• Σχόλιο του χρήστη 'ΧΡΗΣΤΟΣ' | 18 Νοεμβρίου 2009, 21:08

    ΥΠΟΜΝΗΜΑ-ΠΡΟΤΑΣΗ Με το παρόν υπόμνημα εκθέτουμε λεπτομερώς τη διαμορφωθείσα κατάσταση και ζητάμε την αποκατάσταση της εις βάρος μας αδικίας. Συγκεκριμένα στις 19.6.2002 εκδόθηκε η 15/2Γ/2002 προκήρυξη του ΑΣΕΠ για την πλήρωση 709 συνολικά θέσεων με γραπτό διαγωνισμό του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών και του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, εκ των οποίων οι 484 θέσεις για την Α΄ κατηγορία Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης (ΠΕ) και οι 225 θέσεις για την Β΄ κατηγορία Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (ΤΕ) (ΦΕΚ 181/19-6-2002 Τεύχος Προκηρύξεων ΑΣΕΠ). Η προκήρυξη: 1ον κατένειμε τις θέσεις στις Νομαρχίες και τα Επαρχεία ανά κατηγορία και κλάδο ή ειδικότητα, 2ον όριζε στο Κεφάλαιο VIII ότι επιτρεπόταν η υποβολή μόνο μιας αιτήσεως η οποία απευθυνόταν στη Νομαρχία ή στο Επαρχείο όπου προκηρύσσονταν οι θέσεις στις οποίες ο υποψήφιος ζητούσε την προτίμηση και ότι δεν επιτρεπόταν στην αίτηση σώρευση θέσων Νομαρχίας και Επαρχείου καθώς και διαφορετικών Νομαρχιών ή Επαρχείων, 3ον έθετε στο Κεφάλαιο II ως ειδικό προσον διορισμού την πολύ καλή γνώση μιας ξένης γλώσσας επισημαίνοντας ότι μόνο αν δεν καλυπτόταν οι θέσεις της κατηγορίας ΠΕ από κατόχους τίτλων που αποδείκνυαν το ανώτερο επίπεδο γλωσσομάθειας θα διοριζόταν κατά φθίνουσα σειρά βαθμολογίας από τον πίνακα επιτυχόντων και οι κάτοχοι τίτλων που αποδείκνυαν καλή γνώση ξένης γλώσσας, 4ον προέβλεπε στο ΚεφάλαιοVI με τίτλο «Πίνακες Επιτυχίας» ότι μετά τη σύνταξη πινάκων βαθμολογίας ανά κατηγορία θα συντασσόταν πίνακες κατάταξης ανά Νομαρχία, Φορέα, κατηγορία και κλάδο/ειδικότητα για όσους ελάμβαναν συνολικό βαθμό ίσο ή μεγαλύτερο της βαθμολογικής βάσης όπως αυτή καθορίζετο στο ΚεφάλαιοV και τέλος 5ον όριζε, επίσης στο ανωτέρο Κεφάλαιο, ότι διοριστέοι θα ήταν μόνο όσοι θα κάλυπταν, από τον πίνακα κατάταξης, τον αριθμό των προκηρυχθεισών θέσεων για τις οποίες είχαν δηλώσει νομίμως προτίμηση και ότι έαν παρέμεναν κενές θέσεις από εκείνες που είχαν προκηρυχθεί σε συγκεκριμένη Νομαρχία ή Επαρχείο αυτές θα καλυπτόταν από επιτυχόντες γειτνιαζουσών Νομαρχιών εφόσον θα το είχαν δηλώσει στο οικείο μέρος της αίτησής τους Ο γραπτός διαγωνισμός στον οποίο λάβαμε μέρος διεξήχθη την 21η και 22α Σεπτεμβρίου του 2002. Τα οριστικά αποτελέσματα ανά Νομαρχία και Επαρχείο εκδόθηκαν εντός του Ιανουαρίου του 2003. Στην συνέχεια, περί τα τέλη Οκτωβρίου του ιδιου έτους, οι κενές θέσεις που προέκυψαν πληρώθηκαν κατ’ εφαρμογή της διαδικασίας των γειτνιαζουσών Νομαρχιών. Το σύστημα κατάταξης ανά Νομαρχία και Επαρχείο είχε ως αποτέλεσμα να διοριστούν συνυποψήφιοι μας που έλαβαν χαμηλότερη ή ίση βαθμολογία με τη δική μας. Όπως πολύ μεταγενέστερα μάθαμε, κατά των αποφάσεων του ΑΣΕΠ, που είχαν ως περιεχόμενο την κύρωση των αποτελεσμάτων του διαγωνισμού και τη σύνταξη πινάκων επιτυχόντων και διοριστέων κατά Νομαρχία και Επαρχείο, ασκήθηκαν αιτήσεις ακύρωσης από αρκετούς συνυποψηφίους μας. Επί των αιτήσεων αυτών εκδόθηκαν δικαστικές αποφάσεις διοικητικών Δικαστηρίων μεταξύ των οποίων και οι 3390/05 και 677/06 του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών (στο εξής ΔΕΦ Αθηνών). Οι αποφάσεις αυτές μη ασκηθείσης εφέσεως από το Δημόσιο κατέστησαν αμετάκλητες. Με τις αποφάσεις αυτές υϊοθετήθηκε το νομολογιακό προηγούμενο της 2396/2004 απόφασης της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας. Σύμφωνα με την απόφαση αυτή, οι διατάξεις του άρθρου 16 παράγραφοι 5 και 6 του Ν. 2190/1994 δυνάμει των οποίων διεξήχθηκε τόσο ο αντίστοιχος γραπτός διαγωνισμός του 1998 όσο και ο επίμαχος διαγωνισμός, όπως ίσχυαν κατά τον κρίσιμο εν προκειμένω χρόνο, κρίθηκαν αντισυνταγματικές και ακυρώθηκαν οι πίνακες διοριστέων κατά το μέρος που δεν περιελάμβαναν τους αιτούντες. Ειδικότερα κρίθηκε ότι οι ανωτέρω διατάξεις που «... περιόριζαν τους υποψήφιους να εκφράσουν προτίμηση για μία μόνον νομαρχία, αντίκεινται στη συνταγματική αρχή της αξιοκρατίας και την απορρέουσα από την συνταγματική αρχή της ισότητας δημοκρατική αρχή της σταδιοδρομίας εκάστου κατά τον λόγο της προσωπικής του αξίας, διότι οι συνταγματικές αυτές αρχές επιβάλλουν, σε περίπτωση διενεργείας γραπτού διαγωνισμού σε πανελλήνιο επίπεδο επί των ιδίων θεμάτων για όλους τους υποψηφίους, να διορίζονται στις προκηρυχθείσες θέσεις οι υποψήφιοι που έχουν πραγματοποιήσει την καλύτερη επίδοση στις εξετάσεις, συγκεντρώνοντας την υψηλότερη βαθμολογία. Ειδικότερα με την επίμαχη ρύθμιση επιτρέπεται ο διορισμός υποψηφίων με χαμηλότερη βαθμολογία από εκείνη που λαμβάνουν άλλοι συνυποψήφιοί τους, οι οποίοι, αν και διαγωνίζονται στα ίδια μαθήματα και επιτυγχάνουν καλύτερη επίδοση, παραμένουν αδιόριστοι, εξαιτίας του τυχαίου και συμπτωματικού γεγονότος ότι επέλεξαν νομαρχία για την οποία εκ του αποτελέσματος αποδεικνύεται ότι απαιτείται υψηλότερη βαθμολογία. Η ρύθμιση αυτή δεν δικαιολογείται από λόγους προδήλου δημοσίου συμφέροντος, που προκύπτουν από τις προπαρασκευαστικές εργασίες ψηφίσεως του νόμου ούτε μπορεί να θεωρηθεί ότι συνιστά τέτοιο λόγο η