9. Όγδοο Βιβλίο: Εκτέλεση

«Σας παρακαλούμε να σχολιάσετε τα επι μέρους σημεία του Κώδικα αναφέροντας το συγκεκριμένο άρθρο, παράγραφο ή εδάφιο στο οποίο αναφέρεται το σχόλιό σας»

ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Αποφάσεις εκτελεστές

Άρθρο 546. Πότε η απόφαση είναι εκτελεστή.- 1. Η καταδικαστική απόφαση και κάθε διάταξη του δικαστή ή του εισαγγελέα εκτελείται μόλις γίνει αμετάκλητη, εκτός αν ο νόμος ορίζει διαφορετικά σε ειδικές περιπτώσεις.
2. Αμετάκλητη είναι η απόφαση κατά της οποίας δεν επιτρέπεται ένδικο μέσο ή δεν ασκήθηκε μέσα στη νόμιμη προθεσμία το επιτρεπόμενο ένδικο μέσο ή ασκήθηκε εμπρόθεσμα και απορρίφθηκε.

Άρθρο 547. Πότε εκτελείται η αθωωτική απόφαση.- Η αθωωτική απόφαση εκτελείται μόλις απαγγελθεί, εκτός αν σε ειδικές περιπτώσεις ο νόμος ορίζει διαφορετικά.

Άρθρο 548. Πότε εκτελείται η προπαρασκευαστική απόφαση.- Η προπαρασκευαστική απόφαση εκτελείται μόλις απαγγελθεί. Το δικαστήριο μπορεί πάντοτε να ανακαλεί αυτές τις αποφάσεις του, εκτός αν λύεται με αυτές οριστικά ένα ζήτημα.

Άρθρο 549. Ποιοί φροντίζουν για την εκτέλεση της απόφασης.- 1. Για την εκτέλεση της απόφασης φροντίζει αυτεπαγγέλτως ο εισαγγελέας ή ο δημόσιος κατήγορος του δικαστηρίου που την έχει εκδώσει.
2. Ο επιφορτισμένος με την εκτέλεση μπορεί να εξουσιοδοτήσει άλλον εισαγγελέα ή δημόσιο κατήγορο, ιδίως όταν ο καταδικασμένος διαμένει έξω από την έδρα του επιφορτισμένου με την εκτέλεση, και ο τελευταίος εγκρίνει την έκτιση της ποινής σε φυλακή έξω από την περιφέρειά του.
3. Οι αποφάσεις που αναφέρονται στα πρόσωπα του άρθρου 157 ανακοινώνονται στους προϊσταμένους τους μόλις εκτελεστούν.
4. Για την εκτέλεση των αποφάσεων των δικαστηρίων ανηλίκων φροντίζει αυτεπαγγέλτως ο αρμόδιος εισαγγελέας ανηλίκων και, αν η απόφαση έχει εκδοθεί από το εφετείο ανηλίκων, ο εισαγγελέας του δικαστηρίου αυτού, ο οποίος μπορεί να αναθέσει την εκτέλεση στον εισαγγελέα ανηλίκων. Επίσης, ο ίδιος εισαγγελέας επιβλέπει την εφαρμογή των αναμορφωτικών και θεραπευτικών μέτρων, καθώς και τον περιορισμό σε ειδικά καταστήματα κράτησης νέων.

Άρθρο 550. Εκτέλεση περισσότερων αποφάσεων για το ίδιο έγκλημα.- Στην περίπτωση που υπάρχουν περισσότερες αμετάκλητες καταδικαστικές αποφάσεις εναντίον του ίδιου προσώπου για την ίδια πράξη, εκτελείται μόνο εκείνη που επιβάλλει την ελαφρότερη ποινή. Αν υπάρχει αμφιβολία γι` αυτό, αποφαίνεται το Τριμελές Πλημμελειοδικείο του τόπου έκτισης της ποινής κατά τη διαδικασία του άρθρου 565. Με την εκτέλεση της απόφασης που επιβάλλει την ελαφρότερη ποινή ακυρώνονται αυτοδικαίως όλες οι άλλες αποφάσεις.

