• Σχόλιο του χρήστη 'Αλεξία Κοκκινου' | 24 Μαρτίου 2015, 13:04

    κ.Υπουργέ Όπως έχει κριθεί από το Συμβούλιο της Επικρατείας, από τη συνταγματική αρχή της διάκρισης των λειτουργιών (άρθρο 26) και τις συνταγματικές διατάξεις περί συγκροτήσεως και αποστολής της κυβέρνησης (άρθρα 81 επ.) καθώς και περί οργανώσεως της διοίκησης (άρθρο 101) και υπηρεσιακής κατάστασης των οργάνων της διοίκησης (άρθρο 103 επ.) συνάγεται ότι η γενική οργάνωση του κράτους γίνεται κατά τρόπο ορθολογικό, ορθολογική δε είναι επίσης και η οργάνωση της δημόσιας διοίκησης στηριζόμενη στις αρχές και τα πορίσματα της διοικητικής επιστήμης η οποία περιέχει αφενός οργανωτικές αρχές κοινές για κάθε οργάνωση (δημόσια και ιδιωτική) και αφετέρου αρχές που προσιδιάζουν μόνο στις δημόσιες οργανώσεις, όπως είναι οι υπηρεσίες του κράτους και των ν.π.δ.δ. Ως εκ τούτου, οι μεταβολές που επιχειρεί ο νομοθέτης στις δομές της δημόσιας διοίκησης πρέπει να είναι προϊόν εμπεριστατωμένης μελέτης, βασιζόμενης στις αρχές της διοικητικής επιστήμης, ώστε να τεκμηριώνεται ότι οι νέες ρυθμίσεις είναι ορθολογικές, διαρκείς και αποτελεσματικές και όχι περιστασιακές, αποσπασματικές και εξυπηρετικές άλλων σκοπών μη σχετιζομένων με τις απορρέουσες από το Σύνταγμα αρχές (βλ. σχετικά Π.Ε. 44/2000, 528/1999. Για την εκ του Συντάγματος απορρέουσα αρχή της ορθολογικής οργάνωσης στη δικαιοσύνη βλ. Πρακτικό Ολομ. ΣτΕ 1/2008). Εν προκειμένω ο κοινός νομοθέτης μέσα σε χρονικό διάστημα μικρότερο των δύο ετών προέβη στην κατάργηση και την επανασύσταση της Δημοτικής Αστυνομίας. Ειδικότερα, με το άρθρο 81 παρ. 1 του ν. 4172/2013 καταργήθηκε από 23.9.2013 το σύνολο των θέσεων των κλάδων ΠΕ Δημοτικής Αστυνομίας, ΤΕ Δημοτικής Αστυνομίας, ΔΕ Δημοτικής Αστυνομίας και ΥΕ Δημοτικής Αστυνομίας. Οι υπάλληλοι, των οποίων οι θέσεις καταργήθηκαν, εντάχθηκαν στο πρόγραμμα κινητικότητας, σύμφωνα με την υποπαράγραφο Ζ.2 του ν. 4093/2012 (Α’ 222). Όπως δε προκύπτει από τις προπαρασκευαστικές εργασίες του νόμου (Πρακτικά Συνεδριάσεων της Ολομελείας της Βουλής των Ελλήνων), η κατάργηση του θεσμού της Δημοτικής Αστυνομίας υπαγορεύθηκε αφ’ ενός μεν από την ανάγκη επιτεύξεως των ποσοτικών στόχων εν σχέσει με τις μειώσεις του αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων, που περιλαμβάνονται στα Μνημόνια, αφ’ ετέρου δε από την εκτίμηση ότι ο θεσμός αυτός δεν απέδωσε τα αναμενόμενα (πρβλ. ΣτΕ 15/2015). Εντούτοις, με το άρθρο 25 του σχεδίου νόμου «Εκδημοκρατισμός της διοίκησης - Καταπολέμηση Γραφειοκρατίας και Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση - Αποκατάσταση Αδικιών και άλλες διατάξεις», καταργούνται στην Ελληνική Αστυνομία οι θέσεις των πρώην δημοτικών αστυνομικών που είχαν συσταθεί με την υπ’ αριθμ. 