ΜΕΡΟΣ Β’ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ (άρθρα 21-64)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α’

ΣΚΟΠΟΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ

 

Άρθρο 21

Σκοπός

Σκοπός του Μέρους Β΄είναι:

α) η ακώλυτη άσκηση του δικαιώματος λατρείας όλων των θρησκευτικών κοινοτήτων και των μελών τους, μέσω της διαμόρφωσης ενός σύγχρονου, πλήρους και συνεκτικού νομοθετικού πλαισίου για τους χώρους λατρείας θρησκευτικών κοινοτήτων με ή χωρίς προσωπικότητα, πλην της κατ’ άρθρο 3 του Συντάγματος Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας του Χριστού,

β) η ενίσχυση των Ανώτατων Εκκλησιαστικών Ακαδημιών και των Τμημάτων Θεολογικών Σχολών των Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων με αλλοδαπούς – αλλογενείς φοιτητές,

γ) η διευκόλυνση του κοινωφελούς έργου των εκκλησιαστικών ιδρυμάτων,

δ) η ενδυνάμωση των Σχολών Μαθητείας Υποψηφίων Κληρικών (Σ.Μ.Υ.Κ.) και η διευκόλυνση της φοίτησης αλλοδαπών μαθητών στα Πρότυπα Εκκλησιαστικά Σχολεία,

ε) ο εξορθολογισμός της στελέχωσης Ιερών Μητροπόλεων,

στ) η αναγνώριση της Εκκλησίας της Σουηδίας στην Ελλάδα ως θρησκευτικού νομικού προσώπου του ν. 4301/2014 (Α΄223), περί της οργάνωσης της νομικής μορφής των θρησκευτικών κοινοτήτων και των ενώσεών τους στην Ελλάδα, και

ζ) η αναγνώριση των μπεκτασήδων-αλεβιτών μουσουλμάνων Θράκης ως θρησκευτικού νομικού προσώπου του ν. 4301/2014.

 

Άρθρο 22

Αντικείμενο

 

Αντικείμενο του Μέρους Β΄ είναι:

α) ο ορισμός των χώρων λατρείας, η πρόβλεψη της διαδικασίας αδειοδότησης ανέγερσης, ίδρυσης, λειτουργίας, μεταστέγασης και κτιριακών παρεμβάσεων σε χώρους λατρείας θρησκευτικών κοινοτήτων με ή χωρίς νομική προσωπικότητα, πλην της κατ’ άρθρο 3 του Συντάγματος,

β) η διεύρυνση των συμμετεχόντων στις κατατακτήριες εξετάσεις των Ανώτατων Εκκλησιαστικών Ακαδημιών με τη συμμετοχή πτυχιούχων Πανεπιστημίου, Τεχνολογικών Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων ή ισότιμων προς αυτά, Ανωτάτων Σχολών Παιδαγωγικής και Τεχνολογικής Εκπαίδευσης, της Ελλάδος ή του εξωτερικού και η εισαγωγή δυνατότητας πρόβλεψης καθ’ υπέρβαση ποσοστού εισακτέων αλλοδαπών – αλλογενών στις Ανώτατες Εκκλησιαστικές Ακαδημίες και στα Τμήματα των Θεολογικών Σχολών των Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων,

γ) η ρύθμιση του νομικού καθεστώτος των εκκλησιαστικών ιδρυμάτων,

δ) η εισαγωγή δυνατότητας φοίτησης κληρικών στις Σχολές Μαθητείας Υποψηφίων Κληρικών (Σ.Μ.Υ.Κ.) και η διευκόλυνση της φοίτησης αλλοδαπών μαθητών στα Πρότυπα Εκκλησιαστικά Σχολεία,

ε) η εισαγωγή δυνατότητας παρακολούθησης εκπαιδευτικών προγραμμάτων των Σ.Μ.Υ.Κ. σε έγγαμους κληρικούς,

στ) η πρόβλεψη του δικαιώματος διδασκαλίας στις Σ.Μ.Υ.Κ. και σε μέλη του Εργαστηριακού Διδακτικού Προσωπικού των Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων,

ζ) η ανακατανομή των οργανικών θέσεων Εφημερίων και εκκλησιαστικών υπαλλήλων των Ιερών Μητροπόλεων και η ρύθμιση θεμάτων Ιεροδιακόνων του Πανελληνίου Ιερού Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας Τήνου,

η) η πρόβλεψη ψηφιακού συστήματος έκδοσης αδειών τέλεσης γάμων και βαπτίσεων από την Εκκλησία της Ελλάδας,

θ) η πρόβλεψη άδειας διαμονής τύπου «Α.5» σε μαθητές πρότυπων εκκλησιαστικών σχολείων που διαμένουν μαθητικές εστίες,

ι) η αναγνώριση της Εκκλησίας της Σουηδίας στην Ελλάδα, και

ια) η αναγνώριση των μπεκτασήδων-αλεβιτών μουσουλμάνων Θράκης ως θρησκευτικών νομικών προσώπων του ν. 4301/2014 (Α’ 223).

 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β’

ΧΩΡΟΙ ΛΑΤΡΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΙ ΓΝΩΣΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΙΩΝ

 

Άρθρο 23

Πεδίο εφαρμογής

Οι διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου καταλαμβάνουν όλες τις θρησκευτικές κοινότητες με ή χωρίς νομική προσωπικότητα πλην της κατ’ άρθρο 3 του Συντάγματος Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας του Χριστού για την οποία ισχύουν ειδικότερες διατάξεις, εκτός αν άλλως ορίζεται ρητά στο παρόν.

 

Άρθρο 24

Χώροι λατρείας

  1. Οι χώροι λατρείας είναι τόποι αφιερωμένοι στην εκδήλωση θρησκευτικού σεβασμού ή την τέλεση λατρευτικών πράξεων και διακρίνονται σε: α) ευκτηρίους οίκους, δηλαδή χώρους λατρείας επιφάνειας μέτρων τετραγωνικών έως εκατόν πενήντα (150 τ.μ.) και β) ναούς, δηλαδή χώρους λατρείας επιφάνειας μέτρων τετραγωνικών άνω των εκατόν πενήντα (150 τ.μ.).
  2. Από τη διαρρύθμιση του χώρου λατρείας πρέπει να προκύπτει ότι η διακριτή επιφάνεια του κύριου χώρου λατρείας δεσπόζει και χαρακτηρίζει τη χρήση του υπό αδειοδότηση χώρου και καταλαμβάνει επιφάνεια ποσοστού τουλάχιστον δύο τρίτων (2/3) του συνολικού εμβαδού του υπό αδειοδότηση χώρου. Μικρές παρεκκλίσεις από το ανωτέρω ποσοστό μπορούν να εξετάζονται κατά περίπτωση, ανάλογα με τα ειδικότερα χαρακτηριστικά του χώρου, κατόπιν αιτιολογημένης έκθεσης του μηχανικού, και εφόσον δεν αναιρείται ο δεσπόζων λατρευτικός του χαρακτήρας.
  3. Ο χώρος λατρείας δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιείται ως μόνιμη ή προσωρινή κατοικία ή χώρος φιλοξενίας οποιουδήποτε προσώπου, συμπεριλαμβανομένου του θρησκευτικού λειτουργού.
  4. Μέχρι την έγκριση των Τοπικών και Ειδικών Πολεοδομικών Σχεδίων, οι ευκτήριοι οίκοι καθώς και οι ναοί που υφίστανται πριν από το έτος 1955, μπορούν να αδειοδοτούνται κατά τη διαδικασία του άρθρου 26 σε περιοχές στις οποίες επιτρέπεται από τον πολεοδομικό σχεδιασμό και την κείμενη νομοθεσία περί χρήσεων γης, η ειδική κατηγορία χρήσης γης «θρησκευτικοί χώροι», χωρίς καμία άλλη προϋπόθεση, εκτός από τις περιπτώσεις που προβλέπεται διαφορετικά στον ρυθμιστικό σχεδιασμό της περιοχής.

 

Άρθρο 25

Επωνυμία χώρων λατρείας

  1. Η επωνυμία του χώρου λατρείας πρέπει να καταδεικνύει ιδίως τη θρησκευτική ταυτότητα του χώρου, να τηρεί την αρχή της αληθείας, να μην αντιστρατεύεται τους κανόνες δημόσιας τάξης, τα χρηστά ήθη και τις διεθνείς σχέσεις της χώρας, να μην γίνεται καταχρηστική χρήση της και να μην προσβάλει δικαιώματα τρίτων και ιδίως άλλων θρησκευτικών κοινοτήτων, ώστε να προκύπτει με σαφήνεια και χωρίς κανένα περιθώριο σύγχυσης η αληθής και ακριβής θρησκευτική ταυτότητα του χώρου λατρείας. Αν η επωνυμία πρέπει για θρησκευτικούς λόγους να είναι διατυπωμένη σε άλλη γλώσσα, τότε πρέπει να αποδίδεται με πιστή μετάφραση στην ελληνική γλώσσα, με δυνατότητα αναγραφής της με λατινικούς χαρακτήρες παρενθετικά αυτής, ώστε να προκύπτει με σαφήνεια και χωρίς κανένα περιθώριο σύγχυσης η αληθής και ακριβής θρησκευτική ταυτότητα του χώρου λατρείας. Εσφαλμένη ή παραπλανητική απόδοση της επωνυμίας στην ελληνική γλώσσα την καθιστά μη αποδεκτή.
  2. Για την αλλαγή της επωνυμίας του χώρου λατρείας απαιτείται άδεια του Υπουργού Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού, που χορηγείται κατόπιν σχετικής αίτησης, και εφόσον πληρούνται οι όροι της παρ. 1.

 

Άρθρο 26

Διαδικασία αδειοδότησης χώρων λατρείας γνωστών θρησκειών και υποχρεώσεις γνωστοποιήσης

  1. Για την ανέγερση, την ίδρυση, τη λειτουργία, τη μεταστέγαση χώρου λατρείας, καθώς και την προσθήκη (καθ’ ύψος ή κατ’ επέκταση) και για κάθε είδους οικοδομικές εργασίες σε υφιστάμενο χώρο λατρείας ή την κατεδάφιση χώρου λατρείας, οποιασδήποτε θρησκευτικής κοινότητας με ή χωρίς νομική προσωπικότητα, πλην της κατ’ άρθρο 3 του Συντάγματος Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας του Χριστού απαιτείται άδεια, που χορηγείται, κατόπιν αίτησης, από τον Υπουργό Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού και εκδίδεται επ’ ονόματι του θρησκευτικού λειτουργού. Η έκδοση της άδειας του πρώτου εδαφίου είναι προϋπόθεση για την έκδοση των σχετικών διοικητικών πράξεων, όπως οικοδομικών αδειών και προεγκρίσεων, κατά την πολεοδομική νομοθεσία, για τις οικοδομικές εργασίες ή αλλαγές χρήσης που απαιτούνται για να λειτουργήσει ο χώρος λατρείας, εγκρίσεων φορέων ή συλλογικών οργάνων, καθώς και της υποβολής γνωστοποιήσεων. Ο θρησκευτικός λειτουργός υποχρεούται να αναρτά παραπλήσια της κεντρικής θύρας εισόδου και σε εμφανές για το κοινό εξωτερικό σημείο του χώρου ευδιάκριτη πινακίδα που αναφέρει την ονομασία του χώρου λατρείας, όπως αναγράφεται στην άδεια, τον Αριθμό Διαδικτυακής Ανάρτησης (ΑΔΑ) της άδειας, καθώς και τη θρησκευτική κοινότητα στην οποία ανήκει.
  2. Χώροι λατρείας που υφίστανται προ του 1955 λειτουργούν νόμιμα χωρίς την άδεια της παρ. 1 εφόσον κατέχουν σχετική διαπιστωτική πράξη που εκδίδεται, ύστερα από αίτησή τους, από τον Υπουργού Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού.
  3. Για την αδειοδότηση ανέγερσης, ίδρυσης και λειτουργίας ευκτήριων οίκων απαιτείται αίτηση από τουλάχιστον πέντε (5) άτομα και έναν (1) θρησκευτικό λειτουργό, που είναι Έλληνες πολίτες ή πολίτες κρατών μελών της Ε.Ε. ή πολίτες τρίτων χωρών, οι οποίοι διαμένουν νόμιμα στην Ελλάδα. Φυσικό πρόσωπο με την ιδιότητα του θρησκευτικού λειτουργού ή του μέλους διοίκησης των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου του άρθρου 1 του ν. 2456/1920 (Α΄ 173) ή του άρθρου 1 του ν.δ. 301/1969 (Α’ 195) ή εκκλησιαστικού ή θρησκευτικού νομικού προσώπου του ν. 4301/2014 (Α’ 223) δύναται να συνυπογράφει περισσότερες από δύο (2) αιτήσεις.
  4. Για την αδειοδότηση ανέγερσης, ίδρυσης και λειτουργίας ναών απαιτείται αίτηση από τουλάχιστον εκατό (100) άτομα και έναν (1) θρησκευτικό λειτουργό, που είναι Έλληνες πολίτες ή πολίτες κρατών μελών της Ε.Ε. ή πολίτες τρίτων χωρών, οι οποίοι διαμένουν νόμιμα στην Ελλάδα. Φυσικό πρόσωπο με την ιδιότητα του θρησκευτικού λειτουργού ή του μέλους διοίκησης των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου του άρθρου 1 του ν. 2456/1920 ή του άρθρου 1 του ν.δ. 301/1969 ή εκκλησιαστικού ή θρησκευτικού νομικού προσώπου του ν. 4301/2014, δύναται να συνυπογράφει περισσότερες από δύο (2) αιτήσεις.
  5. Για την έκδοση των αδειών της παρ. 1 για τους χώρους λατρείας της μουσουλμανικής μειονότητας της Θράκης απαιτείται η σύμφωνη γνώμη του οικείου Μουφτή.
  6. Οι άδειες της παρ. 1 για τους χώρους λατρείας της Ισραηλιτικής (Εβραϊκής) θρησκείας χορηγούνται μόνο στα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου του άρθρου 1 του ν. 2456/1920 και του άρθρου 1 του ν.δ. 301/1969.
  7. Κάθε θρησκευτική κοινότητα, κάθε θρησκευτικός λειτουργός ή μέλος οποιασδήποτε θρησκευτικής κοινότητας που δραστηριοποιείται στην Ελλάδα και εφόσον λειτουργούν υπό την ιδιότητα του μέλους της κοινότητας αυτής, ασχέτως τόπου έδρας ή μόνιμης κατοικίας, συμπεριλαμβανομένης της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας του Χριστού κατ’ άρθρο 3 του Συντάγματος και των θρησκευτικών λειτουργών της, υποχρεούνται να δηλώνουν με τρόπο ρητό και σαφή σε ποια θρησκευτική κοινότητα ανήκουν: α) όταν εκδίδουν βιβλία, περιοδικά, και λοιπά έντυπα θρησκευτικού περιεχομένου ή παρουσιάζουν ραδιοφωνικές, τηλεοπτικές ή διαδικτυακές εκπομπές θρησκευτικού περιεχομένου ή αναρτούν μηνύματα και υλικό με θρησκευτικό περιεχόμενο σε διαδικτυακά μέσα δικτύωσης, επικοινωνίας και πληροφόρησης και σε κάθε ενημερωτικό ή πληροφοριακό υλικό που κυκλοφορούν, αποστέλλουν ή διαδίδουν με ευθύνη τους στο κοινό που δεν ανήκει στη θρησκευτική τους κοινότητα με οποιοδήποτε μέσο πληροφόρησης και επικοινωνίας και έχει ως σκοπό τη διάδοση των θρησκευτικών πεποιθήσεων της θρησκευτικής κοινότητας στην οποία ανήκουν ή την ένταξη νέων μελών στην θρησκευτική τους κοινότητα, β) κατά την ατομική ή ομαδική επικοινωνία τους με φυσικά πρόσωπα ή εκπροσώπους ή μέλη ενώσεων προσώπων ή νομικών προσώπων που δεν ανήκουν στη θρησκευτική τους κοινότητα, με οποιοδήποτε τρόπο επικοινωνίας και με σκοπό τη διάδοση των θρησκευτικών πεποιθήσεων της θρησκευτικής κοινότητας στην οποία ανήκουν ή την ένταξη νέων μελών στη θρησκευτική τους κοινότητα, γ) να αποδέχονται την άρνηση επικοινωνίας των παραληπτών του θρησκευτικού υλικού και περιεχομένου των περ. α) και β) και να μην επαναλαμβάνουν την επικοινωνία για τους σκοπούς των ανωτέρων περιπτώσεων. Στον παραβάτη της παρούσας επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο, που καθορίζεται με την κοινή υπουργική απόφαση της παρ. 13 του άρθρου 63.
  8. Η άδεια χώρου λατρείας της παρ. 1 ή η διαπιστωτική πράξη της παρ. 2 ανακαλείται ιδίως λόγω: α) παραβίασης των συνταγματικών διατάξεων, των κανόνων δημόσιας τάξης και για λόγους εθνικής ασφάλειας υπό την έννοια του άρθρου 3 του ν. 5002/2022 (Α’ 228), β) παραβίασης των όρων και προϋποθέσεων έκδοσης των διοικητικών πράξεων των παρ. 1 και 2 του παρόντος, γ) έλλειψης θρησκευτικού λειτουργού για διάστημα μεγαλύτερο των έξι (6) μηνών, δ) διακοπής λειτουργίας του χώρου λατρείας για διάστημα μεγαλύτερο των έξι (6) μηνών που διαπιστώνεται με κάθε πρόσφορο αποδεικτικό μέσο, ε) λειτουργίας του χώρου λατρείας με διαφορετικό σκοπό από την εκδήλωση του θρησκευτικού σεβασμού ή την τέλεση λατρευτικών πράξεων που διαπιστώνεται με κάθε πρόσφορο αποδεικτικό μέσο, στ) μη γνωστοποίησης του Α.Φ.Μ. του χώρου λατρείας στο Υπουργείο Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού, εντός τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία έκδοσης της άδειας ίδρυσης και λειτουργίας του χώρου λατρείας.

 

Άρθρο 27

Αντικατάσταση, παύση, αναστολή και διαγραφή θρησκευτικών λειτουργών από το Μητρώο του άρθρου 14 του ν. 4301/2014

  1. Επιτρέπεται η αντικατάσταση ή παύση θρησκευτικού λειτουργού ή τυχόν αναπληρωτή ή αναπληρωτών αυτού με άδεια του Υπουργού Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού, που εκδίδεται ύστερα από αίτηση της θρησκευτικής κοινότητας.
  2. Άσκηση ποινικής δίωξης για κακουργήματα ή για τα ακόλουθα πλημμελήματα: δα) κλοπή, υπεξαίρεση, απάτη, εκβίαση, πλαστογραφία, δωροδοκία, απιστία, παράβαση καθήκοντος, ψευδή κατάθεση, ψευδή καταμήνυση, συκοφαντική δυσφήμηση, οποιοδήποτε έγκλημα κατά της γενετήσιας ελευθερίας ή έγκλημα οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής, σωματική βλάβη εμβρύου ή νεογνού, τα αδικήματα του ν. 3500/2006 (Α’ 232) για την αντιμετώπιση της ενδοοικογενειακής βίας, αρπαγή ανηλίκων, παράνομη κατακράτηση, παράνομη βία, αυτοδικία, απειλή, διατάραξη θρησκευτικών συναθροίσεων, δβ) βία κατά υπαλλήλων και δικαστικών προσώπων, αθέμιτη επιρροή σε δικαστικούς λειτουργούς, διατάραξη της λειτουργίας υπηρεσίας, διατάραξη δικαστικών συνεδριάσεων, απείθεια, στάση, αντιποίηση, παραβίαση σφραγίδων που έθεσε η αρχή, παραβίαση φύλαξης της αρχής, δγ) διέγερση σε ανυπακοή, διέγερση σε διάπραξη εγκλημάτων, βιαιοπραγίες ή διχόνοια, πρόσκληση και προσφορά για την τέλεση εγκλήματος, εγκληματική οργάνωση, τρομοκρατικές πράξεις – τρομοκρατική οργάνωση, αξιόποινη υποστήριξη, διατάραξη κοινής ειρήνης, απειλή διάπραξης εγκλημάτων, διασπορά ψευδών ειδήσεων, προσβολή συμβόλων ή τόπων ιδιαίτερης εθνικής ή θρησκευτικής σημασίας, δδ) τα αδικήματα του ν. 927/1979 (Α’ 139), περί κολασμού πράξεων ή ενεργειών που αποσκοπούν σε φυλετικές διακρίσεις, δε) προσηλυτισμό του άρθρου 4 του α.ν. 1363/1938 (Α’ 305), δστ) τα αδικήματα του ν. 4139/2013 (Α’ 74), περί εξαρτησιογόνων ουσιών, δζ) παράβαση της παρ. 7 του άρθρου 20 και του άρθρου 26 του παρόντος, δη) αντιποίηση υπηρεσίας θρησκευτικού λειτουργού, αναστέλλει την εγγραφή του θρησκευτικού λειτουργού στο μητρώο του άρθρου 14 του ν. 4301/2014 (Α’ 223), μέχρι την έκδοση αμετάκλητης δικαστικής απόφασης. Σε περίπτωση αμετάκλητης καταδίκης, ο θρησκευτικός λειτουργός διαγράφεται από το μητρώο.
  3. Αν ο θρησκευτικός λειτουργός της παρ. 1 είναι πολίτης τρίτων χωρών και: α) είναι κάτοχος άδειας διαμονής, η άδεια του αυτή ανακαλείται χωρίς προθεσμία οικειοθελούς αναχώρησης ή β) υποβάλει αίτημα χορήγησης άδειας διαμονής, αυτό απορρίπτεται, χωρίς προθεσμία οικειοθελούς αναχώρησης. Για την εφαρμογή του παρόντος, ο Εισαγγελέας που ασκεί ποινική δίωξη ή η γραμματεία του ποινικού δικαστηρίου που εκδίδει αμετάκλητη δικαστική απόφαση ενημερώνει άμεσα τη Διεύθυνση Θρησκευτικής Διοίκησης του Υπουργείου Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού για την άσκηση της ποινικής δίωξης ή την έκδοση αμετάκλητης δικαστικής απόφασης, αντίστοιχα.

 

Άρθρο 28

Σφράγιση χώρων λατρείας – Ποινικές κυρώσεις- Διοικητικά πρόστιμα

  1. Χώροι λατρείας που ανεγείρονται ή λειτουργούν χωρίς την άδεια του Υπουργού Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού, κλείνουν και σφραγίζονται από την οικεία αστυνομική αρχή και η απόφαση σφράγισης κοινοποιείται στο Υπουργείο Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού. Αυτός που κατέχει και αυτός που ανεγείρει ή θέτει σε λειτουργία χώρο λατρείας χωρίς την άδεια της παρ. 1 του άρθρου 26 ή μεταβάλλει τη λειτουργία του χώρου αυτού κατά παράβαση της άδειας αυτής, τιμωρείται με ποινή φυλάκισης από δύο (2) έως έξι (6) μηνών και διοικητικό πρόστιμο, όπως καθορίζεται με την κοινή υπουργική απόφαση της παρ. 13 του άρθρου 63. Αν τα πρόσωπα του δεύτερου εδαφίου είναι αλλοδαποί, επιβάλλεται η διοικητική επιστροφή τους σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 21 έως 30 του ν. 3907/2011 (Α7). Αν είναι πολίτες τρίτων χωρών και είναι κάτοχοι άδειας διαμονής, η άδειά τους αυτή ανακαλείται χωρίς προθεσμία οικειοθελούς αναχώρησης. Αν είναι πολίτες τρίτων χωρών που υποβάλουν αίτημα χορήγησης άδειας διαμονής, αυτό απορρίπτεται, χωρίς προθεσμία οικειοθελούς αναχώρησης.
  2. Η υποβολή αίτησης για την έκδοση της άδειας της παρ. 1 του άρθρου 26 δεν αναστέλλει την εφαρμογή του παρόντος.

 

Άρθρο 29

Παραχώρηση ακινήτων φορέων της Κεντρικής Κυβέρνησης ή των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης α’ και β’ βαθμού για τη χρήση τους ως χώρους λατρείας

1.. Χώροι λατρείας που λογίζονται ως μνημεία, σύμφωνα με τον Κώδικα νομοθεσίας για την προστασία των αρχαιοτήτων και εν γένει της πολιτιστικής κληρονομιάς (ν. 4858/2021, Α΄220) μπορούν με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού να παραχωρούνται κατά χρήση για περιορισμένο χρονικό διάστημα στη Γενική Γραμματεία Θρησκευμάτων με αποκλειστικό σκοπό την άσκηση συγκεκριμένων λατρευτικών αναγκών θρησκευτικών κοινοτήτων.

  1. Φορείς της Κεντρικής Κυβέρνησης ή των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης (ο.τ.α.) α’ και β’ βαθμού μπορούν να παραχωρούν με τη διαδικασία που προβλέπεται, τη χρήση χώρων αποκλειστικής κυριότητας, νομής και κατοχής τους για την τέλεση συγκεκριμένων και ιδιαίτερα σημαντικών λατρευτικών γεγονότων σε εκκλησιαστικά ή θρησκευτικά νομικά πρόσωπα του ν. 4301/2014 (Α’ 223) ή σε θρησκευτικές κοινότητες, κατόπιν βεβαίωσης της Γενικής Γραμματείας Θρησκευμάτων ότι είναι εκκλησιαστικά ή θρησκευτικά νομικά πρόσωπα του ν. 4301/2014 ή διαθέτουν τουλάχιστον μία (1) άδεια χώρου λατρείας. Η παραχώρηση του πρώτου εδαφίου δεν μπορεί να υπερβαίνει τις έξι (6) ημέρες ανά έτος για κάθε θρησκευτική κοινότητα. Οι Δήμοι οφείλουν να ενημερώνουν εγγράφως την αρμόδια αστυνομική αρχή και να λαμβάνουν τα ενδεδειγμένα μέτρα για την ασφαλή τέλεση των θρησκευτικών καθηκόντων των ενδιαφερομένων.
  2. Φορείς της κεντρικής κυβέρνησης ή των ο.τ.α. α’ και β’ βαθμού μισθώνουν ή παραχωρούν άνευ ανταλλάγματος τη χρήση χώρων αποκλειστικής κυριότητας, νομής και κατοχής τους με αποκλειστικό σκοπό την άσκηση της λατρείας τους μόνο σε θρησκευτικά νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου ή εκκλησιαστικά ή θρησκευτικά νομικά πρόσωπα του ν. 4301/2014 και απαιτείται η άδεια της παρ. 1 του άρθρου 26 για τη νόμιμη λειτουργία τους.

 

Άρθρο 30

Διοικητικά μέτρα

Σε περίπτωση α) ανέγερσης, ίδρυσης, λειτουργίας και μεταστέγασης χώρων λατρείας, προσθήκης (καθ’ ύψος ή κατ’ επέκταση) και εκτέλεσης κάθε είδους οικοδομικών εργασιών σε υφιστάμενο χώρο λατρείας και κατεδάφισης χώρων λατρείας χωρίς την άδεια του Υπουργού Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού της παρ. 1 του άρθρου 26 και β) παραβίασης των όρων και προϋποθέσεων λειτουργίας των νομίμως αδειοδοτημένων χώρων λατρείας, όπως προβλέπονται στα άρθρα 24, 25, 26, 27, 28 και 29, επιβάλλονται διοικητικά πρόστιμα σύμφωνα με την παρ. 13 του άρθρου 63.

 

                                                                              Άρθρο 31

Ιδιωτικοί χώροι λατρείας της κατ’ άρθρο 3 του Συντάγματος Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Χριστού

  1. Χώροι λατρείας που ανήκουν κατά κυριότητα σε φυσικά πρόσωπα ή σε μη εκκλησιαστικά νομικά πρόσωπα μπορούν να ιδρύονται, ανεγείρονται, θεμελιώνονται, εγκαινιάζονται και να λειτουργούν για την εξυπηρέτηση της λατρείας της κατ’ άρθρο 3 του Συντάγματος Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας του Χριστού εφόσον: α) περιορίζονται στην τέλεση μυστηρίου ή ακολουθίας υπέρ των θρησκευτικών αναγκών είτε του ιδιοκτήτη φυσικού προσώπου και της οικογένειάς του είτε των μελών ή εκπαιδευόμενων ή ωφελούμενων ή εργαζομένων ή διαμενόντων στις εγκαταστάσεις του ιδιοκτήτη νομικού προσώπου και β) έχει εκδοθεί έγγραφη άδεια του Μητροπολίτη της κατά τόπον οικείας Ιεράς Μητρόπολης της Εκκλησίας της Ελλάδος της παρ. 4 του άρθρου 1 του ν. 590/1977 (Α΄ 146) ή της Ιεράς Μητρόπολης της Εκκλησίας της Κρήτης του άρθρου 17 του ν. 4149/1961 (Α΄ 41) και του άρθρου 3 του ν. 2942/2001 (Α΄ 202) ή της Ιεράς Μητρόπολης της Δωδεκανήσου ή της Εξαρχίας της Πάτμου των άρθρων 319 και 320 του ν. 4957/2022 (Α’ 141) και υπό την επιφύλαξη τήρησης της πολεοδομικής νομοθεσίας.
  2. Οι εκκλησιαστικές αρχές της παρ. 1 τηρούν υποχρεωτικά μητρώο αδειοδοτημένων ιδιωτικών χώρων λατρείας, στο οποίο καταχωρίζονται η διεύθυνσή τους, ο αριθμός και η ημερομηνία της άδειας και ο δικαιούχος της άδειας. Μέσο απόδειξης της αδειοδότησης των ανωτέρω χώρων λατρείας αποτελεί, εκτός της ανωτέρω άδειας, και η καταγραφή τους στο ανωτέρω μητρώο.
  3. Η άδεια εγκρίνεται και ανακαλείται κατά την πνευματική κρίση της κατά τόπον οικείας εκκλησιαστικής αρχής, και η χορήγησή της δεν θεμελιώνει αξίωση των κατόχων της έναντι της εκκλησιαστικής αρχής ώστε να εξυπηρετούνται οι θρησκευτικές ανάγκες τους οπωσδήποτε στον χώρο λατρείας τους αντί του Ενοριακού Ναού της περιοχής τους. Η άδεια αποτελεί προϋπόθεση για την έκδοση των διοικητικών πράξεων ή την υποβολή γνωστοποιήσεων κατά την πολεοδομική νομοθεσία, που απαιτούνται για τις οικοδομικές εργασίες ή αλλαγές χρήσης σε ακίνητο με σκοπό να ανεγερθεί ή να λειτουργήσει ο χώρος λατρείας.
  4. Στον ιδιωτικό χώρο λατρείας μπορεί να λειτουργήσει με την άδεια της κατά τόπον οικείας εκκλησιαστικής αρχής κληρικός της ή άλλος κληρικός εφόσον έχει την άδειά της.
  5. 5. Οι ιδιωτικοί χώροι λατρείας της παρ. 1 απαγορεύεται : α) να ιδρύονται ή να λειτουργούν χωρίς την άδεια της οικείας εκκλησιαστικής αρχής, β) να τίθενται σε δημόσια λατρεία, ανεξάρτητα αν γίνονται τελετές από θρησκευτικό λειτουργό ή όχι, γ) να λειτουργούν για διαφορετικό σκοπό από αυτόν της περ. α) της παρ. 1 ή κατά παράβαση της άδειας της οικείας εκκλησιαστικής αρχής, ή κατά παράβαση του άρθρου 6 του α.ν. 2200/1940 (Α’ 42) και των κανονιστικών πράξεων της παρ. 6 του άρθρου 36 του ν. 590/1977 (A’ 146), της παρ. 6 του άρθρου 43 του ν. 3848/2010 (Α΄71) και της παρ. 1 του άρθρου 338 του ν. 4957/2022 (A’ 141), δ) να διατίθενται χωρίς άδεια της ανωτέρω εκκλησιαστικής αρχής για την εξυπηρέτηση των αναγκών άλλης θρησκευτικής κοινότητας, ε) να ανεγείρονται, μετασκευάζονται, επεκτείνονται, μεταβάλλουν χρήση και να λειτουργούν κατά παράβαση της πολεοδομικής νομοθεσίας. Σε περίπτωση παράβασης του προηγούμενου εδαφίου ισχύουν τα διοικητικά μέτρα και πρόστιμα του άρθρων 27, 28, 30 και της παρ. 2 του άρθρου 64 στους χώρους λατρείας, στους εμπράγματους δικαιούχους ή κατόχους των ανωτέρω χώρων λατρείας και στους εμπλεκόμενους στη λειτουργία τους θρησκευτικούς λειτουργούς κατά περίπτωση.
  6. Για την παραχώρηση χώρου λατρείας της παρ. 1 προς εξυπηρέτηση των αναγκών άλλης θρησκευτικής κοινότητας ή φυσικών προσώπων που δεν ανήκουν στην ανωτέρω Εκκλησία και για τη νόμιμη λειτουργία του, απαιτούνται η υποβολή αίτησης του ιδιοκτήτη του χώρου λατρείας στην κατά τόπον οικεία εκκλησιαστική αρχή της παρ. 1 για την ανάκληση της άδειας και της καταγραφής του χώρου από το μητρώο της παρ. 2, η λήψη της άδειας της παρ. 1 του άρθρου 26 και η νόμιμη λειτουργία του χώρου λατρείας σύμφωνα με τα άρθρα 25 και 26. Στην ανωτέρω περίπτωση η οικεία εκκλησιαστική αρχή ανακαλεί υποχρεωτικά την άδεια της παρ. 1. Αν η ανωτέρω παραχώρηση και η λειτουργία υπέρ των αναγκών άλλης θρησκευτικής κοινότητας λαμβάνουν χώρα κατά παράβαση των υποχρεώσεων της παρούσας ή των άρθρων 25, 26 και 27 επιβάλλονται τα διοικητικά μέτρα και πρόστιμα των άρθρων 29 και 30 και της παρ. 2 του άρθρου 64.
  7. Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται και για τους υφιστάμενους κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου χώρους λατρείας της κατ’ άρθρο 3 του Συντάγματος Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Χριστού, κυριότητας φυσικών προσώπων και μη εκκλησιαστικών νομικών προσώπων.

