Άρθρο 02 – Ενσωμάτωση της Οδηγίας 2014/36/EE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 26ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με την εισδοχή πολιτών τρίτων χωρών με σκοπό την εποχική εργασία

1. Το στοιχείο (κδ) της παρ.1 του άρθρου 1 του ν. 4251/2014 αντικαθίσταται ως εξής:
«κδ) Εποχική εργασία: Δραστηριότητα που πραγματοποιείται στην Ελλάδα για χρονικό διάστημα έως έξι συνολικά μήνες, ανά περίοδο δώδεκα μηνών, σε τομέα εποχικής απασχόλησης με περιοδικό χαρακτήρα εντός του έτους. Ως τέτοιοι νοούνται τομείς που σχετίζονται με εποχικές συνθήκες, κατά τη διάρκεια των οποίων το απαιτούμενο επίπεδο εργατικού δυναμικού είναι σημαντικά υψηλότερο από το απαιτούμενο για τις συνήθεις δραστηριότητες.»
2. Η παράγραφος 3 του άρθρου 11 του ν. 4251/2014 αναδιατυπώνεται ως εξής:
«Οι ρυθμίσεις των παραγράφων 1 και 2 εφαρμόζονται αναλόγως και για τον καθορισμό του όγκου εισδοχής για εποχική απασχόληση, μετάκληση αλιεργατών και απασχόληση υψηλής ειδίκευσης, σύμφωνα με τα άρθρα 109 έως 127. Ειδικά για την περίπτωση της μετάκλησης εποχικά εργαζομένων στην αγροτική οικονομία, μπορεί με την υπουργική απόφαση της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, να καθορίζεται ανώτατος αριθμός θέσεων εργασίας ανά χώρα προέλευσης, καθώς και η αντιστοιχία μεταξύ καλλιεργήσιμης έκτασης ή ζωικού κεφαλαίου του αιτούντος εργοδότη με τον αριθμό των εποχικά εργαζομένων, των οποίων μπορεί να ζητήσει τη μετάκληση. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, ύστερα από διαβούλευση κατά τα οριζόμενα στην προηγούμενη παράγραφο, καταρτίζεται κατάλογος των τομέων απασχόλησης, οι οποίοι περιλαμβάνουν δραστηριότητες που εξαρτώνται από την αλλαγή των εποχών. Ο κατάλογος μπορεί να τροποποιείται με όμοια απόφαση. Ο ανωτέρω κατάλογος, καθώς και κάθε τροποποίηση αυτού, κοινοποιείται με μέριμνα του Υπουργείου Εσωτερικών στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.»
3. Το άρθρο 13 του ν. 4251/2014 αντικαθίσταται ως εξής:
« Άρθρο 13
Εισδοχή πολιτών τρίτων χωρών με σκοπό την εποχική εργασία
1. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται στους πολίτες τρίτων χωρών που είτε διαμένουν εκτός της ελληνικής επικράτειας και αιτούνται να τους επιτραπεί η είσοδος και η διαμονή σε αυτή, είτε έχουν ήδη γίνει δεκτοί σε αυτή, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Κώδικα, με σκοπό την εποχική εργασία.
2. Οι ίδιες διατάξεις δεν εφαρμόζονται σε πολίτες τρίτων χωρών, οι οποίοι:
α) κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης διαμένουν ήδη στην ελληνική επικράτεια εξαιρουμένων των περιπτώσεων που αναφέρονται στο στοιχείο ii της περίπτωσης α του άρθρου 18 του Κώδικα,
β) εμπίπτουν στις διατάξεις του π.δ.219/2000 «Μέτρα για την προστασία των εργαζομένων που αποσπώνται για την εκτέλεση προσωρινής εργασίας στο έδαφος της Ελλάδας, στο πλαίσιο διεθνικής παροχής υπηρεσιών», με το οποίο προσαρμόστηκε η ελληνική νομοθεσία στην Οδηγία 96/71/ΕΚ της 16ης Δεκεμβρίου 1996 σχετικά με την απόσπαση εργαζομένων στο πλαίσιο παροχής υπηρεσιών, καθ’ όσο διάστημα είναι αποσπασμένοι στην Ελλάδα, όπως ισχύει,
γ) είναι μέλη οικογένειας πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που ασκούν το δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης σύμφωνα με τις διατάξεις του π.δ.106/2007 (Α΄ 106), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 42 του ν. 4071/2012 (Α΄ 85) «Ρυθμίσεις για την τοπική ανάπτυξη, την αυτοδιοίκηση και την αποκεντρωμένη διοίκηση Ενσωμάτωση Οδηγίας 2009/50/ΕΚ»,
δ) μαζί με τα μέλη της οικογένειάς τους και ανεξαρτήτως ιθαγένειας, απολαμβάνουν δικαιώματα ελεύθερης κυκλοφορίας, ισοδύναμα με τα δικαιώματα των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δυνάμει συμφωνιών που έχουν συναφθεί είτε μεταξύ αυτής και των κρατών – μελών της, είτε μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των τρίτων χωρών προέλευσής τους.
