• Σχόλιο του χρήστη 'ΓΙΑΝΝΗΣ' | 19 Νοεμβρίου 2009, 00:40

    Περί ΑΣΕΠ ο λόγος … ή Εν αρχή ην το ΑΣΕΠ … Προβληματίζομαι αν η πρόταση για δημόσια διαβούλευση είναι σαν το δικαστή που έχει ειλημμένη την απόφασή του πριν την έναρξη της δίκης και κυρίως πριν την ακρόαση-απολογία του κατηγορούμενου. Ωστόσο αποφάσισα να ανταποκριθώ αλλά στο πίσω μέρος του μυαλού μου ξέρω πως ο δρόμος για την κόλαση (και δη την εργασιακή) είναι στρωμένος με αγαθές προθέσεις. Με άλλα λόγια είναι αξιέπαινη η ανοιχτή διακυβέρνηση που εγκαινιάζει η Κυβέρνηση ως ριζοσπαστικό μέτρο διαφάνειας και εφαρμογής της αρχής του Κράτους δικαίου και της συμμετοχικής δημοκρατίας (βλ. άρ. 1§3 Συντάγματος), αρκεί να μην είναι ένα φανταχτερό βεγγαλικό για να κερδίσει τις επικοινωνιακές εντυπώσεις και στην ουσία είναι γράμμα κενό. Ουσιαστική διαβούλευση δε σημαίνει ο καθένας να καταθέτει σύμφωνα με το υποκειμενικό περί δικαίου αίσθημα, την άποψή του για τα προτεινόμενα νομοσχέδια αλλά η ανάπτυξη ενός δικτύου επιχειρηματολογίας που στηρίζεται σε συσσωρευμένη εμπειρία –πρακτική και εξειδικευμένες γνώσεις ώστε συνθετικά μέσα από τη διαλεκτική αξιολόγηση των επιμέρους (συγκρουόμενων) απόψεων να καταλήξει στο πρακτέο ικανοποιώντας το περί δικαίου αίσθημα. Και επιπλέον απαιτείται πολιτική βούληση για ουσιαστική στήριξη της ανεξάρτητης αρχής που μόνο από το βάρος των εξαγγελλομένων και το φόρτο εργασίας που αυτό συνεπάγεται, κινδυνεύει με κατάρρευση. Οι συμβάσεις ορισμένου χρόνου ερείδονται στο άρ. 103§8 του Συντάγματος: «Νόμος ορίζει τους όρους, και τη χρονική διάρκεια των σχέσεων εργασίας ιδιωτικού δικαίου στο Δημόσιο και τον ευρύτερο δημόσιο τομέα, όπως αυτός καθορίζεται κάθε φορά, για την κάλυψη είτε οργανικών θέσεων και πέραν των προβλεπομένων στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3 είτε πρόσκαιρων είτε απρόβλεπτων και επειγουσών αναγκών κατά το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου». Σε εκτέλεση της συνταγματικής επιταγής ο ν.2190/1994 (ΑΣΕΠ) ορίζει ότι η διάρκεια των συμβάσεων ορισμένου χρόνου δεν μπορεί να υπερβαίνει το 8μηνο σε 12μηνη βάση. Η τομή που δεν κάνει η σημερινή Κυβέρνηση (προφανώς γιατί το πολιτικό κόστος είναι μεγάλο και η διαιώνιση της ομηρίας όσων με επαναλαμβανόμενες συμβάσεις ορισμένου χρόνου αγγίζουν τη θεμελίωση δικαιώματος μετατροπής των συμβάσεών τους σε αορίστου χρόνου -παρά τα όσα ορίζει το Σύνταγμα στο άρ. 103- είναι ένα μέσο που βολεύει την εκάστοτε Κυβέρνηση και τρέφει το εμπόριο ελπίδας ως όπλο της αντιπολίτευσης προκειμένου να ανέλθει στην εξουσία) είναι ο περιορισμός των καταχρηστικών συνάψεων συμβάσεων ορισμένου χρόνου που έχουν παγιωθεί ως καθεστώς απασχόλησης στο Δημόσιο μολονότι καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες. Εξηγούμαι: Το Σύνταγμα προβλέπει την κατάρτιση συμβάσεων ορισμένου χρόνου για πρόσκαιρες ή απρόβλεπτες ή επείγουσες ανάγκες. Η πλειοψηφία των συμβάσεων ορισμένου χρόνου στο Δημόσιο που , μάλιστα, καλύπτουν το ανώτατο όριο διάρκειας (8μηνο) γίνονται όχι με αυτά τα χαρακτηριστικά αλλά στην ουσία πρόκειται για πάγιες και διαρκείς ανάγκες που καλύπτονται είτε με αλλεπάλληλες συμβάσεις ορισμένου χρόνου (όσες φορές το αντικείμενο της εργασίας είναι αυτό που ενδιαφέρει για την εύρυθμη λειτουργία) είτε με επαναλαμβανόμενες με διάλειμμα μεγαλύτερο των 3 μηνών ως 24 μήνες (όταν με την συνεπικουρία του προσόντος της εξειδικευμένης εμπειρίας η υπηρεσία ή ο φορέας προσβλέπει στο πρόσωπο του εργαζόμενου). Εξάλλου πόσο πρόσκαιρες ή απρόβλεπτες ή