8 Για υφιστάμενους κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος ιδιωτικούς χώρους λατρείας η καταγραφή τους στο μητρώο επέχει θέση άδειας της παρ. 1, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις της παρ. 1 και ισχύουν ως προς την καταγραφή οι διατάξεις του παρόντος άρθρου που αφορούν στην άδεια, την έλλειψη άδειας ή την παράβαση της άδειας.

 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ’

ΘΕΜΑΤΑ ΑΝΩΤΑΤΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΩΝ ΑΚΑΔΗΜΙΩΝ

 

Άρθρο 32

Κατάταξη και εισαγωγή φοιτητών στις Ανώτατες Εκκλησιαστικές Ακαδημίες και τα Τμήματα Θεολογικών Σχολών των Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων – Προσθήκη παρ. 5, 6, 7 και 8 στο άρθρο 4 του ν. 3432/2006

Στο άρθρο 4 του ν. 3432/2006 (Α’ 14), περί πρόσβασης στις Ανώτατες Εκκλησιαστικές Ακαδημίες, προστίθενται παρ. 5, 6, 7 και 8 ως εξής:

«5. Πρόσβαση στο Πρόγραμμα Ιερατικών Σπουδών των Ανώτατων Εκκλησιαστικών Ακαδημιών (Α.Ε.Α.) Αθηνών και της Πατριαρχικής Ανώτατης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Κρήτης (Π.Α.Ε.Α.) Κρήτης έχουν, μετά από κατατακτήριες εξετάσεις που οργανώνουν οι οικείες Ανώτατες Εκκλησιαστικές Ακαδημίες, οι άρρενες πτυχιούχοι Πανεπιστημίου, Τεχνολογικών Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων ή ισότιμων προς αυτά, Ανωτάτων Σχολών Παιδαγωγικής και Τεχνολογικής Εκπαίδευσης, της Ελλάδος ή του εξωτερικού, που έχουν αναγνωριστεί από τον Διεπιστημονικό Οργανισμό Αναγνώρισης Τίτλων Ακαδημαϊκών και Πληροφόρησης (Δ.Ο.Α.Τ.Α.Π.), οι κάτοχοι πτυχίων ανώτερων σχολών υπερδιετούς και διετούς κύκλου σπουδών αρμοδιότητας toy Υπουργείου Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού και άλλων Υπουργείων, καθώς και οι Κληρικοί που είναι απόφοιτοι της Δ’ Τάξης Εκκλησιαστικών Λυκείων ή κάτοχοι τίτλου μονοετούς κύκλου σπουδών Δημόσιου Ινστιτούτου Επαγγελματικής Κατάρτισης εκκλησιαστικού ή θεολογικού αντικειμένου. Στις εξετάσεις του προηγούμενου εδαφίου δύνανται να συμμετέχουν και οι απόφοιτοι των Ινστιτούτων Επαγγελματικής Κατάρτισης (Ι.Ε.Κ.), Σχολών Ανώτερης Επαγγελματικής Κατάρτισης (Σ.Α.Ε.Κ.) και Μεταλυκειακού έτους Τάξης Μαθητείας εφόσον έχουν απολυτήριο λυκείου και, ύστερα από επιτυχή εξέταση πιστοποίησης αρχικής επαγγελματικής κατάρτισης, Δίπλωμα Επαγγελματικής Ειδικότητας Εκπαίδευσης και Κατάρτισης επιπέδου 5 του Εθνικού Πλαισίου Προσόντων ή ισότιμο τίτλο σε συναφή ειδικότητα. Οι κατατακτήριες εξετάσεις αφορούν σε εξέταση με θέματα ανάπτυξης σε τρία (3) μαθήματα του Προγράμματος Ιερατικών Σπουδών του ιδρύματος υποδοχής. Στην επιλογή των υποψηφίων διασφαλίζονται η διαφάνεια και το αδιάβλητο της διαδικασίας. Η σειρά επιτυχίας των υποψηφίων καθορίζεται από το άθροισμα της βαθμολογίας όλων των μαθημάτων στα οποία εξετάζονται. Στη σειρά αυτήν περιλαμβάνονται όσοι έχουν συγκεντρώσει συνολική βαθμολογία τουλάχιστον τριάντα (30) μονάδες και με την προϋπόθεση ότι έχουν συγκεντρώσει δέκα (10) μονάδες τουλάχιστον σε καθένα από τα τρία (3) μαθήματα. Η κατάταξη γίνεται κατά φθίνουσα σειρά βαθμολογίας μέχρι να καλυφθεί το προβλεπόμενο ποσοστό. Οι κατατακτήριες εξετάσεις για τις Ανώτατες Εκκλησιαστικές Ακαδημίες διέπονται αποκλειστικά από τις διατάξεις του παρόντος.

  1. Υποψήφιοι οι οποίοι υπάγονται στην ειδική κατηγορία αλλοδαποί αλλογενείς της περ. iv της παρ. 4 του άρθρου 2 του ν. 2525/1997 (Α’ 188) και προτείνονται από την Εκκλησία της Ελλάδος, την Εκκλησία της Κρήτης, τις Ιερές Μητροπόλεις Δωδεκανήσου ή την Πατριαρχική Εξαρχία Πάτμου, μπορούν να εγγράφονται στις Ανώτατες Εκκλησιαστικές Ακαδημίες επιπλέον του αριθμού εισακτέων, καθ’ υπέρβαση των ποσοστών θέσεων που προβλέπονται σύμφωνα με την περ. β’ της παρ. 4 του άρθρου 2 του ν. 2525/1997, εφόσον έχουν: α) τη σύμφωνη γνώμη της Ε4 Διεύθυνσης Θρησκευτικών και Εκκλησιαστικών Υποθέσεων του Υπουργείου Εξωτερικών και β) θετική εισήγηση από το Ανώτατο Επιστημονικό Συμβούλιο του άρθρου 6 του παρόντος.
  2. Υποψήφιοι οι οποίοι υπάγονται στην ειδική κατηγορία αλλοδαποί αλλογενείς της περ. iv της παρ. 4 του άρθρου 2 του ν. 2525/1997 και έχουν λάβει υποτροφία από την Εκκλησία της Ελλάδος ή την Εκκλησία Κρήτης μπορούν να εγγράφονται και να καλύπτουν έως δέκα (10) θέσεις σε κάθε Ανώτατη Εκκλησιαστική Ακαδημία και έως πέντε (5) θέσεις σε κάθε Τμήμα των Θεολογικών Σχολών, επιπλέον του αριθμού εισακτέων, καθ’ υπέρβαση των ποσοστών θέσεων που προβλέπονται σύμφωνα με την περ. β’ της παρ. 4 του άρθρου 2 του ν. 2525/1997, εφόσον έχουν α) τη σύμφωνη γνώμη του Υπουργείου Εξωτερικών και β) θετική εισήγηση από το Ανώτατο Επιστημονικό Συμβούλιο του άρθρου 6 του παρόντος ή από τη Γενική Συνέλευση των οικείων Τμημάτων των Θεολογικών Σχολών. Οι υποψήφιοι του προηγούμενου εδαφίου δεν εμπίπτουν στα ποσοστά θέσεων που αφορούν στους υποτρόφους της περ. v) της παρ. 4 του άρθρου 2 του ν. 2525/1997.

 

  1. α) Το ποσοστό των κατατάξεων των υποψηφίων της παρ. 5, το οποίο δεν μπορεί να υπερβαίνει τον αριθμό των εισακτέων ανά έτος, καθώς και η διενέργεια των εξετάσεων, οι προϋποθέσεις, οι όροι, η διαδικασία εισαγωγής και εγγραφής, ο χρόνος και ο τόπος διενέργειας των εξετάσεων, τα εξεταστέα μαθήματα, το εξάμηνο κατάταξης, το οποίο δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερο του πέμπτου εξαμήνου φοίτησης, και κάθε άλλο ειδικότερο ζήτημα ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού, κατόπιν εισήγησης του Ανώτατου Επιστημονικού Συμβουλίου.

β) Οι προϋποθέσεις, οι όροι, η διαδικασία, τα δικαιολογητικά εγγραφής, ο χρόνος υποβολής τους και κάθε ειδικότερο ζήτημα που αφορά στους υποψηφίους της παρ. 6 ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού, κατόπιν εισήγησης του Ανώτατου Επιστημονικού Συμβουλίου.

γ) Οι προϋποθέσεις, οι όροι, η διαδικασία, τα δικαιολογητικά εγγραφής, ο χρόνος υποβολής τους και κάθε ειδικότερο ζήτημα που αφορά στους υποψηφίους της παρ. 7 ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού, κατόπιν εισήγησης του Ανώτατου Επιστημονικού Συμβουλίου σχετικά με τις Ανώτατες Εκκλησιαστικές Ακαδημίες και κατόπιν εισήγησης των Τμημάτων Θεολογίας για τα Τμήματα Θεολογίας».

 

Άρθρο 33

Αρμοδιότητες Ακαδημαϊκού Συμβουλίου Ανωτάτων Εκκλησιαστικών Ακαδημιών – Τροποποίηση παρ. 6 άρθρου 7 ν. 3432/2006

Στην παρ. 6 του άρθρου 7 του ν. 3432/2006 (Α’ 14), περί οργάνων διοίκησης των Ανωτάτων Εκκλησιαστικών Ακαδημιών, η περ. ε) αντικαθίσταται, και η παρ. 6 διαμορφώνεται ως εξής:

 

«6. Ο Πρόεδρος του Ακαδημαϊκού Συμβουλίου ασκεί τις ακόλουθες αρμοδιότητες και όσες άλλες προβλέπονται από επί μέρους διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας:

α) διευθύνει την Ανώτατη Εκκλησιαστική Ακαδημία και την εκπροσωπεί δικαστικώς και εξωδίκως, επιβλέπει την τήρηση των νόμων και του Κανονισμού λειτουργίας της και μεριμνά για την καλή συνεργασία διδασκόντων και φοιτητών,

β) συγκαλεί το Ακαδημαϊκό Συμβούλιο, καταρτίζει την ημερήσια διάταξη, προεδρεύει των εργασιών του και μεριμνά για την εφαρμογή των αποφάσεών του,

γ) χορηγεί τις κάθε είδους άδειες στο προσωπικό της Ανώτατης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας,

δ) εισηγείται θέματα προς εξέταση στο Ανώτατο Επιστημονικό Συμβούλιο, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του,

ε) καταρτίζει, και διαβιβάζει αρμοδίως προς τελική έγκριση στις Υπηρεσίες του Υπουργείου Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού τα σχέδια των προϋπολογισμών, των τροποποιήσεων αυτών, καθώς και των απολογισμών τους, κατόπιν έγκρισής τους από το Ακαδημαϊκό Συμβούλιο της οικείας Ακαδημίας, είναι διατάκτης των δαπανών της εντός των πιστώσεων του προϋπολογισμού της και έχει την ευθύνη για τη διοίκηση και διαχείριση της κινητής και ακίνητης περιουσίας της,

στ) προκηρύσσει τις θέσεις του διδακτικού προσωπικού όλων των κατηγοριών της οικείας Ανώτατης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας,

ζ) υπογράφει τους τίτλους, τα πιστοποιητικά και τις βεβαιώσεις σπουδών,

η) κατευθύνει και συντονίζει το έργο της Γραμματείας και είναι υπεύθυνος για την τήρηση των βιβλίων και των αρχείων της Ακαδημίας.».

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ’

ΘΕΜΑΤΑ ΜΟΥΦΤΕΙΩΝ ΘΡΑΚΗΣ

 

Άρθρο 34

Ειδική άδεια επιμόρφωσης Μουφτήδων – Προσθήκη παρ. 13 στο άρθρο 146 ν. 4964/2022

Στο άρθρο 146 του ν. 4964/2022 (Α’ 150), περί αρμοδιοτήτων και καθηκόντων των Μουφτήδων Θράκης, προστίθενται παρ. 13 ως εξής:

 

«13. Επιτρέπεται να χορηγείται στους Μουφτήδες και Τοποτηρητές Μουφτήδες, κατόπιν αίτησής τους, ειδική άδεια επιμόρφωσης με αποδοχές, κατά παρέκκλιση του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. (ν. 3528/2007, Α΄26), μέχρι τρεις (3) μήνες ανά ημερολογιακό έτος, σε δημόσιους ή ιδιωτικούς φορείς της Ελλάδας ή του εξωτερικού, με σκοπό την απόκτηση ειδικών γνώσεων σε θρησκευτικά θέματα, και ιδίως σε θέματα του παρόντος άρθρου. Η ειδική άδεια επιμόρφωσης χορηγείται με απόφαση του Υπουργού Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού, χωρίς να απαιτείται η γνώμη του αρμόδιου υπηρεσιακού συμβουλίου, κατόπιν εισήγησης του Τμήματος Μουσουλμανικών Υποθέσεων της Διεύθυνσης Θρησκευτικής Διοίκησης της Γενικής Γραμματείας Θρησκευμάτων. Στην απόφαση του προηγούμενου εδαφίου αναφέρονται η χρονική διάρκεια της άδειας επιμόρφωσης, ο σκοπός της, ο φορέας επιμόρφωσης και ο τρόπος απόδειξης επιτυχούς ολοκλήρωσής της και ο αναπληρωτής του Μουφτή ή του Τοποτηρητή Μουφτή κατά τη διάρκεια της άδειας επιμόρφωσης.».

 

Άρθρο 35

Ειδική αποζημίωση Μουφτήδων και Τοποτηρητών Μουφτήδων – Τροποποίηση παρ. 4 άρθρου 160 ν. 4964/2022

Στο τέλος της παρ. 4 του άρθρου 160 του ν. 4694/2022 (Α΄ 150), περί μεταβατικών διατάξεων, προστίθενται οι λέξεις «χωρίς να προαπαιτείται η πενταετής τουλάχιστον υπηρέτηση, συνεχόμενη ή διακεκομμένη, στα καθήκοντα του Μουφτή ή του Τοποτηρητή Μουφτή πριν από την αποχώρησή τους», και η παρ.4 διαμορφώνεται ως εξής:

«4. Όσοι υπηρέτησαν ως Μουφτήδες ή Τοποτηρητές Μουφτήδες, έχουν παραιτηθεί μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος και δεν εμπίπτουν στην περ. α) της παρ. 2 του άρθρου 144 ή στην περ. α) της παρ. 7 του άρθρου 150 δικαιούνται την καταβολή της ειδικής παροχής της παρ. 2 του άρθρου 145, χωρίς να προαπαιτείται η πενταετής τουλάχιστον υπηρέτηση, συνεχόμενη ή διακεκομμένη, στα καθήκοντα του Μουφτή ή του Τοποτηρητή Μουφτή πριν από την αποχώρησή τους.».

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε’

ΘΕΜΑΤΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΩΝ ΙΔΡΥΜΑΤΩΝ

Άρθρο 36

Εκκλησιαστικά ιδρύματα – Τροποποίηση παρ. 2 και προσθήκη παρ. 3 στο άρθρο 29 του ν. 590/1977

Στο άρθρο 29 του ν. 590/1977 (Α΄ 146), περί των αρμοδιοτήτων και καθηκόντων των αρχιερέων, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) στο τρίτο εδάφιο της παρ. 2 αα) μετά τις λέξεις «τα οποία» προστίθεται η λέξη «είτε», αβ) μετά τις λέξεις «Εφημερίδα της Κυβερνήσεως» προστίθενται οι λέξεις «είτε λειτουργούν ως υπηρεσίες των εκκλησιαστικών νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, τα οποία επικουρούν», β) προστίθεται παρ. 3 και μετά από νομοτεχνικές βελτιώσεις το άρθρο 29 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 29

  1. Ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών υπό την ιδιότητα του ποιμαίνοντος την Αρχιεπισκοπήν Αθηνών, ως και έκαστος εν ενεργεία Μητροπολίτης, ως Εκκλησιαστική Αρχή της κληρωθείσης αυτώ Μητροπόλεως, ασκούν εντός της περιφερείας της Μητροπόλεώς των, την υπό των Ιερών Κανόνων, των Εκκλησιαστικών διατάξεων και των νόμων εν γένει της Πολιτείας προβλεπομένην εξουσίαν.
  2. Τα της οργανώσεως, της διοικήσεως και της εν γένει λειτουργίας των Μητροπόλεων ρυθμίζονται δι` αποφάσεων της Δ. Ι. Σ., δημοσιευομένων διά της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. Αποφάσεις ρυθμίζουσαι ειδικώς θέματα επί μέρους Μητροπόλεων εκδίδονται κατά τα ανωτέρω, τη προτάσει του οικείου Αρχιερέως. Η Δ.Ι.Σ. δύναται, κατόπιν σχετικής προτάσεως του επιχώριου Μητροπολίτη, να συστήνει με αποφάσεις της εκκλησιαστικά Ιδρύματα για την προαγωγή μη κερδοσκοπικών φιλανθρωπικών, μορφωτικών, κοινωνικών και πολιτιστικών σκοπών, τα οποία είτε αποτελούν νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου και αποκτούν νομική προσωπικότητα από της δημοσιεύσεως της απόφασης στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως είτε λειτουργούν ως υπηρεσίες των εκκλησιαστικών νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου. Με την απόφαση αυτή εγκρίνεται ο Κανονισμός του εκκλησιαστικού ιδρύματος, ο οποίος περιέχει τους εν γένει κανόνες λειτουργίας και διαχείρισης του, με τους οποίους καθορίζεται οπωσδήποτε η επωνυμία, η έδρα, ο σκοπός του και το εκκλησιαστικό νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου που το εκκλησιαστικό ίδρυμα επικουρεί, η διοίκηση του, οι πόροι και οι κανόνες διαχείρισης της περιουσίας του, καθώς και οι όροι διάλυσης του. Σε περίπτωση διάλυσης του εκκλησιαστικού ιδρύματος, η περιουσία του περιέρχεται αυτοδικαίως στο εκκλησιαστικό νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, τους σκοπούς του οποίου επικουρεί Εκκλησιαστικό Ίδρυμα που συστήθηκε για τη θεραπεία ορισμένου σκοπού και διαχειρίζεται περιουσία, η οποία διατέθηκε εν ζωή ή αιτία θανάτου σε νομικό πρόσωπο του άρθρου 1 παρ. 4 ειδικά για αυτόν τον σκοπό, δεν μεταβάλλει τον σκοπό του, ει μη μόνον υπό τους όρους του άρθρου 109 του Συντάγματος και της κείμενης νομοθεσίας για τα κοινωφελή ιδρύματα, αναλόγως εφαρμοζόμενης στην περίπτωση αυτή στα εκκλησιαστικά Ιδρύματα. Η παρούσα παράγραφος εφαρμόζεται αναλόγως στα εκκλησιαστικά Μουσεία της παρ. 5 του άρθρου 45 και στα Ιερά Προσκυνήματα της παρ. 1 του άρθρου 59.
  3. Με απόφαση της Δ.Ι.Σ., που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, τα εκκλησιαστικά ιδρύματα της παρ. 2 δύναται να συγχωνεύονται σε νέο εκκλησιαστικό ίδρυμα ή να απορροφώνται από άλλα εκκλησιαστικά ιδρύματα. Με όμοια απόφαση δύναται να διενεργούνται η απόσχιση περιουσίας των εκκλησιαστικών ιδρυμάτων της παρ. 2 και η υπαγωγή της σε άλλα εκκλησιαστικά ιδρύματα. Η συγχώνευση, απορρόφηση ή απόσχιση του πρώτου και δευτέρου εδαφίου τελούν υπό την επιφύλαξη τήρησης του άρθρου 109 του Συντάγματος για όσες περιουσίες εκκλησιαστικών ιδρυμάτων προέρχονται από δωρεά ή διαθήκη και έχουν αφιερωθεί για ορισμένο σκοπό. Από τη δημοσίευση των αποφάσεων του πρώτου και δεύτερου εδαφίου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, στις κάθε είδους έννομες σχέσεις των συγχωνευόμενων ή απορροφώμενων ιδρυμάτων ή των ιδρυμάτων εκείνων από τα οποία αποσπάται περιουσία, ως προς τις έννομες σχέσεις τους που απορρέουν από την αποσχιζόμενη περιουσία υπεισέρχονται αυτοδικαίως ως οιονεί καθολικοί διάδοχοι τα διάδοχα εκκλησιαστικά ιδρύματα και στα διάδοχα ιδρύματα μεταβιβάζεται αυτοδικαίως η κυριότητα του συνόλου της περιουσίας των συγχωνευόμενων ή αποσπώμενων ιδρυμάτων ή της αποσπώμενης περιουσίας, χωρίς άλλη πράξη ή συμβόλαιο ή αντάλλαγμα. Για τη διαπίστωση της μεταβίβασης εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί ακινήτων από τα συγχωνευόμενα, απορροφώμενα ιδρύματα και τα ιδρύματα από τα οποία αποσπάται περιουσία προς τα διάδοχα ιδρύματα, ο επιχώριος Μητροπολίτης υποχρεούται σε σύνταξη έκθεσης απογραφής, η οποία περιβάλλεται τον συμβολαιογραφικό τύπο, περιγράφει τα ως άνω εμπράγματα δικαιώματα που περιέρχονται στο κατά περίπτωση διάδοχο ίδρυμα και μαζί με την περίληψἠ της καταχωρίζεται στα οικεία βιβλία του Ελληνικού Κτηματολογίου. Οι εκθέσεις απογραφής του προηγούμενου εδαφίου δεν αποτελούν μεταβιβαστικές εμπραγμάτων δικαιωμάτων πράξεις. Συντάσσονται και καταχωρίζονται χωρίς φόρους, εισφορές, αμοιβές, δικαιώματα και τέλη.».

 

Άρθρο 37

Έκτακτη επιχορήγηση εκκλησιαστικών ιδρυμάτων

Με απόφαση του Υπουργού Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού δύναται να επιχορηγείται εκτάκτως από τις πιστώσεις του προϋπολογισμού του Υπουργείου Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού, το νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου με την επωνυμία «Εκκλησιαστικό ίδρυμα “Ιωνική Αγωγή” Ιεράς Μητροπόλεως Νέας Ιωνίας, Φιλαδέλφειας, Ηρακλείου και Χαλκηδόνος», το οποίο συστάθηκε με τον υπ’ αρ. 926/648/11.3.2025 Κανονισμό συστάσεως και λειτουργίας (Β’ 1388) για την πραγματοποίηση επιμορφωτικών και εκπαιδευτικών δράσεων και εκδηλώσεων με αντικείμενο την ενημέρωση και ευαισθητοποίηση σχετικά με τα ιστορικά γεγονότα της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου (ν. 2193/1994), των Ελλήνων της Μικράς Ασίας (ν. 2645/1998) και των Αρμενίων (ν. 2397/1996). Με την ίδια απόφαση δύναται να καθορίζονται τα κριτήρια, οι προϋποθέσεις και η διαδικασία για την καταβολή της ως άνω έκτακτης επιχορήγησης.

 

 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ’

ΘΕΜΑΤΑ ΣΧΟΛΩΝ ΜΑΘΗΤΕΙΑΣ ΥΠΟΨΗΦΙΩΝ ΚΛΗΡΙΚΩΝ (Σ.Μ.Υ.Κ.)

Άρθρο 38

Δίπλωμα Μαθητείας Φοίτηση Κληρικών στις Σχολές Μαθητείας Υποψηφίων Κληρικών (Σ.Μ.Υ.Κ.) Τροποποίηση παρ. 4 άρθρου 245 και προσθήκη άρθρου 240Α στον ν. 4823/2021

  1. Στην παρ. 4 του άρθρου 245 του ν. 4823/2021 (Α’ 136) οι λέξεις «από 1ης.1.2026» αντικαθίστανται με τις λέξεις «από 1ης.1.2027» και η παρ. 4 διαμορφώνεται ως εξής:

«4. Οι παρ. 2 και 4 του άρθρου 140 ισχύουν από 1ης.1.2027.».

 

  1. Στον ν. 4823/2021, προστίθεται νέο άρθρο 240Α ως εξής:

«Άρθρο 240Α

Μεταβατική διάταξη για τη φοίτηση Κληρικών στις Σχολές Μαθητείας Υποψηφίων Κληρικών (Σ.Μ.Υ.Κ.)

  1. Όσοι έχουν χειροτονηθεί μέχρι την 31η.12.2026 και είναι κάτοχοι απολυτηρίου τίτλου Γενικού Εκκλησιαστικού Λυκείου του ν. 3432/2006 (Α’ 14), Γενικού Εκκλησιαστικού Λυκείου του παρόντος, Γενικού Λυκείου ή κάτοχοι απολυτηρίου ή πτυχίου Επαγγελματικού Λυκείου ή αντίστοιχου τίτλου σπουδών σχολείου Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης της ημεδαπής ή της αλλοδαπής, έχουν δικαίωμα συμμετοχής στη διαδικασία εισαγωγής ιεροσπουδαστών στις Σ.Μ.Υ.Κ., όπως αυτή προβλέπεται στο άρθρο 145 του παρόντος. Ο αριθμός εισακτέων για τους Κληρικούς του πρώτου εδαφίου της παρούσας καθορίζεται σύμφωνα με τη διαδικασία της περ. α) της παρ. 3 του άρθρου 145 και μπορεί να είναι επιπλέον των κατ’ έτος εισαχθέντων. Για τους Κληρικούς του πρώτου εδαφίου της παρούσης, τόπος διεξαγωγής της μαθητείας, κατά τις προβλέψεις της παρ. 3 του άρθρου 143, θεωρείται η υπηρεσία τους στην οργανική θέση όπου διορίστηκαν. Με απόφαση του Εποπτικού Συμβουλίου Εκκλησιαστικής Εκπαίδευσης (Ε.Σ.Ε.Ε.) μπορεί να τους επιτρέπεται η εξ αποστάσεως σύγχρονη ή ασύγχρονη εκπαίδευση συγκεκριμένων ή όλων των θεωρητικών μαθημάτων του εκπαιδευτικού προγράμματος της Σ.Μ.Υ.Κ. στο οποίο έχουν εγγραφεί.
  2. Εφόσον οι ιεροσπουδαστές, μέχρι την 31η.12.2026, χειροτονηθούν ή διοριστούν κατά το δεύτερο έτος φοίτησής τους σε κενή οργανική θέση διακόνου, εφημερίου ή ιεροκήρυκα της παρ. 3 του άρθρου 335 ή του άρθρου 347 ή του άρθρου 348 του ν. 4957/2022 (Α’ 141), μπορούν να συνεχίσουν να φοιτούν στις Σ.Μ.Υ.Κ. και ως τόπος διεξαγωγής της μαθητείας τους θεωρείται ο τόπος υπηρεσίας στην οργανική θέση όπου διορίστηκαν.».

 

Άρθρο 39

Αναβολή κατάταξης σπουδαστών των Σχολών Μαθητείας Υποψηφίων Κληρικών -Τροποποίηση περ. β’ παρ. 1 άρθρου 18 ν. 3421/2005

Στο τέλος της περ. β) της παρ. 1 του άρθρου 18 του ν. 3421/2005 (Α’ 302), περί αναβολής κατάταξης σπουδαστών δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, προστίθενται οι λέξεις «ή των Σχολών Μαθητείας Υποψηφίων Κληρικών (Σ.Μ.Υ.Κ.)» και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:

«1. Αναβάλλεται η κατάταξη στις Ένοπλες Δυνάμεις των στρατευσίμων, οι οποίοι κατά την ημερομηνία που υποχρεούνται για κατάταξη είναι:

α. Μαθητές λυκείων ή σχολείων δεύτερης ευκαιρίας ή Γυμνασίων Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης.

β. Σπουδαστές ινστιτούτων επαγγελματικής κατάρτισης ή σχολών δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης ή εσπερινών λυκείων ή μαθητές «Μεταλυκειακού έτους – τάξη μαθητείας» των ΕΠΑΛ ή Σ.Ε.Κ. ή των Σχολών Μαθητείας Υποψηφίων Κληρικών (Σ.Μ.Υ.Κ.).

γ. Γραμμένοι για φοίτηση σε ανώτερη ή ανώτατη σχολή για κύριες σπουδές ή για την απόκτηση μεταπτυχιακού διπλώματος ειδίκευσης.

δ. Γραμμένοι για απόκτηση διδακτορικού διπλώματος.

ε. Σπουδαστές Κέντρων Μεταλυκειακής Εκπαίδευσης, που εδρεύουν στην Ελλάδα και συμπράττουν με αναγνωρισμένα ανώτερα ή ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα του εξωτερικού.».

