• Σχόλιο του χρήστη 'Κώστας Δρεβερίδας' | 30 Νοεμβρίου 2010, 19:10

    Οι ελληνικές επιχειρήσεις και ιδίως οι μικρομεσαίες (ΜΜΕ) δυσκολεύονται υπό τις παρούσες συνθήκες να αντλήσουν κεφάλαια από την χρηματοπιστωτική και χρηματοδοτική αγορά. Ένας σημαντικός αριθμός αιτημάτων τους δεν γίνεται αποδεκτός από το τραπεζικό σύστημα για λόγους που αφορούν την πιστοληπτική τους διαβάθμιση τους (π.χ. δυσανάλογα υψηλός δανεισμός ως προς τα κέρδη ή τον κύκλο εργασιών, δυσμενή στοιχεία από την προηγούμενη εμπειρία / συνεργασία με τις τράπεζες, αδυναμία παροχής επαρκών εξασφαλίσεων, απουσία παροχής επαρκών εξασφαλίσεων, απουσία στρατηγικής για το μέλλον της επιχείρησης και έλλειψη επιχειρησιακού προγράμματος κ.α.) ή για λόγους αδυναμίας των τραπεζών, λόγω έλλειψης ικανοποιητικής ρευστότητας και όχι μόνο. Για τους παραπάνω λόγους συστάθηκε το Ταμείο Εγγυοδοσίας Μικρών και Πολύ Μικρών Επιχειρήσεων (ΤΕΜΠΜΕ Α.Ε.), το οποίο τα τελευταία έξι χρόνια παρείχε εγγυοδοτικά προϊόντα στην Ελληνική Αγορά. Η «ανάπτυξη μέσω ρευστότητας» που οραματιζόταν το ΤΕΜΠΜΕ έδωσε ελπίδα και ανέβασε τις προσδοκίες των μικρομεσαίων επιχειρήσεων που έβρισκαν έναν σύμμαχο που θα διευκόλυνε την πρόσβαση τους στον τραπεζικό δανεισμό με χαμηλότερο κόστος δανειοδότησης καθώς και θα τερμάτιζε την πιστωτική ασφυξία των ελληνικών επιχειρήσεων που εξαιτίας της πιστωτικής κρίσης και των αυστηρών κριτηρίων αξιολόγησης από τις τράπεζες, οδήγησε σε λουκέτα την αγορά, αλματώδη αύξηση της ανεργίας και υποβάθμιση της χώρας στους δείκτες ανταγωνιστικότητας και ανάπτυξης. Ωστόσο, η πράξη από την θεωρία κατέδειξε σωρεία προβλημάτων όπως προκύπτουν καθημερινά από δημοσιεύματα στον ημερήσιο τύπο, καταγγελίες αναπτυξιακών φορέων (ΕΒΕΑ, Επιμελητήρια, ΕΣΕΕ, κ.α) και παράπονα επιχειρηματιών που αφορούσαν μεταξύ άλλων την καθυστέρηση στην υλοποίηση των προγραμμάτων, την άρνηση πρόσβασης των επιχειρήσεων στα εγγυοδοτικά προγράμματα από την πλευρά των τραπεζών, τους περιοριστικούς όρους και το υψηλό τελικό κόστος δανεισμού. Παραπόνα και καταγγελίες που επισημαίνονται αισθητά και επί της παρούσης διαβούλευσης. Η δημιουργία του Ε.Τ.Ε.Α.Ν. λαμβάνοντας υπόψη την εμπειρία των προηγούμενων ετών και επεκτείνοντας τις δραστηριότητες του ΤΕΜΠΜΕ, αποτελεί σαφέστατα ένα σημαντικό βήμα προς την σωστή κατεύθυνση, ωστόσο είναι φανερό ότι θα πρέπει να υποστηριχθεί με διαπιστευμένα μοντέλα διαχείρισης που προάγουν τα συμφέροντα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, που θα στηρίξουν, με την τεχνογνωσία τους, έμπρακτα την βιωσιμότητα των επιχειρήσεων και των επενδυτικών τους σχεδίων ώστε να ανταποκριθούν στο δυσμενές περιβάλλον και τέλος θα προάγουν την διαφάνεια και την ισονομία. Ειδικότερα, από το Σχέδιο Νόμου και τα υποστηρικτικά έγγραφα προκύπτουν οι ακόλουθες παρατηρήσεις – ερωτήματα. 