Άρθρο 551.- Εκτέλεση περισσότερων αποφάσεων για διαφορετικά εγκλήματα.- 1. Αν πρόκειται να εκτελεστούν κατά του ίδιου προσώπου περισσότερες αμετάκλητες καταδικαστικές αποφάσεις για διαφορετικά εγκλήματα που συρρέουν, εφαρμόζονται οι ορισμοί του Ποινικού Κώδικα για τη συρροή.
2. Αν στις καταδίκες που απαγγέλθηκαν η κατά την επόμενη παράγραφο ποινή βάσης επιβλήθηκε από το τριμελές ή μονομελές πλημμελειοδικείο ή το Τριμελές ή Μονομελές Δικαστήριο Ανηλίκων, αρμόδιο για να καθορίσει τη συνολική ποινή που πρέπει να εκτιθεί είναι το μονομελές πλημμελειοδικείο. Αν οι καταδίκες απαγγέλθηκαν από το πταισματοδικείο, αρμόδιο για τον καθορισμό της συνολικής ποινής είναι το δικαστήριο αυτό. Σε κάθε άλλη περίπτωση αρμόδιο για τον καθορισμό της συνολικής ποινής είναι το Μονομελές Εφετείο.
3. Για τον καθορισμό της συνολικής ποινής, ως ποινή βάσης λαμβάνεται υπόψη η βαρύτερη από αυτές. Αν μεταξύ των προς εκτέλεση αποφάσεων υπάρχει και απόφαση που αμετάκλητα έχει καθορίσει συνολική ποινή, για τον καθορισμό της νέας συνολικής ποινής λαμβάνεται ως βάση η καθορισθείσα συνολική ποινή, εάν αυτή είναι βαρύτερη από τις ποινές που επιβλήθηκαν με τις άλλες αποφάσεις.
4. Η αίτηση για καθορισμό συνολικής ποινής υποβάλλεται στον αρμόδιο εισαγγελέα αυτοπροσώπως ή από συνήγορο που έχει ειδική εντολή γι` αυτό. Εκείνος που καταδικάστηκε κλητεύεται και αν κρατείται, δεν προσάγεται στο δικαστήριο, μπορεί, όμως, να αντιπροσωπευθεί με συνήγορο διοριζόμενο κατά τους όρους του άρθρου 42 παρ. 2.
5. Το δικαστήριο αποφαίνεται αφού ακούσει τον καταδικασμένο ή το συνήγορο του, αν είναι παρόντες, καθώς και τον εισαγγελέα. Κατά της απόφασης επιτρέπεται αναίρεση στον καταδικασμένο και τον εισαγγελέα.
Άρθρο 552. Εκτέλεση της ποινής.- 1. Η έκτιση της ποινής που επιβλήθηκε με την καταδικαστική αμετάκλητη απόφαση γίνεται σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του ποινικού κώδικα και των ειδικών νόμων για την εκτέλεση των ποινών. Για την παράδοση εκείνου που καταδικάστηκε στη φυλακή, προκειμένου να εκτίσει τη στερητική της ελευθερίας ποινή, συντάσσεται έκθεση, υπογραφόμενη από το όργανο της δημόσιας δύναμης που τον παραδίδει και από το διευθυντή της φυλακής που τον παραλαμβάνει. Η έκθεση επισυνάπτεται στη δικογραφία.
2. Αν ο καταδικασμένος σε ποινή στερητική της ελευθερίας δεν κρατείται προσωρινά, είναι όμως παρών στην απαγγελία της απόφασης, εκείνος που φροντίζει για την εκτέλεση της απόφασης (άρθρο 549) διατάσσει και προφορικά ακόμη την εκτέλεσή της, όταν αυτή μπορεί να εκτελεστεί αμέσως. Διαφορετικά, μόλις η απόφαση γίνει αμετάκλητη διαβιβάζει στην αρμόδια αστυνομική αρχή έγγραφη εντολή για εκτέλεση, που περιέχει το ονοματεπώνυμο και κάθε άλλο στοιχείο ταυτότητας του καταδικασμένου, τον αριθμό, την χρονολογία της απόφασης και την ποινή που επιβλήθηκε.

Άρθρο 553. Απότιση της ποινής σε χρήμα.- 1. Οι γραμματείς των ποινικών δικαστηρίων οφείλουν να βεβαιώσουν στην αρμόδια ΔΟΥ τα ποσά των ποινών σε χρήμα, μαζί με τις υπόλοιπες προσαυξήσεις, μέσα στον επόμενο μήνα από τότε που έγιναν αμετάκλητες οι αποφάσεις που τις επέβαλαν.
2. Οι σχετικές με την είσπραξη δημοσίων εσόδων διατάξεις εφαρμόζονται και στην προκειμένη περίπτωση.

