• Σχόλιο του χρήστη 'Γιώργος Περδίκης' | 15 Απριλίου 2011, 08:46

    H δημιουργία μια ενιαίας δομής στήριξης του εκπαιδευτικού έργου σε επίπεδο περιφερειακής ενότητας (νομού) είναι προς τη σωστή κατεύθυνση. Αν μια τέτοια δομή λειτουργήσει σωστά, θα γίνει εφικτό να αξιοποιηθούν περισσότερο αποτελεσματικά η συσσωρευμένη εμπειρία των σημερινών στελεχών, οι υποδομές που έχουν στηθεί, το εκπαιδευτικό υλικό που έχει παραχθεί κ. ά. πόροι που σήμερα δεν αξιοποιούνται όσο θα έπρεπε. Kαμιά δομή ή θεσμός που λειτουργούν σήμερα δεν είναι περιττός. Οι «συνεργατικές» δράσεις που θα μπορούσαν να προκύψουν με έναν ενιαίο συντονισμό, θα έχουν πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα και θα βελτιώσουν την ποιότητα του έργου που παρέχουν τα σημερινά στελέχη. Το στοίχημα θεωρώ ότι είναι περισσότερο στον τρόπο που θα στηθεί και θα λειτουργήσει μια τέτοια δομή ώστε να μην κυριαρχήσουν οι αντιθέσεις και οι διαφορετικές νοοτροπίες, αλλά να προκύψει μια γόνιμη σύνθεση. Παραδείγματα καλών πρακτικών συνεργασίας υπάρχουν και σήμερα αρκετά (π.χ. μεταξύ Υπεύθυνων Σχ. Δραστηριοτήτων Α/θμιας και Β/θμιας, μεταξύ Σχ. Συμβούλων και ΕΚΦΕ, μεταξύ ΚΠΕ και διαφόρων στελεχών κλπ). Στο πλαίσιο αυτό εκτιμώ ότι και τα ΚΠΕ θα πρέπει, τουλάχιστον ως προς το επιμορφωτικό τους έργο, να ενταχθούν στην ίδια δομή ή να έχουν κάποιου είδους οργανική σύνδεση με αυτή ώστε να συνεισφέρουν περισσότερο στη συνολική προσπάθεια στήριξης και καθοδήγησης του εκπαιδευτικού έργου με τις υποδομές τους και την εμπειρία της μέχρι τώρα λειτουργίας τους. Σε ότι αφορά τους θεσμούς των κάθε είδους Υπεύθυνων (ΣΕΠ, ΠΕ, ΑΥ, ΠΔ, ΕΚΦΕ, ΠΛΗΝΕΤ) θα ήθελα να παρατηρήσω ότι η καθιέρωση τους αποτέλεσε για την πολιτεία μια πρακτική με την οποία, με ελάχιστο κόστος, ανταποκρίθηκε σε πραγματικές ανάγκες της εκπαίδευσης και εισήγαγε νεωτερισμούς και καινοτομίες που ορισμένες αποτελούν τα μοναδικά φωτεινά σημάδια μέσα στη χρόνια κρίση του εκπαιδευτικού μας συστήματος. Σε πολλές περιπτώσεις με τον ορισμό ενός μόνο Υπεύθυνου (αποσπασμένου εκπαιδευτικού) μπόρεσε να ανταποκριθεί στοιχειωδώς αλλά συχνά με πολύ καλό αποτέλεσμα, στην ανάγκη ενημέρωσης, επιμόρφωσης και εμψύχωσης των εκπαιδευτικών μιας περιοχής αλλά και κινητοποίησης της σχολικής κοινότητας και της τοπικής κοινωνίας σχετικά με ένα θέμα, συνήθως σημαντικό και σύνθετο όπως είναι το περιβάλλον, η υγεία, ο επαγγελματικός προσανατολισμός, ο πολιτισμός, οι νέες τεχνολογίες, το εργαστήριο Φυσικών Επιστημών). Θα αναφέρω ως παράδειγμα το ιστορικά διαπιστωμένο γεγονός ότι μόλις 2-3 χρόνια μετά τον ορισμό των πρώτων Υπεύθυνων Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης το 1991, παρατηρήθηκε μια εκρηκτική εξάπλωση των προγραμμάτων Π.Ε. και άρχισαν, για πρώτη φορά σε σημαντική κλίμακα, να εισάγονται στην εκπαιδευτική πράξη μέθοδοι και πρακτικές της προοδευτικής εκπαίδευσης όπως τα project ή σχέδια εργασίας, ενεργητικές και βιωματικές τεχνικές, ομαδοσυνεργατικές διαδικασίες μάθησης, γίνονταν λόγος για διεπιστημονική προσέγγιση, για εκπαίδευση στο ύπαιθρο κ. ά. πρωτόγνωρα για το εκπαιδευτικό μας σύστημα.. Δεν είναι τυχαίο και έχει επισημανθεί από πολλούς ερευνητές της εκπαίδευσης, ότι ακόμη και πολλά χρόνια μετά από αυτό το ορόσημο, οι περισσότεροι εκπαιδευτικοί