ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ’ ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΟΝ ΚΩΔΙΚΑ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ – ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ Ν. 4620/2019

Άρθρο 49

Αρμόδια δικαστήρια για την εκδίκαση κακουργημάτων – Τροποποίηση άρθρου 7 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στο άρθρο 7 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) η περ. ε’ της παρ. 1 διαγράφεται, β) η παρ. 3 τροποποιείται με τη διαγραφή των λέξεων «και το πενταμελές» και την προσθήκη της λέξης «και» μετά τη λέξη «μονομελές» και το άρθρο 7 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 7

Δικαστήρια που δικάζουν τα κακουργήματα

  1. Τα δικαστήρια που δικάζουν τα κακουργήματα συγκροτούνται ως εξής: α) Το μικτό ορκωτό δικαστήριο συγκροτείται από τον πρόεδρο πρωτοδικών ή τον αναπληρωτή του, δύο πρωτοδίκες και τέσσερις ενόρκους, β) Το μικτό ορκωτό εφετείο συγκροτείται από τον πρόεδρο εφετών, δύο εφέτες και τέσσερις ενόρκους, γ) Το μονομελές εφετείο συντίθεται από τον πρόεδρο εφετών ή εφέτη, δ) Το τριμελές εφετείο συντίθεται από τον πρόεδρο εφετών ή τον αναπληρωτή του και από δύο εφέτες.
  2. Το μικτό ορκωτό δικαστήριο συγκροτείται στην έδρα κάθε πρωτοδικείου και το μικτό ορκωτό εφετείο στην έδρα κάθε εφετείου.
  3. Το μονομελές και το τριμελές εφετείο λειτουργούν στην έδρα κάθε εφετείου.
  4. Ο εισαγγελέας των εφετών ή άλλος εισαγγελέας ή αντεισαγγελέας του ίδιου εφετείου ασκεί καθήκοντα εισαγγελέα στο μικτό ορκωτό εφετείο της έδρας του και στα μικτά ορκωτά δικαστήρια της έδρας και της περιφέρειάς του στα οποία και προσδιορίζει τις υποθέσεις. Μπορεί επίσης να αναθέτει σε εισαγγελέα πρωτοδικών να εκτελεί καθήκοντα εισαγγελέα στα μικτά ορκωτά δικαστήρια της έδρας και της περιφέρειάς του. Ο εισαγγελέας πρωτοδικών ο οποίος εκτέλεσε τα ως άνω καθήκοντα μπορεί, αφού προηγουμένως ενημερώσει τον εισαγγελέα εφετών και λάβει από αυτόν γραπτή σύμφωνη γνώμη, να ασκεί έφεση κατά της απόφασης κατά το άρθρο 489.
  5. Καθήκοντα γραμματέα στο μικτό ορκωτό δικαστήριο εκτελεί υπάλληλος της γραμματείας του πρωτοδικείου, ενώ στο μικτό ορκωτό εφετείο υπάλληλος της γραμματείας του εφετείου.».

Άρθρο 50

Ορισμός συμπαρεδρευόντων δικαστών στα Δικαστήρια που δικάζουν τα κακουργήματα – Τροποποίηση άρθρου 8 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 8 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας διαγράφονται οι λέξεις «και έως τρεις, όταν αποτελείται από πέντε δικαστές» και το άρθρο 8 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 8

Ορισμός συμπαρεδρευόντων δικαστών στα Δικαστήρια που δικάζουν τα κακουργήματα.

Αν ο πρόεδρος ή ο πρόεδρος του συμβουλίου που διευθύνει το εφετείο προβλέπει ότι κάποια δίκη θα διαρκέσει πολύ, ορίζει με πράξη του έως δύο συμπαρεδρεύοντες δικαστές, όταν το εφετείο αποτελείται από τρεις δικαστές, για να αναπληρώσουν αυτούς που θα έχουν τυχόν κώλυμα κατά τη διάρκεια της δίκης. Όπου διενεργείται κλήρωση των συνθέσεων, ο ορισμός γίνεται αμέσως μετά την κλήρωση του μεν προέδρου από τον πίνακα των κληρωθέντων αναπληρωματικών προέδρων των δε μελών της σύνθεσης από τον πίνακα των κληρωθέντων αναπληρωματικών δικαστών, κατά τη σειρά της κλήρωσής τους. Σε περίπτωση κωλύματος του προέδρου την προεδρία αναλαμβάνει ο αρχαιότερος μεταξύ αυτών που απομένουν, ανάμεσα στους οποίους περιλαμβάνονται και οι συμπαρεδρεύοντες.».

Άρθρο 51

Σύνθεση εφετείου – Τροποποίηση άρθρου 9 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στο άρθρο 9 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας διαγράφεται το δεύτερο εδάφιο και το άρθρο 9 διαμορφώνεται ως εξής

«Άρθρο 9

Εφετείο

Το συμβούλιο των εφετών και το τριμελές εφετείο συντίθεται από τον πρόεδρο εφετών ή τον αναπληρωτή του και από δύο εφέτες.».

Άρθρο 52

Περιεχόμενο και υποβολή της αίτησης εξαίρεσης – Προσθήκη παρ. 5 στο άρθρο 17 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στο άρθρο 17 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας προστίθεται παρ. 5 ως εξής:

«5. Η αίτηση εξαίρεσης είναι απαράδεκτη αν δεν συνοδεύεται από παράβολο εκατό (100) ευρώ υπέρ του Ταμείου Χρηματοδότησης Δικαστικών Κτιρίων (ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ.), το οποίο επιστρέφεται αν γίνει αυτή ολικά ή μερικά δεκτή. Εξαιρούνται από την κατάθεση παραβόλου οι δικαιούχοι νομικής βοήθειας, όπως αυτοί προσδιορίζονται στο άρθρο 1 του ν. 3226/2004 (Α’ 24).». 

Άρθρο 53

Προσθήκη του αλλοδαπού δημοσίου στις περιπτώσεις φορολογικών, οικονομικών και συναφών εγκλημάτων – Τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 35 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στο πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 35 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) μετά από τις λέξεις «νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου» διαγράφεται η λέξη «και», β) προστίθενται οι λέξεις «και αλλοδαπού δημοσίου» μετά από τις λέξεις «της Ευρωπαϊκής Ένωσης» και η παρ. 1 του άρθρου 35 διαμορφώνεται ως εξής:

«1. Οι εισαγγελείς οικονομικού εγκλήματος, οι αναπληρωτές τους και οι εισαγγελικοί λειτουργοί που τους συνεπικουρούν, διενεργούν προκαταρκτική εξέταση είτε αυτοπροσώπως είτε παραγγέλλοντας σχετικά τους γενικούς ή ειδικούς ανακριτικούς υπαλλήλους, για τη διακρίβωση τυχόν τέλεσης μείζονος ποινικής απαξίας, κατά την κρίση του Προϊσταμένου του Τμήματος Οικονομικού Εγκλήματος, φορολογικών, οικονομικών και οποιωνδήποτε άλλων συναφών εγκλημάτων, εφόσον αυτά τελούνται σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου, οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αλλοδαπού δημοσίου ή βλάπτουν σοβαρά την εθνική οικονομία. Επίσης, στην αρμοδιότητά τους υπάγονται τα κακουργήματα που τελούν Υπουργοί ή Υφυπουργοί και δεν καταλαμβάνονται από τις ρυθμίσεις της παρ. 1 του άρθρου 86 του Συντάγματος, καθώς και τα κακουργήματα που τελούν, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους ή επωφελούμενοι από την ιδιότητά τους, βουλευτές, μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που εκπροσωπούν την Ελλάδα, γενικοί και ειδικοί γραμματείς της Κυβέρνησης, διοικητές, υποδιοικητές ή πρόεδροι διοικητικών συμβουλίων ή διευθύνοντες σύμβουλοι ή εντεταλμένοι σύμβουλοι νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και αιρετά μονοπρόσωπα όργανα των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, κάθε υπάλληλος κατά την έννοια της περ. α΄ του άρθρου 13 ΠΚ και όσοι υπηρετούν μόνιμα ή πρόσκαιρα και με οποιαδήποτε ιδιότητα ή σχέση: α) σε νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου που ιδρύθηκαν από το Δημόσιο και από νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, εφόσον τα ιδρυτικά νομικά πρόσωπα συμμετέχουν στη διοίκησή τους ή τα νομικά αυτά πρόσωπα είναι επιφορτισμένα με εκτέλεση κρατικών προγραμμάτων οικονομικής ανασυγκρότησης ή ανάπτυξης και β) σε νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, στα οποία, κατά τις κείμενες διατάξεις, μπορούν να διατεθούν από το Δημόσιο και από νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου επιχορηγήσεις ή χρηματοδοτήσεις, ακόμη και αν οι υπαίτιοι έχουν παύσει να φέρουν την ιδιότητα αυτήν, εφόσον αυτά σχετίζονται με επιδίωξη οικονομικού οφέλους των ίδιων ή τρίτων ή την πρόκληση βλάβης στο Δημόσιο, νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου ή οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης ή στα ανωτέρω νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου.».

Άρθρο 54

Ποινική δίωξη – Τροποποίηση άρθρου 43 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στο άρθρο 43 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) στο τέταρτο εδάφιο της παρ. 1 μετά από τις λέξεις «οργάνων ελέγχου της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας» προστίθενται οι λέξεις «ή άλλων ελεγκτικών αρχών», β) στο πρώτο εδάφιο της παρ. 3 μετά από τις λέξεις «θέτει στο αρχείο» διαγράφεται η λέξη «και» και προστίθενται οι λέξεις «με συνοπτικά αιτιολογημένη πράξη του» και μετά από τις λέξεις «εισαγγελέα εφετών,» διαγράφονται οι λέξεις «αναφέρει σε αυτόν τους λόγους για τους οποίους δεν άσκησε ποινική δίωξη», γ) στο πρώτο εδάφιο της παρ. 5 μετά από τις λέξεις «ανύπαρκτο όνομα» προστίθενται οι λέξεις «, ή χωρίς να τηρούνται οι προϋποθέσεις των παρ. 2 και 4 του άρθρου 42,», οι λέξεις «από τον» αντικαθίστανται από τις λέξεις «με πράξη του αρμοδίου» και οι λέξεις «και εφαρμόζονται αναλόγως όσα ορίζονται στην» αντικαθίστανται από τις λέξεις «μη εφαρμοζομένης της» και το άρθρο 43 διαμορφώνεται ως εξής:

 

«Άρθρο 43

Έναρξη ποινικής δίωξης – Τρόποι κίνησης –Αρχειοθέτηση

  1. Ο εισαγγελέας όταν λάβει τη μήνυση ή την αναφορά, κινεί την ποινική δίωξη, παραγγέλλοντας ανάκριση ή εισάγοντας την υπόθεση με απευθείας κλήση του κατηγορουμένου στο ακροατήριο, όπου αυτό προβλέπεται ή διαβιβάζοντας τη δικογραφία στον εισαγγελέα εφετών στην περίπτωση της επόμενης παραγράφου ή υποβάλλοντας αίτηση για την έκδοση ποινικής διαταγής (άρθρο 409). Στα κακουργήματα ή πλημμελήματα αρμοδιότητας τριμελούς πλημμελειοδικείου, καθώς και στα πλημμελήματα αρμοδιότητας τριμελούς εφετείου (άρθρο 111 παρ. 6), κινεί την ποινική δίωξη μόνο εφόσον έχουν ενεργηθεί προκαταρκτική εξέταση ή αυτεπάγγελτη προανάκριση κατά το άρθρο 245 παρ. 2 και προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις για την κίνησή της. Η ίδια διαδικασία ακολουθείται και επί ανηλίκων, για πράξεις που αν τις διέπραττε ενήλικος, θα διατασσόταν προκαταρκτική εξέταση. Αν έχει προηγηθεί ένορκη διοικητική εξέταση ή υπάρχει πόρισμα ή έκθεση ελέγχου των οργάνων ελέγχου της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας ή άλλων ελεγκτικών αρχών και προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις για να κινηθεί η ποινική δίωξη, μπορεί να μην ενεργηθεί προκαταρκτική εξέταση, εφόσον η ποινική δίωξη που πρόκειται να ασκηθεί αναφέρεται σε πράξεις ίδιες με εκείνες για τις οποίες διενεργήθηκε η Ε.Δ.Ε. ή αναφέρονται στο πόρισμα ή την έκθεση ελέγχου.
  2. Αν διενεργήθηκε προκαταρκτική εξέταση ή αυτεπάγγελτη προανάκριση κατά το άρθρο 245 παρ. 2 ή ένορκη διοικητική εξέταση ή υπάρχει πόρισμα ή έκθεση αρμόδιας κατά τον νόμο για έλεγχο αρχής για πλημμέλημα των προσώπων του άρθρου 111 της παρ. 6, ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών κινεί την ποινική δίωξη διαβιβάζοντας τη δικογραφία στον εισαγγελέα εφετών με σχέδιο κλητηρίου θεσπίσματος. Αν ο εισαγγελέας εφετών κρίνει ότι δεν συντρέχουν επαρκείς ενδείξεις για την εισαγωγή της υπόθεσης στο ακροατήριο με απευθείας κλήση, υποβάλλει σχετική πρόταση στο συμβούλιο εφετών διατηρώντας το δικαίωμα να διατάξει προηγουμένως προανάκριση για τη συμπλήρωση του αποδεικτικού υλικού.
  3. Αν η μήνυση ή η αναφορά δεν στηρίζεται στον νόμο ή είναι προφανώς αβάσιμη στην ουσία της ή ανεπίδεκτη δικαστικής εκτίμησης, ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών τη θέτει στο αρχείο με συνοπτικά αιτιολογημένη πράξη του, υποβάλλοντας τη δικογραφία στον εισαγγελέα εφετών. Ο τελευταίος, αν δεν συμφωνεί, έχει υποχρέωση να παραγγείλει προκαταρκτική εξέταση αν πρόκειται για κακούργημα ή πλημμέλημα για το οποίο αυτή είναι υποχρεωτική, είτε την άσκηση ποινικής δίωξης στις λοιπές περιπτώσεις προσδιορίζοντας σαφώς τα νομικά χαρακτηριστικά της αξιόποινης πράξης.
  4. Αν έχει διενεργηθεί προκαταρκτική εξέταση ή αυτεπάγγελτη προανάκριση κατά το άρθρο 245 της παρ. 2 ή ένορκη διοικητική εξέταση ή υπάρχει πόρισμα ή έκθεση αρμόδιας κατά τον νόμο για έλεγχο αρχής και ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών κρίνει ότι δεν προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις για να κινηθεί η ποινική δίωξη, θέτει την υπόθεση στο αρχείο και, υποβάλλοντας τη δικογραφία στον εισαγγελέα εφετών, αναφέρει σε αυτόν τους λόγους για τους οποίους δεν άσκησε ποινική δίωξη. Ο τελευταίος, αν δεν συμφωνεί, έχει δικαίωμα να παραγγείλει είτε τη συμπλήρωση προκαταρκτικής εξέτασης είτε την άσκηση ποινικής δίωξης, εκθέτοντας στην παραγγελία του συνοπτικά τους λόγους που την δικαιολογούν, προσδιορίζοντας σαφώς τα νομικά χαρακτηριστικά της αξιόποινης πράξης.
  5. Μήνυση ή αναφορά η οποία υποβάλλεται με οποιονδήποτε τρόπο ανωνύμως ή με ανύπαρκτο όνομα, ή χωρίς να τηρούνται οι προϋποθέσεις των παρ. 2 και 4 του άρθρου 42, τίθεται αμέσως στο αρχείο με πράξη του αρμοδίου εισαγγελέα πλημμελειοδικών, μη εφαρμοζομένης της παρ. 3. Όταν συντρέχουν εξαιρετικοί λόγοι που μνημονεύονται ειδικά στην παραγγελία του εισαγγελέα πλημμελειοδικών, διατάσσεται η διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης.
  6. Ο αρμόδιος εισαγγελέας ανασύρει τη δικογραφία από το αρχείο μόνον όταν αναφαίνονται νέα πραγματικά περιστατικά ή στοιχεία ή γίνεται επίκληση αυτών, τα οποία δικαιολογούν κατά την κρίση του την επανεξέταση της υπόθεσης. Στην περίπτωση αυτή καλεί τον μηνυόμενο ή αυτόν σε βάρος του οποίου διενεργήθηκε προκαταρκτική εξέταση για παροχή εξηγήσεων.».

Άρθρο 55

Έγκληση του παθόντος – Τροποποίηση άρθρου 51 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στο άρθρο 51 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) μετά από την παρ. 1 προστίθεται παρ. 1Α, β) στην παρ. 2 προστίθεται δεύτερο εδάφιο και το άρθρο 51 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 51

Έγκληση του παθόντος

  1. Αν ο παθών θέλει να ζητήσει τη δίωξη της αξιόποινης πράξης, υποβάλλει την έγκληση σύμφωνα με όσα ορίζονται στο άρθρο 42 παρ. 2, 3 και 4.

1Α. Ο εγκαλών κατά την υποβολή της έγκλησης, για τα απολύτως κατ` έγκληση διωκόμενα εγκλήματα, ενώπιον κάθε αρμόδιας αρχής καταθέτει παράβολο ποσού εκατό (100) ευρώ υπέρ του Ταμείου Χρηματοδότησης Δικαστικών Κτιρίων (ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ.). Το ύψος του ποσού αναπροσαρμόζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και Δικαιοσύνης. Αν δεν κατατεθεί παράβολο, η έγκληση απορρίπτεται ως απαράδεκτη. Εξαιρούνται από την κατάθεση παραβόλου οι δικαιούχοι νομικής βοήθειας, όπως αυτοί προσδιορίζονται στο άρθρο 1 του ν. 3226/2004 (Α’ 24). Δεν απαιτείται κατάθεση παραβόλου για τα εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας και οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής, τα εγκλήματα ενδοοικογενειακής βίας, τα εγκλήματα ρατσιστικών διακρίσεων (άρθρo 82Α ΠΚ) και τα εγκλήματα παραβιάσεων της ίσης μεταχείρισης. Για αξιόποινες πράξεις που τελούνται σε βάρος δημοσίων οργάνων και υπαλλήλων κατά την άσκηση των καθηκόντων που έχουν ανατεθεί σε αυτούς, ο παθών υποβάλλει την έγκληση ατελώς και χωρίς την κατάθεση παραβόλου. 

  1. Ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών εξετάζει την έγκληση που έλαβε και αν κρίνει ότι αυτή δεν στηρίζεται στον νόμο ή είναι προφανώς αβάσιμη στην ουσία της ή ανεπίδεκτη δικαστικής εκτίμησης, την απορρίπτει με διάταξή του, η οποία περιλαμβάνει συνοπτική αιτιολογία και επιδίδεται στον εγκαλούντα. Κατά της διάταξης του εισαγγελέα πλημμελειοδικών, με την οποία η έγκληση απορρίπτεται ως απαράδεκτη λόγω μη κατάθεσης παραβόλου, δεν επιτρέπεται άσκηση προσφυγής κατά το άρθρο 52.
  2. Αν ενεργήθηκαν προκαταρκτική εξέταση ή αυτεπάγγελτη προανάκριση κατά το άρθρο 245 παρ. 2 ή ένορκη διοικητική εξέταση και ο εισαγγελέας κρίνει ότι δεν προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις για την κίνηση της ποινικής δίωξης, απορρίπτει την έγκληση με διάταξή του, η οποία περιλαμβάνει συνοπτική αιτιολογία και επιδίδεται στον εγκαλούντα.
  3. Όσα αναφέρονται στα άρθρα 43 παρ. 1 και 6, 44, 45, 47, 48, 49 και 50 εφαρμόζονται και ως προς την έγκληση.».

Άρθρο 56

Δικαίωμα προσφυγής του εγκαλούντος σε περίπτωση απόρριψης της έγκλησης – Τροποποίηση παρ. 2 άρθρου 52 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στο πρώτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 52 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) η λέξη «δημοσίου» αντικαθίσταται από τις λέξεις «Ταμείου Χρηματοδότησης Δικαστικών Κτιρίων (ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ.)» και β) οι λέξεις «διακοσίων πενήντα (250)» αντικαθίστανται από τις λέξεις «τριακοσίων πενήντα (350)» και η παρ. 2 διαμορφώνεται ως εξής:

«2. Ο προσφεύγων υποχρεούται να καταθέσει παράβολο υπέρ του Ταμείου Χρηματοδότησης Δικαστικών Κτιρίων (ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ.) ποσού τριακοσίων πενήντα (350) ευρώ, το οποίο επισυνάπτεται στην έκθεση που συντάσσει ο πιο πάνω γραμματέας. Σε περίπτωση που υποβλήθηκε μία έγκληση από περισσότερους εγκαλούντες, κατατίθεται μόνο ένα παράβολο. Το ύψος του ποσού αναπροσαρμόζεται με κοινή απόφαση των υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και Δικαιοσύνης. Αν δεν κατατεθεί το παράβολο, η προσφυγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη από τον εισαγγελέα εφετών. Εξαιρούνται από την υποχρέωση κατάθεσης παράβολου οι δικαιούχοι νομικής βοήθειας, όπως αυτοί προσδιορίζονται στο άρθρο 1 του ν. 3226/2004.». 

Άρθρο 57

Προδικαστικά ζητήματα ποινικής δίκης – Τροποποίηση παρ. 2 άρθρου 59 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στην παρ. 2 του άρθρου 59 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) διαγράφεται η παραπομπή στο άρθρο 362 ΠΚ, β) τροποποιούνται οι προϋποθέσεις και η διαδικασία αναβολής κάθε περαιτέρω ενέργειας σχετικής με την ποινική δίκη και η παρ. 2 διαμορφώνεται ως εξής:

«2. Στις περιπτώσεις των άρθρων 224, 229, και 363 ΠΚ, όταν ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών διαπιστώσει, πως για το γεγονός για το οποίο εξετάσθηκε ο διάδικος ή ο μάρτυρας ή έγινε η αναφορά στην αρχή ή η καταμήνυση ή ισχυρίστηκε ή διέδωσε ο υπαίτιος ασκήθηκε ποινική δίωξη ή διενεργείται προκαταρκτική εξέταση ή προανάκριση της παρ. 2 του άρθρου 245, ή έχει ασκηθεί αγωγή ή αίτηση ενώπιον πολιτικού δικαστηρίου, αναβάλλει με πράξη του που περιέχει συνοπτική αιτιολογία, κάθε περαιτέρω ενέργεια έως το τέλος της ποινικής δίωξης ή της πολιτικής δίκης.».

Άρθρο 58

Ζητήματα αστικής – διοικητικής φύσεως – Τροποποίηση άρθρου 61 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στο άρθρο 61 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) στον τίτλο μετά από τις λέξεις «αστικής» και «πολιτικής» προστίθενται οι λέξεις «ή διοικητικής» και «ή διοικητική» αντιστοίχως, β) στο πρώτο εδάφιο μετά από τις λέξεις «πολιτικό», «πολιτικών», «πολιτικής» προστίθενται οι λέξεις «ή διοικητικό», «ή διοικητικών», «ή διοικητικής» αντιστοίχως και το άρθρο 61 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 61

Εκκρεμότητα ζητημάτων αστικής ή διοικητικής φύσης στην πολιτική ή διοικητική δίκη.

 Όταν στο πολιτικό ή διοικητικό δικαστήριο εκκρεμεί δίκη για ζήτημα που ανήκει στην αρμοδιότητα των πολιτικών ή διοικητικών δικαστηρίων, που έχει όμως σχέση με την ποινική δίκη, μπορεί το ποινικό δικαστήριο κατά την κρίση του να αναβάλει την ποινική δίκη έως το τέλος της πολιτικής ή διοικητικής. Η απόφαση αυτή μπορεί να ανακληθεί.».

Άρθρο 59

Καθ’ ύλην αρμοδιότητα μονομελούς εφετείου – Τροποποίηση άρθρου 110 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στο άρθρο 110 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) στο πρώτο εδάφιο η λέξη «δικαιοδοσία» αντικαθίσταται από τις λέξεις «καθ’ ύλην αρμοδιότητα», β) η περ. β’ τροποποιείται με τη διεύρυνση της καθ’ ύλην αρμοδιότητας του μονομελούς εφετείου και επέρχονται νομοτεχνικές βελτιώσεις, γ) προστίθενται περ. δ’ και ε’ και το άρθρο 110 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 110

Μονομελές εφετείο

Στην καθ’ ύλην αρμοδιότητα του μονομελούς εφετείου ανήκουν:

α) Η εκδίκαση των κακουργημάτων που αναφέρονται στα άρθρα 301 και 303, εφόσον για αυτά έχει συνταχθεί πρακτικό συνδιαλλαγής ή διαπραγμάτευσης.

β) Η εκδίκαση των περιοριστικά απαριθμούμενων κακουργημάτων της διακεκριμένης κλοπής (άρθρο 374 ΠΚ), της ληστείας (άρθρο 380 ΠΚ), της παράτυπης μετανάστευσης [Κώδικας Μετανάστευσης, ν. 5038/2023 (Α΄81)], του κώδικα νόμων για τα ναρκωτικά [ν. 4139/2013 (Α’ 74)], των περ. β΄ έως και ε΄ της παρ. 1 και της παρ. 3 του άρθρου 268 του ν.δ. 86/1969 «Δασικός Κώδικας» (Α΄ 7), και της παρ. 1 του άρθρου 71 του ν. 998/1979 «περί προστασίας δασών» (Α΄ 289), πνευματικής ιδιοκτησίας, συγγενικών δικαιωμάτων και πολιτιστικών θεμάτων [ν. 2121/1993 (Α’ 25)], του άρθρου 52 του ν. 4002/2011 (Α΄ 180), του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας [ν. 4987/2022 (Α’ 206)], του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα [ν. 2960/2001, (Α΄265)], του ν. 4830/2021 (Α ’169), εκτός αν στον νόμο απειλείται κατά αυτών η ποινή της ισόβιας κάθειρξης, οπότε αυτά υπάγονται στη δικαιοδοσία του τριμελούς εφετείου.

γ) Η εκδίκαση των υποθέσεων συγχώνευσης των ποινών με τον καθορισμό συνολικής ποινής στις περιπτώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 551.

δ) Η εκδίκαση των πλημμελημάτων των δικαστών πολιτικής, ποινικής και διοικητικής δικαιοσύνης και εισαγγελέων, συμπεριλαμβανομένων των παρέδρων, των ειρηνοδικών, ειδικών πταισματοδικών, των μελών του Συμβουλίου της Επικρατείας, των παρέδρων, εισηγητών και δοκίμων εισηγητών του, των μελών του Ελεγκτικού Συνεδρίου, των παρέδρων, εισηγητών και δοκίμων εισηγητών του, του γενικού επιτρόπου, επιτρόπων και αντεπιτρόπων που υπηρετούν σε αυτό, του γενικού επιτρόπου, επιτρόπων και αντεπιτρόπων επικρατείας στα τακτικά διοικητικά δικαστήρια, των δικηγόρων και των μελών του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, καθώς και των πλημμελημάτων που τέλεσαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους οι δήμαρχοι και οι περιφερειάρχες.

ε) Η εκδίκαση των εφέσεων κατά των αποφάσεων του τριμελούς πλημμελειοδικείου.».

Άρθρο 60

Καθ’ ύλην αρμοδιότητα τριμελούς εφετείου – Τροποποίηση άρθρου 111 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στο άρθρο 111 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) στον τίτλο διαγράφονται οι λέξεις «και πενταμελές», β) στην παρ. 3 μετά από τη λέξη «πειρατείας» προστίθενται οι λέξεις «, τα κοινώς επικίνδυνα κακουργήματα», γ) η παρ. 5 τροποποιείται ως προς τα εγκλήματα για τα οποία θεμελιώνει αρμοδιότητα το τριμελές εφετείο, δ) στην παρ. 6 μετά από τις λέξεις «του μονομελούς εφετείου» διαγράφονται οι λέξεις «τα πλημμελήματα» και στο τέλος της παραγράφου οι λέξεις «, καθώς και τα πλημμελήματα που τέλεσαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους οι δήμαρχοι και οι περιφερειάρχες», ε) η παρ. 7 τροποποιείται με τη διαγραφή της αρμοδιότητας του τριμελούς εφετείου να δικάζει τις εφέσεις κατά αποφάσεων του τριμελούς πλημμελειοδικείου, δ) προστίθεται παρ. 8, ε) διαγράφεται η παρ. Β) και το άρθρο 111 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 111

Τριμελές εφετείο

Το τριμελές εφετείο δικάζει:

  1. Τα κακουργήματα που προβλέπονται από τον ποινικό κώδικα σχετικά με το νόμισμα, άλλα μέσα πληρωμής και ένσημα, τα υπομνήματα, την ιδιοκτησία, την περιουσία, τα κακουργήματα της ψευδούς βεβαίωσης – νόθευσης από υπάλληλο και της νόθευσης δικαστικού εγγράφου, αν τελέστηκαν από πολίτες, άσχετα με το πρόσωπο του παθόντα και το ποσό του οφέλους ή της ζημίας ή αν τελέστηκαν από στρατιωτικούς και στρέφονται οπωσδήποτε κατά του δημοσίου ή νομικού προσώπου δημόσιου δικαίου ή οργανισμού τοπικής αυτοδιοίκησης, εφόσον η ζημία που προξενήθηκε στο δημόσιο ή στα πιο πάνω νομικά πρόσωπα υπερβαίνει το ποσό των εκατόν είκοσι χιλιάδων (120.000) ευρώ.
  2. Τα κακουργήματα της δωροδοκίας και δωροληψίας που αναφέρονται στα άρθρα 159, 235, 236 και 237 ΠΚ καθώς και της κατάχρησης εξουσίας του άρθρου 239 ΠΚ
  3. Τα κακουργήματα της πειρατείας, τα κοινώς επικίνδυνα κακουργήματα και τα κακουργήματα κατά συγκοινωνιών, τηλεπικοινωνιών και άλλων κοινωφελών εγκαταστάσεων, που προβλέπονται στον ποινικό κώδικα ή σε ειδικούς ποινικούς νόμους.
  4. Τα κακουργήματα τα οποία τελούμενα υπό τις συνθήκες του άρθρου 187Α ΠΚ χαρακτηρίζονται ως τρομοκρατικές πράξεις και τα κακουργήματα που προβλέπονται στα άρθρα 187 και 187Β ΠΚ, καθώς και τα συναφή με αυτά πλημμελήματα και κακουργήματα, ανεξαρτήτως της βαρύτητάς τους.
  5. Τα κακουργήματα των άρθρων 322 και 324 ΠΚ και τα κακουργήματα όλων των ειδικών ποινικών νόμων που δεν υπάγονται στην αρμοδιότητα του μονομελούς εφετείου σύμφωνα με την περ. β) του άρθρου 110.
  6. Τα κακουργήματα αρμοδιότητας του μονομελούς εφετείου των δικαστών πολιτικής, ποινικής και διοικητικής δικαιοσύνης και εισαγγελέων, συμπεριλαμβανομένων των παρέδρων, των ειρηνοδικών, ειδικών πταισματοδικών, των μελών του Συμβουλίου της Επικρατείας, των παρέδρων, εισηγητών και δοκίμων εισηγητών του, των μελών του Ελεγκτικού Συνεδρίου, των παρέδρων, εισηγητών και δοκίμων εισηγητών του, του γενικού επιτρόπου, επιτρόπων και αντεπιτρόπων που υπηρετούν σε αυτό, του γενικού επιτρόπου, επιτρόπων και αντεπιτρόπων επικρατείας στα τακτικά διοικητικά δικαστήρια, των δικηγόρων και των μελών του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
  7. Τις εφέσεις κατά των αποφάσεων του μονομελούς εφετείου.
  8. Τις εφέσεις κατά των αποφάσεων του Τριμελούς Εφετείου, το οποίο συγκροτείται από πρόεδρο εφετών, αρχαιότερο από εκείνο που συμμετείχε στη σύνθεση που εξέδωσε την εκκαλούμενη απόφαση και δύο εφέτες, παρισταμένου Εισαγγελέα Εφετών.».

Άρθρο 61

Καθ’ ύλην αρμοδιότητα μονομελούς πλημμελειοδικείου – Τροποποίηση άρθρου 115 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στο άρθρο 115 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) η παρ. 1 τροποποιείται ως προς την καθ’ ύλην αρμοδιότητα του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου και τα αδικήματα τα οποία εξαιρούνται, β) η παρ. 2 καταργείται και το άρθρο 115 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 115

Μονομελές πλημμελειοδικείο

  1. Το Μονομελές Πλημμελειοδικείο δικάζει όλα τα πλημμελήματα των ειδικών ποινικών νόμων και του Ειδικού Μέρους του Ποινικού Κώδικα εκτός από: α) εκείνα που υπάγονται στην αρμοδιότητα των μικτών ορκωτών δικαστηρίων και εφετείων, καθώς και τα συναφή με αυτά (άρθρα 109, 110, 111 και 128), β) εκείνα που υπάγονται στην αρμοδιότητα του δικαστηρίου ανηλίκων, γ) εκείνα του Δωδεκάτου Κεφαλαίου του Ειδικού Μέρους του Ποινικού Κώδικα και του άρθρου 302 ΠΚ.
  2. [Καταργείται].».

Άρθρο 62

Κατάργηση της τοιχοκόλλησης ως μέσου δημοσιότητας του πίνακα πραγματογνωμόνων – Τροποποίηση άρθρου 185 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στο πέμπτο εδάφιο του άρθρου 185 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας οι λέξεις «τοιχοκολλάται στο ακροατήριο» αντικαθίστανται από τις λέξεις «παραμένει στα γραφεία των γραμματέων των εδρών» και το άρθρο 185 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 185

Πίνακας πραγματογνωμόνων

Το συμβούλιο των πλημμελειοδικών, ύστερα από πρόταση του εισαγγελέα πλημμελειοδικών, καταρτίζει μέσα στο τρίτο δεκαήμερο του Σεπτεμβρίου κάθε χρόνο πίνακα πραγματογνωμόνων κατά ειδικότητες από πρόσωπα που διαμένουν στην έδρα του και είναι κατάλληλα για τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης, προτιμώντας δημόσιους υπαλλήλους. Στον πίνακα περιλαμβάνονται παιδοψυχίατροι και παιδοψυχολόγοι, και ελλείψει αυτών, ψυχίατροι και ψυχολόγοι εξειδικευμένοι στα θέματα γενετήσιας εκμετάλλευσης και κακοποίησης παιδιών. Ο πίνακας υποβάλλεται στον εισαγγελέα εφετών, που έχει το δικαίωμα να ζητήσει τον Οκτώβριο από το συμβούλιο των εφετών τη μεταρρύθμισή του. Το συμβούλιο των εφετών αποφαίνεται σχετικά τον Νοέμβριο. Ο πίνακας, αφού οριστικοποιηθεί, παραμένει στα γραφεία των γραμματέων των εδρών του πλημμελειοδικείου και ανακοινώνεται τον Δεκέμβριο κάθε χρόνου από τον εισαγγελέα πλημμελειοδικών στους ανακριτικούς υπαλλήλους της περιφέρειας. Κάθε χρόνο ισχύει, ωσότου συνταχθεί νέος πίνακας, ο πίνακας που συντάχθηκε το προηγούμενο έτος».

Άρθρο 63

Πρόβλεψη εξαίρεσης εμφάνισης μαρτύρων στην ακροαματική διαδικασία – Προσθήκη παρ. 5 στο άρθρο 215 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στο άρθρο 215 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας προστίθεται παρ. 5 ως εξής:

«5. Αστυνομικοί και λοιποί προανακριτικοί υπάλληλοι που έχουν καταθέσει στην προδικασία δεν καλούνται στο ακροατήριο αλλά αναγιγνώσκονται οι καταθέσεις τους. Ο εισαγγελέας και το δικαστήριο μπορούν κατ’ εξαίρεση να παραγγείλουν την κλήτευσή τους, αν η εξέτασή τους στο ακροατήριο είναι αναγκαία για την ασφαλή διάγνωση της κατηγορίας.».