Άρθρο 554. Λήξη της ποινής.- Ο χρόνος λήξης της στερητικής της ελευθερίας ποινής προσδιορίζεται, κατά τους ορισμούς του ποινικού κώδικα, από εκείνον που έχει την επιμέλεια της εκτέλεσης, ο οποίος και τον αναγράφει στο αντίγραφο της απόφασης, που παραδίδεται στο διευθυντή της φυλακής.

ΔΕΥΤΕΡΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Αναβολή και διακοπή της εκτέλεσης της ποινής
Άρθρο 555.Υποχρεωτική αναβολή της εκτέλεσης.- Η εκτέλεση της στερητικής της ελευθερίας ποινής αναβάλλεται: α)αν ο καταδικασμένος προσβλήθηκε μετά την καταδίκη του από ψυχοπάθεια σε βαθμό που να μην έχει συνείδηση της εκτελούμενης ποινής και β) στις περιπτώσεις του άρθρου 110 Α ΠΚ. Στην πρώτη περίπτωση διατάσσεται ταυτόχρονα ο εγκλεισμός του καταδίκου σε δημόσιο ψυχιατρείο, κατά προτίμηση δικαστικό. Ο χρόνος διαμονής του στο ψυχιατρείο θεωρείται χρόνος έκτισης της ποινής.
2.Την κατά την προηγούμενη παράγραφο αναβολή διατάσσει ύστερα από αίτηση του καταδίκου ή του εισαγγελέα το δικαστήριο που εξέδωσε την απόφαση. Σε περίπτωση περισσότερων αποφάσεων διάφορων δικαστηρίων την αναβολή διατάσσει το κατά το άρθρο 551 αρμόδιο δικαστήριο.
3. Στην περίπτωση του άρθρου τούτου ο εισαγγελέας που έχει την επιμέλεια της εκτέλεσης οφείλει να διατάξει προηγουμένως την εξέταση του καταδίκου από δύο γιατρούς, αν είναι δυνατό ειδικούς.

Άρθρο 556. Δυνητική αναβολή της εκτέλεσης.- 1. Η εκτέλεση της στερητικής της ελευθερίας ποινής μπορεί να αναβληθεί: α) αν η γυναίκα που καταδικάστηκε έχει συμπληρώσει πάνω από τρεις μήνες εγκυμοσύνης ή γέννησε πρόσφατα ωσότου περάσουν έξι το πολύ μήνες από τον τοκετό, β) αν η υπό εκτέλεση ποινή είναι στερητική της ελευθερίας ως τρία χρόνια , για αποδεδειγμένες οικογενειακές ή επαγγελματικές ανάγκες και έως έξι το πολύ μήνες μία μόνο φορά, γ) αν εκείνος που καταδικάστηκε πάσχει από σοβαρή ασθένεια και η άμεση εκτέλεση της ποινής εμφανίζεται ως υπέρμετρα σκληρή μεταχείριση και δ) αν η ποινή έχει μετατραπεί σε χρηματική και δεν καθίσταται δυνατή από τον συλληφθέντα η καταβολή του ποσού της μετατροπής της, λόγω μη λειτουργίας της αρμόδιας προς είσπραξη δημόσιας υπηρεσίας. Η αναβολή, για το αναγκαίο προς καταβολή του ποσού της μετατροπής της ποινής χρονικό διάστημα, διατάσσεται, έστω και προφορικά, από τον αρμόδιο Εισαγγελέα Πρωτοδικών του τόπου συλλήψεως.
2. Την κατά την προηγούμενη παράγραφο αναβολή διατάσσει με αιτιολογημένη διάταξή του ο εισαγγελέας που έχει την επιμέλεια εκτέλεσης της ποινής , είτε αυτεπαγγέλτως είτε με αίτηση του καταδίκου.
3. Αν κατά την απαγγελία της καταδικαστικής απόφασης στο ακροατήριο υπάρχει λόγος να αναβληθεί η εκτέλεση της ποινής κατά την παρ. 1 του άρθρου αυτού, μπορεί ο κατάδικος ή ο εισαγγελέας να ζητήσουν προφορικά την αναβολή εκτέλεσης της ποινής και από το δικαστήριο.