3. Κάθε εργοδότης, ο οποίος επιθυμεί να προσλάβει προσωπικό για εποχική εργασία, με βάση τις θέσεις εργασίας, οι οποίες περιλαμβάνονται στην κοινή υπουργική απόφαση του άρθρου 11 του Κώδικα, καταθέτει αίτηση στην αρμόδια υπηρεσία της Αποκεντρωμένης Διοίκησης του τόπου διαμονής του, στην οποία θα αναφέρονται ο αριθμός των θέσεων εργασίας, τα στοιχεία και η ιθαγένεια των προς απασχόληση πολιτών τρίτων χωρών, η ειδικότητα, καθώς και το χρονικό διάστημα της απασχόλησης.
Μαζί με την αίτηση, ο εργοδότης καταθέτει:
α) Αποδεικτικό καταβολής τέλους εκατόν πενήντα (150) ευρώ για κάθε πολίτη τρίτης χώρας, που θέλει να απασχολήσει, το οποίο εισπράττεται υπέρ του Δημοσίου και δεν επιστρέφεται.
β) Υπεύθυνη δήλωση ότι θα προσλάβει τους εργαζόμενους και θα αναλάβει τις προβλεπόμενες δαπάνες αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής της παραγράφου 3 του άρθρου 80 του ν.3386/2005 (Α΄ 212).
γ) Έγκυρη σύμβαση εργασίας για τον σκοπό της εποχικής εργασίας, υπογεγραμμένη από τον εργοδότη που είναι εγκατεστημένος στην ελληνική επικράτεια και θεωρημένη από την οικεία υπηρεσία της αρμόδιας Επιθεώρησης Εργασίας. Στη σύμβαση εργασίας αναγράφονται:
i) το είδος της απασχόλησης και η ημερομηνία έναρξης αυτής,
ii) ο τόπος που λαμβάνει χώρα αυτή,
iii) η ημερομηνία έναρξης αυτής,
iv) η διάρκεια της απασχόλησης,
v) ο αριθμός των ωρών εργασίας ανά εβδομάδα ή ανά μήνα,
vi) η αμοιβή του εργαζομένου, η οποία δεν μπορεί να είναι, σε καμία περίπτωση, μικρότερη από τις αποδοχές ανειδίκευτου εργαζομένου,
vii)το ύψος του ενδεχόμενου επιδόματος αδείας, εφόσον προβλέπεται από τη σύμβαση και
viii) κάθε άλλο όρο εργασίας, κατά περίπτωση.
δ) Αποδεικτικά στοιχεία, εφόσον στη σύμβαση εργασίας ορίζεται ότι ο αιτών θα ασκήσει νομοθετικά ρυθμιζόμενο επάγγελμα, ότι πληροί τις προϋποθέσεις που προβλέπονται από τις διατάξεις του π.δ. 38/2010 (Α΄ 78) «Προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στην Οδηγία 2005/36/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 7.9.2005», προκειμένου για την άσκηση των εκεί αναφερόμενων επαγγελμάτων από τους πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Ελλάδα ή, εφόσον πρόκειται για επάγγελμα που δεν περιλαμβάνεται σε αυτά, από τις οικείες διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας που ρυθμίζουν την άσκηση αυτών από πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Ελλάδα. Ο προσδιορισμός των κατά περίπτωση εφαρμοστέων διατάξεων διενεργείται με βάση την περιγραφή του επαγγέλματος στην οικεία σύμβαση εργασίας.
ε) Αποδεικτικά στοιχεία ότι παρέχεται στον εργαζόμενο κατάλληλο κατάλυμα, όπως αυτό ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Υγείας κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 43 του ν. 4025/2011 (Α΄ 228), όπως ισχύει. Όταν το κατάλυμα παρέχεται από τον εργοδότη, αυτός οφείλει αφενός να διασφαλίζει ότι το κατάλυμα πληροί τις απαιτούμενες από τις κείμενες υγειονομικές διατάξεις προδιαγραφές υγείας και ασφάλειας, υπό τον έλεγχο των αρμόδιων υπηρεσιών, αφετέρου να ενημερώνει την αρμόδια αρχή για οποιαδήποτε αλλαγή αυτού. Εφόσον απαιτείται από τον εποχικά εργαζόμενο να καταβάλει ενοίκιο, ο εργοδότης προσφέρει στον εποχικά εργαζόμενο μισθωτήριο συμβόλαιο ή ισοδύναμο έγγραφο που αναγράφει σαφώς τους όρους ενοικίασης αυτού. Σε κάθε περίπτωση το ύψος του ενοικίου πρέπει να είναι αναλογικό της αμοιβής του εποχικά εργαζομένου και της ποιότητας του καταλύματος, ενώ δεν εκπίπτει αυτομάτως από το μισθό του εποχικά εργαζομένου. Η υποχρέωση του εργοδότη δύναται να πληρωθεί μέσω της υποβολής Υπεύθυνης δήλωσης που να περιλαμβάνει όλα τα ανωτέρω.