Άρθρο 64

Κατάργηση της τοιχοκόλλησης ως μέσου δημοσιότητας του πίνακα διερμηνέων – Τροποποίηση παρ. 2 άρθρου 233 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στο τέταρτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 233 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας οι λέξεις «τοιχοκολλάται στο ακροατήριο» αντικαθίστανται από τις λέξεις «παραμένει στα γραφεία των γραμματέων των εδρών» και η παρ. 2 διαμορφώνεται ως εξής:

  1. Ο διορισμός του διερμηνέα γίνεται από πίνακα που καταρτίζεται από το συμβούλιο πλημμελειοδικών, ύστερα από πρόταση του εισαγγελέα του μέσα στο τρίτο δεκαήμερο του μηνός Σεπτεμβρίου κάθε χρόνου από πρόσωπα που διαμένουν ή εργάζονται στην έδρα του και κατά προτίμηση από δημοσίους υπαλλήλους. Ο πίνακας υποβάλλεται στον εισαγγελέα εφετών, που έως το τέλος του Οκτωβρίου έχει το δικαίωμα να ζητήσει από το συμβούλιο εφετών την μεταρρύθμισή του. Το συμβούλιο των εφετών αποφαίνεται σχετικά έως το τέλος Νοεμβρίου. Ο πίνακας, αφού οριστικοποιηθεί, παραμένει στα γραφεία των γραμματέων των εδρών του πλημμελειοδικείου και ανακοινώνεται έως το τέλος Δεκεμβρίου κάθε χρόνου από τον εισαγγελέα πλημμελειοδικών στους ανακριτικούς υπαλλήλους της περιφέρειας. Κάθε χρόνο ισχύει, ωσότου συνταχθεί νέος πίνακας, ο πίνακας που συντάχθηκε το προηγούμενο έτος. Σε εξαιρετικά επείγουσες περιπτώσεις και εφόσον δεν είναι δυνατό να διοριστεί διερμηνέας από εκείνους που είναι εγγεγραμμένοι στο σχετικό πίνακα, μπορεί να διορισθεί διερμηνέας και πρόσωπο που δεν περιλαμβάνεται σε αυτόν. Σε κάθε περίπτωση το δικαστήριο μπορεί να διορίσει διερμηνέα και αυτόν που επιλέγει ο κατηγορούμενος εκτός 

πίνακα.».

Άρθρο 65

Εξέταση με τεχνολογικά μέσα-Προσθήκη άρθρου 238Α στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Μετά από το άρθρο 238 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας προστίθενται: α) ΕΚΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ στο ΔΕΥΤΕΡΟ ΒΙΒΛΙΟ του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας με τίτλο «ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΙΚΟΝΟΤΗΛΕΔΙΑΣΚΕΨΗΣ», β) νέο άρθρο 238Α ως εξής :

«Άρθρο 238Α

Εξέταση με τεχνολογικά μέσα

  1. Οποιαδήποτε κατάθεση κάθε προσώπου, όπως μάρτυρα, πραγματογνώμονα, τεχνικού συμβούλου, διερμηνέα ή διαδίκου, ανωμοτί εξηγήσεις ή απολογία κατηγορουμένου, μπορεί να διεξαχθεί με τη χρήση τεχνολογικών μέσων, χωρίς τη φυσική παρουσία του προσώπου αυτού, όταν υπάρχει σοβαρό κώλυμα εμφάνισης ή κίνδυνος από την αναβολή ή για την ασφαλή διεξαγωγή της διαδικασίας. 
  2. Η εξέταση των προσώπων της παρ. 1 διενεργείται με τον ανωτέρω τρόπο είτε αυτεπαγγέλτως είτε κατόπιν αιτήματος του υπό εξέταση προσώπου. 
  3. Η λήψη της απολογίας από τον κατηγορούμενο διενεργείται με τον ανωτέρω τρόπο, μόνον εφόσον δεν αντιλέγει βάσιμα ο κατηγορούμενος ή ο συνήγορος που τον εκπροσωπεί. Αποκλεισμός της προσωπικής εμφάνισης του κατηγορούμενου στο ακροατήριο, μόνο σε περίπτωση κακουργήματος και ιδίως σε πολυπρόσωπες δίκες ή δίκες που αφορούν στην οργανωμένη εγκληματικότητα ή έχουν σοβαρό κοινωνικό αντίκτυπο, μπορεί να αποφασιστεί από τον διευθύνοντα τη συζήτηση, μετά από πρόταση του εισαγγελέα. Κατά της απόφασης του δεύτερου εδαφίου που απαγγέλλεται σε δημόσια συνεδρίαση, μπορεί να ασκηθεί προσφυγή σε ολόκληρο το δικαστήριο σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 335.
  4. Η εξέταση με τον ανωτέρω τρόπο γίνεται με την παρουσία ανακριτικού ή δικαστικού γραμματέα σε ειδικά διαμορφωμένο κατάστημα του τόπου κατοικίας του προσώπου της παρ. 1, το οποίο διαθέτει τις κατάλληλες τεχνικές προδιαγραφές για τη διενέργεια της εικονοτηλεδιάσκεψης, όπως ρυθμίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης, Προστασίας του Πολίτη και Ψηφιακής Διακυβέρνησης, η οποία καθορίζει όλες τις λεπτομέρειες εφαρμογής της στην ποινική διαδικασία.».

Άρθρο 66

Διενέργεια προανάκρισης – Τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 245 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στην παρ. 1 του άρθρου 245 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) στο τρίτο εδάφιο αα) επέρχονται νομοτεχνικές βελτιώσεις, αβ) προστίθενται οι λέξεις «της παρ. 2 του άρθρου 130», και στο τέλος του εδαφίου προστίθενται οι λέξεις «και στην περίπτωση εκείνη κατά την οποία στη διάρκεια της προκαταρκτικής εξέτασης ή αστυνομικής προανάκρισης για πλημμέλημα έχει υποβληθεί από τον ύποπτο αυτοτελώς αίτημα ποινικής διαπραγμάτευσης προκειμένου και μόνο αυτή να διενεργηθεί και χωρίς να ισχύει η υποχρέωση απολογίας για την περάτωσή της.», β) προστίθεται νέο τέταρτο εδάφιο, γ) στο πέμπτο εδάφιο επέρχονται νομοτεχνικές βελτιώσεις και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:

«1. Η προανάκριση ενεργείται από οποιονδήποτε ανακριτικό υπάλληλο μετά από γραπτή παραγγελία του εισαγγελέα, είναι συνοπτική και δεν περατώνεται πριν ληφθεί η απολογία του κατηγορουμένου. Εφόσον ο κατηγορούμενος κλητεύθηκε νόμιμα και δεν εμφανίστηκε, η προανάκριση περατώνεται και χωρίς την απολογία του. Παραγγελία για προανάκριση δίνεται μόνο στις περιπτώσεις του τέταρτου εδαφίου της παρ. 3 του παρόντος άρθρου, καθώς και στις περιπτώσεις του δεύτερου εδαφίου της παρ. 2 του άρθρου 43, της παρ. 2 του άρθρου 130, του πρώτου εδαφίου της περ. γ’ της παρ. 3 του άρθρου 322 και του τρίτου εδαφίου της περ. γ’ του άρθρου 323, και στην περίπτωση εκείνη κατά την οποία στη διάρκεια της προκαταρκτικής εξέτασης ή αστυνομικής προανάκρισης για πλημμέλημα έχει υποβληθεί από τον ύποπτο αυτοτελώς αίτημα ποινικής διαπραγμάτευσης, προκειμένου αυτή να διενεργηθεί και χωρίς να ισχύει η υποχρέωση απολογίας για την περάτωσή της. Στην τελευταία περίπτωση η παραγγελία προανάκρισης ισοδυναμεί με άσκηση ποινικής δίωξης κατά το άρθρο 43. Ο ανακριτικός υπάλληλος που ορίζεται σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο είναι υποχρεωμένος να διενεργήσει όλες τις προανακριτικές πράξεις που αφορούν την υπόθεση για την οποία η παραγγελία και καλεί ενώπιόν του τους μάρτυρες για εξέταση και τους κατηγορούμενους για να απολογηθούν εφόσον αυτοί κατοικούν στην περιφέρεια του εφετείου της έδρας του. Αν οι μάρτυρες και οι κατηγορούμενοι είναι κάτοικοι άλλων εφετειακών περιφερειών, ο ανωτέρω ανακριτικός υπάλληλος ζητεί την εξέταση των μαρτύρων και τη λήψη των απολογιών των κατηγορουμένων από τον αρμόδιο ανακριτικό υπάλληλο, ο οποίος πρέπει να εκτελέσει αυτήν μέσα σε προθεσμία δέκα (10) ημερών. Ο αρχικά ορισθείς ανακριτικός υπάλληλος μετά το πέρας των άνω ενεργειών επιστρέφει τη δικογραφία με εκτελεσμένη πλήρως την παραγγελία στον παραγγείλαντα εισαγγελέα. Κατά την έννοια της διάταξης αυτής τα Εφετεία Αθηνών και Πειραιώς θεωρούνται ως ανήκοντα σε μία εφετειακή περιφέρεια. Η προανάκριση περατώνεται: α) με απευθείας κλήση του κατηγορουμένου στο ακροατήριο ή β) με πρόταση του εισαγγελέα στο δικαστικό συμβούλιο ή γ) με παραγγελία του εισαγγελέα στον ανακριτή, εφόσον προκύπτει τέλεση κακουργήματος. Στην τελευταία περίπτωση, η προανάκριση μπορεί και να διακοπεί κατά τον ίδιο τρόπο. Πρόταση στο συμβούλιο γίνεται, εφόσον ο εισαγγελέας κρίνει ότι δεν υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις για την παραπομπή του κατηγορουμένου στο ακροατήριο. Αν υπάρχουν περισσότεροι κατηγορούμενοι και δεν προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις σε βάρος μερικών από αυτούς ή πρέπει να κηρυχθεί απαράδεκτη ή να παύσει οριστικά η ποινική δίωξη, ο εισαγγελέας μπορεί να χωρίσει την υπόθεση και να την εισαγάγει μόνο ως προς αυτούς στο δικαστικό συμβούλιο. Το προηγούμενο εδάφιο εφαρμόζεται αναλόγως και επί συναφών εγκλημάτων, είτε πρόκειται για έναν είτε για περισσότερους κατηγορούμενους.».

Άρθρο 67

Προσθήκη των προπαρασκευαστικών πράξεων παραχάραξης στα εγκλήματα για τα οποία προβλέπονται ειδικές ανακριτικές πράξεις – Τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 254 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στην παρ. 1 του άρθρου 254 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας μετά από τον αριθμό «209» προστίθενται οι λέξεις «του άρθρου 211,» και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:

 «1. Ειδικά για τις αξιόποινες πράξεις των παρ. 1 και 2 του άρθρου 187, του άρθρου 187Α, των παρ. 1 και 2 του άρθρου 207, του πρώτου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 208, του άρθρου 208Α εκτός από τις ιδιαίτερα ελαφρές περιπτώσεις, της παρ. 1 του άρθρου 209, του άρθρου 211, των άρθρων 323Α, 336 σε βάρος ανηλίκου, 338 σε βάρος ανηλίκου, των παρ. 1 και 3 του άρθρου 339, της παρ. 1 του άρθρου 342, των άρθρων 348Α, 348Β, 348Γ και 351Α του Ποινικού Κώδικα η έρευνα μπορεί να συμπεριλάβει και τη διενέργεια:

α) συγκαλυμμένης έρευνας, κατά την οποία ο ανακριτικός υπάλληλος ή ο ιδιώτης που ενεργεί υπό τις οδηγίες του, προσφέρεται να διευκολύνει την τέλεση κάποιου από τα εγκλήματα της παρ. 1, την οποία ο δράστης του εν λόγω εγκλήματος είχε προαποφασίσει. Η διενέργεια της συγκαλυμμένης έρευνας γίνεται υπό την εποπτεία του εισαγγελέα πλημμελειοδικών, για δε τις ενέργειες του συγκαλυμμένα δρώντος ή του ιδιώτη συντάσσεται αναλυτική έκθεση κατά τα άρθρα 148 έως 153. Αποδεικτικά στοιχεία που αποκτήθηκαν με ενέργειες του συγκαλυμμένα δρώντος ή του ιδιώτη, οι οποίες δεν μνημονεύονται αναλυτικά στην έκθεση, δεν λαμβάνονται υπόψη για την καταδίκη του κατηγορουμένου,

β) ανακριτικής διείσδυσης, κατά την οποία ανακριτικός υπάλληλος με συγκαλυμμένα στοιχεία ταυτότητας αναλαμβάνει διεκπεραιωτικά καθήκοντα σε εγκληματική ή τρομοκρατική οργάνωση με σκοπό την εξιχνίαση της δομής της, την αποκάλυψη των μελών της, καθώς και τη διακρίβωση των εγκλημάτων της παρ. 1, την τέλεση των οποίων τα μέλη της οργάνωσης είχαν προαποφασίσει. Τα ίδια καθήκοντα μπορεί να αναλάβει και ιδιώτης υπό τους όρους των παρ. 2 έως 6 και εφόσον κατά τα λοιπά για τη δράση του είναι ενήμερος ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών. Ο ενεργών την ανακριτική διείσδυση μπορεί να φέρει συγκαλυμμένα στοιχεία ταυτότητας και φορολογικά ή άλλα στοιχεία και να συναλλάσσεται με αυτά για τις ανάγκες της έρευνας που διεξάγει. Οι λεπτομέρειες και η διαδικασία έκδοσης των εν λόγω στοιχείων συγκάλυψης ορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης και Προστασίας του Πολίτη. Η διενέργεια της ανακριτικής διείσδυσης γίνεται υπό την εποπτεία του εισαγγελέα πλημμελειοδικών, για δε τις ενέργειες του συγκαλυμμένα δρώντος ανακριτικού υπαλλήλου ή του ιδιώτη συντάσσεται αναλυτική έκθεση κατά τα άρθρα 148 έως 153. Αποδεικτικά στοιχεία που αποκτήθηκαν με ενέργειες του συγκαλυμμένα δρώντος ανακριτικού υπαλλήλου ή του ιδιώτη, οι οποίες δεν μνημονεύονται αναλυτικά στην έκθεση, δεν λαμβάνονται υπόψη για την καταδίκη του κατηγορουμένου,

γ) ελεγχόμενων μεταφορών, όπως οι μεταφορές αυτές προβλέπονται στο άρθρο 38 του ν. 2145/1993 (Α` 88),

δ) άρσης του απορρήτου του περιεχομένου των επικοινωνιών ή των δεδομένων θέσης και κίνησης αυτών, με την τήρηση των εγγυήσεων και τις διαδικασίες των άρθρων 4 και 5 του ν. 2225/1994 (Α` 121),

ε) καταγραφής της δραστηριότητας ή άλλων γεγονότων εκτός κατοικίας με συσκευές ήχου ή εικόνας ή με άλλα ειδικά τεχνικά μέσα,

στ) συσχέτισης ή συνδυασμού δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.».

Άρθρο 68

Κατάσχεση ψηφιακών δεδομένων-Τροποποίηση παρ. 4 και 5 άρθρου 265 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στις παρ. 4 και 5 του άρθρου 265 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) στο πρώτο εδάφιο της παρ. 4, αα) μετά από τις λέξεις «που κατάσχονται» προστίθενται οι λέξεις «σύμφωνα με την περ. β) της παρ. 2» και διαγράφονται οι λέξεις «ένα και μόνο» μετά από τις λέξεις «ποινικής διαδικασίας σε», αβ) προστίθεται τέταρτο εδάφιο, β) στο δεύτερο εδάφιο της παρ. 5 προστίθενται οι λέξεις «για τη διασφάλιση της ακεραιότητας των ψηφιακών δεδομένων» και οι παρ. 4 και 5 διαμορφώνονται ως εξής:

«4. Τα ψηφιακά δεδομένα που κατάσχονται σύμφωνα με την περ. β) της παρ. 2 διατηρούνται αποθηκευμένα καθ` όλη τη διάρκεια της ποινικής διαδικασίας σε υλικό μέσο αποθήκευσης που περιέχεται στη δικογραφία. Ασφαλές αντίγραφο αυτού ώστε να διασφαλίζεται η δυνατότητα ανάκτησης των δεδομένων που έχουν κατασχεθεί, σε περίπτωση απώλειας ή καταστροφής, σχηματίζεται κατά την κατάσχεσή τους και διατηρείται στο γραφείο πειστηρίων του πρωτοδικείου στο οποίο υποβάλλεται η δικογραφία και το οποίο παρέχει τις κατάλληλες εγγυήσεις φυσικής ασφάλειας και πρόσβασης σε εκείνους μόνο που ασκούν καθήκοντα στην υπόθεση. Η παρούσα ισχύει αναλόγως και στα ψηφιακά δεδομένα που αφορούν στα δεδομένα επικοινωνίας που περιλαμβάνονται στη δικογραφία. Για τη διασφάλιση της αυθεντικότητας και της ακεραιότητας των ψηφιακών δεδομένων που κατάσχονται σύμφωνα με την περ. α) της παρ. 2, αυτά σφραγίζονται κατά τη διεξαγωγή αυτής.

  1. Η πρόσβαση και η δυνατότητα αναπαραγωγής των ψηφιακών δεδομένων που κατάσχονται επιτρέπεται μόνο σε όσους ασκούν δικαστικά, εισαγγελικά και ανακριτικά καθήκοντα στην υπόθεση ή τους γραμματείς. Προς το σκοπό αυτό χρησιμοποιούνται τα κατάλληλα τεχνικά μέσα για τη διασφάλιση της ακεραιότητας των ψηφιακών δεδομένων. Τέτοια μέσα είναι η κρυπτογράφηση και η χρήση κωδικών ασφαλείας για την πρόσβαση και αναπαραγωγή των κατασχεμένων ψηφιακών δεδομένων από το υλικό μέσο αποθήκευσης στο οποίο βρίσκονται αποθηκευμένα. Η παρούσα ισχύει αναλόγως και στα ψηφιακά δεδομένα που αφορούν στα δεδομένα επικοινωνίας που περιλαμβάνονται στη δικογραφία.».

Άρθρο 69

Άρση ή αντικατάσταση της προσωρινής κράτησης, του κατ’ οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση και των περιοριστικών όρων – Τροποποίηση παρ. 3 άρθρου 291 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στο πρώτο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 291 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας οι λέξεις «με γραπτή γνώμη του εισαγγελέα» αντικαθίστανται από τις λέξεις «αφού ακούσει τον εισαγγελέα» και η παρ. 3 διαμορφώνεται ως εξής:

«3. Ο ανακριτής, αφού ακούσει τον εισαγγελέα, μπορεί με αιτιολογημένη διάταξή του να αντικαταστήσει την προσωρινή κράτηση ή τον κατ` οίκον περιορισμό με ηλεκτρονική επιτήρηση με περιοριστικούς όρους ή αυτούς ή τον κατ`οίκον περιορισμό με ηλεκτρονική επιτήρηση με προσωρινή κράτηση (άρθρο 296). Στην τελευταία αυτή περίπτωση ο ανακριτής εκδίδει και ένταλμα σύλληψης. Επίσης ο ανακριτής μπορεί με τις ίδιες διατυπώσεις να αλλάξει τους όρους που έχουν επιβληθεί με άλλους δυσμενέστερους ή επιεικέστερους. Εναντίον αυτής της διάταξης του ανακριτή επιτρέπεται και στον εισαγγελέα και στον κατηγορούμενο να προσφύγουν στο συμβούλιο πλημμελειοδικών μέσα σε προθεσμία δέκα ημερών. Η προθεσμία αρχίζει από την έκδοση της διάταξης αν πρόκειται για τον εισαγγελέα και από την επίδοση της διάταξης αν πρόκειται για τον κατηγορούμενο. Η προσφυγή και η προθεσμία για την άσκησή της δεν αναστέλλουν την εκτέλεση.».

Άρθρο 70

Ποινική διαπραγμάτευση – Τροποποίηση άρθρου 303 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στο άρθρου 303 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) στην παρ. 1 αα) στην περ. β’ του πρώτου εδαφίου μετά από τις λέξεις «ή της προανάκρισης» προστίθενται οι λέξεις «ή με αυτοτελές αίτημά του εντός προθεσμίας πέντε (5) ημερών από την επίδοση του κλητηρίου θεσπίσματος ή της κλήσης στο ακροατήριο του αρμοδίου δικαστηρίου», αβ) προστίθεται δεύτερο εδάφιο, β) στο πρώτο εδάφιο της παρ. 2 επέρχεται νομοτεχνική βελτίωση, γ) τροποποιείται το δεύτερο εδάφιο της παρ. 3 με την προσθήκη της πρόσκλησης του εισαγγελέα, δ) τροποποιείται το τέταρτο εδάφιο της παρ. 4 ως προς τις παραπεμπόμενες διατάξεις του Ποινικού Κώδικα, ε) προστίθεται παρ. 10 και το άρθρο 303 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 303

Ποινική διαπραγμάτευση

  1. Στις περιπτώσεις των αυτεπαγγέλτως διωκομένων εγκλημάτων, εξαιρουμένων των κακουργημάτων: α) που απειλούνται και με ποινή ισόβιας κάθειρξης και β) που προβλέπονται στο άρθρο 187Α ΠΚ και στο δέκατο ένατο κεφάλαιο του ΠΚ, ο κατηγορούμενος δικαιούται μέχρι την τυπική περάτωση της κύριας ανάκρισης ή της προανάκρισης ή με αυτοτελές αίτημά του, εντός προθεσμίας πέντε (5) ημερών από την επίδοση του κλητηρίου θεσπίσματος ή της κλήσης στο ακροατήριο του αρμοδίου δικαστηρίου, να ζητήσει εγγράφως ο ίδιος ή διά του συνηγόρου του την έναρξη της διαδικασίας ποινικής διαπραγμάτευσης, αντικείμενο της οποίας μπορεί να είναι μόνο η επιβλητέα κύρια ή παρεπόμενη ποινή. Σε κάθε περίπτωση, ο αρμόδιος εισαγγελέας δύναται, αν κρίνει πως η υπόθεση είναι κατάλληλη προς διαπραγμάτευση με βάση τα στοιχεία του πρώτου εδαφίου της παρ. 2, ταυτόχρονα με την επίδοση του κλητηρίου θεσπίσματος ή της κλήσης στο ακροατήριο του αρμοδίου δικαστηρίου, να καλέσει τον κατηγορούμενο ενώπιόν του σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο της παρ. 2, προκειμένου να επιχειρηθεί η υπαγωγή της υπόθεσης στη διαδικασία της διαπραγμάτευσης.
  2. Μετά την υποβολή αιτήματος του κατηγορουμένου σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο της παρ. 1, η δικογραφία διαβιβάζεται επί μεν των πλημμελημάτων στον εισαγγελέα πλημμελειοδικών επί δε των κακουργημάτων στον εισαγγελέα εφετών, οι οποίοι οφείλουν να κρίνουν αν η συγκεκριμένη ποινική υπόθεση είναι, λαμβανομένων υπόψη των περιστάσεων τέλεσης της πράξης και της προσωπικότητας του κατηγορουμένου, κατάλληλη προς διαπραγμάτευση. Προς τον σκοπό αυτό ο εισαγγελέας καλεί υποχρεωτικά τον κατηγορούμενο να εμφανισθεί ενώπιόν του μετά ή δια συνηγόρου και, αν το κρίνει αναγκαίο, τον παθόντα μετά ή δια συνηγόρου. Αν ο κατηγορούμενος δεν έχει συνήγορο ο εισαγγελέας του διορίζει υποχρεωτικά από τον σχετικό πίνακα του οικείου δικηγορικού συλλόγου. Στα εγκλήματα της παρ. 1 του άρθρου 301 ο εισαγγελέας δικαιούται κατά την κρίση του να εξαρτήσει την έναρξη της διαπραγμάτευσης, από την πλήρη αποκατάσταση της ζημίας ή από τη σοβαρή προσπάθεια του υπαιτίου να αποκαταστήσει τη ζημία. 
  3. Αν δεν επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του εισαγγελέα και του κατηγορουμένου, η ποινική διαδικασία συνεχίζεται κανονικά. Η γραπτή αίτηση του κατηγορουμένου ή η πρόσκληση του εισαγγελέα σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο της παρ. 1, θεωρούνται ως ουδέποτε υποβληθείσες, καταστρέφονται με το οικείο υλικό και τυχόν αντίγραφά τους δεν λαμβάνονται υπόψη σε κανένα στάδιο της δίκης και σε καμία άλλη διαδικασία.
  4. Αν ο κατηγορούμενος, αφού λάβει γνώση των στοιχείων της δικογραφίας, συμφωνήσει με τον εισαγγελέα την επιβλητέα ποινή, συντάσσεται πρακτικό διαπραγμάτευσης, που υπογράφεται από τον εισαγγελέα και από τον κατηγορούμενο και τον παριστάμενο συνήγορό του. Το πρακτικό διαπραγμάτευσης περιέχει την ομολογία του κατηγορουμένου για την πράξη για την οποία κατηγορείται, την συμφωνηθείσα ποινή καθώς και τον τρόπο έκτισής της. Η προτεινόμενη ποινή καθορίζεται με βάση την απαξία, τις συνθήκες τέλεσης της πράξης, τον βαθμό της υπαιτιότητας καθώς και την προσωπικότητα και τους οικονομικούς όρους του κατηγορουμένου και δεν μπορεί να υπερβεί τα πέντε έτη φυλάκισης στα κακουργήματα που τιμωρούνται με κάθειρξη μέχρι δέκα έτη, τα επτά έτη στα κακουργήματα που τιμωρούνται με κάθειρξη άνω των δέκα ετών, και τα δύο έτη στα πλημμελήματα, ούτε μπορεί να είναι κατώτερη των δύο ετών στα κακουργήματα που τιμωρούνται με πρόσκαιρη κάθειρξη. Για την αναστολή ή μετατροπή της προτεινόμενης ποινής σε παροχή κοινωφελούς εργασίας ισχύουν οι διατάξεις των άρθρων 80Α, 99, 104Α ΠΚ. Στο πρακτικό διαπραγμάτευσης ορίζεται υποχρεωτικά πληρεξούσιος δικηγόρος και αντίκλητος του κατηγορουμένου, στον οποίο παρέχεται η εντολή να τον εκπροσωπήσει στο ακροατήριο.
  5. Αν το πρακτικό διαπραγμάτευσης συνταχθεί πριν από την απολογία του κατηγορουμένου η ανάκριση θεωρείται περατωμένη ως προς αυτόν, εκτός αν ο εισαγγελέας θεωρεί ότι συντρέχει περίπτωση να επιβληθούν περιοριστικοί όροι, οπότε ο ανακριτής λαμβάνει απολογία του κατηγορουμένου, μετά την οποία ο ανακριτής μπορεί να αφήσει τον κατηγορούμενο ελεύθερο ή να εκδώσει διάταξη για την επιβολή περιοριστικών όρων κατά τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 283. Αν το πρακτικό διαπραγμάτευσης συνταχθεί μετά την απολογία του κατηγορουμένου, ο εισαγγελέας μπορεί με διάταξή του να άρει ή να αντικαταστήσει τα μέτρα δικονομικού καταναγκασμού που τυχόν έχουν επιβληθεί στον κατηγορούμενο. Η διαδικασία του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζεται και η δικογραφία χωρίζεται με πράξη του ανακριτή ως προς τους κατηγορουμένους, για τους οποίους δεν έχει συνταχθεί πρακτικό διαπραγμάτευσης και ως προς τα συρρέοντα εγκλήματα που δεν περιλαμβάνονται σε εκείνα της παρ. 1. Οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 302 ισχύουν αναλόγως.
  6. Μέσα σε πέντε ημέρες από τη σύνταξη του πρακτικού διαπραγμάτευσης, η υπόθεση εισάγεται με απευθείας κλήση στο Μονομελές Εφετείο επί κακουργημάτων και στο Μονομελές Πλημμελειοδικείο επί πλημμελημάτων. Στον απόντα κατηγορούμενο ορίζεται υποχρεωτικά ως συνήγορος ο αναφερόμενος στο πρακτικό διαπραγμάτευσης και αν αυτός κωλύεται άλλος συνήγορος από τον πίνακα του οικείου δικηγορικού συλλόγου. Το δικαστήριο σε δημόσια συνεδρίαση κηρύσσει ένοχο τον κατηγορούμενο βάσει του πρακτικού διαπραγμάτευσης και των στοιχείων της δικογραφίας και επιβάλλει σε αυτόν, εφαρμόζοντας τα κριτήρια του άρθρου 79 ΠΚ ποινή, η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει την συμφωνηθείσα μεταξύ εισαγγελέα και κατηγορούμενου. Το δικαστήριο εξετάζει αυτεπαγγέλτως, χωρίς να δεσμεύεται από το πρακτικό διαπραγμάτευσης, τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 368 περ. β` και γ` και δικαιούται να μεταβάλλει τον νομικό χαρακτηρισμό της πράξης μόνο προς όφελος του κατηγορουμένου.
  7. Διαπραγμάτευση μπορεί να γίνει και στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου μέχρι την έναρξη της αποδεικτικής διαδικασίας, με αίτηση του κατηγορουμένου ή του συνηγόρου του, που έχει ειδική προς τούτο εξουσιοδότηση που καταχωρείται στο ειδικό πρακτικό κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 141 παρ. 4. Στην περίπτωση αυτή η διαπραγμάτευση διεξάγεται μεταξύ του κατηγορουμένου και του εισαγγελέα της έδρας. Αν ο κατηγορούμενος δεν έχει συνήγορο, το δικαστήριο του διορίζει υποχρεωτικά από τον σχετικό πίνακα του οικείου δικηγορικού συλλόγου. Η υποβολή του αιτήματος διαπραγμάτευσης δεν αποτελεί υποχρεωτικό λόγο αναβολής της δίκης, μπορεί όμως το δικαστήριο να διακόψει τη συζήτηση και να τάξει προθεσμία έως δεκαπέντε ημερών για τη σύνταξη του πρακτικού διαπραγμάτευσης σύμφωνα με την παράγραφο 4. Αν δεν επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του εισαγγελέα και του κατηγορουμένου, εφαρμόζεται αναλόγως η παρ. 4 του άρθρου 302.
  8. Σε περίπτωση συρροής εγκλημάτων η διαπραγμάτευση μπορεί να αφορά ένα ή περισσότερα από αυτά.
  9. Κατά της απόφασης του δικαστηρίου χωρεί μόνο αναίρεση.
  10. Σε κάθε περίπτωση το αίτημα του κατηγορουμένου υποβάλλεται άπαξ καθ’ όλα τα δικονομικά στάδια της ποινικής δίκης.».

Άρθρο 71

Κατ’ εξαίρεση περάτωση της κύριας ανάκρισης – Τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 309 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στην παρ. 1 του άρθρου 309 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας επέρχονται οι εξής αλλαγές: στο πρώτο εδάφιο αα) διαγράφονται οι λέξεις «Κατ’ εξαίρεση», αβ) οι λέξεις «: του ν.δ. 86/1969, των νόμων 998/1979, 2168/1993, 2960/2001, 4002/2011 (άρθρο 52), 4139/2013, 4174/2013 και 4251/2014» αντικαθίστανται από τις λέξεις «των κακουργημάτων των ειδικών ποινικών νόμων, του 13ου και 14ου Κεφαλαίου του Ειδικού Μέρους του Ποινικού Κώδικα », β) προστίθεται νέο δεύτερο εδάφιο, γ) στο τρίτο εδάφιο επέρχονται νομοτεχνικές βελτιώσεις και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:

«1. Στις περιπτώσεις των κακουργημάτων των ειδικών ποινικών νόμων, του 13ου και 14ου Κεφαλαίου του Ειδικού Μέρους του Ποινικού Κώδικα, καθώς και των άρθρων 374 και 380 ΠΚ εφόσον η υπόθεση ανήκει στην καθ` ύλην αρμοδιότητα του μονομελούς ή τριμελούς εφετείου, μετά την περάτωση της ανάκρισης, η δικογραφία υποβάλλεται από τον εισαγγελέα πλημμελειοδικών στον εισαγγελέα εφετών, ο οποίος, αν κρίνει ότι προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις για την παραπομπή της υπόθεσης στο ακροατήριο και ότι δεν χρειάζεται να συμπληρωθεί η ανάκριση, προτείνει στον πρόεδρο εφετών να εισαχθεί η υπόθεση, μαζί με τα τυχόν ήσσονος βαρύτητας συναφή εγκλήματα, απευθείας στο ακροατήριο. Η ίδια διαδικασία περάτωσης της ανάκρισης για τα ανωτέρω εγκλήματα, εφαρμόζεται αναλογικά και στην περίπτωση διεξαγωγής της σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 28. Τα άρθρα 128 και 129 εφαρμόζονται αναλόγως στις περιπτώσεις της παρούσας. ».

Άρθρο 72

Προσφυγή κατά της απευθείας κλήσης – Τροποποίηση παρ. 2 άρθρου 322 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στο πέμπτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 322 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) η λέξη «δημοσίου» αντικαθίσταται από τις λέξεις «Ταμείου Χρηματοδότησης Δικαστικών Κτιρίων (ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ.)», β) οι λέξεις «εκατόν πενήντα (150)» αντικαθίστανται από τις λέξεις «τριακοσίων πενήντα (350)» και η παρ. 2 διαμορφώνεται ως εξής:

«2. Η προσφυγή ασκείται με τον τρόπο που προβλέπεται στο άρθρο 474. Αν η έκθεση γίνει ή το δικόγραφο κατατεθεί σε άλλο γραμματέα ή στον προϊστάμενο της προξενικής αρχής ή στον διευθυντή των φυλακών, ειδοποιείται αμελλητί ο γραμματέας της εισαγγελίας πρωτοδικών που εξέδωσε το κλητήριο θέσπισμα και του αποστέλλεται αμέσως η έκθεση ή το δικόγραφο. Αν η προσφυγή ασκείται μέσω αντιπροσώπου, το πληρεξούσιο ή επικυρωμένο αντίγραφό του προσαρτάται στην έκθεση ή στο δικόγραφο. Στην έκθεση ή το δικόγραφο πρέπει να διατυπώνονται και οι λόγοι για τους οποίους ασκείται η προσφυγή. Ο προσφεύγων υποχρεούται να καταθέσει παράβολο υπέρ του Ταμείου Χρηματοδότησης Δικαστικών Κτιρίων (ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ.) ποσού τριακοσίων πενήντα (350) ευρώ. Το ύψος του ποσού αναπροσαρμόζεται με κοινή απόφαση των υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και Δικαιοσύνης. Αν δεν κατατεθεί το παράβολο, η προσφυγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη από τον εισαγγελέα εφετών. ’Όταν η προσφυγή ασκείται από περισσότερους κατηγορουμένους, κατατίθεται μόνο ένα παράβολο. Σε περίπτωση που ο εισαγγελέας εφετών κάνει δεκτή την προσφυγή διατάσσει και την επιστροφή του παραβόλου στον καταθέσαντα αυτό. Εξαιρούνται από την υποχρέωση κατάθεσης παράβολου οι δικαιούχοι νομικής βοήθειας, όπως αυτοί προσδιορίζονται στο άρθρο 1 του ν. 3226/2004.».

Άρθρο 73

Πρόσωπα ιδιάζουσας δωσιδικίας – Τροποποίηση άρθρου 323 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στο άρθρο 323 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) στο πρώτο εδάφιο επέρχονται νομοτεχνικές βελτιώσεις και η λέξη «τριμελούς» αντικαθίσταται από τη λέξη «μονομελούς», β) στο δεύτερο εδάφιο επέρχονται νομοτεχνικές βελτιώσεις και το άρθρο 323 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 323

Προσφυγή προσώπων ιδιάζουσας δωσιδικίας.

Ο κατηγορούμενος που κλητεύθηκε με κλητήριο θέσπισμα απευθείας στο ακροατήριο του μονομελούς εφετείου σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 6 του άρθρου 111 έχει δικαίωμα να προσφύγει στο αρμόδιο συμβούλιο εφετών μέσα στην προθεσμία που ορίζεται στην παρ. 1 του άρθρου 322.

