί να επιλέξει έναν περιορισμένο αριθμό δράσεων τις οποίες θα μπορεί να υλοποιήσει ή στις οποίες είναι δυνατό να συμμετέχει. Σημειώνουμε επίσης ότι το εκπαιδευτικό σύστημα αδυνατεί να καλύψει τα σχολεία με καθηγητές για 2 έως 4 ώρες εβδομαδιαίως, προκειμένου όλοι οι εκπαιδευτικοί τού Πρότυπου Σχολείου να μπορούν να υλοποιήσουν προγράμματα, όπως οι όμιλοι αριστείας. Θα πρέπει, επομένως, να ληφθούν υπόψη οι -καθόλου σπάνιες- περιπτώσεις εκπαιδευτικών οι οποίοι, ενώ έχουν τη διάθεση να υλοποιήσουν καινοτόμες δράσεις, δεν έχουν τη δυνατότητα, καθώς είναι υποχρεωμένοι να καλύπτουν το πλήρες διδακτικό τους ωράριο. Θεωρούμε επίσης απαραίτητο να γνωστοποιούνται εκ των προτέρων τα κριτήρια και η διαδικασία αξιολόγησης στους εμπλεκόμενους εκπαιδευτικούς. Τέλος, προκαλεί προβληματισμό ο ρόλος τού Σχολικού Συντονιστή Εκπαιδευτικού Έργου στη διαδικασία αξιολόγησης των εκπαιδευτικών, καθώς μπορεί να πυροδοτήσει κλίμα αρνητικού ανταγωνισμού και κακόβουλων αντιπαραθέσεων μεταξύ των συναδέλφων.