 

 

Άρθρο 40

Παρακολούθηση εκπαιδευτικών προγραμμάτων των Σχολών Μαθητείας Υποψηφίων Κληρικών από έγγαμους κληρικούς – Τροποποίηση παρ. 2 άρθρου 143 ν. 4823/2021

Στην παρ. 2 του άρθρου 143 του ν. 4823/2021 (Α΄136), περί εκπαιδευτικών προγραμμάτων των Σχολών Μαθητείας Υποψήφιων Κληρικών, προστίθεται νέο δεύτερο εδάφιο, και η παρ. 2 διαμορφώνεται ως εξής:

«2. Τα θεωρητικά μαθήματα περιλαμβάνουν: α) κοινά υποχρεωτικά μαθήματα, τα οποία συνδέονται με τις αρχές του κράτους δικαίου, της δράσης της Δημόσιας Διοίκησης και της άσκησης καθηκόντων διοικήσεως των Ενοριών, β) κοινά υποχρεωτικά μαθήματα, τα οποία συνδέονται με το τελετουργικό έργο του πνευματικού θρησκευτικού λειτουργού και την άσκηση ιερατικών καθηκόντων, γ) μαθήματα επιλογής που συνδέονται με τον διδακτικό ρόλο του θρησκευτικού λειτουργού ποιμένα, τα οποία μπορούν να διαφέρουν μεταξύ των Σ.Μ.Υ.Κ. ως προς τον τίτλο και το περιεχόμενο ή τις ώρες διδασκαλίας, χωρίς όμως να μεταβάλλεται ο συνολικός αριθμός ωρών διδασκαλίας που προβλέπει το αναλυτικό πρόγραμμα σπουδών. Οι έγγαμοι Ιεροσπουδαστές μπορούν να παρακολουθούν τα μαθήματα του προηγούμενου εδαφίου εξ αποστάσεως. Το εκπαιδευτικό και διδακτικό υλικό των θεωρητικών μαθημάτων των Σ.Μ.Υ.Κ. εκπονείται από το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής (Ι.Ε.Π.) και διανέμεται ηλεκτρονικά ή εντύπως από το Ινστιτούτο Τεχνολογίας Υπολογιστών και Εκδόσεων (Ι.Τ.Υ.Ε.) «ΔΙΟΦΑΝΤΟΣ», κατόπιν εγκρίσεως του Εποπτικού Συμβουλίου Εκκλησιαστικής Εκπαίδευσης (Ε.Σ.Ε.Ε.). Αν μέχρι την 30ή Ιουνίου κάθε έτους δεν έχει ολοκληρωθεί η εκπόνηση από το Ι.Ε.Π. ή για οποιοδήποτε άλλον λόγο δεν είναι δυνατή η διανομή διδακτικού και εν γένει εκπαιδευτικού υλικού εκπονημένου από το Ι.Ε.Π. για ένα ή περισσότερα μαθήματα, το Ε.Σ.Ε.Ε., χωρίς άλλη προηγούμενη διατύπωση γνώμης ή πρότασης, επιλέγει το κατά την κρίση του κατάλληλο διδακτικό και εν γένει εκπαιδευτικό υλικό, το οποίο διανέμεται δωρεάν στους ιεροσπουδαστές.»

 

Άρθρο 41

Δικαίωμα φοίτησης στις Σχολές Μαθητείας Υποψηφίων Κληρικών (Σ.Μ.Υ.Κ.) -Τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 144 ν. 4823/2021

Στην παρ. 1 του άρθρου 144 του ν. 4823/2021 (Α’ 136), περί δικαιώματος φοίτησης στις Σχολές Μαθητείας Υποψηφίων Κληρικών, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) στο τέλος του πρώτου εδαφίου διαγράφεται η φράση «και έχουν εκπληρώσει τις στρατιωτικές τους υποχρεώσεις ή έχουν απαλλαγεί νόμιμα από αυτές», β) το δεύτερο εδάφιο διαγράφεται και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:

«1. Δικαίωμα φοίτησης στις Σχολές Μαθητείας Υποψήφιων Κληρικών (Σ.Μ.Υ.Κ.) έχουν Έλληνες πολίτες, κάτοχοι απολυτηρίου Γενικού Εκκλησιαστικού Λυκείου του ν. 3432/2006 (Α’ 14), Γενικού Εκκλησιαστικού Λυκείου του παρόντος, Γενικού Λυκείου ή κάτοχοι απολυτηρίου ή πτυχίου Επαγγελματικού Λυκείου ή αντίστοιχου τίτλου σπουδών σχολείου Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης της ημεδαπής ή της αλλοδαπής, που κατέχουν τα προσόντα για να χειροτονηθούν κληρικοί.».

 

Άρθρο 42

Μέλη του Εργαστηριακού Διδακτικού Προσωπικού των Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων ως διδακτικό προσωπικό των Σχολών Μαθητείας Υποψηφίων Κληρικών -Τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 148 ν. 4823/2021

Στην παρ. 1 του άρθρου 148 του ν. 4823/2021 (Α’ 136), περί διδακτικού προσωπικού των Σχολών Μαθητείας Υποψηφίων Κληρικών, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) μετά από τη λέξη «καθηγητές» προστίθενται οι λέξεις «και μέλη του Εργαστηριακού Διδακτικού Προσωπικού (Ε.ΔΙ.Π.)», β) μετά από τις λέξεις «διδακτικό προσωπικό» προστίθενται οι λέξεις «και τα μέλη του Εργαστηριακού Διδακτικού Προσωπικού (Ε.ΔΙ.Π.)» και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:

«1. Στις Σχολές Μαθητείας Υποψήφιων Κληρικών (Σ.Μ.Υ.Κ.) έχουν δικαίωμα να διδάξουν τα θεωρητικά μαθήματα καθηγητές και μέλη του Εργαστηριακού Διδακτικού Προσωπικού (Ε.ΔΙ.Π.) των Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων (Α.Ε.Ι.) και ιδίως των Θεολογικών Σχολών, το διδακτικό προσωπικό και τα μέλη του Εργαστηριακού Διδακτικού Προσωπικού (Ε.ΔΙ.Π.) των προγραμμάτων ιερατικών σπουδών των Ανώτατων Εκκλησιαστικών Ακαδημιών (Α.Ε.Α.), οι εκπαιδευτικοί της δημόσιας γενικής ή της εκκλησιαστικής Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης που είναι κάτοχοι μεταπτυχιακού τίτλου ειδίκευσης ή διδακτορικού και οι κληρικοί που κατέχουν οργανική θέση εφημερίου, έχουν τα προσόντα διορισμού στη δημόσια Δευτεροβάθμια εκπαίδευση και είναι κάτοχοι μεταπτυχιακού τίτλου ειδίκευσης ή διδακτορικού.».

 

Άρθρο 43

Πρόσβαση στις Θεολογικές Σχολές και στα Προγράμματα Ιερατικών Σπουδών των Ανωτάτων Εκκλησιαστικών Ακαδημιών – Τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 153 ν. 4823/2021

Στην παρ. 1 του άρθρου 153 του ν. 4823/2021 (Α΄136), περί πρόσβασης στις Θεολογικές Σχολές και στα προγράμματα ιερατικών σπουδών των Ανώτατων Εκκλησιαστικών Ακαδημιών, μετά από τη λέξη «δύνανται» προστίθεται η φράση «, εφόσον χειροτονηθούν,» και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:

«1. Οι κάτοχοι του διπλώματος μαθητείας των Σχολών Μαθητείας Υποψήφιων Κληρικών (Σ.Μ.Υ.Κ.) δύνανται, εφόσον χειροτονηθούν, να εισάγονται στα Τμήματα των Θεολογικών Σχολών της ημεδαπής ή στα Προγράμματα Ιερατικών Σπουδών των Ανώτατων Εκκλησιαστικών Ακαδημιών (Α.Ε.Α.), αποκλειστικά με κατατακτήριες εξετάσεις που διενεργούνται με την επιμέλεια των ιδρυμάτων υποδοχής.».

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ

ΛΟΙΠΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ

 

Άρθρο 44

Αναγνώριση νομικής προσωπικότητας της Εκκλησίας της Σουηδίας στην Ελλάδα – Προσθήκη περ. θ) στην παρ. 5 του άρθρου 13 του ν. 4301/2014

  1. Στην παρ. 5 του άρθρου 13 του ν. 4301/2014 (Α’ 223), περί αναγνώρισης νομικής προσωπικότητας της εν Ελλάδι Καθολικής Εκκλησίας, λοιπών υφιστάμενων Εκκλησιών και νομικών προσώπων τους, προστίθεται περ. θ) ως εξής:

«θ) Η Εκκλησία της Σουηδίας στην Ελλάδα ως θρησκευτικό νομικό πρόσωπο με την επωνυμία «Εκκλησία της Σουηδίας στην Ελλάδα Θρησκευτικό Νομικό Πρόσωπο» που εδρεύει στην Αθήνα».

  1. Εντός αποκλειστικής προθεσμίας ενός (1) έτους από τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, το θρησκευτικό νομικό πρόσωπο «Εκκλησία της Σουηδίας στην Ελλάδα Θρησκευτικό Νομικό Πρόσωπο» οφείλει να υποβάλει σχετική αίτηση με τα δικαιολογητικά που προβλέπονται στο άρθρο 3 του ν. 4301/2014 (Α’ 223) στο Πρωτοδικείο της έδρας του, προκειμένου να εγγραφεί αυτόματα στο οικείο βιβλίο θρησκευτικών νομικών προσώπων. Η συστατική πράξη και ο κανονισμός οργάνωσης και λειτουργίας, υπογεγραμμένος από τα μέλη του νομικού προσώπου, υποβάλλονται και κοινοποιούνται υποχρεωτικά στο Υπουργείο Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού. Η εγγραφή γίνεται με πράξη του προϊσταμένου του δικαστηρίου. Μετά την πάροδο της προθεσμίας αυτής καμία δημόσια υπηρεσία δεν συναλλάσσεται με το ως άνω θρησκευτικό νομικό πρόσωπο εάν δεν έχει εγγραφεί στο οικείο βιβλίο.

Αν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία του πρώτου εδαφίου, καμία δημόσια υπηρεσία δεν συναλλάσσεται με το ως άνω θρησκευτικό νομικό πρόσωπο.

 

Άρθρο 45

Δημοσίευση διαπιστωτικών πράξεων της παρ. 3 του άρθρου 347, της παρ. 3 του άρθρου 348 και της παρ. 7 του άρθρου 482 του ν. 4957/2022

Οι διαπιστωτικές πράξεις του πέμπτου εδαφίου της παρ. 3 του άρθρου 347, περί των οργανικών θέσεων Κληρικών στην Εκκλησία της Ελλάδος, του πέμπτου εδαφίου της παρ. 3 του άρθρου 348, περί των οργανικών θέσεων Κληρικών στην Εκκλησία της Κρήτης, και του τρίτου εδαφίου της παρ. 7 του άρθρου 482 του ν. 4957/2022 (Α’ 141), περί μεταβατικών διατάξεων του Κεφαλαίου Α’, που έχουν εκδοθεί μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος, δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως κατά τον τύπο και το περιεχόμενο της διαπιστωτικής πράξης που ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού, άλλως επανεκδίδονται κατά τον τύπο και το περιεχόμενο της διαπιστωτικής πράξης που ορίζεται στην ως άνω υπουργική απόφαση και κατόπιν δημοσιεύονται εντός έξι (6) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος.

 

Άρθρο 46

Ανακατανομή οργανικών θέσεων Εφημερίων και εκκλησιαστικών υπαλλήλων των Ιερών Μητροπόλεων και ρύθμιση θεμάτων Ιεροδιακόνων του Πανελληνίου Ιερού Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας Τήνου (Π.Ι.Ι.Ε.Τ.)

  1. Μειώνονται κατά τέσσερις (4) οι ανερχόμενες, με την παρ. 2 του άρθρου 61 του ν. 5128/2024 (Α΄118), σε σαράντα πέντε (45) οργανικές θέσεις εκκλησιαστικών υπαλλήλων, που έχουν κατανεμηθεί στην Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών υπό αύξοντα αριθμό 2 της κάθετης στήλης υπό τον τίτλο «Οργανικές θέσεις Εκκλησιαστικών Υπαλλήλων» του Πίνακα 1 του άρθρου 1 του π.δ. 14/2023 (Α’ 30), ανερχόμενες σε σαράντα μία (41) θέσεις, και αυξάνονται κατά τέσσερις (4) οι οργανικές θέσεις Διακόνων που έχουν κατανεμηθεί στην Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών υπό αύξοντα αριθμό 2 της κάθετης στήλης υπό τον τίτλο «Οργανικές θέσεις Διακόνων» του Πίνακα 1 του άρθρου 1 του π.δ. 14/2023, ανερχόμενες σε δεκαπέντε (15) θέσεις. Ως προς την κατανομή των μεταφερομένων οργανικών θέσεων ισχύουν τα οριζόμενα στις παρ. 3, 5, 7 και 9 του άρθρου 347 του ν. 4957/2022 (Α’ 141).
  2. Μειώνονται κατά μία (1) οργανική θέση οι τρεις (3) οργανικές θέσεις Ιεροκηρύκων, που έχουν κατανεμηθεί στην Ιερά Μητρόπολη Καστοριάς υπό αύξοντα αριθμό 34 της κάθετης στήλης υπό τον τίτλο «Οργανικές θέσεις Ιεροκηρύκων» του Πίνακα 1 του άρθρου 1 του π.δ. 14/2023, ανερχόμενες σε δυο (2) θέσεις, και μετατρέπεται σε θέση εκκλησιαστικού υπαλλήλου εντός της αυτής Ιεράς Μητρόπολης, ώστε να αυξάνονται κατά μία (1) θέση οι οργανικές θέσεις εκκλησιαστικών υπαλλήλων που έχουν κατανεμηθεί στην ως άνω Ιερά Μητρόπολη υπό αύξοντα αριθμό 34 της κάθετης στήλης υπό τον τίτλο «Οργανικές θέσεις Εκκλησιαστικών Υπαλλήλων» του Πίνακα 1 του άρθρου 1 του π.δ. 14/2023, ανερχόμενες σε τέσσερις (4) θέσεις. Ως προς την κατανομή των μεταφερομένων οργανικών θέσεων ισχύουν τα οριζόμενα στις παρ. 3, 5, 7 και 9 του άρθρου 347 του ν. 4957/2022.
  3. Μειώνονται κατά μία (1) οι δεκαεννέα (19) οργανικές θέσεις Εφημερίων, που έχουν κατανεμηθεί στην Ιερά Μητρόπολη Σύμης υπό αύξοντα αριθμό 5 της κάθετης στήλης του Πίνακα 2 της παρ. 3 του άρθρου 335 του ν. 4957/2022, ανερχόμενες σε δεκαοκτώ (18) θέσεις, και μεταφέρεται εντός της αυτής Ιεράς Μητρόπολης, ώστε να αυξάνονται κατά μία (1) θέση οι οργανικές θέσεις Διακόνων που έχουν κατανεμηθεί στην αυτή Ιερά Μητρόπολη υπό αύξοντα αριθμό 5 του ανωτέρω Πίνακα, ανερχόμενη σε μια (1) θέση.
  4. 4. Μειώνονται κατά μία (1) οργανική θέση οι δύο (2) οργανικές θέσεις Ιεροκηρύκων, που έχουν κατανεμηθεί στην Ιερά Μητρόπολη Μαρωνείας και Κομοτηνής υπό αύξοντα αριθμό 47 της κάθετης στήλης υπό τον τίτλο «Οργανικές θέσεις Ιεροκηρύκων» του Πίνακα 1 του άρθρου 1 το π.δ. 14/2023, ανερχόμενες σε μία (1) θέση, και μετατρέπεται σε θέση εκκλησιαστικού υπαλλήλου κλάδου ΤΕ Διοικητικού- Λογιστικού και ειδικότητας ΤΕ Διοικητικού- Λογιστικού εντός της αυτής Ιεράς Μητρόπολης, ώστε να αυξάνονται κατά μία (1) θέση οι οργανικές θέσεις εκκλησιαστικών υπαλλήλων που έχουν κατανεμηθεί στην ως άνω Μητρόπολη υπό αύξοντα αριθμό 47 της κάθετης στήλης υπό τον τίτλο «Οργανικές θέσεις Εκκλησιαστικών Υπαλλήλων» του Πίνακα 1 του άρθρου 1 του π.δ. 14/2023, ανερχόμενες σε τέσσερις (4) θέσεις. Ως προς την κατανομή των μεταφερόμενων οργανικών θέσεων ισχύουν τα οριζόμενα στις παρ. 3, 5, 7 και 9 του άρθρου 347 του ν. 4957/2022.
  5. 5. Μειώνονται κατά δύο (2) οργανικές θέσεις οι τέσσερις (4) οργανικές θέσεις Διακόνων, που έχουν κατανεμηθεί στην Ιερά Μητρόπολη Γρεβενών υπό αύξοντα αριθμό 11 της κάθετης στήλης υπό τον τίτλο «Οργανικές θέσεις Διακόνων» του Πίνακα 1 του άρθρου 1 του π.δ. 14/2023, ανερχόμενες σε δύο (2) θέσεις, και μετατρέπονται σε ισάριθμες θέσεις Εφημερίων εντός της αυτής Ιεράς Μητρόπολης, ώστε να αυξάνονται κατά δύο (2) θέσεις οι οργανικές θέσεις Εφημερίων, που έχουν κατανεμηθεί στην ως άνω Μητρόπολη υπό αύξοντα αριθμό 11 της κάθετης στήλης υπό τον τίτλο «Οργανικές θέσεις Εφημερίων» του Πίνακα 1 του άρθρου 1 του π.δ. 14/2023, ανερχόμενες σε πενήντα πέντε (55) θέσεις. Ως προς την κατανομή των μεταφερόμενων οργανικών θέσεων ισχύουν τα οριζόμενα στις παρ. 3, 5, 7 και 9 του άρθρου 347 του ν. 4957/2022.
  6. 6. Μειώνονται κατά μία (1) οργανική θέση οι τρεις (3) οργανικές θέσεις Ιεροκηρύκων, που έχουν κατανεμηθεί στην Ιερά Μητρόπολη Γρεβενών υπό αύξοντα αριθμό 11 της κάθετης στήλης υπό τον τίτλο «Οργανικές θέσεις Ιεροκηρύκων» του Πίνακα 1 του άρθρου 1 του π.δ. 14/2023, ανερχόμενες σε δύο (2) θέσεις, και μετατρέπεται σε θέση εκκλησιαστικού υπαλλήλου κλάδου ΠΕ Διοικητικού-Λογιστικού εντός της αυτής Ιεράς Μητρόπολης, ώστε να αυξάνονται κατά μία (1) θέση οι οργανικές θέσεις εκκλησιαστικών υπαλλήλων που έχουν κατανεμηθεί στην ως άνω Μητρόπολη υπό αύξοντα αριθμό 11 της κάθετης στήλης υπό τον τίτλο «Οργανικές θέσεις Εκκλησιαστικών Υπαλλήλων» του Πίνακα 1 του άρθρου 1 του π.δ. 14/2023, ανερχόμενες σε τρεις (3) θέσεις. Ως προς την κατανομή των μεταφερόμενων οργανικών θέσεων ισχύουν τα οριζόμενα στις παρ. 3, 5, 7 και 9 του άρθρου 347 του ν. 4957/2022.
  7. 7. Μειώνονται κατά μία (1) οργανική θέση οι πενήντα οκτώ (58) οργανικές θέσεις Εφημερίων, που έχουν κατανεμηθεί στην Ιερά Μητρόπολη Γουμενίσσης, Αξιουπόλεως και Πολυκάστρου υπό αύξοντα αριθμό 10 της κάθετης στήλης υπό τον τίτλο «Οργανικές θέσεις Εφημερίων» του Πίνακα 1 του άρθρου 1 του π.δ. 14/2023, ανερχόμενες σε πενήντα επτά (57) θέσεις, και μετατρέπεται σε θέση εκκλησιαστικού υπαλλήλου κλάδου ΤΕ Διοικητικού- Λογιστικού και ειδικότητας ΤΕ Διοικητικού-Λογιστικού εντός της αυτής Ιεράς Μητρόπολης, ώστε να αυξάνονται κατά μία (1) θέση οι οργανικές θέσεις εκκλησιαστικών υπαλλήλων, που έχουν κατανεμηθεί στην ως άνω Μητρόπολη υπό αύξοντα αριθμό 10 της κάθετης στήλης υπό τον τίτλο «Οργανικές θέσεις Εκκλησιαστικών Υπαλλήλων» του Πίνακα 1 του άρθρου 1 του π.δ. 14/2023, ανερχόμενες σε τρεις (3) θέσεις. Ως προς την κατανομή των μεταφερόμενων οργανικών θέσεων ισχύουν τα οριζόμενα στις παρ. 3, 5, 7 και 9 του άρθρου 347 του ν. 4957/2022.
  8. 8. Μειώνονται κατά μία (1) οργανική θέση οι τρεις (3) οργανικές θέσεις Διακόνων, που έχουν κατανεμηθεί στην Ιερά Μητρόπολη Καρπενησίου υπό αύξοντα αριθμό 31 της κάθετης στήλης υπό τον τίτλο «Οργανικές θέσεις Διακόνων» του Πίνακα 1 του άρθρου 1 του π.δ. 14/2023, ανερχόμενες σε δύο (2) θέσεις, και μετατρέπεται σε θέση εκκλησιαστικού υπαλλήλου κλάδου ΤΕ1 Διοικητικού-Οικονομικού και ειδικότητας ΤΕ1 Διοικητικού-Οικονομικού εντός της αυτής Ιεράς Μητρόπολης, ώστε να αυξάνονται κατά μία (1) θέση οι οργανικές θέσεις εκκλησιαστικών υπαλλήλων, που έχουν κατανεμηθεί στην ως άνω Μητρόπολη υπό αύξοντα αριθμό 31 της κάθετης στήλης υπό τον τίτλο «Οργανικές θέσεις Εκκλησιαστικών Υπαλλήλων» του Πίνακα 1 του άρθρου 1 του π.δ. 14/2023, ανερχόμενες σε τέσσερις (4) θέσεις. Ως προς την κατανομή των μεταφερόμενων οργανικών θέσεων ισχύουν τα οριζόμενα στις παρ. 3, 5, 7 και 9 του άρθρου 347 του ν. 4957/2022.
  9. 9. Οι προβλεπόμενες από την παρ. 2 του άρθρου 3 του 8/1970 Κανονισμού της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος (Α’ 81) δύο (2) θέσεις Ιεροδιακόνων, που διατηρήθηκαν σε ισχύ με την περ. 1 της παρ. β του άρθρου 7 του ν. 349/1976 «Περί διοικήσεως του Πανελληνίου Ιερού Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας Τήνου» (Α’ 149), είναι κατηγορίας Α’ ή Β’.

 

Άρθρο 47

Άδειες τέλεσης γάμων και βαπτίσεων από την Εκκλησία Ελλάδος και διαδικασία ηλεκτρονικής έκδοσής τους -Αντικατάσταση παρ. 1 άρθρου 49 ν. 590/1977

Η παρ. 1 του άρθρου 49 του ν. 590/1977 (Α’ 146), περί της ιερολογίας του γάμου, αντικαθίσταται ως εξής:

«1. α) Με κανονισμούς της Δ.Ι.Σ. καθορίζονται η διαδικασία χορήγησης άδειας γάμου και βαπτίσματος και έκδοσης πιστοποιητικών τελέσεώς τους ή πνευματικής λύσεως γάμου, οι προϋποθέσεις και τα κωλύματα τελέσεώς τους με βάση τους Ιερούς Κανόνες, τα δικαιολογητικά έκδοσης των ανωτέρω αδειών και πιστοποιητικών, το περιεχόμενό τους και τα αρμόδια όργανα της διαδικασίας εκδόσεώς τους.

β) Με κοινή απόφαση των Υπουργών Ψηφιακής Διακυβέρνησης, Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού και Εσωτερικών καθορίζονται η διαδικτυακή εφαρμογή και ο φορέας λειτουργίας της για την έκδοση των αδειών και πιστοποιητικών της περ. α) σε μορφή ηλεκτρονικού εγγράφου, οι χρήστες της εφαρμογής και οι κανόνες προσβάσεως και λειτουργίας της, η διαδικασία ταυτοποίησης προσώπων, τα αναγκαία για την έκδοση των ανωτέρω αδειών και πιστοποιητικών προσωπικά στοιχεία των ενδιαφερόμενων και η διαδικασία επεξεργασίας τους, καθώς και η διασύνδεση και η διαλειτουργικότητα μεταξύ των αρχείων των Ιερών Μητροπόλεων, των Ενοριών και των Ληξιαρχείων προς τον ανωτέρω σκοπό και σε συμμόρφωση προς τον Κανονισμό ΕΕ 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 2016 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων (L 119) και τον ν. 4624/2019 (Α΄137).».

 

     Άρθρο 48

Άδεια διαμονής σε μαθητές πρότυπων εκκλησιαστικών σχολείων που διαμένουν σε εστίες – Τροποποίηση παρ. 4 άρθρου 134 Κώδικα Μετανάστευσης

Στο τέλος του πρώτου εδαφίου της περ. β της παρ. 4 του άρθρου 134 του Κώδικα Μετανάστευσης (ν. 5038/2023, Α΄81), περί αδειών διαμονής για ανθρωπιστικούς και εξαιρετικούς λόγους, προστίθεται η φράση «ή σε μαθητικές εστίες, οι οποίες λειτουργούν σύμφωνα με το άρθρο 134 του ν. 4823/2021 (Α’ 136) και στις οποίες διαμένουν και σιτίζονται μαθητές πρότυπων εκκλησιαστικών» και η περ. β. διαμορφώνεται ως εξής:

«β. άδεια διαμονής τύπου «Α.5» σε ανηλίκους φιλοξενούμενους σε οικοτροφεία που λειτουργούν υπό την εποπτεία των αρμόδιων Υπουργείων ή σε μαθητικές εστίες, οι οποίες λειτουργούν σύμφωνα με το άρθρο 134 του ν. 4823/2021 (Α’ 136) και στις οποίες διαμένουν και σιτίζονται μαθητές πρότυπων εκκλησιαστικών σχολείων. Η άδεια διαμονής έχει διάρκεια ισχύος τρία (3) έτη και ανανεώνεται για ισόχρονο διάστημα, εφόσον εξακολουθούν να συντρέχουν οι προϋποθέσεις χορήγησης. Εφόσον εκλείψουν οι λόγοι για τους οποίους χορηγήθηκε η άδεια διαμονής, ο πολίτης τρίτης χώρας μπορεί να αιτηθεί αλλαγή κατηγορίας άδειας διαμονής σύμφωνα με το άρθρο 12.»

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η’

ΜΠΕΚΤΑΣΗΔΕΣ ΑΛΕΒΙΤΕΣ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΟΙ ΘΡΑΚΗΣ

 

Άρθρο 49

Αναγνώριση ως θρησκευτικού νομικού προσώπου της θρησκευτικής κοινότητας των Μπεκτασήδων Αλεβιτών Μουσουλμάνων Θράκης

  1. Αναγνωρίζεται ως θρησκευτικό νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου του άρθρου 2 του ν. 4301/2014 (Α’ 223) η θρησκευτική κοινότητα των Μπεκτασήδων Αλεβιτών Μουσουλμάνων Θράκης με την επωνυμία «Μπεκτασήδες Αλεβίτες Μουσουλμάνοι Θράκης Θρησκευτικό Νομικό Πρόσωπο», που εδρεύει στη Ρούσσα της τοπικής κοινότητας Μικρού Δερείου της δημοτικής ενότητας Ορφέα του Δήμου Σουφλίου της Περιφερειακής Ενότητας Έβρου, χωρίς την υποχρέωση υποβολής αίτησης του θρησκευτικού νομικού προσώπου κατά τη διαδικασία της εκουσίας δικαιοδοσίας ενώπιον του κατά τόπον αρμόδιου μονομελούς πρωτοδικείου.
  2. Εντός αποκλειστικής προθεσμίας ενός (1) έτους από τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, το θρησκευτικό νομικό πρόσωπο «Μπεκτασήδες Αλεβίτες Μουσουλμάνοι Θράκης Θρησκευτικό Νομικό Πρόσωπο» οφείλει να υποβάλει σχετική αίτηση με τα δικαιολογητικά που προβλέπονται στο άρθρο 3 του ν. 4301/2014 στο Πρωτοδικείο της έδρας του προκειμένου να εγγραφεί αυτόματα στο οικείο βιβλίο θρησκευτικών νομικών προσώπων. Η συστατική πράξη και ο κανονισμός οργάνωσης και λειτουργίας, υπογεγραμμένος από τουλάχιστον τριακόσια (300) μέλη του νομικού προσώπου, υποβάλλονται υποχρεωτικά μαζί με τα λοιπά απαιτούμενα δικαιολογητικά και κοινοποιούνται υποχρεωτικά στο Υπουργείο Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού. Η εγγραφή γίνεται με πράξη του προϊσταμένου του δικαστηρίου. Αν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία του πρώτου εδαφίου, καμία δημόσια υπηρεσία δεν συναλλάσσεται με το ως άνω θρησκευτικό νομικό πρόσωπο.
  3. Τα μέλη της θρησκευτικής κοινότητας των Μπεκτασήδων Αλεβιτών Μουσουλμάνων Θράκης, συμπεριλαμβανομένων των μελών του θρησκευτικού νομικού προσώπου «Μπεκτασήδες Αλεβίτες Μουσουλμάνοι Θράκης Θρησκευτικό Νομικό Πρόσωπο», ως μέλη της μουσουλμανικής μειονότητας Θράκης, διατηρούν τα δικαιώματα που προβλέπονται στις διατάξεις για την προστασία των μειονοτήτων της Συνθήκης της Λωζάνης και στην ελληνική νομοθεσία και δεν εφαρμόζεται για αυτά το άρθρο 146 του ν. 4964/2022 (Α’ 150), περί της δικαιοδοσίας, των αρμοδιοτήτων και των καθηκόντων των Μουφτήδων Θράκης.
  4. Το θρησκευτικό νομικό πρόσωπο «Μπεκτασήδες Αλεβίτες Μουσουλμάνοι Θράκης Θρησκευτικό Νομικό Πρόσωπο» υπάγεται στις διατάξεις του Κεφαλαίου Α’ του ν. 4301/2014, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στο Κεφάλαιο Η’ του παρόντος.

 

Άρθρο 50

Χώροι λατρείας Μπεκτασήδων Αλεβιτών Μουσουλμάνων Θράκης

  1. Οι υφιστάμενοι ευκτήριοι οίκοι και χώροι λατρείας, όπως τζεμ, τζεμεβί και τεκέδες, καθώς και εκείνοι που θα ιδρύσουν στο μέλλον οι Μπεκτασήδες Αλεβίτες Μουσουλμάνοι Θράκης του θρησκευτικού νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου με την επωνυμία «Μπεκτασήδες Αλεβίτες Μουσουλμάνοι Θράκης Θρησκευτικό Νομικό Πρόσωπο», διοικούνται και εκπροσωπούνται από αυτό στο πλαίσιο της οργάνωσης και λειτουργίας του, όπως προβλέπεται από τον κανονισμό του.
  2. Εντός προθεσμίας δύο (2) ετών από τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, οι άδειες ίδρυσης και λειτουργίας νομίμως υφιστάμενων και λειτουργούντων χώρων λατρείας επανεκδίδονται στο όνομα του θρησκευτικού νομικού προσώπου με την επωνυμία «Μπεκτασήδες Αλεβίτες Μουσουλμάνοι Θράκης Θρησκευτικό Νομικό Πρόσωπο» μετά από αίτησή του, την οποία προσυπογράφει και ο θρησκευτικός λειτουργός (ντεντέ) που διαποιμαίνει τον χώρο λατρείας χωρίς καμία άλλη διατύπωση και χωρίς την υποβολή λοιπών δικαιολογητικών.
  3. Η προθεσμία της παρ. 2 μπορεί να παρατείνεται για ένα (1) έτος με την απόφαση της παρ. 1 του άρθρου 63 έως τρεις (3) φορές για ένα (1) έτος κάθε φορά.

 

Άρθρο 51

Διαχειριστική Επιτροπή Βακουφίων Μπεκτασήδων Αλεβιτών Μουσουλμάνων Θράκης (Δ.Ε.ΒΑ.Μ.Α.M.Θ.)