Η προσφυγή υποβάλλεται στον γραμματέα της εισαγγελίας εφετών ή στα όργανα που αναφέρονται στην παρ. 2 του άρθρου 322 και ως προς τις διατυπώσεις άσκησής της εφαρμόζονται οι παρ. 1 και 2 του άρθρου 322. Το συμβούλιο εφετών έχει υποχρέωση να αποφασίσει μέσα σε δέκα ημέρες από τότε που υποβλήθηκε η έκθεση προσφυγής μαζί με την σχετική πρόταση του εισαγγελέα εφετών, και μπορεί: α) να απορρίψει την προσφυγή, β) να κάνει δεκτή την προσφυγή, εκδίδοντας βούλευμα με το οποίο αποφαίνεται ότι δεν πρέπει να γίνει κατηγορία ή παύει οριστικά την ποινική δίωξη ή κηρύσσει αυτήν απαράδεκτη, γ) να προβεί σε μία από τις παραπάνω ενέργειες, αφού προηγουμένως διατάξει προανάκριση για τη συμπλήρωση του αποδεικτικού υλικού, με τη διενέργεια συγκεκριμένων ανακριτικών πράξεων. Το συμβούλιο αποφασίζει σε πρώτο και τελευταίο βαθμό. Το βούλευμα του συμβουλίου εφετών που απορρίπτει την προσφυγή επιδίδεται σύμφωνα με τα άρθρα 155 κ.ε. στον κατηγορούμενο. Αν από την επίδοση του βουλεύματος έως την δικάσιμο που ορίστηκε αρχικά μεσολαβεί τουλάχιστον το μισό της προθεσμίας που ορίστηκε για κλήτευση ο κατηγορούμενος έχει υποχρέωση να εμφανιστεί κατά τη δικάσιμο αυτή για να δικαστεί χωρίς άλλη κλήτευση.».

Άρθρο 74

Θόρυβος και ανυπακοή σε μέτρα που αποφασίστηκαν ή σε διαταγές που δόθηκαν – Τροποποίηση παρ. 2 άρθρου 336 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στην παρ. 2 του άρθρου 336 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) στο πρώτο εδάφιο επέρχονται νομοτεχνικές βελτιώσεις, β) προστίθεται νέο δεύτερο εδάφιο και η παρ. 2 διαμορφώνεται ως εξής:

«2. Το δικαστήριο μπορεί να επιβάλει κατά του συνηγόρου που δημιουργεί θόρυβο ή δείχνει ανυπακοή σε μέτρα που αποφασίστηκαν μόνο τις πειθαρχικές ποινές που προβλέπονται στις περ. α’ και β’ της παρ. 1 του άρθρου 142 του Κώδικα Δικηγόρων [ν. 4194/2013, (Α’ 208)]. Σε περίπτωση σοβαρής διατάραξης της συνεδρίασης ή προσβλητικής συμπεριφοράς κατά του δικαστηρίου ή μέλους του το δικαστήριο, πέραν της υποχρέωσης ανακοίνωσης αξιόποινης πράξης του άρθρου 38, υποχρεούται να υποβάλλει πειθαρχική αναφορά ενώπιον του Προέδρου του οικείου Δικηγορικού Συλλόγου, διαβιβάζοντας αντίγραφα των πρακτικών της δίκης, για την κίνηση της διαδικασίας των άρθρων 152 έως 159 περί πειθαρχικής διαδικασίας του Κώδικα Δικηγόρων. Αν απαγγελθεί πειθαρχική κατηγορία κατά του συνηγόρου, γίνεται αμέσως σύντομη διακοπή της συνεδρίασης, για να ετοιμάσει την υπεράσπισή του.».

Άρθρο 75

Σχολιασμός αποδεικτικών μέσων και προετοιμασία του κατηγορουμένου – Τροποποίηση άρθρου 343 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στο άρθρο 343 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) η παρ. 1 τροποποιείται με την εισαγωγή του κανόνα στην ακροαματική διαδικασία του συνολικού σχολιασμού των αποδεικτικών μέσων και της δυνατότητας του δικαστηρίου να καλεί τον κατηγορούμενο να διατυπώσει τις παρατηρήσεις του σε ενδιάμεσο χρόνο, β) το πρώτο εδάφιο της παρ. 2 αντικαθίσταται και το άρθρο 343 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 343

Θέση επί της κατηγορίας – Ενημέρωση του κατηγορουμένου

  1. Ο διευθύνων τη συζήτηση καλεί τον κατηγορούμενο να διατυπώσει συνοπτικά τη θέση του επί της κατηγορίας, παράλληλα δε τον πληροφορεί ότι έχει το δικαίωμα να αντιτάξει στην κατηγορία πλήρη έκθεση των ισχυρισμών του, καθώς και να διατυπώσει τις παρατηρήσεις του συνολικά ύστερα από την εξέταση των μαρτύρων ή την έρευνα άλλων αποδεικτικών μέσων, εκτός αν το δικαστήριο κρίνει πως λόγω του μεγάλου αριθμού των μαρτύρων ή των άλλων αποδεικτικών μέσων η διατύπωση των παρατηρήσεων δύναται να λάβει χώρα σε ενδιάμεσο χρόνο. 
  2. Αν από την αποδεικτική διαδικασία και πριν την απόφαση για την ενοχή προκύψουν νέες περιστάσεις, οι οποίες θα μπορούσαν να συνδεθούν με επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας, το δικαστήριο, εφόσον υποβληθεί σχετικό αίτημα από τον κατηγορούμενο, παρέχει σε αυτόν τον κατά την κρίση του αναγκαίο χρόνο προετοιμασίας. Η πιθανολογούμενη μεταβολή της κατηγορίας ουδέποτε συνιστά λόγο αναβολής της δίκης.».

Άρθρο 76

Αναβολή της δίκης – Τροποποίηση άρθρου 349 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στο άρθρο 349 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) στην παρ. 2 προστίθεται τέταρτο εδάφιο, β) στην παρ. 2Α βα) προστίθενται νέα εδάφια, δεύτερο και τρίτο, ββ) διαγράφεται το τελευταίο εδάφιο και οι παρ. 2 και 2Α διαμορφώνονται ως εξής:

«2. Το δικαστήριο πριν διατάξει την αναβολή, υποχρεούται να διερευνήσει τη δυνατότητα διακοπής της δίκης. Το δικαστήριο αναβάλλει στη συντομότερη δικάσιμο, η οποία δεν δύναται να υπερβεί τους οκτώ (8) μήνες. Η απόφαση που δέχεται τους λόγους αναβολής πρέπει να έχει ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η οποία πρέπει να αναφέρει, ότι ο λόγος της αναβολής δεν μπορεί να αντιμετωπισθεί με διακοπή της δίκης. Δεν χωρεί δεύτερη αναβολή στην ίδια υπόθεση.

2A. Για την υποβολή αιτήματος αναβολής που συνίσταται σε κώλυμα του συνηγόρου υπεράσπισης ή υποστήριξης της κατηγορίας λόγω συμμετοχής του σε άλλη δίκη ή διαδικασία, απαιτείται, αυτός που προβάλλει το κώλυμα να προσκομίζει υποχρεωτικά στο δικαστήριο κάθε νομιμοποιητικό, διαδικαστικό ή άλλο έγγραφο, με το οποίο αποδεικνύεται πλήρως ο λόγος της αναβολής. Για την παραδεκτή υποβολή αιτήματος αναβολής ο διάδικος καταβάλλει παράβολο υπέρ του Ταμείου Χρηματοδότησης Δικαστικών Κτιρίων (ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ.) ως εξής: α) ογδόντα (80) ευρώ για αιτήματα ενώπιον του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου, β) εκατόν είκοσι (120) ευρώ για αιτήματα ενώπιον του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου, γ) διακόσια (200) ευρώ για αιτήματα ενώπιον των Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου και των Εφετείων. Το παράβολο επιστρέφεται αν το αίτημα της αναβολής απορριφθεί από το δικαστήριο. Το αίτημα υποβάλλεται μόνο μία (1) φορά.». 

Άρθρο 77

Αρμοδιότητα μικτού ορκωτού δικαστηρίου – Τροποποίηση άρθρου 404 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στο άρθρο 404 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) η παρ. 1 αντικαθίσταται, β) η παρ. 2 καταργείται και το άρθρο 404 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 404

Αρμοδιότητα του μικτού ορκωτού δικαστηρίου.

  1. Το μικτό ορκωτό δικαστήριο αποφασίζει μόνο για την κατηγορία και την κύρια ποινή. Κάθε άλλο ζήτημα ανήκει στην αρμοδιότητα των τακτικών δικαστών που αποφασίζουν χωρίς τη σύμπραξη των ενόρκων. 
  2. [Καταργείται].
  3. Σε κάθε περίπτωση που αναβάλλεται η εκδίκαση υπόθεσης σε άλλη δικάσιμο της ίδιας ή άλλης συνόδου του μικτού ορκωτού δικαστηρίου, γίνεται νέα συγκρότησή του.».

Άρθρο 78

Καθορισμός προθεσμίας συμπληρωματικής αιτιολογίας έφεσης εισαγγελέα – Τροποποίηση άρθρου 487 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στο άρθρο 487 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας προστίθενται νέα εδάφια, δεύτερο και τρίτο, και το άρθρο 487 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 487

Αιτιολογία της ασκούμενης από τον εισαγγελέα έφεσης

Η άσκηση έφεσης από τον εισαγγελέα, κατά το προηγούμενο άρθρο, πρέπει να αιτιολογείται ειδικά και εμπεριστατωμένα στη σχετική έκθεση, άλλως απορρίπτεται ως απαράδεκτη.H αιτιολογία της έφεσης που ασκήθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα μπορεί να συμπληρωθεί εντός προθεσμίας δέκα (10) ημερών, η οποία αρχίζει από την καθαρογραφή της απόφασης. Στην περίπτωση του δευτέρου εδαφίου, συντάσσεται σχετική έκθεση.».

Άρθρο 79

Επανακαθαρισμός των ορίων του εκκλητού καταδικαστικής απόφασης- Τροποποίηση άρθρου 489 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στο άρθρο 489 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) στην περ. α) αντικαθίστανται αα) η λέξη «δύο (2)» από τη λέξη «πέντε (5)», αβ) οι λέξεις «δύο χιλιάδες (2.000)» από τις λέξεις «πέντε χιλιάδες (5.000)», αγ) οι λέξεις «δύο (2) μήνες» από τις λέξεις «τέσσερις (4) μήνες», β) στην περ. β) αντικαθίστανται βα) η λέξη «τέσσερις (4)» από τη λέξη «οκτώ (8)», ββ) οι λέξεις «τρεις χιλιάδες (3.000)» από τις λέξεις «οκτώ χιλιάδες (8.000)», βγ) οι λέξεις «τέσσερις (4)» από τις λέξεις «έξι (6)», γ) στην περ. ε) γα) αντικαθίστανται οι λέξεις «δύο (2)» από τις λέξεις «τριών (3)» και γβ) οι λέξεις «ενός (1)» από τις λέξεις «δύο (2)» και το άρθρο 489 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 489

Έφεση εναντίον καταδικαστικής απόφασης από τον κατηγορούμενο και τον εισαγγελέα

 Εκείνος που καταδικάστηκε και ο εισαγγελέας έχουν δικαίωμα να ασκήσουν έφεση: 

α) κατά της απόφασης του μονομελούς πλημμελειοδικείου, αν με αυτήν καταδικάστηκε ο κατηγορούμενος σε φυλάκιση πάνω από πέντε (5) μήνες ή σε χρηματική ποινή πάνω από πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ ή σε παροχή κοινωφελούς εργασίας πάνω από διακόσιες σαράντα ώρες ή αν καταδικάστηκε σε οποιαδήποτε ποινή που συνεπάγεται την έκτιση άλλης ποινής φυλάκισης που είχε ανασταλεί και είναι μεγαλύτερη από τέσσερις (4) μήνες, 

β) κατά της απόφασης του τριμελούς πλημμελειοδικείου και της απόφασης του εφετείου για πλημμελήματα (άρθρα 111 παρ. 6), αν με αυτή καταδικάστηκε ο κατηγορούμενος, πρόσωπο ιδιάζουσας δωσιδικίας ή συμμέτοχος ή δράστης συναφούς πλημμελήματος, σε ποινή φυλάκισης πάνω από οκτώ (8) μήνες ή σε χρηματική ποινή πάνω από οκτώ χιλιάδες (8.000) ευρώ ή σε παροχή κοινωφελούς εργασίας πάνω από τετρακόσιες ογδόντα (480) ώρες ή σε οποιαδήποτε ποινή που συνεπάγεται την έκτιση άλλης ποινής φυλάκισης που είχε ανασταλεί και είναι μεγαλύτερη από έξι (6) μήνες, 

γ) κατά της απόφασης του μονομελούς και τριμελούς δικαστηρίου ανηλίκων με την οποία καταδικάστηκε ο ανήλικος σε περιορισμό σε ειδικό κατάστημα κράτησης νέων ή επιβλήθηκαν σε αυτόν αναμορφωτικά ή θεραπευτικά μέτρα, 

δ) [Kαταργείται], 

ε) κατά της απόφασης του μικτού ορκωτού δικαστηρίου, του μονομελούς εφετείου και του τριμελούς εφετείου με την οποία καταδικάστηκε ο κατηγορούμενος σε ποινή στερητική της ελευθερίας διάρκειας τουλάχιστον τριών (3) ετών για κακούργημα ή τουλάχιστον δύο (2) ετών για πλημμέλημα.».

Άρθρο 80

Ανασταλτική δύναμη έφεσης – Τροποποίηση παρ. 8 άρθρου 497 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στην παρ. 8 του άρθρου 497 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) το τρίτο εδάφιο τροποποιείται με την προσθήκη της φράσης «ή αν κατά τον χρόνο της αναστολής εκτέλεσης, ασκηθεί ποινική δίωξη κατά του καταδικασθέντος ή καταδικασθεί για κακούργημα ή πλημμέλημα που επισύρει ποινή φυλάκισης τουλάχιστον τριών (3) μηνών για πράξη που τέλεσε ο κατηγορούμενος κατά τον χρόνο της αναστολής» μετά από τη φράση «Αν παραβιαστούν οι όροι που τέθηκαν», β) προστίθεται τέταρτο εδάφιο και η παρ. 8 διαμορφώνεται ως εξής:

«8. Τότε μόνο δεν χορηγείται ανασταλτικό αποτέλεσμα κατά την παρ. 4 στην έφεση ή απορρίπτεται η αίτηση αναστολής εκτέλεσης της πρωτόδικης απόφασης, όταν κρίνεται αιτιολογημένα ότι οι περιοριστικοί όροι δεν αρκούν και ότι ο κατηγορούμενος δεν έχει γνωστή και μόνιμη διαμονή στη χώρα ή έχει κάνει προπαρασκευαστικές ενέργειες για να διευκολύνει τη φυγή του ή κατά το παρελθόν υπήρξε φυγόποινος ή φυγόδικος ή κρίθηκε ένοχος για απόδραση κρατουμένου ή παραβίαση περιορισμών διαμονής, εφόσον από τη συνδρομή των παραπάνω στοιχείων προκύπτει σκοπός φυγής ή κρίνεται αιτιολογημένα ότι αν αφεθεί ελεύθερος είναι πολύ πιθανό, όπως προκύπτει από προηγούμενες καταδίκες του για αξιόποινες πράξεις ή από τα συγκεκριμένα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της πράξης, να διαπράξει και άλλα εγκλήματα. Το δικαστήριο σε κάθε περίπτωση χορηγεί ανασταλτικό αποτέλεσμα ή αναστολή εκτέλεσης, αν αιτιολογημένα κρίνει ότι η άμεση έκτιση ή συνέχιση έκτισης της ποινής θα έχει ως συνέπεια υπέρμετρη και ανεπανόρθωτη βλάβη για τον ίδιο ή για την οικογένεια του. Αν παραβιαστούν οι όροι που τέθηκαν ή αν κατά τον χρόνο της αναστολής εκτέλεσης, ασκηθεί ποινική δίωξη κατά του καταδικασθέντος ή καταδικασθεί για κακούργημα ή πλημμέλημα που επισύρει ποινή φυλάκισης τουλάχιστον τριών (3) μηνών, για πράξη που τέλεσε ο κατηγορούμενος κατά τον χρόνο της αναστολής, το αρμόδιο δικαστήριο αποφαίνεται, ύστερα από αίτηση του εισαγγελέα, για την άρση ή όχι της χορηγηθείσας αναστολής εκτέλεσης. Όσο διαρκεί η αναστολή, δεν χορηγείται εκ νέου ανασταλτική δύναμη, σε περίπτωση νέας καταδίκης σε ποινή φυλάκισης άνω του ενός (1) έτους για πράξη που τέλεσε ο κατηγορούμενος κατά τον χρόνο της αναστολής.».

Άρθρο 81

Δυνατότητα περιορισμού των εξεταστέων μαρτύρων στη δευτεροβάθμια δίκη – Τροποποίηση άρθρου 500 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στο άρθρο 500 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) στο τρίτο εδάφιο μετά από τη λέξη «μηνυτή» διαγράφονται οι λέξεις «και δύο τουλάχιστον μάρτυρες, τους πιο σημαντικούς από εκείνους που εξετάστηκαν στην πρωτόδικη δίκη», β) προστίθεται νέο τέταρτο εδάφιο, γ) στο νέο έκτο εδάφιο συγκεκριμενοποιούνται οι παραπομπές στο άρθρο 327, δ) προστίθεται νέο όγδοο εδάφιο και το άρθρο 500 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 500

Προπαρασκευαστική διαδικασία

Ο γραμματέας (άρθρο 474) οφείλει να στείλει στον αρμόδιο εισαγγελέα το πολύ μέσα σε τρεις (3) ημέρες την έκθεση για την έφεση, μαζί με τα υπόλοιπα έγγραφα, σύμφωνα με το άρθρο 499, διαφορετικά τιμωρείται πειθαρχικά. Αν ο κατηγορούμενος κρατείται σε άλλο μέρος, ο εισαγγελέας διατάσσει τη μεταφορά του στις φυλακές της έδρας του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου. Κατόπιν κλητεύει εμπρόθεσμα (άρθρο 166) εκείνον που ασκεί την έφεση και όλους τους άλλους διαδίκους που παραστάθηκαν στην πρωτόδικη δίκη, τον παθόντα και τον μηνυτή. Μπορεί επίσης, να κλητεύσει τους πιο σημαντικούς μάρτυρες από εκείνους που εξετάστηκαν στην πρωτόδικη δίκη, εκτός αν κρίνει ότι η υπόθεση μπορεί να εκδικαστεί με μόνη την ανάγνωση των καταθέσεών τους σύμφωνα με το τρίτο εδάφιο του άρθρου 502. Μπορεί επίσης, να κλητεύσει νέους μάρτυρες που δεν εξετάστηκαν στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 και οι παρ. 2 και 3 του άρθρου 327 εφαρμόζονται και σε αυτήν την περίπτωση. Επίσης εφαρμόζονται και οι διατάξεις των άρθρων 321, 325, 326 και 328. Σε κάθε περίπτωση το δικαστήριο μπορεί να παραγγείλει την κλήτευση των μαρτύρων που εξετάστηκαν στην πρωτόδικη δίκη και δεν κλητεύτηκαν κατά την κρίση του εισαγγελέα, αν η εξέτασή τους στο ακροατήριο είναι αναγκαία για την ασφαλή διάγνωση της κατηγορίας. Στην κλήση αναφέρεται ρητά ότι, αν ο κατηγορούμενος δεν εμφανιστεί ή δεν εκπροσωπηθεί νομίμως από συνήγορο στη δικάσιμο ή στη μετ’ αναβολή αυτής συζήτηση, η έφεσή του θα απορριφθεί ως ανυποστήρικτη. Σε περίπτωση έφεσης του εισαγγελέα εφαρμόζεται αναλόγως η παράγραφος 4 του άρθρου 340. Όταν ο κατηγορούμενος κρατείται με βάση την εκκαλούμενη απόφαση, ο ορισμός δικασίμου για την εκδίκαση της έφεσης γίνεται κατ` απόλυτη προτεραιότητα. Στην περίπτωση άσκησης έφεσης κατά αθωωτικής απόφασης που επιβάλλει μέτρο θεραπείας, σύμφωνα με το άρθρο 69 του ΠΚ, καθώς και κατά απόφασης του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου που διατάσσει την παράταση του μέτρου σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 70 του ΠΚ, ο ορισμός δικασίμου από τον αρμόδιο εισαγγελέα γίνεται υποχρεωτικά σε ημέρα που δεν απέχει περισσότερο από τρεις (3) μήνες από τη διαβίβαση των εγγράφων σε αυτόν.».

Άρθρο 82

Έξοδα σε βάρος των κατηγορουμένων που καταδικάστηκαν. – Τροποποίηση άρθρου 577 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στο άρθρο 577 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) αντικαθίσταται η παρ. 2, β) προστίθεται παρ. 3 και το άρθρο 577 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 577

Έξοδα σε βάρος των κατηγορουμένων που καταδικάστηκαν

  1. Κάθε κατηγορούμενος που καταδικάζεται σε ποινή καταδικάζεται ταυτόχρονα με την ίδια απόφαση και στα έξοδα της ποινικής διαδικασίας.
  2. Το ποσό των εξόδων ορίζεται με την καταδικαστική απόφαση και το ύψος τους καθορίζεται ως εξής: 

α) επί αποφάσεων Μονομελούς Πλημμελειοδικείου, από διακόσια (200) μέχρι τετρακόσια (400) ευρώ,

β) επί αποφάσεων Τριμελούς Πλημμελειοδικείου, από εξακόσια (600) μέχρι χίλια πεντακόσια (1.500) ευρώ,

γ) επί αποφάσεων Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου, από χίλια εξακόσια (1.600) μέχρι τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ,

δ) επί αποφάσεων Μονομελούς Εφετείου, από οκτακόσια (800) μέχρι δύο χιλιάδες (2.000) ευρώ,

ε) επί αποφάσεων Τριμελούς Εφετείου, από χίλια διακόσια (1.200) μέχρι τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ,

στ) επί αποφάσεων Μικτού Ορκωτού Εφετείου, από δύο χιλιάδες (2.000) μέχρι τέσσερις χιλιάδες (4.000) ευρώ,

και μπορεί να αναπροσαρμόζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης και Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών.

  1. Για τον υπολογισμό του ύψους των εξόδων λαμβάνεται υπόψη εάν η διαδικασία, συμπεριλαμβανομένης και της προδικασίας, υπήρξε δαπανηρή για το δημόσιο, ιδίως λόγω της μακροχρόνιας διάρκειας διεξαγωγής της δίκης ή της κυρίας ανακρίσεως, της διενέργειας πραγματογνωμοσύνης και των κλήσεων σημαντικού αριθμού μαρτύρων.».

Άρθρο 83

Έξοδα σε περίπτωση απόρριψης ενδίκων μέσων, ενστάσεων και αιτήσεων – Τροποποίηση άρθρου 578 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στο άρθρο 578 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) στην παρ. 1 οι λέξεις «τα έξοδα» αντικαθίστανται από τις λέξεις «ή αναστολής εκτέλεσης (άρθρα 472 και 497), τα έξοδα, που ισούνται με το μέγιστο ποσό αποφάσεως του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 577», β) στην παρ. 2 προστίθενται οι λέξεις «ή για κάθε άλλη αίτηση ενώπιον δικαστηρίου,» και το άρθρο 578 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 578

Έξοδα σε περίπτωση απόρριψης ενδίκων μέσων, ενστάσεων και αιτήσεων

  1. Όταν η απόφαση απορρίπτει εξ ολοκλήρου την έφεση ή την αίτηση αναίρεσης ή επανάληψης διαδικασίας ή ακύρωσης της απόφασης (άρθρο 430) ή ακύρωσης της διαδικασίας (άρθρα 341 και 435), ή αναστολής εκτέλεσης (άρθρα 472 και 497), τα έξοδα, που ισούνται με το μέγιστο ποσό αποφάσεως του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 577, επιβάλλονται σε καθέναν από εκείνους που άσκησαν το ένδικο μέσο ή την αίτηση.
  2. Όταν με την απόφαση απορρίπτονται ενστάσεις ή άλλες αιτήσεις που υποβάλλονται από οποιονδήποτε διάδικο κατά τη διάρκεια της συζήτησης ποινικών υποθέσεων, ή για κάθε άλλη αίτηση ενώπιον δικαστηρίου, δεν επιβάλλονται έξοδα.».

Άρθρο 84

Έξοδα σε βάρος εκείνων που έκαναν ψευδή έγκληση ή μήνυση – Τροποποίηση άρθρου 580 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στο άρθρο 580 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) το πρώτο εδάφιο της παρ. 1 τροποποιείται με τη διεύρυνση των περιπτώσεων επιβολής εξόδων σε βάρος εκείνων που έκαναν ψευδή έγκληση ή μήνυση με την προσθήκη της περίπτωσης της δικομανίας και την αντικατάσταση της λέξης «πειστούν» από τη λέξη «κρίνουν», β) η παρ. 2 τροποποιείται ως προς το ποσό των εξόδων που επιβάλλεται στην περίπτωση συνδρομής των προϋποθέσεων της παρ. 1, γ) στην παρ. 4 γα) στο πρώτο εδάφιο η λέξη «πειστεί» αντικαθίσταται από τη λέξη «κρίνει», οι λέξεις « ήταν εντελώς ψευδής και έγινε από δόλο» από τις λέξεις «προφανώς αβάσιμη στην ουσία της ή ανεπίδεκτη δικαστικής εκτίμησης ή εντελώς ψευδής και έγινε από δόλο ή βαριά αμέλεια ή από τάση δικομανίας, όπως αυτή προκύπτει από την υποβολή ασυνήθους αριθμού αβάσιμων προηγούμενων μηνύσεων ή εγκλήσεων του ίδιου προσώπου», γβ) στο δεύτερο εδάφιο η λέξη «εκείνο» αντικαθίσταται από τις λέξεις «το μέγιστο ποσό» και η λέξη «μονομελές» από τη λέξη «τριμελές», δ) επέρχονται νομοτεχνικές βελτιώσεις και το άρθρο 580 διαμορφώνεται ως εξής:

 

«Άρθρο 580

Έξοδα σε βάρος εκείνων που έκαναν ψευδή έγκληση ή μήνυση

  1. Τα δικαστικά συμβούλια και τα ποινικά δικαστήρια, όταν αποφαίνονται για υποθέσεις όπου η δίωξη έγινε με έγκληση ή με μήνυση, επιβάλλουν τα δικαστικά έξοδα σε βάρος καθενός από εκείνους που έκαναν τη μήνυση ή την έγκληση, αν κρίνουν ότι η μήνυση ή έγκληση ήταν εντελώς ψευδής και έγινε με δόλο ή βαριά αμέλεια ή από τάση δικομανίας, όπως αυτή προκύπτει από την υποβολή ασυνήθους αριθμού αβάσιμων προηγούμενων μηνύσεων ή εγκλήσεων του ίδιου προσώπου ή ότι παραμορφώθηκαν με αυτήν δολίως τα πράγματα, ώστε να δοθεί στην πράξη βαρύτερος χαρακτηρισμός ή να συμπεριληφθούν στην δίωξη πρόσωπα εντελώς αμέτοχα στην αξιόποινη πράξη. Η απαλλαγή ή η επιβολή πρέπει ειδικά να αιτιολογείται.
  2. Το ποσό των εξόδων που κατά την παρ. 1 επιβάλλεται από το δικαστήριο, σε βάρος καθενός από εκείνους που έκαναν ψευδή έγκληση ή μήνυση σύμφωνα με την παρ. 1, είναι ίσο με το διπλάσιο του μεγίστου ποσού που επιβάλλεται στον κατηγορούμενο που καταδικάζεται. Το ποσό των εξόδων που επιβάλλεται από το δικαστικό συμβούλιο είναι ίσο με το μέγιστο ποσό που επιβάλλεται από το αντίστοιχου βαθμού τριμελές δικαστήριο.
  3. Η διάταξη του άρθρου 577 παρ. 2 εφαρμόζεται ανάλογα και σε αυτήν την περίπτωση.
  4. Ο εισαγγελέας όταν αρχειοθετεί τη μήνυση (άρθρο 43) ή απορρίπτει την έγκληση (άρθρο 51) επιβάλλει τα δικαστικά έξοδα σε βάρος του μηνυτή ή του εγκαλούντος, αν κρίνει ότι η μήνυση ή η έγκληση ήταν προφανώς αβάσιμη στην ουσία της ή ανεπίδεκτη δικαστικής εκτίμησης ή εντελώς ψευδής και έγινε από δόλο ή βαριά αμέλεια ή από τάση δικομανίας, όπως αυτή προκύπτει από την υποβολή ασυνήθους αριθμού αβάσιμων προηγούμενων μηνύσεων ή εγκλήσεων του ίδιου προσώπου. Το ποσό των εξόδων είναι ίσο με το μέγιστο ποσό που επιβάλλεται στον κατηγορούμενο που καταδικάζεται από το τριμελές πλημμελειοδικείο.».
  • 12 Δεκεμβρίου 2023, 14:06 | Ιωάννης Μεταξάς

    Σχετικά με τα οριζόμενα στο άρθρο 76, για τις αναβολές δικών:
    Ενδεχομένως να χρειάζεται να ορισθεί σε συνδυασμό με τις διατάξεις περί δικαστικής αστυνομίας, όμως, καιρός είναι να θεσπισθεί μια ενιαία και τυποποιημένη διαδικασία, ώστε οι αναβολές για λόγους υγείας να ζητούνται ως τέτοιες και να είναι πραγματικά τέτοιες – και ο νοών νοείτω.
    Είμαι γιατρός, με ειδικότητα Γενικής Ιατρικής, εργαζόμενος σε Κέντρο Υγείας, πρώην ΙΚΑ, συνεπώς έχω συντάξει αρκετές βεβαιώσεις και έχω αρνηθεί περίπου άλλες τόσες, επιθυμούντων να αναβάλουν δίκη ή να αποφύγουν να είναι μέλη εφορευτικής σε εκλογές κλπ.
    Θέλετε, κ. υπουργέ, να ορίσετε ένα ειδικό σώμα, που να εξετάζει τέτοιου είδους αιτήματα, υπαγόμενο, λχ, στην κατά τόπους ιατροδικαστική υπηρεσία; Θέλετε να είναι οι γιατροί που το συγκροτούν εκείνοι που συγκροτούν τα ΚΕΠΑ; Θέλετε να αντιγράψετε τη λειτουργία των ιατρείων των κατά τόπους φρουραρχείων (του Υ.ΕΘ.Α.) ; Πιστεύω πως έγινε σαφές το πνεύμα της πρότασής μου, με επιδίωξη να κλείσει ένα οργανωτικό κενό, το οποίο προσφέρει ευκαιρίες νομοδιαφυγής (πώς λέμε, φοροδιαφυγής, εισφοροδιαφυγής).
    Ευχαριστώ πολύ

  • 12 Δεκεμβρίου 2023, 09:57 | κων. Αθανασιαδης

    Το νομοσχέδιο λυνει μερικά απο τα προβλήματα που δημιουργησε η αναμόρφωση του 2019/2021 αλλά και ανατρέπει ριζικά την ισσοροπία ανάμεσα στον συνταγματικό θεσμό της υπεράσπισης του όποιου πολίτη κατά την δικαστική κρίση, αναγνώριζοντας την απόλυτη δικαστική αυθεντία.Και όπως ειναι γνωστό «το λανθανειν εστι ανθρωπινον»και δεν υπάρχουν αυθεντίες.
    Τεράστιο λάθος γιατί βλέπουμε όλο και περισσότερο οι Δικηγόροι να μετατρέπονται σε διακοσμητικά πρόσωπα (οχι χωρίς ευθυνη τους)αλλά με την κατάργηση του πολυπρόσωπου των δικαστικών κρίσεων χάνεται και η δυνατότητα των δικαστών να ανταλλάζουν απο νομικές γνωσεις μεχρι την περι δικαίου κρίση τους.
    Η Πρωτη αρετή που χρειάζεται η δικαιοσύνη ειναι αυτοαμφισβήτηση της γνωσης και της κρίσης της. Τότε μόνον προοδεύει και εκπληρωνει το καθήκον της η δικαιοσύνη.Το προβλημα της επιτάχυνσης της απονομής της δικαιοσύνης είναι θεμα πρόσληψης η μετάθεσης περισσοτέρων δικαστων στην Αθηνα. Πουθενά αλλού δεν υπάρχει το προβλημα της Αθήνας.Τέλος να καταθέσω κάποιους μικρούς προβληματισμους: Τι θα συμβει με τις πολλαπλές αναβολές λογω παρακολουθησεως προγραμμάτων αποτοξίνωσης με το αρθρο 32 παραγ.2 περ γ΄ του 4139/13; Θυμομαστε τι ειχε συμβει πριν μερικά χρόνια με μια αλλη τροποποιηση περι αναβολών που ο λόγος αναβολης έπρεπε να προκοινοποιηθει(προ 48 ωρων μάλιστα);. Τελος ας υπάρξει πρόβλεψη ( η υποδομή κτιζεται τάχιστα)για την εξεταση μαρτύρων εξ αποστάσεως. Η κατάργηση της εστω και τηλεαυτοπρόσωπης παρουσίας ειναι καταφανης παραβιαση του αρθρου 6 της ΕΣΣΔΑ. Επισης θα ήταν θεμιτό να θεσπιστεί η υποχρεωτική εξέταση των παιδιων που εχουν κακοποιηθεί απο δικαστικό λειτουργο της σύνθεσης που δικάζει (349 πκ και επόμενα)εφόσον δεν υπάρχουν ιατροδικαστικά ευρήματα.

  • 11 Δεκεμβρίου 2023, 14:22 | Σ.Φ.

    Ως προς το ζήτημα του άρθρου 349 ΚΠΔ: Δοθέντος ότι καταβολή παραβόλου απαιτείται μόνο για το αίτημα αναβολής που πρόκειται να υποβληθεί για κώλυμα συνηγόρου υπεράσπισης και όχι για αίτημα διακοπής, είναι προφανές ότι ιδίως στα πλημμελειοδικεία που υπάρχει αδυναμία διακοπής για λόγους υπηρεσιών ή αδυναμίας εξεύρεσης αιθουσών (βλ. και απόφαση Ολομελείας Δικηγορικών Συλλόγων επί διακοπής για πλημμελήματα) η νέα ρύθμιση δεν έχει τίποτα να προσφέρει, καθώς ο «σκόπελος» του παραβόλου θα ξεπερνιέται πολύ εύκολα με την υποβολή αιτήματος διακοπής, αντί αναβολής. Στην περίπτωση αυτή τα δικαστήρια θα αναγκάζονται να αναβάλουν οίκοθεν.

  • 10 Δεκεμβρίου 2023, 21:11 | Β.Χ.

    Άρθρο 580 παρ. 1: Να ελέγχεται επίσης το ποινικό μητρώο του ψευδώς εγκαλούντος, ώστε να διαπιστώνεται τυχόν ύπαρξη εκκρεμών ποινικών υποθέσεων ή καταδικαστικών αποφάσεων σε βάρος του και να ασκείται και ποινική δίωξη εναντίον του για παρακώλυση του έργου της δικαιοσύνης και για τον δόλο ή την τάση δικομανίας σε βάρος του εγκαλουμένου.

  • 9 Δεκεμβρίου 2023, 10:41 | Δημήτρης Δημητριάδης

    Οι πολυμελείς συνθέσεις εξασφαλίζουν μεγαλύτερη ασφάλεια στην απονομή της δικαιοσύνης.

  • 7 Δεκεμβρίου 2023, 15:29 | Α.Α

    Ο,τι και να πούμε για τη διάταξη του αρθρου 215 παρ. 5. ΚΠΔ είναι λίγο. Πόσες φορές έχουν αθωωθεί άνθρωποι γιατί ο αστυνομικός εξήγησε την κατάθεση του ή διαπιστώθηκε από αυτή ότι κάτι που κατέθεσε ήταν ανακριβές ή εσφαλμένο. Για χάρη της δήθεν ταχύτητας θυσιάζετε τα εχέγγυα μιας δίκαιης δίκης και καταργείτε συνάμα και τις πολυμελείς συνθέσεις. Την ίδια ώρα αυξάνετε τις πιθανότητες ένας άνθρωπος που θα κριθεί μόνο από έναν άνθρωπο να μπει φυλακή για πλημμέλημα. Είναι ντροπή για τη δημοκρατία αυτό το πράγμα. Θλίψη και μόνο προκαλεί όλη η εξέλιξη της δικαιοσύνης. Αντί να καταργήσετε διαδικασίες όπως τη νέα Τακτική που ο δικαστής αποφασίζει από χαρτιά (ένορκες βεβαιώσεις) αντί να μπορεί να δει τον μάρτυρα να τον σταθμίσει και να αφουγκραστεί την αλήθεια και που αποδείχθηκαν ακόμα πιο χρονοβόρες (βγαίνουν αποφάσεις μετά από 4 χρόνια στον πρώτο βαθμό!!!) εσείς τις επεκτείνετε και σε δίκες στις οποίες διακυβεύεται το ύψιστο αγαθό της ελευθερίας. Ντροπή.

