• ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΣΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΗΝ ΔΙΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΩΝ ΚΕΔΑΣΥ-ΣΔΕΥ-ΔΕΥ Η εκπαιδευτική πολιτική σε όλη την Ευρώπη μετά την Διακήρυξη της Σαλαμάνκα (1994), την παγκόσμια αναγνώριση των δικαιωμάτων των παιδιών (UNESCO, 1994), τη Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού (ΟΗΕ, 1989), καθώς και τη Σύμβαση για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες (ΟΗΕ, 2006, επικύρωση από το Ελληνικό Κράτος με το νόμο 4074/2012) συνδέεται με τη συμπεριληπτική εκπαίδευση και στοχεύει στην επίτευξη της κοινωνικής αποδοχής όλων ανεξαιρέτως των ατόμων. Οι μαθητές με αναπηρίες δεν αντιμετωπίζουν μόνο χρόνια σωματικά/κινητικά, νοητικά-γνωστικά, ψυχοκοινωνικά ή αισθητηριακά προβλήματα αλλά και περιβαλλοντικά και συστημικά εμπόδια, που προέρχονται από την οργάνωση του χώρου και των μεθόδων στην εκπαίδευση για αρτιμελείς και “τυπικούς” μαθητές και μπορούν να παρεμποδίσουν την πλήρη και αποτελεσματική συμμετοχή τους στην σχολική ζωή. Η ένταξη των παιδιών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες ή αναπηρία στα σχολεία γενικής εκπαίδευσης μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο με την κατάλληλη διεπιστημονική υποστήριξη. Η ανάγκη για διεπιστημονική αξιολόγηση και υποστήριξη μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες και/ή αναπηρία, στο πλαίσιο των σχολικών μονάδων ειδικής και γενικής αγωγής και εκπαίδευσης, είναι πλέον πανθομολογούμενη και χαρακτηριστικό είναι ότι διαχρονικά στην ονομασία και τους ορισμούς των δομών υποστήριξης της εκπαίδευσης στη χώρα μας (ΚΔΑΥ-ΚΕΔΔΥ-ΚΕΣΥ-ΚΕΔΑΣΥ-ΣΔΕΥ-ΕΔΕΑΥ-ΔΕΥ κλπ), ο όρος ΔΙΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ είναι ίσως ο μόνος που δεν αλλάζει ποτέ... Η Διεπιστημονικότητα στην εκπαίδευση αποτελεί μέθοδο για αποτελεσματική και ολοκληρωμένη αντιμετώπιση σύνθετων προβλημάτων, που προκαλούν εμπόδια στη συμμετοχή μαθητών στην σχολική ζωή. Προφανώς η διεπιστημονικότητα δεν αποτελεί άθροισμα διαφόρων επιστημών (Πολυεπιστημονικότητα), ούτε μια έννοια που ισοπεδώνει τους διάφορους κλάδους και λειτουργεί σαν μήξη αυτών (Διαεπιστημονικότητα). Κάθε κλάδος διατηρεί στα πλαίσια των διεπιστημονικών προσεγγίσεων την ιδιαιτερότητα και τα χαρακτηριστικά του, ενώ κάθε ειδικός συνεισφέρει στην αναγνώριση, αξιολόγηση και αντιμετώπιση των θεμάτων από την δική του εξειδικευμένη σκοπιά. Η ένταξη των παιδιών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες ή αναπηρία στα σχολεία γενικής εκπαίδευσης μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο με την κατάλληλη διεπιστημονική υποστήριξη. Πόσο όμως διεπιστημονική είναι η λειτουργία των παραπάνω δομών , έως τώρα αλλά και με αφορμή το υπό διαβούλευση ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ του ΥΠΑΙΘ με τίτλο «ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ ΤΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ, ΕΝΔΥΝΑΜΩΣΗ ΤΩΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ». ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΚΕΔΑΣΥ ΚΑΙ ΤΗΝ ΔΙΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΤΟΥΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ Τόσο στον προηγούμενο νόμο όσο και στο παρόν σχέδιο νόμου για ακόμη μια φορά υποβιβάζεται ο ρόλος του λογοθεραπευτή/εργοθεραπευτή/φυσικοθεραπευτή και επιτρέπει την παρουσία τους μόνο κατά περίπτωση μετά από παραπομπή της τριμελούς ομάδας. Δηλαδή, η αξιολόγηση των παραπάνω ειδικών πραγματοποιείται μόνο εφόσον αποφασιστεί από άλλες ειδικότητες χωρίς την ενεργή επιστημονική συμμετοχή τους και χωρίς καμία πρόβλεψη των επιστημονικών κριτηρίων βάσει των οποίων χρήζει ο μαθητής λογο/εργο/φυσικοθεραπευτικής αξιολόγησης. Με αυτόν τον τρόπο η παραπομπή του μαθητή πραγματοποιείται αυθαίρετα, συχνά από άλλες ειδικότητες με μικρή εμπειρία στην ειδική αγωγή, αποκλείοντας την ισότιμη συμμετοχή του λογο/εργο/φυσικοθεραπευτή στη διεπιστημονική ομάδα, ο οποίος είναι ήδη διορισμένος στην ίδια υπηρεσία. Έτσι, παρατηρείται το φαινόμενο ο λογο/εργο/φυσικοθεραπευτής να συμμετέχει απλά ως διερευνητής σε διεπιστημονικές υποομάδες, που δεν έχουν μόνιμο χαρακτήρα και στις οποίες ο αριθμός, η σύνθεση, το έργο και η διάρκειά τους μεταβάλλονται χωρίς σαφή προσανατολισμό. Ωστόσο, η πολυετής εμπειρία έχει αναδείξει ότι η παραπομπή ενός μαθητή σε λογο/εργο/φυσικοθεραπευτή από άλλες ειδικότητες, για αξιολόγηση ή υποστήριξη, πραγματοποιείται κυρίως στις βαριές περιπτώσεις δηλ. σε μαθητές με έντονες δυσκολίες. Τι συμβαίνει όμως για τις περιπτώσεις μαθητών που αδικούνται, δηλ. ξεφεύγουν από τα αδρά κριτήρια τις τριμελούς διεπιστημονικής; Σε πολλές περιπτώσεις οι γλωσσικές, επικοινωνιακές και κινητικές δεξιότητες των μαθητών αξιολογούνται επιφανειακά και δεν υποστηρίζονται κατάλληλα. Ακόμα και οι φαινομενικά ήπιες δυσκολίες μπορεί να υποκρύπτουν άλλες δυσκολίες που μπορεί μόνο ο ειδικός να κρίνει. Με τον ισχύοντα νόμο αποκλείονται οι παραπάνω ειδικότητες που υπηρετούν ήδη στα νεοσύστατα ΚΕ.Δ.Α.Σ.Υ. και η δυνατότητά τους να κρίνουν από μόνες τους ποιοι μαθητές χρήζουν λογο/εργο/φυσικοθεραπευτικής αξιολόγησης και υποστήριξης. Η κάθε ειδικότητα, η οποία διαθέτει επαγγελματικό προφίλ και επαγγελματικά δικαιώματα γνωρίζει από την πλευρά της το πεδίο παρέμβασής της. Επιπλέον, έχει παρατηρηθεί εμπειρικά ότι στις υπηρεσίες δημιουργούνται παιχνίδια εξουσίας, αντισυναδελφικές συμπεριφορές και ανισότητες, σαφώς εις βάρος μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες και αναπηρίες, όταν αποφασίζουν άλλοι για άλλες ειδικότητες. Οι ειδικότητες του λογοθεραπευτή εργοθεραπευτή και φυσικοθεραπευτή πολύ συχνά βρίσκονται στα φυσικά όρια των δυνατοτήτων τους προσπαθώντας να συνεργαστούν με πολλές ομάδες και αξιολογώντας μαθητές σε πολύ μεγαλύτερο αριθμό μέχρι και 40% συγκριτικά με άλλους συνάδελφος που ανήκουν σε υπομάδες. Η παραπάνω πρακτική της τριμελούς ομάδας ταυτίζεται με μία αυστηρά δομημένη και άκαμπτη διεπιστημονική ομάδα, η οποία δεν έχει την ευελιξία μιας δυναμικής αξιολόγησης μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες. Ο αριθμός τρία σε μία διεπιστημονική ομάδα θεωρείται αυθαίρετος συγκριτικά με τα προηγμένα κράτη της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης, της Αμερικής και της Αυστραλίας τα οποία δεν αποκλείουν και δεν εμποδίζουν την ευελιξία και τη δυναμική αξιολόγηση μαθητών σεβόμενοι τα επαγγελματικά δικαιώματα και το επαγγελματικό προφίλ της κάθε ειδικότητας. Για όλους τους παραπάνω λόγους προτείνουμε να προστεθούν τα παρακάτω στο εδάφιο 4 ως εξής*: ΠΡΟΤΑΣΗ ΓΙΑ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ Άρθρου 51, παρ.4 “Διαγνωστικοί, αξιολογικοί και υποστηρικτικοί φορείς για τους μαθητές με αναπηρία και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες – Αντικατάσταση του άρθρου 4 του ν. 3699/2008” 4 “Η αξιολόγηση πραγματοποιείται από διεπιστημονική ομάδα, που απαρτίζεται από εκπαιδευτικούς ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης (Ε.