Άρθρο 37 Δυνατότητα επίδοσης με ηλεκτρονικά μέσα στους δικαστικούς λειτουργούς – Προσθήκη άρθρου 126Α στον Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών

Στον Κεφάλαιο Α΄ του Τμήματος Τρίτου του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών (ν. 4938/2022, Α’ 109), προστίθεται άρθρο 126Α ως εξής:

«Άρθρο 126Α

Επίδοση με ηλεκτρονικά μέσα

Οι προβλεπόμενες στον παρόντα επιδόσεις προς τους δικαστικούς λειτουργούς, δύνανται να διενεργούνται με ηλεκτρονικά μέσα στη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου που έχει δηλωθεί στη γραμματεία επιθεώρησης του αρμοδίου δικαστηρίου και είναι έγκυρες, εφόσον τα έγγραφα που επιδίδονται φέρουν προηγμένη ηλεκτρονική υπογραφή, σύμφωνα με τα άρθρα 25 έως και 27 του Κανονισμού (ΕΕ) 910/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 2014, σχετικά με την ηλεκτρονική ταυτοποίηση και τις υπηρεσίες εμπιστοσύνης για τις ηλεκτρονικές συναλλαγές στην εσωτερική αγορά και την κατάργηση της οδηγίας 1999/93/ΕΚ (L 257). Η επίδοση του πρώτου εδαφίου γνωστοποιείται ταυτόχρονα με μήνυμα που αποστέλλεται στον αριθμό σύνδεσης κινητής τηλεφωνίας του δικαστικού λειτουργού που έχει δηλωθεί στη γραμματεία επιθεώρησης του αρμοδίου δικαστηρίου. Το μήνυμα αποστέλλεται εκ νέου αυτόματα μετά την πάροδο σαράντα οκτώ (48) ωρών από την πρώτη αποστολή και μετά την παρέλευση πέντε (5) εργάσιμων ημερών από την τελευταία αποστολή του προς επίδοση εγγράφου, επέρχονται τα έννομα αποτελέσματα της επίδοσης. Εφόσον το οικείο πληροφοριακό σύστημα παράγει αυτόματα έκθεση για την ηλεκτρονική αποστολή του προς επίδοση εγγράφου, αυτή φέρει προηγμένη ψηφιακή υπογραφή σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο.».

  • 25 Απριλίου 2025, 17:19 | Ένωση Δικαστικών Λειτουργών ΣτΕ

    Ένωση Δικαστικών Λειτουργών Συμβουλίου της Επικρατείας

    Αθήνα, 25.4.2025

    Σχετικά με το άρθρο 37 του υπό διαβούλευση νομοσχεδίου του Υπουργείου υπό Δικαιοσύνης με τίτλο «Παρεμβάσεις στο νομοθετικό πλαίσιο της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών, στον Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών και στον Κώδικα Συμβολαιογράφων και λοιπές διατάξεις του Υπουργείου Δικαιοσύνης».