  • 6 Δεκεμβρίου 2023, 19:34 | Σπύρος Δημητριαδης

    Διαφωνώ. Είναι τεράστιο λάθος η μη εμφάνιση των αστυνομικών στα δικαστήρια και η αντικατάσταση αυτών με έγγραφες καταθέσεις. Χάνεται το δικαίωμα του κάθε εμπλεκόμενου να εξετάσει μάρτυρα. Επίσης κανένας ακαταδιωκτο.

  • 6 Δεκεμβρίου 2023, 00:15 | Δρ Κουτσούκος υ

    Θέμα
    Να ψηφιστεί να υπάρχει και προσωρινά αρχεία μηνύσεων και εγκλησεων
    για τρία χρόνια και μετά από τρία χρόνια να μπαίνουν στο κανονικό αρχειο.
    ΘΈΜΑ Οι ναρκεμποροι των νέων συνεχίζουν ανενόχλητοι τη δράση τους.
    Αρχειθετειται συστηματικά οποιαδήποτε αναφορά ενώ ο αναφέρων θα διωχθεί αμέσως ως δήθεν δικομσνης ότι δήθεν ψευδώς ότι καταταμήνυσε τους ναρκεμπορους και στη συνέχεια οι ναρκεμποροι θα συνεχίσουν τη δράση τους
    Και ο αναφέρω στο τέλος
    θα αναγκαστεί να αποσύρει την αναφορά του λένε άλλοι πολλοί και πάλι από την αρχή…οι ίδιοι ναρκεμποροι κάνουν τα ίδια λένε άλλοι πολλοί πλέον.
    ΣΥΝΈΧΕΙΑ ΠΑΡΑΝΟΜΙΩΝ. ΚΛΠ.

    Απίστευτα πράγματα συμβαίνουν στην Ελλάδα..
    Υπάρχουν πληροφορίες κλπ.
    «Κάποιοι έχουν αρχειοθετήσει 30 αναφορές και- με το κόλπο του συσχετισμού -γιατί η Ελλάδα κατά τη γνώμη τους δεν έχει σκάνδαλα παρανομίες κλπ.
    Κάποιοι γραμματείς θα μιλήσουν αφού δε προχώρησαν σε ε.δ.ε. είτε ποινική έρευνα των υποθέσεων κλπ.
    Δε δέχεται κανένας ότι κάποιος που έχει τελειώσει πανεπιστήμιο και νομική αρχειθετει τόσο εύκολα αναφορές τις οποίες τις μετονομάζει σε εγκλίσεις κλπ
    Θα βρεθεί σύντομα τί συμβαίνει λένε άλλοι πολλοί πλέον μ
    Οι ίδιοι οι καταγγελθεντες συνεχίζουν την εγκληματικη τους δράση λένε άλλοι πολλοί πλέον. Μα «τι φταίει» λένε άλλοι πολλοί πλέον;

    Λέει το θύμα των παράνομων ότι ‘είτε τον φυλακίσουν είτε τον δολοφονήσουν» οι ,»γνωστοί και η παρέα τους που προστατεύει τους ναρκεμπορους και παιδοφιλους δε θα γλυτώσουν τη φυλάκιση» για να απαλλαγεί η χώρα από τη «μαφία»λένε άλλοι πολλοί πλέον.
    Το τί κάνουν ακριβώς οι διάφοροι γραμματείς και οι παρατρεχαμενοι μαζί με τους «απεσταλμένους δικηγορικών γραφείων» και ποιοί έχουν βίλλες με πισίνες κλπ..
    θα βρεθεί σύντομα. Τα ναρκωτικά στα σχολεία και έξω από αυτά έχουν καταστρέψει την νεολαία και πρόσφατα πέθανε μια 16χρόνη στο Βύρωνα κλπ
    Γκράβα Ζεφύρι Εξάρχεια Βύρωνας Καλλιθέα Πειραιά και σε όλη την Ελλάδα πλέον λένε άλλοι πολλοί πλέον.Οι ναρκεμποροι με τι χρήμα πληρώνουν δικηγόρους; Αυτό δεν είναι ξέπλυμα μαύρου χρήματος; Με τι χρήμα πληρώνουν τα παράβολα και τα μεγαροσημσ; Αυτό δεν είναι ξέπλυμα μαύρου χρήματος κλπ
    Δεν παραγράφονται αυτά τα ειδεχθή κακουργήματα αφού υπάρχουν και νεκροί
    λένε άλλοι πολλοί πλέον
    Όποιος δεν θέλει να ασχοληθεί με ποινικά είτε φοβάται είτε βαριέται να ζητήσει μετάταξη σε άλλη θέση λένε άλλοι πολλοί πλέον κλπ.
    Δεν μπορεί να παίρνει και το μισθό του και να λέει ότι είναι μεγάλος και τρανός και στην πράξη να μήν πράττει τα νόμιμα λένε άλλοι πολλοί πλέον.
    Εκλογές Είδηση. Λέγεται ότι έρχονται εξελίξεις στην Ελλάδα και στην Ευρώπη.

  • 5 Δεκεμβρίου 2023, 21:13 | ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΚΟΛΙΟΣ

    Άρθρο 63

    Πρόβλεψη εξαίρεσης εμφάνισης μαρτύρων στην ακροαματική διαδικασία – Προσθήκη παρ. 5 στο άρθρο 215 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.

    Η ίδια διάταξη προβλέπεται στο άρθρο 215 παρ. 3 ισχύοντος ΚΠΔ, για τους διαμένοντες εκτός έδρας του δικαστηρίου. Στην πράξη δεν εφαρμόστηκε ποτέ και καλούνταν όλοι οι μάρτυρες.

    Προτείνεται η τροποποίηση του αναγραφόμενου στο σχέδιο νόμου άρθρου (215 παρ. 5) ως εξής :

    «5. Αστυνομικοί και λοιποί προανακριτικοί υπάλληλοι που έχουν καταθέσει στην προδικασία δεν καλούνται στο ακροατήριο αλλά αναγιγνώσκονται οι καταθέσεις τους. Ο εισαγγελέας και το δικαστήριο μπορούν, σε όλως εξαιρετικές περιπτώσεις οι οποίες θα είναι πλήρως αιτιολογημένες, να παραγγείλουν την κλήτευσή τους, αν η εξέτασή τους στο ακροατήριο είναι αναγκαία για την ασφαλή διάγνωση της κατηγορίας. Η εξέταση για τους διαμένοντες εκτός της έδρας του δικαστηρίου να λαμβάνει χώρα Αποκλειστικά με την χρήση Τ.Π.Ε. Στην τελευταία περίπτωση και μέχρι την πλήρη εισαγωγή των Τ.Π.Ε, τα έξοδα παράστασης και διαμονής μαρτύρων για την δια ζώσης εξέταση καλύπτονται από την Παραγγέλουσα Αρχή».

  • 5 Δεκεμβρίου 2023, 19:36 | Σπυρος

    ΣΥΜΦΩΝΩ ΑΠΟΛΥΤΑ ΜΕ ΤΙΣ ΘΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΑΜΚΕ ΕΝΕΡΓΟΙ ΜΠΑΜΠΑΔΕΣ ΓΙΑ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ Α.Μ.Κ.Ε. «ΕΝΕΡΓΟΙ ΜΠΑΜΠΑΔΕΣ» ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥΤέθηκε σε δημόσια διαβούλευση στις 28-11-2023 το σχέδιο Νόμου με τίτλο « Παρεμβάσεις στον Ποινικό Κώδικα και τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας για την επιτάχυνση και ποιοτική αναβάθμιση της ποινικής δίκης- Εκσυγχρονισμός του νομοθετικού πλαισίου για την πρόληψη και την καταπολέμηση της ενδοοικογενειακής βίας».Παρότι είναι αυτονόητα καταδικαστέα, κάθε είδους βία, εντός και εκτός οικογενειακού πλαισίου, η εταιρεία μας θεωρεί τουλάχιστον άστοχο, και ιδίως εν έτη 2023, να παραμένει, σχεδόν κατ’ απόλυτο βαθμό συνδεδεμένη η έννοια της ενδοοικογενειακής βίας, με την βία αποκλειστικά, κατά των γυναικών. Ακόμα και από την ίδια την Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης και συγκεκριμένα από το προοίμιο αυτής, προκύπτει πως η ενδοοικογενειακή βία που μπορεί να είναι τόσο σωματική όσο και ψυχολογική αφορά τόσο άνδρες, γυναίκες αλλά και παιδιά. Η παρωχημένη και αναχρονιστική αντίληψη ότι η βία στους κόλπους μιας οικογένειας αφορά μόνον τις γυναίκες είναι απόλυτα ισοπεδωτική και συνάμα εσφαλμένη. Κάθε άνθρωπος χρήζει της προστασίας του Νόμου, και αυτονόητα, κάθε άνθρωπος μπορεί να είναι τόσο θύμα, όσο και θύτης.Η Σύμβαση λοιπόν της Κωνσταντινούπολης πέραν του σκέλους που αναφέρεται στην προστασία των γυναικών αναφέρεται και καταδικάζει και κάθε μορφή ενδοοικογενειακής βίας και συνεπώς και οπωσδήποτε, και την βία απέναντι στον άνδρα, αλλά και το παιδί. Είναι επίσης κοινή αντίληψη ότι εξίσου βαριά, αν όχι βαρύτερη μορφή κακοποίησης, είναι η ψυχική/ψυχολογική κακοποίηση και η οποία είναι ιδιαιτέρως δύσκολο να αποδειχθεί. Το αυτό, έχει περίτρανα αναδειχθεί από την Δικαστηριακή Πρακτική. Μια λοιπόν μορφή βαρύτατης ψυχικής κακοποίησης είναι και αυτή της διατάραξης των συναισθηματικών σχέσεων και διάρρηξης των σχέσεων τέκνου – γονέα, όπως αυτή προβλέφθηκε στο άρθρο 5 του Ν. 4800/2021 που βρίσκεται ήδη σε ισχύ, από τον Σεπτέμβριο του 2021.Υπενθυμίζουμε, ότι από την λεκτική διατύπωση του Ν. 4800/2021 προκύπτουν τα κάτωθι:
    Α) Άρθρο 5 του Ν. 4800/2021 Τροποποίηση του άρθρου 1511 ΑΚ «Άρθρο 1511 Άσκηση ανάθεση γονικής μέριμνας κατά το συμφέρον του τέκνου
    1. Κάθε απόφαση των γονέων σχετικά με την άσκηση της γονικής μέριμνας πρέπει να αποβλέπει στο βέλτιστο συμφέρον του τέκνου.
    2. Στο βέλτιστο συμφέρον του τέκνου, που εξυπηρετείται ιδίως από την ουσιαστική συμμετοχή και των δύο γονέων στην ανατροφή και φροντίδα του, καθώς επίσης και από την αποτροπή διάρρηξης των σχέσεών του με καθένα από αυτούς, πρέπει να αποβλέπει και η απόφαση του δικαστηρίου, όταν αποφασίζει σχετικά με την ανάθεση της γονικής μέριμνας ή με τον τρόπο άσκησής της.
    Στο νευραλγικό λοιπόν αυτό άρθρο του Νομοθετήματος, που πρόσφατα εκσυγχρόνισε το Οικογενειακό Δίκαιο της χώρας μας και θεμελίωσε το αυτονόητο, ήτοι την από κοινού και εξίσου συμμετοχή των γονέων στην ανατροφή του τέκνου, μετά την διάσπαση ή τον χωρισμό τους, προκύπτει ως κυριαρχικό ζητούμενο η προστασία του τέκνου από μεθοδεύσεις του ενός γονεά και ίσως και του συγγενικού του πλαισίου όπως επιχειρήσει και διεμβολίσει την σχέση του ανηλίκου με τον έτερο. Αυτή η διεμβόλιση γίνεται μονάχα με έντονη παρέμβαση στον ψυχισμό του τέκνου που οπωσδήποτε συνιστά βαρύτατη μορφή ψυχικής κακοποίησης, ίσως βαρύτερης της σωματικής, διότι τα σημάδια της, δεν επουλώνουν ποτέ. Διατάξεις του εν ισχύ Ν. 4800/2021.Β) Άρθρο 14Συνέπειες κακής άσκησης Αντικατάσταση του άρθρου 1532 Α.Κ.
    Το άρθρο 1532 του Αστικού Κώδικα (Α.Κ., π.δ. 456/1984, Α’ 164) αντικαθίσταται ως εξής:
    «Άρθρο 1532 Συνέπειες κακής άσκησης
    Αν ο πατέρας ή η μητέρα παραβαίνουν τα καθήκοντα που τους επιβάλλει το λειτούργημά τους για την επιμέλεια του προσώπου του τέκνου ή τη διοίκηση της περιουσίας του ή αν ασκούν το λειτούργημα αυτό καταχρηστικά ή δεν είναι σε θέση να ανταποκριθούν σε αυτό, το δικαστήριο μπορεί, εφόσον το ζητήσουν ο άλλος γονέας ή οι πλησιέστεροι συγγενείς του τέκνου ή ο εισαγγελέας, να διατάξει οποιοδήποτε πρόσφορο μέτρο.
    Κακή άσκηση της γονικής μέριμνας συνιστούν ιδίως: α. η υπαίτια μη συμμόρφωση προς αποφάσεις και διατάξεις δικαστικών και εισαγγελικών αρχών που αφορούν το τέκνο ή προς την υπάρχουσα συμφωνία των γονέων για την άσκηση της γονικής μέριμνας, β. η διατάραξη της συναισθηματικής σχέσης του τέκνου με τον άλλο γονέα και την οικογένειά του και η με κάθε τρόπο πρόκληση διάρρηξης των σχέσεων του τέκνου με αυτούς,
    Συνεπώς σήμερα, κατά Νόμο, ρητά προβλέπεται, ότι οι Δικαστικές αποφάσεις των Οικογενειακών Δικαστηρίων της χώρας θα πρέπει να διασφαλίζουν την ΜΗ ΔΙΑΤΑΡΑΞΗ ΤΗΣ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΙΚΗΣ ΣΧΕΣΗΣ ΤΟΥ ΤΕΚΝΟΥ ΜΕ ΤΟΝ ΑΛΛΟ ΓΟΝΕΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΤΟΥ, ΚΑΙ ΤΗΝ ΜΗ ΔΙΑΡΡΗΞΗ ΤΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ ΤΟΥ ΜΕ ΑΥΤΟΥΣ. Δηλαδή ο Νομοθέτης του Ν. 4800/2021 κατέστησε σαφές πως εφόσον κάτι τέτοιο συμβαίνει, συνιστά ΚΑΚΗ ΑΣΚΗΣΗ ΤΗΣ ΓΟΝΙΚΗΣ ΜΕΡΙΜΝΑΣ ΠΟΥ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΕΧΕΙ ΩΣ ΣΥΝΕΠΕΙΑ ΤΗΝ ΑΦΑΙΡΕΣΗ ΤΗΣ Η ΚΑΘΕ ΑΛΛΟ ΠΡΟΣΦΟΡΟ ΜΕΤΡΟ ΑΠΟΤΡΟΠΗΣ.
    Βέβαια, παρά την βελτίωση οπωσδήποτε της Νομολογίας των Ελληνικών Οικογενειακών Δικαστηρίων μετά την έναρξη ισχύος του Ν 4800/2021 και της εφαρμογής του κανόνα του άρθρου 1513 Α.Κ., το ζήτημα αυτό, ήτοι της ηθελημένης, δόλιας και ιδιοτελούς διάρρηξης των σχέσεων του τέκνου με τον ένα γονέα, κατόπιν παρέμβασης του έτερου, που συνήθως έως και πρόσφατα, ασκούσε την αποκλειστική επιμέλεια αυτού, παραμένει, έως και σήμερα, «δίχως θεραπεία». Η έλλειψη μηχανισμών διάγνωσης των μεθοδεύσεων αυτών, εντάσσεται στο πλαίσιο της μη σύνδεσης του Δικαστού με ειδικό ψυχικής υγείας. Οι υπάρχοντες μηχανισμοί αξιολόγησης των τέκνων και των γονέων, από ειδικό ψυχικής υγείας, όλως επιεικώς μπορούν να χαρακτηριστούν, ως απόλυτα ανεπαρκείς.Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι:Σε επίπεδο ασφαλιστικών μέτρων δεν προβλέπεται, στο βωμό της γρήγορης απονομής της δικαιοσύνης, ή άμεση, και εις βάθος διερεύνηση των γονέων αλλά και του τέκνου, από αμερόληπτο, ήτοι τουλάχιστον με δημόσια θέση (και άνευ αμοιβής), ειδικό ψυχικής υγείας.Σε επίπεδο οριστικής αποφάσεως, ήτοι σε επίπεδο αγωγών, εφόσον υποβληθεί αίτημα διενέργειας Ψυχιατρικής Πραγματογνωμοσύνης, η κατάσταση επιεικώς μπορεί να χαρακτηριστεί ως τραγελαφική. Ο εκάστοτε γονέας, που έχουν διαρρηχθεί οι σχέσεις του με το τέκνο του, θα πρέπει να καταθέσει αγωγή στην οποία θα περιλάβει το σχετικό αίτημα του, και το οποίο για να ολοκληρωθεί θα πρέπει να προηγηθεί μια ιδιαίτερα πολυέξοδη και κυρίως χρονοβόρα διαδικασία (κατάθεση – συζήτηση – έκδοση προδικαστικής απόφασης – διορισμός και όρκιση πραγματογνώμονα – συσχέτιση της πραγματογνωμοσύνης και επιστροφής της στο δικαστήριο και κατόπιν έκδοση αποφάσεως). Καθίσταται λοιπόν προφανές, πως μια τέτοια διαδικασία, δεν είναι καθόλου αποτελεσματική και ικανή να αναχαιτίσει την αυξανόμενη διαρκώς τάση παρέμβασης του ενός γονέα και επηρεασμού του τέκνου, εις βάρος του έτερου.Σε επίπεδο δε Εισαγγελιών Ανηλίκων είναι επίσης σαφές ότι λόγω υπερφόρτωσης αυτών και σύνδεσής τους με κέντρα ψυχικής υγείας και Δημόσια Νοσοκομεία που καθορίζουν κατ’ ελάχιστο, μετά εξαμήνου, την έναρξη τυχόν διαταχθεισών συνεδριών τέκνων και γονέων και με ιδιαίτερα σύντομες και συνοπτικές διαδικασίες, ότι και αυτή η λύση, καθίσταται προβληματική και απόλυτα ανεπαρκής στην διάγνωση και επίλυση ζητημάτων που άπτονται της ψυχικής υγείας γονέων και τέκνων.
    Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι οι αρκετές φορές διαταχθείσες «κοινωνικές έρευνες διατυπώνονται από Κοινωνικούς Λειτουργούς που ουδόλως είναι καθ’ύλην αρμόδιοι να γνωμοδοτήσουν επί της κατανομής της γονικής μέριμνας και ιδίως επί της ψυχολογικής κατάστασης και κατά συνέπεια ουσιαστικής καταλληλότητας έκαστου γονέα. Ελλείψη όμως σύνδεσης του Δικαστού με ειδικό ψυχικής υγείας, οι έρευνες αυτές, που κατ’ ορθή ανάγνωση θα έπρεπε να ομιλούν κυρίως για τις συνθήκες διαβίωσης ενός εκάστου ανηλίκου, αποτελούν το κατευθυντήριο έγγραφο, στα χέρια του Δικαστού.Η ανεπάρκεια των μηχανισμών του κράτους δημιούργησε και εξακολουθεί να δημιουργεί εύφορο έδαφος προσφυγής σε ιδιώτες ειδικούς ψυχικής υγείας με απόλυτα, αρκετές φορές, ιδιοτελή στόχευση. Είναι σαφές λοιπόν γιατί έχουν γιγαντωθεί οι καταγγελίες κατά ιδιωτών ειδικών ψυχικής υγείας οι οποίοι πολλές φορές γνωματεύουν ιδιοτελώς και πλείστες φορές και παράνομα ήτοι άνευ της αναγκαίας συναίνεσης του έτερου γονέα κατά την επιταγή του άρθρου 1519 ΑΚ. Οι εν λόγω δε γνωματεύσεις που πλείστες φορές δίδονται όχι μόνο άνευ της αναγκαίας συναίνεσης αλλά και δίχως ποτέ να έχει συναντήσει ο ειδικός τον έτερο γονεά ή και ακόμα και το τέκνο, συντάσσονται προ της συζήτησης των αιτήσεων ή αγωγών και με απόλυτα ιδιοτελή στόχευση. Η μεθόδευση αυτή θα σταματήσει μόνον εφόσον ρητά διατυπωθεί στο Νόμο πως γνωματεύσεις ειδικών ψυχικής υγείας θα μπορούν να λαμβάνονται υπόψιν μόνο εφόσον έχουν συναινέσει στην εξέταση του τέκνου αμφότεροι οι γονείς ή έχουν διενεργηθεί κατόπιν διαταγής δικαστηρίου ή αρχής και έχουν διενεργηθεί από Δημόσιο Φορέα.Περαιτέρω:Το άρθρο 2 (β) του Κεφαλαίου Α’ του υπό διαβούλευση Νομοσχεδίου θα πρέπει να αναδιατυπωθεί ως εξής:« η αναδιαμόρφωση των διατάξεων του Ν. 3500/2006 (Α’232), προκειμένου βα) οι διατάξεις να είναι προσαρμοσμένες στις παρούσες κοινωνικές συνθήκες και στην δικαιοπολιτική ανάγκη τόσο της προστασίας του θεσμού της οικογένειας, της ανηλικότητας και των θυμάτων ενδοοικογενειακής βίας. Ιδίως δε της προστασίας των ανηλίκων από την ψυχική κακοποίηση αυτών όπως αυτή περιγράφεται στο άρθρο 1532 (β) Α.Κ. ήτοι την διατάραξη της συναισθηματικής σχέσης του τέκνου με τον άλλο γονέα και την οικογένεια του και η με κάθε τρόπο πρόκληση διάρρηξης των σχέσεων του τέκνου με αυτούς.) Το άρθρο 86 του κεφαλαίου Δ’ του υπό διαβούλευση νομοσχεδίου που τροποποιεί το άρθρο 4 ν. 3500/2006 με την προσθήκη της λέξεως «ψυχολογική» μετά από τις λέξεις «επί ασκήσεως σωματικής» και τελικώς διαμορφώνεται ως εξής : Επί ασκήσεως σωματικής ή ψυχολογικής βίας σε βάρος ανηλίκου, στο πλαίσιο της ανατροφής του, εφαρμόζεται το άρθρο 1532ΑΚ του Αστικού Κώδικα, είναι στην ορθή κατεύθυνση.Το εν λόγω άρθρο, όπως τροποποιείται, περιλαμβάνει πλέον ρητώς την ψυχολογική βία που υφίσταται ανήλικο θύμα και με ρητή αναφορά στα προβλεπόμενα στο άρθρο 1532 Α.Κ. ΡΗΤΑ ΛΟΙΠΟΝ ΠΛΕΟΝ, ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΝΟΜΟΘΕΤΗ, ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΟΥ Ν. 3500/2006 λογίζεται ως ενδοοικογενειακή βία κατά ανηλίκου η διατάραξη της συναισθηματικής σχέσης του τέκνου με τον έτερο γονέα και την οικογένεια του και η με κάθε τρόπο πρόκληση διάρρηξης των σχέσεων του τέκνου με αυτούς. Ευθέως λοιπόν ποινικοποιείται η μεθόδευση χειραγώγησης του τέκνου και διεμβόληση της σχέσης του με τον άλλο γονέα και την οικογένειά του και ο επηρεασμός αυτού, θεωρούμενης ευθέως πλέον, και εκ του Νόμου, ως μορφή ψυχικής κακοποίησης.Χρειάζεται όμως περαιτέρω να τροποποιηθεί και το άρθρο 6 του Ν. 3500/2006 με την προσθήκη της λέξεως ψυχολογική σε συνέχεια της σωματικής βλάβης και συνεπώς ο τίτλος του πρέπει να διαμορφωθεί ως εξής:Άρθρο 6
    Ενδοοικογενειακή σωματική και ψυχολογική βλάβη.Περαιτέρω στην παράγραφο 1 του ως άνω άρθρου θα πρέπει να συμπληρωθεί και η περίπτωση ψυχολογικής βλάβης του ανήλικου ήτοι η τελική διαμόρφωση του άρθρου διαμορφώνεται ως εξής :1. Το μέλος της οικογένειας το οποίο προξενεί σε άλλο μέλος αυτής σωματική κάκωση ή βλάβη της υγείας του, υπό την έννοια του εδαφίου α΄ της παρ. 1 του άρθρου 308 του Ποινικού Κώδικα, ή με συνεχή συμπεριφορά προξενεί εντελώς ελαφρά κάκωση ή βλάβη της υγείας του, με την έννοια του εδαφίου β΄ της παραπάνω διάταξης, τιμωρείται με φυλάκιση, τουλάχιστον ενός έτους. Το μέλος της οικογένειας που προκαλεί διατάραξη της συναισθηματικής σχέσης του τέκνου με τον άλλο γονέα η με κάθε τρόπο πρόκληση διάρρηξης των σχέσεων του τέκνου με αυτόν, συνιστά κατά το άρθρο 4 του παρόντος νομοθετήματος ψυχολογική βλάβη και τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον 2 ετών.
    Εφόσον σε βάρος του φερόμενου δράστη ενεργείται προκαταρκτική εξέταση ο εισαγγελέας πριν από κάθε άλλη ενέργεια υποχρεούται να διατάξει την διενέργεια ψυχιατρικής πραγματογνωμοσύνης τόσο στο φερόμενο θύμα αλλά και στον θύτη προκειμένου να ερευνηθεί η βασιμότητα της καταγγελίας. Πέραν των ως άνω παρατηρήσεων και προτάσεων της εταιρεία μας, άξια συνοπτικής μνείας είναι και τα κάτωθι:Στο άρθρο 23 του Ν. 3500/2006 όπως προτείνεται να τροποποιηθεί, καθιερώνεται το «ακαταδίωκτο» των επαγγελματιών και συγκεκριμένα :1. Παιδαγωγός, εκπαιδευτικός, μέλος του ειδικού εκπαιδευτικού προσωπικού ή του ειδικού βοηθητικού προσωπικού της πρωτοβάθμιας ή δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, κοινωνικός λειτουργός, επιμελητής προπονητής ή γιατρός που παρέχει τις υπηρεσίες του σε ανήλικο, ο οποίος κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του πληροφορείται ή διαπιστώνει με οποιονδήποτε τρόπο ότι έχει διαπραχθεί σε βάρος του ανήλικου έγκλημα ενδοοικογενειακής βίας, υποχρεούται να αναφέρει αμελλητί στις αρμόδιες κατά το νόμο αρχές. Την ίδια υποχρέωση έχει ιατρός που με βάση σοβαρά αντικειμενικά ευρήματα της ιατρικής εξέτασης διαπιστώνει ότι έχει διαπραχθεί σε βάρος ανηλίκου έγκλημα ενδοοικογενειακής βίας.
    2. Τα πρόσωπα της παρ. 1, που προβαίνουν σε αναφορά εγκλήματος ενδοοικογενειακής βίας δεν εγκαλούνται, δεν ενάγονται, δεν διώκονται πειθαρχικά, δεν απολύονται, ούτε υφίστανται άλλου είδους κυρώσεις ή δυσμενή μεταχείριση, για το περιστατικό που ανέφεραν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, παρά μόνο εάν προέβησαν εν γνώσει τους σε αναληθή αναφορά.Η εν λόγω διάταξη όμως καθίσταται ιδιαίτερα προβληματική διότι:Α) Εφόσον εξ αρχής τα ως άνω άτομα θεμελιώνουν υπέρ τους το ακαταδίωκτο, πως τυχόν θα διαπιστωθεί εάν προέβησαν εν γνώση τους, σε αναληθή αναφορά;Β) Από την εν λόγω διάταξη φαίνεται ρητά να εξαιρούνται οι ψυχολόγοι και ειδικοί ψυχικής υγείας όχι όμως και οι ψυχίατροι. Συνεπώς θα πρέπει καταρχήν να αποσαφηνιστεί καταπόσον στην έννοια των ιατρών που φαίνεται να θεμελιώνουν καταρχήν το ακαταδίωκτο, συμπεριλαμβάνονται ερμηνευτικά και οι ψυχίατροι, δεδομένου ότι και αυτοί είναι ιατροί. Σε κάθε περίπτωση κρίνεται επιβεβλημένο να διατυπωθεί ρητά πως οι γνωματεύσεις ειδικών ψυχικής υγείας συμπεριλαμβανομένων και των ψυχιάτρων και στις οποίες αποκαλύπτεται φερόμενη τέλεση πράξεως ενδοοικογενειακής βίας στα πλαίσια άσκησης των καθηκόντων τους, θεμελιώνουν επίσης το ακαταδίωκτο, μόνον εφόσον έχουν επιληφθεί, κατόπιν εντολής δικαστικής αρχής. Περαιτέρω:Το άρθρο 26 του Κεφαλαίου Β’ του υπό διαβούλευση σχεδίου Νόμου που τροποποιεί το άρθρο 169Α του Π.Κ. προβλέπει στην παράγραφο 3 αυτού ότι « Όποιος εν γνώση ματαιώνει την εκτέλεση της ποινής ή του μέτρου ασφαλείας που επιβλήθηκε σε άλλον τιμωρείται με φυλάκιση έως τρία (3) έτη ή χρηματική ποινή. Η πράξη μένει ατιμώρητη αν ο υπαίτιος την τέλεσε υπέρ κάποιου οικείου του.Η εν λόγω διάταξη κρίνεται ιδιαιτέρως άστοχη δεδομένου ότι επιτρέπει την εκ πλαγίου παραβίαση μιας δικαστικής απόφασης από τρίτο, υπέρ του οικείου του, και ως τέτοια πρέπει απνευστί να καταργηθεί.Περαιτέρω:Το άρθρο 43 του Κεφαλαίου Β’ του υπό διαβούλευση Νομοσχεδίου επαναφέρει την αυτεπάγγελτη δίωξη στο αδίκημα του άρθρου 358 ΠΚ ήτοι της μη καταβολής διατροφής και γνώμη της εταιρείας μας είναι ότι το εν λόγω αδίκημα ορθώς θα πρέπει να παραμείνει στο χωρίο των κατ’ έγκληση διωκόμενων αδικημάτων (ως ισχύει σήμερα) Περαιτέρω:Το άρθρο 44 του Κεφαλαίου Β’ του υπό διαβούλευση Νομοσχεδίου τροποποιεί το άρθρο 363 του Π.Κ. και προβλέπει ότι στην έννοια του τρίτου δεν περιλαμβάνονται δημόσιοι λειτουργοί ή υπάλληλοι που λαμβάνουν γνώση των ισχυρισμών κατά την ενάσκηση καθήκοντος στο πλαίσιο πολιτικής, ποινική ή διοικητικής δίκης, χωρίς να συνδέονται προσωπικά με τα μέρη.Η εταιρεία μας θεωρεί πως τυγχάνει εσφαλμένη η εν λόγω τροποποίηση και ζητά την κατάργηση της. Θεωρούμε πως η αναλήθεια που διαδίδεται ενώπιον τρίτων (όποιος και αν είναι ο τρίτος) εν γνώση της αναληθείας αυτής, έχει αυτοτελή απαξία και συνεπώς δεν έχει σημασία ενώπιον ποίου διαδίδεται. Εξάλλου όπως εύστοχα παρατηρεί και η υπ’αριθ 3/2021 απόφαση της Ολομέλειας του Α.Π.
    “Μόνο το γεγονός ότι τα δικαστικά πρόσωπα, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, έχουν αυστηρά προκαθορισμένους ρόλους, δεν εκφράζουν την προσωπική τους άποψη, δεν δικαιούνται να προβαίνουν σε σχολιασμό όσων εκτίθενται στο πλαίσιο της οικείας διαδικασίας και εκφέρουν την κρίση τους εντός του πλαισίου των καθηκόντων τους, αποκλειστικά, προς διευθέτηση της εννόμου σχέσεως που αφορά τα διάδικα μέρη, χωρίς να την ανακοινώνουν σε άλλους, δεν δικαιολογεί τη συσταλτική ερμηνεία του όρου «τρίτος», αφού και ο δικαστικός λειτουργός δεν παύει ως άνθρωπος να γίνεται κοινωνός μιας δυσμενούς παράστασης για το πρόσωπο που αφορούν οι ισχυρισμοί, χωρίς μάλιστα να έχει πάντοτε τη δυνατότητα να ερευνήσει την ουσιαστική βασιμότητα αυτών είτε για λόγους τυπικούς (όπως π.χ. σε περίπτωση παραγραφής, εκπρόθεσμης υποβολής της έγκλησης κλπ), είτε διότι περιορίζεται δικονομικά από το αντικείμενο της έρευνάς του, όπως συμβαίνει, όταν στο απευθυνόμενο σε αυτόν δικόγραφο περιλαμβάνονται, πέραν του ερευνώμενου αντικειμένου, και άσχετοι προς αυτό, δυσφημιστικοί για τον αντίδικο, ισχυρισμοί, οπότε ο θεσμικός ρόλος των δικαστικών προσώπων δεν αποτρέπει ουσιαστικά τον κίνδυνο διασυρμού του φορέα του προστατευόμενου εννόμου αγαθού.”Περαιτέρω:Τέλος, αναφορικά με τις τροποποιήσεις του κεφαλαίου B’ που αφορούν την τροποποίηση του Ποινικού Κώδικα καθώς και του κώδικα Ποινικής Δικονομίας τοποθετούμε και τους κάτωθι προβληματισμούς:Κατά το κεφάλαιο Α’ του Νομοσχεδίου αντικείμενο του είναι (μεταξύ άλλων) :
    α) η τροποποίηση των διατάξεων του Ποινικού Κώδικα και του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, προκειμένου η εφαρμογή τους να συμβάλλει στην ουσιαστικότερη, αποτελεσματικότερη, και αμεσότερη διεξαγωγή της ποινικής δίκης, στην ενίσχυση της εγκληματοπροληπτικής λειτουργίας της ποινής μέσω των αρχών της γενικής και ειδικής πρόληψης και στην οικονομία της ποινικής διαδικασίας.
    Ενδεικτικά, … τίθενται αυστηρότερες προϋποθέσεις αναστολής της ποινής, προκειμένου οι ποινές και επί πλημμελημάτων να εκτίονται μέσω των εναλλακτικών τρόπων έκτισης της κοινωφελούς εργασίας και της μετατροπής της ποινής σε χρηματική, αλλά και με πραγματική έκτιση σε σωφρονιστικό κατάστημα, όταν το δικαστήριο το κρίνει αναγκαίο.
    Η εταιρεία μας κρούει τον κώδωνα του κινδύνου ότι η αυστηροποίηση των ποινών αλλά και των προυποθέσεων της αναστολής οφείλει να λάβει υπόψιν και τον χείμαρρο ψευδών καταγγελιών, ιδίως ενδοοικογενειακής βίας, που αποτελεί κοινή γνώση ότι αρκετές φορές αβασάνιστα και ιδιοτελώς κατατίθενται. Αποτελεί επίσης κοινή γνώση, ότι πίσω από τις καταγγελίες κακοποιημένων γυναικών που τυγχάνουν αληθείς, και οπωσδήποτε χρήζουν της άμεσης προστασίας του κράτους, υποκρύπτονται και υπερπολλαπλάσιες ψευδείς καταγγελίες που ιδιοτελώς και στοχευμένα κατατίθενται προς αποκλειστική δικαστική χρήση και με στόχευση την απόπειρα δολοφονίας της προσωπικότητας του καταγγελόμενου και επηρεασμού του κρίνοντος Δικαστού.
    β) η αναδιαμόρφωση των διατάξεων του ν. 3500/2006 (A’ 232), προκειμένου: βα) οι διατάξεις να είναι προσαρμοσμένες στις παρούσες κοινωνικές συνθήκες και στη δικαιοπολιτική ανάγκη τόσο της προστασίας του θεσμού της οικογένειας, της ανηλικότητας και των θυμάτων, κυρίως των γυναικών, που πλήττονται με αυξανόμενη ένταση από συμπεριφορές ενδοοικογενειακής βίας,
    Η εταιρεία μας θεωρεί ότι είναι εντελώς εσφαλμένη η ταύτιση της ενδοοικογενειακής βίας με την βία κατά των γυναικών ιδίως υπό το φως των τελευταίων στατιστικών από “Το Χαμόγελο του Παιδιού” όπου παρά χρήμα αποδεικνύεται ότι φερόμενοι δράστες ενδοοικογενειακής βίας κατά ανηλίκου είναι περισσότερες γυναίκες παρά άνδρες.
    “https://www.hamogelo.gr/media/uploads_file/2022/07/11/p1g7mbl2ftuo2l1f1t7l1e9e1uauq.pdf?fbclid=IwAR2B8O4XFJ5JOXZtBLyl4sFxrr4braPndnLsrVvqHgj7R_Ju_hNFxY6piSI
    Συνεπώς κάθε αναφορά επί του Νομοσχεδίου που ταυτίζει την έννοια της ενδοοικογενειακής βίας με την βία κατά των γυναικών θα πρέπει να απαληφθεί.
    ββ) να ενισχυθεί η ψυχολογική και οικονομική στήριξη, καθώς και η κοινωνική αποκατάσταση των θυμάτων με διεύρυνση των αρμόδιων φορέων,
    Η εταιρεία μας εισηγείται ότι η εν λόγω διάταξη θα πρέπει να αφορά οποιοδήποτε θύμα άντρα ή γυναίκα ή παιδί και οι εκάστοτε δομές θα πρέπει να μετονομαστούν σε δομές υποδοχής κάθε κακοποιημένου ατόμου ανεξαρτήτου φύλου, φυλής και ανεξαρτήτου θρησκευτικών πεποιθήσεων, σεξουαλικού προσανατολισμού κ.τ.λ.
    Η παρούσα αντανακλά τις βασικές θέσεις και παρατηρήσεις της μη κερδοσκοπικής εταιρείας “ΕΝΕΡΓΟΙ ΜΠΑΜΠΑΔΕΣ” επί του υπό διαβούλευση Νομοσχεδίου και οπωσδήποτε υπόκειται σε μελλοντικές τροποποιήσεις και προσθήκες.Για την Α.Μ.Κ.Ε. “Ενεργοί Μπαμπάδες”

  • 4 Δεκεμβρίου 2023, 20:08 | Δήμητρα

    Να καταργηθούν ως αντισυνταγματικές οι παρ.1 και 3 καθώς αναφέρονται μονο σε «εξιδεικευμένες δομές υποστήριξης) γυναικων», χωρίς καμμία αναφορά στούς ανδρες και τα παιδιά ωσάν η ενδοοικογενεική βία να ασκείται ΜΟΝΟ απο ανδρες ενω υπάρχουν καταγεγραμμένα και δημοσιευμένα πάρα πολλά περιστατικά βίας για το αντίθετο. Επίσης τα αποτελέσματα της ερευνας του Χαμόγελου του Παιδιού δινουν 3πλάσιο νούμερο ( 203 γυναικες, 68 ανδρες) κακοποίησης παιδιών απο μητέρες όπως και το τραγικό φαινόμενο των αυτοκτονιών των ανδρών που αγγίζουν το 78% εναντι 22% των γυναικών. Αυτές οι 2 παράγραφοι συνιστουν εξώφθαλμη ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΦΥΛΩΝ (αρθρο 4 του Συντάγματος) και πρέπει οπωσδήποτε να αφαιρεθούν γιατι η ΒΙΑ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΦΥΛΟ.

