Άρθρο Εικοστό – Διατυπώσεις της αναγνώρισης και εκτέλεσης

1. Ο αρμόδιος Εισαγγελέας Εφετών αναγνωρίζει χωρίς άλλη διατύπωση κάθε απόφαση δήμευσης που του διαβιβάζεται και λαμβάνει αμέσως τα αναγκαία μέτρα για την εκτέλεσή της, εκδίδοντας διάταξη περί κατάσχεσης του συγκεκριμένου περιουσιακού στοιχείου ή του χρηματικού ποσού που αφορά η απόφαση, εκτός αν συντρέχει ένας από τους λόγους μη αναγνώρισης, μη εκτέλεσης ή αναβολής των επόμενων άρθρων. Η διάταξη επιδίδεται στον καθ’ ου η εκτέλεση, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Ο Εισαγγελέας ενημερώνει πάραυτα την αρμόδια αρχή του κράτους έκδοσης για την ολική ή μερική εκτέλεση της απόφασης.

2. Εάν μία απόφαση δήμευσης αφορά σε συγκεκριμένο περιουσιακό στοιχείο και αυτό δεν υπάρχει πλέον, δεν έχει βρεθεί ή δεν είναι δυνατόν να κατασχεθεί, κατάσχεται και δημεύεται χρηματικό ποσό ίσης αξίας προς εκείνη του περιουσιακού στοιχείου, εφόσον το ποσό αυτό έχει προσδιοριστεί από το δικαστήριο του κράτους έκδοσης.

3. Εάν μία απόφαση δήμευσης αφορά σε χρηματικό ποσό και δεν επιτευχθεί η καταβολή αυτού, η απόφαση εκτελείται επί οποιουδήποτε περιουσιακού στοιχείου διαθέσιμου προς τον σκοπό αυτό.

4. Στην περίπτωση δήμευσης προϊόντων εγκλήματος, αν η απόφαση έχει εκτελεσθεί ενμέρει σε άλλη χώρα, εκτελείται στην Ελλάδα μόνο κατά το υπόλοιπο μέρος.

5. Ο αρμόδιος Εισαγγελέας Εφετών μετατρέπει, εφόσον απαιτείται, το προς δήμευση ποσό σε ευρώ, με βάση την ισοτιμία που ίσχυε κατά τον χρόνο έκδοσης της απόφασης δήμευσης.

6. Ο αρμόδιος Εισαγγελέας Εφετών διακόπτει την εκτέλεση της απόφασης δήμευσης,
α) αν ενημερωθεί από την αρμόδια αρχή του κράτους έκδοσης για οποιαδήποτε απόφαση ή μέτρο, συνεπεία του οποίου η απόφαση δήμευσης παύει να είναι εκτελεστή,
β) αν το έγκλημα αμνηστεύθηκε σύμφωνα με τους Ελληνικούς νόμους.