Άρθρο 557. Διακοπή της εκτέλεσης της ποινής.- 1. Η εκτέλεση της περιοριστικής της ελευθερίας ποινής που έχει αρχίσει μπορεί να διακοπεί στις περιπτώσεις της παρ. 1 στοιχ. α), καθώς και των παραγράφων 2 και 7 του άρθρου αυτού.
2. Αν εκείνος που εκτίει την ποινή νοσηλεύεται σε νοσοκομείο σύμφωνα με τις διατάξεις για την νοσηλεία των κρατουμένων και αν εξαιτίας βαριάς νόσου βρίσκεται σε τέτοια κατάσταση, ώστε η συνέχιση της νοσηλείας του σε οποιοδήποτε τέτοιο νοσοκομείο να μην μπορεί να αποτρέψει ανήκεστη βλάβη της υγείας του ή κίνδυνο της ζωής του, μπορεί, αν η αποτροπή είναι δυνατή με νοσηλεία του σε άλλο νοσηλευτικό ίδρυμα που κατονομάζεται ειδικά, να ζητήσει να εισαχθεί σ’ αυτό για να συνεχίσει με δικές του δαπάνες τη νοσηλεία του. Η κατ` οίκον νοσηλεία δεν αποκλείεται.
3. Το αρμόδιο δικαστήριο αποφαίνεται ύστερα από αίτηση του καταδίκου ή του εισαγγελέα. Ο κατάδικος κλητεύεται ή αντιπροσωπεύεται σύμφωνα με το άρθρο 551 παρ. 4. Η απόφαση πρέπει να έχει ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία και εκδίδεται ύστερα από: α) γνώμη δύο ιατροδικαστών, ή, αν δεν υπάρχουν, δύο γιατρών υπαλλήλων του δημοσίου ή νομικού προσώπου δημόσιου δικαίου σχετικά με την ανάγκη να εισαχθεί ο κρατούμενος στο νοσηλευτικό ίδρυμα που προτείνεται από αυτόν, β) γνώμη του νοσοκομείου στο οποίο νοσηλεύεται ο αιτών και γ) δήλωση του νοσηλευτικού ιδρύματος που υποδεικνύεται από τον αιτούντα ότι μπορεί αυτό να αναλάβει τη νοσηλεία του.
4. Αν το δικαστήριο δεχτεί την αίτηση, διατάσσει να διακοπεί έως πέντε μήνες η εκτέλεση της ποινής. Ύστερα από αίτηση του ενδιαφερόμενου ή του εισαγγελέα, που υποβάλλεται πριν από τη λήξη του πενταμήνου, το ίδιο δικαστήριο μπορεί κάθε φορά να παρατείνει τον παραπάνω χρόνο ως πέντε μήνες, αν η ανάγκη διακοπής εξακολουθεί να υπάρχει. Η διακοπή διατάσσεται με τον όρο της συνεχούς παραμονής και νοσηλείας του καταδίκου στο νοσηλευτικό ίδρυμα που έχει οριστεί. Για την εξασφάλισή της μπορεί το δικαστήριο να επιβάλλει και οποιονδήποτε άλλον όρο.
5. Αντίγραφο της απόφασης επιδίδεται στον κατάδικο και στο διοικητικό διευθυντή του νοσηλευτικού ιδρύματος που έχει οριστεί. Η διακοπή της εκτέλεσης της ποινής αρχίζει από την ημέρα που ο κατάδικος εισάγεται στο ίδρυμα. Για την εισαγωγή ή μεταφορά συντάσσεται έκθεση, που την υπογράφουν ο παραπάνω διευθυντής (ή ο αναπληρωτής του), ο κατάδικος και το όργανο που μετέφερε τον κρατούμενο.
6. Ο κρατούμενος τιμωρείται με φυλάκιση μέχρις ενός έτους αν παραβεί με πρόθεση οποιονδήποτε όρο που του είχε τεθεί, οπότε και παύει αυτοδικαίως η ισχύς της απόφασης που διέταξε τη διακοπή της ποινής. Με την ίδια ποινή τιμωρείται επίσης ο διοικητικός διευθυντής του νοσηλευτικού ιδρύματος, αν με πρόθεση παρέλειψε να ειδοποιήσει χωρίς χρονοτριβή τον αρμόδιο εισαγγελέα πλημμελειοδικών για κάθε διακοπή της νοσηλείας του καταδίκου και για κάθε έξοδό του από αυτό ή αν σε οποιαδήποτε στιγμή εναντιώθηκε στη διενέργεια ελέγχου για τα παραπάνω στο ίδρυμα. Αν οι πράξεις αυτές τελέστηκαν από αμέλεια, ο δράστης τιμωρείται με φυλάκιση έως έξι μηνών.
7. Σε εντελώς εξαιρετικές περιπτώσεις, αν η διακοπή που έχει διαταχθεί κατά τις παρ. 2-4 δεν μπορεί να αποτρέψει ανήκεστη βλάβη της υγείας ή κίνδυνο της ζωής και αν η αποτροπή αυτή μπορεί πραγματικά να επιτευχθεί με την κατ’ οίκον νοσηλεία, το δικαστήριο έπειτα από αίτηση του καταδίκου μπορεί για το σκοπό αυτό να διατάξει να διακοπεί η εκτέλεση της ποινής. Κατά τα άλλα εφαρμόζονται οι διατάξεις των παρ. 3 και 4 αυτού του άρθρου.
8. Ο εισαγγελέας διατάσσει την εκτέλεση της ποινής που διακόπηκε, μόλις λήξει ο χρόνος της διακοπής ή της παράτασης.
9. Την κατά το άρθρο αυτό διακοπή της ποινής διατάσσει: α) στην περίπτωση της παραγράφου 1 ο Εισαγγελέας Πλημμελειοδικών του τόπου έκτισης της ποινής, β) στην περίπτωση της παρ. 2 το Τριμελές Πλημμελειοδικείο του τόπου έκτισης της ποινής, γ) στην περίπτωση της παρ. 7 το Τριμελές Εφετείο, στην περιφέρεια του οποίου εκτίεται η ποινή.