  • 4 Δεκεμβρίου 2023, 18:44 | Βασίλης

    Πολύ σωστός ο περιορισμός των αναβολών σε μία. Αν και πάλι νομίζω ότι οι 8μηνες είναι πολλοί. Δεν είναι δυνατόν ποινικά για θανατηφόρα εργατικά ατυχήματα, να ολοκληρώνονται σε έξη χρόνια.

  • 4 Δεκεμβρίου 2023, 14:49 | ΠΑΠΙΝΙΑΝΟΣ

    «Δεν χωρεί δεύτερη αναβολή στην ίδια υπόθεση.»

    Το μόνο αποτέλεσμα που μπορεί να επιφέρει η παραπάνω διάταξη είναι οι αλεπάλληλες διακοπές συνεδρίασης, ειδικά στο Μονομελές Πλημ/κειο που το πινάκιο είναι φορτωμένο συχνά με περισσότερες των 40 υποθέσεων και η εντός του ωραρίου εκδίκαση μετά βίας φτάνει σε διψήφιο αριθμό.

    Η απάντηση στο φαινόμενο αυτό έχει δοθεί ήδη από το έτος 2006 και συνεχίζει να ισχύει και σήμερα:

    «ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ ΠΡΟΕΔΡΩΝ
    ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΩΝ ΣΥΛΛΟΓΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ

    Απόφαση Ολομέλειας Προέδρων Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος

    ΔΙΑΚΟΠΕΣ ΤΩΝ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕΩΝ ΤΩΝ ΠΟΙΝΙΚΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ

    1. Επί υποθέσεων αρμοδιότητας Μονομελούς και Τριμελούς Πλημμελειοδικείου:

    α) Την αποχή από 15/5/2006 των Δικηγόρων στις μετά από διακοπή συνεδριάσεις εκτός των υποθέσεων των οποίων επίκειται παραγραφή δεδομένου ότι η συμμετοχή τους στις, μετά από διακοπή, ποινικές δίκες αποσυντονίζει το έργο τους, όπως κι αυτό των Δικαστών ενώ παράλληλα προκαλεί περαιτέρω ταλαιπωρίες των διαδίκων και των μαρτύρων.

    β) Την τροποποίηση του άρθρου 349 παρ.1 του Κ.Π.Δ., ώστε να επαφίεται το αίτημα της αναβολής στην απόλυτη κρίση του δικαστηρίου, χωρίς περιορισμό στον αριθμό των αναβολών.

    2. Επί υποθέσεων αρμοδιότητας Εφετείου στα Πλημμελήματα και Κακουργήματα:

    α) Την τροποποίηση της δεύτερης παραγράφου του άρθρου 375 Κ.Π.Δ. έτσι ώστε να προβλεφθεί ότι το Εφετείο όταν δικάζει πλημμελήματα ή κακουργήματα μπορεί να διατάξει μία μόνο φορά τη διακοπή της συνεδρίασης γα ανυπέρβλητο κώλυμα μέσα σε διάστημα τριάντα το πολύ ημερών.

    β) Την αποχή των δικηγόρων από 15/5/2006 σε κάθε συνεδρίαση μετά την πρώτη διακοπή, εκτός από τις υποθέσεις που υπάρχει επικείμενος κίνδυνος παραγραφής ή συμπλήρωση ορίων προσωρινής κράτησης.

    Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ του ΔΣΑ

    ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΝΑΟΥΜΗΣ»

    Σημειώνεται εκ του περισσού ότι σύμφωνα με την παράγραφο 4 του 349 ΚΠΔ, η οποία παραμένει αμετάβλητη: «Η αποχή των δικηγόρων αποτελεί λόγο ανώτερης βίας για την αναβολή.»

    Με δεδομένο ότι σκοπός του νόμου είναι και η «ποιοτική αναβάθμιση της ποινικής δίκης», καθίσταται πρόδηλο ότι η εν λόγω ρύθμιση μόνο ποιοτική υποβάθμιση μπορεί να επιφέρει, διαλύοντας κάθε προετοιμασία και οργάνωση από πλευράς δικηγόρων και δικαστών. Αυτονόητη είναι και η αφάνταστη ταλαιπωρία των μαρτύρων, την οποία όμως ποτέ δεν έλαβε και απ’ ότι φαίνεται δεν πρόκειται ποτέ να λάβει υπ’όψιν του ο νομοθέτης.

    Και επειδή ο υπάλληλος του υπουργείου που αξιολογεί τάχα τα σχόλια της διαβούλευσης, για πολλοστή φορά θα ομαδοποιήσει αυτά και θα πει είτε ότι πρόκειται για ζητήματα ερμηνευτικά και εφαρμοστικά που θα τα λύσει δήθεν κάποιος αρμόδιος μετά την ψήφιση του νόμου, είτε ότι δεν έγινε συγκεκριμένη νομοθετική πρόταση:

    Ακριβώς αυτά τα ερμηνευτικά και εφαρμοστικά ζητήματα οφείλει να προβλέπει ο νομοθέτης, ο οποίος δεν ανάβει καντήλι κάνοντας μια ευχή να πάνε όλα καλά και όπως τα είχε φανταστεί, αλλά θεσπίζει νόμο υποχρεωτικό για τους Έλληνες που πρέπει να είναι πρωτίστως πρόσφορος και λυσιτελής.

    Η δε νομοθετική πρόταση έγκειται στο εξής απλό:
    Προσθήκη παραγράφου 5 στο άρθρο 349ΚΠΔ
    «5. Η δίκη διακόπτεται αποκλειστικά για την επόμενη εργάσιμη ημέρα. Σε περίπτωση που διακοπεί η δίκη σε αριθμό υποθέσεων μεγαλύτερο του ενός πέμπτου (1/5) του όλου αριθμού των υποθέσεων του πινακίου, τότε με αιτιολογημένη απόφαση του δικαστηρίου καθορίζεται ο υπαίτιος για την καταβολή παραβόλου υπέρ του Ταμείου Χρηματοδότησης Δικαστικών Κτιρίων (ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ.) ανά υπόθεση ως εξής: α) ογδόντα (80) ευρώ για υποθέσεις ενώπιον του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου, β) εκατόν είκοσι (120) ευρώ για υποθέσεις ενώπιον του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου, γ) διακόσια (200) ευρώ για υποθέσεις ενώπιον των Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου και των Εφετείων. Υπαίτιος για την καταβολή του παραβόλου μπορεί να είναι ιδίως δικαστής που μετέχει στη σύνθεση του δικαστηρίου, ο εισαγγελέας της έδρας, ο εισαγγελέας που προσδιόρισε τις υποθέσεις της δικασίμου, ο γραμματέας που αρνήθηκε την εκτέλεση των καθηκόντων του, ή οποιοσδήποτε συνδυασμός των ανωτέρω προσώπων ευθυνόμενων εις ολόκληρον. Τα ποσά των παραβόλων που καταλογίζονται στο. υπαίτιο του προηγούμενου εδαφίου παρακρατούνται υποχρεωτικά από τη μισθοδοσία του εφόσον δεν έχουν εξοφληθεί ολοσχερώς κατά την ημερομηνία καταβολής της μισθοδοσίας.»

    Τι όχι;

    Με εκτίμηση,
    Παπινιανός

  • 4 Δεκεμβρίου 2023, 12:44 | ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ (Π.Ο.ΑΣ.Υ.)

    Η Πανελλήνια Ομοσπονδία Αστυνομικών Υπαλλήλων εκφράζει την ικανοποίησή της για την πρωτοβουλία του Υπουργείου Δικαιοσύνης να υιοθετήσει την προτεινόμενη ρύθμιση που αφορά την εξαίρεση εμφάνισης μαρτύρων αστυνομικών στην ακροαματική διαδικασία.
    Ήταν ένα πάγιο αίτημα του συνδικαλιστικού μας κινήματος το οποίο υιοθετήθηκε από τον κ. Υπουργό και τέθηκε στη διαβούλευση με το νομοσχέδιο υπό τον τίτλο «Παρεμβάσεις στον Ποινικό Κώδικα και τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας για την επιτάχυνση και την ποιοτική αναβάθμιση της ποινικής δίκης κλπ».
    Συγκεκριμένα, με το Άρθρο 63, στο άρθρο 215 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας προστίθεται παρ. 5, ως εξής:
    «5. Αστυνομικοί και λοιποί προανακριτικοί υπάλληλοι που έχουν καταθέσει στην προδικασία δεν καλούνται στο ακροατήριο αλλά αναγιγνώσκονται οι καταθέσεις τους. Ο εισαγγελέας και το δικαστήριο μπορούν κατ’ εξαίρεση να παραγγείλουν την κλήτευσή τους, αν η εξέτασή τους στο ακροατήριο είναι αναγκαία για την ασφαλή διάγνωση της κατηγορίας».
    Η Ομοσπονδία μας αναμένει πλέον από τη Βουλή των Ελλήνων την ψήφιση του προτεινόμενου άρθρου διότι με την εφαρμογή του θα αποφευχθούν οριστικά οι γνωστές επιπτώσεις των δυσλειτουργιών της δικαιοσύνης στην αστυνομική καθημερινότητα, όπως αυτές έχουν επισημανθεί από το συνδικαλιστικό μας κίνημα και αφορούν τις άσκοπες μετακινήσεις εξαιτίας των συχνών αναβολών των δικών, την αποδιοργάνωση της αστυνόμευσης, την καταπάτηση του πλαισίου εργασίας – υπηρεσίας των αστυνομικών, την ψυχική τους καταπόνηση, τη μη αποζημίωση των οδοιπορικών εξόδων και πολλών άλλων προβλημάτων.

  • 4 Δεκεμβρίου 2023, 09:31 | ΣΙΠΚΑΣ ΣΤΑΥΡΟΣ

    ΣΥΜΦΩΝΩ ΑΠΟΛΥΤΑ ΜΕ ΤΙΣ ΘΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΑΜΚΕ ΕΝΕΡΓΟΙ ΜΠΑΜΠΑΔΕΣ ΓΙΑ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ

    ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ Α.Μ.Κ.Ε. «ΕΝΕΡΓΟΙ ΜΠΑΜΠΑΔΕΣ» ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ

    Τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση στις 28-11-2023 το σχέδιο Νόμου με τίτλο « Παρεμβάσεις στον Ποινικό Κώδικα και τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας για την επιτάχυνση και ποιοτική αναβάθμιση της ποινικής δίκης- Εκσυγχρονισμός του νομοθετικού πλαισίου για την πρόληψη και την καταπολέμηση της ενδοοικογενειακής βίας».

    Παρότι είναι αυτονόητα καταδικαστέα, κάθε είδους βία, εντός και εκτός οικογενειακού πλαισίου, η εταιρεία μας θεωρεί τουλάχιστον άστοχο, και ιδίως εν έτη 2023, να παραμένει, σχεδόν κατ’ απόλυτο βαθμό συνδεδεμένη η έννοια της ενδοοικογενειακής βίας, με την βία αποκλειστικά, κατά των γυναικών. Ακόμα και από την ίδια την Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης και συγκεκριμένα από το προοίμιο αυτής, προκύπτει πως η ενδοοικογενειακή βία που μπορεί να είναι τόσο σωματική όσο και ψυχολογική αφορά τόσο άνδρες, γυναίκες αλλά και παιδιά. Η παρωχημένη και αναχρονιστική αντίληψη ότι η βία στους κόλπους μιας οικογένειας αφορά μόνον τις γυναίκες είναι απόλυτα ισοπεδωτική και συνάμα εσφαλμένη. Κάθε άνθρωπος χρήζει της προστασίας του Νόμου, και αυτονόητα, κάθε άνθρωπος μπορεί να είναι τόσο θύμα, όσο και θύτης.

    Η Σύμβαση λοιπόν της Κωνσταντινούπολης πέραν του σκέλους που αναφέρεται στην προστασία των γυναικών αναφέρεται και καταδικάζει και κάθε μορφή ενδοοικογενειακής βίας και συνεπώς και οπωσδήποτε, και την βία απέναντι στον άνδρα, αλλά και το παιδί. Είναι επίσης κοινή αντίληψη ότι εξίσου βαριά, αν όχι βαρύτερη μορφή κακοποίησης, είναι η ψυχική/ψυχολογική κακοποίηση και η οποία είναι ιδιαιτέρως δύσκολο να αποδειχθεί. Το αυτό, έχει περίτρανα αναδειχθεί από την Δικαστηριακή Πρακτική. Μια λοιπόν μορφή βαρύτατης ψυχικής κακοποίησης είναι και αυτή της διατάραξης των συναισθηματικών σχέσεων και διάρρηξης των σχέσεων τέκνου – γονέα, όπως αυτή προβλέφθηκε στο άρθρο 5 του Ν. 4800/2021 που βρίσκεται ήδη σε ισχύ, από τον Σεπτέμβριο του 2021.

    Υπενθυμίζουμε, ότι από την λεκτική διατύπωση του Ν. 4800/2021 προκύπτουν τα κάτωθι:
    Α) Άρθρο 5 του Ν. 4800/2021 Τροποποίηση του άρθρου 1511 ΑΚ «Άρθρο 1511 Άσκηση ανάθεση γονικής μέριμνας κατά το συμφέρον του τέκνου
    1. Κάθε απόφαση των γονέων σχετικά με την άσκηση της γονικής μέριμνας πρέπει να αποβλέπει στο βέλτιστο συμφέρον του τέκνου.
    2. Στο βέλτιστο συμφέρον του τέκνου, που εξυπηρετείται ιδίως από την ουσιαστική συμμετοχή και των δύο γονέων στην ανατροφή και φροντίδα του, καθώς επίσης και από την αποτροπή διάρρηξης των σχέσεών του με καθένα από αυτούς, πρέπει να αποβλέπει και η απόφαση του δικαστηρίου, όταν αποφασίζει σχετικά με την ανάθεση της γονικής μέριμνας ή με τον τρόπο άσκησής της.
    Στο νευραλγικό λοιπόν αυτό άρθρο του Νομοθετήματος, που πρόσφατα εκσυγχρόνισε το Οικογενειακό Δίκαιο της χώρας μας και θεμελίωσε το αυτονόητο, ήτοι την από κοινού και εξίσου συμμετοχή των γονέων στην ανατροφή του τέκνου, μετά την διάσπαση ή τον χωρισμό τους, προκύπτει ως κυριαρχικό ζητούμενο η προστασία του τέκνου από μεθοδεύσεις του ενός γονεά και ίσως και του συγγενικού του πλαισίου όπως επιχειρήσει και διεμβολίσει την σχέση του ανηλίκου με τον έτερο. Αυτή η διεμβόλιση γίνεται μονάχα με έντονη παρέμβαση στον ψυχισμό του τέκνου που οπωσδήποτε συνιστά βαρύτατη μορφή ψυχικής κακοποίησης, ίσως βαρύτερης της σωματικής, διότι τα σημάδια της, δεν επουλώνουν ποτέ.

    Διατάξεις του εν ισχύ Ν. 4800/2021.

    Β) Άρθρο 14

    Συνέπειες κακής άσκησης Αντικατάσταση του άρθρου 1532 Α.Κ.
    Το άρθρο 1532 του Αστικού Κώδικα (Α.Κ., π.δ. 456/1984, Α’ 164) αντικαθίσταται ως εξής:
    «Άρθρο 1532 Συνέπειες κακής άσκησης
    Αν ο πατέρας ή η μητέρα παραβαίνουν τα καθήκοντα που τους επιβάλλει το λειτούργημά τους για την επιμέλεια του προσώπου του τέκνου ή τη διοίκηση της περιουσίας του ή αν ασκούν το λειτούργημα αυτό καταχρηστικά ή δεν είναι σε θέση να ανταποκριθούν σε αυτό, το δικαστήριο μπορεί, εφόσον το ζητήσουν ο άλλος γονέας ή οι πλησιέστεροι συγγενείς του τέκνου ή ο εισαγγελέας, να διατάξει οποιοδήποτε πρόσφορο μέτρο.
    Κακή άσκηση της γονικής μέριμνας συνιστούν ιδίως: α. η υπαίτια μη συμμόρφωση προς αποφάσεις και διατάξεις δικαστικών και εισαγγελικών αρχών που αφορούν το τέκνο ή προς την υπάρχουσα συμφωνία των γονέων για την άσκηση της γονικής μέριμνας, β. η διατάραξη της συναισθηματικής σχέσης του τέκνου με τον άλλο γονέα και την οικογένειά του και η με κάθε τρόπο πρόκληση διάρρηξης των σχέσεων του τέκνου με αυτούς,
    Συνεπώς σήμερα, κατά Νόμο, ρητά προβλέπεται, ότι οι Δικαστικές αποφάσεις των Οικογενειακών Δικαστηρίων της χώρας θα πρέπει να διασφαλίζουν την ΜΗ ΔΙΑΤΑΡΑΞΗ ΤΗΣ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΙΚΗΣ ΣΧΕΣΗΣ ΤΟΥ ΤΕΚΝΟΥ ΜΕ ΤΟΝ ΑΛΛΟ ΓΟΝΕΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΤΟΥ, ΚΑΙ ΤΗΝ ΜΗ ΔΙΑΡΡΗΞΗ ΤΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ ΤΟΥ ΜΕ ΑΥΤΟΥΣ. Δηλαδή ο Νομοθέτης του Ν. 4800/2021 κατέστησε σαφές πως εφόσον κάτι τέτοιο συμβαίνει, συνιστά ΚΑΚΗ ΑΣΚΗΣΗ ΤΗΣ ΓΟΝΙΚΗΣ ΜΕΡΙΜΝΑΣ ΠΟΥ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΕΧΕΙ ΩΣ ΣΥΝΕΠΕΙΑ ΤΗΝ ΑΦΑΙΡΕΣΗ ΤΗΣ Η ΚΑΘΕ ΑΛΛΟ ΠΡΟΣΦΟΡΟ ΜΕΤΡΟ ΑΠΟΤΡΟΠΗΣ.
    Βέβαια, παρά την βελτίωση οπωσδήποτε της Νομολογίας των Ελληνικών Οικογενειακών Δικαστηρίων μετά την έναρξη ισχύος του Ν 4800/2021 και της εφαρμογής του κανόνα του άρθρου 1513 Α.Κ., το ζήτημα αυτό, ήτοι της ηθελημένης, δόλιας και ιδιοτελούς διάρρηξης των σχέσεων του τέκνου με τον ένα γονέα, κατόπιν παρέμβασης του έτερου, που συνήθως έως και πρόσφατα, ασκούσε την αποκλειστική επιμέλεια αυτού, παραμένει, έως και σήμερα, «δίχως θεραπεία». Η έλλειψη μηχανισμών διάγνωσης των μεθοδεύσεων αυτών, εντάσσεται στο πλαίσιο της μη σύνδεσης του Δικαστού με ειδικό ψυχικής υγείας. Οι υπάρχοντες μηχανισμοί αξιολόγησης των τέκνων και των γονέων, από ειδικό ψυχικής υγείας, όλως επιεικώς μπορούν να χαρακτηριστούν, ως απόλυτα ανεπαρκείς.

    Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι:

    Σε επίπεδο ασφαλιστικών μέτρων δεν προβλέπεται, στο βωμό της γρήγορης απονομής της δικαιοσύνης, ή άμεση, και εις βάθος διερεύνηση των γονέων αλλά και του τέκνου, από αμερόληπτο, ήτοι τουλάχιστον με δημόσια θέση (και άνευ αμοιβής), ειδικό ψυχικής υγείας.

    Σε επίπεδο οριστικής αποφάσεως, ήτοι σε επίπεδο αγωγών, εφόσον υποβληθεί αίτημα διενέργειας Ψυχιατρικής Πραγματογνωμοσύνης, η κατάσταση επιεικώς μπορεί να χαρακτηριστεί ως τραγελαφική. Ο εκάστοτε γονέας, που έχουν διαρρηχθεί οι σχέσεις του με το τέκνο του, θα πρέπει να καταθέσει αγωγή στην οποία θα περιλάβει το σχετικό αίτημα του, και το οποίο για να ολοκληρωθεί θα πρέπει να προηγηθεί μια ιδιαίτερα πολυέξοδη και κυρίως χρονοβόρα διαδικασία (κατάθεση – συζήτηση – έκδοση προδικαστικής απόφασης – διορισμός και όρκιση πραγματογνώμονα – συσχέτιση της πραγματογνωμοσύνης και επιστροφής της στο δικαστήριο και κατόπιν έκδοση αποφάσεως). Καθίσταται λοιπόν προφανές, πως μια τέτοια διαδικασία, δεν είναι καθόλου αποτελεσματική και ικανή να αναχαιτίσει την αυξανόμενη διαρκώς τάση παρέμβασης του ενός γονέα και επηρεασμού του τέκνου, εις βάρος του έτερου.

    Σε επίπεδο δε Εισαγγελιών Ανηλίκων είναι επίσης σαφές ότι λόγω υπερφόρτωσης αυτών και σύνδεσής τους με κέντρα ψυχικής υγείας και Δημόσια Νοσοκομεία που καθορίζουν κατ’ ελάχιστο, μετά εξαμήνου, την έναρξη τυχόν διαταχθεισών συνεδριών τέκνων και γονέων και με ιδιαίτερα σύντομες και συνοπτικές διαδικασίες, ότι και αυτή η λύση, καθίσταται προβληματική και απόλυτα ανεπαρκής στην διάγνωση και επίλυση ζητημάτων που άπτονται της ψυχικής υγείας γονέων και τέκνων.
    Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι οι αρκετές φορές διαταχθείσες «κοινωνικές έρευνες διατυπώνονται από Κοινωνικούς Λειτουργούς που ουδόλως είναι καθ’ύλην αρμόδιοι να γνωμοδοτήσουν επί της κατανομής της γονικής μέριμνας και ιδίως επί της ψυχολογικής κατάστασης και κατά συνέπεια ουσιαστικής καταλληλότητας έκαστου γονέα. Ελλείψη όμως σύνδεσης του Δικαστού με ειδικό ψυχικής υγείας, οι έρευνες αυτές, που κατ’ ορθή ανάγνωση θα έπρεπε να ομιλούν κυρίως για τις συνθήκες διαβίωσης ενός εκάστου ανηλίκου, αποτελούν το κατευθυντήριο έγγραφο, στα χέρια του Δικαστού.

    Η ανεπάρκεια των μηχανισμών του κράτους δημιούργησε και εξακολουθεί να δημιουργεί εύφορο έδαφος προσφυγής σε ιδιώτες ειδικούς ψυχικής υγείας με απόλυτα, αρκετές φορές, ιδιοτελή στόχευση. Είναι σαφές λοιπόν γιατί έχουν γιγαντωθεί οι καταγγελίες κατά ιδιωτών ειδικών ψυχικής υγείας οι οποίοι πολλές φορές γνωματεύουν ιδιοτελώς και πλείστες φορές και παράνομα ήτοι άνευ της αναγκαίας συναίνεσης του έτερου γονέα κατά την επιταγή του άρθρου 1519 ΑΚ. Οι εν λόγω δε γνωματεύσεις που πλείστες φορές δίδονται όχι μόνο άνευ της αναγκαίας συναίνεσης αλλά και δίχως ποτέ να έχει συναντήσει ο ειδικός τον έτερο γονεά ή και ακόμα και το τέκνο, συντάσσονται προ της συζήτησης των αιτήσεων ή αγωγών και με απόλυτα ιδιοτελή στόχευση. Η μεθόδευση αυτή θα σταματήσει μόνον εφόσον ρητά διατυπωθεί στο Νόμο πως γνωματεύσεις ειδικών ψυχικής υγείας θα μπορούν να λαμβάνονται υπόψιν μόνο εφόσον έχουν συναινέσει στην εξέταση του τέκνου αμφότεροι οι γονείς ή έχουν διενεργηθεί κατόπιν διαταγής δικαστηρίου ή αρχής και έχουν διενεργηθεί από Δημόσιο Φορέα.

    Περαιτέρω:

    Το άρθρο 2 (β) του Κεφαλαίου Α’ του υπό διαβούλευση Νομοσχεδίου θα πρέπει να αναδιατυπωθεί ως εξής:

    « η αναδιαμόρφωση των διατάξεων του Ν. 3500/2006 (Α’232), προκειμένου βα) οι διατάξεις να είναι προσαρμοσμένες στις παρούσες κοινωνικές συνθήκες και στην δικαιοπολιτική ανάγκη τόσο της προστασίας του θεσμού της οικογένειας, της ανηλικότητας και των θυμάτων ενδοοικογενειακής βίας. Ιδίως δε της προστασίας των ανηλίκων από την ψυχική κακοποίηση αυτών όπως αυτή περιγράφεται στο άρθρο 1532 (β) Α.Κ. ήτοι την διατάραξη της συναισθηματικής σχέσης του τέκνου με τον άλλο γονέα και την οικογένεια του και η με κάθε τρόπο πρόκληση διάρρηξης των σχέσεων του τέκνου με αυτούς.)

    Το άρθρο 86 του κεφαλαίου Δ’ του υπό διαβούλευση νομοσχεδίου που τροποποιεί το άρθρο 4 ν. 3500/2006 με την προσθήκη της λέξεως «ψυχολογική» μετά από τις λέξεις «επί ασκήσεως σωματικής» και τελικώς διαμορφώνεται ως εξής : Επί ασκήσεως σωματικής ή ψυχολογικής βίας σε βάρος ανηλίκου, στο πλαίσιο της ανατροφής του, εφαρμόζεται το άρθρο 1532ΑΚ του Αστικού Κώδικα, είναι στην ορθή κατεύθυνση.

    Το εν λόγω άρθρο, όπως τροποποιείται, περιλαμβάνει πλέον ρητώς την ψυχολογική βία που υφίσταται ανήλικο θύμα και με ρητή αναφορά στα προβλεπόμενα στο άρθρο 1532 Α.Κ. ΡΗΤΑ ΛΟΙΠΟΝ ΠΛΕΟΝ, ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΝΟΜΟΘΕΤΗ, ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΟΥ Ν. 3500/2006 λογίζεται ως ενδοοικογενειακή βία κατά ανηλίκου η διατάραξη της συναισθηματικής σχέσης του τέκνου με τον έτερο γονέα και την οικογένεια του και η με κάθε τρόπο πρόκληση διάρρηξης των σχέσεων του τέκνου με αυτούς. Ευθέως λοιπόν ποινικοποιείται η μεθόδευση χειραγώγησης του τέκνου και διεμβόληση της σχέσης του με τον άλλο γονέα και την οικογένειά του και ο επηρεασμός αυτού, θεωρούμενης ευθέως πλέον, και εκ του Νόμου, ως μορφή ψυχικής κακοποίησης.

    Χρειάζεται όμως περαιτέρω να τροποποιηθεί και το άρθρο 6 του Ν. 3500/2006 με την προσθήκη της λέξεως ψυχολογική σε συνέχεια της σωματικής βλάβης και συνεπώς ο τίτλος του πρέπει να διαμορφωθεί ως εξής:

    Άρθρο 6
    Ενδοοικογενειακή σωματική και ψυχολογική βλάβη.

    Περαιτέρω στην παράγραφο 1 του ως άνω άρθρου θα πρέπει να συμπληρωθεί και η περίπτωση ψυχολογικής βλάβης του ανήλικου ήτοι η τελική διαμόρφωση του άρθρου διαμορφώνεται ως εξής :

    1. Το μέλος της οικογένειας το οποίο προξενεί σε άλλο μέλος αυτής σωματική κάκωση ή βλάβη της υγείας του, υπό την έννοια του εδαφίου α΄ της παρ. 1 του άρθρου 308 του Ποινικού Κώδικα, ή με συνεχή συμπεριφορά προξενεί εντελώς ελαφρά κάκωση ή βλάβη της υγείας του, με την έννοια του εδαφίου β΄ της παραπάνω διάταξης, τιμωρείται με φυλάκιση, τουλάχιστον ενός έτους. Το μέλος της οικογένειας που προκαλεί διατάραξη της συναισθηματικής σχέσης του τέκνου με τον άλλο γονέα η με κάθε τρόπο πρόκληση διάρρηξης των σχέσεων του τέκνου με αυτόν, συνιστά κατά το άρθρο 4 του παρόντος νομοθετήματος ψυχολογική βλάβη και τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον 2 ετών.
    Εφόσον σε βάρος του φερόμενου δράστη ενεργείται προκαταρκτική εξέταση ο εισαγγελέας πριν από κάθε άλλη ενέργεια υποχρεούται να διατάξει την διενέργεια ψυχιατρικής πραγματογνωμοσύνης τόσο στο φερόμενο θύμα αλλά και στον θύτη προκειμένου να ερευνηθεί η βασιμότητα της καταγγελίας.

    Πέραν των ως άνω παρατηρήσεων και προτάσεων της εταιρεία μας, άξια συνοπτικής μνείας είναι και τα κάτωθι:

    Στο άρθρο 23 του Ν. 3500/2006 όπως προτείνεται να τροποποιηθεί, καθιερώνεται το «ακαταδίωκτο» των επαγγελματιών και συγκεκριμένα :

    1. Παιδαγωγός, εκπαιδευτικός, μέλος του ειδικού εκπαιδευτικού προσωπικού ή του ειδικού βοηθητικού προσωπικού της πρωτοβάθμιας ή δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, κοινωνικός λειτουργός, επιμελητής προπονητής ή γιατρός που παρέχει τις υπηρεσίες του σε ανήλικο, ο οποίος κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του πληροφορείται ή διαπιστώνει με οποιονδήποτε τρόπο ότι έχει διαπραχθεί σε βάρος του ανήλικου έγκλημα ενδοοικογενειακής βίας, υποχρεούται να αναφέρει αμελλητί στις αρμόδιες κατά το νόμο αρχές. Την ίδια υποχρέωση έχει ιατρός που με βάση σοβαρά αντικειμενικά ευρήματα της ιατρικής εξέτασης διαπιστώνει ότι έχει διαπραχθεί σε βάρος ανηλίκου έγκλημα ενδοοικογενειακής βίας.
    2. Τα πρόσωπα της παρ. 1, που προβαίνουν σε αναφορά εγκλήματος ενδοοικογενειακής βίας δεν εγκαλούνται, δεν ενάγονται, δεν διώκονται πειθαρχικά, δεν απολύονται, ούτε υφίστανται άλλου είδους κυρώσεις ή δυσμενή μεταχείριση, για το περιστατικό που ανέφεραν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, παρά μόνο εάν προέβησαν εν γνώσει τους σε αναληθή αναφορά.

    Η εν λόγω διάταξη όμως καθίσταται ιδιαίτερα προβληματική διότι:

    Α) Εφόσον εξ αρχής τα ως άνω άτομα θεμελιώνουν υπέρ τους το ακαταδίωκτο, πως τυχόν θα διαπιστωθεί εάν προέβησαν εν γνώση τους, σε αναληθή αναφορά;

    Β) Από την εν λόγω διάταξη φαίνεται ρητά να εξαιρούνται οι ψυχολόγοι και ειδικοί ψυχικής υγείας όχι όμως και οι ψυχίατροι. Συνεπώς θα πρέπει καταρχήν να αποσαφηνιστεί καταπόσον στην έννοια των ιατρών που φαίνεται να θεμελιώνουν καταρχήν το ακαταδίωκτο, συμπεριλαμβάνονται ερμηνευτικά και οι ψυχίατροι, δεδομένου ότι και αυτοί είναι ιατροί.

    Σε κάθε περίπτωση κρίνεται επιβεβλημένο να διατυπωθεί ρητά πως οι γνωματεύσεις ειδικών ψυχικής υγείας συμπεριλαμβανομένων και των ψυχιάτρων και στις οποίες αποκαλύπτεται φερόμενη τέλεση πράξεως ενδοοικογενειακής βίας στα πλαίσια άσκησης των καθηκόντων τους, θεμελιώνουν επίσης το ακαταδίωκτο, μόνον εφόσον έχουν επιληφθεί, κατόπιν εντολής δικαστικής αρχής.

    Περαιτέρω:

    Το άρθρο 26 του Κεφαλαίου Β’ του υπό διαβούλευση σχεδίου Νόμου που τροποποιεί το άρθρο 169Α του Π.Κ. προβλέπει στην παράγραφο 3 αυτού ότι « Όποιος εν γνώση ματαιώνει την εκτέλεση της ποινής ή του μέτρου ασφαλείας που επιβλήθηκε σε άλλον τιμωρείται με φυλάκιση έως τρία (3) έτη ή χρηματική ποινή. Η πράξη μένει ατιμώρητη αν ο υπαίτιος την τέλεσε υπέρ κάποιου οικείου του.

    Η εν λόγω διάταξη κρίνεται ιδιαιτέρως άστοχη δεδομένου ότι επιτρέπει την εκ πλαγίου παραβίαση μιας δικαστικής απόφασης από τρίτο, υπέρ του οικείου του, και ως τέτοια πρέπει απνευστί να καταργηθεί.