Όταν το κατάλυμα δεν παρέχεται από τον εργοδότη, ο εργοδότης οφείλει να προσκομίσει στην αρμόδια υπηρεσία της Αποκεντρωμένης Διοίκησης στοιχεία που να καταδεικνύουν ότι ο εποχικά εργαζόμενος διαθέτει εξ’ ιδίων κατάλυμα, το οποίο πληροί τις απαιτούμενες από το νόμο προδιαγραφές.
4. Αν ο εργοδότης επιθυμεί να απασχολήσει πολίτη τρίτης χώρας στην αγροτική οικονομία ή σε εκμετάλλευση της παρ. 1 του άρθρου 7 του ν. 3232/2004 (Α΄ 48), όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 1 α του άρθρου 52 του ν. 3518/2006 (Α΄ 272), οφείλει να καταθέσει και αποδεικτικό καταβολής από τον εργοδότη στον Ο.Γ.Α. των ασφαλιστικών εισφορών που προβλέπονται από την ισχύουσα νομοθεσία και αντιστοιχούν σε διάστημα απασχόλησης δύο μηνών. Οι εισφορές που αντιστοιχούν στο υπολειπόμενο διάστημα και μέχρι τη λήξη της σύμβασης εργασίας θα καταβάλλονται από τον εργοδότη ανά δίμηνο.
Αν για οποιονδήποτε λόγο δεν εγκριθεί η είσοδος του μετακαλουμένου πολίτη τρίτης χώρας ή δεν του χορηγηθεί σχετική θεώρηση εισόδου ή αυτός δεν εισέλθει στη χώρα και τούτο βεβαιώνεται από το κατά περίπτωση αρμόδιο όργανο, οι ασφαλιστικές εισφορές που έχουν προκαταβληθεί επιστρέφονται στον εργοδότη, μετά από αίτηση του. Οι ασφαλιστικές εισφορές που αντιστοιχούν στο υπολειπόμενο διάστημα της σκοπούμενης απασχόλησης του μετακληθέντος επιστρέφονται στον εργοδότη που τις κατέβαλε, εφόσον ο μετακληθείς υπαχθεί σε διαδικασία αναγκαστικής απομάκρυνσης ή δικαστικής απέλασης. Σε περίπτωση καταγγελίας της σύμβασης εκ μέρους του μετακληθέντος, στον εργοδότη επιστρέφονται οι ασφαλιστικές εισφορές που αντιστοιχούν στο υπολειπόμενο διάστημα της σκοπούμενης απασχόλησης μόνον εφόσον πιστοποιεί ότι ο μετακληθείς έχει αποχωρήσει από τη χώρα.
5. Αν ο εργοδότης επιθυμεί να απασχολήσει πολίτη τρίτης χώρας σε τομέα απασχόλησης που υπάγεται στην ασφάλιση του Ι.Κ.Α., εφαρμόζεται η ισχύουσα ασφαλιστική νομοθεσία.
6. Αρμόδια για την εξέταση της αίτησης είναι η κατά τόπο αρμόδια, σύμφωνα με την παράγραφο 1, υπηρεσία της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, η οποία αποστέλλει τη σχετική εγκριτική πράξη στην αρμόδια ελληνική προξενική αρχή. Οι εγκριτικές πράξεις των αρμόδιων Διευθύνσεων των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων κοινοποιούνται υποχρεωτικά στον κατά τόπο αρμόδιο ανταποκριτή του Ο.Γ.Α., εφόσον αφορά απασχόληση στην αγροτική οικονομία ή στα κατά τόπον αρμόδια υποκαταστήματα του Ι.Κ.Α. και περιφερειακές υπηρεσίες του Σ.Ε.Π.Ε. σε κάθε άλλη περίπτωση.
7. Οι ελληνικές προξενικές αρχές λαμβάνουν απόφαση σχετικά με την αίτηση εισόδου στην ελληνική επικράτεια για τον σκοπό της εποχικής εργασίας και κοινοποιούν την απόφασή τους στον αιτούντα, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία και το αργότερο εντός 90 ημερών από την υποβολή της πλήρους αίτησης.
8. Εάν υποβληθεί αίτηση παράτασης της διαμονής, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 18, βάσει αίτησης που συνοδεύεται από πλήρη δικαιολογητικά, ο εποχικά εργαζόμενος δεν υποχρεούται να διακόψει τη σχέση εργασίας, είτε με τον ίδιο εργοδότη, είτε με νέο εργοδότη, κατά τον χρόνο εξέτασης της αίτησης.
9. Εάν τα δικαιολογητικά που υποβάλλονται με την αίτηση είναι ελλιπή, οι αρμόδιες αρχές ενημερώνουν τον αιτούντα, εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, για τις συμπληρωματικές πληροφορίες που απαιτούνται και καθορίζουν εύλογη προθεσμία για την υποβολή τους. Η περίοδος της παραγράφου 7 αναστέλλεται έως ότου ο πλήρης φάκελος περιέλθει στις αρμόδιες υπηρεσίες της Αποκεντρωμένης Διοίκησης ή του ελληνικού Προξενείου, κατά περίπτωση.