  1. Συστήνεται μη κρατικό νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, κοινωφελές και μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, με την επωνυμία «Διαχειριστική Επιτροπή Βακουφίων Μπεκτασήδων Αλεβιτών Μουσουλμάνων Θράκης (Δ.Ε.ΒΑ.Μ.Α.Μ.Θ.)», το οποίο εποπτεύεται από τον Υπουργό Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού. Βασική αποστολή του νομικού προσώπου είναι η διοίκηση των Βακουφίων και η διαχείριση των κτιρίων, οικοπέδων, κτημάτων και γενικώς κάθε είδους αστικών, αγροτικών και δασικών ακινήτων, των κινητών περιουσιακών στοιχείων και των προσόδων που έχουν αφιερωθεί, μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος, υπέρ ευσεβούς, αγαθοεργού και εν γένει κοινωφελούς σκοπού ή υπέρ φιλανθρωπικού, θρησκευτικού, ευαγούς μη κερδοσκοπικού ιδρύματος, ιδίως υπέρ της διατήρησης, συντήρησης και λειτουργίας των μνημείων, τζεμ, τζεμεβί και τεκέδων, νεκροταφείων των Μπεκτασήδων Αλεβιτών Μουσουλμάνων Θράκης και λοιπών κοινωφελών δομών και της υλοποίησης φιλανθρωπικών δράσεων, υπό την επιφύλαξη του Κώδικα νομοθεσίας για την προστασία των αρχαιοτήτων και εν γένει της πολιτιστικής κληρονομιάς (ν. 4858/2021, Α΄220).
  2. Η Δ.Ε.ΒΑ.Μ.Α.Μ.Θ. είναι ο φορέας όλων των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων επί των αφιερωμένων ακινήτων, κινητών πραγμάτων και προσόδων που έχουν περιέλθει σε αυτή και προβαίνει σε κάθε αναγκαία διαχειριστική πράξη για τη διηνεκή ευόδωση της αποστολής της και τη θεραπεία του γενικότερου ή του ρητώς εκπεφρασμένου ειδικότερου σκοπού που έχει θέσει ο αφιερωτής συγκεκριμένου περιουσιακού στοιχείου. Στην αποστολή της περιλαμβάνεται και η διαχείριση πάσης φύσεως ακινήτων και κινητών περιουσιακών στοιχείων και προσόδων που περιέρχονται, κατά τις κοινές διατάξεις, στην κυριότητα, τη νομή ή την κατοχή της.

 

Άρθρο 52

Διοίκηση Διαχειριστικής Επιτροπής Βακουφίων Μπεκτασήδων Αλεβιτών Μουσουλμάνων Θράκης

  1. Όργανο διοίκησης της Διαχειριστικής Επιτροπής Βακουφίων Μπεκτασήδων Αλεβιτών Μουσουλμάνων Θράκης (ΔΕ.ΒΑ.Μ.Α.Μ.Θ.) είναι το Διοικητικό Συμβούλιο (Δ.Σ.). Τα μέλη του ορίζονται για θητεία τριών (3) ετών. Το Δ.Σ απαρτίζεται από πέντε (5) μέλη, που προέρχονται αποκλειστικά από το θρησκευτικό νομικό πρόσωπο «Μπεκτασήδες Αλεβίτες Μουσουλμάνοι Θράκης Θρησκευτικό Νομικό Πρόσωπο» και τα οποία έχουν συμπληρώσει το εικοστό πρώτο (21ο) έτος της ηλικίας τους και ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού κατόπιν πρότασης του ως άνω θρησκευτικού νομικού προσώπου. Τα μέλη του Δ.Σ. μπορούν ταυτόχρονα να μετέχουν και στη διοίκηση του θρησκευτικού νομικού προσώπου ή να υπηρετούν ως θρησκευτικοί λειτουργοί ή ως Ιεροδιδάσκαλοι του άρθρου 59, εκτός εάν είναι σύζυγοι ή συγγενείς εξ αίματος μέχρι και του τρίτου βαθμού μελών της διοίκησης του θρησκευτικού νομικού προσώπου.
  2. Στην πρώτη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου εκλέγονται ο Πρόεδρος, ο οποίος είναι και ο νόμιμος εκπρόσωπος της Δ.Ε.ΒΑ.Μ.Α.Μ.Θ., ο Ταμίας και ο Γραμματέας, μεταξύ των μελών του Δ.Σ.. Αν το θρησκευτικό νομικό πρόσωπο «Μπεκτασήδες Αλεβίτες Μουσουλμάνοι Θράκης Θρησκευτικό Νομικό Πρόσωπο» δεν προτείνει πέντε (5) μέλη με τους αναπληρωτές τους, τα μέλη που υπολείπονται μέχρι να συμπληρωθεί ο απαιτούμενος αριθμός επιλέγονται από τον Υπουργό Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού. Σε περίπτωση διάλυσης του θρησκευτικού νομικού προσώπου «Μπεκτασήδες Αλεβίτες Μουσουλμάνοι Θράκης Θρησκευτικό Νομικό Πρόσωπο», όλα τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της Δ.Ε.ΒΑ.Μ.Α.Μ.Θ. επιλέγονται από τον Υπουργό Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού, οι οποίοι είναι υποχρεωτικά Μπεκτασήδες Αλεβίτες Μουσουλμάνοι.
  3. Οι αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου με οικονομικό αντικείμενο άνω των χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ, καθώς και όλες οι αποφάσεις που αφορούν στην εκμίσθωση ή μίσθωση, αγορά ή πώληση, μεταβίβαση, παροχή εμπράγματης ασφάλειας επί των ακινήτων της Δ.Ε.ΒΑ.Μ.Α.Μ.Θ., την ανάληψη πάσης φύσεως δανειακών υποχρεώσεων εκ μέρους της, την αποδοχή πάσης φύσεως δωρεών, χορηγιών, προσφορών και κληρονομιών ή κληροδοσιών και την πρόσληψη προσωπικού εγκρίνονται πριν από την έναρξη των διαδικασιών εκτέλεσής τους με την απόφαση της παρ. 4 του άρθρου 63 και δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα της Δ.Ε.ΒΑ.Μ.Α.Μ.Θ., τηρουμένου του Κανονισμού ΕΕ 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 2016 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων (L 119) και του ν. 4624/2019 (Α΄137).

 

Άρθρο 53

Κωλύματα

Δεν δύνανται να διοριστούν ως μέλη του Δ.Σ., α) βουλευτής, περιφερειάρχης, χωρικός αντιπεριφερειάρχης, δήμαρχος, β) όποιος μετέχει σε Διαχειριστική ή Βακουφική Επιτροπή του ν. 3647/2008 (Α’ 37) και γ) όποιος έχει καταδικασθεί αμετακλήτως για οποιοδήποτε κακούργημα ή για τα ακόλουθα πλημμελήματα: κλοπή, απάτη, υπεξαίρεση, εκβίαση, πλαστογραφία, απιστία, δωροδοκία, παράνομη βεβαίωση ή είσπραξη δικαιωμάτων του Δημοσίου, παράβαση καθήκοντος, έγκλημα κατά της γενετήσιας ελευθερίας και κατά της οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής, ψευδή κατάθεση, ψευδή καταμήνυση, συκοφαντική δυσφήμηση, διασπορά ψευδών ειδήσεων και χρεοκοπία. Το κώλυμα της περ. γ του προηγούμενου εδαφίου υπάρχει και για όσο χρόνο εκκρεμεί η ποινική δίωξη για μία από τις παραπάνω πράξεις. Οι σύζυγοι μελών ή οι συγγενείς εξ αίματος μέχρι και του τρίτου βαθμού δεν μπορούν να μετέχουν, παράλληλα με το μέλος στη Δ.Ε.ΒΑ.Μ.Α.Μ.Θ. Μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Δ.Ε.ΒΑ.Μ.Α.Μ.Θ. για δύο (2) συνεχείς θητείες δεν μπορεί να προταθεί για την αμέσως επόμενη θητεία.

 

Άρθρο 54

Ασυμβίβαστα

  1. Τα μέλη της Δ.Ε.ΒΑ.Μ.Α.Μ.Θ. εκπίπτουν αυτοδικαίως της ιδιότητάς τους, εφόσον: α) συντρέξει στο πρόσωπό τους μία εκ των περιπτώσεων του άρθρου 54 και β) δεν συμμορφώνονται με τα άρθρα 50 έως 58 και τις κατ’ εξουσιοδότηση αυτών εκδοθείσες υπουργικές αποφάσεις. Η διαπιστωτική πράξη της έκπτωσης εκδίδεται από τον Υπουργό Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού.
  2. Μέχρι την ολοκλήρωση της διαδικασίας της παρ. 2 του άρθρου 50, η Δ.Ε.ΒΑ.Μ.Α.Μ.Θ. διοικείται από διοικητικό συμβούλιο που διορίζεται από τον Υπουργό Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού και τα μέλη του είναι υποχρεωτικά Μπεκτασήδες Αλεβίτες Μουσουλμάνοι. Αμέσως μετά την εγγραφή του θρησκευτικού νομικού προσώπου «Μπεκτασήδες Αλεβίτες Μουσουλμάνοι Θράκης Θρησκευτικό Νομικό Πρόσωπο» στο οικείο βιβλίο θρησκευτικών νομικών προσώπων σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 50, εκκινεί η διαδικασία ορισμού διοικητικού συμβουλίου σύμφωνα με το άρθρο 53.
  3. Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, ευθύνονται για δόλο και βαρεία αμέλεια. Ο Πρόεδρος και ο Ταμίας είναι υπόχρεοι δήλωσης περιουσιακής κατάστασης του ν. 5026/2023 (Α’ 45), σύμφωνα με την περ. μθ) της παρ. 1 του άρθρου 1 του ιδίου νόμου.

Άρθρο 55

Πόροι- Έσοδα

  1. Οι πόροι-έσοδα της Δ.Ε.ΒΑ.Μ.Α.Μ.Θ. είναι ιδίως: α) τα έσοδα από τη διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων τους, οι τόκοι από την εκμετάλλευση των διαθεσίμων τους και κάθε άλλη πρόσοδος από την εκμετάλλευση του ενεργητικού, β) πάσης φύσεως επιχορηγήσεις και χρηματοδοτήσεις από το Αναπτυξιακό Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων με την επιφύλαξη των ειδικών θεσμικών πλαισίων των Προγραμμάτων που χρηματοδοτεί και των διατάξεων του ν. 5140/2024 (Α΄154), περί του νέου Αναπτυξιακού Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, καθώς και εντός των εγκεκριμένων ορίων προυπολογισμών των οικείων προγραμμάτων και των εγκρινόμενων ετήσιων πιστώσεων του αρμόδιου Υπουργείου, γ) επιχορηγήσεις, χορηγίες, δωρεές, κληρονομίες ή και κληροδοσίες που καταλείπονται σε αυτούς.
  2. Η Δ.Ε.ΒΑ.Μ.Α.Μ.Θ. μπορεί να επιχορηγείται για την εκπλήρωση των σκοπών της από το Υπουργείο Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού.
  3. Η Δ.Ε.ΒΑ.Μ.Α.Μ.Θ. υποχρεούται να υποβάλει στο Υπουργείο Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού μέχρι το τέλος Μαρτίου κάθε έτους, αναλυτικό ισολογισμό και απολογισμό για το αμέσως προηγούμενο έτος, με πλήρη οικονομικά στοιχεία, καθώς και αναλυτικό προϋπολογισμό για το τρέχον έτος, τα οποία υπογράφονται από λογιστή ή ελεγκτή.
  4. Η Δ.Ε.ΒΑ.Μ.Α.Μ.Θ., για τη βέλτιστη ανάπτυξη και εξυπηρέτηση των σκοπών της και ιδίως για την εξασφάλιση της διηνεκούς λειτουργίας της, τη διατήρηση και συντήρηση των σημαντικότερων αφιερωμάτων και την κάλυψη σημαντικών ή έκτακτων δαπανών τους, δύναται να εκποιεί εκ των αφιερωμάτων, μόνο τα εντός συναλλαγής ακίνητα και κινητά πράγματα που κατέχει, εφόσον δεν υφίσταται ρητή αντίθετη διάταξη του αφιερωτή και υπό την προϋπόθεση ότι δεν είναι εφικτή η εκμετάλλευση του πράγματος κατά επωφελέστερο τρόπο. Ακίνητα και κινητά πράγματα που δεν είναι αφιερώματα, εκποιούνται χωρίς τον περιορισμό του πρώτου εδαφίου, κατά τους όρους που έχει θέσει ο κληρονομούμενος ή ο δωρητής. Σε κάθε περίπτωση, η εκποίηση γίνεται κατόπιν έκθεσης εκτίμησης αξίας ακινήτου, με δημόσιο πλειστηριασμό, με ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας για τον εκούσιο πλειστηριασμό. Αν κηρυχθεί άγονος ο πλειστηριασμός, επιτρέπεται η επανάληψή του μετά την πάροδο δύο (2) μηνών. Μετά από τρεις (3) άγονους πλειστηριασμούς, επιτρέπεται η απευθείας πώληση του ακινήτου, με όρους και τίμημα που καθορίζει το Διοικητικό Συμβούλιο με αιτιολογημένη απόφασή του.
  5. Τα αφιερώματα αξιοποιούνται κατά τον τρόπο που όρισε ο αφιερωτής, τα δε υπόλοιπα περιουσιακά στοιχεία κατά τον τρόπο που όρισε ο διαθέτης ή δωρητής, διαφορετικά κατά τον τρόπο που ορίζει κάθε φορά η Δ.Ε.ΒΑ.Μ.Α.Μ.Θ. Εφόσον ο σκοπός του αφιερωτή, του διαθέτη ή του δωρητή έχει καταστεί ανέφικτος ή οικονομικά ασύμφορος ή εάν η βούληση αυτών δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί, για οποιονδήποτε λόγο, καθόλου ή κατά το μεγαλύτερο μέρος της, το δικαστήριο του άρθρου 825 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, κατόπιν αίτησης της Δ.Ε.ΒΑ.Μ.Α.Μ.Θ., καθορίζει τον τρόπο της επωφελέστερης ή ασφαλέστερης αξιοποίησης της περιουσίας, καθώς και τον σκοπό για τον οποίο πρέπει αυτή να διατεθεί.

 

Άρθρο 56

Απογραφή Βακουφίων

  1. Τα Βακούφια των Μπεκτασήδων Αλεβιτών Μουσουλμάνων Θράκης θεωρούνται ότι περιήλθαν κατά πλήρη κυριότητα, νομή και κατοχή στην Δ.Ε.ΒΑ.Μ.Α.Μ.Θ. ως οιονεί καθολικό διάδοχό τους, ανάλογα με τον κατά περίπτωση προορισμό τους. Για τη μεταβίβαση της κυριότητας των βακουφίων ο Πρόεδρος της Δ.Ε.Β.Α.Μ.Α.Μ.Θ. συντάσσει έκθεση απογραφής των ακινήτων, στην οποία περιλαμβάνονται και τα εμπράγματα δικαιώματα επ΄ αυτών, η οποία εγκρίνεται από το Διοικητικό Συμβούλιο, περιβάλλεται τον τύπο συμβολαιογραφικού εγγράφου, και μαζί με την περίληψη της απογραφής, καταχωρίζεται στα οικεία βιβλία μεταγραφών του αρμόδιου υποθηκοφυλακείου ή του αρμόδιου κτηματολογικού γραφείου. Η έκθεση απογραφής έχει αποδεικτικό και διαπιστωτικό χαρακτήρα και δεν αποτελεί συστατική ή μεταβιβαστική εμπραγμάτων δικαιωμάτων πράξη.
  2. 2. Ο Υπουργός Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού διευθετεί εκκρεμότητες σχετικές με το ιδιοκτησιακό καθεστώς των Βακουφίων των Μπεκτασήδων Αλεβιτών Μουσουλμάνων Θράκης που έχουν ακίνητη περιουσία, κατόπιν σχετικής εισήγησης εννιαμελούς επιτροπής, με την απόφαση την παρ. 7 του άρθρου 63. Η ως άνω επιτροπή συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού από α) έναν (1) εκπρόσωπο του Υπουργείου Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού, ως Πρόεδρο, β) έναν (1) εκπρόσωπο του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, γ) έναν (1) εκπρόσωπο του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, δ) ένα (1) μέλος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, ε) έναν (1) εκπρόσωπο της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας − Θράκης και στ) τέσσερις (4) εκπροσώπους της Δ.Ε.ΒΑ.Μ.Α.Μ.Θ..
  3. Τα Βακούφια των Μπεκτασήδων Αλεβιτών Μουσουλμάνων Θράκης συστήνονται μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου και περιλαμβάνουν κινητή ή ακίνητη περιουσία διέπονται ως προς μεν την ίδρυση και διοίκησή τους από τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα περί Ιδρυμάτων, ως προς δε τη διαχείρισή τους από τον παρόντα νόμο.

 

Άρθρο 57

Θρησκευτική εκπαίδευση Μπεκτασήδων Αλεβιτών Μουσουλμάνων Θράκης

  1. Για τους μαθητές και τις μαθήτριες που είναι Μπεκτασήδες Αλεβίτες Μουσουλμάνοι Θράκης, οι οποίοι φοιτούν στα δημόσια ή μειονοτικά σχολεία της Θράκης, εφόσον α) έχουν λάβει απαλλαγή από το μάθημα των Θρησκευτικών, σύμφωνα με το άρθρο 37 του ν. 4777/2021 (Α’ 25) και τις κατ’ εξουσιοδότηση αυτού εκδοθείσες υπουργικές αποφάσεις, και δεν επιθυμούν την παρακολούθηση εναλλακτικού μαθήματος, είναι τουλάχιστον δέκα (10) ανά τάξη στα δημόσια σχολεία και ανεξάρτητα από τον αριθμό τους στα μειονοτικά σχολεία και το επιθυμούν, ορίζεται ως τρόπος και είδος της απασχόλησής τους κατά τη διάρκεια της διδασκαλίας του μαθήματος των Θρησκευτικών από το οποίο απαλλάχθηκαν, η διδασκαλία του δόγματος των Μπεκτασήδων Αλεβιτών Μουσουλμάνων Θράκης.
  2. Η διδασκαλία του δόγματος των Μπεκτασήδων Αλεβιτών Μουσουλμάνων Θράκης παρέχεται είτε από εκπαιδευτικούς του κλάδου ΠΕ 73, που είναι μέλη του θρησκευτικού νομικού προσώπου «Μπεκτασήδες Αλεβίτες Μουσουλμάνοι Θράκης Θρησκευτικό Νομικό Πρόσωπο», είτε από τους Ιεροδιδασκάλους του άρθρου 59.
  3. Το εκπαιδευτικό και διδακτικό υλικό του μαθήματος του δόγματος των Μπεκτασήδων Αλεβιτών Μουσουλμάνων Θράκης που διδάσκεται στα μειονοτικά και τα δημόσια σχολεία της Θράκης εκπονείται από το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής (Ι.Ε.Π.) ή από επιτροπή ειδικών που ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού και διανέμεται ηλεκτρονικά ή εντύπως από το Ινστιτούτο Τεχνολογίας Υπολογιστών και Εκδόσεων (Ι.Τ.Υ.Ε.) «ΔΙΟΦΑΝΤΟΣ». Αν μέχρι την 30η Ιουνίου κάθε έτους δεν έχει ολοκληρωθεί η εκπόνηση από το Ι.Ε.Π. ή για οποιονδήποτε άλλον λόγο δεν είναι δυνατή η διανομή διδακτικού και εν γένει εκπαιδευτικού υλικού εκπονημένου από το Ι.Ε.Π., τότε οι διδάσκοντες επιλέγουν εκπαιδευτικό και διδακτικό υλικό το οποίο κατόπιν της έγκρισής του από το Ι.Ε.Π. διανέμεται δωρεάν στους μαθητές. Στην απόφαση με την οποία ορίζεται η συγκρότηση της επιτροπής ειδικών καθορίζονται οι όροι λειτουργίας, το παραδοτέο έργο και η αμοιβή των μελών της.

 

Άρθρο 58

Ιεροδιδάσκαλοι Μπεκτασήδων Αλεβιτών Μουσουλμάνων Θράκης

  1. Για την αρωγή στο έργο της θρησκευτικής και πνευματικής καλλιέργειας των Μπεκτασήδων Αλεβιτών Μουσουλμάνων της Θράκης, μπορούν να προσλαμβάνονται έως δεκαπέντε (15) Ιεροδιδάσκαλοι συνολικά για τις Περιφερειακές Ενότητες Ροδόπης, Ξάνθης και Έβρου της Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου μέχρι δέκα (10) μηνών κατόπιν δημόσιας προκήρυξης. Η σύμβαση υπογράφεται από τον Υπουργό Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού.
  2. Το έργο των ιεροδιδασκάλων είναι η διδασκαλία του δόγματος των Μπεκτασήδων Αλεβιτών Μουσουλμάνων Θράκης στους χώρους λατρείας τους. Οι ιεροδιδάσκαλοι μπορούν, εφόσον το επιθυμούν, κατόπιν σχετικής απόφασης του αρμοδίου, κατά περίπτωση, διευθυντή πρωτοβάθμιας ή δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, να διδάξουν το δόγμα των Μπεκτασήδων Αλεβιτών Μουσουλμάνων Θράκης σε δημόσια και μειονοτικά σχολεία της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης της Θράκης, έστω και αν δεν κατέχουν παιδαγωγική και διδακτική επάρκεια, σε μαθητές που είναι Μπεκτασήδες Αλεβίτες Μουσουλμάνοι Θράκης και έχουν απαλλαγεί από το μάθημα των Θρησκευτικών και όπου προκύπτει σχετική ανάγκη, εντός του ωραρίου διδασκαλίας, χωρίς η διδασκαλία αυτή να εντάσσεται στο ωρολόγιο πρόγραμμα σπουδών.

 

Άρθρο 59

Προσόντα και κωλύματα Ιεροδιδασκάλων Μπεκτασήδων Αλεβιτών Μουσουλμάνων Θράκης

  1. Οι υποψήφιοι ιεροδιδάσκαλοι του άρθρου 59 πρέπει να είναι Έλληνες πολίτες, μόνιμοι κάτοικοι Θράκης, μέλη του θρησκευτικού νομικού προσώπου «Μπεκτασήδες Αλεβίτες Μουσουλμάνοι Θράκης Θρησκευτικό Νομικό Πρόσωπο», κάτοχοι πτυχίου Ανώτατης Θεολογικής Σχολής ή Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης ή πτυχίου που δίνει δικαίωμα διορισμού στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση της ημεδαπής ή αλλοδαπής αναγνωρισμένου από τον Διεπιστημονικό Οργανισμό Αναγνώρισης Τίτλων Ακαδημαϊκών και Πληροφόρησης (ΔΟΑΤΑΠ).
  2. Οι θρησκευτικοί λειτουργοί (ντεντέδες) του θρησκευτικού νομικού προσώπου «Μπεκτασήδες Αλεβίτες Μουσουλμάνοι Θράκης Θρησκευτικό Νομικό Πρόσωπο» μπορούν να είναι υποψήφιοι Ιεροδιδάσκαλοι εφόσον: α) είναι Έλληνες πολίτες, μόνιμοι κάτοικοι Θράκης, μέλη του θρησκευτικού νομικού προσώπου «Μπεκτασήδες Αλεβίτες Μουσουλμάνοι Θράκης Θρησκευτικό Νομικό Πρόσωπο», β) είναι απόφοιτοι πρωτοβάθμιας ή δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης ή κάτοχοι πτυχίου τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, αναγνωρισμένου από τον ΔΟΑΤΑΠ και γ) είναι εγγεγραμμένοι στο μητρώο του άρθρου 14 του ν. 4301/2014 (Α’ 223).
  3. Δεν μπορούν να προσληφθούν ως Ιεροδιδάσκαλοι όσοι τελούν υπό δικαστική συμπαράσταση ή όσοι έχουν καταδικαστεί αμετάκλητα έχει ασκηθεί ποινική δίωξη για κακούργημα ή για τα ακόλουθα αδικήματα: δα) κλοπή, υπεξαίρεση, απάτη, εκβίαση, πλαστογραφία, δωροδοκία, απιστία, παράβαση καθήκοντος, συκοφαντική δυσφήμηση, ψευδή κατάθεση, ψευδή καταμήνυση, οποιοδήποτε έγκλημα κατά της γενετήσιας ελευθερίας ή έγκλημα οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής, σωματική βλάβη εμβρύου ή νεογνού, τα αδικήματα του ν. 3500/2006 (Α’ 232) για την αντιμετώπιση της ενδοοικογενειακής βίας, αρπαγή ανηλίκων, παράνομη κατακράτηση, παράνομη βία, αυτοδικία, απειλή, διατάραξη θρησκευτικών συναθροίσεων, δβ) βία κατά υπαλλήλων και δικαστικών προσώπων, αθέμιτη επιρροή σε δικαστικούς λειτουργούς, διατάραξη της λειτουργίας υπηρεσίας, διατάραξη δικαστικών συνεδριάσεων, απείθεια, στάση, αντιποίηση, παραβίαση σφραγίδων που έθεσε η αρχή, παραβίαση φύλαξης της αρχής, δγ) διέγερση σε ανυπακοή, διέγερση σε διάπραξη εγκλημάτων, βιαιοπραγίες ή διχόνοια, πρόσκληση και προσφορά για την τέλεση εγκλήματος, εγκληματική οργάνωση, τρομοκρατικές πράξεις – τρομοκρατική οργάνωση, αξιόποινη υποστήριξη, διατάραξη κοινής ειρήνης, απειλή διάπραξης εγκλημάτων, διασπορά ψευδών ειδήσεων, προσβολή συμβόλων ή τόπων ιδιαίτερης εθνικής ή θρησκευτικής σημασίας, δδ) τα αδικήματα του ν. 927/1979 (Α’ 139), περί κολασμού πράξεων ή ενεργειών που αποσκοπούν σε φυλετικές διακρίσεις, δε) προσηλυτισμό του άρθρου 4 του α.ν. 1363/1938 (Α’ 305), δστ) τα αδικήματα του ν. 4139/2013 (Α’ 74), περί εξαρτησιογόνων ουσιών και δζ) αντιποίηση υπηρεσίας θρησκευτικού λειτουργού.
  4. Κατ’ εξαίρεση, κατά την πρώτη πενταετία από τη δημοσίευση του παρόντος επιτρέπεται η πρόσληψη σε θέσεις Ιεροδιδασκάλων, Ελλήνων πολιτών, μονίμων κατοίκων Θράκης και μελών του θρησκευτικού νομικού προσώπου «Μπεκτασήδες Αλεβίτες Μουσουλμάνοι Θράκης Θρησκευτικό Νομικό Πρόσωπο» που είναι απόφοιτοι των Ιεροσπουδαστηρίων Ξάνθης και Κομοτηνής ή απόφοιτοι πρωτοβάθμιας ή δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και έχουν υπηρετήσει επί δεκαετία ως Ιεροδιδάσκαλοι του άρθρου 36 του ν. 3536/2007 (Α’ 42).

 

Άρθρο 60

Διαδικασία επιλογής Ιεροδιδασκάλων Μπεκτασήδων Αλεβιτών Μουσουλμάνων Θράκης

  1. Με την απόφαση της παρ. 11 του άρθρου 63, προκηρύσσεται κάθε φορά ο ακριβής αριθμός των προς πρόσληψη ιεροδιδασκάλων και καθορίζονται τα ειδικότερα προσόντα τους ανά κατηγορία τυπικών προσόντων, τα κριτήρια επιλογής κάθε κατηγορίας, τα κωλύματα και ασυμβίβαστα, η διάρκεια των συμβάσεων, οι όροι, οι προϋποθέσεις, τα δικαιολογητικά για την υπογραφή της, ο τόπος άσκησης των καθηκόντων του κάθε ιεροδιδασκάλου, ανάλογα με τις τοπικές ανάγκες, ο οποίος μπορεί να περιλαμβάνει περισσότερα τζεμ, τζεμεβή ή τεκέδες καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για τη διαδικασία πρόσληψης και τους όρους της σύμβασης. Αν ο ιεροδιδάσκαλος αποδεχθεί να προσφέρει τις υπηρεσίες του σε δημόσιο ή μειονοτικό σχολείο, τεκμαίρεται ότι τροποποιείται ανάλογα η σύμβαση εργασίας με σύμφωνη γνώμη και των δύο (2) μερών, με αντίστοιχη μείωση της απασχόλησής του στα τζεμ, τζεμεβή ή τεκέδες όπου τοποθετήθηκε.
  2. Η επιλογή των ιεροδιδασκάλων γίνεται από πενταμελή επιτροπή, η οποία αποτελείται από: α) τρία (3) μέλη που υποδεικνύονται από το θρησκευτικό νομικό πρόσωπο «Μπεκτασήδες Αλεβίτες Μουσουλμάνοι Θράκης Θρησκευτικό Νομικό Πρόσωπο» και β) δύο (2) μέλη που υποδεικνύονται από τον Υπουργό Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού. Για την επιλογή των καταλληλότερων στις θέσεις αυτές, η Επιτροπή προκειμένου να αποφασίσει, επιπλέον των τυπικών προσόντων, σχηματίζει συνολική εικόνα για την ικανότητα των υποψηφίων, συνεκτιμώντας το ήθος, τη δραστηριότητα και την όλη προσωπικότητά τους, όπως επίσης και την προηγουμένη σταδιοδρομία τους ως ιεροδιδασκάλων. Η επιτροπή συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού, με την οποία ορίζεται ο Πρόεδρος της επιτροπής. Χρέη Γραμματέα εκτελεί υπάλληλος του Υπουργείου Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού ο οποίος ορίζεται με την ως άνω απόφαση.

 

Άρθρο 61

Πρόσληψη Ιεροδιδασκάλων Μπεκτασήδων Αλεβιτών Μουσουλμάνων Θράκης

  1. Οι συμβάσεις εργασίας των υπηρετούντων με σύμβαση ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου ιεροδιδασκάλων μπορούν να παρατείνονται μονομερώς για χρονικό διάστημα που δεν μπορεί να υπερβαίνει τους δέκα (10) μήνες. Οι συμβάσεις που δεν παρατείνονται, σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο, λήγουν αυτόματα, χωρίς άλλη διατύπωση και χωρίς κανένα δικαίωμα αποζημίωσης, από την ημερομηνία έκδοσης της υπουργικής απόφασης περί πρόσληψης των επιτυχόντων που έχουν επιλεγεί κατόπιν της δημόσιας προκηρύξεως, θεωρούμενης της ημερομηνίας αυτής και ως συμβατικής ημερομηνίας λήξεως της ισχύος τους.
  2. Το ύψος των αποδοχών των Ιεροδιδασκάλων του παρόντος είναι αντίστοιχο με το ύψος των αποδοχών των Ιεροδιδασκάλων του άρθρου 37 του ν. 3536/2007 (Α’ 42). Η σχετική δαπάνη βαρύνει τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού και η εκκαθάρισή της πραγματοποιείται από τις αρμόδιες Διευθύνσεις Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Έβρου, Ξάνθης και Ροδόπης της Περιφερειακής Διεύθυνσης Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης. Ιεροδιδάσκαλοι που παρέχουν τις υπηρεσίες τους σε δημόσια ή μειονοτικά σχολεία της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης δεν θεωρείται ότι παρέχουν πρόσθετες υπηρεσίες πέραν των συμβατικών, ούτε δικαιούνται πρόσθετης αμοιβής. Οι Ιεροδιδάσκαλοι ασφαλίζονται υποχρεωτικά στον Ηλεκτρονικό Εθνικό Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (e-ΕΦΚΑ).
  3. Η σύμβαση εργασίας των Ιεροδιδασκάλων καταγγέλλεται οποτεδήποτε κατόπιν: α) υποβολής έγγραφου αιτιολογημένου αιτήματος του θρησκευτικού νομικού προσώπου «Μπεκτασήδες Αλεβίτες Μουσουλμάνοι Θράκης Θρησκευτικό Νομικό Πρόσωπο» προς τον Υπουργό Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού ή β) άσκησης ποινικής δίωξης για κακούργημα ή για τα αδικήματα που αναφέρονται στην παρ. 3 του άρθρου 60.
  4. Ο Εισαγγελέας, ο οποίος ασκεί την ποινική δίωξη, ενημερώνει παραχρήμα τη Διεύθυνση Θρησκευτικής Διοίκησης του Υπουργείου Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού ότι ασκήθηκε ποινική δίωξη για κακούργημα ή για τα αδικήματα της παρ. 3 του άρθρου 60. Μετά τη γνωστοποίηση της άσκησης ποινικής δίωξης τελεί σε αναστολή η ένταξη των Ιεροδιδασκάλων ως θρησκευτικών λειτουργών στο μητρώο του άρθρου 14 του ν. 4301/2014 (Α’ 223). Εφόσον απαλλαγούν με αμετάκλητη δικαστική απόφαση, παύει η αναστολή της ένταξής τους.
  5. Οι ιεροδιδάσκαλοι, εφόσον το επιθυμούν, κατόπιν αιτήματος του θρησκευτικού νομικού προσώπου «Μπεκτασήδες Αλεβίτες Μουσουλμάνοι Θράκης Θρησκευτικό Νομικό Πρόσωπο» και απόφασης του Περιφερειακού Διευθυντή Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Ανατολικής Μακεδονίας – Θράκης μπορούν να παρέχουν υπηρεσίες στο θρησκευτικό νομικό πρόσωπο «Μπεκτασήδες Αλεβίτες Μουσουλμάνοι Θράκης Θρησκευτικό Νομικό Πρόσωπο» ως βοηθητικό διοικητικό προσωπικό και εντός του νόμιμου ωραρίου με αντίστοιχη μείωση της βασικής απασχόλησής τους χωρίς πρόσθετες αποδοχές.