Α.Ε.) πρωτοβάθμιας ή δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και τα μέλη του Ειδικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού (Ε.Ε.Π.), οι οποίοι υπηρετούν στο οικείο ΚΕ.Δ.Α.Σ.Υ. ή σε άλλο ΚΕ.Δ.Α.Σ.Υ. της Περιφερειακής Διεύθυνσης Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης. Η κάθε νέα παραπομπή, με τα υπάρχοντα στοιχεία του αναπτυξιακού, ιατρικού, κοινωνικού και εκπαιδευτικού ιστορικού ή τα όποια στοιχεία παραπομπής, τίθεται υπ όψη των μελών της διεπιστημονικής ομάδας, που αποτελείται από όλες τις ειδικότητες που υπηρετούν στο ΚΕΣΑΣΥ, πριν την συνεδρίαση της για προγραμματισμό της αξιολόγησης-παρέμβασης. Κατά τη συνεδρίαση διατυπώνεται από κάθε ειδικότητα αιτιολογημένα η ανάγκη ή όχι για συμμετοχή στην διαδικασία και προγραμματίζονται τα ραντεβού. Εάν μετά την αρχική αξιολόγηση προκύψει ανάγκη εξέτασης και από άλλη ειδικότητα καλείται να την διενεργήσει”. ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΑ άρθρα 3 και 9 όπου γίνεται αναφορά στα ΚΕΔΑΣΥ ως περιφερειακές υπηρεσίες. Η προσθήκη επιπλέον φυσικών προσώπων αλλά και διοικητικών μηχανισμών στα πλαίσια της εκπαιδευτικής αλυσίδας θα δημιουργήσει ένα δύσκαμπτο στην λειτουργία διοικητικό μηχανισμό που θα δημιουργήσει προβλήματα στην επικοινωνία και την λειτουργία της εκπαίδευσης. Η ενδυνάμωση συλλόγων εκπαιδευτικών και συνεργασιών μεταξύ διαφορετικών ειδικοτήτων είναι αυτή που θα δημιουργήσει τις συνθήκες εκείνες για την ενδυνάμωση της εκπαίδευσης και την εξυπηρέτηση των ωφελούμενων. Οι σύνθετοι διοικητικοί μηχανισμοί που μάλλον θα προκύψουν θα δημιουργήσουν προβλήματα στην λειτουργία της εκπαιδευτικής κοινότητας αλλά και σε οποιαδήποτε προσπάθεια αξιολόγησης και αποτίμησης του εκπαιδευτικού έργου. ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΣΔΕΥ ΚΑΙ ΔΕΥ ΚΑΙ ΤΗΝ ΔΙΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΤΟΥΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ Τα παρόμοια που αναφέρονται παραπάνω ως προς τον ορισμό και την ανάγκη για διεπιστημονική λειτουργία ισχύουν και για το Άρθρο 15 που αφορά τα Σχολικά Δίκτυα Εκπαιδευτικής Υποστήριξης και Επιτροπές Διεπιστημονικής Υποστήριξης σχολικών μονάδων της γενικής και επαγγελματικής εκπαίδευσης, αλλά και το Άρθρο 14 που αφορά τις Επιτροπές Διεπιστημονικής Υποστήριξης των Σχολικών Μονάδων Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης (ΣΜΕΑΕ). Στο μεν Άρθρο 15 δεν προβλέπεται η συμμετοχή των “λοιπών” ειδικοτήτων ΕΕΠ-ΕΒΠ και σε συνέχεια ούτε στο στην παρ. 4 προβλέπεται η σύσταση θέσεων πλην ΠΕ23 και ΠΕ30, παρ όλο που επί πολλά χρόνια συνάδελφοι αναπληρωτές ΕΒΠ και ΠΕ25 Σχολικοί Νοσηλευτές προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σε μαθητές που το έχουν ανάγκη μέσα στην σχολική τάξη. Στο δε Άρθρο 14 αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι “Στις συνεδριάσεις της Ε.