Άρθρο 558. Εκτέλεση της ποινής που έχει αναβληθεί ή διακοπεί.- 1. Η εκτέλεση της ποινής που έχει αναβληθεί ή διακοπεί αποφασίζεται από το δικαστήριο ή τον εισαγγελέα που έχουν αρμοδιότητα για τη χορήγησή τους, αμέσως μόλις παύσουν να υπάρχουν οι λόγοι που οδήγησαν στην αναβολή ή στη διακοπή ή μόλις περάσει η καθορισμένη διάρκειά της.
2. Ο χρόνος της αναβολής ή της διακοπής της ποινής δεν υπολογίζεται στη διάρκειά της.

ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Αμφιβολίες και αντιρρήσεις σχετικά με την εκτέλεση

Άρθρο 559. Αμφιβολίες για την ταυτότητα τον καταδικασμέ¬νου. – 1. Αν προκύπτουν αμφιβολίες ως προς την ταυτότητα εκείνου που έχει συλληφθεί για να εκτίσει ποινή ή εκείνου που δραπέτευσε από τις φυλακές, ενώ την εξέτιε, ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών του τόπου όπου έγινε η σύλληψη εξετάζει εκείνον που έχει συλληφθεί και ενεργεί κάθε έρευνα ή εξέτα¬ση χρήσιμη για τη βεβαίωση της ταυτότητας. Αν ο εισαγγελέας βε¬βαιωθεί ότι αυτός που έχει συλληφθεί δεν είναι το πρόσωπο που κα¬ταδικάστηκε, διατάσσει με αιτιολογημένη διάταξη την άμεση απόλυ¬σή του. Αν έχει δισταγμούς ή αν αυτός που έχει συλληφθεί επιμένει ότι δεν είναι το πρόσωπο που καταδικάστηκε ή εκείνος που δραπέτευσε, ο εισαγγελέας προκαλεί απόφαση του δικαστηρίου πλημμελειοδικών όπου υπηρετεί και αυτό εφαρμόζει, αν υπάρχει περίπτωση, το άρθρο 77.
2. Αν αυτός εναντίον του οποίου γίνεται η εκτέλεση έχει το ονο¬ματεπώνυμο του καταδικασμένου που αναγράφεται στην απόφαση, δεν είναι όμως εκείνος που κατηγορήθηκε ότι τέλεσε την αξιόποινη πρά¬ξη για την οποία επακολούθησε καταδίκη και ο οποίος έχει στην πραγ¬ματικότητα άλλο ονοματεπώνυμο, ο κατά την προηγούμενη παράγρα¬φο εισαγγελέας προκαλεί απόφασή του κατά το άρθρο 145 παρ. 2 αρ¬μόδιου δικαστηρίου. Το δικαστήριο βεβαιώνει το γεγονός αυτό και διορθώνει το ονοματεπώνυμο του καταδικασμένου, το οποίο έχει αναγραφεί εσφαλμένα στην εκτελούμενη απόφαση, ή και άλλα στοιχεία της ταυτότητάς του (άρθρα 76 και 145 παρ. 2), με την προϋπόθεση όμως ότι ο πραγματικά ένοχος είχε κληθεί στη συζήτηση ύστερα από την οποία εκδόθηκε η καταδικαστική απόφαση, έστω και με το όνομα που εσφαλμένα είχε αναγραφεί σ’ αυτήν. Αν δεν είχε κληθεί, εφαρμόζεται υπέρ εκείνου που εσφαλμένα καταδικάστηκε η διάταξη της παρ. 1 αριθ. 2 του άρθρου 525 για την επανάληψη της διαδικασία και στο μεταξύ αναστέλλεται η εκτέλεση της σε βάρος του απόφασης.