 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Θ’

ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ -ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΗ ΚΑΙ ΚΑΤΑΡΓΟΥΜΕΝΗ ΔΙΑΤΑΞΗ

 

Άρθρο 62

Εξουσιοδοτικές διατάξεις

 

  1. 1. α) Με κοινή απόφαση των Υπουργών Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού, Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Εσωτερικών, Υγείας, Προστασίας του Πολίτη, Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Πολιτισμού και Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας καθορίζονται επιμέρους όροι και προϋποθέσεις, ο τύπος, το περιεχόμενο, η διαδικασία, η διάρκεια ισχύος της άδειας σε περίπτωση ανέγερσης, μεταστέγασης και κάθε είδους οικοδομικών εργασιών, τα αναγκαία στοιχεία και δικαιολογητικά για τον θρησκευτικό λειτουργό ο οποίος είναι υπεύθυνος του χώρου λατρείας και για τον/τους αναπληρωτή/αναπληρωτές του καθώς και τα κωλύματα για την ένταξή τους στο μητρώο του άρθρου 14 του ν. 4301/2014 (Α’ 223), ο μέγιστος αριθμός φιλοξενουμένων ατόμων που δύνανται να συναθροίζονται στον χώρο λατρείας σύμφωνα με τις ισχύουσες πολεοδομικές και υγειονομικές διατάξεις, τα δικαιολογητικά για την έκδοση των αδειών της παρ. 1 του άρθρου 26, οι ιδιότητες των αιτούντων που μπορούν να διαφέρουν σε περίπτωση που ο αιτών είναι νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου του άρθρου 1 του ν. 2456/1920 (Α’ 193) και του άρθρου 1 του ν.δ. 301/1969 (Α’ 195) ή νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου του άρθρου 6 και του άρθρου 10 του ν. 3647/2008 (Α’ 37) ή νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου του άρθρου 117 του ν. 4821/2021 (Α’ 134) ή εκκλησιαστικό ή θρησκευτικό νομικό πρόσωπο του ν. 4301/2014, καθώς και κάθε άλλο ειδικότερο ζήτημα για την εφαρμογή της παρ. 1 του άρθρου 26.

β) Με την ίδια απόφαση καθορίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις, η διαδικασία και τα δικαιολογητικά για την έκδοση: α) απόφασης αλλαγής επωνυμίας χώρου λατρείας της παρ. 2 του άρθρου 25, β) διαπιστωτικής πράξης της παρ. 2 του άρθρου 26, γ) απόφασης ανάκλησης της παρ. 8 του άρθρου 26 και δ) απόφασης αντικατάστασης ή παύσης της παρ. 1 του άρθρου 27 ή αναστολής ή διαγραφής της παρ. 2 του άρθρου 27.

  1. 2. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού, Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Εσωτερικών και Προστασίας του Πολίτη καθορίζονται η διαδικασία σφράγισης, οι διοικητικές αρχές, τα όργανα ελέγχου, τα διοικητικά πρόστιμα, η διαδικασία είσπραξης και οι υπόχρεοι για την καταβολή τους σχετικά με: α) την ανέγερση, ίδρυση και λειτουργία και τη μεταστέγαση χώρων λατρείας, τη προσθήκη (καθ’ ύψος ή κατ’ επέκταση) και κάθε είδους οικοδομικές εργασίες σε υφιστάμενο χώρο λατρείας και την κατεδάφιση χώρων λατρείας χωρίς την άδεια του Υπουργού Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού της παρ. 1 του άρθρου 26 και β) την παραβίαση των όρων και προϋποθέσεων λειτουργίας των νομίμως αδειοδοτημένων χώρων λατρείας όπως προβλέπονται στα άρθρα 25, 26, 27, 28, 29 και 30 του παρόντος.
  2. Με απόφαση του Υπουργού Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού η προθεσμία της παρ. 2 του άρθρου 51 μπορεί να παρατείνεται για ένα (1) έτος έως τρεις (3) φορές για ένα (1) έτος κάθε φορά.
  3. 4. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού, που εκδίδεται εντός προθεσμίας έξι (6) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος καθορίζονται ο τρόπος λειτουργίας της Δ.Ε.ΒΑ.Μ.Α.Μ.Θ. και οι αρμοδιότητες του Διοικητικού Συμβουλίου και ιδίως του Προέδρου και του Ταμία, τα ειδικότερα καθήκοντα που μπορούν να ανατεθούν κάθε φορά στα μέλη, η τυχόν αποζημίωσή τους, η οποία βαρύνει την Δ.Ε.ΒΑ.Μ.Α.Μ.Θ. του άρθρου 53, ο τόπος και ο χρόνος των συνεδριάσεων του Διοικητικού Συμβουλίου, η πρόσκληση τρίτων προσώπων για παροχή κάθε αναγκαίας πληροφορίας ή τη διευκόλυνση της λειτουργίας του Διοικητικού Συμβουλίου, οι όροι λειτουργίας και λήψης των αποφάσεων, οι κανόνες περί της οικονομικής διαχείρισης, περί της εποπτείας, της τακτικής και έκτακτης λογοδοσίας και τα αρμόδια όργανα αυτών, οι κανόνες περί της δημοσιότητας των πράξεων του Διοικητικού Συμβουλίου, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εύρυθμη λειτουργία της Δ.Ε.ΒΑ.Μ.Α.Μ.Θ. και την εξυπηρέτηση του σκοπού της.
  4. 5. Με απόφαση του Συντονιστή Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας – Θράκης εγκρίνονται οι αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου της παρ. 3 του άρθρου 53.
  5. 6. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Δ.Ε.Β.Α.Μ.Α.Μ.Θ. εγκρίνεται η έκθεση απογραφής της παρ. 1 του άρθρου 57.
  6. 7. α) Με απόφαση του Υπουργού Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού διευθετούνται εκκρεμότητες σχετικά με το ιδιοκτησιακό καθεστώς των Βακουφίων των Μπεκτασήδων Αλεβιτών Μουσουλμάνων Θράκης που έχουν ακίνητη περιουσία, κατόπιν σχετικής εισήγησης εννιαμελούς επιτροπής, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 57.

β) Με κοινή απόφαση των Υπουργών Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού και Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζονται οι λεπτομέρειες εφαρμογής της παρ. 2 του άρθρου 57, σχετικά με τη διευθέτηση εκκρεμοτήτων με το ιδιοκτησιακο καθεστώς των Βακουφίων των Μπεκτασήδων Αλεβιτών Μουσουλμάνων Θράκης που έχουν ακίνητη περιουσία.

  1. 8. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού και Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζονται οι όροι λειτουργίας, το παραδοτέο έργο και η αμοιβή των μελών της επιτροπής ειδικών της παρ. 3. του άρθρου 58.
  2. 9. Με απόφαση του Υπουργού Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού προβλέπονται όλες οι αναγκαίες λεπτομέρειες για τον καθορισμό, ανά σχολικό έτος ή ανά μικρότερες χρονικές περιόδους εντός αυτού, των σχολείων υποδοχής ιεροδιδασκάλων και των τάξεων που θα παρέχουν τις υπηρεσίες τους, την επιλογή των ιεροδιδασκάλων που θα διδάξουν στα σχολεία και γενικώς τον τρόπο εκτέλεσης της διδασκαλίας της παρ. 2 του άρθρου 59.
  3. 11. α) Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού, προκηρύσσεται κάθε φορά ο ακριβής αριθμός των προς πρόσληψη ιεροδιδασκάλων του άρθρου 59 και καθορίζονται τα ειδικότερα προσόντα τους ανά κατηγορία τυπικών προσόντων, τα κριτήρια επιλογής κάθε κατηγορίας, τα κωλύματα και ασυμβίβαστα, η διάρκεια των συμβάσεων, οι όροι, οι προϋποθέσεις, τα δικαιολογητικά για την υπογραφή της, ο τόπος άσκησης των καθηκόντων του κάθε ιεροδιδασκάλου, ανάλογα με τις τοπικές ανάγκες, ο οποίος μπορεί να περιλαμβάνει περισσότερα τζεμ, τζεμεβή ή τεκέδες καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για τη διαδικασία πρόσληψης και τους όρους της σύμβασης.

β) Με κοινή απόφαση των Υπουργών Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού και Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζεται η αποζημίωση των μελών και του γραμματέα της επιτροπής της παρ. 2 του άρθρου 61, κατά παρέκκλιση της παρ. 1 του άρθρου 21 του ν. 4354/2015 (Α’ 176).

  1. 12. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού και Εσωτερικών:

α) μπορεί να παρατείνεται η ισχύς της σύμβασης εργασίας των υπηρετούντων με σύμβαση ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου ιεροδιδασκάλων της παρ. 1 του άρθρου 62 για χρονικό διάστημα που δεν μπορεί να υπερβαίνει τους δέκα (10) μήνες,

β) καθορίζεται το ύψος των αποδοχών των ιεροδιδασκάλων της παρ. 1 του άρθρου 62.

 

Άρθρο 63

Μεταβατική διάταξη

Μέχρι την έκδοση της κοινής υπουργικής απόφασης της παρ. 3 του άρθρου 63, το Διοικητικό Συμβούλιο του άρθρου 53 συνεδριάζει και λειτουργεί κατ’ ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (ν. 2690/1999, Α’ 45) με την επιφύλαξη του παρόντος.

 

Άρθρο 64

Καταργούμενες διατάξεις

Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργούνται:

α) το άρθρο 1 του α.ν. 1363/1938 «Περί κατοχυρώσεως διατάξεων των άρθρ.1 και 2 του εν ισχύι Συντάγματος» (Α’ 305),

β) το Β.Δ. από 20 Μαΐου/2 Ιουνίου 1939 (Α’ 220) «Περί εκτελέσεως διατάξεων του α.ν. 1673/1939 περί τροποποιήσεως του α.ν. 1363/1938 περί κατοχυρώσεως των άρθρων 1 και 2 του εν ισχύι Συντάγματος και

γ) το άρθρο 27 του ν. 3467/2006 (Α΄ 128), περί μη υποχρέωσης έκδοσης άδειας εκκλησιαστικής αρχής για την ίδρυση, ανέγερση και λειτουργία ναού.

 

  • 21 Ιουλίου 2025, 22:49 | Χατζηελευθερίου Ηλίας

    Σύνοδος Αποστολικής Εκκλησίας Πεντηκοστής Ελλάδας
    Παλιονελλήνης 4
    Κατερίνη
    Ηλίας Χατζηελευθερίου, πρόεδρος – λειτουργός

    Προς:
    Την Αξιότιμη Υπουργό Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού
    Τον Αξιότιμο Υφυπουργό Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού
    Τη Γενική Γραμματεία Θρησκευμάτων

    ΑΡΘΡΟ 24, §1 και §2. Χαιρετίζουμε την διάκριση των χώρων λατρείας σε ευκτήριους οίκους (έως 150τμ) και σε ναούς (άνω των 150τμ). Ωστόσο, η παράδοση στις δικές μας θρησκευτικές κοινότητες είναι διαφορετική από την πρακτική των Ορθοδόξων ναών. Πρώτον, στους χώρους λατρείας μας έχουμε συνήθως αρκετούς βοηθητικούς χώρους – για παράδειγμα: Γραφείο ποιμένα, τουαλέτες, αποθήκες αλλά και χώρο απασχόλησης νηπίων, δωμάτιο παιδικής συνάθροισης κλπ (με δεδομένο ότι στις συναθροίσεις μας συμμετέχουν οικογένειες με μικρά παιδιά). Αυτό περιορίζει τη διακριτή επιφάνεια του κύριου χώρου λατρείας. Με δεδομένο ότι για την αδειοδότηση ναού απαιτείται αίτηση τουλάχιστον 100 ατόμων (προφανώς ενηλίκων), αυτό σημαίνει ότι η θρησκευτική κοινότητα θα πρέπει να αριθμεί τουλάχιστον 150-200 άτομα μαζί με τα παιδιά. Είναι αδύνατον ένας τέτοιος αριθμός ατόμων να συναθροίζεται με ασφάλεια σε χώρο 150τ.μ. από τα οποία ποσοστό έως 1/3 αποτελείται από βοηθητικούς χώρους.
    ΠΡΟΤΕΙΝΟΥΜΕ ή τον προσδιορισμό του χώρου λατρείας ως Ναό όταν είναι άνω των 200τμ (αντί για 150τμ) ή την αδειοδότηση ναού με αίτηση 60 ατόμων (αντί για 100).

    ΑΡΘΡΟ 24, §3. Η παράγραφος απαγορεύει την χρήση του χώρου λατρείας για φιλοξενία ατόμων, έστω και προσωρινά. Με δεδομένο ότι κάποιοι από τους υπάρχοντες χώρους λατρείας έχουν χρησιμοποιηθεί ως χώροι φιλοξενίας σε περιόδους κρίσεων ή για την προσωρινή φιλοξενία επισκεπτών ομιλητών,

    ΠΡΟΤΕΙΝΟΥΜΕ την προσθήκη διευκρίνηση πως ο χώρος μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως χώρος προσωρινής φιλοξενίας σε περιόδους κρίσεων. Προτείνουμε επίσης να υπάρχουν διευκρινήσεις για τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες υπάρχοντες χώροι φιλοξενίας εντός των χώρων λατρείας μας θα μπορούσαν να λειτουργήσουν (εάν για παράδειγμα υπάρχει ξεχωριστή είσοδος και η δυνατότητα αποκλεισμού της πρόσβασης από τον χώρο φιλοξενίας στον κύριο χώρο λατρείας).

    ΑΡΘΡΟ 26, §8. Το σχέδιο νόμου προβλέπει ανάκληση της άδειας λατρείας λόγω μην γνωστοποίησης του ΑΦΜ του χώρου λατρείας. Ωστόσο, υπάρχοντες ευκτήριοι οίκοι της Συνόδου μας ταλαιπωρούνται επί σειρά ετών στις τοπικές ΔΟΥ καθώς οι υπάλληλοι αρνούνται να εκδώσουν ΑΦΜ σε ευκτήριους οίκους με το σκεπτικό ότι δεν υπάρχει αντίστοιχη καταχώρηση στο ηλεκτρονικό τους σύστημα.

    ΠΡΟΤΕΙΝΟΥΜΕ την μη αναστολή της άδειας λειτουργίας εφόσον ο εκπρόσωπος του χώρου λατρείας έχει αποδεδειγμένα αιτηθεί ΑΦΜ στην αρμόδια ΔΟΥ και δεν του έχει αποδοθεί με υπαιτιότητα της ΔΟΥ. (Οριστική λύση στο ζήτημα αυτό θα έδινε μια κατάλληλη εγκύκλιος προς τις ΔΟΥ κατόπιν συνεννόησης μεταξύ του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων και της ΑΑΔΕ, για την οποία παρακαλούμε θερμά).

    ΑΡΘΡΟ 27, §2. Συμφωνούμε απόλυτα πως θρησκευτικός λειτουργός ο οποίος έχει τελέσει οποιοδήποτε κακούργημα ή τα πλημμελήματα που αναφέρονται στην παράγραφο 2 θα πρέπει να διαγραφεί από το μητρώο θρησκευτικών λειτουργών. Ωστόσο, προβληματιζόμαστε για την πρόβλεψη αναστολής της εγγραφής του θρησκευτικού λειτουργού στο μητρώο για περιπτώσεις πλημμελημάτων όπως της συκοφαντικής δυσφήμησης, απειλής διασπορά ψευδών ειδήσεων κλπ, διότι μπορεί να μην έχει πράγματι τελεστεί κάποιο αδίκημα, αλλά κάποιος κακόβουλος ή μνησίκακος πολίτης να έχει υποβάλλει μήνυση για κάποιο από αυτά κατά του θρησκευτικού λειτουργού. Μέχρι την έκδοση αμετάκλητης δικαστικής αθωωτικής απόφασης, θα μεσολαβήσει ένα ικανό χρονικό διάστημα κατά το οποίο ο θρησκευτικός λειτουργός δεν θα μπορεί να τελέσει το λειτούργημά του.

    ΠΡΟΤΕΙΝΟΥΜΕ την κατά περίπτωση αναστολή ή μη της εγγραφής του θρησκευτικοί λειτουργού στο μητρώο, κατά την κρίση του εισαγγελέα που συντάσσει την ποινική δίωξη.

    ΑΡΘΡΟ 27, §7. Διαμαρτυρόμαστε έντονα για την παράγραφο αυτή. Οι διατυπώσεις και κατευθύνσεις της είναι εντελώς εκτός του δηλωμένου σκοπού του νομοσχεδίου: «Σκοπός του Μέρους Β’ είναι α) η ακώλυτη άσκηση του δικαιώματος λατρείας όλων των θρησκευτικών κοινοτήτων και των μελών τους, μέσω της διαμόρφωσης ενός σύγχρονου, πλήρους και συνεκτικού νομοθετικού πλαισίου για τους χώρους λατρείας θρησκευτικών κοινοτήτων με ή χωρίς προσωπικότητα».
    Οι διατάξεις αυτής της παραγράφου επιβάλλουν όχι μόνο στις θρησκευτικές κοινότητες και στους θρησκευτικούς λειτουργούς αλλά και στα μέλη της κοινότητας να δηλώνουν με τρόπο ρητό και σαφή την θρησκευτική κοινότητα στην οποία ανήκουν ακόμα και για μια ανάρτησή τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης στην οποία αναφέρουν τον Θεό, την Αγία Γραφή ή οτιδήποτε άλλο θα μπορούσε να χαρακτηριστεί «θρησκευτικού περιεχομένου». Επίσης, είναι ασαφές αν η ίδια πρόβλεψη περιλαμβάνει τα μέλη της Ορθόδοξης εκκλησίας (αναφέρεται ρητά στους θρησκευτικούς λειτουργούς της αλλά όχι στα μέλη).
    Οι περιπτώσεις μηνύσεων για προσηλυτισμό και ταλαιπωρίας των μελών μας (αλλά και διασυρμού της χώρας μας στην ΕΕ) είναι ακόμα νωπές στις μνήμες μας και φοβόμαστε ότι αυτή η παράγραφος μπορεί να πυροδοτήσει ένα νέο κύμα μισαλλοδοξίας κατά των ‘αιρετικών’.

    ΠΡΟΤΕΙΝΟΥΜΕ την απόσυρση ολόκληρης της παραγράφου καθώς δεν συνεισφέρει κάτι το ουσιαστικό στο νομοσχέδιο και ελλοχεύει απρόβλεπτους κινδύνους.

    Το ΔΣ της Συνόδου της Αποστολικής Εκκλησίας Πεντηκοστής Ελλάδας

  • Σύνοδος Αποστολικής Εκκλησίας Πεντηκοστής Ελλάδας
    Παλιονελλήνης 4
    Κατερίνη
    Ηλίας Χατζηελευθερίου -λειτουργός

    Προς:
    Την Αξιότιμη Υπουργό Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού
    Τον Αξιότιμο Υφυπουργό Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού
    Τη Γενική Γραμματεία Θρησκευμάτων

    ΑΡΘΡΟ 24, §1 και §2. Χαιρετίζουμε την διάκριση των χώρων λατρείας σε ευκτήριους οίκους (έως 150τμ) και σε ναούς (άνω των 150τμ). Ωστόσο, η παράδοση στις δικές μας θρησκευτικές κοινότητες είναι διαφορετική από την πρακτική των Ορθοδόξων ναών. Πρώτον, στους χώρους λατρείας μας έχουμε συνήθως αρκετούς βοηθητικούς χώρους – για παράδειγμα: Γραφείο ποιμένα, τουαλέτες, αποθήκες αλλά και χώρο απασχόλησης νηπίων, δωμάτιο παιδικής συνάθροισης κλπ (με δεδομένο ότι στις συναθροίσεις μας συμμετέχουν οικογένειες με μικρά παιδιά). Αυτό περιορίζει τη διακριτή επιφάνεια του κύριου χώρου λατρείας. Με δεδομένο ότι για την αδειοδότηση ναού απαιτείται αίτηση τουλάχιστον 100 ατόμων (προφανώς ενηλίκων), αυτό σημαίνει ότι η θρησκευτική κοινότητα θα πρέπει να αριθμεί τουλάχιστον 150-200 άτομα μαζί με τα παιδιά. Είναι αδύνατον ένας τέτοιος αριθμός ατόμων να συναθροίζεται με ασφάλεια σε χώρο 150τ.μ. από τα οποία ποσοστό έως 1/3 αποτελείται από βοηθητικούς χώρους.
    ΠΡΟΤΕΙΝΟΥΜΕ ή τον προσδιορισμό του χώρου λατρείας ως Ναό όταν είναι άνω των 200τμ (αντί για 150τμ) ή την αδειοδότηση ναού με αίτηση 60 ατόμων (αντί για 100).

    ΑΡΘΡΟ 24, §3. Η παράγραφος απαγορεύει την χρήση του χώρου λατρείας για φιλοξενία ατόμων, έστω και προσωρινά. Με δεδομένο ότι κάποιοι από τους υπάρχοντες χώρους λατρείας έχουν χρησιμοποιηθεί ως χώροι φιλοξενίας σε περιόδους κρίσεων ή για την προσωρινή φιλοξενία επισκεπτών ομιλητών,

    ΠΡΟΤΕΙΝΟΥΜΕ την προσθήκη διευκρίνηση πως ο χώρος μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως χώρος προσωρινής φιλοξενίας σε περιόδους κρίσεων. Προτείνουμε επίσης να υπάρχουν διευκρινήσεις για τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες υπάρχοντες χώροι φιλοξενίας εντός των χώρων λατρείας μας θα μπορούσαν να λειτουργήσουν (εάν για παράδειγμα υπάρχει ξεχωριστή είσοδος και η δυνατότητα αποκλεισμού της πρόσβασης από τον χώρο φιλοξενίας στον κύριο χώρο λατρείας).

    ΑΡΘΡΟ 26, §8. Το σχέδιο νόμου προβλέπει ανάκληση της άδειας λατρείας λόγω μην γνωστοποίησης του ΑΦΜ του χώρου λατρείας. Ωστόσο, υπάρχοντες ευκτήριοι οίκοι της Συνόδου μας ταλαιπωρούνται επί σειρά ετών στις τοπικές ΔΟΥ καθώς οι υπάλληλοι αρνούνται να εκδώσουν ΑΦΜ σε ευκτήριους οίκους με το σκεπτικό ότι δεν υπάρχει αντίστοιχη καταχώρηση στο ηλεκτρονικό τους σύστημα.

    ΠΡΟΤΕΙΝΟΥΜΕ την μη αναστολή της άδειας λειτουργίας εφόσον ο εκπρόσωπος του χώρου λατρείας έχει αποδεδειγμένα αιτηθεί ΑΦΜ στην αρμόδια ΔΟΥ και δεν του έχει αποδοθεί με υπαιτιότητα της ΔΟΥ. (Οριστική λύση στο ζήτημα αυτό θα έδινε μια κατάλληλη εγκύκλιος προς τις ΔΟΥ κατόπιν συνεννόησης μεταξύ του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων και της ΑΑΔΕ, για την οποία παρακαλούμε θερμά).

    ΑΡΘΡΟ 27, §2. Συμφωνούμε απόλυτα πως θρησκευτικός λειτουργός ο οποίος έχει τελέσει οποιοδήποτε κακούργημα ή τα πλημμελήματα που αναφέρονται στην παράγραφο 2 θα πρέπει να διαγραφεί από το μητρώο θρησκευτικών λειτουργών. Ωστόσο, προβληματιζόμαστε για την πρόβλεψη αναστολής της εγγραφής του θρησκευτικού λειτουργού στο μητρώο για περιπτώσεις πλημμελημάτων όπως της συκοφαντικής δυσφήμησης, απειλής διασπορά ψευδών ειδήσεων κλπ, διότι μπορεί να μην έχει πράγματι τελεστεί κάποιο αδίκημα, αλλά κάποιος κακόβουλος ή μνησίκακος πολίτης να έχει υποβάλλει μήνυση για κάποιο από αυτά κατά του θρησκευτικού λειτουργού. Μέχρι την έκδοση αμετάκλητης δικαστικής αθωωτικής απόφασης, θα μεσολαβήσει ένα ικανό χρονικό διάστημα κατά το οποίο ο θρησκευτικός λειτουργός δεν θα μπορεί να τελέσει το λειτούργημά του.

    ΠΡΟΤΕΙΝΟΥΜΕ την κατά περίπτωση αναστολή ή μη της εγγραφής του θρησκευτικοί λειτουργού στο μητρώο, κατά την κρίση του εισαγγελέα που συντάσσει την ποινική δίωξη.

    ΑΡΘΡΟ 27, §7. Διαμαρτυρόμαστε έντονα για την παράγραφο αυτή. Οι διατυπώσεις και κατευθύνσεις της είναι εντελώς εκτός του δηλωμένου σκοπού του νομοσχεδίου: «Σκοπός του Μέρους Β’ είναι α) η ακώλυτη άσκηση του δικαιώματος λατρείας όλων των θρησκευτικών κοινοτήτων και των μελών τους, μέσω της διαμόρφωσης ενός σύγχρονου, πλήρους και συνεκτικού νομοθετικού πλαισίου για τους χώρους λατρείας θρησκευτικών κοινοτήτων με ή χωρίς προσωπικότητα».
    Οι διατάξεις αυτής της παραγράφου επιβάλλουν όχι μόνο στις θρησκευτικές κοινότητες και στους θρησκευτικούς λειτουργούς αλλά και στα μέλη της κοινότητας να δηλώνουν με τρόπο ρητό και σαφή την θρησκευτική κοινότητα στην οποία ανήκουν ακόμα και για μια ανάρτησή τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης στην οποία αναφέρουν τον Θεό, την Αγία Γραφή ή οτιδήποτε άλλο θα μπορούσε να χαρακτηριστεί «θρησκευτικού περιεχομένου». Επίσης, είναι ασαφές αν η ίδια πρόβλεψη περιλαμβάνει τα μέλη της Ορθόδοξης εκκλησίας (αναφέρεται ρητά στους θρησκευτικούς λειτουργούς της αλλά όχι στα μέλη).
    Οι περιπτώσεις μηνύσεων για προσηλυτισμό και ταλαιπωρίας των μελών μας (αλλά και διασυρμού της χώρας μας στην ΕΕ) είναι ακόμα νωπές στις μνήμες μας και φοβόμαστε ότι αυτή η παράγραφος μπορεί να πυροδοτήσει ένα νέο κύμα μισαλλοδοξίας κατά των ‘αιρετικών’.

    ΠΡΟΤΕΙΝΟΥΜΕ την απόσυρση ολόκληρης της παραγράφου καθώς δεν συνεισφέρει κάτι το ουσιαστικό στο νομοσχέδιο και ελλοχεύει απρόβλεπτους κινδύνους.

    Το ΔΣ της Συνόδου της Αποστολικής Εκκλησίας Πεντηκοστής Ελλάδας

  • 21 Ιουλίου 2025, 22:00 | ΑΔΕΛΦΟΤΗΤΑ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ

    ΣΩΣΤΗ ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΦΜ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ

    .

  • Σύνοδος Αποστολικής Εκκλησίας Πεντηκοστής Ελλάδας
    Παλιονελλήνης 4
    Κατερίνη
    Ηλίας Χατζηελευθερίου -λειτουργός

    Προς:
    Την Αξιότιμη Υπουργό Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού
    Τον Αξιότιμο Υφυπουργό Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού
    Τη Γενική Γραμματεία Θρησκευμάτων

    ΑΡΘΡΟ 24, §1 και §2. Χαιρετίζουμε την διάκριση των χώρων λατρείας σε ευκτήριους οίκους (έως 150τμ) και σε ναούς (άνω των 150τμ). Ωστόσο, η παράδοση στις δικές μας θρησκευτικές κοινότητες είναι διαφορετική από την πρακτική των Ορθοδόξων ναών. Πρώτον, στους χώρους λατρείας μας έχουμε συνήθως αρκετούς βοηθητικούς χώρους – για παράδειγμα: Γραφείο ποιμένα, τουαλέτες, αποθήκες αλλά και χώρο απασχόλησης νηπίων, δωμάτιο παιδικής συνάθροισης κλπ (με δεδομένο ότι στις συναθροίσεις μας συμμετέχουν οικογένειες με μικρά παιδιά). Αυτό περιορίζει τη διακριτή επιφάνεια του κύριου χώρου λατρείας. Με δεδομένο ότι για την αδειοδότηση ναού απαιτείται αίτηση τουλάχιστον 100 ατόμων (προφανώς ενηλίκων), αυτό σημαίνει ότι η θρησκευτική κοινότητα θα πρέπει να αριθμεί τουλάχιστον 150-200 άτομα μαζί με τα παιδιά. Είναι αδύνατον ένας τέτοιος αριθμός ατόμων να συναθροίζεται με ασφάλεια σε χώρο 150τ.μ. από τα οποία ποσοστό έως 1/3 αποτελείται από βοηθητικούς χώρους.
    ΠΡΟΤΕΙΝΟΥΜΕ ή τον προσδιορισμό του χώρου λατρείας ως Ναό όταν είναι άνω των 200τμ (αντί για 150τμ) ή την αδειοδότηση ναού με αίτηση 60 ατόμων (αντί για 100).

    ΑΡΘΡΟ 24, §3. Η παράγραφος απαγορεύει την χρήση του χώρου λατρείας για φιλοξενία ατόμων, έστω και προσωρινά. Με δεδομένο ότι κάποιοι από τους υπάρχοντες χώρους λατρείας έχουν χρησιμοποιηθεί ως χώροι φιλοξενίας σε περιόδους κρίσεων ή για την προσωρινή φιλοξενία επισκεπτών ομιλητών,

    ΠΡΟΤΕΙΝΟΥΜΕ την προσθήκη διευκρίνηση πως ο χώρος μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως χώρος προσωρινής φιλοξενίας σε περιόδους κρίσεων. Προτείνουμε επίσης να υπάρχουν διευκρινήσεις για τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες υπάρχοντες χώροι φιλοξενίας εντός των χώρων λατρείας μας θα μπορούσαν να λειτουργήσουν (εάν για παράδειγμα υπάρχει ξεχωριστή είσοδος και η δυνατότητα αποκλεισμού της πρόσβασης από τον χώρο φιλοξενίας στον κύριο χώρο λατρείας).

    ΑΡΘΡΟ 26, §8. Το σχέδιο νόμου προβλέπει ανάκληση της άδειας λατρείας λόγω μην γνωστοποίησης του ΑΦΜ του χώρου λατρείας. Ωστόσο, υπάρχοντες ευκτήριοι οίκοι της Συνόδου μας ταλαιπωρούνται επί σειρά ετών στις τοπικές ΔΟΥ καθώς οι υπάλληλοι αρνούνται να εκδώσουν ΑΦΜ σε ευκτήριους οίκους με το σκεπτικό ότι δεν υπάρχει αντίστοιχη καταχώρηση στο ηλεκτρονικό τους σύστημα.