Δ.Υ. μπορεί να καλούνται να συμμετέχουν χωρίς δικαίωμα ψήφου και μέλη του Ε.Ε.Π. της ίδιας ή άλλης ειδικότητας”. Δηλαδή πρώτον με τη μέθοδο της ψηφοφορίας προβλέπει να λαμβάνονται αποφάσεις για το εκπαιδευτικό μέλλον μαθητών ενώ το ΕΕΠ λοιπών ειδικοτήτων (εργοθεραπευτές, λογοθεραπευτές, φυσιοθεραπευτές, νοσηλευτές, κ.ά.) που παρακολουθούν και προσφέρουν σε τακτική βάση υποστηρικτικά προγράμματα στον μαθητή δεν μπορούν να έχουν ψήφο και λόγο... Πόσο διεπιστημονική είναι μια τέτοια λειτουργία... ΠΡΟΤΑΣΗ ΓΙΑ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ Άρθρου 14 Επιτροπές Διεπιστημονικής Υποστήριξης των Σχολικών Μονάδων Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης ΑΡΘΡΟ 14, παρ.1 1.“Σε κάθε Σ.Μ.Ε.Α.Ε. λειτουργεί Επιτροπή Διεπιστημονικής Υποστήριξης (Ε.Δ.Υ.), η οποία συγκροτείται με απόφαση του διευθυντή ή προϊσταμένου της Σ.Μ.Ε.Α.Ε. και αποτελείται από: α) τον διευθυντή ή προϊστάμενο της Σ.Μ.Ε.Α.Ε. με τον αναπληρωτή του, ως πρόεδρο, καθώς και από εκπαιδευτικούς ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης (Ε.Α.Ε.) πρωτοβάθμιας ή δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και τα μέλη του Ειδικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού (Ε.Ε.Π.), οι οποίοι υπηρετούν στην ΣΜΕΑΕ και προσφέρουν βάση του ΕΩΠ τους εκπαιδευτικές ή υποστηρικτικές υπηρεσίες στον εκάστοτε μαθητή που αφορά η συνεδρίαση”. ΠΡΟΤΑΣΗ ΓΙΑ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ Άρθρου 15 Σχολικά Δίκτυα Εκπαιδευτικής Υποστήριξης και Επιτροπές Διεπιστημονικής Υποστήριξης σχολικών μονάδων της γενικής και επαγγελματικής εκπαίδευσης 3. Η Ε.Δ.Υ. συνιστάται και συγκροτείται με απόφαση του Περιφερειακού Διευθυντή Εκπαίδευσης και αποτελείται από τα ακόλουθα μέλη, τα οποία ορίζονται με τους αναπληρωτές τους: α) Τον διευθυντή ή προϊστάμενο της σχολικής μονάδας, ως πρόεδρο, ο οποίος αναπληρώνεται από τον νόμιμο αναπληρωτή του. β) Έναν εκπαιδευτικό Ε.Α.Ε. του Τ.Ε. ή, αν δεν υπάρχει, έναν εκπαιδευτικό με εξειδίκευση στην Ε.Α.Ε. ή έναν εκπαιδευτικό παράλληλης στήριξης - συνεκπαίδευσης που υπηρετεί στη σχολική μονάδα, με τον αναπληρωτή του. Ο αναπληρωτής είναι πρόσωπο που διαθέτει τις ίδιες ιδιότητες. Ο εκπαιδευτικός του Τ.Ε. με εξειδίκευση στην Ε.Α.Ε. δύναται να αναπληρώνεται και από εκπαιδευτικό με εξειδίκευση στην Ε.Α.Ε. ή από εκπαιδευτικό παράλληλης στήριξης - συνεκπαίδευσης που υπηρετεί στη σχολική μονάδα, αν δεν υφίσταται άλλος εκπαιδευτικός με όμοια ιδιότητα. γ) Έναν ψυχολόγο του κλάδου ΠΕ23. δ) Έναν κοινωνικό λειτουργό του κλάδου ΠΕ30. ε) Μέλη ΕΕΠ(ΠΕ25) ή ΕΒΠ που υπηρετούν στο σχολείο στα πλαίσια προγράμματος υποστήριξης μαθητή/τών. στ) Μέλη ΕΕΠ (ΠΕ21, ΠΕ28, ΠΕ29, ΠΕ31), ή Εκπαιδευτικούς ειδικής αγωγής ειδικοτήτων που δεν υπηρετούν στη σχολική μονάδα αλλά κρίνεται απαραίτητη η συμμετοχή τους στην διαδικασία αξιολόγησης ή/και υποστήριξης του μαθητή. Οι παραπάνω επιλέγονται από προσωπικό που υπηρετεί στο οικείο ΚΕΔΑΣΥ ή στην περιοχή εκπαίδευσης . Για την επιλογή των τακτικών και αναπληρωματικών μελών των περ. γ΄ και δ΄ η απόφαση του πρώτου εδαφίου εκδίδεται έπειτα από γνώμη του ΚΕ.Δ.Α.Σ.Υ.. Για την επιλογή του τακτικού και αναπληρωματικού μέλους της περ. β΄ η απόφαση του πρώτου εδαφίου εκδίδεται έπειτα από γνώμη του διευθυντή ή προϊσταμένου της σχολικής μονάδας.