• Σχόλιο του χρήστη 'Άρης Ίκκος' | 20 Αυγούστου 2010, 14:50

    Σε συνέχεια των όσων αναφέρονται από το Ξενοδοχειακό Επιμελητήριο και άλλους στα πλαίσια της παρούσας Διαβούλευσης, και ιδιαίτερα αναφορικά με τις στρεβλώσεις που δημιουργούν τα κίνητρα για την ανάπτυξη ξενοδοχειακής υποδομής, θα ήθελα να επισημάνω πως τα προτεινόμενα μέτρα βασίζονται στην σύγχυση που επικρατεί (και οδηγεί στην αδυναμία άσκησης τουριστικής πολιτικής ευρύτερα) αναφορικά με τα ακόλουθα: --- οι έννοιες Ποιότητα και Πολυτέλεια είναι εντελώς διαφορετικές – για να γίνει κατανοητό αρκεί να αναλογισθεί κανείς ότι μπορεί να επισκεφθεί μια απλή ταβέρνα με εξαίρετη ποιότητα από πλευράς φαγητού, εξυπηρέτησης και περιβάλλοντος σε αντίθεση με ένα πολυτελές εστιατόριο με μέτριο φαγητό, κακή εξυπηρέτηση και ξεπερασμένο περιβάλλον. Η κατανόηση αυτής της διαφοράς θα αναστρέψει την τάση που επικρατεί στους τελευταίους Α.Ν. να πριμοδοτείται η επιδότηση της ανέγερσης κυρίως των ξενοδοχείων υψηλών κατηγοριών ή αναβάθμισης σε ανώτερες κατηγορίες, πριμοδοτώντας με τον τρόπο αυτό την Πολυτέλεια και όχι την Ποιότητα. Αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής, σε συνδυασμό με τα ισχύοντα κριτήρια για τα αστέρια που εστιάζουν σε θέματα υποδομών, είναι να έχει δημιουργηθεί πληθώρα ξενοδοχείων 5*. Χαρακτηριστικά παραθέτουμε τον κατωτέρω πίνακα στον οποίον αποτυπώνεται ο διπλασιασμός των μονάδων 5 αστέρων που, πλέον αποτελούν το 12,1% (έναντι 7,6% το 2004) του συνόλου της δυναμικότητας σε δωμάτια, καθώς και το 19,8% (13,5%) της δυναμικότητας μονάδων 3*, 4* και 5*, στα οποία διενεργούνται περισσότερες από το 80% των διανυκτερεύσεων: 2004 2009 Νέες Μονάδες Κατηγορία Μονάδες Δωμάτια Μονάδες Δωμάτια Μονάδες Δωμάτια 5* 139 26.756 280 46.186 141 19.430 4* 896 88.837 1.164 97.432 268 8.595 3* 1.660 82.627 2.179 89.749 519 7.122 2* 4.473 122.615 4.368 120.733 -105 -1.882 1* 1.731 31.056 1.568 28.908 -163 -2.148 Σύνολο 8.899 351.891 9.559 383.008 660 31.117 Πηγή: ΞΕΕ Τα νέα ξενοδοχεία 5*, προκειμένου να γεμίσουν, ρίχνουν τις τιμές τους οδηγώντας σε οικονομική ασφυξία όχι μόνο τα άλλα ξενοδοχεία 5* αλλά και τα ξενοδοχεία των υπολοίπων κατηγοριών. Οι συνθήκες οικονομικής ασφυξίας επιτείνονται και από το γεγονός ότι, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΣΕΤΕ, η Μέση Κατά Κεφαλή Δαπάνη (ΜΚΔ) ανά τουρίστα παρουσιάζει πτωτική τάση και από € 832 το 2004 διαμορφώθηκε σε € 697 το 2009. Η εξέλιξη αυτή καταδεικνύει και την ματαιότητα της ακολουθούμενης πολιτικής που εδράζεται στην αντίληψη ότι η δημιουργία νέων πολυτελών καταλυμάτων από μόνη της θα προσελκύσει τουρισμό υψηλής εισοδηματικής τάξης. Επίσης δεν θα πρέπει να διαφεύγει της προσοχής μας ότι η πριμοδότηση της ανέγερσης νέων μονάδων έναντι της ανασκευής ή / και ανακαίνισης παλαιότερων μονάδων με στόχο την επανένταξή τους