    Περαιτέρω:

    Το άρθρο 43 του Κεφαλαίου Β’ του υπό διαβούλευση Νομοσχεδίου επαναφέρει την αυτεπάγγελτη δίωξη στο αδίκημα του άρθρου 358 ΠΚ ήτοι της μη καταβολής διατροφής και γνώμη της εταιρείας μας είναι ότι το εν λόγω αδίκημα ορθώς θα πρέπει να παραμείνει στο χωρίο των κατ’ έγκληση διωκόμενων αδικημάτων (ως ισχύει σήμερα)

    Περαιτέρω:

    Το άρθρο 44 του Κεφαλαίου Β’ του υπό διαβούλευση Νομοσχεδίου τροποποιεί το άρθρο 363 του Π.Κ. και προβλέπει ότι στην έννοια του τρίτου δεν περιλαμβάνονται δημόσιοι λειτουργοί ή υπάλληλοι που λαμβάνουν γνώση των ισχυρισμών κατά την ενάσκηση καθήκοντος στο πλαίσιο πολιτικής, ποινική ή διοικητικής δίκης, χωρίς να συνδέονται προσωπικά με τα μέρη.

    Η εταιρεία μας θεωρεί πως τυγχάνει εσφαλμένη η εν λόγω τροποποίηση και ζητά την κατάργηση της. Θεωρούμε πως η αναλήθεια που διαδίδεται ενώπιον τρίτων (όποιος και αν είναι ο τρίτος) εν γνώση της αναληθείας αυτής, έχει αυτοτελή απαξία και συνεπώς δεν έχει σημασία ενώπιον ποίου διαδίδεται. Εξάλλου όπως εύστοχα παρατηρεί και η υπ’αριθ 3/2021 απόφαση της Ολομέλειας του Α.Π.
    “Μόνο το γεγονός ότι τα δικαστικά πρόσωπα, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, έχουν αυστηρά προκαθορισμένους ρόλους, δεν εκφράζουν την προσωπική τους άποψη, δεν δικαιούνται να προβαίνουν σε σχολιασμό όσων εκτίθενται στο πλαίσιο της οικείας διαδικασίας και εκφέρουν την κρίση τους εντός του πλαισίου των καθηκόντων τους, αποκλειστικά, προς διευθέτηση της εννόμου σχέσεως που αφορά τα διάδικα μέρη, χωρίς να την ανακοινώνουν σε άλλους, δεν δικαιολογεί τη συσταλτική ερμηνεία του όρου «τρίτος», αφού και ο δικαστικός λειτουργός δεν παύει ως άνθρωπος να γίνεται κοινωνός μιας δυσμενούς παράστασης για το πρόσωπο που αφορούν οι ισχυρισμοί, χωρίς μάλιστα να έχει πάντοτε τη δυνατότητα να ερευνήσει την ουσιαστική βασιμότητα αυτών είτε για λόγους τυπικούς (όπως π.χ. σε περίπτωση παραγραφής, εκπρόθεσμης υποβολής της έγκλησης κλπ), είτε διότι περιορίζεται δικονομικά από το αντικείμενο της έρευνάς του, όπως συμβαίνει, όταν στο απευθυνόμενο σε αυτόν δικόγραφο περιλαμβάνονται, πέραν του ερευνώμενου αντικειμένου, και άσχετοι προς αυτό, δυσφημιστικοί για τον αντίδικο, ισχυρισμοί, οπότε ο θεσμικός ρόλος των δικαστικών προσώπων δεν αποτρέπει ουσιαστικά τον κίνδυνο διασυρμού του φορέα του προστατευόμενου εννόμου αγαθού.”

    Περαιτέρω:

    Τέλος, αναφορικά με τις τροποποιήσεις του κεφαλαίου B’ που αφορούν την τροποποίηση του Ποινικού Κώδικα καθώς και του κώδικα Ποινικής Δικονομίας τοποθετούμε και τους κάτωθι προβληματισμούς:

    Κατά το κεφάλαιο Α’ του Νομοσχεδίου αντικείμενο του είναι (μεταξύ άλλων) :
    α) η τροποποίηση των διατάξεων του Ποινικού Κώδικα και του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, προκειμένου η εφαρμογή τους να συμβάλλει στην ουσιαστικότερη, αποτελεσματικότερη, και αμεσότερη διεξαγωγή της ποινικής δίκης, στην ενίσχυση της εγκληματοπροληπτικής λειτουργίας της ποινής μέσω των αρχών της γενικής και ειδικής πρόληψης και στην οικονομία της ποινικής διαδικασίας.
    Ενδεικτικά, … τίθενται αυστηρότερες προϋποθέσεις αναστολής της ποινής, προκειμένου οι ποινές και επί πλημμελημάτων να εκτίονται μέσω των εναλλακτικών τρόπων έκτισης της κοινωφελούς εργασίας και της μετατροπής της ποινής σε χρηματική, αλλά και με πραγματική έκτιση σε σωφρονιστικό κατάστημα, όταν το δικαστήριο το κρίνει αναγκαίο.
    Η εταιρεία μας κρούει τον κώδωνα του κινδύνου ότι η αυστηροποίηση των ποινών αλλά και των προυποθέσεων της αναστολής οφείλει να λάβει υπόψιν και τον χείμαρρο ψευδών καταγγελιών, ιδίως ενδοοικογενειακής βίας, που αποτελεί κοινή γνώση ότι αρκετές φορές αβασάνιστα και ιδιοτελώς κατατίθενται. Αποτελεί επίσης κοινή γνώση, ότι πίσω από τις καταγγελίες κακοποιημένων γυναικών που τυγχάνουν αληθείς, και οπωσδήποτε χρήζουν της άμεσης προστασίας του κράτους, υποκρύπτονται και υπερπολλαπλάσιες ψευδείς καταγγελίες που ιδιοτελώς και στοχευμένα κατατίθενται προς αποκλειστική δικαστική χρήση και με στόχευση την απόπειρα δολοφονίας της προσωπικότητας του καταγγελόμενου και επηρεασμού του κρίνοντος Δικαστού.
    β) η αναδιαμόρφωση των διατάξεων του ν. 3500/2006 (A’ 232), προκειμένου: βα) οι διατάξεις να είναι προσαρμοσμένες στις παρούσες κοινωνικές συνθήκες και στη δικαιοπολιτική ανάγκη τόσο της προστασίας του θεσμού της οικογένειας, της ανηλικότητας και των θυμάτων, κυρίως των γυναικών, που πλήττονται με αυξανόμενη ένταση από συμπεριφορές ενδοοικογενειακής βίας,
    Η εταιρεία μας θεωρεί ότι είναι εντελώς εσφαλμένη η ταύτιση της ενδοοικογενειακής βίας με την βία κατά των γυναικών ιδίως υπό το φως των τελευταίων στατιστικών από “Το Χαμόγελο του Παιδιού” όπου παρά χρήμα αποδεικνύεται ότι φερόμενοι δράστες ενδοοικογενειακής βίας κατά ανηλίκου είναι περισσότερες γυναίκες παρά άνδρες.
    “https://www.hamogelo.gr/media/uploads_file/2022/07/11/p1g7mbl2ftuo2l1f1t7l1e9e1uauq.pdf?fbclid=IwAR2B8O4XFJ5JOXZtBLyl4sFxrr4braPndnLsrVvqHgj7R_Ju_hNFxY6piSI
    Συνεπώς κάθε αναφορά επί του Νομοσχεδίου που ταυτίζει την έννοια της ενδοοικογενειακής βίας με την βία κατά των γυναικών θα πρέπει να απαληφθεί.
    ββ) να ενισχυθεί η ψυχολογική και οικονομική στήριξη, καθώς και η κοινωνική αποκατάσταση των θυμάτων με διεύρυνση των αρμόδιων φορέων,
    Η εταιρεία μας εισηγείται ότι η εν λόγω διάταξη θα πρέπει να αφορά οποιοδήποτε θύμα άντρα ή γυναίκα ή παιδί και οι εκάστοτε δομές θα πρέπει να μετονομαστούν σε δομές υποδοχής κάθε κακοποιημένου ατόμου ανεξαρτήτου φύλου, φυλής και ανεξαρτήτου θρησκευτικών πεποιθήσεων, σεξουαλικού προσανατολισμού κ.τ.λ.
    Η παρούσα αντανακλά τις βασικές θέσεις και παρατηρήσεις της μη κερδοσκοπικής εταιρείας “ΕΝΕΡΓΟΙ ΜΠΑΜΠΑΔΕΣ” επί του υπό διαβούλευση Νομοσχεδίου και οπωσδήποτε υπόκειται σε μελλοντικές τροποποιήσεις και προσθήκες.

    Για την Α.Μ.Κ.Ε. “Ενεργοί Μπαμπάδες”

  • 4 Δεκεμβρίου 2023, 09:24 | ΕΝΕΡΓΟΙ ΜΠΑΜΠΑΔΕΣ ΓΙΑ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ ΑΜΚΕ

    ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ Α.Μ.Κ.Ε. «ΕΝΕΡΓΟΙ ΜΠΑΜΠΑΔΕΣ» ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ

    Τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση στις 28-11-2023 το σχέδιο Νόμου με τίτλο « Παρεμβάσεις στον Ποινικό Κώδικα και τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας για την επιτάχυνση και ποιοτική αναβάθμιση της ποινικής δίκης- Εκσυγχρονισμός του νομοθετικού πλαισίου για την πρόληψη και την καταπολέμηση της ενδοοικογενειακής βίας».

    Παρότι είναι αυτονόητα καταδικαστέα, κάθε είδους βία, εντός και εκτός οικογενειακού πλαισίου, η εταιρεία μας θεωρεί τουλάχιστον άστοχο, και ιδίως εν έτη 2023, να παραμένει, σχεδόν κατ’ απόλυτο βαθμό συνδεδεμένη η έννοια της ενδοοικογενειακής βίας, με την βία αποκλειστικά, κατά των γυναικών. Ακόμα και από την ίδια την Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης και συγκεκριμένα από το προοίμιο αυτής, προκύπτει πως η ενδοοικογενειακή βία που μπορεί να είναι τόσο σωματική όσο και ψυχολογική αφορά τόσο άνδρες, γυναίκες αλλά και παιδιά. Η παρωχημένη και αναχρονιστική αντίληψη ότι η βία στους κόλπους μιας οικογένειας αφορά μόνον τις γυναίκες είναι απόλυτα ισοπεδωτική και συνάμα εσφαλμένη. Κάθε άνθρωπος χρήζει της προστασίας του Νόμου, και αυτονόητα, κάθε άνθρωπος μπορεί να είναι τόσο θύμα, όσο και θύτης.

    Η Σύμβαση λοιπόν της Κωνσταντινούπολης πέραν του σκέλους που αναφέρεται στην προστασία των γυναικών αναφέρεται και καταδικάζει και κάθε μορφή ενδοοικογενειακής βίας και συνεπώς και οπωσδήποτε, και την βία απέναντι στον άνδρα, αλλά και το παιδί. Είναι επίσης κοινή αντίληψη ότι εξίσου βαριά, αν όχι βαρύτερη μορφή κακοποίησης, είναι η ψυχική/ψυχολογική κακοποίηση και η οποία είναι ιδιαιτέρως δύσκολο να αποδειχθεί. Το αυτό, έχει περίτρανα αναδειχθεί από την Δικαστηριακή Πρακτική. Μια λοιπόν μορφή βαρύτατης ψυχικής κακοποίησης είναι και αυτή της διατάραξης των συναισθηματικών σχέσεων και διάρρηξης των σχέσεων τέκνου – γονέα, όπως αυτή προβλέφθηκε στο άρθρο 5 του Ν. 4800/2021 που βρίσκεται ήδη σε ισχύ, από τον Σεπτέμβριο του 2021.

    Υπενθυμίζουμε, ότι από την λεκτική διατύπωση του Ν. 4800/2021 προκύπτουν τα κάτωθι:
    Α) Άρθρο 5 του Ν. 4800/2021 Τροποποίηση του άρθρου 1511 ΑΚ «Άρθρο 1511 Άσκηση ανάθεση γονικής μέριμνας κατά το συμφέρον του τέκνου
    1. Κάθε απόφαση των γονέων σχετικά με την άσκηση της γονικής μέριμνας πρέπει να αποβλέπει στο βέλτιστο συμφέρον του τέκνου.
    2. Στο βέλτιστο συμφέρον του τέκνου, που εξυπηρετείται ιδίως από την ουσιαστική συμμετοχή και των δύο γονέων στην ανατροφή και φροντίδα του, καθώς επίσης και από την αποτροπή διάρρηξης των σχέσεών του με καθένα από αυτούς, πρέπει να αποβλέπει και η απόφαση του δικαστηρίου, όταν αποφασίζει σχετικά με την ανάθεση της γονικής μέριμνας ή με τον τρόπο άσκησής της.
    Στο νευραλγικό λοιπόν αυτό άρθρο του Νομοθετήματος, που πρόσφατα εκσυγχρόνισε το Οικογενειακό Δίκαιο της χώρας μας και θεμελίωσε το αυτονόητο, ήτοι την από κοινού και εξίσου συμμετοχή των γονέων στην ανατροφή του τέκνου, μετά την διάσπαση ή τον χωρισμό τους, προκύπτει ως κυριαρχικό ζητούμενο η προστασία του τέκνου από μεθοδεύσεις του ενός γονεά και ίσως και του συγγενικού του πλαισίου όπως επιχειρήσει και διεμβολίσει την σχέση του ανηλίκου με τον έτερο. Αυτή η διεμβόλιση γίνεται μονάχα με έντονη παρέμβαση στον ψυχισμό του τέκνου που οπωσδήποτε συνιστά βαρύτατη μορφή ψυχικής κακοποίησης, ίσως βαρύτερης της σωματικής, διότι τα σημάδια της, δεν επουλώνουν ποτέ.

    Διατάξεις του εν ισχύ Ν. 4800/2021.

    Β) Άρθρο 14

    Συνέπειες κακής άσκησης Αντικατάσταση του άρθρου 1532 Α.Κ.
    Το άρθρο 1532 του Αστικού Κώδικα (Α.Κ., π.δ. 456/1984, Α’ 164) αντικαθίσταται ως εξής:
    «Άρθρο 1532 Συνέπειες κακής άσκησης
    Αν ο πατέρας ή η μητέρα παραβαίνουν τα καθήκοντα που τους επιβάλλει το λειτούργημά τους για την επιμέλεια του προσώπου του τέκνου ή τη διοίκηση της περιουσίας του ή αν ασκούν το λειτούργημα αυτό καταχρηστικά ή δεν είναι σε θέση να ανταποκριθούν σε αυτό, το δικαστήριο μπορεί, εφόσον το ζητήσουν ο άλλος γονέας ή οι πλησιέστεροι συγγενείς του τέκνου ή ο εισαγγελέας, να διατάξει οποιοδήποτε πρόσφορο μέτρο.
    Κακή άσκηση της γονικής μέριμνας συνιστούν ιδίως: α. η υπαίτια μη συμμόρφωση προς αποφάσεις και διατάξεις δικαστικών και εισαγγελικών αρχών που αφορούν το τέκνο ή προς την υπάρχουσα συμφωνία των γονέων για την άσκηση της γονικής μέριμνας, β. η διατάραξη της συναισθηματικής σχέσης του τέκνου με τον άλλο γονέα και την οικογένειά του και η με κάθε τρόπο πρόκληση διάρρηξης των σχέσεων του τέκνου με αυτούς,
    Συνεπώς σήμερα, κατά Νόμο, ρητά προβλέπεται, ότι οι Δικαστικές αποφάσεις των Οικογενειακών Δικαστηρίων της χώρας θα πρέπει να διασφαλίζουν την ΜΗ ΔΙΑΤΑΡΑΞΗ ΤΗΣ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΙΚΗΣ ΣΧΕΣΗΣ ΤΟΥ ΤΕΚΝΟΥ ΜΕ ΤΟΝ ΑΛΛΟ ΓΟΝΕΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΤΟΥ, ΚΑΙ ΤΗΝ ΜΗ ΔΙΑΡΡΗΞΗ ΤΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ ΤΟΥ ΜΕ ΑΥΤΟΥΣ. Δηλαδή ο Νομοθέτης του Ν. 4800/2021 κατέστησε σαφές πως εφόσον κάτι τέτοιο συμβαίνει, συνιστά ΚΑΚΗ ΑΣΚΗΣΗ ΤΗΣ ΓΟΝΙΚΗΣ ΜΕΡΙΜΝΑΣ ΠΟΥ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΕΧΕΙ ΩΣ ΣΥΝΕΠΕΙΑ ΤΗΝ ΑΦΑΙΡΕΣΗ ΤΗΣ Η ΚΑΘΕ ΑΛΛΟ ΠΡΟΣΦΟΡΟ ΜΕΤΡΟ ΑΠΟΤΡΟΠΗΣ.
    Βέβαια, παρά την βελτίωση οπωσδήποτε της Νομολογίας των Ελληνικών Οικογενειακών Δικαστηρίων μετά την έναρξη ισχύος του Ν 4800/2021 και της εφαρμογής του κανόνα του άρθρου 1513 Α.Κ., το ζήτημα αυτό, ήτοι της ηθελημένης, δόλιας και ιδιοτελούς διάρρηξης των σχέσεων του τέκνου με τον ένα γονέα, κατόπιν παρέμβασης του έτερου, που συνήθως έως και πρόσφατα, ασκούσε την αποκλειστική επιμέλεια αυτού, παραμένει, έως και σήμερα, «δίχως θεραπεία». Η έλλειψη μηχανισμών διάγνωσης των μεθοδεύσεων αυτών, εντάσσεται στο πλαίσιο της μη σύνδεσης του Δικαστού με ειδικό ψυχικής υγείας. Οι υπάρχοντες μηχανισμοί αξιολόγησης των τέκνων και των γονέων, από ειδικό ψυχικής υγείας, όλως επιεικώς μπορούν να χαρακτηριστούν, ως απόλυτα ανεπαρκείς.

    Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι:

    Σε επίπεδο ασφαλιστικών μέτρων δεν προβλέπεται, στο βωμό της γρήγορης απονομής της δικαιοσύνης, ή άμεση, και εις βάθος διερεύνηση των γονέων αλλά και του τέκνου, από αμερόληπτο, ήτοι τουλάχιστον με δημόσια θέση (και άνευ αμοιβής), ειδικό ψυχικής υγείας.

    Σε επίπεδο οριστικής αποφάσεως, ήτοι σε επίπεδο αγωγών, εφόσον υποβληθεί αίτημα διενέργειας Ψυχιατρικής Πραγματογνωμοσύνης, η κατάσταση επιεικώς μπορεί να χαρακτηριστεί ως τραγελαφική. Ο εκάστοτε γονέας, που έχουν διαρρηχθεί οι σχέσεις του με το τέκνο του, θα πρέπει να καταθέσει αγωγή στην οποία θα περιλάβει το σχετικό αίτημα του, και το οποίο για να ολοκληρωθεί θα πρέπει να προηγηθεί μια ιδιαίτερα πολυέξοδη και κυρίως χρονοβόρα διαδικασία (κατάθεση – συζήτηση – έκδοση προδικαστικής απόφασης – διορισμός και όρκιση πραγματογνώμονα – συσχέτιση της πραγματογνωμοσύνης και επιστροφής της στο δικαστήριο και κατόπιν έκδοση αποφάσεως). Καθίσταται λοιπόν προφανές, πως μια τέτοια διαδικασία, δεν είναι καθόλου αποτελεσματική και ικανή να αναχαιτίσει την αυξανόμενη διαρκώς τάση παρέμβασης του ενός γονέα και επηρεασμού του τέκνου, εις βάρος του έτερου.

    Σε επίπεδο δε Εισαγγελιών Ανηλίκων είναι επίσης σαφές ότι λόγω υπερφόρτωσης αυτών και σύνδεσής τους με κέντρα ψυχικής υγείας και Δημόσια Νοσοκομεία που καθορίζουν κατ’ ελάχιστο, μετά εξαμήνου, την έναρξη τυχόν διαταχθεισών συνεδριών τέκνων και γονέων και με ιδιαίτερα σύντομες και συνοπτικές διαδικασίες, ότι και αυτή η λύση, καθίσταται προβληματική και απόλυτα ανεπαρκής στην διάγνωση και επίλυση ζητημάτων που άπτονται της ψυχικής υγείας γονέων και τέκνων.
    Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι οι αρκετές φορές διαταχθείσες «κοινωνικές έρευνες διατυπώνονται από Κοινωνικούς Λειτουργούς που ουδόλως είναι καθ’ύλην αρμόδιοι να γνωμοδοτήσουν επί της κατανομής της γονικής μέριμνας και ιδίως επί της ψυχολογικής κατάστασης και κατά συνέπεια ουσιαστικής καταλληλότητας έκαστου γονέα. Ελλείψη όμως σύνδεσης του Δικαστού με ειδικό ψυχικής υγείας, οι έρευνες αυτές, που κατ’ ορθή ανάγνωση θα έπρεπε να ομιλούν κυρίως για τις συνθήκες διαβίωσης ενός εκάστου ανηλίκου, αποτελούν το κατευθυντήριο έγγραφο, στα χέρια του Δικαστού.

    Η ανεπάρκεια των μηχανισμών του κράτους δημιούργησε και εξακολουθεί να δημιουργεί εύφορο έδαφος προσφυγής σε ιδιώτες ειδικούς ψυχικής υγείας με απόλυτα, αρκετές φορές, ιδιοτελή στόχευση. Είναι σαφές λοιπόν γιατί έχουν γιγαντωθεί οι καταγγελίες κατά ιδιωτών ειδικών ψυχικής υγείας οι οποίοι πολλές φορές γνωματεύουν ιδιοτελώς και πλείστες φορές και παράνομα ήτοι άνευ της αναγκαίας συναίνεσης του έτερου γονέα κατά την επιταγή του άρθρου 1519 ΑΚ. Οι εν λόγω δε γνωματεύσεις που πλείστες φορές δίδονται όχι μόνο άνευ της αναγκαίας συναίνεσης αλλά και δίχως ποτέ να έχει συναντήσει ο ειδικός τον έτερο γονεά ή και ακόμα και το τέκνο, συντάσσονται προ της συζήτησης των αιτήσεων ή αγωγών και με απόλυτα ιδιοτελή στόχευση. Η μεθόδευση αυτή θα σταματήσει μόνον εφόσον ρητά διατυπωθεί στο Νόμο πως γνωματεύσεις ειδικών ψυχικής υγείας θα μπορούν να λαμβάνονται υπόψιν μόνο εφόσον έχουν συναινέσει στην εξέταση του τέκνου αμφότεροι οι γονείς ή έχουν διενεργηθεί κατόπιν διαταγής δικαστηρίου ή αρχής και έχουν διενεργηθεί από Δημόσιο Φορέα.

    Περαιτέρω:

    Το άρθρο 2 (β) του Κεφαλαίου Α’ του υπό διαβούλευση Νομοσχεδίου θα πρέπει να αναδιατυπωθεί ως εξής:

    « η αναδιαμόρφωση των διατάξεων του Ν. 3500/2006 (Α’232), προκειμένου βα) οι διατάξεις να είναι προσαρμοσμένες στις παρούσες κοινωνικές συνθήκες και στην δικαιοπολιτική ανάγκη τόσο της προστασίας του θεσμού της οικογένειας, της ανηλικότητας και των θυμάτων ενδοοικογενειακής βίας. Ιδίως δε της προστασίας των ανηλίκων από την ψυχική κακοποίηση αυτών όπως αυτή περιγράφεται στο άρθρο 1532 (β) Α.Κ. ήτοι την διατάραξη της συναισθηματικής σχέσης του τέκνου με τον άλλο γονέα και την οικογένεια του και η με κάθε τρόπο πρόκληση διάρρηξης των σχέσεων του τέκνου με αυτούς.)

    Το άρθρο 86 του κεφαλαίου Δ’ του υπό διαβούλευση νομοσχεδίου που τροποποιεί το άρθρο 4 ν. 3500/2006 με την προσθήκη της λέξεως «ψυχολογική» μετά από τις λέξεις «επί ασκήσεως σωματικής» και τελικώς διαμορφώνεται ως εξής : Επί ασκήσεως σωματικής ή ψυχολογικής βίας σε βάρος ανηλίκου, στο πλαίσιο της ανατροφής του, εφαρμόζεται το άρθρο 1532ΑΚ του Αστικού Κώδικα, είναι στην ορθή κατεύθυνση.

    Το εν λόγω άρθρο, όπως τροποποιείται, περιλαμβάνει πλέον ρητώς την ψυχολογική βία που υφίσταται ανήλικο θύμα και με ρητή αναφορά στα προβλεπόμενα στο άρθρο 1532 Α.Κ. ΡΗΤΑ ΛΟΙΠΟΝ ΠΛΕΟΝ, ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΝΟΜΟΘΕΤΗ, ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΟΥ Ν. 3500/2006 λογίζεται ως ενδοοικογενειακή βία κατά ανηλίκου η διατάραξη της συναισθηματικής σχέσης του τέκνου με τον έτερο γονέα και την οικογένεια του και η με κάθε τρόπο πρόκληση διάρρηξης των σχέσεων του τέκνου με αυτούς. Ευθέως λοιπόν ποινικοποιείται η μεθόδευση χειραγώγησης του τέκνου και διεμβόληση της σχέσης του με τον άλλο γονέα και την οικογένειά του και ο επηρεασμός αυτού, θεωρούμενης ευθέως πλέον, και εκ του Νόμου, ως μορφή ψυχικής κακοποίησης.

    Χρειάζεται όμως περαιτέρω να τροποποιηθεί και το άρθρο 6 του Ν. 3500/2006 με την προσθήκη της λέξεως ψυχολογική σε συνέχεια της σωματικής βλάβης και συνεπώς ο τίτλος του πρέπει να διαμορφωθεί ως εξής:

    Άρθρο 6
    Ενδοοικογενειακή σωματική και ψυχολογική βλάβη.

    Περαιτέρω στην παράγραφο 1 του ως άνω άρθρου θα πρέπει να συμπληρωθεί και η περίπτωση ψυχολογικής βλάβης του ανήλικου ήτοι η τελική διαμόρφωση του άρθρου διαμορφώνεται ως εξής :

    1. Το μέλος της οικογένειας το οποίο προξενεί σε άλλο μέλος αυτής σωματική κάκωση ή βλάβη της υγείας του, υπό την έννοια του εδαφίου α΄ της παρ. 1 του άρθρου 308 του Ποινικού Κώδικα, ή με συνεχή συμπεριφορά προξενεί εντελώς ελαφρά κάκωση ή βλάβη της υγείας του, με την έννοια του εδαφίου β΄ της παραπάνω διάταξης, τιμωρείται με φυλάκιση, τουλάχιστον ενός έτους. Το μέλος της οικογένειας που προκαλεί διατάραξη της συναισθηματικής σχέσης του τέκνου με τον άλλο γονέα η με κάθε τρόπο πρόκληση διάρρηξης των σχέσεων του τέκνου με αυτόν, συνιστά κατά το άρθρο 4 του παρόντος νομοθετήματος ψυχολογική βλάβη και τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον 2 ετών.
    Εφόσον σε βάρος του φερόμενου δράστη ενεργείται προκαταρκτική εξέταση ο εισαγγελέας πριν από κάθε άλλη ενέργεια υποχρεούται να διατάξει την διενέργεια ψυχιατρικής πραγματογνωμοσύνης τόσο στο φερόμενο θύμα αλλά και στον θύτη προκειμένου να ερευνηθεί η βασιμότητα της καταγγελίας.

    Πέραν των ως άνω παρατηρήσεων και προτάσεων της εταιρεία μας, άξια συνοπτικής μνείας είναι και τα κάτωθι:

    Στο άρθρο 23 του Ν. 3500/2006 όπως προτείνεται να τροποποιηθεί, καθιερώνεται το «ακαταδίωκτο» των επαγγελματιών και συγκεκριμένα :

    1. Παιδαγωγός, εκπαιδευτικός, μέλος του ειδικού εκπαιδευτικού προσωπικού ή του ειδικού βοηθητικού προσωπικού της πρωτοβάθμιας ή δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, κοινωνικός λειτουργός, επιμελητής προπονητής ή γιατρός που παρέχει τις υπηρεσίες του σε ανήλικο, ο οποίος κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του πληροφορείται ή διαπιστώνει με οποιονδήποτε τρόπο ότι έχει διαπραχθεί σε βάρος του ανήλικου έγκλημα ενδοοικογενειακής βίας, υποχρεούται να αναφέρει αμελλητί στις αρμόδιες κατά το νόμο αρχές. Την ίδια υποχρέωση έχει ιατρός που με βάση σοβαρά αντικειμενικά ευρήματα της ιατρικής εξέτασης διαπιστώνει ότι έχει διαπραχθεί σε βάρος ανηλίκου έγκλημα ενδοοικογενειακής βίας.
    2. Τα πρόσωπα της παρ. 1, που προβαίνουν σε αναφορά εγκλήματος ενδοοικογενειακής βίας δεν εγκαλούνται, δεν ενάγονται, δεν διώκονται πειθαρχικά, δεν απολύονται, ούτε υφίστανται άλλου είδους κυρώσεις ή δυσμενή μεταχείριση, για το περιστατικό που ανέφεραν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, παρά μόνο εάν προέβησαν εν γνώσει τους σε αναληθή αναφορά.

    Η εν λόγω διάταξη όμως καθίσταται ιδιαίτερα προβληματική διότι:

    Α) Εφόσον εξ αρχής τα ως άνω άτομα θεμελιώνουν υπέρ τους το ακαταδίωκτο, πως τυχόν θα διαπιστωθεί εάν προέβησαν εν γνώση τους, σε αναληθή αναφορά;

    Β) Από την εν λόγω διάταξη φαίνεται ρητά να εξαιρούνται οι ψυχολόγοι και ειδικοί ψυχικής υγείας όχι όμως και οι ψυχίατροι. Συνεπώς θα πρέπει καταρχήν να αποσαφηνιστεί καταπόσον στην έννοια των ιατρών που φαίνεται να θεμελιώνουν καταρχήν το ακαταδίωκτο, συμπεριλαμβάνονται ερμηνευτικά και οι ψυχίατροι, δεδομένου ότι και αυτοί είναι ιατροί.

    Σε κάθε περίπτωση κρίνεται επιβεβλημένο να διατυπωθεί ρητά πως οι γνωματεύσεις ειδικών ψυχικής υγείας συμπεριλαμβανομένων και των ψυχιάτρων και στις οποίες αποκαλύπτεται φερόμενη τέλεση πράξεως ενδοοικογενειακής βίας στα πλαίσια άσκησης των καθηκόντων τους, θεμελιώνουν επίσης το ακαταδίωκτο, μόνον εφόσον έχουν επιληφθεί, κατόπιν εντολής δικαστικής αρχής.

    Περαιτέρω:

    Το άρθρο 26 του Κεφαλαίου Β’ του υπό διαβούλευση σχεδίου Νόμου που τροποποιεί το άρθρο 169Α του Π.Κ. προβλέπει στην παράγραφο 3 αυτού ότι « Όποιος εν γνώση ματαιώνει την εκτέλεση της ποινής ή του μέτρου ασφαλείας που επιβλήθηκε σε άλλον τιμωρείται με φυλάκιση έως τρία (3) έτη ή χρηματική ποινή. Η πράξη μένει ατιμώρητη αν ο υπαίτιος την τέλεσε υπέρ κάποιου οικείου του.

    Η εν λόγω διάταξη κρίνεται ιδιαιτέρως άστοχη δεδομένου ότι επιτρέπει την εκ πλαγίου παραβίαση μιας δικαστικής απόφασης από τρίτο, υπέρ του οικείου του, και ως τέτοια πρέπει απνευστί να καταργηθεί.

    Περαιτέρω:

    Το άρθρο 43 του Κεφαλαίου Β’ του υπό διαβούλευση Νομοσχεδίου επαναφέρει την αυτεπάγγελτη δίωξη στο αδίκημα του άρθρου 358 ΠΚ ήτοι της μη καταβολής διατροφής και γνώμη της εταιρείας μας είναι ότι το εν λόγω αδίκημα ορθώς θα πρέπει να παραμείνει στο χωρίο των κατ’ έγκληση διωκόμενων αδικημάτων (ως ισχύει σήμερα)

    Περαιτέρω:

    Το άρθρο 44 του Κεφαλαίου Β’ του υπό διαβούλευση Νομοσχεδίου τροποποιεί το άρθρο 363 του Π.Κ. και προβλέπει ότι στην έννοια του τρίτου δεν περιλαμβάνονται δημόσιοι λειτουργοί ή υπάλληλοι που λαμβάνουν γνώση των ισχυρισμών κατά την ενάσκηση καθήκοντος στο πλαίσιο πολιτικής, ποινική ή διοικητικής δίκης, χωρίς να συνδέονται προσωπικά με τα μέρη.

    Η εταιρεία μας θεωρεί πως τυγχάνει εσφαλμένη η εν λόγω τροποποίηση και ζητά την κατάργηση της. Θεωρούμε πως η αναλήθεια που διαδίδεται ενώπιον τρίτων (όποιος και αν είναι ο τρίτος) εν γνώση της αναληθείας αυτής, έχει αυτοτελή απαξία και συνεπώς δεν έχει σημασία ενώπιον ποίου διαδίδεται. Εξάλλου όπως εύστοχα παρατηρεί και η υπ’αριθ 3/2021 απόφαση της Ολομέλειας του Α.Π.
    “Μόνο το γεγονός ότι τα δικαστικά πρόσωπα, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, έχουν αυστηρά προκαθορισμένους ρόλους, δεν εκφράζουν την προσωπική τους άποψη, δεν δικαιούνται να προβαίνουν σε σχολιασμό όσων εκτίθενται στο πλαίσιο της οικείας διαδικασίας και εκφέρουν την κρίση τους εντός του πλαισίου των καθηκόντων τους, αποκλειστικά, προς διευθέτηση της εννόμου σχέσεως που αφορά τα διάδικα μέρη, χωρίς να την ανακοινώνουν σε άλλους, δεν δικαιολογεί τη συσταλτική ερμηνεία του όρου «τρίτος», αφού και ο δικαστικός λειτουργός δεν παύει ως άνθρωπος να γίνεται κοινωνός μιας δυσμενούς παράστασης για το πρόσωπο που αφορούν οι ισχυρισμοί, χωρίς μάλιστα να έχει πάντοτε τη δυνατότητα να ερευνήσει την ουσιαστική βασιμότητα αυτών είτε για λόγους τυπικούς (όπως π.χ. σε περίπτωση παραγραφής, εκπρόθεσμης υποβολής της έγκλησης κλπ), είτε διότι περιορίζεται δικονομικά από το αντικείμενο της έρευνάς του, όπως συμβαίνει, όταν στο απευθυνόμενο σε αυτόν δικόγραφο περιλαμβάνονται, πέραν του ερευνώμενου αντικειμένου, και άσχετοι προς αυτό, δυσφημιστικοί για τον αντίδικο, ισχυρισμοί, οπότε ο θεσμικός ρόλος των δικαστικών προσώπων δεν αποτρέπει ουσιαστικά τον κίνδυνο διασυρμού του φορέα του προστατευόμενου εννόμου αγαθού.”