αόριστη αναφορά της εισηγητικής εκθέσεως στα προβλήματα «ορθολογικής κατανομής του προσωπικού στις περιφερειακές υπηρεσίες». Εξ άλλου, σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας, ο περιορισμός της υποβολής της αιτήσεως συμμετοχής στον διαγωνισμό σε μία μόνον νομαρχία ωθεί πολλούς υποψήφιους να υποβάλλουν αιτήσεις στις νομαρχίες εκείνες στις οποίες προκηρύσσονται περισσότερες θέσεις, διότι σε αυτές έχουν περισσότερες πιθανότητες επιτυχίας. Οι θέσεις αυτές βρίσκονται κατά τεκμήριο στα μεγάλα αστικά κέντρα, με αποτέλεσμα να παραμείνουν κενές οι θέσεις των άλλων Νομαρχιών της Χώρας, αφού οι υποψήφιοι, αν και πρόκειται για πανελλήνιο διαγωνισμό, δεν έχουν τη δυνατότητα περισσοτέρων επιλογών (βλ. ΣτΕ 218, 580/2005). Για την ταυτότητα του λόγου, τα αυτά ισχύουν και για το σύστημα των γειτνιαζουσών Νομαρχιών, εφόσον αν και πρόκειται για Πανελλήνιο διαγωνισμό, με το σύστημα αυτό, επιτρέπεται ο διορισμός υποψηφίων με χαμηλότερη βαθμολογία από εκείνη που έλαβαν άλλοι συνυποψήφιοί τους, οι οποίοι όμως παραμένουν αδιόριστοι, εξαιτίας του τυχαίου και συμπτωματικού κριτηρίου της εδαφικής περιφέρειας που γειτνιάζει, στη μοναδική Νομαρχία που ο υποψήφιος υποχρεωτικά υπέβαλε την αίτησή του.». Στη συνέχεια ο Νομοθέτης θέσπισε τη διάταξη του άρθρου 5 του Ν. 3320/2005 (ΦΕΚ 48 Α΄/23.2.2005) η οποία ορίζει ότι «Οι διατάξεις της παρ. 17 του άρθρου 17 του Ν. 2190/1994, όπως αυτή προστέθηκε με την παρ. 12 του άρθρου 2 του Ν. 2527/1997 (ΦΕΚ 206 Α΄), εφαρμόζονται για όλους τους υποψηφίους, οι οποίοι στο γραπτό διαγωνισμό του Α.Σ.Ε.Π. έτους 1998 έλαβαν βαθμολογία ίση ή ανώτερη της καθορισμένης βάσης, εφόσον, μετά από υποβολή νέων συμπληρωματικών δηλώσεων προτίμησης, κατατάσσονται βάσει νέου πανελλήνιου πίνακα, σε σειρά διοριστέου, ύστερα από την 2396/2004 απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, ανεξάρτητα από το αν έχουν ασκήσει ή όχι αίτηση ακυρώσεως και αν έχουν εκδικασθεί ή όχι οι αιτήσεις ακυρώσεως που ασκήθηκαν.». Πληροφορηθήκαμε ότι υπάρχουν αμετάκλητες δικαστικές απόφασεις του ΔΕΦ Αθηνών που ακυρώνουν τους συντασσομένους δυνάμει της ανωτέρω Προκήρυξης πίνακες διοριστέων μόλις την 1η Ιουνίου του 2009. Την ημερομηνία αυτή οι σχετικές δικαστικές αποφάσεις απεστάλησαν από το Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών, στον οποίο αποστέλλονται αταξινόμητες οι αποφάσεις του ΔΕΦ Αθηνών, στον πληρεξόυσιο δικηγόρό μας με e-mail κατόπιν σχετικού αιτήματος. Υποβάλαμε την 22η Ιουλίου 2009 μου αίτηση ανάκλησης των σχετικών πράξεων του ΑΣΕΠ με τις οποίες κυρώθηκαν