10. Εάν η ισχύς της θεώρησης εισόδου για τον σκοπό της εποχικής εργασίας λήξει κατά τη διάρκεια της διαδικασίας εξέτασης της αίτησης για την παράταση της διαμονής σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 18, οι αρμόδιες υπηρεσίες επιτρέπουν στον εποχικά εργαζόμενο να παραμείνει στην ελληνική επικράτεια έως τη λήψη της απόφασης, υπό την προϋπόθεση ότι η αίτηση για παράταση της διαμονής υποβλήθηκε κατά τη διάρκεια ισχύος της θεώρησης εισόδου και ότι δεν έχει συμπληρωθεί η μέγιστη χρονική περίοδος της παραγράφου 1 (α) του άρθρου 18.»
4. Τα δύο πρώτα εδάφια της παραγράφου 1 και το στοιχείο (α) της ίδιας παραγράφου του άρθρου 18 του ν. 4251/2014 αντικαθίστανται ως εξής:
«1. Σε πολίτες τρίτων χωρών που εισέρχονται στη χώρα για συγκεκριμένο σκοπό και για συγκεκριμένο διάστημα διαμονής, που συναρτάται με την ολοκλήρωση του σκοπού, χορηγείται από την αρμόδια προξενική αρχή, με την επιφύλαξη των γενικών και ειδικών διατάξεων για τις θεωρήσεις, εθνική θεώρηση εισόδου, πέραν των ενενήντα ημερών, που επιτρέπει τη διαμονή για εργασιακούς ή άλλους λόγους.
Κατά παρέκκλιση ομοιόμορφη θεώρηση (βραχείας διαμονής – τύπου C) με δικαίωμα εργασίας χορηγείται στους εποχικά εργαζόμενους που εισέρχονται για περίοδο που δεν υπερβαίνει τις 90 ημέρες. Η ανωτέρω θεώρηση εισόδου χορηγείται κατά περίπτωση σε πολίτες τρίτων χωρών που εμπίπτουν στις παρακάτω κατηγορίες:
α. Εποχικά εργαζόμενοι
i. Σε πολίτη τρίτης χώρας, στον οποίο έχει εγκριθεί η είσοδος για εποχική εργασία, η αρμόδια προξενική αρχή, με την επιφύλαξη των γενικών και ειδικών διατάξεων για τις θεωρήσεις, εκδίδει, κατά περίπτωση, αντίστοιχη εθνική ή ομοιόμορφη θεώρηση εισόδου για εποχική εργασία, πολλαπλών εισόδων μέγιστης διάρκειας διαμονής έξι μηνών ανά δωδεκάμηνο, με την οποία μπορεί να πραγματοποιήσει πολλαπλές εισόδους στην ελληνική επικράτεια. Για την εφαρμογή της παρούσης, η σχετική σύμβαση εργασίας πρέπει να περιλαμβάνει τα κατά προσέγγιση χρονικά διαστήματα απασχόλησης του εποχικά εργαζομένου. Η εν λόγω θεώρηση παρέχει δικαίωμα πρόσβασης στην αγορά εργασίας αποκλειστικά για την παροχή της συγκεκριμένης εργασίας και στον συγκεκριμένο εργοδότη, ύστερα από πρόσκληση του οποίου αυτή χορηγήθηκε. Στην περίπτωση της διαμονής πέραν των 90 ημερών, η αρμόδια προξενική αρχή αναγράφει στη στήλη «Παρατηρήσεις» της αυτοκόλλητης θεώρησης, ότι αυτή εκδίδεται με σκοπό την εποχική εργασία, σύμφωνα με το σημείο 12 του παραρτήματος του κανονισμού (ΕΚ) αριθμ. 1683/95. Εάν ο αιτών είχε εισέλθει στο παρελθόν για τον σκοπό της εποχικής εργασίας και προκειμένου να του χορηγηθεί η κατά περίπτωση ανωτέρω θεώρηση, εξετάζεται από τις αρμόδιες αρχές εάν αυτός τήρησε τις υποχρεώσεις που απέρρεαν από τη θεώρηση αυτή .
Μετά την συμπλήρωση της μέγιστης διάρκειας διαμονής, ο εποχικά εργαζόμενος δεν μπορεί να επανέλθει στην ελληνική επικράτεια, εάν δεν έχουν συμπληρωθεί έξι μήνες από την ολοκλήρωση της εποχικής απασχόλησης, σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης α παρόντος άρθρου. Ο εποχικά εργαζόμενος πολίτης τρίτης χώρας, μετά την ολοκλήρωση της περιόδου απασχόλησης και υπό την επιφύλαξη των οριζομένων σε διεθνείς συμφωνίες και στην περίπτωση ii, οφείλει άμεσα να αναχωρήσει από την ελληνική επικράτεια. Αν δεν συμμορφωθεί, δεν έχει τη δυνατότητα να εισέλθει εκ νέου στη χώρα για κανέναν από τους λόγους που προβλέπονται στον παρόντα νόμο και για περίοδο έως πέντε έτη από την ημερομηνία κατά την οποία ήταν υποχρεωμένος να αναχωρήσει από τη χώρα.