Άρθρο 560. Αμφιβολίες σχετικά με το είδος ή τη διάρκεια της ποινής.- Κάθε αμφιβολία ή αντίρρηση σχετικά με την εκτελεστότητα της απόφασης και το είδος ή τη διάρκεια της ποινής λύεται από το δικαστήριο των πλημμελειοδικών του τόπου όπου εκτίεται η ποινή.

Άρθρο 561. Διαδικασία.- Στις περιπτώσεις των άρθρων 559 και 560 ο καταδικασμένος κλητεύεται στο δικαστήριο σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρ. 551. Κατά της απόφασης του δικαστηρίου επιτρέπεται στον εισαγγελέα και στον καταδικασμένο το ένδικο μέσο της αναίρεσης.

ΤΕΤΑΡΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Τέλος των ποινών

Άρθρο 562. Πότε παύει η εκτέλεση της ποινής.- Η Εκτέλεση της ποινής που επιβλήθηκε παύει: α) αν πεθάνει ο καταδικασμένος β) αν απονεμηθεί χάρη.

Άρθρο 563. Πότε εξαλείφεται η ποινή – Η ποινή που επιβλήθηκε εξαλείφεται: α) με την παραγραφή, σύμφωνα με όσα ορίζει ο ποινικός κώδικας και β) με την αμνηστία.

Άρθρο 564. Πότε εφαρμόζονται η αμνηστία και η χάρη.- Αρμόδιο για κάθε αμφιβολία ή αμφισβήτηση σχετικά με την αμνηστία ή τη χάρη που δόθηκε είναι το κατά το άρθρο 560 δικαστήριο, που δεν μπορεί να εξετάσει κανένα άλλο ζήτημα σχετικό με την κατηγορία, αν αυτό δεν είναι απολύτως αναγκαίο για την εφαρμογή του ευεργετήματος. Ο κατάδικος και ο εισαγγελέας μπορούν να ασκήσουν κατά της απόφασης του δικαστηρίου το ένδικο μέσο της αναίρεσης.

ΠΕΜΠΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Εκτέλεση αποφάσεων για τις πολιτικές απαιτήσεις

Άρθρο 565. Πώς γίνεται η εκτέλεση.- Η εκτέλεση της απόφασης σε ό,τι αφορά τη χρηματική ικανοποίηση που επιδικάστηκε γίνεται με την επιμέλεια του δικαιούχου σύμφωνα με τις διατάξεις της Πολιτικής Δικονομίας.

Άρθρο 566. Αντιρρήσεις σχετικά με την εκτέλεση.- Οι αντιρρήσεις σχετικά με την εκτέλεση της απαίτησης για χρηματική ικανοποίηση που επιδικάστηκε αμετάκλητα δικάζονται σύμφωνα με τις διατάξεις της πολιτικής δικονομίας.

  • 28 Απριλίου 2014, 15:38 | Αναστασία

    Αρθρο 556 περ.δ.Σωστή η ρύθμιση, (όπως ισχύει άλλωστε και σήμερα) αλλά πως μπορεί να κρίνεται η βασιμότητα της αιτίασης του καταδίκου (ότι δηλ. έχει τα χρήματα για την εξαγορά της ποινής όμως δεν μπορεί να τα καταβάλει λόγω μη λειτουργίας του Δημ. Ταμείου). Μήπως θα πρέπει να καθοριστούν κάποιοι επιπλέον όροι εφαρμογής της διάταξης;(λ.χ. καταβολή επί αποδείξει του ποσού της μετατροπής σε αξιωματικό του ΑΤ, ο οποίος θα υποχρεούται να το καταβάλει την αμέσως επόμενη εργάσιμη ημέρα στο Δημ. Ταμείο ή ανάληψη σχετικής υποχρέωσης του καταδίκου με Υ.Δ του Ν 1599/1985 κλπ)