    ΠΡΟΤΕΙΝΟΥΜΕ την μη αναστολή της άδειας λειτουργίας εφόσον ο εκπρόσωπος του χώρου λατρείας έχει αποδεδειγμένα αιτηθεί ΑΦΜ στην αρμόδια ΔΟΥ και δεν του έχει αποδοθεί με υπαιτιότητα της ΔΟΥ. (Οριστική λύση στο ζήτημα αυτό θα έδινε μια κατάλληλη εγκύκλιος προς τις ΔΟΥ κατόπιν συνεννόησης μεταξύ του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων και της ΑΑΔΕ, για την οποία παρακαλούμε θερμά).

    ΑΡΘΡΟ 27, §2. Συμφωνούμε απόλυτα πως θρησκευτικός λειτουργός ο οποίος έχει τελέσει οποιοδήποτε κακούργημα ή τα πλημμελήματα που αναφέρονται στην παράγραφο 2 θα πρέπει να διαγραφεί από το μητρώο θρησκευτικών λειτουργών. Ωστόσο, προβληματιζόμαστε για την πρόβλεψη αναστολής της εγγραφής του θρησκευτικού λειτουργού στο μητρώο για περιπτώσεις πλημμελημάτων όπως της συκοφαντικής δυσφήμησης, απειλής διασπορά ψευδών ειδήσεων κλπ, διότι μπορεί να μην έχει πράγματι τελεστεί κάποιο αδίκημα, αλλά κάποιος κακόβουλος ή μνησίκακος πολίτης να έχει υποβάλλει μήνυση για κάποιο από αυτά κατά του θρησκευτικού λειτουργού. Μέχρι την έκδοση αμετάκλητης δικαστικής αθωωτικής απόφασης, θα μεσολαβήσει ένα ικανό χρονικό διάστημα κατά το οποίο ο θρησκευτικός λειτουργός δεν θα μπορεί να τελέσει το λειτούργημά του.

    ΠΡΟΤΕΙΝΟΥΜΕ την κατά περίπτωση αναστολή ή μη της εγγραφής του θρησκευτικοί λειτουργού στο μητρώο, κατά την κρίση του εισαγγελέα που συντάσσει την ποινική δίωξη.

    ΑΡΘΡΟ 27, §7. Διαμαρτυρόμαστε έντονα για την παράγραφο αυτή. Οι διατυπώσεις και κατευθύνσεις της είναι εντελώς εκτός του δηλωμένου σκοπού του νομοσχεδίου: «Σκοπός του Μέρους Β’ είναι α) η ακώλυτη άσκηση του δικαιώματος λατρείας όλων των θρησκευτικών κοινοτήτων και των μελών τους, μέσω της διαμόρφωσης ενός σύγχρονου, πλήρους και συνεκτικού νομοθετικού πλαισίου για τους χώρους λατρείας θρησκευτικών κοινοτήτων με ή χωρίς προσωπικότητα».
    Οι διατάξεις αυτής της παραγράφου επιβάλλουν όχι μόνο στις θρησκευτικές κοινότητες και στους θρησκευτικούς λειτουργούς αλλά και στα μέλη της κοινότητας να δηλώνουν με τρόπο ρητό και σαφή την θρησκευτική κοινότητα στην οποία ανήκουν ακόμα και για μια ανάρτησή τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης στην οποία αναφέρουν τον Θεό, την Αγία Γραφή ή οτιδήποτε άλλο θα μπορούσε να χαρακτηριστεί «θρησκευτικού περιεχομένου». Επίσης, είναι ασαφές αν η ίδια πρόβλεψη περιλαμβάνει τα μέλη της Ορθόδοξης εκκλησίας (αναφέρεται ρητά στους θρησκευτικούς λειτουργούς της αλλά όχι στα μέλη).
    Οι περιπτώσεις μηνύσεων για προσηλυτισμό και ταλαιπωρίας των μελών μας (αλλά και διασυρμού της χώρας μας στην ΕΕ) είναι ακόμα νωπές στις μνήμες μας και φοβόμαστε ότι αυτή η παράγραφος μπορεί να πυροδοτήσει ένα νέο κύμα μισαλλοδοξίας κατά των ‘αιρετικών’.

    ΠΡΟΤΕΙΝΟΥΜΕ την απόσυρση ολόκληρης της παραγράφου καθώς δεν συνεισφέρει κάτι το ουσιαστικό στο νομοσχέδιο και ελλοχεύει απρόβλεπτους κινδύνους.

    Το ΔΣ της Συνόδου της Αποστολικής Εκκλησίας Πεντηκοστής Ελλάδας

  • 21 Ιουλίου 2025, 15:20 | ΠΕΡΙΑΛΗΣ ΑΝΤΩΝΙΟΣ (ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΕΛΕΥΘΕΡΩΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ)

    ΜΕΡΟΣ 2ο
    Παρατηρήσεις επί του άρθρου 26 παρ. 1:
    Η υφιστάμενη διατύπωση της παραγράφου 1 του άρθρου 26 παρουσιάζει σειρά προβληματικών σημείων:
    1. Αρμοδιότητα του Υπουργείου Παιδείας & Θρησκευμάτων επί πολεοδομικών ζητημάτων:
    o Η απαίτηση για έκδοση άδειας από το Υπουργείο Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού για πράξεις όπως ανέγερση, προσθήκη, κατεδάφιση ή αλλαγή χρήσης παραβιάζει την διοικητική κατανομή αρμοδιοτήτων. Αυτές είναι πράξεις που ανήκουν στις αρμόδιες πολεοδομικές αρχές (ΥΔΟΜ) και το ΥΠΕΝ.
    o Ο ρόλος του Υπουργείου Παιδείας πρέπει να περιορίζεται στην αναγνώριση του θρησκευτικού χαρακτήρα του χώρου, όχι στην πολεοδομική αξιολόγηση ή προέγκριση.
    2. Έκδοση άδειας στο όνομα του θρησκευτικού λειτουργού:
    o Δεν είναι θεσμικά ή πρακτικά σωστό η άδεια να εκδίδεται στο όνομα του θρησκευτικού λειτουργού, ο οποίος συχνά δεν έχει καμία ιδιοκτησιακή ή διαχειριστική σχέση με το ακίνητο. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρά νομικά και διοικητικά προβλήματα, ιδίως σε περιπτώσεις:
     ενοικιαζόμενων ακινήτων,
     αλλαγής του λειτουργού (αποχώρηση, θάνατος κ.λπ.),
     ύπαρξης νομικού προσώπου που λειτουργεί τη λατρεία.
    o Η άδεια πρέπει να εκδίδεται στο όνομα του νομικού ή φυσικού προσώπου που έχει τη νόμιμη χρήση ή κυριότητα του χώρου.
    3. Υπερβολικός φόρτος γραφειοκρατίας:
    o Η σύνδεση της άδειας με τη δυνατότητα έκδοσης Οικοδομικής Άδειας και γνωστοποιήσεων δημιουργεί περίπλοκη και χρονοβόρα διαδικασία, χωρίς προστιθέμενη διοικητική ή θρησκευτική ασφάλεια.

    Προτεινόμενη νέα διατύπωση του άρθρου 26 παρ. 1:
    Άρθρο 26 παρ. 1 – Τροποποιημένη μορφή
    Για την ίδρυση και λειτουργία χώρου λατρείας γνωστής θρησκείας, απαιτείται άδεια που χορηγείται, κατόπιν αίτησης, από τον Υπουργό Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού και αφορά αποκλειστικά τη διαπίστωση της θρησκευτικής ταυτότητας και χρήσης του χώρου.
    Η άδεια αυτή αποτελεί προϋπόθεση για την υποβολή γνωστοποίησης λειτουργίας και για την ένταξη του χώρου στη σχετική νομοθεσία περί γνωστών θρησκειών.
    Οι οικοδομικές εργασίες, όπως ανέγερση, προσθήκη, αλλαγή χρήσης ή κατεδάφιση, διέπονται αποκλειστικά από την πολεοδομική νομοθεσία και τις αρμόδιες ΥΔΟΜ.
    Η άδεια εκδίδεται στο όνομα του νομικού προσώπου ή του φορέα που διαχειρίζεται το χώρο λατρείας, ή, εφόσον δεν υπάρχει νομικό πρόσωπο, στο φυσικό πρόσωπο που έχει τη νόμιμη χρήση του ακινήτου.
    Ο λειτουργός δύναται να υπογράφει την αίτηση για λογαριασμό του φορέα.
    Ο χώρος λατρείας υποχρεούται να αναρτά, σε εμφανές εξωτερικό σημείο, πινακίδα με την ονομασία του χώρου, την αναγνωρισμένη θρησκευτική κοινότητα, και τον αριθμό διαδικτυακής ανάρτησης της άδειας.

    Συνοπτικά Οφέλη της Πρότασης:
    • Επαναφέρει την ορθή κατανομή διοικητικών αρμοδιοτήτων,
    • Προστατεύει τη νομική σαφήνεια για τους κατόχους/χρήστες των χώρων,
    • Αποφεύγει τη σύγχυση ρόλων του λειτουργού με την ιδιοκτησία,
    • Διατηρεί τη διακριτή θρησκευτική αρμοδιότητα του Υπουργείου Παιδείας, χωρίς εμπλοκή σε πολεοδομικά ζητήματα,
    • Υλοποιεί τον σκοπό του νόμου με σεβασμό στη θρησκευτική ελευθερία και τη διοικητική αποτελεσματικότητα.
    Πρόταση για την παρ. 2 του άρθρου 26 του Σχεδίου Νόμου
    Σχόλιο:
    Η διατύπωση της παραγράφου 2 του άρθρου 26 δημιουργεί σύγχυση και απαιτεί διόρθωση. Η φράση:
    «Χώροι λατρείας που υφίστανται προ του 1955 λειτουργούν νόμιμα χωρίς την άδεια της παρ. 1 εφόσον κατέχουν σχετική διαπιστωτική πράξη…»
    παρουσιάζει εσωτερική αντίφαση, καθώς αφενός ορίζει ότι οι χώροι λειτουργούν χωρίς άδεια, αφετέρου θέτει ως προϋπόθεση για αυτήν τη λειτουργία την έκδοση διαπιστωτικής πράξης από το Υπουργείο. Ουσιαστικά, δηλαδή, απαιτείται κάποιο είδος αδειοδότησης εκ των υστέρων, έστω και διαπιστωτικού χαρακτήρα, γεγονός που αναιρεί τον χαρακτηρισμό «χωρίς άδεια».
    Επιπλέον, δεν ορίζονται κριτήρια ή προϋποθέσεις για το πώς θα αποδεικνύεται η προϋφιστάμενη κατάσταση προ του 1955 (λειτουργική ή κτηριακή), δημιουργώντας ασάφεια και κινδύνους αυθαιρεσίας ή άνισης μεταχείρισης.
    Είναι σημαντικό να διαφυλαχθεί η ιστορική συνέχεια λειτουργίας υφιστάμενων χώρων λατρείας και να μη δημιουργούνται νέες διοικητικές επιβαρύνσεις για κοινότητες που λειτουργούν ανεμπόδιστα επί δεκαετίες.

    Προτεινόμενη νέα διατύπωση της παραγράφου 2:
    «Οι χώροι λατρείας γνωστών θρησκειών που έχουν ανεγερθεί ή λειτουργούσαν αποδεδειγμένα ως τέτοιοι προ του έτους 1955, τεκμαίρεται ότι λειτουργούν νομίμως και εξαιρούνται από την υποχρέωση λήψης της άδειας της παραγράφου 1. Η σχετική διαπίστωση γίνεται με πράξη του Υπουργού Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού, κατόπιν αίτησης του φορέα στον οποίο ανήκει ο χώρος, και με την προσκόμιση αποδεικτικών στοιχείων, όπως τίτλοι, φωτογραφίες, μαρτυρίες, έγγραφα δημόσιων αρχών ή θρησκευτικών κοινοτήτων.»

    Συνοπτικό σκεπτικό – αιτιολόγηση πρότασης:
    • Η τροποποίηση αποσαφηνίζει το νομικό καθεστώς των ιστορικών χώρων λατρείας.
    • Αφαιρεί την αντίφαση μεταξύ «λειτουργίας χωρίς άδεια» και «αναγκαιότητας διαπιστωτικής πράξης».
    • Ορίζει εύλογες αποδείξεις για την προϋφιστάμενη χρήση, ενισχύοντας τη διαφάνεια και την ασφάλεια δικαίου.
    • Προστατεύει τη συνταγματικά κατοχυρωμένη ελευθερία θρησκείας, διασφαλίζοντας τη συνέχεια λειτουργίας χωρίς περιττά διοικητικά εμπόδια για ιστορικούς χώρους.
    Παρατήρηση στο Άρθρο 26, παρ. 3 — Αίτηση αδειοδότησης ευκτήριων οίκων
    Η παρ. 3 του άρθρου 26 προβλέπει ότι η αίτηση αδειοδότησης ευκτήριου οίκου υποβάλλεται από πέντε (5) πρόσωπα και έναν (1) θρησκευτικό λειτουργό. Στο δεύτερο εδάφιο αναφέρεται ότι θρησκευτικός λειτουργός ή μέλος διοίκησης νομικού προσώπου (Θ.Ν.Π., ΝΠΔΔ κ.λπ.) δύναται να συνυπογράφει περισσότερες από δύο (2) αιτήσεις.
    Επισημαίνουμε πρόβλημα άνισης μεταχείρισης:
    Η ρύθμιση αυτή δημιουργεί δυσμενή διάκριση σε βάρος των θρησκευτικών κοινοτήτων που λειτουργούν μέσω ευκτήριων οίκων χωρίς νομική μορφή, καθώς:
    • Ο περιορισμός σε δύο (2) αιτήσεις δεν επιτρέπει σε έναν λειτουργό να καλύψει πνευματικές ανάγκες σε περισσότερες μικρές κοινότητες, ιδιαίτερα όταν αυτές δεν διαθέτουν επαρκή αριθμό λειτουργών.
    • Αντιθέτως, η ευχέρεια που παρέχεται στους λειτουργούς των νομικών προσώπων δημιουργεί προνομιακή πρόσβαση σε αδειοδότηση για τις οργανωμένες εκκλησιαστικές δομές έναντι των μικρότερων ή λιγότερο θεσμοθετημένων.
    Η ουσία της θρησκευτικής ελευθερίας δεν εξαρτάται από τη νομική μορφή του φορέα, αλλά από το δικαίωμα των πιστών να συγκροτούν τόπους λατρείας με τρόπο πρόσφορο για τις συνθήκες τους.

    Πρόταση τροποποίησης:
    Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 3 να αναδιατυπωθεί ως εξής:
    «Φυσικό πρόσωπο με την ιδιότητα του θρησκευτικού λειτουργού δύναται να συνυπογράφει περισσότερες από δύο (2) αιτήσεις αδειοδότησης, ιδίως σε περιπτώσεις που πρόκειται για ευκτήριους οίκους χωρίς νομική μορφή ή για κοινότητες που λειτουργούν σε απομακρυσμένες ή υποστελεχωμένες περιοχές.»
    Με αυτόν τον τρόπο διασφαλίζεται:
    • η ισονομία μεταξύ διαφορετικών θρησκευτικών οργανώσεων,
    • η ευελιξία στην άσκηση των δικαιωμάτων των πολιτών,
    • και η αποφυγή υπερβολικών εμποδίων στην πράξη της θρησκευτικής λατρείας.
    Παρατήρηση επί του άρθρου 26, παρ. 4 – Αριθμός αιτούντων για αδειοδότηση ναού
    Η διάταξη της παραγράφου 4 του άρθρου 26 ορίζει ότι για την ανέγερση, ίδρυση και λειτουργία ναού απαιτείται αίτηση από εκατό (100) άτομα και έναν (1) θρησκευτικό λειτουργό. Το ίδιο εδάφιο επιτρέπει σε φυσικό πρόσωπο με την ιδιότητα του λειτουργού ή μέλους διοίκησης νομικού προσώπου να συνυπογράφει περισσότερες από δύο αιτήσεις.
    🔴 Παρατηρείται σοβαρή δυσανάλογη επιβάρυνση σε βάρος μικρών ή υπό ανάπτυξη θρησκευτικών κοινοτήτων, ιδιαίτερα ετερόδοξων ή νεοπαγών ομάδων.
    Συγκεκριμένα:
    1. Η απαίτηση των 100 ατόμων είναι υπερβολική:
    o Πολλές θρησκευτικές κοινότητες (π.χ. Ευαγγελικές, Πεντηκοστιανές) ξεκινούν από μικρές ομάδες (μερικά άτομα ή οικογένειες) και αναπτύσσονται σταδιακά με τα χρόνια.
    o Η απαίτηση αυτή αποκλείει εν τη γενέσει την αδειοδότηση ενός ναού από τέτοιες ομάδες, ακόμη και αν διαθέτουν τα μέσα και τον χώρο να φιλοξενήσουν περισσότερα άτομα στο μέλλον.
    2. Το κριτήριο είναι αυθαίρετο και άνισο:
    o Η διαφορά από 5 (ευκτήριοι οίκοι) σε 100 (ναοί) δεν στηρίζεται σε κάποιο συνταγματικό ή κοινωνικό τεκμήριο, ούτε συνδέεται λογικά με την ελευθερία θρησκευτικής έκφρασης.
    o Ο νόμος φαίνεται να αντανακλά μοντέλα μεγάλων, κατεστημένων κοινοτήτων (π.χ. Ορθόδοξης Εκκλησίας), που δεν είναι συγκρίσιμα με τις συνθήκες ίδρυσης και λειτουργίας των μικρότερων ομάδων.
    3. Δημιουργείται αντιφατική κατάσταση:
    o Εάν μια μικρή κοινότητα θέλει να προβλέψει μελλοντική αύξηση μελών και διαθέτει τους οικονομικούς πόρους να ανεγείρει χώρο άνω των 151 τ.μ., δεν μπορεί να αποκτήσει την άδεια λόγω έλλειψης 100 υπογραφών.
    o Δηλαδή, τιμωρείται η πρόβλεψη και η πρόνοια.

    Πρόταση τροποποίησης της παρ. 4:
    Η παράγραφος 4 να αναδιατυπωθεί ως εξής:
    «Για την αδειοδότηση ανέγερσης, ίδρυσης και λειτουργίας ναών απαιτείται αίτηση από τουλάχιστον τριάντα (30) άτομα και έναν (1) θρησκευτικό λειτουργό […]. Σε περιπτώσεις όπου η θρησκευτική κοινότητα τεκμηριώνει πρόβλεψη αύξησης της προσέλευσης και διαθέτει τις απαραίτητες πολεοδομικές και οικονομικές προϋποθέσεις, μπορεί να υποβληθεί αίτηση και με μικρότερο αριθμό προσώπων, κατόπιν ειδικά αιτιολογημένης απόφασης του Υπουργού.»

    Εναλλακτική προσθήκη (αν διατηρηθεί το «100»):
    «Σε περιπτώσεις κατά τις οποίες αιτείται άδεια θρησκευτική κοινότητα που αριθμεί λιγότερα των 100 μελών, αλλά διαθέτει νομική προσωπικότητα ή αποδεδειγμένα ιστορική παρουσία και λειτουργία, η απαίτηση των 100 προσώπων μπορεί να τροποποιείται με υπουργική απόφαση.»

    Συμπέρασμα: Η απαίτηση 100 ατόμων πρέπει να επανεξεταστεί ως δυσανάλογη, μη ρεαλιστική και σε αντίθεση με τη σταδιακή και οργανική ανάπτυξη των θρησκευτικών κοινοτήτων. Η πρόνοια του Συντάγματος για την ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης και λατρείας (άρθρα 13 & 5 Σ) επιβάλλει περισσότερο ευελιξία και αναλογικότητα.

    Παρατήρηση επί του άρθρου 26 παρ. 7
    Η εν λόγω διάταξη μάς επαναφέρει σε σκοτεινές εποχές της ελληνικής ιστορίας, θυμίζοντας καθεστώτα όπως εκείνο του Μεταξά ή της 21ης Απριλίου. Η θρησκευτική ελευθερία δεν εξαντλείται μόνο στο «ελευθέρως προσεύχεσθαι» αλλά περιλαμβάνει και το δικαίωμα διακίνησης των θρησκευτικών ιδεών, που είναι αναπόσπαστο τμήμα της.
    Η υποχρέωση οποιουδήποτε θρησκευτικού λειτουργού ή μέλους κοινότητας να δηλώνει ρητά τη θρησκευτική του ταυτότητα κάθε φορά που εκφέρει δημόσιο ή ιδιωτικό λόγο θρησκευτικού περιεχομένου, συνιστά ένα υπαινικτικό φακέλωμα της πίστης. Ειδικά για θρησκευτικές μειονότητες, όπως οι Ευαγγελικές ή Πεντηκοστιανές Εκκλησίες, αυτό λειτουργεί ως μηχανισμός αποκλεισμού και προκατάληψης.
    Αντιθέτως, η Ορθόδοξη Εκκλησία, η οποία καλύπτει το 95% του πληθυσμού, δεν επηρεάζεται πρακτικά, καθώς έχει κοινωνική, πολιτισμική και θεσμική υπεροχή. Για τα μέλη άλλων κοινοτήτων, όμως, η αναγκαστική δήλωση του θρησκευτικού φορέα, π.χ. «Ευαγγελικός», μπορεί να ενεργοποιήσει μηχανισμούς κοινωνικής απόρριψης ή και στιγματισμού.
    Η διάταξη μας θυμίζει και τον αναχρονιστικό όρο «Ευαγγελικών Αρχών», που είχε επιβληθεί σε εντυπογραφικές εκδόσεις και ταυτότητες από παλαιά καθεστώτα. Σήμερα η αναγραφή θρησκεύματος έχει καταργηθεί από τις ταυτότητες για λόγους προστασίας προσωπικών δεδομένων. Πώς είναι δυνατόν να επανέρχεται μέσω του διαδικτυακού λόγου ή της επικοινωνίας;
    Περαιτέρω, γιατί απαιτείται αυτή η ταυτοποίηση μόνο για τον θρησκευτικό λόγο και όχι για τον πολιτικό; Αν κάποιος εκφέρει πολιτικές απόψεις, δεν είναι υποχρεωμένος να δηλώσει κομματική ταυτότητα. Πού τελειώνει αυτό; Θα επιστρέψουμε στην εποχή των «φακέλων φρονημάτων»;
    Η υποχρέωση δήλωσης της θρησκευτικής κοινότητας προσβάλλει την ελευθερία συνείδησης και φέρει σαφείς οσμές καταστολής ιδεών. Στην ουσία, θεωρεί ότι ο πολίτης δεν είναι νοήμων, και πρέπει να προφυλαχθεί από την «επιρροή» άλλης πίστης. Η Πολιτεία οφείλει να εμπιστεύεται τη λογική κρίση του πολίτη.
    Επιπλέον, δεν γνωρίζουμε κανένα κράτος-μέλος της Ε.Ε. στο οποίο να υφίστανται τέτοιες υποχρεώσεις ταυτοποίησης θρησκευτικής ταυτότητας στο πλαίσιο δημόσιου ή ιδιωτικού διαλόγου. Αντίθετα, τέτοιες πρακτικές συναντώνται σε θεοκρατικά ή απολυταρχικά καθεστώτα.
    Κατανοούμε ότι η διάταξη πιθανόν να λειτουργεί ως πολιτικός συμβιβασμός προς την Ορθόδοξη Εκκλησία, στο πλαίσιο ανταλλαγής ευνοϊκών ρυθμίσεων. Όμως, κάτι τέτοιο δεν συνάδει με τις αξίες της δημοκρατίας και της ανεξιθρησκίας. Αντιθέτως, ενισχύει την εικόνα της Ορθόδοξης Εκκλησίας ως «κρατούσας», όχι μόνο από άποψης αριθμητικής, αλλά και θεσμικής εξουσίας.
    Ζητούμε, επομένως, την πλήρη κατάργηση της διάταξης αυτής, καθώς έρχεται σε αντίθεση με το άρθρο 13 του Συντάγματος, την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, καθώς και τη θεμελιώδη ευρωπαϊκή αρχή της ελεύθερης διακίνησης ιδεών.
    Αναγνωρίζουμε ότι το άρθρο 13 του Συντάγματος περιλαμβάνει την απαγόρευση του προσηλυτισμού, έστω και αν διαφωνούμε με αυτήν την πρόβλεψη ως αναχρονιστική και ασύμβατη με τη σύγχρονη ευρωπαϊκή νομική και πολιτισμική τάξη. Η απαγόρευση αυτή αφορά πρακτικές που νοθεύουν την ελευθερία του προσώπου, όπως ο χρηματισμός ή η εκμετάλλευση αδυναμιών. Το παρόν άρθρο, ωστόσο, δεν περιορίζεται στην προστασία από τέτοιες πρακτικές αλλά εισάγει περιορισμούς στην ελεύθερη έκφραση, διάδοση ιδεών και επικοινωνία, ακόμη και χωρίς επιβολή ή δόλο. Σε συνδυασμό με τις διατάξεις που ακολουθούν στο νομοσχέδιο και επιτρέπουν πειθαρχικά ή διοικητικά μέτρα κατά θρησκευτικών λειτουργών πριν υπάρξει τελεσίδικη απόφαση, προκύπτει σοβαρό πρόβλημα σεβασμού των θεμελιωδών δικαιωμάτων και της αρχής του τεκμηρίου αθωότητας.
    ΣΚΕΠΤΙΚΑ ΕΠΙ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΥ 8 ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 26
    Η υπό διαβούλευση διάταξη της παρ. 8 του άρθρου 26 αναφέρεται στις περιπτώσεις ανάκλησης της άδειας λειτουργίας ή της διαπιστωτικής πράξης ενός χώρου λατρείας. Ωστόσο, αρκετά σημεία αυτής της παραγράφου εγείρουν σοβαρά ερωτήματα, τόσο ως προς την ισονομία μεταξύ των θρησκευτικών κοινοτήτων, όσο και ως προς τη συμβατότητα με τη θρησκευτική ελευθερία και την αρχή της αναλογικότητας.
    1. Η έννοια του “θρησκευτικού λειτουργού” παρουσιάζεται ως απολύτως απαραίτητη για τη νομιμότητα της λειτουργίας του χώρου λατρείας. Όμως, αυτό βασίζεται στο διοικητικό και λειτουργικό μοντέλο της Ορθόδοξης Εκκλησίας, που δεν ισχύει καθολικά. Σε πολλές άλλες θρησκευτικές κοινότητες, ο ρόλος του λειτουργού είναι είτε διοικητικός (υπογράφει τα χαρτιά των γάμων) είτε συμβολικός, ενώ η ίδια η κοινότητα διοικείται συλλογικά από πρεσβυτέρια ή διακόνους. Άρα, η έλλειψη ενός και μόνο προσώπου δεν μπορεί να θεωρείται επαρκής λόγος ανάκλησης. Εξ άλλου μπορεί να χρησιμοποιηθεί λειτουργός άλλου ευκτήριου οίκου ή ναού για τον γάμο και μέλος του πρεσβυτερίου για την παραλαβή των εγγράφων από την Γ. Γραμματεία θρησκευμάτων.
    2. Το χρονικό όριο των 6 μηνών για την απουσία του λειτουργού είναι υπερβολικά στενό, δεδομένων των δυσκολιών που αντιμετωπίζουν θρησκευτικές κοινότητες στην εύρεση λειτουργού, ειδικά όταν δεν χρηματοδοτούνται από το κράτος. Προτείνουμε διάστημα ενάμιση (1,5) έτους, με τη δυνατότητα γνωστοποίησης νέου εκπροσώπου ή αιτιολόγησης καθυστέρησης.
    3. Αντίστοιχα, η διακοπή της λειτουργίας για 6 μήνες δεν μπορεί να θεωρηθεί τεκμήριο εγκατάλειψης ή παραβίασης του σκοπού. Είναι συχνό φαινόμενο να λειτουργούν εκκλησίες – ακόμα και Ορθόδοξες – μία φορά το χρόνο, π.χ. στην εορτή του Αγίου τους, χωρίς αυτό να συνιστά αχρησία. Η λειτουργική ζωή μιας κοινότητας δεν μετριέται με την περιοδικότητα, αλλά με την πρόθεση και παρουσία της πίστης και της λατρείας.
    4. Ως προς το ΑΦΜ, συμφωνούμε ότι κάθε νομική οντότητα οφείλει να έχει ΑΦΜ, αλλά η προθεσμία των 30 ημερών είναι ανεπαρκής στην πράξη. Προτείνουμε τρίμηνη (3 μηνών) προθεσμία για την υποβολή της αίτησης έκδοσης ΑΦΜ, δεδομένων των καθυστερήσεων στις ΔΟΥ και της συχνής άγνοιας του θεσμικού πλαισίου.
    Για τους παραπάνω λόγους, προτείνουμε την ακόλουθη αναδιατύπωση της διάταξης:

    ΠΡΟΤΑΣΗ ΑΝΑΔΙΑΤΥΠΩΣΗΣ ΤΗΣ ΠΑΡ. 8 ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 26
    Άρθρο 26 – παρ. 8 (Προτεινόμενη διατύπωση)
    Η άδεια χώρου λατρείας της παρ. 1 ή η διαπιστωτική πράξη της παρ. 2 ανακαλείται ιδίως:
    α) σε περίπτωση παραβίασης των διατάξεων του Συντάγματος, των κανόνων δημόσιας τάξης ή για λόγους εθνικής ασφάλειας κατά την έννοια του άρθρου 3 του ν. 5002/2022 (Α’ 228),
    β) σε περίπτωση παραβίασης των όρων και προϋποθέσεων έκδοσης των σχετικών διοικητικών πράξεων,
    γ) σε περίπτωση πλήρους και αδικαιολόγητης απουσίας νομίμως δηλωμένου θρησκευτικού λειτουργού ή νόμιμου εκπροσώπου για διάστημα πέραν των δεκαοκτώ (18) μηνών, και εφόσον η συγκεκριμένη θρησκευτική κοινότητα δεν έχει προβεί σε σχετική γνωστοποίηση αντικαταστάτη ή σε αιτιολόγηση της αδυναμίας δήλωσης,
    δ) σε περίπτωση πλήρους διακοπής κάθε μορφής θρησκευτικής ή λατρευτικής δραστηριότητας στον χώρο για συνεχές διάστημα πέραν των δεκαοκτώ (18) μηνών, και εφόσον δεν έχει υποβληθεί σχετική δήλωση προσωρινής παύσης,
    ε) σε περίπτωση λειτουργίας του χώρου με σκοπό ξένο προς τον λατρευτικό ή θρησκευτικό χαρακτήρα του,
    στ) σε περίπτωση μη γνωστοποίησης της αίτησης απόδοσης ΑΦΜ του χώρου λατρείας στην εφορία , στο Υπουργείο Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού εντός τριών (3) μηνών από την ημερομηνία έκδοσης της άδειας.
    Άρθρο 28
    Σφράγιση χώρων λατρείας – Ποινικές κυρώσεις- Διοικητικά πρόστιμα
    1. Χώροι λατρείας που ανεγείρονται ή λειτουργούν χωρίς την άδεια του Υπουργού Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού, κλείνουν και σφραγίζονται από την οικεία αστυνομική αρχή και η απόφαση σφράγισης κοινοποιείται στο Υπουργείο Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού. Αυτός που κατέχει και αυτός που ανεγείρει ή θέτει σε λειτουργία χώρο λατρείας χωρίς την άδεια της παρ. 1 του άρθρου 26 ή μεταβάλλει τη λειτουργία του χώρου αυτού κατά παράβαση της άδειας αυτής, τιμωρείται με ποινή φυλάκισης από δύο (2) έως έξι (6) μηνών και διοικητικό πρόστιμο, όπως καθορίζεται με την κοινή υπουργική απόφαση της παρ. 13 του άρθρου 63.