ii. Εντός της μέγιστης περιόδου, όπως αυτή ορίζεται στο πρώτο εδάφιο της περίπτωσης α της παρ. 1 του παρόντος και πριν τη λήξη αυτής, υπό την προϋπόθεση ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 13 του παρόντος, ο πολίτης τρίτης χώρας, στον οποίο έχει χορηγηθεί θεώρηση εισόδου για τον σκοπό της εποχικής εργασίας και βρίσκεται νομίμως στην ελληνική επικράτεια, υποβάλλει αίτηση στην αρμόδια Υπηρεσία της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης για παράταση της διαμονής του εάν:
α) παρατείνεται η σύμβασή του με τον ίδιο εργοδότη ή συνάπτει νέα σύμβαση, με διαφορετικό εργοδότη,
β) δεν σημειώνεται υπέρβαση της μέγιστης διάρκειας διαμονής του και
γ) δεν ισχύουν οι λόγοι απόρριψης του άρθρου 24 του παρόντος Κώδικα κατά περίπτωση.
iii. Η αρμόδια υπηρεσία της Αποκεντρωμένης Διοίκησης απορρίπτει την αίτηση για παράταση της διαμονής πολίτη τρίτης χώρας με σκοπό την εποχική εργασία, εάν έχει συμπληρωθεί η μέγιστη διάρκεια διαμονής, όπως ορίζεται στις διατάξεις του παρόντος ή ο εποχικά εργαζόμενος έχει υποβάλει αίτηση διεθνούς προστασίας δυνάμει του π.δ. 141/2013 «Προσαρμογή της οδηγίας 2011/95/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 13ης Δεκεμβρίου 2011 (L 337) σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση και το καθεστώς των αλλοδαπών ή των ανιθαγενών ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας.
iv. Η παράταση της διαμονής για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, εφόσον εγκρίνεται, χορηγείται με τη μορφή σφραγίδας, η οποία καταχωρίζεται από την αρμόδια υπηρεσία της Αποκεντρωμένης Διοίκησης στο διαβατήριο του εποχικά εργαζόμενου. Παράταση της διαμονής, σε εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου, χορηγείται άπαξ.
v. Στους εποχικά εργαζόμενους χορηγούνται παροχές υγείας μετά την είσοδο τους στη χώρα και την έναρξη της απασχόλησής τους. Κατά τα λοιπά, ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 7 του ν. 3232/2004, όπως αντικαταστάθηκε από την παρ. 1 του άρθρου 52 του ν. 3518/2006.
vi. Μετά την είσοδο στην Ελλάδα, μπορεί να επιβληθεί, ύστερα από εντολή του Γενικού Γραμματέα της κατά τόπον αρμόδιας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, δειγματοληπτικά υγειονομικός έλεγχος για λόγους δημόσιας υγείας, ο οποίος περιορίζεται στις απολύτως απαραίτητες διαδικασίες και δεν συνεπάγεται έξοδα των εργαζομένων.».
5. Στο ν.4251/2014 προστίθεται Άρθρο 21 Α ως εξής:
«Άρθρο 21 Α
Ίση Μεταχείριση εποχικά εργαζομένων
1. Οι εποχικά εργαζόμενοι απολαύουν ίσης μεταχείρισης με τους ημεδαπούς όσον αφορά:
α) το δικαίωμα εισόδου και διαμονής στην ελληνική επικράτεια, καθώς και την ελεύθερη πρόσβαση σε αυτή, με τον περιορισμό των διατάξεων της παραγράφου 1 του άρθρου 21, εντός της περιόδου ισχύος της θεώρησης εισόδου του άρθρου 18,
β) το δικαίωμα να ασκούν τη συγκεκριμένη δραστηριότητα για την οποία έχουν λάβει την αντίστοιχη θεώρηση εισόδου,
γ) τις συνθήκες εργασίας, περιλαμβανομένων των όρων αμοιβής και απόλυσης, καθώς και τις απαιτήσεις σχετικά με την υγεία και την ασφάλεια στο χώρο εργασίας,
δ) την ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι, της προσχώρησης και της συμμετοχής σε οργάνωση εργαζομένων ή εργοδοτών ή οποιαδήποτε επαγγελματική οργάνωση, συμπεριλαμβανομένων των πλεονεκτημάτων που παρέχονται από τις οργανώσεις αυτές και υπό την επιφύλαξη των διατάξεων για τη δημόσια τάξη και τη δημόσια ασφάλεια,
ε) την εκπαίδευση και την επαγγελματική κατάρτιση,
στ) την αναγνώριση των διπλωμάτων / πιστοποιητικών και άλλων επαγγελματικών προσόντων, σύμφωνα με τις σχετικές εθνικές διαδικασίες,
