• Σχόλιο του χρήστη 'Αθανάσιος Σ.' | 15 Νοεμβρίου 2009, 16:24

    Πριν από οποιαδήποτε δημόσια τοποθέτηση που αφορά το σύστημα προσλήψεων στο δημόσιο απαιτείται να γράφονται συνοπτικά οι ιδιότητες του υποψηφίου που καταθέτει την άποψή του. Έτσι έχουμε μία ένδειξη του πόσο η απόψεις που παρουσιάζονται σχετίζονται με το ίδιο όφελος του γράφοντα ή όχι. Λοιπόν, είμαι απόφοιτος ελληνικού ΑΕΙ, κάτοχος μεταπτυχιακού, διδακτορικού, με 12 χρόνια προϋπηρεσία από τα οποία τουλάχιστο 6 στο ελληνικό δημόσιο με διάφορες συμβάσεις. Συνεπώς και με το προηγούμενο σύστημα την προσαύξησης του 50% οι πιθανότητες επιτυχίας σε κάποιο διαγωνισμό του δημοσίου ήταν σημαντικές. Εδώ και 3 έτη εργάζομαι ως ερευνητής σε πανεπιστήμιο του εξωτερικού, έχω συμμετάσχει σε διαδικασία του ΑΣΕΠ και έχω αρνηθεί μία φορά το διορισμό μου. Σχετικά με το καινούργιο σχέδιο νόμου έχω να σημειώσω τα εξής: 1. Κάθε σύστημα αξιολόγησης εμπεριέχει αδικίες αφού είναι βέβαιο πως ότι είναι δίκαιο για την κοινωνία δεν είναι πάντα δίκαιο και για το <>. 2. Πριν προχωρήσει κανείς σε κάποιο σύστημα αξιολόγησης οφείλει να απαντήσει σε ερωτήσεις που αφορούν το ρόλο της δημόσιας διοίκησης στην ελληνική κοινωνία. Εν συνεχεία τίθενται κατά τη γνώμη μου θεμελιώδη ερωτήματα όπως: Το ελληνικό δημόσιο οφείλει να προσλαμβάνει τον καλύτερο για τη συγκεκριμένη δουλειά ή αυτόν που έχει περισσότερους τίτλους σπουδών και αν ναι, γιατί σε απλές διοικητικές αλλά και επιστημονικές θέσεις να θεωρείται προσόν το μεταπτυχιακό και το διδακτορικό δίπλωμα? Το ελληνικό δημόσιο οφείλει να αμείβει κάποιον με βάση αυτό που παράγει η με βάση αυτό που δυνητικά μπορεί να παράγει, λόγω της ενδεχόμενης μεγαλύτερης επιστημονικής ειδίκευσης που υποδηλώνουν οι περισσότεροι τίτλοι σπουδών? Ποια είναι η απόδοση της επένδυσης του εκπαιδευτικού συστήματος όταν επιστήμονες για τους οποίους το ελληνικό δημόσιο έχει δαπανήσει μεγάλα κεφάλαια για την ειδίκευσή τους, εργάζονται σε θέσεις κατά πολύ υποδεέστερες των δυνατοτήτων τους, λαμβάνοντας μάλιστα τα επιπλέον επιδόματα που απορρέουν από τους τίτλους σπουδών? 3. Μερικές παρατηρήσεις σχετικά με τις διατάξεις του νέου νόμου. 3.1 Η κατάργηση της προσαύξησης του 50% είναι προς τη σωστή κατεύθυνση. Κανείς δεν μπορεί να τεκμηριώσει πως η εμπειρία σε κάποια δημόσια υπηρεσία είναι περισσότερο σημαντική από αυτή που αποκτάται στον ιδιωτικό τομέα. Το πρόβλημα είναι πως πολλοί επένδυσαν στην προσαύξηση αυτή και έκαναν τις αντίστοιχες επαγγελματικές επιλογές. Ως μέση λύση μπορεί να υπάρξει μία μεταβατική περίοδος ισχύος της προσαύξησης και μόνο για αυτούς που είχαν συμβάσεις με το ελληνικό δημόσιο μέσω διαδικασιών του ΑΣΕΠ, να μην ισχύει για παράδειγμα η προσαύξηση για αυτούς που εργάζονται στα ερευνητικά έργα των πανεπιστημίων αφού η πρόσληψή τους σε αυτά δεν έγινε με ανοιχτό διαφανή διαγωνισμό. 3.2 Η κατάργηση της συνάφειας των μεταπτυχιακών σπουδών είναι απαράδεκτη και αντιεπιστημονική. Αν και εφόσον οι επιπλέον τίτλοι σπουδών για ορισμένες θέσεις αποτελούν κριτήριο αξιολόγησης, το κριτήριο αυτό έχει νόημα μόνο όταν οι τίτλοι αυτοί είναι συναφείς με το αντικείμενο της θέσης. 