    1. Η διαβίβαση και πολλώ δε μάλλον η επίδοση υπηρεσιακών εγγράφων θα πρέπει να λαμβάνει χώρα αποκλειστικώς μέσω υπηρεσιακού συστήματος ηλεκτρονικής αλληλογραφίας, δηλαδή συστήματος, το οποίο τελεί υπό τη διαχείριση δημοσίου φορέα και το οποίο, αφενός, διασφαλίζει στους χρήστες επάρκεια αποθηκευτικού χώρου και, αφετέρου, παρέχει επαρκή στοιχεία ελέγχου και καταγραφής του ακριβούς χρόνου αποστολής, του ακριβούς χρόνου παραλαβής και του ακριβούς χρόνου προσπέλασης του επιδιδόμενου εγγράφου. Είναι δε σαφές ότι τέτοιες ηλεκτρονικές υπηρεσίες παρέχονται κατά τρόπο επαρκή και αξιόπιστο μόνον από ένα σύστημα ηλεκτρονικών κοινοποιήσεων (e- κοινοποιήσεις), όπως αυτό που χρησιμοποιείται λ.χ. στο taxis ή από ένα σύστημα ηλεκτρονικών θυρίδων και όχι από ένα απλό σύστημα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, έστω και υπηρεσιακό. Αντιθέτως, στην περίπτωση που χρησιμοποιείται κάποιο ιδιωτικό σύστημα υπηρεσιών ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, όπως φαίνεται να αποδέχεται η προτεινόμενη ρύθμιση, οι ενδιαφερόμενοι δεν θα έχουν τη δυνατότητα αναζήτησης και λήψης υπογεγραμμένης από τον διαχειριστή της υπηρεσίας βεβαίωσης σχετικά με τους πιο πάνω χρόνους, οι οποίο είναι κρίσιμοι για τον υπολογισμό των προθεσμιών.
    2. Πέραν τούτου, εγείρει ιδιαίτερη ανησυχία η ρύθμιση, η οποία συναρτά την εγκυρότητα της επιδόσεως αποκλειστικώς από την ύπαρξη ηλεκτρονικής υπογραφής επί του επιδιδομένου εγγράφου και ουδεμία μέριμνα λαμβάνει για την διαπίστωση και επιβεβαίωση της πραγματικής λήψης γνώσης του επιδιδόμενου εγγράφου από τον παραλήπτη. Υπενθυμίζεται ότι κρίσιμο στοιχείο του γενικώς ισχύοντος συστήματος επιδόσεων αποτελεί η βεβαίωση δημόσιου λειτουργού (δικαστικού επιμελητή) ότι το προς επίδοση έγγραφο παραδόθηκε στο πρόσωπο, προς το οποίο γίνεται η επίδοση, όπως και η βεβαίωση διά της υπογραφής του παραλήπτη ότι παρέλαβε το επιδιδόμενο έγγραφο. Η προτεινόμενη ρύθμιση ουδεμία πρόβλεψη διαλαμβάνει για την δημιουργία αποδεικτικού παραλαβής, υπογεγραμμένου από τον παραλήπτη, ρύθμιση που επαναλαμβάνεται παγίως σε όλες τις διατάξεις περί επιδόσεων, συμπεριλαμβανομένων και των ηλεκτρονικών.
    3. Υπενθυμίζεται και επισημαίνεται η όλως διαφορετική ρύθμιση της παρ. 6 του άρθρου 48 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, όπως οι διατάξεις της τροποποιήθηκαν από το άρθρο 30 παρ. 2 του Ν 4990/2022, στην οποία ρυθμίζονται οι επιδόσεις με ηλεκτρονικά μέσα προς τους διαδίκους της διοικητικής δίκης. Σύμφωνα με την ρύθμιση αυτή: «Οι προβλεπόμενες από τις ανωτέρω παραγράφους επιδόσεις μπορούν να γίνονται και με ηλεκτρονικά μέσα, εφόσον τα προς επίδοση έγγραφα φέρουν προηγμένη ηλεκτρονική υπογραφή, κατά την έννοια του άρθρου 3 παρ. 1 του π.δ. 150/2001 (Α` 125). Τα προς επίδοση έγγραφα που υποβλήθηκαν με ηλεκτρονικά μέσα θεωρείται ότι επιδόθηκαν, εφόσον επιστραφεί στο δικαστήριο από τον παραλήπτη ηλεκτρονική απόδειξη, που φέρει προηγμένη ηλεκτρονική υπογραφή, κατά την ως άνω έννοια, και ισχύει ως έκθεση επίδοσης. Ειδικώς προς το Δημόσιο, οι επιδόσεις του δικαστηρίου γίνονται και με ηλεκτρονικά μέσα, και συγκεκριμένα μέσω διαλειτουργικότητας μεταξύ του Ολοκληρωμένου Συστήματος Διαχείρισης Δικαστικών Υποθέσεων Διοικητικών Δικαστηρίων (Ο.Σ.Δ.Δ.Υ.Δ.Δ.) και του Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (Ο.Π.Σ.Ν.Σ.Κ.). Η επίδοση προς το Δημόσιο των εγγράφων που αποστέλλονται με ηλεκτρονικά μέσα στο Νομικό Συμβούλιο του Κράτους θεωρείται ότι συντελείται μετά την παρέλευση δέκα (10) ημερολογιακών ημερών από την επιτυχή αποστολή τους στο Ο.