ζ) την καταβολή των καθυστερούμενων οφειλών από τους εργοδότες, όσον αφορά όλες τις οφειλόμενες αμοιβές στον πολίτη τρίτης χώρας, σύμφωνα και με τις διατάξεις του άρθρου 81 του ν. 4052/2012 (Α ΄ 41), όπως ισχύει,
η) τις διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας σχετικά με τους κλάδους κοινωνικής ασφάλειας, όπως ορίζονται στον Κανονισμό (ΕΚ) αριθμ. 883/2004 του Συμβουλίου, για το συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης στους μισθωτούς, στους μη μισθωτούς και στα μέλη των οικογενειών τους που διακινούνται εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι ειδικές διατάξεις του Παραρτήματος του Κανονισμού (ΕΚ) αριθμ. 1231/2010 του Συμβουλίου για την επέκταση των διατάξεων των Κανονισμών (ΕΚ) 883/2004 και 987/2004 στους πολίτες τρίτων χωρών, οι οποίοι δεν καλύπτονται ήδη από τις διατάξεις αυτές μόνο λόγω της ιθαγένειας τους, εφαρμόζονται αναλόγως,
θ) με την επιφύλαξη των υφιστάμενων διμερών συμφωνιών, την καταβολή ποσών σχετικών με κεκτημένα δικαιώματα στο πλαίσιο εκ του νόμου συντάξεων γήρατος στο ύψος που προβλέπει η εθνική νομοθεσία ή η νομοθεσία των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που οφείλουν τα εν λόγω ποσά στην περίπτωση μετακίνησης σε τρίτη χώρα,
ι) την πρόσβαση σε αγαθά και υπηρεσίες και την προμήθεια αγαθών και υπηρεσιών που τίθενται στη διάθεση του κοινού, περιλαμβανομένων των διαδικασιών για την πρόσβαση σε στέγαση, καθώς και των υπηρεσιών ενημέρωσης και παροχής συμβουλών που παρέχουν οι υπηρεσίες εύρεσης εργασίας. Το δικαίωμα αυτό δεν θίγει τη συμβατική ελευθερία σύμφωνα με την ενωσιακή και εθνική νομοθεσία,
ια) τα φορολογικά πλεονεκτήματα, υπό την προϋπόθεση ότι ο εποχικός εργαζόμενος θεωρείται ότι έχει φορολογική κατοικία στην ελληνική επικράτεια.
2. Οι εποχικά εργαζόμενοι που μετακινούνται προς τρίτη χώρα, ή οι κληρονόμοι των εν λόγω εργαζομένων που διαμένουν σε τρίτη χώρα και έλκουν δικαιώματα από αυτούς, λαμβάνουν τις νόμιμες συντάξεις που δικαιούνται βάσει της προηγούμενης απασχόλησης του εποχικού εργαζομένου σύμφωνα με τις διατάξεις που ορίζονται στο άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 883/2004, υπό τις ίδιες συνθήκες και με τους ίδιους συντελεστές, όπως και οι ημεδαποί όταν μεταβαίνουν σε τρίτη χώρα.
3. Το δικαίωμα της ίσης μεταχείρισης περιορίζεται:
i) όσον αφορά την περίπτωση (ε) της παραγράφου 1, με την εξαίρεση των οικογενειακών επιδομάτων και των παροχών ανεργίας, με την επιφύλαξη του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1231/2010,
ii) όσον αφορά την περίπτωση (ε) της παραγράφου 1, για τις υποτροφίες και τα σπουδαστικά δάνεια ή άλλες παροχές και δάνεια στο πλαίσιο της δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και της επαγγελματικής κατάρτισης, καθώς και τις διαδικασίες για την παροχή στέγης,
iii) όσον αφορά την περίπτωση (ια) της παραγράφου 1, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες η κατοικία ή η συνήθης διαμονή του εποχικού εργαζόμενου ή του μέλους της οικογενείας του, για τον οποίο ζητεί παροχές ευρίσκεται εντός της Ελληνικής Επικράτειας.
4. Το δικαίωμα ίσης μεταχείρισης που προβλέπεται στην παράγραφο 1 δεν θίγει το δικαίωμα των αρμοδίων υπηρεσιών να ανακαλούν ή να απορρίπτουν την παράταση της θεώρησης εισόδου για τον σκοπό εποχικής εργασίας, σύμφωνα με το άρθρο 24 του παρόντος.
5. Οι αρμόδιες ελληνικές προξενικές αρχές και οι αρμόδιες υπηρεσίες της Αποκεντρωμένης Διοίκησης παρέχουν τόσο στους εποχικά εργαζόμενους όσο και στους εργοδότες όλες τις απαραίτητες πληροφορίες για τη διαδικασία υποβολής αίτησης, τα δικαιολογητικά, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους, καθώς και τις προβλεπόμενες διαδικαστικές εγγυήσεις.