οι επίμαχοι πίνακες επιτυχόντων και διοριστέων. Νομικές βάσεις της αίτησης ανάκλησης αποτέλεσαν η γενική αρχή του διοικητικού δικαίου περί ανάκλησης ομοίων πράξεων (Βλ. Ολ. ΣτΕ 2176-7/04, 1175/08) και η αρχή της ισότητας. Στις 30/7/2009 κατατέθηκε στη Βουλή έρωτηση προς τον Υπουργό Εσωτερικών από τον Βουλευτή του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. Κο Κουβέλη με θέμα την «Αποκατάσταση επιτυχόντων γραπτού διαγωνισμού έτους 2002 ΑΣΕΠ». Με την ΤΚΕ/Φ2/20300 απάντηση ο Υφυπουργός Εσωτερικών αφού δεν απάντησε στο κρίσιμο ζήτημα περί της αντισυνταγματικότητας των εφαρμοστέων διατάξεων αλλά απλά υπενθύμισε στον ερωτών Βουλευτή το σχετικό άρθρο του Νόμου δήλωσε ότι υπό τις παρούσες δημοσιονομικές συνθήκες η επέκταση του σχετικού δικαιώματος και σε όσους δεν είχαν δικαιωθεί με δικαστικές αποφάσεις δεν είναι εφικτή. Στις 16.9.2009 εκδόθηκε πράξη του ΑΣΕΠ (ΦΕΚ 777/16-9-2009 τεύχος Τρίτο) με την οποία διατέθηκαν προς διορισμό συνυποψήφιοί μας υπέρ των οποίων είχαν εκδοθεί οριστικές αποφάσεις του ΔΕΦ Αθηνών και οι οποίοι είχαν καταταγεί αρχικώς, όπως και εμείς, σε 1ο επικουρικό πίνακα (με τίτλο καλής γνώσης ξένης γλώσσας) κάποιας Νομαρχίας πολλοί δε εξ’ αυτών είχαν βαθμολογία μικρότερη από αρκετούς εξ’ υμών. Αν και το ΑΣΕΠ δεν έχει απαντήσει στην αίτηση ανάκλησης θεωρήσαμε ότι με την τελευταία πράξη του απορρίπτει σιωπηρά το αίτημα ανάκλησής μας. Άλλωστε μετά παρόδου τριμήνου από την υποβολή της αιτήσεώς μας τεκμαίρεται η σιωπηρή άρνηση του ΑΣΕΠ. Τελικώς στις 13/11/2009 κάποιοι εξ’ υμών υποβάλλαμε αιτήσεις ακύρωσης στο Διοικητικό Εφετείο Αθηνών. Επειδή: 1ον . Ο επίμαχος διαγωνισμός του 2002 διεξήχθη με τους ίδιους όρους όπως και αυτός του 1998. Οι βασικοί όροι διεξαγωγής του τελευταίου κρίθηκαν με την απόφαση 2396/2004 της Ολομέλειας του ΣτΕ αντισυνταγματικοί. Η ελληνική Πολιτεία αναγνωρίζοντας την αδικία εις βάρος όσων δεν είχαν τη δυνατότητα να προσφύγουν στη δικαιοσύνη επανέφερε τη συνταγματική τάξη με την ανωτέρω παρατεθείσα διάταξη του άρθρου 5 του Ν. 3320/2005. Οι υποβάλλοντες το παρόν υπόμνημα δεν ζητάμε ελεημοσύνη, ούτε αξιώνουμε ειδική προνομιακή μετεχείριση. Δεν ζητάμε «ρουσφέτι». Ζητάμε την εφαρμογή του Συντάγματος με την αναλογική εφαρμογή της οικείας διατάξεως, όπως επιτάσσει το άρθρο 4 παρ. 1. Ζητάμε υλοποίηση της αξιοκρατίας και για όσους δεν αξιώσαμε δικαστική προστασία. 