6000/2/5250/8-π΄ από 12.12.2014 απόφαση του Προϊσταμένου Κλάδου Διοικητικής Υποστήριξης και Ανθρώπινου Δυναμικού/Α.Ε.Α. (ΦΕΚ Β΄ 3595) και επανασυστήνονται αυτοδίκαια οι θέσεις και κλάδοι Δημοτικής Αστυνομίας, που είχαν καταργηθεί με την παρ. 1 του άρθρου 81 του ν. 4172/2013. Σύμφωνα με την Αιτιολογική έκθεση του ανωτέρω σχεδίου νόμου: «Η ρύθμιση επανασύστασης κλάδων της Δημοτικής Αστυνομίας, η οποία συντάχθηκε λαμβάνοντας υπόψη και τις σχετικές προτάσεις της ΚΕΔΕ, μετά από διαβούλευση με τους εμπλεκόμενους φορείς και συνεννόηση με τα συναρμόδια υπουργεία, κρίνεται απαραίτητη, καθώς πρόκειται για μια υπηρεσία η οποία είναι ιδιαίτερα χρήσιμη για την καθημερινή ζωή των πολιτών και προσπορίζει σημαντικά οικονομικά έσοδα στους δήμους». Όμως οι εν λόγω ρυθμίσεις είναι αντίθετες προς το Σύνταγμα, δεδομένου ότι οι μεταβολές τις οποίες επιφέρουν στην υπηρεσιακή κατάσταση των πρώην Δημοτικών Αστυνομικών που μετατάχθηκαν στην ΕΛ.ΑΣ., δεν συνοδεύονται από εμπεριστατωμένη μελέτη που να έχει συνταχθεί επί τη βάσει των αρχών και των πορισμάτων της διοικητικής επιστήμης και να τεκμηριώνουν την ανάγκη μεταβολής τού μόλις πριν από δεκαοκτώ μήνες θεσπισθέντος άρθρου 81 του ν. 4172/2013. Ειδικότερα, δεν υπάρχει κανένα στοιχείο από το οποίο να προκύπτει αφενός ότι έχουν επιτευχθεί οι ποσοτικοί στόχοι εν σχέσει με τις μειώσεις του αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων που περιλαμβάνονται στα Μνημόνια, αφ’ ετέρου ότι όχι απλώς έχει ανατραπεί η εκτίμηση ότι ο θεσμός της Δημοτικής Αστυνομίας δεν απέδωσε τα αναμενόμενα, αλλά ότι έχουμε φθάσει στο εντελώς άλλο άκρο, δηλαδή στην εκτίμηση ότι η επανασύσταση της Δημοτικής Αστυνομίας κρίνεται απαραίτητη, καθώς πρόκειται για μια υπηρεσία η οποία είναι ιδιαίτερα χρήσιμη για την καθημερινή ζωή των πολιτών και προσπορίζει σημαντικά οικονομικά έσοδα στους δήμους. Κατόπιν αυτού οι διατάξεις αυτές είναι ανίσχυρες ως αντισυνταγματικές.Επιπλέον ο αποκλεισμός από των πρώην δημοτικών αστυνομικών που τοποθετήθηκαν στα Καταστήματα Κράτησης και στις άλλες υπηρεσίες, καταδεικνύει το έλλειμα ισονομίας μεταξύ υπαλλήλων που μετείχαν στην ίδια προκύρηξη του ΑΣΕΠ. Η μόνη περίπτωση να μην κριθούν αντισυνταγματικές οι συγκεκριμένες διατάξεις είναι εφόσον δοθεί η διαζευκτική ευχέρεια στους ενδιαφερόμενους είτε να επιστρέψουν στους Δήμους είτε να παραμείνουν στην Ελληνική Αστυνομία. Ταυτόχρονα, είναι αναγκαίο να εκδοθεί άμεσα το προεδρικό διάταγμα που προβλέπεται στη διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 81 του ν. 4172/2013, με το οποίο θα ρυθμίζονται τα θέματα σύστασης, οργάνωσης και λειτουργίας των Υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας, στις οποίες εντάσσονται οι πρώην Δημοτικοί Αστυνομικοί που έχουν μεταταγεί στην ΕΛ.ΑΣ., καθώς και τα ζητήματα ανάθεσης σε αυτούς επιπλέον αρμοδιοτήτων.