• Σχόλιο του χρήστη 'WWF Ελλάς' | 17 Σεπτεμβρίου 2019, 13:07

    Παράγραφος 4: Η 4η παράγραφος είναι κακοδιατυπωμένη, γενικόλογη και ασυνάρτητη. Αφενός μεν το νομοσχέδιο καταφέρεται εναντίον των άσκοπων νομικών περιορισμών, ενώ από την άλλη βρίθει γενικοτήτων, κοινοτοπιών και ασαφειών. Δεν υπάρχει περιορισμός της οικονομικής δραστηριότητας που να μη μπορεί να δικαιολογηθεί, εύκολα ή δύσκολα, από την «εδραίωση της κοινωνικής ειρήνης», για παράδειγμα. Το κείμενο δεν διευκρινίζει τι συμβαίνει όταν αφενός συντρέχουν οι προϋποθέσεις υπαγωγής σε καθεστώς έγκρισης ή γνωστοποίησης, αλλά αφετέρου η διοίκηση αδρανεί, και δεν προωθεί τα σχετικά προεδρικά διατάγματα (βλ. άρθ. 3 παρ. 3-4 ν. 4442/2016, όπως προτείνεται να αντικατασταθούν από το νομοσχέδιο, και 5 παρ. 4 ν. 4442/2016, όπως ισχύει). Αξίζει να σημειωθεί ότι, κατά τη διάρκεια των 3 ετών μετά τον 4442/2016, δεν εκδόθηκε ούτε ένα π.δ. υπαγωγής στην διαδικασία γνωστοποίησης, και όλες οι παρόμοιες υπαγωγές έγιναν με διατάξεις νόμου. Ακόμα χειρότερα, το κείμενο αφήνει να εννοηθεί ότι οι αρχές μπορούν να προβαίνουν σε αυτοψίες και ελέγχους μόνο για δραστηριότητες που υπάγονται σε καθεστώς έγκρισης, αφήνοντας παντελώς ανεξέλεγκτες τις δραστηριότητες που υπάγονται σε καθεστώς γνωστοποίησης ή τις «ελεύθερες» δραστηριότητες, μολονότι και για αυτές υπάρχει κανονιστικό πλαίσιο (άρθ. 1 παρ. 6 ν. 4442/2016, όπως προτείνεται να αντικατασταθεί από το νομοσχέδιο). Παράγραφος 5: Η 5η παράγραφος τροποποιεί το ισχύον καθεστώς, που θεσπίστηκε πρόσφατα. Και πάλι, η βασική αλλαγή είναι η περαιτέρω αποδυνάμωση των ελεγκτικών μηχανισμών, αφού η έγκριση λειτουργίας και ο έλεγχος «με την έννοια του άρθ. 7 ν. 4442/2016» (δηλαδή, ο προληπτικός έλεγχος πριν την έκδοση έγκρισης λειτουργίας) καταργείται, και αντικαθίσταται από το καθεστώς γνωστοποίησης (βάσει του οποίου προβλέπεται μόνο δειγματοληπτικός έλεγχος κατά το άρθ. 18 παρ. 5 ν. 4442/2016). Είναι γεγονός ότι η αδειοδοτική διαδικασία είναι πολύπλοκη και διασπασμένη. Η πολυδιάσπαση δεν οφείλεται σε «διάθεση ταλαιπωρίας» των επιχειρήσεων και τον πολιτών, αλλά στην πολυδιάσπαση των ίδιων των εποπτικών μηχανισμών και της νομοθεσίας: η κατάσταση αυτή οδηγεί τη διοίκηση στην υιοθέτηση διαφορετικών αδειών και βεβαιώσεων προκειμένου να διασφαλίσει την άσκηση των αρμοδιοτήτων και την τήρηση της νομοθεσίας (συνεπώς, οι παρεμβάσεις γίνονται σε «λάθος» επίπεδο). Η ύπαρξη αδειών και εγκρίσεων επιβάλλεται επίσης και από την υπεροχή του προληπτικού από τον κατασταλτικό έλεγχο, αφού οι εποπτικοί μηχανισμοί στην χώρα μας σπανίως μπορούν να επέμβουν αποτελεσματικά εκ των υστέρων. Σε θέματα που αφορούν το περιβάλλον και τη δημόσια υγεία, επιβάλλεται η τήρηση της αρχής της πρόληψης. Τέλος, θα πρέπει να σημειωθεί και η έλλειψη πληροφόρησης των επιχειρήσεων για το καθεστώς που διέπει τη λειτουργία τους. Παρόλα αυτά, αναμφίβολα, υπάρχουν περιθώρια για τον εξορθολογισμό της αδειοδοτικής διαδικασίας, αρκεί να ληφθεί υπόψη όχι μόνο η διευκόλυνση των επιχειρήσεων, αλλά και η προστασία του περιβάλλοντος και της δημόσιας υγείας, και η στοιχειώδης διαφάνεια για τους όρους και τις προϋποθέσεις της λειτουργίας των επιχειρήσεων. Εν τούτοις, ούτε το παρόν νομοσχέδιο, ούτε ο ν. 4442/2016 εξορθολογίζουν με την έννοια αυτή τη διαδικασία. Αντίθετα, θέσπισαν την κατάργηση της έγκρισης λειτουργίας για ευρύτατες κατηγορίες δραστηριοτήτων, χωρίς τις απαραίτητες ελάχιστες διασφαλίσεις για αυτό που το νομοσχέδιο ονομάζει «πτυχές του δημόσιου συμφέροντος». Πρώτα από όλα, για όσες δραστηριότητες δεν υπάγονται σε περιβαλλοντική αδειοδότηση, η κατάργηση του καθεστώτος έγκρισης οδηγεί, στην πλειονότητα των περιπτώσεων, σε έλλειψη πρόβλεψης κάποιων ελάχιστων όρων για την προστασία του περιβάλλοντος (στην έγκριση λειτουργίας). Στη συνέχεια, για όσες δραστηριότητες υπάγονται σε περιβαλλοντική αδειοδότηση, οι προτεινόμενες (και οι ισχύουσες) ρυθμίσεις παραγνωρίζουν το γεγονός ότι η περιβαλλοντική αδειοδότηση δεν διέπει όλες τις πτυχές μίας δραστηριότητας: μέχρι σήμερα, ορισμένες προϋποθέσεις λειτουργίας πιστοποιούνταν με την άδεια (έγκριση) λειτουργίας. Ενδεικτικά, μπορεί να αναφερθούν πιστοποιητικά πυρασφάλειας και εγκρίσεις για δραστηριότητες μεταποίησης τροφίμων και άλλων προϊόντων ζωικής προέλευσης, κατ` εφαρμογή των κανονισμών 853/2004 (L 139), 183/2005 (L 35) ή 1069/2009 (L 300). Δεν είναι αυτονόητο ότι όλα αυτά μπορούν να αντικατασταθούν από την τήρηση προτύπων, και θα έπρεπε να είχαν προηγηθεί οι απαραίτητες μελέτες αντικτύπου πριν «απορρυθμιστεί» το ισχύον καθεστώς.