2ον. Έτσι κι αλλιώς η Εκτελεστική εξουσία με την ως τώρα στάση της έχει «τσαλακώσει» την αξιοπρέπειά μας θα «κατρακυλήσουμε πιο κάτω» απολογούμενοι για τη μη έγκαιρη καταφυγή στη Δικαιοσύνη. Επ’ αυτού καταρχάς επισημαίνουμε ότι εάν το Κράτος «νομιμοποιείται» ηθικοπολιτικά να επικαλείται οικονομική δυσχέρεια για την ικανοποίηση του αιτήματός μας τότε οφείλει να λαμβάνει υπόψη ότι η παροχή δικαστικής προστασίας έναντι παρανομιών του Κράτους δεν παρέχεται δωρεάν στους ιδιώτες. Ως γνωρίζετε μόνο για την έναρξη της δίκης, με την κατάθεση του ενδίκου βοηθήματος, το παράβολο και η ελάχιστη αμοιβή του δικηγόρου είναι περίπου 400 ευρώ. Τα δε ευρώ θυμίζουμε ότι δεν είναι στραγάλια... Περαιτέρω κάποιοι εξ’ υμών είχαμε να αντιμετωπίσουμε σοβαρότατα προβλήματα υγείας των παιδιών μας. Όταν κάποιος αγωνίζεται για την υγεία των παιδιών του δεν «χαλαρώνει» ασκώντας και μια αίτηση ακύρωσης του διαγωνισμού στον οποίο μετείχε. Επίσης, και κυρίως, δεν ξέραμε ότι το Κράτος μπορεί να συμπεριφέρεται ως «απατεώνας» ώστε μαζί με την προετοιμασία για τη συμμετοχή στις εξετάσεις να προβαίνουμε και σε έλεγχο νομιμότητας των προκηρύξεων και συνταγματικότητας των νόμων. Δεν είχαμε φανταστεί ότι η διαγωνιστική διαδικασία τελειώνει στη διάσκεψη του Δικαστηρίου. 3ον. Το επιχείρημα της οικονομικής δυσπραγίας του Κράτους είναι σεβαστό μεν άτοπον δε διότι δεν ζητάμε σύσταση νέων οργανικών θέσεων αλλά κάλυψη των κενών που εκ’ των πραγμάτων θα δημιουργηθούν στις σχετικές Υπηρεσίες του Κράτους λόγω π.χ. συνταξιοδότησης κάποιων ήδη υπηρετούντων υπαλλήλων. 4ον. Η νεοεκλεγείσα Κυβέρνηση με την ως τώρα λειτουργία της φαίνεται διατεθιμένη να άρει τις αδικίες. Προτείνουμε προς διευκόλυνση του ΑΣΕΠ για την εφαρμογή του υφιστάμενου νομικού πλαισίου την τροποποίηση (Η οποία εν τέλει δεν είναι παρά η κατά σύμφωνη με το Σύνταγμα ερμηνεία διατύπωση της υπάρχουσας διατάξεως) του άρθρου 5 του Ν. 3320/2005 ως εξής: «Οι διατάξεις της παρ. 17 του άρθρου 17 του Ν. 2190/1994, όπως αυτή προστέθηκε με την παρ. 12 του άρθρου 2 του Ν. 2527/1997 (ΦΕΚ 206 Α΄), εφαρμόζονται για όλους τους υποψηφίους, οι οποίοι στους γραπτούς διαγωνισμούς του Α.Σ.Ε.Π. των ετών 1998 και 2002 έλαβαν βαθμολογία ίση ή ανώτερη της καθορισμένης βάσης, εφόσον, μετά από υποβολή νέων συμπληρωματικών δηλώσεων προτίμησης, κατατάσσονται βάσει νέου πανελλήνιου πίνακα, σε σειρά διοριστέου, ύστερα από την 2396/2004 απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, ανεξάρτητα από το αν έχουν ασκήσει ή όχι αίτηση ακυρώσεως και αν έχουν εκδικασθεί ή όχι οι αιτήσεις ακυρώσεως που ασκήθηκαν.». Οι υποβάλλοντες το υπόμνημα Γκιόλα Ελένη-Χριστίνα Καρναβάς Σταμάτιος Κεφαλάς Ιωάννης Πεφάνης Ιωάννης Φούφουλας Κων/νος Φωτόπουλος Βλάσιος Χατζηχαραλάμπου Φανή