    Παρατηρήσεις επί του Άρθρου 28 – Σφράγιση χώρων λατρείας – Ποινικές κυρώσεις – Διοικητικά πρόστιμα
    Σκεπτικό – Νομική και πρακτική τεκμηρίωση
    1. Συνταγματικά δικαιώματα και διακρίσεις σε βάρος της θρησκευτικής συνάθροισης
    Το άρθρο 13 του Συντάγματος κατοχυρώνει την ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης και της άσκησης της λατρείας. Επιπλέον, το άρθρο 11 εγγυάται το δικαίωμα συνάθροισης, χωρίς άδεια, όταν αυτή γίνεται σε μη δημόσιο χώρο.
    Σε αντίθεση με άλλες κοινωνικές δραστηριότητες, η ειρηνική συνάθροιση προσώπων για ανάγνωση της Αγίας Γραφής, σχολιασμό και προσευχή, υπόκειται εδώ σε ποινική και διοικητική κύρωση, εφόσον δεν έχει προηγηθεί άδεια λειτουργίας «λατρευτικού χώρου». Αυτό συνιστά διάκριση σε βάρος της θρησκευτικής έκφρασης και πλήγμα στον πυρήνα της θρησκευτικής ελευθερίας, καθώς:
    2. Απαλλαγή άλλων «διανοητικών» ή «ιδεολογικών» χώρων από άδεια
    Ο νομοθέτης πρέπει να λάβει υπόψη ότι δεν απαιτείται άδεια λειτουργίας για πλήθος συγκεντρώσεων με παρόμοια κοινωνική λειτουργία, όπως:
    • Πολιτικές οργανώσεις που συνεδριάζουν ή διαβουλεύονται σε ιδιωτικούς ή δημοτικούς χώρους.
    • Επιστημονικές ή φιλοσοφικές ομάδες που οργανώνουν δημόσιες διαλέξεις, με ελεύθερη πρόσβαση.
    • Δήμοι που καλούν δημότες για συζητήσεις ή ακροάσεις χωρίς καμία αδειοδότηση.
    • Φοιτητικές ή πολιτιστικές λέσχες που αναπτύσσουν δραστηριότητες με θεσμικό ή ιδεολογικό περιεχόμενο.
    Η συναθροιστική δραστηριότητα που έχει ως σκοπό τη μελέτη της Αγίας Γραφής και την προσευχή δεν διαφοροποιείται στην πράξη από τις παραπάνω και δεν μπορεί να υπάγεται σε βαρύτερο νομικό καθεστώς, μόνο και μόνο επειδή το περιεχόμενό της είναι θρησκευτικό.
    3. Ο νομοθέτης συγχέει τον «λατρευτικό χώρο» με τη θρησκευτική συνάθροιση
    Το σχέδιο νόμου φαίνεται να αντιλαμβάνεται τον λατρευτικό χώρο με βάση το ορθόδοξο μοντέλο, δηλαδή ως θεσμικό χώρο τέλεσης μυστηρίων με μόνιμο λειτουργό, τέμπλο, ιερά, κ.λπ. Ωστόσο, αυτό δεν ισχύει στις Ευαγγελικές και Πεντηκοστιανές εκκλησίες, όπου η κοινότητα αναπτύσσεται πρώτα μέσα από μικρές, άτυπες, μη μυστηριακές συναθροίσεις (π.χ. σε σπίτια ή ενοικιαζόμενα γραφεία) για μελέτη της Γραφής και προσευχή.
    Αυτές οι δραστηριότητες δεν συνιστούν λειτουργία «λατρευτικού χώρου» με τη στενή έννοια, και δεν πρέπει να απαιτείται άδεια κατά την πρώτη περίοδο της διαμόρφωσης της κοινότητας.
    4. Ασφάλεια δικαίου – Διαχωρισμός απλής θρησκευτικής συνάθροισης από δημόσια λατρεία
    Πρέπει να διαχωριστεί νομικά και σαφώς η απλή/περιστασιακή ή περιοδική θρησκευτική συνάντηση από τον οργανωμένο, διαρκή και ανοικτό λατρευτικό χώρο. Όπως δεν ζητείται άδεια για τον σύλλογο που συζητά φιλοσοφικά θέματα, έτσι και η θρησκευτική συνάντηση για ανάγνωση και προσευχή δεν πρέπει να θεωρείται παρανομία, εκτός εάν επιτελεί:
    • δημόσια τελετουργική λειτουργία με πρόσβαση στο κοινό,
    • πράξεις με θρησκευτικό και νομικό χαρακτήρα (γάμοι),
    • και λειτουργεί σε μόνιμη ή διαρκή βάση με πρόθεση θεσμικής εγκατάστασης.
    5. Ο κίνδυνος κατάχρησης από εξωχριστιανικές ομάδες δεν δικαιολογεί τον περιορισμό των χριστιανικών
    Η λογική της καθολικής απαγόρευσης, υπό τον φόβο κατάχρησης από ακραίες ή εξωχριστιανικές ομάδες, δεν μπορεί να επιβληθεί ισοπεδωτικά σε δραστηριότητες που αφορούν Χριστιανικές κοινότητες, οι οποίες συγκεντρώνουν τη συντριπτική πλειοψηφία (97%) του πληθυσμού. Η Πολιτεία οφείλει να προστατεύει τις θρησκευτικές ελευθερίες, χωρίς να επιβάλλει προληπτικά περιοριστικά μέτρα που θίγουν τις ίδιες τις ιστορικές και ειρηνικές χριστιανικές εκφράσεις.

    Πρόταση προσθήκης στο Άρθρο 28
    Να προστεθεί νέα παράγραφος (π.χ. §2) που να εξαιρεί από τις κυρώσεις της παραγράφου 1 τις απλές θρησκευτικές συναθροίσεις, ως εξής:
    «Δεν συνιστά ίδρυση ή λειτουργία χώρου λατρείας κατά την έννοια της παραγράφου 1 η περιοδική ή περιστασιακή συνάθροιση προσώπων για ανάγνωση ιερών κειμένων, συζήτηση ή προσευχή σε ιδιωτικό χώρο ή μισθωμένο ακίνητο, εφόσον ο χώρος αυτός δεν φέρει εξωτερικά χαρακτηριστικά δημόσιου λατρευτικού χώρου και δεν τελούνται σε αυτόν μυστηριακές ή νομικές πράξεις.»
    Με τον τρόπο αυτό:
    • διαφυλάσσεται η ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης•
    • εξασφαλίζεται η ίση μεταχείριση των θρησκευτικών συναθροίσεων σε σχέση με άλλες ιδεολογικές ή επιστημονικές•
    • προστατεύεται ο χριστιανικός χαρακτήρας της κοινωνίας μας χωρίς υπερβολική επιτήρηση.
    28. 3. Φορείς της κεντρικής κυβέρνησης ή των ο.τ.α. α’ και β’ βαθμού μισθώνουν ή παραχωρούν άνευ ανταλλάγματος τη χρήση χώρων αποκλειστικής κυριότητας, νομής και κατοχής τους με αποκλειστικό σκοπό την άσκηση της λατρείας τους μόνο σε θρησκευτικά νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου ή εκκλησιαστικά ή θρησκευτικά νομικά πρόσωπα του ν. 4301/2014 και απαιτείται η άδεια της παρ. 1 του άρθρου 26 για τη νόμιμη λειτουργία τους.
    Νομική και συνταγματική παρατήρηση επί του άρθρου 28 παρ. 3
    Σημείο προβλήματος
    Η διάταξη του άρθρου 28 παρ. 3 προβλέπει ότι:
    «Φορείς της κεντρικής κυβέρνησης ή των Ο.Τ.Α. α’ και β’ βαθμού μπορούν να μισθώνουν ή να παραχωρούν άνευ ανταλλάγματος χώρους για την άσκηση λατρείας μόνο σε:
    – θρησκευτικά νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου ή
    – εκκλησιαστικά ή θρησκευτικά νομικά πρόσωπα του ν. 4301/2014,
    και απαιτείται η άδεια της παρ. 1 του άρθρου 26 για τη νόμιμη λειτουργία τους.»
    Πρακτικό – νομικό ζήτημα
    Η διατύπωση αυτή αποκλείει από τη δυνατότητα χρήσης ή μίσθωσης δημόσιου χώρου θρησκευτικές κοινότητες που δεν έχουν αποκτήσει νομική προσωπικότητα (Ν.Π.) ή δεν έχουν ενταχθεί στον ν. 4301/2014, όπως:
    • Ευκτήριοι οίκοι
    • εκκλησιαστικά συγκροτήματα που δεν επιθυμούν και δεν έχουν νομική μορφή και είναι απλές νομικές οντότητες.
    Πρόβλημα συνταγματικότητας και άνισης μεταχείρισης
    Το άρθρο αυτό δημιουργεί αθέμιτη διάκριση μεταξύ:
    • των θρησκευτικών κοινοτήτων που έχουν ήδη δομήσει Ν.Π. ή υπαχθεί στο ειδικό καθεστώς του ν. 4301/2014, και
    • εκείνων που είναι χωρίς νομική μορφή — πράγμα το οποίο είναι απολύτως νόμιμο υπό το άρθρο 13 του Συντάγματος και την ΕΣΔΑ.
    Το ελληνικό Σύνταγμα δεν προϋποθέτει την ύπαρξη νομικού προσώπου για την άσκηση της λατρείας ή την ύπαρξη σχέσης με κάποιον αναγνωρισμένο θρησκευτικό οργανισμό.
    Επομένως, η διάταξη παραβιάζει την αρχή της ισότητας (άρθρο 4 Σ) και τη θρησκευτική ελευθερία (άρθρο 13 Σ), καθιστώντας τη μη συμβατή με το εθνικό και ευρωπαϊκό δίκαιο.

    Πρόταση τροποποίησης – νομικά ισοδύναμη και πιο θεμελιωμένη
    Αντί της αποκλειστικότητας σε Ν.Π., η διάταξη μπορεί να διαμορφωθεί ως εξής:
    «Φορείς της κεντρικής κυβέρνησης ή των Ο.Τ.Α. α’ και β’ βαθμού δύνανται να μισθώνουν ή να παραχωρούν, έναντι ή άνευ ανταλλάγματος, χώρους για την άσκηση της λατρείας σε θρησκευτικά νομικά πρόσωπα ή θρησκευτικές ομάδες με πραγματική και ειρηνική θρησκευτική δράση, κατόπιν σχετικής τεκμηρίωσης, ανεξαρτήτως της νομικής τους μορφής, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 26.»

    Επιπλέον επιχειρήματα – για το σκεπτικό του σχολίου ή προσφυγή
    • Η **ένταξη στον ν. 4301/2014 είναι προαιρετική, όχι υποχρεωτική.
    • Η ίδια η νομολογία του ΕΔΔΑ (π.χ. υπόθεση Manoussakis v. Greece, 1996) έχει αποδοκιμάσει τις πολυπλοκότητες και αποκλεισμούς στη λειτουργία μικρών θρησκευτικών ομάδων.
    • Οι χριστιανικές ομάδες, ιδίως οι Ευαγγελικές και Πεντηκοστιανές, συγκροτούνται συχνά με φυσικά πρόσωπα, χωρίς νομική εκπροσώπηση, όπως και τα πρώτα χριστιανικά σχήματα στις Πράξεις των Αποστόλων.

    Παρέμβαση επί του Άρθρου 30 – Διοικητικά Μέτρα
    Σκεπτικά Παρατηρήσεων:
    Το άρθρο 30 προβλέπει την επιβολή διοικητικών προστίμων σε περιπτώσεις ανέγερσης, ίδρυσης, λειτουργίας, μεταστέγασης, προσθήκης ή κατεδάφισης χώρων λατρείας χωρίς την προβλεπόμενη άδεια του Υπουργείου Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού. Επίσης, κυρώσεις προβλέπονται για την παραβίαση των όρων λειτουργίας των νομίμως αδειοδοτημένων χώρων.
    Ωστόσο, η διάταξη προκαλεί σοβαρές ενστάσεις ως προς τον υπερβολικό διοικητικό παρεμβατισμό του Υπουργείου Παιδείας σε ζητήματα που ανάγονται σαφώς στην αρμοδιότητα της πολεοδομίας και των τεχνικών υπηρεσιών του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ).
    Η εκτέλεση τεχνικών ή οικοδομικών εργασιών, όπως προσθήκες καθ’ ύψος ή κατ’ επέκταση, και η κατεδάφιση, συνιστούν πράξεις με καθαρά πολεοδομικό και τεχνικό χαρακτήρα, οι οποίες διέπονται από τον Νέο Οικοδομικό Κανονισμό και τις διατάξεις περί έκδοσης αδειών δόμησης μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας του e-Άδειες, και δεν έχουν σχέση με τη θεολογική, διοικητική ή πνευματική εποπτεία ενός λατρευτικού χώρου.
    Η απαίτηση, λοιπόν, παράλληλης άδειας από το Υπουργείο Παιδείας για τεχνικές παρεμβάσεις σε νόμιμα λειτουργούντες χώρους λατρείας όχι μόνο προσθέτει περιττά στάδια, αλλά αυξάνει τη γραφειοκρατία και επιβαρύνει μικρές θρησκευτικές κοινότητες και ευκτήριους οίκους που ενδεχομένως στερούνται διοικητικής ή νομικής υποστήριξης.
    Αξίζει να σημειωθεί ότι σε κανένα άλλο τύπο κοινωνικού ή ιδιωτικού χώρου (όπως πολιτιστικά σωματεία, επιστημονικοί σύλλογοι, λέσχες, πολιτικά κόμματα) δεν απαιτείται άδεια υπουργείου για οικοδομικές εργασίες πέραν της τήρησης των πολεοδομικών διατάξεων. Η εξαίρεση που εισάγει το παρόν άρθρο για τους χώρους λατρείας δημιουργεί άνιση μεταχείριση και πιθανή προσβολή της αρχής της αναλογικότητας.
    Επιπλέον, καθιστάται σαφές ότι ο πνευματικός χαρακτήρας ενός λατρευτικού χώρου δεν αλλοιώνεται από πράξεις όπως η επισκευή στέγης, η ανακαίνιση ηλεκτρολογικών εγκαταστάσεων ή η προσθήκη βοηθητικών χώρων, ώστε να απαιτείται εκ νέου άδεια «λειτουργίας».

    Πρόταση Αναδιατύπωσης του Άρθρου 30:
    Άρθρο 30 – Διοικητικά Μέτρα (αναδιατυπωμένο)
    Σε περίπτωση:
    α) ανέγερσης, ίδρυσης, ή λειτουργίας χώρου λατρείας χωρίς την άδεια της παρ. 1 του άρθρου 26 ή
    β) παραβίασης των όρων λειτουργίας νόμιμα αδειοδοτημένων χώρων λατρείας,
    επιβάλλονται διοικητικά πρόστιμα σύμφωνα με την παρ. 13 του άρθρου 63.
    Η εκτέλεση οικοδομικών ή τεχνικών εργασιών επί υφιστάμενων χώρων λατρείας υπάγεται αποκλειστικά στις αρμόδιες πολεοδομικές και τεχνικές αρχές, χωρίς απαίτηση πρόσθετης έγκρισης του Υπουργείου Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού, εφόσον δεν μεταβάλλεται η χρήση ή η βασική λειτουργία του χώρου.

    Καταληκτική Παρατήρηση:
    Το άρθρο πρέπει να προσαρμοστεί στον θεσμικό καταμερισμό αρμοδιοτήτων μεταξύ Υπουργείων. Το Υπουργείο Παιδείας έχει ρόλο πνευματικής εποπτείας ως προς την ίδρυση ή λειτουργία, αλλά δεν νοείται να παρεμβαίνει και στην καθαρά τεχνική ή πολεοδομική διαχείριση. Η διατήρηση αυτής της ρύθμισης εγκυμονεί κινδύνους αυθαιρεσίας, διοικητικής υπερρύθμισης και, εν τέλει, προσβολής της θρησκευτικής ελευθερίας υπό τον τύπο των διοικητικών εμποδίων.
    Παρατήρηση επί του Άρθρου 31 – Ιδιωτικοί χώροι λατρείας
    Σκεπτικό:
    Το άρθρο 31 περιορίζει ρητώς τη δυνατότητα λειτουργίας ιδιωτικών χώρων λατρείας αποκλειστικά για την «κατ’ άρθρο 3 του Συντάγματος Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία του Χριστού». Η επιλογή αυτή εγείρει σοβαρά ζητήματα συνταγματικής συμβατότητας και διάκρισης υπέρ μιας συγκεκριμένης θρησκείας, κατά τρόπο που συγκρούεται με:
    1. Το άρθρο 13§1 Συντ., το οποίο κατοχυρώνει το δικαίωμα της ελευθερίας της θρησκευτικής συνείδησης και της ανεμπόδιστης λατρείας «της γνωστής θρησκείας».
    2. Το άρθρο 13§4 Συντ., που απαγορεύει τις διακρίσεις μεταξύ θρησκειών:
    «Κανένας δεν μπορεί να απαλλείπεται από τις υποχρεώσεις του προς το Κράτος ή να αρνείται να συμμορφώνεται με τους νόμους επικαλούμενος τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις.**
    3. Την ΕΣΔΑ, άρθρο 9, που προστατεύει το δικαίωμα στην ατομική και συλλογική θρησκευτική έκφραση χωρίς διακρίσεις.
    Ουσιαστική κριτική:
    Ο ιδιωτικός χώρος λατρείας αποτελεί μορφή ατομικής άσκησης θρησκευτικών δικαιωμάτων και δεν μπορεί να αφορά μόνο μία αναγνωρισμένη θρησκεία, ακόμα κι αν αυτή είναι η «κρατούσα». Η Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία απολαμβάνει μεν ειδικής ιστορικής και θεσμικής σχέσης με το κράτος (άρθρο 3 Συντ.), όμως το Σύνταγμα δεν της αναγνωρίζει αποκλειστικότητα στη θρησκευτική ελευθερία. Η θεσμοθέτηση ιδιωτικών χώρων λατρείας μόνο για την Ορθόδοξη Εκκλησία:
    • Καθιερώνει ευθέως άνιση μεταχείριση εις βάρος άλλων γνωστών θρησκειών (π.χ. Καθολικών, Ευαγγελικών, Πεντηκοστιανών, Μαρτύρων του Ιεχωβά, Μουσουλμάνων, Εβραίων),
    • Αγνοεί ότι και άλλες θρησκείες έχουν ανάγκη μικρών, μη δημόσιων, χώρων προσευχής (ευκτήριοι οίκοι, home churches, αίθουσες συνελεύσεων, αίθουσες προσευχής),
    • Παραβλέπει την πρακτική σε διεθνές και ευρωπαϊκό επίπεδο, όπου αναγνωρίζεται η χρήση ιδιωτικών κατοικιών ή χώρων για θρησκευτικούς λόγους.
    Πρόταση Αναδιατύπωσης του άρθρου 31:
    Άρθρο 31 – Ιδιωτικοί χώροι λατρείας
    Ιδιωτικοί χώροι λατρείας μπορούν να λειτουργούν εντός ιδιωτικών ακινήτων για την άσκηση της θρησκευτικής λατρείας οποιασδήποτε γνωστής θρησκείας, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 13 του Συντάγματος, υπό την προϋπόθεση ότι δεν είναι προσβάσιμοι στο ευρύ κοινό και δεν επιτελούν λειτουργίες δημοσίου χαρακτήρα.
    Καταληκτική επισήμανση:
    Δεν μπορεί να υπάρχει συνταγματικά ανεκτή κατηγορία «ιδιωτικών χώρων λατρείας» αποκλειστικά για την Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία, διότι αυτό συνιστά αθέμιτη προνομιακή μεταχείριση. Αν πρόκειται να θεσμοθετηθεί η έννοια του «ιδιωτικού χώρου λατρείας», αυτή οφείλει να αναγνωρίζεται ισότιμα σε όλες τις γνωστές θρησκείες, χωρίς διάκριση.
    Αντώνιος Περιάλης
    Πρόεδρος της ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΕΛΕΥΘΕΡΩΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ

  • 21 Ιουλίου 2025, 14:43 | ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΤΖΑΝΕΤΟΣ ΠΟΙΜΕΝΑΣ – ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΣ ΤΗΣ «ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ – ΑΜΠΕΛΟΚΗΠΟΙ»

    Προς
    Την Αξιότιμη Υπουργό Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού,
    Τον Αξιότιμο Υφυπουργό Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού
    Τη Γενική Γραμματεία Θρησκευμάτων
    Σε απάντηση του υπ’ αριθ. πρωτ. 84240/Θ1/09.07.2025 εγγράφου σας, με το οποίο μας καλείτε σε δημόσια ηλεκτρονική διαβούλευση του σχεδίου νόμου με διατάξεις περί χώρων λατρείας και θρησκευτικούς λειτουργούς γνωστών θρησκειών, θα θέλαμε να δηλώσουμε ότι, η θρησκευτική κοινότητα «ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ – ΑΜΕΛΟΚΗΠΟΙ» (οδός Έβρου αριθ. 10), της οποίας είμαι ποιμένας / λειτουργός και εκπροσωπώ νόμιμα, σεβόμενη τις Συνταγματικά κατοχυρωμένες στη χώρα μας θεμελιώδεις αρχές της θρησκευτικής ελευθερίας και προστασίας της ιδιοκτησίας, συντάσσεται απόλυτα και υποστηρίζει πλήρως το σύνολο των σχολίων και προτάσεων επί του άρθρου 24 του ως άνω εν λόγω νομοσχεδίου που έχουν αναρτηθεί στον ιστότοπο https://www.opengov.gr/ypepth/?p=6843 την 19η Ιουλίου από τον χρήστη «ΠΕΡΙΑΛΗΣ ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΕΛΕΥΘΕΡΩΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ».
    Περαιτέρω, η ανωτέρω συμφωνία και ταύτισή μας με τα σχόλια και προτάσεις της Κοινωνίας Ελευθέρων Ευαγγελικών Εκκλησιών επί του άρθρου 24 του υπό διαβούλευση νομοσχεδίου, συνεπάγεται τα αντίστοιχα και συμβατά σχόλια και προτάσεις και επί των άρθρων 25 για την επωνυμία χώρων λατρείας (δεδομένου ότι το «πιστεύω» και οι θρησκευτικές πεποιθήσεις της «ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ – ΑΜΕΛΟΚΗΠΟΙ» δεν προβλέπουν τέτοια ειδική ονομασία των χώρων λατρείας μας, ως συνηθίζεται στην Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία του Χριστού και φαίνεται να υπονοεί το γράμμα του υπό διαβούλευση νομοσχεδίου), 26 για τη διαδικασία αδειοδότησης χώρων λατρείας γνωστών θρησκειών και υποχρεώσεις γνωστοποίησης (δεδομένου ότι η «ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ – ΑΜΕΛΟΚΗΠΟΙ» λειτουργεί νόμιμα από το έτος 1966 δυνάμει της υπ’ αριθ. 39118/11.05.1966 Έγκρισης λειτουργίας του ευκτηρίου οίκου της «ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ – ΑΜΕΛΟΚΗΠΟΙ»), 28 για τη σφράγιση χώρων λατρείας – ποινικές κυρώσεις – διοικητικά πρόστιμα και 30 για τα διοικητικά μέτρα.
    Για την
    «ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ – ΑΜΠΕΛΟΚΗΛΟΙ»
    Κωνσταντίνος Τζανέτος
    Ποιμένας / Λειτουργός

  • 21 Ιουλίου 2025, 14:01 | ΑΔΕΛΦΟΤΗΤΑ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ

    21 Ιουλίου 2025, 13:01 | ΑΔΕΛΦΟΤΗΤΑ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
    Μόνιμος Σύνδεσμος

    5 από 8.254
    ΔΗΜΟΣΙΑ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΝΟΜΟΥ ΙΔΡΥΣΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ https://www.0opegov.gr/ypepth/?p=6843)

    ΑΔΕΛΦΟΤΗΤΑ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ
    ΝΟΤΑΡΑ 121 ΚΟΡΙΝΘΟΣ 20100 email roussoskorinthos@gmail.com τηλ.6944805924

    ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΕΙΣ.ΜΕΡΟΣ Β ΣΩΣΤΗ ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ
    Γ) Συμπλήρωση στο τέλος της παρ.8στ του άρθρου 26 για τον ΑΦΜ της φράσης:

  • 21 Ιουλίου 2025, 13:01 | ΑΔΕΛΦΟΤΗΤΑ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ

    5 από 8.254
    ΔΗΜΟΣΙΑ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΝΟΜΟΥ ΙΔΡΥΣΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ https://www.0opegov.gr/ypepth/?p=6843)

    ΑΔΕΛΦΟΤΗΤΑ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ
    ΝΟΤΑΡΑ 121 ΚΟΡΙΝΘΟΣ 20100 email roussoskorinthos@gmail.com τηλ.6944805924

    ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΕΙΣ.ΜΕΡΟΣ Β
    Γ) Συμπλήρωση στο τέλος της παρ.8στ του άρθρου 26 για τον ΑΦΜ της φράσης:
    .

  • 21 Ιουλίου 2025, 12:46 | Ιερά Σύνοδος Καθολικής Ιεραρχίας Ελλάδος

    ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟΣ
    ΚΑΘΟΛΙΚΗΣ ΙΕΡΑΡΧΙΑΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
    Ομήρου 9 – 106 72 Αθήνα

    Αρ. πρωτ. 5711/2025
    Αθήνα, 18 Ιουλίου 2025

    ΠΡΟΣ
    Κυρία Σοφία Ζαχαράκη
    Υπουργό Παιδείας Θρησκευμάτων και Αθλητισμού
    Ανδρέα Παπανδρέου 37 Τ.Κ. 15180 Μαρούσι
    Κοινοποιούμενη προς :
    Κύριον Γεώργιο Καλαντζή
    Γενικό Γραμματέα Θρησκευμάτων
    του Υπουργείου Παιδείας Θρησκευμάτων και Αθλητισμού
    Ανδρέα Παπανδρέου 37 Τ.Κ. 15180 Μαρούσι

    ΘΕΜΑ : «ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΕΠΙ ΤΟΥ ΠΡΟΣ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗ ΣΧΕΔΙΟΥ ΝΟΜΟΥ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΧΩΡΟΥΣ ΛΑΤΡΕΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΥΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥΣ ΓΝΩΣΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΙΩΝ»

    Αξιότιμη Κυρία Υπουργέ,
    Θα θέλαμε με το παρόν να εκφράσουμε τους προβληματισμούς και τις παρατηρήσεις μας επί του τεθέντος προς διαβούλευση σχεδίου νόμου – ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β’ ΧΩΡΟΙ ΛΑΤΡΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΙ.
    Το πρώτο και κυριότερο σημείο για την Καθολική Εκκλησία είναι η εξασφάλιση της συνέχισης ύπαρξης και λειτουργίας των ναών και των ευκτήριων οίκων που υφίστανται προ του 1955, πολλοί δε εξ αυτών ακόμα και πριν την ίδρυση του Ελληνικού Κράτους, και έχουν μεγάλη ιστορική αξία.
    Προς τούτο κρίνουμε αναγκαίο να γίνει πρόβλεψη στο νόμο ώστε αυτοί οι ναοί και ευκτήριοι οίκοι να μην εμπίπτουν στις περιπτώσεις ανάκλησης των αδειών ή διαπιστωτικών πράξεών τους (άρθρο 26 παρ. 8), ακόμα και αν λειτουργούνται μία ή δύο φορές το χρόνο, αλλά ούτε και να επηρεάζονται από τα Τοπικά και Ειδικά Πολεοδομικά Σχέδια στο μέλλον, ή από άλλες σχετικές διατάξεις, όπως τη δασική ή την πολεοδομική νομοθεσία, καθότι τούτο θα μπορούσε να οδηγήσει στην κατάργηση πολλών ιστορικών παρεκκλησίων και εξωκκλησίων σε όλη την νησιωτική και ηπειρωτική Ελλάδα.
    Δέον δε να αναφερθεί ότι μέχρι σήμερα εκκρεμούν προς έκδοση στο Υπουργείο Παιδείας Θρησκευμάτων και Αθλητισμού αρκετές αιτήσεις της Καθολικής Εκκλησίας προς έκδοση διαπιστωτικών πράξεων για υφιστάμενους προ του 1955 ναούς κι ευκτήριους οίκους επί τη βάση της από το Υπουργείο Σας τεθείσης σε ισχύ με αριθμό 105456/Θ1/31-08-2021 εγκυκλίου.
    Θα θέλαμε επίσης να ληφθεί υπόψη ότι υπάρχουν αρκετοί ευκτήριοι οίκοι, ιδρυθέντες μετά το 1955, εντός των οποίων έχει προβλεφθεί διακριτός χώρος διαμονής των θρησκευτικών λειτουργών τους και θα ήταν σημαντικό για πρακτικούς και λειτουργικούς λόγους να μην απαγορευθεί τούτο.
    Τέλος, δεδομένης της ήδη υπάρχουσας βαριάς γραφειοκρατίας στη χώρα, κρίνουμε ότι η προσθήκη επιπλέον υποχρέωσης λήψης άδειας και από το Υπουργείο Παιδείας Θρησκευμάτων και Αθλητισμού ως προϋπόθεση για την έκδοση διοικητικών πράξεων, όπως οικοδομικών αδειών, εργασιών κλπ (άρθρο 26 παρ. 1) θα αποτελέσει απλά ένα επιπλέον εμπόδιο στη συντήρηση και διατήρηση των ναών και ευκτήριων οίκων. Θεωρούμε λοιπόν απαραίτητο να εξαιρεθεί από αυτή την προϋπόθεση τουλάχιστον η έκδοση αδειών οικοδομικών εργασιών μικρής κλίμακας.

    Για την Ιερά Σύνοδο της Καθολικής Εκκλησίας στην Ελλάδα
    Ο Πρόεδρος Ο Γραμματέας

    + Θεόδωρος Κοντίδης + Ιωσήφ Πρίντεζης

  • 21 Ιουλίου 2025, 12:10 | ΑΔΕΛΦΟΤΗΤΑ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ

    5 από 8.254
    ΔΗΜΟΣΙΑ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΝΟΜΟΥ ΙΔΡΥΣΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ

    ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗ ΤΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΝΟΜΟΥ ΓΙΑ ΤΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ ΚΑΙ ΕΥΚΤΗΡΙΩΝ ΟΙΚΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

    ΑΔΕΛΦΟΤΗΤΑ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ
    ΝΟΤΑΡΑ 121 ΚΟΡΙΝΘΟΣ
    20100 email roussoskorinthos@gmail.com τηλ.6944805924

    ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΕΙΣ

    Α) Να προστεθεί σαν παράγραφος 9 στο άρθρο 26 η εξης:
    Άδειες Ευκτηρίων Οίκων ή Εκκλησιών που έχουν εγκριθεί μέχρι την ισχύ του παρόντος νόμου από το Υπουργείο Θρησκευμάτων δεν επηρεάζονται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου και λειτουργούν κανονικά.

