• Σχόλιο του χρήστη 'WWF Ελλάς' | 8 Μαρτίου 2019, 11:04

    Όλα τα σχόλια του WWF Ελλάς επί του σχεδίου νόμου είναι αναρτημένα στον ακόλουθο σύνδεσμο: http://www.wwf.gr/images/pdfs/sholia_sti_diavoyleysi_gia_tin_elliniki_anaptixiaki_trapeza.pdf Απόσπασμα επί του Άρθρου 2 Από τους υπο-στόχους που αναφέρονται στο άρθρο 2 του σχεδίου νόμου, μόνο ένας (2. ΣΤ.) αναφέρεται στην κλιματική αλλαγή, και αυτός με τρόπο αποσπασματικό, εστιάζοντας κυρίως στην προσαρμογή («Η προώθηση επενδυτικών προγραμμάτων και έργων με περιβαλλοντικές και αναπτυξιακές διαστάσεις, με στρατηγικό στόχο την άμβλυνση των συνεπειών και την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή για την επίτευξη συνθηκών βιώσιμης και δίκαιης ανάπτυξης»). Αυτή η διατύπωση είναι ανεπαρκής απέναντι στις προκλήσεις της απανθρακοποίησης, της μείωσης του υλικού αποτυπώματος της ελληνικής οικονομίας, και την αναγκαία αύξηση πρακτικών κυκλικής οικονομίας τόσο στον ιδιωτικό όσο και στον δημόσιο τομέα. Πρώτον, η προώθηση επενδύσεων που αποσκοπούν στον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής κατά τη Συμφωνία του Παρισιού για την κλιματική αλλαγή, πρέπει να συμπεριλαμβάνονται ρητά στους στόχους της ΕΑΤ, κατά το πρότυπο άλλων αναπτυξιακών τραπεζών. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι η Γερμανική Αναπτυξιακή Τράπεζα (KfW) έχει παίξει κομβικό ρόλο στην energiewende , στην πολιτική ενεργειακής μετάβασης της Γερμανίας, χρηματοδοτώντας πάνω από το 30% των συνολικών επενδύσεων ΑΠΕ στη Γερμανία, ετησίως. Το Energy Efficiency Programme της KfW χρηματοδοτεί επίσης επενδύσεις που αποσκοπούν στην αύξηση της ενεργειακής αποδοτικότητας της βιομηχανίας και των δημοσίων και ιδιωτικών κτιρίων, με απώτερο στόχο οι κτιριακές υποδομές της Γερμανίας να έχουν μηδενικές εκπομπές άνθρακα το 2050. Όπως αναδεικνύουν οι οικονομοτεχνικές αξιολογήσεις αυτών των επενδύσεων, όχι μόνο έχουν πέτυχει τη μείωση της ενεργειακής έντασης βιομηχανίας και κτιρίων, αλλά έχουν συμβάλει σε καθαρά οικονομικά και φορολογικά έσοδα για δήμους, κρατίδια (Länder) και κεντρική κυβέρνηση . Δεύτερον, η ελληνική οικονομία υστερεί σημαντικά ως προς την υλική αποδοτικότητα (material efficiency) και την υιοθέτηση πρακτικών κυκλικής οικονομίας (σχήματα 1 και 2). Είναι επομένως απαραίτητο οι στόχοι της ΕΑΤ να συμπεριλαμβάνουν τη χρηματοδότηση επενδύσεων που αποσκοπούν στη μείωση του υλικού αποτυπώματος της οικονομικής δραστηριότητας, μέσω α) αύξησης της υλικής αποδοτικότητας και β) πρακτικών ανακύκλωσης και επαναχρησιμοποίησης. Ως προς συγκεκριμένες χρηματοδοτικές δράσεις, η ΕΑΤ μπορεί να εμπνευστεί από διεθνή παραδείγματα. Ένα από αυτά είναι το πρόγραμμα κυκλικής οικονομίας της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (European Investment Bank), που οριοθετεί με σαφή τρόπο τις επενδύσεις που εμπίπτουν στις πρακτικές κυκλικής οικονομίας (Πίνακας 2). Πέραν του περιβαλλοντικού οφέλους, η αναπτυξιακή ώθηση τέτοιων επενδύσεων ενδέχεται να είναι σημαντική. Ενδεικτικά, μια πρόσφατη μελέτη που δημοσίευσε το World Economic