    Περαιτέρω:

    Τέλος, αναφορικά με τις τροποποιήσεις του κεφαλαίου B’ που αφορούν την τροποποίηση του Ποινικού Κώδικα καθώς και του κώδικα Ποινικής Δικονομίας τοποθετούμε και τους κάτωθι προβληματισμούς:

    Κατά το κεφάλαιο Α’ του Νομοσχεδίου αντικείμενο του είναι (μεταξύ άλλων) :
    α) η τροποποίηση των διατάξεων του Ποινικού Κώδικα και του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, προκειμένου η εφαρμογή τους να συμβάλλει στην ουσιαστικότερη, αποτελεσματικότερη, και αμεσότερη διεξαγωγή της ποινικής δίκης, στην ενίσχυση της εγκληματοπροληπτικής λειτουργίας της ποινής μέσω των αρχών της γενικής και ειδικής πρόληψης και στην οικονομία της ποινικής διαδικασίας.
    Ενδεικτικά, … τίθενται αυστηρότερες προϋποθέσεις αναστολής της ποινής, προκειμένου οι ποινές και επί πλημμελημάτων να εκτίονται μέσω των εναλλακτικών τρόπων έκτισης της κοινωφελούς εργασίας και της μετατροπής της ποινής σε χρηματική, αλλά και με πραγματική έκτιση σε σωφρονιστικό κατάστημα, όταν το δικαστήριο το κρίνει αναγκαίο.
    Η εταιρεία μας κρούει τον κώδωνα του κινδύνου ότι η αυστηροποίηση των ποινών αλλά και των προυποθέσεων της αναστολής οφείλει να λάβει υπόψιν και τον χείμαρρο ψευδών καταγγελιών, ιδίως ενδοοικογενειακής βίας, που αποτελεί κοινή γνώση ότι αρκετές φορές αβασάνιστα και ιδιοτελώς κατατίθενται. Αποτελεί επίσης κοινή γνώση, ότι πίσω από τις καταγγελίες κακοποιημένων γυναικών που τυγχάνουν αληθείς, και οπωσδήποτε χρήζουν της άμεσης προστασίας του κράτους, υποκρύπτονται και υπερπολλαπλάσιες ψευδείς καταγγελίες που ιδιοτελώς και στοχευμένα κατατίθενται προς αποκλειστική δικαστική χρήση και με στόχευση την απόπειρα δολοφονίας της προσωπικότητας του καταγγελόμενου και επηρεασμού του κρίνοντος Δικαστού.
    β) η αναδιαμόρφωση των διατάξεων του ν. 3500/2006 (A’ 232), προκειμένου: βα) οι διατάξεις να είναι προσαρμοσμένες στις παρούσες κοινωνικές συνθήκες και στη δικαιοπολιτική ανάγκη τόσο της προστασίας του θεσμού της οικογένειας, της ανηλικότητας και των θυμάτων, κυρίως των γυναικών, που πλήττονται με αυξανόμενη ένταση από συμπεριφορές ενδοοικογενειακής βίας,
    Η εταιρεία μας θεωρεί ότι είναι εντελώς εσφαλμένη η ταύτιση της ενδοοικογενειακής βίας με την βία κατά των γυναικών ιδίως υπό το φως των τελευταίων στατιστικών από “Το Χαμόγελο του Παιδιού” όπου παρά χρήμα αποδεικνύεται ότι φερόμενοι δράστες ενδοοικογενειακής βίας κατά ανηλίκου είναι περισσότερες γυναίκες παρά άνδρες.
    “https://www.hamogelo.gr/media/uploads_file/2022/07/11/p1g7mbl2ftuo2l1f1t7l1e9e1uauq.pdf?fbclid=IwAR2B8O4XFJ5JOXZtBLyl4sFxrr4braPndnLsrVvqHgj7R_Ju_hNFxY6piSI
    Συνεπώς κάθε αναφορά επί του Νομοσχεδίου που ταυτίζει την έννοια της ενδοοικογενειακής βίας με την βία κατά των γυναικών θα πρέπει να απαληφθεί.
    ββ) να ενισχυθεί η ψυχολογική και οικονομική στήριξη, καθώς και η κοινωνική αποκατάσταση των θυμάτων με διεύρυνση των αρμόδιων φορέων,
    Η εταιρεία μας εισηγείται ότι η εν λόγω διάταξη θα πρέπει να αφορά οποιοδήποτε θύμα άντρα ή γυναίκα ή παιδί και οι εκάστοτε δομές θα πρέπει να μετονομαστούν σε δομές υποδοχής κάθε κακοποιημένου ατόμου ανεξαρτήτου φύλου, φυλής και ανεξαρτήτου θρησκευτικών πεποιθήσεων, σεξουαλικού προσανατολισμού κ.τ.λ.
    Η παρούσα αντανακλά τις βασικές θέσεις και παρατηρήσεις της μη κερδοσκοπικής εταιρείας “ΕΝΕΡΓΟΙ ΜΠΑΜΠΑΔΕΣ” επί του υπό διαβούλευση Νομοσχεδίου και οπωσδήποτε υπόκειται σε μελλοντικές τροποποιήσεις και προσθήκες.

    Για την Α.Μ.Κ.Ε. “Ενεργοί Μπαμπάδες”

  • 4 Δεκεμβρίου 2023, 00:33 | ΜΑΡΙΑ ΜΑΡΚΟΥ

    ΠΡΟΤΕΙΝΕΤΑΙ ΝΑ ΟΡΙΣΤΕΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 51 1Α ΤΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ Π.Κ ΟΤΙ ΑΝ ΔΕΝ ΠΡΟΣΚΟΜΙΖΕΤΑΙ ΤΟ ΠΑΡΑΒΟΛΟ ΔΕΝ ΘΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΔΕΚΤΗ Η ΚΑΤΑΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΓΚΛΗΣΕΩΣ. ΕΤΣΙ ΔΕΝ ΘΑ ΥΠΑΡΧΕΙ ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΡΡΙΨΗ ΤΗΣ ΩΣ ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΗΣ ΟΥΤΕ ΣΤΕΡΗΣΗΣ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΠΡΟΣΦΥΓΗΣ ΠΟΥ ΔΧΕΝ ΠΡΟΒΛΕΠΕΤΑΙ.

  • 3 Δεκεμβρίου 2023, 23:54 | ΜΑΡΙΑ ΜΑΡΚΟΥ

    ΑΡΘΡΟ 52. ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΤΗΣ ΠΑΡ. 5 ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 17 Π.Κ. να προστεθεί ότι δεν απαιτείται κατάθεση παραβόλου και για τα εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας και οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής, τα εγκλήματα ενδοοικογενειακής βίας, τα εγκλήματα ρατσιστικών διακρίσεων (άρθρo 82Α ΠΚ) και τα εγκλήματα παραβιάσεων της ίσης μεταχείρισης. Για αξιόποινες πράξεις που τελούνται σε βάρος δημοσίων οργάνων και υπαλλήλων κατά την άσκηση των καθηκόντων που έχουν ανατεθεί σε αυτούς, ο παθών υποβάλλει την έγκληση ατελώς και χωρίς την κατάθεση παραβόλου.

  • 3 Δεκεμβρίου 2023, 23:29 | ΜΑΡΙΑ ΜΑΡΚΟΥ

    Αρθρο 76. Στην παρ. 2του άρθρου 349, προτείνεται να περιοριστεί ο χρόνος της αναβολής από 8 μήνες που θεωρείται μακρινός, συνεπώς καθυστερεί η εκδίκαση της υπόθεσης, σε 3 μήνες και να χορηγείται και δεύτερη αναβολή εφόσον το κώλυμα προέκυψε σε χρόνο μεταγενέστερο της πρώτης αναβολής, σε σύντομο χρονικό διάστημα που δεν θα υπερβαίνει τους δυο (2) μήνες. Ουδείς υποχρεούται στα αδύνατα. Ετσι μειώνεται και ο κίνδυνος ύπαρξης κωλυμάτων ένεκα του μακρού χρόνου εκδίκασης μετά την αναβολή. Άλλωστε η επιβολή του παραβόλου λόγω της χορήγησης και δεύτερου αιτήματος αναβολής θα αποφέρει όφελος στην Πολιτεία.

    Να συμπληρωθεί επίσης στην παρ. 4 του άρθρου 349 ότι δεν θα επιβαρύνονται με αναβολόσημο οι διάδικοι όταν αναβάλλονται οι δίκες λόγω αποχής των Δικηγόρων.
    Προτείνεται επίσης όλες οι ποινικές δίκες που αναβάλλονται για αποδεδειγμένο λόγο να εκδικάζονται σε ξεχωριστή σύντομη δικάσιμο από τις πρωτοείσακτες ποινικές υποθέσεις.

  • 3 Δεκεμβρίου 2023, 17:50 | ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΚΟΛΙΟΣ

    Άρθρο 63 του νομοσχεδίου. (215ΚΠΔ).
    Η διάταξη όπως εισάγεται προϋπήρχε για τους διαμένοντες μάρτυρες εκτός της έδρας του δικαστηρίου.
    Παρ’ όλη τη πρόβλεψη, η πάγια διαμορφούμενη τακτική ήταν να καλούνται όλοι στο δικαστήριο. Συνεπώς η πράξη απέδειξε ότι ουδέποτε εφαρμόστηκε η 215 παρ. 3., τώρα γιατί να εφαρμοστεί η υπό ψήφιση 215 παρ. 5 ?? θα αλλάξει κάτι?

    Προτείνεται η αλλαγή να έχει την εξής πρόβλεψη.

    Αστυνομικοί και τυχόν λοιποί προανακριτικοί υπάλληλοι που έχουν καταθέσει στην προδικασία δεν καλούνται στο ακροατήριο αλλά αναγιγνώσκονται οι καταθέσεις τους. Ο εισαγγελέας και το δικαστήριο μπορούν κατ’ εξαίρεση να παραγγείλουν την εξέτασή τους, μόνο με τη χρήση Τ.Π.Ε. Σε όλως εξαιρετική περίπτωση που απαιτείται παρουσία του μάρτυρα, είτε λόγω προβλημάτων τεχνικής φύσεως, είτε όταν κρίνεται απολύτως αναγκαία η δια ζώσης εμφάνιση, την αποζημίωση – διαμονή καθώς και λοιπά έξοδα των μαρτύρων καλύπτονται από την Παραγγέλουσα Αρχή.

  • 3 Δεκεμβρίου 2023, 15:42 | ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΜΑΚΡΗ

    Επί του άρθρου 63: Η προωθούμενη τροποποίηση παραβιάζει την αρχή αμεσότητας -και προφορικότητας- της ποινικής διαδικασίας. Εντυπωσιακό είναι δε ότι προβλέπεται η κατ’ εξαίρεση εξέτασή αστυνομικών στο ακροατήριο, μόνο κατόπιν αιτήματος εισαγγελέα ή δικαστηρίου (όχι του κατηγορουμένου), και μόνο «για την ασφαλή διάγνωση της κατηγορίας» και όχι για την αναζήτηση της ουσιαστικής αλήθειας, που είναι και το ζητούμενο την ποινική δίκη. Στην πράξη, δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις σοβαρών διαφοροποιήσεων στις καταθέσεις μαρτύρων αστυνομικών, όταν εκείνοι υποβάλλονται στη βάσανο των ερωτήσεων, ενώ η άσκηση του δικαιώματος του κατηγορουμένου να υποβάλλει ερωτήσεις, και δη σε πρόσωπα στη μαρτυρία των οποίων ερείδεται η παραπομπή τους, συνιστά θεμελιώδες υπερασπιστικό δικαίωμα. Πολύ φοβάμαι ότι θα ακολουθήσει πληθώρα καταδικαστικών αποφάσεων κατά της Ελλάδας από το ΕΔΔΑ σε περίπτωση που ψηφιστεί η ανωτέρω διάταξη.

  • 3 Δεκεμβρίου 2023, 15:11 | ΠΑΣΧΑΛΗΣ

    Άρθρο 215 παρ. 5. ΚΠΔ.
    Καταργείται η ο θεσμός της δικαίας δικης και της δυνατότητας του δικαστηρίου να εκδώσει δίκαια δίκη.. Αδιανόητο να μην κλητεύονται οι αστυνομικοι Μάρτυρες που στο 95% των ποινικών δικών αυτόφωρων εγκλημάτων η κατάθεση αυτών δεν αρκεί για την τεκμηρίωση της κατηγορίας . Οποιος παρίσταται τακτικά σε ποινικές δικές το γνωρίζει . Ο κατηγορούμενος θα γίνεται έρμαιο μιας κατάθεσης ενός προανακριτικού υπαλλήλου που δεν θα θέτει εαυτόν εις αντιπαράσταση και εξέταση στον βωμό της εξερεύνησης της αληθειας και κατ’ επέκταση της ορθής εφαρμογής του νόμου .
    Εν κατακλείδι αντιδικονομικο άρθρο , αφού διαχωρίζει αστυνομικούς από εν γενεί μάρτυρες όπως και όλη η προσπάθεια του νομοσχεδίου αφού βρίθει αντιφάσεων , θεωριών και πνεύματος όπως προκάτοχοι με περίσσιο πνεύμα έγραψαν αυτό το ευαγγέλιο . Μη το σκοτώνετε !

  • 2 Δεκεμβρίου 2023, 21:43 | ΡΑΦΑΗΛ ΤΣΟΜΠΑΝΙΔΗΣ

    Ως προς το άρθρο 111 ΚΠΔ, θέτω το εξής ερώτημα. Ποιο μπορεί να είναι το όφελος ως προς την επιτάχυνση της ποινικής διαδικασίας και εντέλει της ταχύτατης (όπως σκοπεύει το υπουργείο δικαιοσύνης) απονομής δικαιοσύνης με τη κατάργηση του πενταμελούς εφετείου, του οποίου αρμοδιότητα είναι η εκδίκαση εφέσεων κατά των πρωτόδικων αποφάσεων του τριμελούς εφετείου; Θεωρείται εν τοις πράγμασι θεμιτή η εν λόγω απονομή δικαιοσύνης με τη καρατόμηση της σωστής ιεραρχικής κατάταξης των ποινικών δικαστηρίων αντικαθιστώντας το πενταμελές εφετείο με το ήδη υπάρχον τριμελές εφετείο το οποίο θα δικάζει σε δεύτερο βαθμό τις πρωτόδικες αποφάσεις του με έναν μόνο δικαστή ο οποίος θα είναι αρχαιότερος; Και κατά πόσον αρχαιότερος; μερικών μηνών; Είναι ως επί το πλείστο βάναυση η εν λόγω τροποποίηση καθώς μεταθέτει το βάρος ελέγχου των εφέσεων στο ίδιο εντέλει βαθμού δικαστήριο απονέμοντας περισσότερο όγκο δικογραφιών στους δικαστές, οι οποίοι είναι ήδη επιβαρυμένοι ενώ θα επιφέρει σοβαρό πρόβλημα ως προς την κατανομή των δικών καθώς τα πινάκια των τριμελών εφετείων όλης της χώρας θα είναι τόσο μακρά σε βαθμό που θα σκοντάφτουν οι συνήγοροι κατά τη διαδικασία ανάγνωσης τους. Βάσει των τροποποιήσεων, το τριμελές εφετείο το οποίο θα είναι επιβαρυμένο με την εκδίκαση πρωτοείσακτων υποθέσεων καθώς και υποθέσεων εγκληματικών οργανώσεων, θα είναι αρμόδιο και για την εκδίκαση εφέσεων κατά αποφάσεων του μονομελούς και τριμελούς εφετείου.
    Ως προς τη τοποθέτηση του προηγούμενου σχολιαστή σχετικά με την επέκταση χρήσης ενόρκων και στις αστικές υποθέσεις, οφείλω να ορίσω τα εξής. Η ελληνική δικαιοσύνη δεν έχει καμία απολύτως σχέση με εκείνη των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής (εκτός του νομικού συστήματος της Πολιτείας της Λουιζιάνα το οποίο ως πηγή δικαίου έχει το Γαλλικό) καθώς δεν ακολουθείται το κοινόδίκαιο γνωστό ως common law αλλά το λεγόμενο civil law εμπνευσμένο από το ρωμαικό δίκαιο. Εν κατακλείδι, δεν μπορεί να τεθεί σε καμία περίπτωση η ένταξη των 5 ή 10 ενόρκων σε αστική δίκη καθώς εκτός του γεγονότος ότι ενισχύει τεκμηριωμένα μάλιστα το κοινό περί δικαίου αίσθημα, θα αποφέρει μάλιστα υψηλά ποσοστά εσφαλμένων αποφάσεων. Επιπροσθέτως, ως προς τον ήδη αναφερόμενο σχολιασμό, ο ‘’επαγγελματίας’’ δικαστής δεν τελεί χρέη καθηγητή αλλά ούτε μαριονετίστα ώστε να καθοδηγεί τους εν λόγω ενόρκους ώστε να αποφασίζουν για αστικές διαφορές ανάμεσα σε ιδιώτες. Οφείλω να υπενθυμίσω ότι η μεγαλύτερη διαφορά μεταξύ των δικαστών της χώρας μας με εκείνων των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής είναι το γεγονός ότι οι εγχώριοι δικαστές καθώς και εισαγγελείς λαμβάνουν μέρος στο διαγωνισμό ΕΣΔΙ, ο οποίος μπορεί κάλλιστα να θεωρηθεί αμάχητα ως ο δυσκολότερος διαγωνισμός που λαμβάνει χώρα στην ελληνική επικράτεια, σε σύγκριση με τους δικαστές των Η.Π.Α. όπου υπάρχει το σύστημα των εκλογών ή η τοποθέτηση δικηγόρων στις θέσεις δικαστών με απόφαση του εκάστοτε κυβερνήτη, ενώ μάλιστα πολλοί δικαστές των Η.Π.Α. κατά την ενάσκηση των καθηκόντων τους, διατηρούν και εμπορική ιδιότητα με το φαινόμενο του οικονομικού συμφέροντος κατά την εκδίκαση υποθέσεων να είναι άκρως προβληματικό ως προς την απονομή δικαιοσύνης.
    Ως προς το άρθρο 70 (ποινική διαπραγμάτευση), δεν αναφέρεται η χρονική προθεσμία εντός της οποίας οφείλεται να ολοκληρωθεί επιτυχώς ή όχι η εν λόγω διαπραγμάτευση με αποτέλεσμα να σημειωθεί αργοπορία ως προς την συγκεκριμένη διαδικασία. Επιπλέον, εύλογο θεωρείται η ανάγκη ένταξης μερικών εγκλημάτων στην εν λόγω διαδικασία και όχι πληθώρα αυτών με σκοπό την δοκιμασία της συγκεκριμένης διάταξης και το κατά πόσον θα λειτουργήσει. Επίσης, ως προς τη δυνατότητα αιτήματος του κατηγορουμένου σε ποινική διαπραγμάτευση ενώπιον του ακροατηρίου από τη στιγμή που είχε τη δυνατότητα αυτή καθ’ όλη τη διάρκεια της προδικασίας θεωρείται υπερβολική ιδίως αφού υποβάλλεται ενώπιον ακροατηρίου χωρίς τη να δίδεται η δυνατότητα στον εισαγγελέα της έδρας να αρνηθεί το συγκεκριμένο αίτημα καθώς ο κατηγορούμενος (κατά τη διενέργεια της προδικασίας) ουδέποτε έδειξε προθυμία ως προς την αποκατάσταση της ζημίας που προκάλεσε και για αυτό το λόγο ασκείται καταχρηστικά ενώ και ενδέχεται να δημιουργηθεί δικονομική αναταραχή ως προς την εκδίκαση των υπολοίπων υποθέσεων, ενώ μάλιστα η εν λόγω κατάργηση της συγκεκριμένης διάταξης δεν εμφαίνεται να δημιουργεί υποψία καταπάτησης των δικαιωμάτων του κατηγορούμενου βάσει των διατάξεων της ΕΣΔΑ.
    Για αυτό το λόγο, η κατάργηση του πενταμελούς εφετείου σε συνδυασμό με τις ως άνω τροποποιήσεις καθώς και των νέων προβλημάτων που πρόκειται να δημιουργηθούν από τη διενέργεια των προδικαστικών διαδικασιών, η εξυπηρέτηση του σκοπού που αποβλέπει το υπουργείο δικαιοσύνης (ταχύτατη απονομή δικαιοσύνης) θα φέρει νέα φαινόμενα στον ορίζοντα. Σε περίπτωση που το εν λόγω σχέδιο περάσει ιδίως ως προς τη κατάργηση του πενταμελούς εφετείου, προβλέπω νέες τροποποιήσεις ως προς αυτό, γεγονός που για όσο χρονικό διάστημα διαρκέσει, θα υπάρξουν αρνητικές επιπτώσεις προς το τρόπο απονομής δικαιοσύνης.
    Ως προς το άρθρο 349 ΚΠΔ, συμφωνώ ως προς τη δυνατότητα αναβολής της δίκης για μια και μοναδική φορά, όπου εν συνεχεία σε περίπτωση μια εμφάνισης του κατηγορούμενου επί του ακροατηρίου η συνέχιση της δίκης ερήμην του κατηγορουμένου.

  • 2 Δεκεμβρίου 2023, 19:25 | Ειρηνη

    Πως θα έρθουν επενδυτές σε μια χώρα που αλλάζει τον ποινικό της κώδικα??? Γιατί να έρθουν επενδυτές σε μια χώρα που δεν υπάρχει ασφάλεια δικαίου?? Εγώ που έχω ξοδέψει χρήματα σε δικηγόρους και παράβολα για να υποβάλλω μήνυση για συκοφαντική δυσφήμιση και εξύβριση σε δικόγραφα του αντιδίκου από ποιον θα πάρω τα χρήματά μου πίσω τώρα που δρομολογείται οι δικαστές και οι δικαστικοί υπάλληλοι να μην θεωρούνται τρίτοι??? Από τον κ.Φλωρίδη??? Και ας μου πει ο κ.Φλωρίδης, ο επενδυτής που υποβάλλει αγωγή σε τρίτον ΠΩΣ θα προστατευτεί απο τις συκοφαντίες του αντιδίκου σε προτάσεις και προσθήκη αντίκρουση?? Και κάτι τελευταίο. Άκουσα ότι δρομολογείται η επιβολή προστίμου 1000-1500 ευρώ για τις αβάσιμες μηνύσεις. Θεωρώ αυτονόητο ότι θα παρασχεθεί στον μηνυτή ένα οπλοστάσιο για να ασκήσει το δικαίωμα της δικαστικής προστασίας. Για να κρίνει ένας Εισαγγελέας μια μήνυση ως «αβάσιμη» και να επιβάλλεται τέτοιο πρόστιμο θεωρώ αυτονόητο ότι ο κ.Φλωρίδης έχει προνοήσει για την άρτια εκπαίδευση Εισαγγελέων και σύστημα ελέγχου τους (π.χ.πειθαρχικές αναφορές, θέση σε αργία, επιβολή προστίμων) σε περίπτωση «αβάσιμης» θέσης μήνυσης στο Αρχείο.

  • 2 Δεκεμβρίου 2023, 16:55 | Δημήτρης Τ.

    Το νομοσχέδιο βρίθει διατάξεων που προφανώς ετοιμάστηκαν «στο πόδι» και περισσότερο υπηρετούν την επικοινωνιακή προβολή του υπουργού παρά την διόρθωση των κακώς κειμένων του ποινικού μας συστήματος.
    Προσπερνώντας όλα τα παραπάνω πρέπει κατ’ ελάχιστον:
    α) Να αποσυρθεί η ρουσφετολογικού χαρακτήρα διάταξη του άρθρου 63. Η διάταξη αυτή έρχεται σε πλήρη και κάθετη αντίθεση με την αρχή της προφορικότητας της ποινικής δίκης και αντιστρατεύεται θεμελιώδεις αρχές κατοχυρωμένες σε υπερνομοθετικής ισχύος διατάξεις (ΕΣΔΑ κλπ). Πολύ συχνότερα από ότι η κοινή γνώμη φαντάζεται οι καταθέσεις των αστυνομικών που δόθηκαν προανακριτικά στο «φιλικό» περιβάλλον του αστυνομικού τμήματος μεταξύ συναδέλφων, ανατρέπονται πλήρως στο ακροατήριο όταν οι μάρτυρες-αστυνομικοί πιεστούν έστω και λίγο από την έδρα και τους συνηγόρους. Ας φανταστεί κανείς τι συνέπειες θα έχει η εφαρμογή της προτεινόμενης ρύθμισης όταν στη θέση του κατηγορούμενου βρίσκεται αστυνομικός (υποθέσεις αστυνομικής βίας, διαφθοράς κλπ). Τα δικαιώματα του θύματος φαλκιδεύονται πλήρως.
    β) Να διατηρηθούν οι πολυμελείς συνθέσεις, έστω τριμελείς, ως ο κανόνας σε πρώτο και δεύτερο βαθμό. Η συγκέντρωση της ύλης σε μονομελή δικαστήρια έρχεται σε πλήρη και κραυγαλέα αντίφαση με την τάση αυστηροποίησης του πλαισίου ποινών. Η στέρηση της ελευθερίας ενός ανθρώπου είναι μια πολύ βαριά και δυσμενής κύρωση για αυτόν που θα την υποστεί. Η λήψη μιας τέτοιας απόφασης πρέπει να περιβάλλεται από εγγυήσεις αμεροληψίας, ενδελεχούς και διεξοδικής έρευνας της υπόθεσης, απαλλαγμένης από τυχόν μονομέρειες και προκαταλήψεις. Τις εγγυήσεις αυτές παρέχουν κατά μείζονα λόγο οι πολυμελείς συνθέσεις. Με σεβασμό στην ακεραιότητα και επάρκεια του Έλληνα Δικαστή, ας μη λησμονείται ότι είναι και αυτός άνθρωπος.

  • 2 Δεκεμβρίου 2023, 13:45 | Απόστολος

    Άρθρο 73

    Θεωρώ πως στο άρθρο 73, που αφορά στην προσφυγή κατά του κλητηρίου θεσπισματος των προσώπων ιδιάζουσας δωσιδικίας (αρ. 323 ΚΠΔ), στην 1η παραγρ., αντί της φράσης «σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 6 του άρθρου 111», που αφορά στην καθ’ ύλην αρμοδιότητα για τα κακουργήματα των προσώπων ιδιάζουσας δωσιδικιας, πρέπει να αναγράφει η φράση «σύμφωνα με την περ. δ’ του άρθρου 110 ΚΠΔ», που αφορά στην κσθ’ ύλην αρμοδιότητα για τα πλημμελήματα των προσώπων ιδιάζουσας δωσιδικίας.

  • 2 Δεκεμβρίου 2023, 12:06 | Ναρέκ Καζαριάν

    Η μη εμφάνιση των αστυνομικών στο ακροατήριο και η αντ’ αυτής ανάγνωση της κατάθεσής τους στην προδικασία αντιτίθεται στο Σύνταγμα και στα διεθνή κείμενα με υπερνομοθετική ισχύ, πρωτίστως στην ΕΣΔΑ. Η αρχή της προφορικότητας και της αμεσότητας αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι του δικαιώματος σε δίκαιη δίκη. Πρέπει αυτή η διάταξη να αποσυρθεί πάραυτα!!!

  • 2 Δεκεμβρίου 2023, 09:47 | ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΑΛΕΞΑΝΔΡΗ

    Για τα άρθρα 55-56.
    Οι δικομανείς ,αυτή η μάστιγα ,που συνήθως είναι απλοί εκβιαστές ,βρίσκει παράθυρα ώστε να μην πληρώνει ούτε τα 100 ευρώ .
    1.Θα πρέπει να βρεθεί τρόπος ώστε να κλείσουν τα παράθυρα του νόμου και να πληρώνουν για τις μηνύσεις τους .
    2.Με την ψηφιοποίηση είναι ,νομίζω ,δυνατόν να ελεγχθεί πόσες φορές έκανε μήνυση ο εγκαλών σε συμπολίτες του και ο αριθμός των μηνύσεων να λαμβάνεται υπόψη για το παράβολο .
    3.Όταν κάποια υπόθεση φτάνει στην έδρα ο δικαστής να γνωρίζει το προφίλ του δικομανούς .
    4.Το παράβολο να γίνει 500 ευρώ για τους δικομανείς

    Δεν είναι δυνατόν το δικαστικό σύστημα να ασχολείται με τα χόμπυ κάποιων και να καθυστερεί η απονομή της δικαιοσύνης για υποθέσεις ουσίας ,ούτε ο Έλληνας φορολογούμενος να πληρώνει για να κινείται το δικαστικό σύστημα για χάρη τους.
    Απλή πολίτης

  • 1 Δεκεμβρίου 2023, 18:37 | Γιάννης

    Άρθρο 55
    Ο εγκαλών να καταθέτει παράβολο τουλάχιστον πεντακοσίων (500) ευρώ .
    Είναι τεράστιο πλήθος οι δικομανείς .

  • 1 Δεκεμβρίου 2023, 18:27 | Σπυρίδων Γεωργουλέας

    Μια παρατήρηση ως προς την εισαγομένη ρύθμιση του άρθρου 60 του υπό διαβούλευση σχεδίου νόμου αναφορικώς με την κατάργηση του Πενταμελούς Εφετείου Κακουργημάτων και την αντικατάστασή του από «δευτεροβάθμιο» Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων (παρ. 8): Χωρίς να παραγνωρίζεται η σημασία της εκδικάσεως των υποθέσεων από πολυμελείς συνθέσεις, τα μέλη των οποίων ανταλλάσσουν με παραγωγικό τρόπο απόψεις στο πλαίσιο της διασκέψεως, η αντικατάσταση του Πενταμελούς Εφετείου Κακουργημάτων (αναγκαία εκ των πραγμάτων προς εξοικονόμηση συνθέσεων) από ένα «δευτεροβάθμιο» Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων οδηγεί, κατά την άποψή μου, σε ένα δογματικό δικονομικό παράδοξο, ήτοι να εκδικάζεται η έφεση από ισόβαθμο (έστω και αποτελούμενο από αρχαιότερους δικαστές) δικαστήριο με τον αυτό αριθμό μελών. Εάν κριτήριο της προτεινομένης μεταβολής είναι: α) η εξοικονόμηση δικαστικών και εισαγγελικών λειτουργών, β) η επιτάχυνση της απονομής της ποινικής δικαιοσύνης, γ) η βελτίωση της εσωτερικής λειτουργίας των Εφετείων με διευκόλυνση της διαδικασίας των κληρώσεων και δ) ο περιορισμός του απαραδέκτου φαινομένου των αναγκαστικών διακοπών της εκδικάσεως της υποθέσεως επί μακρό (και όχι σύντομο, όπως απαιτεί ο ΚΠΔ) χρονικό διάστημα λόγω άλλων υπηρεσιακών υποχρεώσεων των μελών της συνθέσεως (πρόβλημα εντονότατο σε δικαστήριο όπως το Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων, στη σύνθεση του οποίου πρέπει να προστεθούν ο Εισαγγελέας και ο Γραμματέας, οι οποίοι μετέχουν ομοίως σε άλλες ποινικές υποθέσεις), ας τεθεί στο δημόσιο διάλογο (με επίγνωση εκ μέρους μου των ευλόγων αντιρρήσεων) και η περίπτωση της καθολικής (οριζόντιας) εκδικάσεως του συνόλου των κακουργημάτων από τα Μονομελή Εφετεία Κακουργημάτων, αποτελούμενα υποχρεωτικώς από Προέδρους Εφετών (ο αριθμός των οποίων έχει αυξηθεί σε σημαντικό βαθμό τα τελευταία έτη) και η εκδίκαση των εφέσεων κατά των αποφάσεων αυτών από το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων, στο οποίο θα μετέχει υποχρεωτικώς Πρόεδρος Εφετών αρχαιότερος του πρωτοδίκως δικάσαντος, και Εισαγγελέας (όχι Αντεισαγγελέας) Εφετών. Η κατά τεκμήριο αυξημένη εμπειρία του Προέδρου Εφετών (δικαστή με εμπειρία άνω των 25 ετών) αντισταθμίζει, σε ένα βαθμό, τους κινδύνους από την ανάθεση της κρίσεως της υποθέσεως σε ένα μόνο πρόσωπο (την ευθύνη του οποίου εξ αντικειμένου αυξάνει), συμβάλλει με τρόπο ουσιαστικό στην πραγματική επιτάχυνση της ποινικής διαδικασίας (με περιορισμό των διακοπών των συνεδριάσεων και παράκαμψη της διαδικασίας της διασκέψεως) και αποτελεί απόδειξη της εμπιστοσύνης της Πολιτείας στους δικαστικούς λειτουργούς της. Άλλωστε, το σχήμα αυτό δεν είναι άγνωστο στο δικονομικό μας σύστημα και ήδη λειτουργεί με επιτυχία στο πεδίο των υποθέσεων της νυν ισχύουσας αρμοδιότητας του Μονομελούς Εφετείου Κακουργημάτων.

    Σπυρίδων Γεωργουλέας
    Εφέτης Αθηνών

  • 1 Δεκεμβρίου 2023, 12:02 | ΔΙΟΝΥΣΙΑ ΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ

    Το πρόβλημα της δικαιοσύνης σήμερα είναι ότι έχει κατασυκοφαντηθεί και έχει εδραιωθεί η αντίληψη στους πολίτες ότι οι δικαστές χρηματίζονται ή ότι επηρεάζονται από πολιτικά κέντρα. Αυτό είναι μεγαλύτερο πρόβλημα από την καθυστέρηση στην απονομή. Καταθέτω υπόψιν σας ως μαρτυρία ότι στο δικηγορικό μου γραφείο που βρίσκεται σε μικρή επαρχιακή πόλη, έχει τύχει πολλές φορές να μιλήσω με ανθρώπους που έχουν βέβαιη πεποίθηση ότι οι δικαστές που δίκασαν «πιάστηκαν». Αν αυτό συμβαίνει σε εμένα που έχω μικρό γραφείο με μικρές υποθέσεις, αντιλαμβάνεται ο καθένας ποια είναι η αντίληψη για την δικαιοσύνη που έχει επικρατήσει στην κοινωνία. Καταθέτω ως μαρτυρία πάλι ότι πολλές φορές σε συζητήσεις γενικότερου κοινωνικού ενδιαφέροντος ότι και πάλι διαπιστώνω έντονη την αντίληψη ότι η δικαιοσύνη είναι για τους λίγους και ισχυρούς και όχι για όλους και αυτή η αντίληψη νομίζω ότι προωθείται από πολιτικούς χώρους που βάλλουν κατά όλων των θεσμών .
    Οι πολυμελείς συνθέσεις δικαστηρίων προστατεύουν τους ίδιους τους δικαστές από τους συκοφάντες, γιατί υπάρχει το ακράδαντο επιχείρημα ότι είναι απίθανο και δεν μπορεί να συμβεί και οι τρεις για παράδειγμα εφέτες που συνθέτουν το εφετείο να ήταν επίορκοι ή ακόμα περισσότερο οι πέντε εφέτες που δικάζουν σε δεύτερο βαθμό. Αν όμως έχουμε μόνο έναν δικαστή για να δικάσει ένα σοβαρό κακούργημα, τότε ο κάθε ένας που δεν θα του αρέσει η δικαστική απόφαση (σίγουρα δεν θα αρέσει η απόφαση τουλάχιστον σε έναν, δηλαδή ή στον μηνυτή ή στον κατηγορούμενο), θα μπορεί να ισχυριστεί ότι δίκασε επίορκος δικαστής, ο οποίος χρηματίστηκε ή πιέστηκε από πολιτικούς. Ακόμα περισσότερο πρόβλημα υπάρχει όταν ο δικαστής της μονομελούς σύνθεσης εκδώσει μια νομικά ορθή απόφαση, η οποία όμως έρχεται σε αντίθεση με την κοινή γνώμη που διαμορφώθηκε από τα ΜΜΕ.
    Καταλήγω λοιπόν στο συμπέρασμα ότι στην δεδομένη χρονική στιγμή που η δικαιοσύνη έχει κατασυκοφαντηθεί και που έχουμε βιώσει μεγάλο χρονικό διάστημα απαξίωσης των θεσμών, τοξικότητας και διχασμού, ότι δεν θα πρέπει να αλλάξει η ποινική δικονομία, χάριν της οικονομίας, γιατί αυτό θα εδραιώσει ακόμα περισσότερο την αντίληψη ότι δεν υπάρχει δικαιοσύνη για όλους. Η δικαιοσύνη είναι πρωτίστως ιδέα και θα πρέπει όλοι οι πολίτες να νιώθουν ασφαλείς και ασφαλείς θα νιώθουν όταν γνωρίζουν ότι σε περίπτωση που αδικηθούν, υπάρχει δικαιοσύνη για όλους, ακόμα και για τους αδύναμους απέναντι στους ισχυρούς. Η αίσθηση, η πεποίθηση, η ιδέα ότι υπάρχει δικαιοσύνη είναι πιο σημαντική από την ίδια την απονομή της.
    Αναγνωρίζοντας την ανάγκη για επιτάχυνση στην απονομή της δικαιοσύνης και αξιοποίηση στο έπακρο του έμψυχου δυναμικού του δικαστικού σώματος, προτείνω να παραμείνουν οι πολυμελείς συνθέσεις ως έχουν και να γίνει εξοικονόμηση δυνάμεων ως εξής : όλοι οι δικαστές θα πρέπει να έχουν έδρα στο Εφετείο και να δικάζουν σε οποιοδήποτε Πρωτοδικείο της περιφέρειας του Εφετείου. Έτσι, θα γίνεται ισομερείς κατανομή των υποθέσεων στα Πρωτοδικεία όλων των νομών. Με τον τρόπο αυτό επιτυγχάνεται και η ίση κατανομή υποθέσεων στους δικαστές, αλλά παγιώνεται και η ιδέα ότι δεν μπορεί κανένας να προσεγγίσει τους δικαστές, αφού κανένας δεν θα ξέρει ποιοι δικαστές θα δικάσουν. Επίσης, να δοθεί δικαστική ύλη σε δικηγόρους και σε πιστοποιημένους διαμεσολαβητές.