6. Στο άρθρο 24 ν.4251/2014 προστίθενται παράγραφοι ως εξής:
«2. Η θεώρηση εισόδου για τον σκοπό της εποχικής εργασίας δεν χορηγείται ή ανακαλείται όταν:
α) δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 13 κατά περίπτωση,
β) τα προσκομιζόμενα έγγραφα για τους σκοπούς του άρθρου 13 έχουν αποκτηθεί δολίως ή έχουν πλαστογραφηθεί ή έχουν άλλως νοθευθεί, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος,
γ) η επιχείρηση του εργοδότη έχει τεθεί υπό εκκαθάριση σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο περί αφερεγγυότητας,
δ) ο εργοδότης δεν πληροί τις νομικές του υποχρεώσεις σχετικά με την κοινωνική ασφάλιση, τη φορολογία, τα εργασιακά δικαιώματα ή τους όρους απασχόλησης, σύμφωνα με το εφαρμοστέο δίκαιο και/ή τις συλλογικές συμβάσεις,
ε) ο πολίτης τρίτης χώρας δεν έχει συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από προηγούμενη απόφαση χορήγησης θεώρησης εισόδου για τον σκοπό της εποχικής εργασίας,
στ) εφόσον η θέση απασχόλησης δύναται να καλυφθεί από ημεδαπό ή πολίτης της Ένωσης, σύμφωνα με την αρχή της ενωσιακής προτίμησης,
ζ) ο εργοδότης έχει υποστεί κυρώσεις για αδήλωτη εργασία ή παράνομη απασχόληση, σύμφωνα με το άρθρο 28 του παρόντος και των άρθρων 85, 87 και 88 του ν. 4052/2012 (Α ΄ 41), όπως ισχύει.
3. Η θεώρηση εισόδου για τον σκοπό της εποχικής εργασίας ανακαλείται από την αρμόδια ελληνική προξενική αρχή, όταν διαπιστωθεί από την αρμόδια υπηρεσία της Αποκεντρωμένης Διοίκησης ότι:
(i) ο εργοδότης δεν έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τη σύμβαση εργασίας,
(ii) ο πολίτης τρίτης χώρας διαμένει στην ελληνική επικράτεια για σκοπούς άλλους από αυτόν της εποχικής εργασίας.
4. Η αρμόδια ελληνική προξενική αρχή ανακαλεί την θεώρηση εισόδου με σκοπό την εποχική εργασία, εφόσον ο εποχικά εργαζόμενος έχει υποβάλει αίτηση διεθνούς προστασίας δυνάμει του π.δ. 141/2013 «Προσαρμογή της οδηγίας 2011/95/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 13ης Δεκεμβρίου 2011 (L 337) σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση και το καθεστώς των αλλοδαπών ή των ανιθαγενών ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας».
5. Οι περιπτώσεις (γ), (δ), (ζ) της παραγράφου 1 και του στοιχείου (i) της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται στον πολίτη τρίτης χώρας, ο οποίος αιτείται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 18 την παράταση της διαμονής του για τον σκοπό της εποχικής εργασίας, με διαφορετικό εργοδότη, και εφόσον οι λόγοι αυτοί υφίστανται για τον προηγούμενο εργοδότη.
6. Οι λόγοι απόρριψης εφαρμόζονται αναλογικά και για τις αιτήσεις μετάκλησης των εργοδοτών που κατατίθενται στην αρμόδια υπηρεσία της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, δυνάμει του άρθρου 13 του Κώδικα.
7. Παράλληλα με τις διατάξεις του παρόντος, εφαρμόζονται και οι διατάξεις περί απόρριψης και ανάκλησης όπως αυτές ισχύουν στον Κώδικα Θεωρήσεων.
8. Οι λόγοι, νομικοί και πραγματικοί, για τους οποίους απορρίπτεται αίτηση για την χορήγηση θεώρησης εισόδου για τον σκοπό της εποχικής εργασίας ή απορρίπτεται η αίτηση για παράταση αυτής, κοινοποιούνται εγγράφως στον αιτούντα. Οι λόγοι για την απόφαση ανάκλησης θεώρησης εισόδου για τον σκοπό της εποχικής εργασίας κοινοποιούνται εγγράφως τόσο στον εποχικό εργαζόμενο όσο και στον εργοδότη.
9. Κάθε απόφαση απόρριψης ή ανάκλησης θεώρησης εισόδου λαμβάνει υπόψη τις ιδιαιτερότητες της συγκεκριμένης περίπτωσης, συμπεριλαμβανομένων των συμφερόντων των εποχικά εργαζομένων και λαμβάνεται σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας.
10. Τυχόν προσφυγή στο αρμόδιο διοικητικό δικαστήριο, δεν απαλλάσσει τον εργαζόμενο πολίτη τρίτης χώρας από την υποχρέωση να αναχωρήσει από την ελληνική επικράτεια μετά το πέρας της μέγιστης διάρκειας διαμονής, σύμφωνα με την περίπτωση α της παρ. 1 του άρθρου 18.
11. Οι διαδικαστικές εγγυήσεις σχετικά με τις θεωρήσεις βραχείας διαμονής καθορίζονται στις σχετικές διατάξεις του κώδικα περί θεωρήσεων.»
7. Η παράγραφος 2 του άρθρου 24 αναριθμείται σε παράγραφο 12.
8. Στο στοιχείο (γ) της δεύτερης παραγράφου του άρθρου 26 του ν.4251/2014 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Οι διατάξεις των άρθρων 83 και 86 του ν. 4052/2012, όπως ισχύει, εφαρμόζονται αναλογικά και στην περίπτωση των εποχικά εργαζομένων»
9. Στο άρθρο 26 του ν.4251/2014 προστίθενται παράγραφοι 5, 6 και 7 ως εξής:
«5. Το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας, αρμόδια υπηρεσία για την επιθεώρηση εργασίας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις του ν.3996/2011 (Α΄ 170) και του ν. 4052/2012, όπως ισχύει, τηρεί τις αρμοδιότητες ελέγχου, επιθεώρησης και τήρησης στοιχείων όπως αυτές του αποδίδονται με την παρ. 2 του άρθρου 2 του ν.3996/2011, όπως αυτός ισχύει.
