• Σχόλιο αναφορικά με το Άρθρο 22, παρ. 1, εδάφιο β. Θεωρούμε επιτακτική ανάγκη να απαληφθεί η τελευταία φράση “.. λαμβάνοντας υπόψη ιδίως τη φύση των εξατομικευμένων διαπιστευτηρίων ασφαλείας και τις ειδικότερες περιστάσεις υπό τις οποίες το μέσο πληρωμής απωλέσθη, εκλάπη ή υπεξαιρέθηκε” καθώς επίσης και να προβλεφθεί ρητά το βάρος της απόδειξης για βαριά αμέλεια να βαρύνει τις τράπεζες. Αιτιολογία: Η ως άνω φράση θα ήταν σκόπιμο να συμπεριληφθεί στην αιτιολογική έκθεση ως αιτία θέσπισης του νομοθέτη της εν λόγω διάταξης. Σε περίπτωση διατήρησης δύναται να περιορίσει την ευθύνη ως μία πρόσθετη προϋπόθεση και ως εκ τούτου δεν θα είναι προς όφελος του καταναλωτή με κίνδυνο να υπονομεύσει το οικονομικό του συμφέρον. Επίσης να υποχρεωθούν οι Τράπεζες να υιοθετήσουν συγκεκριμένες διαδικασίες ασφάλειας και προστασίας των καταναλωτών και των συστημάτων τους όπως ενδεικτικά: 1. άμεση εξέταση και διευθέτηση των καταγγελιών προκειμένου για τη γρήγορη αποτροπή της απάτης εις βάρος του καταναλωτή. 2. ευθύνη της τράπεζας στην περίπτωση μη τήρησης των καθηκόντων επιμέλειάς της προς τον καταναλωτή. Τα καθήκοντα αυτά συνίστανται σε υποχρεώσεις αντίστοιχες προς αυτές του καταναλωτή, δηλαδή στην υποχρέωση συνεχούς εποπτείας και ασφαλείας στο σύστημα και το λογαριασμό και άμεση προειδοποίηση του καταναλωτή, σε περίπτωση που αντιληφθεί κάποια ύποπτη κίνηση εις βάρος του. 3. επιπλέον ευθύνη της τράπεζας για την μη έγκαιρη ενημέρωση από τον πελάτη-θύμα, σε περίπτωση αδράνειας ή καθυστέρησης. 4. Τέλος, η τράπεζα ευθύνεται αν η υποκλοπή του τραπεζικού λογαριασμού, προσωπικών στοιχείων και χρημάτων του πελάτη έγινε εξαιτίας της παραβίασης τους δικού της ηλεκτρονικού συστήματος ασφαλείας ή λογισμικού που διατηρεί στοιχεία πελατών και δεν έχει τηρήσει τα μέτρα αυξημένης επιμέλειας και προσοχής, που απαιτούνται κατά τη διενέργεια ηλεκτρονικών τραπεζικών συναλλαγών, για τον περιορισμό της έκθεσης του καταναλωτή στον κίνδυνο απώλειας της περιουσίας του.