  • 1 Δεκεμβρίου 2023, 12:24 | Παναγιωτοπουλος Γεωργιος

    Νομιζω οτι πρεπει να επεκταθει η χρηση των ενορκων και στις αστικες δικες. Βλεπω οτι στις ΗΠΑ δικαστηριο με 1 δικαστη και 10 ενορκους εκδικαζει υποθεσεις που αφορουν δις και η ακροαματικη διαδικασια διαρκει ενα ημερολογιακο μηνα με αποφαση των ενορκων.

    Οι ενορκοι να βοηθουνται απο τον επαγγελματια δικαστη να καταληξουν σε αποφαση μεσα απο σαφη ερωτηματα που θα τους θεσει.

    Με την χρηση ενος μονου δικαστη και πολλων ενορκων θα υπαρχουν επαγγελματιες δικαστες να ασχοληθουν με αλλες υποθεσεις και να επιταχυνθει η διαδικασια.

    Θα πρεπει να σταματησουν τα τερτιπια των αναβολων οχι μονον στις ποινικες αλλα και στις αστικες δικες, με επιβολη ποινων στους δικηγορους που κανουν καταχρηση.

    Για τους μαρτυρες να θεσπισθει η δυνατοτητα συμμετοχης μεσω video conference, ωστε να μην επιβαρυνονται χρονικα και οικονομικα με τις διαρκεις αναβολες και διακοπες μιας δικης.

    Στους μαρτυρες να δινεται ανεση χρονου, χωρις να εκφοβιζονται απο τον δικαστη η τους δικηγορους, ωστε να γινονται κατανοητοι.

    Στις αιθουσες των δικαστηριων να υπαρχει η δυνατοτητα ολοι οι συμμετεχοντες να ακουουν καλα το τι λεγεται και να μην υποθετουν το τι εχει λεχθει λογω κακων μικροφωνικων εγκαταστασεων.

    Να καταγραφονται τα πρακτικα της δικης με καλης ποιοτητας ηχογραφηση και να μην βλεπουμε στην απομαγνητοφωνηση σχολια του τυπου «δεν ειναι κατανοητο το τι ελεχθη…»

  • 1 Δεκεμβρίου 2023, 11:25 | Γιώργος

    Όποιος άνθρωπος διαπράττει διάρρηξη κατοικίας με σκοπό τη ληστεία.
    Όποιος άνθρωπος ληστεύει χρήματα, αυτοκίνητα, μηχανές, κοσμήματα, οτιδήποτε δεν του ανήκει.
    Αυτός ο άνθρωπος έχει αφιερώσει φαιά ουσία και το σπουδαιότερο αγαθό που υπάρχει: τον χρόνο του δώρου που λέγεται Ζωή ώστε να σκεφτεί σχέδιο προκειμένω να διαπράξει τη ληστεία του.
    Ο άνθρωπος αυτός εάν είναι επιτυχημένο το εγκληματικό του έργο, για ποιο λόγο να μην το επαναλάβει?
    Το έγκλημα της ληστείας μπορεί να εξαλειφθεί ΜΟΝΑΧΑ εάν εξαλειφθούν οι κλεπταποδόχοι.
    Μέχρι να συμβεί αυτό όμως οι ληστές ΔΕΝ πρέπει να κυκλοφορούν στους δρόμους της Κοινωνίας. Πρέπει να βρίσκονται στη φυλακή. Η φυλάκιση δεν είναι τιμωρία, είναι η πιο αποτελεσματικη λύση προκειμένω να μειωθούν τα εγκλήματα. Ο φυλακισμένος άνθρωπος δεν μπορεί να διαπράξει με τη φυσική του παρουσία έγκλημα.
    Οι άνθρωποι που ανήκουν στην τρίτη ηλικία, που έχουν βιώσει πολέμους και πολύ δύσκολες καταστάσεις στη ζωή τους είναι περισσότερο ευάλωτοι σε θέματα Υγείας και Εγκληματικότητας. Όταν κάποιος βασανίζει έναν ηλικιωμένο προκειμένω να του αποσπάσει χρήματα, όταν κάποιος έχει παρακολουθήσει και αποφασίσει πως ηλικιωμένος/η = εύκολος στόχος, αδυνατώ να πιστέψω πως αυτός ο κάποιος που συνειδητά προβαίνει σε τέτοιες πράξεις έχει τη βούληση του σωφρονισμού. Ο Ποινικός Κώδικας οφείλει να είναι ΛΟΓΙΚΟΣ και λογικός συνεπάγεται την ‘’απόσυρση’’ των εγκληματιών από τους δρόμους και τη μετακόμιση τους στις Φυλακές οι οποίες προφανώς και πρέπει να αυξηθούν σε αριθμό. Το επόμενο εμπόδιο σε αυτή την πράξη θα είναι οι χιλιάδες δικηγόροι που κυριολεκτικά η πελατεία τους αποτελείται από αυτούς τους εγκληματίες. Θα συνεχίσουν να έχουν πελάτες τους εγκληματίες ΜΟΝΟ που αντί να προσπαθούν να τους βοηθήσουν να συνεχίσουν να κυκλοφορούν ελεύθεροι καθώς αυτό θα είναι αδύνατο λόγω Ποινικού Κώδικα, θα προσφέρουν τις αμειβόμενες υπηρεσίες τους προκειμένω να επιτύχουν οι πελάτες τους καλυτέρα δικαιώματα διαβίωσης εντός των καταστημάτων κράτησης καθώς προφανώς και θα απαγορεύεται η άδεια προς τους φυλακισμένους καθότι είναι αυτονόητα λογικό πως δεν πρέπει να έχουν καμία δυνατότητα φυσικής παρουσίας σε ενδεχόμενα καινούργιες εγκληματικές πράξεις.
    Όποιος προβαίνει σε εγκλήματα κατά του Λαού όπως τα εγκλήματα της ληστείας, του βιασμού, του φόνου επέλεξε συνειδητά να είναι εχθρός της Κοινωνίας και για τούτο το λόγο οφείλει η Πολιτεία να του στερήσει δια παντός τα Πολιτικά του δικαιώματα. Ο ΛΑΟΣ να εκλέγει και να εκλέγεσθε και όχι οι εχθροί του. Με αυτή την πράξη αυτόματα τα κόμματα θα σταματήσουν να είναι όμηροι της ψηφοθηρίας των εγκληματιών και ειδικότερα των κοινωνικών ομάδων που επέλεξαν βίο εγκληματικό αλλά λόγω μεγάλου αριθμού μελών πιέζουν τα κόμματα για ευνοϊκότερη συμπεριφορά απέναντι στις εγκληματικές πράξεις.
    Απόλυτη σύνδεση οποιασδήποτε κρατικής οικονομικής βοήθειας/επιδόματος με την συμπεριφορά του καθενός απέναντι στο έγκλημα. Δια βίου αποκλεισμός σε οποιοδήποτε κρατικό χρηματικό βοήθημα για όποιον εγκληματήσει δυο φορές στη ζωή του.

  • 30 Νοεμβρίου 2023, 17:48 | Babis

    Όσον αναφορά με την Τροποποίηση άρθρου 349 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας για την αναβολή της δίκης, συμφωνώ απόλυτα επειδή θα πρέπει οι δίκες να γίνονται σε συνεχόμενες ημέρες χωρίς αναβολές. Έτσι πρώτα από όλα οι δίκες γίνονται ποιο γρήγορα με αποτέλεσμα τα θύματα ή οι συγγενείς των θυμάτων να δικαιωθούν γρήγορα. Το ίδιο ισχύει και για τον κατηγορούμενο εάν αυτός είναι αθώος. Θα ήθελα να επισημάνω ότι τα θύματα ή οι συγγενείς των θυμάτων να μην πληρώνουν ούτε cent στα παραστατικά των δίκων.

  • 30 Νοεμβρίου 2023, 12:26 | Χρήστος Αρβανίτης

    Γενικά Σχόλια επί Του Σχεδίου διαβουλεύσεως Ποινικού Κώδικα-Ποινικής Δικονομίας
    Συγκρότηση Δικαστηρίων
    Η Δική μου άποψη είναι η εξής: Οτι τα δικαστήρια πρέπει να συγκρουτούνται από τακτικούς δικαστές- γιατι Οι τακτικοι δικαστες έχουν περατώσει μία εκ των Νομικών Σχολών της Χώρας Οπως επίσης έχουν αποφοιτήσει από την Εθνική Σχολή Δικαστών
    Για αδικήματα όπως η ανθρωποκτωνία να επανέλθει Ο Ορος Ισόβια Κάθειρξη( Στέρηση Προσωπικής ελευθερίας του ατόμου που Κατηγορείται για το αδίκημα έως το Τέλος της Προσωπικοτητας του( θάνατο του ατόμου) Απάλειψη/ Κατάργηση του Ορου υφ΄ορων απόλυση για τα ανωτέρω Ιδεχθή εγκλήματα
    Για αδικήματα Οπως Παιδεραστεία, Βιασμούς ανηλίκων να ενταχθεί ο εξής Ορος στο Νέο Ποινικό Κώδικά-Κώδικα Ποινικής Δικονομίας Ο Ορος Χημικός Ευνουχισμος Χημικός Ευνουχίσμός Ορίζεται ως Η Κατάποση Χημικών σκευασμάτων( Φαρμάκων/ ενέσεων) που να έχει ως αποτέλεσμα την Καταστολή Ορμών ή Καλύτερα τη Χειρουργική Παρέμβαση Οσο αφορά την αφαίρεση Οργάνου/Οργάνων που είναι υπεύθυνα για τη δημιουργία Γεννετήσιων Ορμών

  • 30 Νοεμβρίου 2023, 12:09 | πανος δριτσας

    υπαρχει μεγαλη καθυστερηση αποφασεων στα αστικα και ποινικα δικαστηρια με αποτελεσμα να δημιουργουνται αποξενωσεις στα παιδια. να βρεθει ενας μηχανισμος για γρηγορες αποφασεις. επισης να γινονται ελεγχοι στα παιδια των οικογενειων απο ψυχολογους για μη τηρηση δικαστικων αποφασεων επικοινωνιας και αρνηση παιδιων.προστιμο και ποινες στους αποξενωτες γονεις. ποινικοποιηση της γονεικης αποξενωσης!

  • 30 Νοεμβρίου 2023, 10:31 | ΚΩΝ/ΝΟΣ ΧΑΤΖΗΙΩΑΝΝΙΔΗΣ – ΕΦΕΤΗΣ

    Καταρχάς, μια τεχνική παρατήρηση που αφορά την διαβούλευση: Εφόσον οι τροποποιήσεις είναι τόσο πολλές και σημαντικές, και στον ΠΚ και στον ΚΠΔ, θα ήταν σκόπιμο τα σχόλια να καταχωρούνταν ανά άρθρο (και όχι ανά κεφάλαιο που περιλαμβάνει πολλά άρθρα).

    Επί των ρυθμίσεων, κάποιες επισημάνσεις αναφορικά με την καθ’ ύλην αρμοδιότητα:
    Πρώτα απ’ όλα, με βάση το σχέδιο νόμου ΔΕΝ καταργείται το Τριμελές Πλημμελειοδικείο, όπως ανακριβώς είχε γραφεί στα δημοσιεύματα και στο συνοδεύον αυτά σχετικό διάγραμμα. Το άρθρο 112 ΚΠΔ δεν τροποποιείται. Περιορίζεται, όμως, η αρμοδιότητα του εν λόγω δικαστηρίου στην εκδίκαση των εφέσεων κατ’ αποφάσεων του Μονομελούς Πλημ/κείου και στην εκδίκαση σε α’ βαθμό των εγκλημάτων κατά της υπηρεσίας (του 12ου κεφαλαίου του ειδικού μέρους του ΠΚ) και της ανθρωποκτονίας από αμέλεια (όπως συνάγεται από το άρθρο 61 του σχεδίου νόμου, που τροποποιεί το άρθρο 115 του ΚΠΔ, το οποίο αφορά την καθ’ ύλην αρμοδιότητα του Μονομελούς Πλημ/κείου, και εξαιρεί από αυτήν τα ως άνω εγκλήματα).
    Αυτό που «καταργείται» (ουσιαστικά) είναι το «Τριμελές Εφετείο Πλημμελημάτων». Για την ακρίβεια, επειδή δεν υπάρχει τέτοιο δικαστήριο με βάση τον ΚΠΔ (έχει επικρατήσει να λέμε έτσι στην πράξη το Τριμελές Εφετείο, όταν δικάζει Πλημμελήματα), αυτό που προβλέπεται είναι ότι το Τριμελές Εφετείο δεν θα δικάζει τις εφέσεις κατ’ αποφάσεων του (Τριμελούς) Πλημμελειοδικείου, όπως γίνεται μέχρι σήμερα.
    Οι εφέσεις αυτές, κατ’ αποφάσεων του Τριμελούς Πλημ/κείου, προβλέπεται ότι θα εκδικάζονται από το Μονομελές Εφετείο (άρθρο 59 του σχεδίου νόμου, που τροποποιεί το άρθρο 110 του ΚΠΔ). Δηλαδή, ένας και μόνο δικαστής, έστω και έμπειρος (Εφέτης, αλλά οποιοσδήποτε, ούτε καν εκ των αρχαιοτέρων, δεν είδα στο σχέδιο νόμου να προβλέπεται κάτι τέτοιο) θα κρίνει σε β’ βαθμό τις αποφάσεις που εκδόθηκαν στον α’ βαθμό, επί σοβαροτάτων πλημμελημάτων, από ένα πολυπρόσωπο (Τριμελές) Δικαστήριο, και η κρίση αυτή του ενός και μόνο Δικαστή θα είναι τελεσίδικη και μπορεί να είναι αντίθετη σε μια – ακόμη και ομόφωνη – απόφαση τριών δικαστών, με προεδρεύοντα ενδεχομένως έναν έμπειρο Πρόεδρο Πρωτοδικών που να βρίσκεται ελάχιστα πίσω σε αρχαιότητα από τον Εφέτη που θα συγκροτήσει το Μονομελές Εφετείο.
    Αν συνδυάσουμε το παραπάνω με το ότι α) οι εν λόγω υποθέσεις, εκτός από σοβαρές, συχνά είναι και ιδιαίτερα περίπλοκες και παρουσιάζουν μεγάλη δυσχέρεια στην απόδειξη (π.χ. ανθρωποκτονία από ιατρική αμέλεια ή σε εργατικό ατύχημα), ενδεχομένως και με την συμμετοχή πραγματογνωμόνων, τεχνικών συμβούλων κλπ. και την παράθεση αντιθέτων επιστημονικών γνωμών και β) με βάση τις νέες ρυθμίσεις και την σχετική αυστηροποίηση, οι σχετικές αποφάσεις συχνά θα οδηγούν σε πραγματική έκτιση της ποινής (στην φυλακή), θεωρώ ότι δημιουργείται σοβαρό ζήτημα με την συγκεκριμένη ρύθμιση…

  • 30 Νοεμβρίου 2023, 09:08 | Δημήτριος

    Στην περίπτωση παροχής κοινωφελούς εργασίας το υπάρχον σύστημα που θέλει τον κατηγορούμενο να εξασφαλίζει αυτός τον οργανισμό στον οποίο θα παράσχει κοινωφελή εργασία δημιουργεί συνθήκες συναλλαγής και διαφθοράς. Ο δικαστής θα έπρεπε να έχει πχ μια λίστα με οργανισμούς και να διατάζει αυτός σε ποιον οργανισμό θα εκτίεται η ποινή εκτός από τη διάρκειά της. Έτσι αποκλείεται και η συνδιαλλαγή και επιτυγχάνεται η σχεδόν σίγουρη εκτέλεση αυτής. Επιπλέον έτσι θα μπορούσε να έχει και παιδευτικό χαρακτήρα αν ο δικαστής αποφάσιζε την έκτισή της ποινής σε οργανισμό που σχετίζεται με το αδίκημα για το οποίο καταδικάστηκε.

  • 29 Νοεμβρίου 2023, 22:24 | Χαράλαμπος Νυχτοπάτης

    Προς τη σωστή κατεύθυνση οι τροποποιήσεις του ΚΠΔ, επί των οποίων θα ήθελα να υποβάλω τις εξής παρατηρήσεις – προτάσεις:
    α) Η καθιέρωση του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου ως βασικού πρωτοβάθμιου δικαστηρίου επιβάλλει την πρόβλεψη για τηνυποχρεωτική ύπαρξη δελτίου ποινικού μητρώου στις δικογραφίες των υποθέσεων που δικάζει, ώστε σε περίπτωση καταδίκης, να διαπιστώνει αν υφίστανται οι προϋποθέσεις της αναστολής ποινής.
    β) Αναφορικά με την περάτωση της ανάκρισης κατά το άρθρο 309 ΚΠΔ, ναι μεν με αυτήν επιταχύνεται η διαδικασία παραπομπής, ωστόσο θα έχει αποτέλεσμα την αύξηση των υποθέσεων που θα εισάγονται στο ακροατήριο, όπως είναι ο κανόνας σε αυτήν την διαδικασία. Αντίθετα, με το βούλευμα που πρέπει να είναι πλήρως αιτιολογημένο, γίνεται αξιολόγηση του αποδεικτικού υλικού μετά την οποία το Συμβούλιο συχνότατα καταλήγει σε απαλλακτική κρίση ή σε παραπομπή για ελαφρύτερο αδίκημα από αυτό της δίωξης με αποτέλεσμα να μην απασχολούνται τα Εφετεία με πλημμελήματα ή με κατηγορίες που αποδυναμώθηκαν μετά την ανάκριση.
    γ) Απαραίτητη η πρόβλεψη για περιορισμό των αναβολών, η επιβάρυνση όμως του διαδίκου με υψηλή δαπάνη πχ, ενώ είναι πράγματι ασθενής ή ο δικηγόρος του έχει άλλη υποχρέωση δεν οδηγεί σε δίκαιο αποτέλεσμα.
    δ) Η ορθή κατάργηση της γραπτής εισαγγελικής πρότασης για τις διατάξεις που εκδίδει ο ανακριτής κατά το άρθρο 291 παρ. 3 θα πρέπει να προβλεφθεί και για τις διατάξεις περί άρσης κατάσχεσης που εκδίδει κατά το άρθρο 269 ΚΠΔ.

  • 29 Νοεμβρίου 2023, 21:32 | Γεώργιος Κ. Πετρακάκις

    Άρθρο 62 : «….Τροποποίηση άρθρου 185 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας» προτείνεται η γραμματική αναδιατύπωση / νομοτεχνική βελτίωση όπως παρακάτω:
    « Το συμβούλιο των πλημμελειοδικών, ύστερα από πρόταση του εισαγγελέα πλημμελειοδικών, καταρτίζει μέσα στο τρίτο δεκαήμερο του Σεπτεμβρίου κάθε χρόνο πίνακα πραγματογνωμόνων κατά ειδικότητες από πρόσωπα που είναι κατάλληλα για τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης, προτιμώντας δημόσιους υπαλλήλους που διαμένουν στην έδρα του . Στον πίνακα περιλαμβάνονται παιδοψυχίατροι και παιδοψυχολόγοι, και ελλείψει αυτών, ψυχίατροι και ψυχολόγοι εξειδικευμένοι στα θέματα γενετήσιας εκμετάλλευσης και κακοποίησης παιδιών. Ο πίνακας υποβάλλεται στον εισαγγελέα εφετών, που έχει το δικαίωμα να ζητήσει τον Οκτώβριο από το συμβούλιο των εφετών τη μεταρρύθμισή του. Το συμβούλιο των εφετών αποφαίνεται σχετικά τον Νοέμβριο. Ο πίνακας, αφού οριστικοποιηθεί, παραμένει στα γραφεία των γραμματέων των εδρών του πλημμελειοδικείου και ανακοινώνεται τον Δεκέμβριο κάθε χρόνου από τον εισαγγελέα πλημμελειοδικών στους ανακριτικούς υπαλλήλους της περιφέρειας και είναι προσβάσιμος σε οποιονδήποτε έχει εύλογο ενδιαφέρον να λάβει γνώση . Κάθε χρόνο ισχύει, ωσότου συνταχθεί νέος πίνακας, ο πίνακας που συντάχθηκε το προηγούμενο έτος ».
    Ώστε το άρθρο 185 να μην περιορίζει την ελευθερία παροχής υπηρεσιών Πραγματογνώμονα (Τροχαίων δυστυχημάτων κ.λ.π.) από Διπλωματούχους και Πτυχιούχους Μηχανολόγους Μηχανικούς που ασκούν το νομοθετικά ρυθμιζόμενα επαγγέλματα Παράρτημα VIII του ΠΔ 38/10 (σελίδα 1650 του ΦΕΚ 78/Α/10), ανεξάρτητα της κατοικίας του ή της φορολογικής έδρας που έχει το φυσικό ή νομικό πρόσωπο και εκ του νόμου ασκούν το επάγγελμα / παρέχοντας υπηρεσίες Μηχανολόγου Μηχανικού σε όλη την Επικράτεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στην Ελλάδα, σύμφωνα με την ισχύουσα Ευρωπαϊκή και Εθνική νομοθεσία (παράγραφος 3.δ του άρθρου 3 σε συνδυασμό με το άρθρο 15 του Ν 3844/10 και την παράγραφος 2.γ του άρθρου 2 του Ν 3919/11 κ.λ.π.. )

    Με τις καλύτερες ευχές από το όμορφο Ρέθυμνο

    ΓΕΩΡΓΙΟΣ Κ. ΠΕΤΡΑΚΑΚΙΣ
    Πτυχιούχος Μηχανικός Οχημάτων (ΤΕ)
    ΔΙΠΛΩΜΑΤΟΥΧΟΣ ΜΗΧΑΝΟΛΟΓΟΣ ΜΗΧΑΝΙΚΟΣ Ε.Μ.Π.
    Αριθμός μητρώου ΤΕΕ: 140370
    Αριθμός Άδειας ΥΑ Ρεθύμνου: 84
    ΠΡΑΓΜΑΤΟΓΝΩΜΟΝΑΣ ADR – ΑΤΥΧΗΜΑΤΩΝ
    ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ – ΣΑΜΕΕ – ΑΞΙΟΛΟΓΗΤΗΣ Ε.ΣΥ.Δ.
    ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΗΣ ΕΚΔΟΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ
    ΒΟΗΘΗΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΥΠΟΨΗΦΙΟΥΣ ΟΔΗΓΟΥΣ & ΟΔΗΓΟΥΣ
    Εμμ. Καλαϊτζάκη 9
    ΤΘ: ΒΟΧ 548
    74133 ΡΕΘΥΜΝΟ
    Ηλεκτρονική διεύθυνση: gpetrak@e-driving.gr
    Τηλέφωνο: 28310-26740
    Κινητό: 6976615346

  • 29 Νοεμβρίου 2023, 18:31 | ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΚΟΤΥΛΙΑΣ

    Στο άρθρο 303 παρ.1 εδ. α! ΚΠΔ (Ποινική Διαπραγμάτευση) θα πρέπει να απαλειφθεί ο όρος των «αυτεπαγγέλτως» διωκομένων εγκλημάτων ώστε η διάταξη να καταλαμβάνει και τα κατ’ έγκληση διωκόμενα αδικήματα (όπως, ενδεικτικώς, 374Α, 375 παρ.1 και 2, 377, 386 παρ.1, 386 παρ.1 και 2, 387, 389 397, 404 κλπ.) που είναι και τα συχνότερα στην πράξη. Τούτο δε διότι υπήρξαν Εισαγγελείς που, στηριζόμενοι, ακριβώς, στη γραμματική διατύπωση του νόμου, απέρριψαν, ως νόμω αβάσιμα, σχετικά αιτήματα κατηγορουμένων τους οποίους βάραιναν κατηγορίες για κατ’ έγκληση διωκόμενα αδικήματα ιδίως οικονομικού χαρακτήρα (απάτη, υπεξαίρεση κλπ.).

  • 29 Νοεμβρίου 2023, 14:43 | Στέφανος Πάττας

    1)Άρθρο 43 παρ. 5 ΚΠΔ. Να μην τίθεται στο αρχείο η μήνυση ή αναφορά που υποβάλλεται ανώνυμα, όταν περιέχει συγκεκριμένα στοιχεία, από τα οποία με μία απλή έρευνα των αρχών μπορεί να αποδειχθεί εγκληματική πράξη, διωκόμενη αυτεπάγγελτα. Ο καταγγέλλων το κάνει ανωνύμως γιατί φοβάται για τυχόν εκδίκηση του δράστη.
    2) Άρθρο 51 παρ. 1Α ΚΠΔ. Η κατάθεση του παραβόλου των 100 ευρώ για την υποβολή έγκλησης, είναι υπερβολικό. Ούτε η μεσαία τάξη θα μπορεί να καταθέσει αυτό το ποσό. Μόνο οι πλούσιοι. Έτσι μπορεί να μειωθούν οι δικαστικές υποθέσεις, αλλά θα αυξηθούν οι περιπτώσεις αυτοδικίας. Θα φτάσουμε στο φαινόμενο συχνών βίαιων επεισοδίων στους δρόμους μεταξύ των πολιτών.
    3) ΄Αρθρο 580 ΚΠΔ. Ο Εισαγγελέας θέτει στο αρχείο μήνυση ή έγκληση που είναι ψευδής. Δηλαδή ο Εισαγγελέας διαπιστώνει ότι πολίτης υπέβαλε ψευδή μήνυση και αντί να ασκήσει εναντίον του ποινική δίωξη για το έγκλημα της ψευδούς καταμήνυσης, το οποίο διώκεται αυτεπάγγελτα, θέτει την υπόθεση στο αρχείο; Εκτός από την επιβολή των δικαστικών εξόδων σε βάρος του μηνυτή ή εγκαλούντα να ασκεί και ποινική δίωξη εναντίον του.

  • 29 Νοεμβρίου 2023, 13:56 | Ζηνα Καπου

    SOS. Τα άρθρα 48 και 49 ΚΠΔ περί αποχής από την ποινική δίωξη πλημμελημάτων και κακουργημάτων υπό όρους πρέπει για την αποτελεσματικότητα της πρόβλεψης και επιτάχυνση της διαδικασίας να αναδιατυπωθούν και τροποποιηθούν στα πρότυπα των αρθ 43, 45, 50 ΚΠΔ.Ο καθηγητης Κος Δαλακούρας σε σεμινάριο ΕΣΔΙ είχε συμφωνήσει στην πρόταση ώστε σχετική διαδικασία να λάβει χώρα με πράξη του Εισαγγελέα Πρωτοδικων κι έγκριση του Εισαγγελέα Εφετών καθόσον το σχήμα αυτό έχει πολυετή εφαρμογη(βλ αρθ 43 ΚΠΔ) και σε περιφερειακά-επαρχιακά Πρωτοδικεία δεν ειναι τόσο ευχερής ο ορισμος πρωτοδίκη για τη συγκεκριμένη διαδικασία

  • Στο άρθρο 51 ΚΠΔ προβλέπεται: «Εξαιρούνται από την κατάθεση παραβόλου οι δικαιούχοι νομικής βοήθειας, όπως αυτοί προσδιορίζονται στο άρθρο 1 του ν. 3226/2004 (Α’ 24). Δεν απαιτείται κατάθεση παραβόλου για τα εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας και οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής, τα εγκλήματα ενδοοικογενειακής βίας, τα εγκλήματα ρατσιστικών διακρίσεων (άρθρo 82Α ΠΚ) και τα εγκλήματα παραβιάσεων της ίσης μεταχείρισης. Για αξιόποινες πράξεις που τελούνται σε βάρος δημοσίων οργάνων και υπαλλήλων κατά την άσκηση των καθηκόντων που έχουν ανατεθεί σε αυτούς, ο παθών υποβάλλει την έγκληση ατελώς και χωρίς την κατάθεση παραβόλου.»

    Το σύνολο των εξαιρέσεων αυτών πρέπει να επαναλαμβάνεται και στις εξαιρέσεις του άρθρου 52.2ΚΠΔ που στο σχέδιο νόμου περιορίζονται μόνο στο «Εξαιρούνται από την υποχρέωση κατάθεσης παράβολου οι δικαιούχοι νομικής βοήθειας, όπως αυτοί προσδιορίζονται στο άρθρο 1 του ν. 3226/2004.»

  • 29 Νοεμβρίου 2023, 11:10 | ΛΑΔΟΠΟΥΛΟΣ ΕΠΑΜΕΙΝΩΝΔΑΣ

    Άρθρο 349:
    Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 2Α του άρθρου 349 χωρίς την παράλληλη θέσπιση κάποιου μέτρου αντισταθμιστικού στον περιορισμό της επιλογής του κατηγορουμένου ως προς τον συνήγορο που θα τον εκπροσωπήσει έρχεται σε αντίθεση με το άρθρο 6§3γ της ΕΣΔΑ και την νομολογία του ΕΔΔΑ. Το δικαίωμα του κατηγορουμένου σε υπεράσπιση από συνήγορο της επιλογής του είναι από τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά της δίκαιης δίκης (βλ. ΕΔΔΑ Krombach κατά Γαλλίας). Μόνον η αποτελεσματικότητα στην απονομή της ποινικής δικαιοσύνης δεν αποτελεί κατά το ΕΔΔΑ δικαιολογητικό λόγο περιορισμού των υπερασπιστικών δικαιωμάτων του κατηγορουμένου και την εν γένει παραβίαση του δικαιώματός του σε δίκαιη δίκη, η οποία συντρέχει, όταν το Δικαστήριο αρνείται στον κατηγορούμενο να παρασταθεί με συνήγορο της επιλογής του (βλ. ad hoc ΕΔΔΑ Hanzecacki κατά Κροατίας).
    Εφόσον το κώλυμα του συνηγόρου εκάστη φορά αποδεικνύεται και εφόσον το Δικαστήριο κρίνει ότι ο συνήγορος δεν έχει δόλο παρέλκυσης της διαδικασίας, τότε θα πρέπει να χορηγούνται και περισσότερες από μία αναβολές, προκειμένου (ιδίως) ο κατηγορούμενος να ασκήσει αποτελεσματικά το δικαίωμα σε αποτελεσματική υπεράσπιση από συνήγορο της επιλογής και της εμπιστοσύνης του.

  • 29 Νοεμβρίου 2023, 11:57 | Αθανάσιος Παλιοτζίκας

    Αρθρο 349 Αγαπητε Πασχάλη ο σκοπός του άρθρου προφανώς είναι η αντιμετώπιση της κατάχρησης που γίνεται από ελάχιστους συναδέλφους (κάτω από δέκα) οι οποίοι έχουν καθημερινώς σε διάφορες πολεις ακροατήρια και αναβάλλουν συνεχώς τις υποθέσεις τους κατα το δοκούν, επιλέγοντας εκείνοι τελικώς πότε θα δικαστεί η υπόθεση και φυσικά με ποιά σύνθεση Δικαστηρίου. Έτσι εν τοις πράγμασι καταργούν τις κληρώσεις και επιλέγουν ποιος Δικαστης θα δικάσει ποιά υπόθεση.
    Αυτή είναι η σημασία της νέας διάταξης και όχι η επιτάχυνση όπως αντιλαμβάνομαι άρα είναι στη σωστή κατεύθυνση.

  • 29 Νοεμβρίου 2023, 10:43 | Papinianos

    Πιθανώς να ήταν χρήσιμο, να εισαχθεί μια διάταξη στον ΚΠΔ, βάσει της οποίας (κατά το πρότυπο του 254 ΚΠολΔ) μια υπόθεση που εισάγεται προς εκδίκαση και αναβάλλεται να εκδικάζεται μετ’ αναβολήν από τον ίδιο Πρόεδρο, ο οποίος την έχει ήδη μελετήσει (τουλάχιστον) μία φορά.

  • 29 Νοεμβρίου 2023, 09:48 | Basiliy

    Bravo

  • 29 Νοεμβρίου 2023, 01:16 | ΠΑΣΧΑΛΗΣ

    Άρθρο 349
    Ο κατηγορούμενος έχει δικαίωμα να επιλέξει τον συνήγορο αρεσκείας του, γεγονός που πηγάζει από διατάξεις του ΚΠΔ. Με την συγκεκριμένη διάταξη αφαιρείται αφενός το δικαίωμα του κατηγορουμένου της επιλογής συνηγόρου καθόσον ενδέχεται κώλυμα από πλευράς του κατά την ημερομηνία δικασιμου, αφετέρου, σε περίπτωση κατά την οποία μια και μόνο φορά θα μπορεί να αιτηθεί την αναβολή για αποδεδειγμένο κώλυμα , να εξαναγκάζει τον εντολέα σε υποχρέωση καταβολής ποσού χρηματικού για να εξυπηρετηθεί ουσιαστικά ο ίδιος συνήγορος και κατά επέκταση η ίδια η δικαιοσύνη , αφού θα δικάζει σε διαφορετικό χρόνο και τόπο. Θα υπήρχε λογική καθην στιγμή προβλεπόταν περαιτέρω της μιας δυνατότητα αναβολής για κώλυμα συνηγόρου , ήτοι την δευτερη και Τρίτη φορά . Επιπλέον εξαναγκάζει συλλειτουργους της δικαιοσύνης που ήδη έχουν χρόνια εντολείς και ήδη αναλάβει υποθέσεις των και ίσως ήδη , ως ελεύθεροι παράλληλα επαγγελματίες, έχουν πληρωθεί και έχουν βεβαιώσει αποδείξεις και τιμολόγια στην ΑΑΔΕ, να αντιμετωπίσουν το εξής ενδεχόμενο . Να συμπέσουν υποθέσεις που ήδη έχουν αναβληθεί μια φορά , συμφωνημένες προ της συγκεκριμένης διατάξεως, με αποτέλεσμα ο δικηγόρος να πρέπει να επιλέξει εντολέα , αφού τυχόν περαιτέρω αναβολή για αποδεδειγμένο κώλυμα δεν θα χωρεί και συνεπώς να αφήσει έτερο εντολέα ματαιώσουν ψάχνοντας έτερο συνήγορο τελευταία στιγμή , γεγονός το οποίο δεν τιμά την ποινική δικαιοσύνη καθην στιγμή ο συνήγορος είναι αναπόσπαστο κομμάτι αυτής για την πρόοδο της εκάστοτε δίκης και εκπροσώπησης εκάστοτε ανθρώπου . Τέλος αναφορικά στο συγκεκριμένο άρθρο αναφέρω πως δεν καθίσταται αυτός ο λόγος για ταχύτερη απονομή της δικαιοσύνης. Άλλωστε στη ποινική δικαιοσύνη η απονομή δικαιοσύνης είναι ταχεία . Συμπληρωματικά αν κανείς γυρίσει τα εφετεία της επικράτειας θα διαπιστώσει ότι στο μεγαλύτερο μέρος τα δικαστήρια δεν ολοκληρώνουν τις υποθέσεις, ακόμη και με τις υπάρχουσες διατάξεις για αναβολές και πολλές εξ αυτών αναβάλλονται αφού δεν ολοκληρώνονται εντός δυο ημερών. Μάλιστα ειδικά στα κακουργήματα που το πλαίσιο παραγραφής είναι τεράστιο δεν τίθεται μείζον θέμα . Για κακουργηματικές πράξεις από την άλλη με άμεσα εμπλεκόμενους παθόντες που συναντάται να αναβάλλεται και να προσέρχονται άνω των δυο φόρων στα δικαστήρια και ίσως να καταβάλλονται η δικαιοσύνη μας τους δίνει αστικά το δικαίωμα , ασχέτως της ποινικής μεταχείρισης, τόκων υπερημερίας κλπ. Εν κατακλείδι κατά την ταπεινή μου άποψη η ποινική δικαιοσύνη προχωρά γοργά και συντονισμένα, οι δε δικαστικοί λειτουργοί αντεπεξέρχονται άριστα και φρονώ πως το τελευταίο ζήτημα που θα έπρεπε να μας ανησυχεί είναι η νομοθέτηση της συγκεκριμένης διάταξης που σε πρακτικό επίπεδο αποστμφορει πολλάκις τα πινάκια που ως προείπα πολλάκις δεν ολοκληρώνεται το πινάκιο εκδικάζοντας όλες τις υποθέσεις και ούτως η άλλως αναβάλλεται λόγω κωλύματος γραμματεως.

  • 29 Νοεμβρίου 2023, 00:11 | youremail

    Εσύ που έγραψες το άρθρο 79 και λες ότι πρέπει να γίνει Επανακαθαρισμός των ορίων του εκκλητού καταδικαστικής απόφασης, το ξέρεις ότι επανακαθαρισμός σημαίνει καθαρίζω πάλι; Μπας και ήθελες να πεις καθορισμός;