6. Η Διεύθυνση Μεταναστευτικής Πολιτικής του Υπουργείου Εσωτερικών κάθε έτος ανακοινώνει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθμ. 862/2007, στατιστικά στοιχεία για τον αριθμό των πολιτών τρίτων χωρών, στους οποίους χορηγήθηκε θεώρηση εισόδου για τον σκοπό της εποχικής εργασίας για πρώτη φορά, καθώς και για τον αριθμό αυτών, των οποίων η θεώρηση έλαβε παράταση ή ανακλήθηκε κατά τη διάρκεια του προηγούμενου ημερολογιακού έτους. Οι στατιστικές αυτές κατανέμονται ανά ιθαγένεια και εφόσον είναι δυνατόν ανά διάρκεια ισχύος της θεώρησης και ανά τομέα εποχικής δραστηριότητας.
7. Οι στατιστικές της προηγούμενης παραγράφου έχουν περίοδο αναφοράς ένα ημερολογιακό έτος και ανακοινώνονται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή εντός έξι μηνών από το τέλος του έτους αναφοράς. Το πρώτο έτος αναφοράς είναι το 2017.»
10. Στο άρθρο 28 του ν. 4251/2014 προστίθενται παράγραφοι ως εξής:
«8. Οι εργοδότες οφείλουν να παρέχουν στις αρμόδιες ελληνικές προξενικές αρχές ή στις υπηρεσίες Αλλοδαπών και Μετανάστευσης των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων όλες τις απαραίτητες πληροφορίες που απαιτούνται για την χορήγηση και την παράταση της θεώρησης εισόδου για τον σκοπό της εποχικής εργασίας.
9. Οι εργοδότες οφείλουν να ενημερώνουν τις υπηρεσίες των οικείων Αποκεντρωμένων Διοικήσεων για οποιαδήποτε αλλαγή του καταλύματος του εποχικού εργαζομένου, σύμφωνα με την περίπτωση (ε) της παρ. 1 του άρθρου 13 του παρόντος. Εάν διαπιστωθεί από τις αρμόδιες αρχές ότι δεν έχει παρασχεθεί κατάλυμα ή ότι το κατάλυμα που έχει παρασχεθεί δεν πληροί τις απαιτούμενες προδιαγραφές υγείας και ασφάλειας, αφενός επιβάλλεται στον εργοδότη πρόστιμο ύψους 500 ευρώ, αφετέρου ο εργοδότης αποκλείεται από τη δυνατότητα μετάκλησης εποχικά εργαζόμενου για τα επόμενα πέντε έτη.
10. Οι εργοδότες, οι οποίοι έχουν παραβεί τις υποχρεώσεις τους κατά τη διάρκεια προηγούμενης μετάκλησης για εποχικά εργαζόμενους, δεν μπορούν να υποβάλουν νέο αίτημα για μετάκληση πολίτη τρίτης χώρας πριν την πάροδο χρονικού διαστήματος τριών ετών από την ημερομηνία διαπίστωσης της αρχικής παραβίασης.
11. Σε περίπτωση ανάκλησης της θεώρησης εισόδου για τον σκοπό της εποχικής εργασίας για έναν από τους λόγους των περιπτώσεων (γ), (δ), (ζ) της παραγράφου 2 και του στοιχείου i της παραγράφου 3 του άρθρου 24 , ο εργοδότης υποχρεούται να καταβάλει αποζημίωση στον εποχικά εργαζόμενο σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται από τις κείμενες διατάξεις. Η ευθύνη καλύπτει όλες τις εκκρεμείς υποχρεώσεις που θα έπρεπε να έχει σεβαστεί ο εργοδότης, εάν δεν είχε ανακληθεί η θεώρηση εισόδου για τον σκοπό της εποχικής απασχόλησης.
12. Εάν ο εργοδότης είναι υπεργολάβος, ο οποίος παραβίασε τις διατάξεις του παρόντος, και εφόσον ο κύριος εργολάβος και κάθε ενδιάμεσος υπεργολάβος δεν έχουν αναλάβει υποχρεώσεις δέουσας επιμέλειας κατά τα οριζόμενα στις κείμενες διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας, ο κύριος εργολάβος και κάθε ενδιάμεσος υπεργολάβος :
α) υπόκειται στις κυρώσεις των παραγράφων 9, 10 και 11 του παρόντος άρθρου,
β) καταβάλλει κάθε αποζημίωση που οφείλεται στον εποχικά εργαζόμενο σύμφωνα με την παράγραφο 11 και τις διατάξεις του άρθρου 85 του ν. 4052/2012, όπως ισχύει,
γ) καταβάλλει κάθε καθυστερούμενη οφειλή προς τον εποχικά εργαζόμενο, σύμφωνα τα άρθρα 81 και 85 του ν. 4052/2012, όπως ισχύει.»