3.3 Η ευνοϊκή μεταχείριση διαφόρων κατηγοριών πολιτών όπως, πολύτεκνοι, τρίτεκνοι, με εντοπιότητα, κλπ είναι αναχρονιστική, αντιεπιστημονική και υποδηλώνει πως ο διορισμός στο ελληνικό δημόσιο αποτελεί ένα είδος <> προς τις ομάδες αυτές, αδιαφορώντας για τις ικανότητες των εν λόγω υποψηφίων να παράγουν. Οι παραπάνω κατηγορίες μπορούν να ενισχυθούν με άλλους τρόπους (επιδόματα, υποτροφίες, κλπ) αλλά σε καμία περίπτωση με μία θέση στο ελληνικό δημόσιο. 3.4 Η θέσπιση του 50% των προκηρυσσομένων θέσεων για τις οποίες δεν θα λαμβάνεται εφεξής υπόψη η εμπειρία ως βαθμολογούμενο κριτήριο είναι απαράδεκτη, αντιεπιστημονική και βαθιά ΤΑΞΙΚΗ. Δεν υπάρχει καμία τεκμηρίωση γιατί για τις μισές θέσεις η εμπειρία αποτελεί κριτήριο και για τις άλλες όχι. Το μήνυμα που στέλνεται με τη διάταξη αυτή προς την κοινωνία είναι πως το μόνο που έχει σημασία είναι η απόκτηση τίτλων σπουδών και ως επιβράβευση η ελληνική κοινωνία παρέχει στους κατόχους μία μόνιμη θέση στο δημόσιο. Είναι προφανές πως μόνο οι εύπορες οικογένειες μπορούν να υποστηρίξουν μακροχρόνιες σπουδές αφού στη χώρα μας δεν υπάρχει στοιχειώδες σύστημα υποτροφιών. Είναι αδιανόητο κάποιος από τα πανεπιστημιακά έδρανα να μεταπηδάει στο ελληνικό δημόσιο χωρίς καμία εμπειρία από την αγορά εργασίας. Με το μέτρο αυτό που κατά τη γνώμη μου είναι και το αρνητικότερο, διασφαλίζεται πως το 50% των νέων δημοσίων υπαλλήλων θα συνεχίσουν να ζουν σε μία εικονική πραγματικότητα όπως συμβαίνει μέχρι σήμερα. Η ασφάλεια της οικογένειας αντικαθίσταται με τον καλύτερο τρόπο με την ασφάλεια του ελληνικού δημοσίου. 3.5 Η αύξηση του συντελεστή βαρύτητας του τεστ δεξιοτήτων είναι απαράδεκτη και αντιεπιστημονική. Πρέπει κανείς να προσπαθήσει πολύ για να βρει κάποια εξήγηση. Η μόνη που μπορώ να δώσω είναι πως οι σχεδιαστές του νόμου έχουν το άγχος να παρουσιάσουν κάποιες αλλαγές, ακόμη και όταν αυτές δεν έχουν καμία τεκμηρίωση. Το τεστ δεξιοτήτων, που προτάθηκε από το ΑΣΕΠ, ως αντιστάθμισμα, στην πίεση της προηγούμενης κυβέρνησης για εφαρμογή της συνέντευξης υπερεκτιμάται αφού πλέον η μέγιστη βαθμολογία ισοδυναμεί με ένα διδακτορικό δίπλωμα. Η ταπεινή μου γνώμη είναι πως πρέπει να καταργηθεί τελείως αφού δεν υπάρχει καμία επιστημονική τεκμηρίωση για τη συσχέτιση της επίδοσης του τεστ με τις ικανότητες των υποψηφίων και επιπλέον το κόστος διεξαγωγής των εξετάσεων αλλά και της παραπαιδείας που έχει αναπτυχθεί γύρω από αυτό είναι εξαιρετικά μεγάλο. Ουσιαστικά το τεστ δεξιοτήτων αποτελεί μία δήλωση αποτυχίας του εκπαιδευτικού συστήματος αφού δεν θεωρείται δεδομένο πως άνθρωποι που έχουν ολοκληρώσει με επιτυχία τις σπουδές τους δεν είναι σε θέση να διαβάζουν, να γράφουν σωστά και να απαντούν σε λογικές ερωτήσεις πολλές εκ των οποίων βρίσκονται στα όρια της ηλιθιότητας. 4. Τα παραπάνω αποτελούν μερικές σκέψεις για το νέο νόμο του συστήματος προσλήψεων. Ελπίζω πως δεν ξοδέψαμε άδικα χρόνο για να καταθέσουμε τις απόψεις μας, και στο τέλος η πολιτική ηγεσία θα παρουσιάσει τα αποτελέσματα του δημόσιου διαλόγου, θα εξάγει τα συμπεράσματα και θα κοινοποιήσει στην ελληνική κοινωνία τις αλλαγές που προήλθαν ως αποτέλεσμα του δημόσιου αυτού διαλόγου. Αν το σχέδιο νόμου παραμείνει όπως έχει χωρίς καμία τροποποίηση τότε το αβίαστο συμπέρασμα είναι πως η περίφημη διαβούλευση αποτελεί πρόσχημα για τη <> νομιμοποίηση ειλημμένων αποφάσεων.