• Σχόλιο του χρήστη 'Μητσόπουλος Μιχάλης' | 3 Νοεμβρίου 2009, 11:06

    Με προβληματίζει το γεγονός ότι στα δύο μεταβατικά στάδια που προβλέπονται, το ένα είναι η μετάβαση από τη αναζήτηση εξωδικαστικής λύσης στην υποβολή της αίτησης και η δεύτερη η μετάβαση με απόφαση του δικαστηρίου από τη δικαστική διαδικασία στη διαδικασία απαλλαγής από τα χρέη, ο αιτών την απαλλαγή από τα χρέη δεν έχει να χάσει τίποτα από την εμμονή του στη παράταση της διαδικασίας. Η τράπεζα όσο προχωράει η διαδικασία έχει να χάσει – θα διαγραφούν οι απαιτήσεις αποπληρωμής του δανείου που έχει εκταμιεύσει ουσιαστικά με βάση συζήτησης τις προτάσεις του οφειλέτη και οι δικές της παρατηρήσεις κατά τη διάρκεια της διαδικασίας ουσιαστικά, στη τωρινή μορφή τους, ανήκουν στην κατηγορία «…θα ληφθούν σοβαρά υπόψη…». Αλλά αν όσο προχωράει η διαδικασία δεν έχει να χάσει κάτι από την αρχική θέση του, δηλαδή να πληρώσει το ελάχιστο, και αυτός που ζητάει τη διαγραφή των χρεών, τότε λογικά δεν έχει κανένα απολύτως κίνητρο να αναζητήσει συμβιβασμό πριν τη λήξη της διαδικασίας. Θα μπορούσε για παράδειγμα σε κάθε ένα από τα δύο αυτά μεταβατικά βήματα να μειώνεται το προσδοκώμενο όφελος του αιτούντος. Έτσι, θα μπορεί να περιμένει λίγο χειρότερη για αυτόν έκβαση, σε σχέση με τις αρχικές προτάσεις του, αν επέλθει συμβιβασμός στο δικαστήριο αντί στο εξωδικαστικό στάδιο, και ακόμα λίγο χειρότερη για αυτόν έκβαση στην απόφαση απαλλαγής από αυτή που θα μπορούσε να πετύχει στο στάδιο πριν τη διαδικασία απαλλαγής – πχ εξωδικαστικά να μπορεί να διαγραφεί έως το 90% του χρέους, στο στάδιο του δικαστηρίου έως το 75% και στο τελικό στάδιο μόνο έως το 50% ενώ αντίστοιχα να υπάρχουν και επιβαρύνσεις σε τόκους πχ ειδικά αν η στάση του αιτούντος είναι ιδιαίτερα αδιάλλακτη απέναντι στο δικαστήριο. Πιστεύω ότι αν και τα δύο μέρη έχουν να χάσουν από την παράταση της διαδικασίας, οι τράπεζες έχουν σε κάθε περίπτωση μόνο να χάσουν ενώ με τη πρόταση μου θα έχει και ο αιτών να χάσει κάτι, τότε θα ενθαρρυνθούν πολύ περισσότερο οι συμβιβασμοί στα αρχικά στάδια – ειδικά στις περιπτώσεις που πράγματι οι τράπεζες αντιλαμβάνονται ότι δεν θα έχουν να εισπράξουν τίποτα περισσότερο από έναν πραγματικά αναξιοπαθούντα - , ενώ αν δεν έχει να χάσει τίποτα ο ένας (εν προκειμένω ο αιτών) τότε όλες οι υποθέσεις θα πάνε αναπόφευκτα στο τελευταίο στάδιο επιβαρύνοντας υπερβολικά και τη δικαιοσύνη. Στην πρώτη περίπτωση ένας μηχανισμός που να επιτρέπει την ταχεία εκκαθάριση περιπτώσεων προσωπικής πτώχευσης πράγματι θα είναι μια σημαντική και χρήσιμη προσθήκη στο υφιστάμενο πτωχευτικό δίκαιο και θα ωφελήσει το σύνολο της οικονομίας και τους πραγματικά αναξιοπαθούντες, ενώ στη δεύτερη περίπτωση μάλλον δεν θα έχει πρακτική χρησιμότητα ενώ κινδυνεύει να αποτελέσει άλλο ένα λόγο υπερφόρτωσης και επιβράδυνσης της δικαιοσύνης - γεγονός που μάλιστα θα επιβαρύνει τους πραγματικά αναξιοπαθούντες ενώ θα ωφελήσει μόνο όσους κακόπιστα καταφεύγουν στη διαδικασία αυτή.