στην σύγχρονη τουριστική αγορά, έχει έντονα αντιπεριβαλλοντική χροιά αφού, ως γνωστόν, το τρίπτυχο προστασίας του περιβάλλοντος βασίζεται στα 3 R: “Reduce – Reuse – Recycle”. --- σε ένα έντονα ανταγωνιστικό περιβάλλον, όπως η διεθνής τουριστική αγορά στην οποία συμμετέχει και η Ελλάδα, πρωταρχικό μέλημα του νομοθέτη πρέπει να είναι η ανταπόκριση στις ανάγκες των δυνητικών πελατών και, ως αποτέλεσμα του μελήματος αυτού, η ανάπτυξη υποδομών πρέπει να συμβαδίζει με τις τάσεις της αγοράς. Παράλληλα βέβαια, η ανάπτυξη των υποδομών θα πρέπει να υπηρετεί και την εθνική στόχευση για τον τουρισμό και τις αρχές της αειφορίας (sustainability) από πλευράς οικονομικής, κοινωνικής και περιβαλλοντικής. Αντίθετα, όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, στην Ελλάδα επικρατεί η άποψη ότι κατασκευάζοντας καλές και ακριβές υποδομές -και μάλιστα χωρίς κανείς να έχει απαντήσει στο ερώτημα ‘τι είδους τουρισμό θέλουμε και τι συνεπάγεται αυτό σε ανάγκες για υποδομές;’- ότι αυτές οι υποδομές θα γεμίσουν αυτόματα! Άραγε να είναι και αυτός ένας λόγος για τη δυσανάλογη έμφαση που δίνεται κατά την αξιολόγηση των προτεινομένων επενδύσεων στα στοιχεία κόστους έναντι μιας σωστής και τεκμηριωμένης έρευνας αγοράς; Η εστίαση στις ανάγκες της αγοράς, εκτός από το ότι θα βοηθούσε και στο θέμα κατανόησης της διαφοροποίησης μεταξύ ποιότητας και πολυτέλειας, θα επέτρεπε και την λήψη εξειδικευμένων μέτρων που να απευθύνονται προς διάφορες αγορές του μέλλοντος. Έτσι, για παράδειγμα, με το βλέμμα στραμμένο στις αγορές του μέλλοντος θα υπήρχε ειδική πρόνοια για την αγορά «Προσβάσιμου Τουρισμού» που απευθύνεται σε ανθρώπους με αναπηρία και 3ης ηλικίας. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat αποτελούν περίπου το 25% του συνολικού πληθυσμού της ΕΕ. Επιπλέον η σύγχρονη 3η ηλικία όχι μόνο ταξιδεύει πολύ αλλά έχει και μεγάλη συγκέντρωση πλούτου, συνεπώς και καταναλωτικής δύναμης, και προτιμά τις περιόδους χαμηλής εποχικότητας. Ακόμα, και επανερχόμενοι στην προαναφερθείσα διαφοροποίηση μεταξύ ποιότητας και πολυτέλειας, θα υπήρχε πρόνοια –πχ μέσω της μετατροπής τους σε ξενοδοχεία τύπου ‘boutique’ βάσει ενός νέου προτύπου του ΕΟΤ- να ενισχυθούν τα μικρά ποιοτικά καταλύματα ανά την μοναδική ελληνική ύπαιθρο ώστε να απευθυνθούν σε περιηγητές και τουρίστες που αποζητούν αυθεντικότητα και την δυνατότητα για απομόνωση και φυγή από την καθημερινότητα. Είναι χαρακτηριστικό ότι σε πρόσφατο συνέδριο του ΣΕΤΕ, ο κ. Rolf Freitag, Ιδρυτής και Πρόεδρος της IΡΚ International που εκπονεί διεθνώς την μεγαλύτερη έρευνα πεδίου στον τουρισμό, με δείγμα άνω των 500.000 δομημένων συνεντεύξεων σε 60 χώρες, είχε συστήσει ότι η Ελλάδα, αντί για την ανάπτυξη ξενοδοχείων υψηλών κατηγοριών, πρέπει να στρέψει την προσοχή της στην ενδυνάμωση των ποιοτικών ξενοδοχείων χαμηλότερων κατηγοριών.