Forum εκτιμάει πως η μείωση υλικής κατανάλωσης στον κλάδο της μεταποίησης, μέσω της υιοθέτησης πρακτικών κυκλικής οικονομίας, μπορεί να αποφέρει ένα όφελος έως και $630 δισεκ. ανά έτος για την ΕΕ συνολικά, αυξάνοντας επίσης σημαντικά την παραγωγικότητα και δημιουργώντας νέες θέσεις εργασίας. Τρίτον, η προστασία του χερσαίου και θαλάσσιου φυσικού κεφαλαίου της Ελλάδος απαιτεί τη διευκόλυνση επενδύσεων σε δράσεις που αποσκοπούν α) στη βιώσιμη χρήση των φυσικών πόρων σε στοχευμένους κλάδους (πχ αλιεία, γεωργία), β) στην ανάδειξη του φυσικού πλούτου της χώρας (πχ οικοτουρισμός), γ) στην υιοθέτηση πρακτικών που μειώνουν το περιβαλλοντικό αποτύπωμα και συμβάλλουν στην καλή κατάσταση των οικοσυστημάτων (πχ βιώσιμος τουρισμός, βιώσιμες υποδομές). Καθώς είναι σαφές πως υφίστανται (κατά την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων ) αποτυχίες αγοράς σε αυτούς τους κλάδους, προτείνουμε την εξής προσθήκη στους σκοπούς της ΕΑΤ: την «προώθηση επενδυτικών προγραμμάτων που στοχεύουν στην προστασία και αποκατάσταση του θαλάσσιου και χερσαίου φυσικού κεφαλαίου». Χρήσιμα παραδείγματα προς αυτήν την κατεύθυνση αποτελούν το νεοσύστατο Blue Growth Fund της KfW και της Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, το Blue Action Fund (KfW), και το Natural Capital Financing Facility (Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων). Ακόμα και σε αναπτυσσόμενες χώρες, οι εθνικές αναπτυξιακές τράπεζες διαθέτουν κατά κανόνα χρηματοδοτικά εργαλεία για επενδύσεις που στοχεύουν στην προστασία του φυσικού κεφαλαίου. Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι το Amazon Fund της BNDES (Αναπτυξιακή Τράπεζα της Βραζιλίας). Περαιτέρω ελλείψεις Η παρούσα πρόταση νόμου δεν αποσαφηνίζει το κατά πόσο το χαρτοφυλάκιο της ΕΑΤ θα ευθυγραμμίζεται (portfolio alignment) με τον στόχο της συγκράτησης της ανόδου της παγκόσμιας θερμοκρασίας κάτω από τον 1,5 βαθμό, όπως απαιτεί η συμφωνία του Παρισιού για το Κλίμα. Δεν διευκρινίζει επίσης το εάν δεσμεύεται να μην χρηματοδοτεί επενδύσεις σε ορυκτά καύσιμα, αναγνωρίζοντας πως όχι μόνο είναι ασύμβατες με τη συμφωνία του Παρισιού για το Κλίμα, αλλά ενδέχεται να αποτελέσουν «αδρανή κεφάλαια» (stranded assets) σε σύντομο χρονικό ορίζοντα. Πρόσφατα παραδείγματα αναπτυξιακών τραπεζών που αποφάσισαν να σταματήσουν τις επενδύσεις σε δραστηριότητες εκμετάλλευσης κάρβουνου και πετρελαίου είναι η Παγκόσμια Τράπεζα και η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανάπτυξης και Ανασυγκρότησης (EBRD). Τέλος, δεν αποσαφηνίζει εάν, και πως, θα λαμβάνονται υπόψιν κριτήρια περιβαλλοντικής και κοινωνικής βιωσιμότητας σε ότι αφορά επενδύσεις σε υποδομές. Αξίζει να αναφερθεί πως η ΕΑΤ θα μπορούσε να υιοθετήσει σειρά διεθνών εργαλείων που αποσκοπούν στην ολιστική αξιολόγηση (οικονομική, περιβαλλοντική, κοινωνική) βιωσιμότητας υποδομών, και τα οποία (παραδείγματος χάριν) παρουσιάζονται αναλυτικά στην έκθεση των ακαδημαϊκών του Stanford University, Michael Bennon και Rajiv Sharma, Sustainability Standards for Infrastructure Investors .