αποκαλούσαν το project “μέθοδο της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης». Ταυτόχρονα από την ίδια περίπου εποχή άρχισαν να γίνονται, με πρωτοβουλίες των πρώτων Υπεύθυνων, σεμινάρια όπου κυριαρχούσε η εργαστηριακή μορφή επιμόρφωσης (workshop) και όχι οι συνηθισμένες διαλέξεις, μια πρακτική που επέσυρε πάντοτε θετικά σχόλια από τους εκπαιδευτικούς και συνεχίζεται σήμερα στα ΚΠΕ αλλά και σε άλλες δομές. Τα θετικά αυτά στοιχεία της εισαγωγής του θεσμού των Υπεύθυνων Π.Ε. συνεχίστηκαν και ενδυναμώθηκαν με τους άλλους θεσμούς Υπεύθυνων που σταδιακά καθιερώθηκαν. Με την εξέλιξη αυτή, διαθέτει σήμερα το εκπαιδευτικό μας σύστημα έναν όχι ευκαταφρόνητο αριθμό «αδιαβάθμητων στελεχών εκπαίδευσης», όπως μας αποκαλούσε ένα παλαιότερος Διευθυντής Σπουδών του ΥΠΕΠΘ, που όμως διαθέτουν μια υπολογίσιμη εμπειρία και έχουν καταγράψει ένα ορατό έργο σε εισαγωγή καινοτομιών, επιμόρφωση, εμψύχωση και κινητοποίηση εκπαιδευτικών, εκπαιδευτικό υλικό, ερευνητικές εργασίες κλπ. Κατά τη γνώμη μου η μορφή αυτή «στελέχους», που η εύκολη υιοθέτησή της από το εκπαιδευτικό σύστημα για να εξυπηρετήσει ποικίλες ανάγκες δείχνει και την επιτυχία του μοντέλου, έχει δύο κύρια χαρακτηριστικά: το χαμηλό κόστος και την άμεση αξιοποίηση εκπαιδευτικών με προσόντα και ειδικές γνώσεις και κυρίως με διάθεση να προσφέρουν σε έναν τομέα. Όσοι βλέπουν στους θεσμούς των Υπεύθυνων υπαλλήλους που «βολεύτηκαν σε μια θέση» θα πρέπει να δουν και την άλλη άκρη του νήματος: ότι υπάρχουν άνθρωποι που υπηρετούν για πολλά χρόνια με ζήλο και αυταπάρνηση το θεσμό στον οποίο τάχθηκαν, με μόνο πραγματικό κίνητρο την εκπλήρωση των παιδαγωγικών τους ανησυχιών και χωρίς καμιά ουσιαστική κατοχύρωση και αναγνώριση από την Πολιτεία. Θα είναι πράγματι ακατανόητο αν οι επιχειρούμενες και σήμερα αλλαγές δεν αξιοποιήσουν και δεν στηριχθούν και στην εμπειρία αυτών των στελεχών. Για παράδειγμα, η σχεδιαζόμενη υποχρεωτική εισαγωγή των project στο Γυμνάσιο και στην Α΄ Λυκείου, μπορεί πολλαπλά να επωφεληθεί από την τεράστια εμπειρία και το υλικό που έχει συσσωρευτεί από τα προγράμματα όλων των Σχολικών Δραστηριοτήτων, όπου μπορούν να αναζητηθούν τόσο καλές πρακτικές όσο και στοιχεία και παραδείγματα που πρέπει να αποφευχθούν. Θα ήθελα ωστόσο να επισημάνω, ότι οι θεσμοί Υπεύθυνων κάθε είδους, που η συνολικά θετική καταγραφή τους δεν αμφισβητείται από ένα καλόπιστο γνώστη των εκπαιδευτικών μας πραγμάτων (παρά την έλλειψη συστηματικής αξιολόγησης), με τη σημερινή μορφή, των αποσπασμένων εκπαιδευτικών χωρίς καμιά ουσιαστική κατοχύρωση, έχει εξαντλήσει τα όριά της: το έργο τους γίνεται όλο και πιο δύσκολο και η τάση των εκπαιδευτικών αρχών να τους επιφορτίζουν με διαρκώς και περισσότερα γραφειοκρατικά καθήκοντα (αυτό τουλάχιστον συμβαίνει στην περίπτωση των Υπεύθυνων Σχολικών Δραστηριοτήτων) απειλεί να ακυρώσει το ρόλο τους που πρέπει να είναι περισσότερο κοντά στα σχολεία, τους εκπαιδευτικούς και τους μαθητές. Η σχεδιαζόμενη ενιαία δομή στήριξης του εκπαιδευτικού έργου θα είναι επιτυχής αν μπορέσει να ενσωματώσει όλη αυτή την ποικιλία των καθοδηγητικών στελεχών και να αναδείξει και να ενδυναμώσει τα θετικά από παιδαγωγική άποψη στοιχεία του ρόλου τους. Γιώργος Περδίκης, Υπεύθυνος Π.Ε. Δ/θμιας Εκπ/σης Πιερίας