1)Όπως αναφέρεται και στο Σχέδιο Νόμου, «Βασική επιδίωξη θα είναι η ενίσχυση της δημιουργίας νέων επιχειρήσεων ιδίως από την νέα γενιά, η προώθηση δραστηριοτήτων και επιχειρήσεων ανταγωνιστικών στο διεθνές περιβάλλον και η ενίσχυση δημιουργίας και πώλησης προϊόντων της λεγόμενης νέας ζήτησης του 21 ου αιώνα. To ερώτημα που προκύπτει από το παραπάνω είναι: Πώς θα αξιολογήσουν οι Τράπεζες, την βιωσιμότητα, την καινοτομία και τις προοπτικές ανάπτυξης και επέκτασης νέων και υπό σύσταση επιχειρήσεων που θα δημιουργηθούν από επιστήμονες της νέας γενιάς, λαμβάνοντας υπόψη, από την έως τώρα εμπειρία ότι τα κριτήρια που προτιμούνται από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα περιορίζονται μόνο σε πιστωτικούς (χρηματοοικονομικούς) δείκτες. Η έως τώρα εμπειρία εμπλοκής των Τραπεζών σε αξιολογήσεις (μέσω της συνεργασίας με συμβούλους) στα ΠΕΠ μόνο αντιδράσεις, καθυστερήσεις και καταγγελίες από φορείς της αγοράς και τις ίδιες επιχειρήσεις έφερε. 2)Η εμπειρία από το ΤΕΜΠΜΕ δείχνει ότι έχουν δοθεί περίπου 60.000 δάνεια και δεν έχει πραγματοποιηθεί κανένας έλεγχος για επιβεβαίωση του «καλώς καμωμένου» από τις Τράπεζες. Ποιος είναι αυτός που θα ελέγχει ότι καλώς ή κακώς εγκρίθηκαν τα παραπάνω δάνεια από τις Τράπεζες και ότι τα ποσά καταναλώθηκαν για την υλοποίηση των έργων, την ανάπτυξη των επιχειρήσεων και την πρόσληψη προσωπικού και όχι απλά για μια ανάσα ρευστότητας του επιχειρηματία; 3)Τέλος αναφέρονται έως παρωχημένες οι επιδοτήσεις και ότι το μέλλον βρίσκεται στη χρήση χρηματοπιστωτικών προϊόντων. Επιδοτήσεις που βασίζονται σε δημοσιευμένους οδηγούς προγραμμάτων, σε καθορισμένα και δημοσιοποιημένα κριτήρια επιλογής, σε προγράμματα που παρέχουν την δυνατότητα ενστάσεων από την πλευρά των επιχειρήσεων στη περίπτωση που νιώθουν ότι κακώς απορρίφθηκαν καθώς και σε ανάρτηση των ενταγμένων επιχειρήσεων στο διαδίκτυο. Τελικά τι προάγει τι διαφάνεια, επιδοτήσεις που τα στοιχεία δημοσιοποιούνται και ελέγχονται η κάποια δάνεια που εάν θέλει τα ανακοινώνει η Χ Τράπεζα; Σαφώς και υπάρχουν λάθη και καθυστερήσεις στις επιδοτήσεις αλλά η πρόσφατη εμπειρία με την συμμετοχή ενδιάμεσων φορέων διαχείρισης, που δεν υπάγονται στο στενό δημόσιο τομέα, γνωρίζουν τις ανάγκες των επιχειρηματιών και είναι ταυτόχρονα ευέλικτοι στην διαχείριση προγραμμάτων, δείχνει ότι η συμμετοχή τέτοιων φορέων μόνο θετικά μπορεί και συμβάλλει και πιθανα η ενδεχόμενη σύμπραξή τους με το ΕΤΕΑΝ ώς φορείς διαχείρισης, τεχνικής βοήθειας αλλα και ως ελεγκτικά όργανα αυτού θα προσέδιδε επιπρόσθετη αξία στην όλη προσπάθεια.