επείγουσες είναι οι υπηρεσιακές ανάγκες όταν κάθε χρόνο καλύπτουν το μέγιστο της διάρκειας εργασίας (8μηνο) με σύμβαση ορισμένου χρόνου, δηλαδή τα 2/3 του χρόνου της πλήρους απασχόλησης;;; Οι συμβάσεις ορισμένου χρόνου για πρόσκαιρες ή απρόβλεπτες ή επείγουσες ανάγκες δε θα πρέπει να υπερβαίνουν την 6μηνη διάρκεια αλλά επιπλέον θα πρέπει να ληφθεί και μέριμνα για την κάλυψη των οργανικών κενών του Δημοσίου κατά προτίμηση με συμβασιούχους της οικείας υπηρεσίας ή φορέα ως εξισορροπητικό μέτρο στην πολύχρονη ομηρία τους. Η συστηματικά αδιάκριτη εφαρμογή του καθεστώτος εργασίας με συμβάσεις ορισμένου χρόνου προσβάλλει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και προσδένει τον εργαζόμενο στο άρμα της κομματικής υποτέλειας με αντάλλαγμα την επιβίωσή του σε ένα περιβάλλον κλιμακούμενης εργασιακής ζούγκλας. Για να εκλείψει το φαινόμενο αυτό θα πρέπει (όπως πολύ σωστά προτείνεται στις συμβάσεις έργου) να μην επιτρέπονται κατά βάση συμβάσεις ορισμένου χρόνου όταν υπάρχουν οργανικές θέσεις της ίδιας ειδικότητας (οι οποίες, όμως, είναι επιβλητέο να καλυφθούν) και μόνο κατ’ εξαίρεση όταν αυτό δικαιολογείται από αντικειμενικούς λόγους. Τέτοιος λόγος συντρέχει στο χώρο των εποχικών πυροσβεστών. Επίσης, στο χώρο των ΟΕΒ για την κάλυψη των αυξημένων αναγκών ΕΠΟΧΙΚΗΣ ΦΥΣΗΣ ΜΟΝΟ, ιδίως κατά τη διάρκεια της αρδευτικής περιόδου (βλ. άρ. 26 ΚΕΥ ΓΟΕΒ π.Θ.-Λ.: «Επί συμβάσει ωρισμένου χρόνου προσωπικόν 1. Εις το προσωπικόν τούτον ανήκουν: α) Οι Επόπται υδρονομέων και οι υδρονομείς περί ων ισχύουν αι ειδικαί περί υδρονομέων διατάξεις. β) Οι προσλαμβανόμενοι εις ειδικότητας του τακτικού προσωπικού προς ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΙΝ εκτάκτων εποχιακών αναγκών και εκτέλεσιν έργων ή εργασιών εμφανιζομένων εκτάκτως και οι τεχνίται πάσης φύσεως, οι επόπται έργων, εργάται ειδικευμένοι και ανειδίκευτοι.»). Ελπίζω η Κυβέρνηση να βρει τη φώτιση να μην ενδώσει αβασάνιστα στο αίτημα όσων κόπτονται για εξαίρεση από το Δημόσιο τομέα προκειμένου να συντηρήσουν ένα καθεστώς προσλήψεων πελατειακής φύσης που χρησιμοποιούν ως εφαλτήριο για ίδιον όφελος και παραγοντική-πολιτική ανέλιξη, πράγμα που -μεταξύ άλλων- θα φαλκιδεύσει και θα υπονομεύσει τις εξαγγελίες της για διαφάνεια όπως και η προηγούμενη που με την ανοχή της εξέθρεψε «σεμνά και ταπεινά» φαινόμενα διαπλοκής που έφεραν τη χώρα να «χτυπάει» το πρωτάθλημα της διαφθοράς. Η με αντικειμενικά κριτήρια εξαίρεση είναι αυτή που επιβεβαιώνει τον κανόνα. Καταληκτικά: Σε όλες τις θέσεις μόνιμου και τακτικού προσωπικού πρέπει να ακολουθείται, γενικά, η διαδικασία μέσω ΑΣΕΠ, κατά την συνταγματική επιταγή του άρθρου 103 §7: «Η πρόσληψη υπαλλήλων στο Δημόσιο και στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, όπως αυτός καθορίζεται κάθε φορά, πλην των περιπτώσεων της παραγράφου 5, γίνεται είτε με διαγωνισμό είτε με επιλογή σύμφωνα με προκαθορισμένα και αντικειμενικά κριτήρια και υπάγεται στον έλεγχο ανεξάρτητης αρχής, όπως νόμος ορίζει.» Ας σημειωθεί ότι το ΑΣΕΠ καταξιώθηκε και στη συνείδηση των ρουσφετοπαρόχων και έκανε ευκολότερη τη ζωή όσων είναι επιφορτισμένοι με τις διαδικασίες κατάταξης και πρόσληψης των υποψηφίων: το άκουσμα ότι οι σχετικές συμβάσεις διέπονται από τον έλεγχο της συνταγματικά ανεξάρτητης αρχής του ΑΣΕΠ είναι ικανό να βάλει φρένο στις ορέξεις πολλών βο(υ)λευτών οι οποίοι κλείνουν ευγενικά το τηλέφωνο δίνοντας τον απαραίτητο ζωτικό χώρο στις αρχές της διαφάνειας, της αντικειμενικότητας και της ίσης μεταχείρισης στις προσλήψεις.