Π.Σ.Ν.Σ.Κ. Η επίδοση πιστοποιείται από έκθεση ηλεκτρονικής αποστολής του προς επίδοση εγγράφου στο Ο.Π.Σ.Ν.Σ.Κ., η οποία παράγεται αυτοματοποιημένως από το Ο.Σ.Δ.Δ.Υ.Δ.Δ. και φέρει α) είτε προηγμένη ή εγκεκριμένη ηλεκτρονική υπογραφή, κατά την έννοια των περ. 20 και 49 του άρθρου 2 του ν. 4727/2020 (Α` 184), β) είτε προηγμένη ή εγκεκριμένη ηλεκτρονική σφραγίδα, κατά την έννοια των περ. 18 και 48 του άρθρο 2 του ν. 4727/2020 …». Αντίστοιχες ρυθμίσεις περιλαμβάνονται και στο άρθρο 21Α του π.δ. 18/1989, όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 7 του Ν 5119/2024, για τις δίκες που διεξάγονται ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, αλλά και στο άρθρο 122Α του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε δυνάμει των άρθρων 6 και 120 του Ν 4842/2021, στην παρ.2 του οποίου προβλέπεται, εκτός των άλλων, ότι: «… Η επίδοση με ηλεκτρονικά μέσα θεωρείται συντελεσμένη μόνο εφόσον επιστραφεί στον διενεργούντα την επίδοση δικαστικό επιμελητή, ηλεκτρονική απόδειξη παραλαβής του εγγράφου, η οποία φέρει εγκεκριμένη ηλεκτρονική υπογραφή, κατά την έννοια της περ. 20 του άρθρου 2 του ν. 4727/2020, του προσώπου προς το οποίο γίνεται η επίδοση. Επί ποινή ακυρότητας, η ηλεκτρονική απόδειξη περιέχεται στην έκθεση επίδοσης την οποία συντάσσει ο δικαστικός επιμελητής σύμφωνα με το άρθρο 139 ΚΠολΔ. Η επίδοση θεωρείται ανυπόστατη αν η ηλεκτρονική απόδειξη δεν περιέλθει στον διενεργούντα την επίδοση μέσα σε είκοσι τέσσερις (24) ώρες από την αποστολή. …». Συνεπώς, ενόψει του υφιστάμενου νομοθετικού πλαισίου για τις ηλεκτρονικές επιδόσεις, δεν προκύπτει για ποιο λόγο ο νομοθέτης διαφοροποιεί τη διαδικασία ηλεκτρονικής επιδόσεως υπηρεσιακών εγγράφων προς τους δικαστικούς λειτουργούς σε σχέση με τα εν γένει ισχύοντα για τις ηλεκτρονικές επιδόσεις προς τους διαδίκους αλλά και προς το Δημόσιο, προς το οποίο ασφαλώς δεν νοείται επίδοση με την απλή αποστολή μηνύματος ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. Κατά μείζονα λόγο δεν προκύπτει η ανάγκη θέσπισης αυτού του προαιρετικού συστήματος επιδόσεων, όταν για τους δικαστικούς λειτουργούς είναι εξαιρετικά ευχερής η επίδοση εις χείρας τους [και] των υπηρεσιακών εγγράφων στον τόπο άσκησης των υπηρεσιακών καθηκόντων τους, δηλαδή στην έδρα του οικείου δικαστηρίου.
    4. Επίσης, σύγχυση προκαλεί η διατύπωση ως προς τον χρόνο επέλευσης των εννόμων αποτελεσμάτων της επίδοσης, καθώς η διάταξη κάνει λόγο για παρέλευση πέντε (5) ημερών από την “τελευταία αποστολή του προς επίδοση εγγράφου”, χωρίς να προκύπτει ποια θεωρείται ως “τελευταία αποστολή”, δεδομένου ότι μετά την αποστολή του ηλεκτρονικού μηνύματος στο email και την αποστολή μηνύματος (προφανώς sms) στο κινητό, ορίζεται ότι “το μήνυμα αποστέλλεται εκ νέου” μετά 48 ώρες, χωρίς να διευκρινίζεται αν το δεύτερο αυτό μήνυμα είναι το email ή το sms καθώς και αν σε αυτό επισυνάπτεται το επιδιδόμενο έγγραφο, δεδομένου ότι η λέξη “μήνυμα” αναφέρεται μόνο στο sms. Απαιτείται διευκρίνιση σε κάθε περίπτωση.
    5. Τέλος, επισημαίνεται ότι θα αποτελούσε ορθή πρακτική η ενημέρωση και ακρόαση των ενώσεων των δικαστικών λειτουργών κατά το στάδιο κατάρτισης νομοσχεδίων που σχετίζονται με την οργάνωση της Δικαιοσύνης, όπως εν προκειμένω η τροποποίηση του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών αλλά και της νομοθεσίας για την Εθνική Σχολής Δικαστικών Λειτουργών.

    Για το Διοικητικό Συμβούλιο