    Β) Να διαγραφεί η παράγραφος 7 του άρθρου 26
    Η παράγραφος αυτή που προβλέπει ότι κάθε Λειτουργός ή μέλος εκκλησίας πριν τη μετάδοση κάθε χριστιανικού μηνύματος με προφορικό ή ηλεκτρονικό τρόπο ή άλλο οποιοδήποτε τρόπο υποχρεούται με συγκεκριμένη ποινή να δηλώνει τη θρησκευτική του ταυτότητα και την εκκλησία που είναι μέλος μοιάζει με το άρθρο 8 του δικτατορικού νόμου αρ.1363 της δικτατορίας του 1938 που επέβαλε η τότε δικτατορία πράγμα που αντίκειται στις διατάξεις του ελληνικού συντάγματος περί ελευθέρας έκφρασης κάθε ατόμου καθώς και περί θρησκευτικής ελευθερίας.
    Γιαυτό το σκοπό η Ελληνική πολιτεία κατήργησε την αναγραφή του θρησκεύματος από τις ελληνικές ταυτότητες κλπ.προς αποφυγή διάκρισης λόγω θρησκευτικών φρονημάτων.
    Έτσι ελεύθερα όποιος Έλληνας μιλάει για πολιτικά θέματα δεν υποχρεούται να δηλώσει το πολιτικό κόμμα που τυχόν ανήκει. Ομοίως όποιος έλληνας μιλάει για αθλητικά ή άλλα θέματα δεν υποχρεούται να δηλώσει την αθλητική Ομάδα που υποστηρίζει.
    Τι παράξενο σε μια ονομαζομένη χριστιανική χώρα όπως η Ελλάδα όταν πρόκειται κάποιος να μιλήσει για τον Χριστό προηγουμένως πρέπει να δηλώσει τη θρησκευτική του ταυτότητα αλλοιώς τιμωρείται.
    Γ) Συμπλήρωση στο τέλος της παρ.8στ του άρθρου 26 για τον ΑΦΜ της φράσης:
    .

  • 19 Ιουλίου 2025, 23:04 | ΠΕΡΙΑΛΗΣ ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΕΛΕΥΘΕΡΩΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ

    Προς:
    Την Αξιότιμη Υπουργό Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού
    Τον Αξιότιμο Υφυπουργό Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού
    Τη Γενική Γραμματεία Θρησκευμάτων
    Διά της Γενικής Γραμματείας Θρησκευμάτων

    ΥΠΟΜΝΗΜΑ
    σχετικά με τη δημόσια ηλεκτρονική διαβούλευση επί του σχεδίου νόμου που περιλαμβάνει διατάξεις για τους χώρους λατρείας και τους θρησκευτικούς λειτουργούς γνωστών θρησκειών, σύμφωνα με το υπ’ αριθ. πρωτ. 84240/Θ1/9.7.2025 έγγραφο της Γενικής Γραμματείας Θρησκευμάτων.

    Παρακαλούμε να λάβετε υπόψη τα κάτωθι σχόλια και παρατηρήσεις μας στο πλαίσιο της διαβούλευσης.
    Α. Αίτημα Παράτασης Χρόνου Δημόσιας Διαβούλευσης Νομοσχεδίου
    Αξιότιμη κυρία Υπουργέ,
    Με σεβασμό, θα θέλαμε να υποβάλουμε αίτημα για την παράταση του χρόνου δημόσιας διαβούλευσης του υπό εξέταση νομοσχεδίου. Δυστυχώς, ο προβλεπόμενος χρόνος δεν επαρκεί για την εις βάθος μελέτη και αξιολόγηση των διατάξεών του, οι οποίες ενδέχεται να επιφέρουν σοβαρές επιπτώσεις και αδικίες στον χώρο των θρησκευτικών κοινοτήτων.
    Β. Αίτημα για Ρητή Πρόβλεψη Μη Αναδρομικής Ισχύος του Νομοσχεδίου
    Αξιότιμη κυρία Υπουργέ,
    Επιτρέψτε μας, με τον δέοντα σεβασμό, να αναφερθούμε σε μια θεμελιώδη αρχή του δικαίου, την οποία, ασφαλώς, γνωρίζετε και συμμερίζεστε, όπως αποτυπώνεται εύγλωττα στον λόγο του Δημοσθένη:

    «… ο νομοθέτης πρέπει να θεσπίζει νόμους για όσα θα γίνουν,
    τι πρέπει να γίνεται σε κάθε περίσταση και
    ποιες ποινές πρέπει να επιβάλλονται για κάθε αδίκημα.
    Αυτό σημαίνει να θεσπίζονται νόμοι
    που ισχύουν από κοινού για όλους τους πολίτες.
    Το να προτείνονται όμως νόμοι για όσα ήδη έχουν συμβεί
    δεν είναι θέσπιση νόμων, αλλά σωτηρία για όσους αδικούν.»

    Δημοσθένης κατά Τιμοκράτους (353 π.Χ.)
    Το υπό δημόσια διαβούλευση νομοσχέδιο, το οποίο αφορά ζητήματα της Γενικής Γραμματείας Θρησκευμάτων, δεν περιλαμβάνει, τουλάχιστον ρητώς, πρόβλεψη ότι οι διατάξεις του δεν θα έχουν αναδρομική ισχύ. Η έλλειψη αυτής της πρόνοιας έχει προκαλέσει έντονη ανησυχία και αβεβαιότητα στους κόλπους των διοικήσεων των Εκκλησιών μας.
    Ειδικότερα, Εκκλησίες οι οποίες λειτουργούν επί δεκαετίες υπό απολύτως νόμιμες άδειες και εγκεκριμένες συνθήκες, κινδυνεύουν — αν εφαρμοστούν αναδρομικά οι νέες ρυθμίσεις — να οδηγηθούν σε υποχρεωτικές τροποποιήσεις της λειτουργίας και της αδειοδότησής τους, κάτι που θα επιφέρει σοβαρές πρακτικές, οικονομικές και θεσμικές επιπτώσεις, καθώς και τον άμεσο κίνδυνο απώλειας της δυνατότητας λειτουργίας λόγω του ισχύοντος χωροταξικού σχεδιασμού των Δήμων.
    Για τους λόγους αυτούς, παρακαλούμε να εξετάσετε με ευαισθησία και δικαιοσύνη το αίτημά μας για ρητή προσθήκη διάταξης στο νομοσχέδιο που να κατοχυρώνει τη μη αναδρομική ισχύ των προβλεπομένων ρυθμίσεων.

    Μπορεί το νομοσχέδιο να εφαρμοστεί αναδρομικά;
    Επιτρέψτε μας να διατυπώσουμε την άποψή μας
    Κατ’ αρχήν, όχι.
    Σύμφωνα με το άρθρο 17 του Συντάγματος (προστασία της ιδιοκτησίας) και τη γενική αρχή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του διοικούμενου, οι πολίτες και οι θρησκευτικές κοινότητες έχουν το δικαίωμα να στηρίζονται στη νομιμότητα που ίσχυε κατά τον χρόνο έκδοσης της άδειάς τους.
    Επίσης, κατά το άρθρο 77 παρ. 1 του Συντάγματος:
    «Ο νόμος έχει ισχύ μόνο για το μέλλον, εκτός αν ορίζει διαφορετικά.»
    Ακόμα όμως και αν ορίζει διαφορετικά, μια αναδρομική δυσμενής ρύθμιση που θίγει:
    • ισχύουσες άδειες,
    • ήδη λειτουργούντες χώρους λατρείας ή
    • θεμελιωμένα δικαιώματα,
    μπορεί να προσβληθεί ως αντισυνταγματική, γιατί:
    • καταλύει τη διοικητική συνέχεια,
    • παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας,
    • προσβάλλει κατοχυρωμένα δικαιώματα θρησκευτικής ελευθερίας (άρθρο 13 Συντάγματος και άρθρο 9 ΕΣΔΑ).
    Άρα
    Το νομοσχέδιο οφείλει να διαχωρίζει σαφώς:
    • τους νέους αιτούντες (στους οποίους θα εφαρμόζεται το νέο πλαίσιο),
    • από τους ήδη αδειοδοτημένους χώρους (στους οποίους πρέπει να αναγνωρίζεται ισχύς της προγενέστερης άδειας).
    Αν δεν προβλεφθεί κάτι τέτοιο, υπάρχει σοβαρός νομικός κίνδυνος να προσβληθούν διατάξεις ως αντισυνταγματικές ή αντίθετες στην ΕΣΔΑ.
    Προτεινόμενη διατύπωση άρθρου:
    Άρθρο Χ – Μη αναδρομική εφαρμογή
    Οι διατάξεις του Μέρους Β΄ εφαρμόζονται αποκλειστικά σε αιτήσεις για άδεια ίδρυσης ή λειτουργίας που υποβάλλονται μετά τη θέση του σε ισχύ. Υφιστάμενες άδειες που έχουν εκδοθεί έως την ημερομηνία αυτή παραμένουν σε πλήρη ισχύ, χωρίς υποχρέωση συμμόρφωσης προς τις νέες προϋποθέσεις.
    Αυτό:
    • θωρακίζει τη νομιμότητα των υφιστάμενων χώρων λατρείας,
    • προστατεύει από αιφνίδια διοικητική ανατροπή,
    • περιορίζει τον κίνδυνο μαζικών ενστάσεων/προσφυγών (π.χ. στο ΣτΕ ή το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου).
    «Παραθέτουμε σχόλια σε ορισμένα άρθρα. Εφόσον υπάρχει διαθέσιμος χρόνος για μελέτη, θα επανέλθουμε και με παρατηρήσεις σε επιπλέον σημεία και άρθρα.»
    Γ. Άρθρο 21 – Σκοπός
    «Σκοπός του Μέρους Β΄ είναι:
    α) η ακώλυτη άσκηση του δικαιώματος λατρείας όλων των θρησκευτικών κοινοτήτων και των μελών τους, μέσω της διαμόρφωσης ενός σύγχρονου, πλήρους και συνεκτικού νομοθετικού πλαισίου για τους χώρους λατρείας θρησκευτικών κοινοτήτων με ή χωρίς προσωπικότητα, πλην της κατ’ άρθρο 3 του Συντάγματος Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας του Χριστού.»
    Σχόλιο:
    Η πρόβλεψη αυτή δημιουργεί εξαίρεση της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας από το σύνολο του ρυθμιστικού πλαισίου του Μέρους Β’, γεγονός που εγείρει ερωτήματα αναφορικά με την ισότητα μεταχείρισης και την αρχή της ισονομίας.
    Η εξαίρεση δεν συνοδεύεται από ειδική αιτιολογία ή αντισταθμιστική πρόβλεψη για τις λοιπές θρησκευτικές κοινότητες, οι οποίες καλούνται να συμμορφωθούν με αυστηρότερες και συχνά δυσανάλογες ρυθμίσεις, όπως:
    • Πολεοδομικές απαιτήσεις και όρια εμβαδού
    • Περιορισμούς στην προσφορά φιλοξενίας
    • Υψηλό επίπεδο διοικητικής και τεχνικής συμμόρφωσης
    Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία άνισης νομοθετικής βαρύτητας εις βάρος των λοιπών, μη επικρατουσών, θρησκευτικών κοινοτήτων, παραγνωρίζοντας τη συνταγματική επιταγή για ισοτιμία στη θρησκευτική ελευθερία (άρθρο 13 Συντάγματος και άρθρο 9 ΕΣΔΑ).
    Πρόταση:
    Να προστεθεί στο τέλος του άρθρου 21 η ακόλουθη παράγραφος:
    «Η διαμόρφωση του ανωτέρω νομοθετικού πλαισίου για τις λοιπές θρησκευτικές κοινότητες τελεί υπό την αρχή της ισονομίας και της αναλογικότητας, ώστε να μην δημιουργούνται πρακτικά ή διοικητικά εμπόδια που καθιστούν δυσχερέστερη την άσκηση της λατρείας, σε σχέση με όσα ισχύουν για την κατ’ άρθρο 3 του Συντάγματος Ορθόδοξη Εκκλησία.»

    Δ. Άρθρο 23 – Πεδίο εφαρμογής
    «Οι διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου καταλαμβάνουν όλες τις θρησκευτικές κοινότητες με ή χωρίς νομική προσωπικότητα, πλην της κατ’ άρθρο 3 του Συντάγματος Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας του Χριστού για την οποία ισχύουν ειδικότερες διατάξεις, εκτός αν άλλως ορίζεται ρητά στο παρόν.»
    Σχόλιο:
    Η γενική και απόλυτη εξαίρεση της Ορθόδοξης Εκκλησίας ενέχει τον κίνδυνο δημιουργίας θεσμικής δυσαρμονίας και κανονιστικής ανισότητας. Οι λοιπές κοινότητες, όπως οι Ευαγγελικές, Πεντηκοστιανές και λοιπές γνωστές θρησκείες, επιφορτίζονται με περιορισμούς και διαδικαστικά βάρη που δεν ισχύουν για την επικρατούσα Εκκλησία.
    Ιδίως εφόσον το παρόν σχέδιο νόμου φέρει τον τίτλο της «ρύθμισης της θρησκευτικής ελευθερίας μέσω καθολικών και συνεκτικών κανόνων», η επιλεκτική εφαρμογή του υπονομεύει τον ίδιο τον διακηρυγμένο σκοπό του.
    Πρόταση:
    Να προστεθεί ερμηνευτική φράση στο τέλος του άρθρου 23:
    «Η εξαίρεση της Ορθοδόξου Εκκλησίας του Χριστού δεν συνεπάγεται την επιβολή δυσμενέστερων όρων για τις λοιπές θρησκευτικές κοινότητες. Η εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος κεφαλαίου τελεί υπό την αρχή της ισότητας, της αναλογικότητας και της προστασίας της ανεμπόδιστης άσκησης της θρησκευτικής λατρείας.»
    Ε. Άρθρο 24
    Χώροι λατρείας
    1. Οι χώροι λατρείας είναι τόποι αφιερωμένοι στην εκδήλωση θρησκευτικού σεβασμού ή την τέλεση λατρευτικών πράξεων και διακρίνονται σε: α) ευκτηρίους οίκους, δηλαδή χώρους λατρείας επιφάνειας μέτρων τετραγωνικών έως εκατόν πενήντα (150 τ.μ.) και β) ναούς, δηλαδή χώρους λατρείας επιφάνειας μέτρων τετραγωνικών άνω των εκατόν πενήντα (150 τ.μ.).
    ΣΧΟΛΙΑ
    Παρατηρήσεις επί του άρθρου 24 – Χώροι Λατρείας
    1. Επί του ορίου εμβαδού ευκτηρίου οίκου (παρ. 1 περ. α):
    Η πρόβλεψη του εδαφίου α΄ της παρ. 1 του άρθρου 24, κατά την οποία ως ευκτήριος οίκος ορίζεται ο χώρος λατρείας επιφάνειας έως 150 τ.μ., δεν ανταποκρίνεται στις λειτουργικές ανάγκες ορισμένων θρησκευτικών κοινοτήτων, όπως ενδεικτικά των Ευαγγελικών και Πεντηκοστιανών Εκκλησιών.
    Οι κοινότητες αυτές, κατά την τακτική τους άσκηση θρησκευτικών δικαιωμάτων, χρησιμοποιούν τον χώρο λατρείας όχι αποκλειστικά για τέλεση πράξεων λατρείας με τη στενή έννοια, αλλά και για παράλληλες δραστηριότητες αναπόσπαστες από τη συνολική πνευματική λειτουργία της κοινότητας (π.χ. διδασκαλία, κατηχητικά σχολεία, νεανικές συναντήσεις κ.λπ.), οι οποίες ενίοτε λαμβάνουν χώρα ταυτόχρονα με τη λατρεία.
    Η αυστηρή οριοθέτηση του ευκτηρίου οίκου σε 150 τ.μ. δημιουργεί πρακτικά προσκόμματα στην άσκηση της λατρείας κατά τον οικείο τύπο των ως άνω κοινοτήτων και ενδέχεται να θίξει την ουσιαστική ισοτιμία στην άσκηση του συνταγματικά κατοχυρωμένου δικαιώματος θρησκευτικής ελευθερίας (άρθρο 13 Σ.).
    Πρόταση: Επανακαθορισμός του εμβαδού του ευκτηρίου οίκου στο ύψος των 250 τ.μ., ώστε να αντανακλάται η πραγματική διάρθρωση των θρησκευτικών αναγκών διαφορετικών δογμάτων και ομολογιών.
    2. Επί της χρήσης του όρου «ναός» (παρ. 1 περ. β):
    Η χρήση του όρου «ναός» για τον χαρακτηρισμό χώρων λατρείας άνω των 150 τ.μ. δεν είναι θεολογικά αποδεκτή από σημαντικό αριθμό θρησκευτικών κοινοτήτων, κυρίως δε των Ευαγγελικών και Πεντηκοστιανών, των οποίων η δογματική διδασκαλία δεν αποδέχεται την ύπαρξη ιερού χώρου που φέρει την έννοια κατοίκησης της θεότητας, όπως συνέβαινε στον ναό της Παλαιάς Διαθήκης ή σε αρχαίους λατρευτικούς ναούς.
    Ο συγκεκριμένος όρος φέρει φορτίο εννοιολογικό και θεολογικό, το οποίο δεν είναι ουδέτερο. Ως εκ τούτου, η καθολική χρήση του όρου «ναός» για τους χώρους άνω των 150 τ.μ. θα μπορούσε να θεωρηθεί ως έμμεση θεσμική επιβολή όρου που δεν ανταποκρίνεται στο αυτοπροσδιοριστικό δικαίωμα των θρησκευτικών κοινοτήτων.
    Πρόταση: Αντικατάσταση του όρου «ναός» από εναλλακτικό ουδέτερο όρο, όπως «ευκτήριος οίκος άνω των 250 τ.μ.» ή «χώρος λατρείας μεγαλύτερης επιφάνειας», προκειμένου να διασφαλιστεί η θρησκευτική ουδετερότητα της διάταξης και να αποτραπούν περιπτώσεις σύγκρουσης με το δικαίωμα στον αυτοπροσδιορισμό.
    ΣΤ. Άρθρο 24, παρ. 2 – Δομή και εμβαδόν χώρου λατρείας
    «Από τη διαρρύθμιση του χώρου λατρείας πρέπει να προκύπτει ότι η διακριτή επιφάνεια του κύριου χώρου λατρείας δεσπόζει και χαρακτηρίζει τη χρήση του υπό αδειοδότηση χώρου και καταλαμβάνει επιφάνεια ποσοστού τουλάχιστον δύο τρίτων (2/3) του συνολικού εμβαδού του υπό αδειοδότηση χώρου. Μικρές παρεκκλίσεις από το ανωτέρω ποσοστό μπορούν να εξετάζονται κατά περίπτωση…»

    Σχόλιο:
    Η διάταξη αυτή εισάγει ομοιόμορφη, αυστηρή προϋπόθεση αναλογίας μεταξύ του κύριου χώρου λατρείας και του συνολικού εμβαδού, η οποία βασίζεται σε κατασκευαστικά και λειτουργικά πρότυπα της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, όπου η χρήση του ναού είναι σχεδόν αποκλειστικά τελετουργική και οι υποστηρικτικές λειτουργίες (π.χ. φιλοξενία, διδασκαλία, σύναξη) είναι σχεδόν ανύπαρκτες εντός του ιδίου κτηρίου.
    Ωστόσο, στις περισσότερες Ευαγγελικές Εκκλησίες (καθώς και σε άλλες γνωστές χριστιανικές ομολογίες), η έννοια του “χώρου λατρείας” περιλαμβάνει λειτουργικά και οργανικά τις αίθουσες κατήχησης, συσκέψεων, νεολαίας, φιλοξενίας και κοινωνικής συναναστροφής, καθώς όλα συνιστούν όψεις της πνευματικής ζωής και λειτουργίας της κοινότητας.
    Χαρακτηριστικά παραδείγματα που αγνοούνται από τη ρύθμιση:
    • Εκκλησίες με πολυώροφο διαχωρισμό χώρων, όπου η αίθουσα για το κήρυγμα βρίσκεται στον ένα όροφο και οι χώροι νεολαίας/φιλοξενίας σε άλλους.
    • Χώροι όπου οι συμπληρωματικές δραστηριότητες υπερβαίνουν σε εμβαδόν τον κύριο χώρο συναθροίσεως, χωρίς όμως να αναιρούν τον λειτουργικό χαρακτήρα του όλου ως θρησκευτικού χώρου.
    Η μονομερής προσέγγιση του “κυρίως χώρου” ως μοναδικού ή δεσπόζοντος οδηγεί σε εξαίρεση ή απόρριψη αδειοδότησης κοινοτήτων που δεν ακολουθούν το ορθόδοξο αρχιτεκτονικό πρότυπο —γεγονός που αποτελεί έμμεση μορφή θρησκευτικής διάκρισης, αντίθετη προς το άρθρο 13 του Συντάγματος και την ΕΣΔΑ.

    Πρόταση τροποποίησης:
    Αντικατάσταση της παραγράφου 2 του άρθρου 24 ως εξής:
    «Η διαρρύθμιση του χώρου λατρείας πρέπει να αντανακλά τον συνολικό θρησκευτικό προορισμό του ακινήτου και να περιλαμβάνει τον κύριο χώρο συναθροίσεως, καθώς και τους βοηθητικούς και υποστηρικτικούς χώρους που εξυπηρετούν τις πνευματικές, κατηχητικές, κοινωνικές και οργανωτικές ανάγκες της κοινότητας.
    Εφόσον ο κύριος χώρος συναθροίσεως καταλαμβάνει τουλάχιστον το ένα τρίτο (1/3) της συνολικής επιφάνειας, η χρήση του ακινήτου τεκμαίρεται ως κυρίως λατρευτική.
    Τυχόν παρεκκλίσεις εξετάζονται λαμβάνοντας υπόψη το συνολικό λειτουργικό σχήμα της κοινότητας και τα δογματικά ή πρακτικά χαρακτηριστικά της.»

    Ζ. Παρατήρηση επί του άρθρου 24 παρ. 3:
    Η παράγραφος 3 του άρθρου 24 προβλέπει:
    «Ο χώρος λατρείας δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιείται ως μόνιμη ή προσωρινή κατοικία ή χώρος φιλοξενίας οποιουδήποτε προσώπου, συμπεριλαμβανομένου του θρησκευτικού λειτουργού.»
    Η εν λόγω ρύθμιση, όπως διατυπώνεται, εισάγει γενική και απόλυτη απαγόρευση κάθε μορφής διαμονής ή φιλοξενίας εντός των χώρων λατρείας, ακόμη και για τον ίδιο τον θρησκευτικό λειτουργό ή για επισκέπτες συνδεδεμένους με τις δραστηριότητες της κοινότητας.
    Ωστόσο, η φιλοξενία συνιστά διαχρονικό και θεμελιώδες στοιχείο της χριστιανικής παραδόσεως, κατοχυρωμένο θεολογικά (π.χ. Ρωμ. 12:13: «Τὴν φιλοξενίαν διώκετε») και αναγνωρισμένο πρακτικά σε ολόκληρο τον ευρωπαϊκό χώρο. Στις Ευαγγελικές και Πεντηκοστιανές Εκκλησίες, είναι σύνηθες να υφίστανται βοηθητικοί ξενώνες για την προσωρινή φιλοξενία:
    • Περιοδεύοντων ιεροκηρύκων και διακόνων,
    • Μελών της κοινότητας που συμμετέχουν σε θρησκευτικά συνέδρια, προσευχητικές συναθροίσεις ή σεμινάρια,
    • Ατόμων που διακονούν προσωρινά ή αντιμετωπίζουν ανάγκες και είναι γνωστά στο σώμα της κοινότητας.
    Επιπλέον, σε πολλές περιπτώσεις ο θρησκευτικός λειτουργός ή υπεύθυνος του χώρου λατρείας διαμένει στον ίδιο χώρο ή σε προσκείμενο δωμάτιο/διαμέρισμα, ακριβώς για λόγους ασφάλειας, εποπτείας και αδιάλειπτης παρουσίας αλλά και για λόγους περιορισμού των εξόδων του που μπορεί να βαρύνει την εκκλησία.
    Η απόλυτη απαγόρευση δεν εναρμονίζεται ούτε με την ευρωπαϊκή διοικητική πρακτική, ούτε με τη συνταγματική αρχή της θρησκευτικής ελευθερίας (άρθρο 13 Συντ.), στο βαθμό που εμποδίζει τη λατρεία να ασκείται κατά τα ουσιώδη γνωρίσματα κάθε ομολογίας.
    Αναγνωρίζουμε ότι υπήρξαν περιστατικά κατάχρησης της φιλοξενίας από εξωχριστιανικές ομάδες για σκοπούς άσχετους προς τη λατρεία (π.χ. στέγαση μεταναστών χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα). Ωστόσο, τέτοια φαινόμενα πρέπει να αντιμετωπίζονται με όρους, ελέγχους και περιορισμούς, όχι με γενική απαγόρευση.

    Πρόταση τροποποίησης:
    Προτείνεται η αντικατάσταση της παρ. 3 ως εξής:
    «Ο χώρος λατρείας δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιείται για μόνιμη κατοίκηση ή για διαμονή προσώπων που δεν συνδέονται λειτουργικά ή πνευματικά με τη θρησκευτική κοινότητα. Επιτρέπεται, κατ’ εξαίρεση, η προσωρινή φιλοξενία εντός του χώρου λατρείας ή παραρτημάτων του:
    α) θρησκευτικών λειτουργών,
    β) μελών της θρησκευτικής κοινότητας,
    γ) επισκεπτών που συμμετέχουν σε εκκλησιαστικές ή λατρευτικές δραστηριότητες,
    υπό την προϋπόθεση ότι τα πρόσωπα αυτά διαμένουν νομίμως στη χώρα και η φιλοξενία δεν προσλαμβάνει χαρακτήρα μόνιμης εγκατάστασης.»
    Σκοπιμότητα τροποποίησης:
    • Εξασφαλίζεται η λειτουργική ευελιξία των θρησκευτικών κοινοτήτων.
    • Αποτρέπεται η κατάχρηση με ελεγκτικά κριτήρια (π.χ. νόμιμη διαμονή, προσωρινότητα).
    • Προστατεύεται το δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού κάθε θρησκευτικής ομολογίας.

    • Ευθυγραμμίζεται η διάταξη με την ευρωπαϊκή νομοπαρασκευαστική τάση και την αρχή της αναλογικότητας.

    Η. . 4. «Μέχρι την έγκριση των Τοπικών και Ειδικών Πολεοδομικών Σχεδίων, οι ευκτήριοι οίκοι καθώς και οι ναοί που υφίστανται πριν από το έτος 1955, μπορούν να αδειοδοτούνται κατά τη διαδικασία του άρθρου 26 σε περιοχές στις οποίες επιτρέπεται από τον πολεοδομικό σχεδιασμό και την κείμενη νομοθεσία περί χρήσεων γης, η ειδική κατηγορία χρήσης γης “θρησκευτικοί χώροι”, χωρίς καμία άλλη προϋπόθεση, εκτός από τις περιπτώσεις που προβλέπεται διαφορετικά στον ρυθμιστικό σχεδιασμό της περιοχής.»
    Παρατήρηση:
    Το παραπάνω άρθρο, και ειδικά η παρ. 4, εμφανίζει σημαντικά προβλήματα σαφήνειας, νομικής ασφάλειας και ελευθερίας της θρησκευτικής συνάθροισης, η οποία προστατεύεται από το Σύνταγμα και τη διεθνή έννομη τάξη.
    Αναλυτικότερα:
    1. Δυσνόητο περιεχόμενο:
    Η παράγραφος 4 περιέχει αλλεπάλληλες εξαιρέσεις, προϋποθέσεις και παραπομπές, με αποτέλεσμα να καθίσταται αδύνατη η σαφής ερμηνεία της ακόμη και από εξειδικευμένους νομικούς. Ειδικά η πρώτη και η τελευταία πρόταση είναι αντιφατικές και δημιουργούν σύγχυση ως προς το αν ισχύει πράγματι δυνατότητα αδειοδότησης ή αυτή τελικά αναστέλλεται/ακυρώνεται με βάση μεταβλητούς ρυθμιστικούς σχεδιασμούς.
    2. Περιορισμός αντί διευκόλυνσης:
    Αντί να διασφαλίζει μεταβατικά τη δυνατότητα αδειοδότησης ευκτήριων οίκων και παλαιών ναών, η διατύπωση στην πράξη λειτουργεί ως ανασταλτικός μηχανισμός, δεδομένου ότι η έναρξη (μέχρι την έγκριση των σχεδίων…) υπονοεί προσωρινότητα και η κατακλείδα («εκτός αν…») παρέχει γενική δυνατότητα απόρριψης από την πολεοδομία, ακυρώνοντας την πρόβλεψη.
    3. Μη αναλογικότητα τεχνικοκρατικών κριτηρίων:
    Γνωρίζουμε ότι η συγκεκριμένη διατύπωση προέρχεται από πίεση τεχνικών υπηρεσιών του ΥΠΕΝ. Όμως η θρησκευτική δραστηριότητα και οι ευκτήριοι οίκοι δεν είναι αστικές χρήσεις όπως τα εμπορικά κέντρα. Η πνευματική λειτουργία ενός χώρου δεν μπορεί να εξαρτάται αποκλειστικά από κυκλοφοριακά ή πολεοδομικά κριτήρια, όπως η πρόσβαση οχημάτων ή η ζώνη στάθμευσης, τα οποία ενίοτε προβάλλονται ως εμπόδια στη χορήγηση άδειας.
    4. Κίνδυνος για τον χαρακτήρα του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων:
    Το Υπουργείο καλείται να υπερασπιστεί τον θεσμικό, πνευματικό και συνταγματικό του ρόλο απέναντι σε πιέσεις τεχνικο-πολεοδομικού χαρακτήρα, που δεν έχουν καμία σχέση με την ουσία του θρησκευτικού δικαιώματος. Ο νόμος οφείλει να διευκολύνει την ελεύθερη συνάθροιση για λατρεία, όχι να τη θέτει υπό την κρίση πολεοδομικών πλαισίων που δεν κατανοούν τη θρησκευτική λειτουργία των κοινοτήτων.

    Προτάσεις:
    1. Κύρια πρόταση: Κατάργηση της παρ. 4 του άρθρου 24
    Καθώς είναι δυσνόητη, αυτοαναιρούμενη και ερμηνευτικά προβληματική, ζητούμε την ολική απαλοιφή της παρ. 4, ώστε να μην δημιουργούνται αυθαίρετες ή καταχρηστικές παρερμηνείες από τις αρμόδιες υπηρεσίες.
    2. Εναλλακτική πρόταση (αν δεν γίνει δεκτή η κατάργηση):
    Απαλοιφή της πρώτης και της τελευταίας πρότασης της παραγράφου, και διατήρηση μόνο του μέρους που επιτρέπει αδειοδότηση σε περιοχές με χαρακτηρισμένη χρήση «θρησκευτικοί χώροι».

    Υπενθυμίζουμε ότι δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή πολεοδομική φαλκίδευση της θρησκευτικής ελευθερίας, η οποία δεν αποτελεί απλώς πολεοδομική χρήση, αλλά πυρήνα της συνταγματικά κατοχυρωμένης θρησκευτικής ζωής της χώρας.
    Παραθέτουμε επαναδιατυπωμένη την παράγραφο 4 του άρθρου 24, με στόχο:
    • να είναι σαφής και νομικά λειτουργική,
    • να μην περιορίζει την αδειοδότηση,
    • να αφαιρεί τεχνικοκρατικές ασάφειες,
    • να σέβεται το πνευματικό και θρησκευτικό περιεχόμενο των ευκτήριων οίκων.

    Προτεινόμενη διατύπωση άρθρου 24, παρ. 4:
    4. Μέχρι την ολοκλήρωση των Τοπικών ή Ειδικών Πολεοδομικών Σχεδίων, επιτρέπεται η αδειοδότηση ευκτήριων οίκων και ναών, ανεξαρτήτως χρονολογίας ίδρυσης, σε περιοχές στις οποίες επιτρέπεται, κατά τον ισχύοντα πολεοδομικό σχεδιασμό ή τις χρήσεις γης, η ειδική κατηγορία «θρησκευτικοί χώροι», χωρίς την προσθήκη άλλων προϋποθέσεων, τεχνικών ή λειτουργικών.
    Η εξέταση των αιτήσεων αδειοδότησης γίνεται με σεβασμό στην ελευθερία θρησκευτικής συνάθροισης και την αυτοτέλεια της θρησκευτικής λατρείας, και χωρίς περιορισμούς που δεν προβλέπονται ρητά από τη νομοθεσία.

    Τι διορθώνει αυτή η διατύπωση:
    • Καταργεί τη χρονολογική διάκριση του 1955, που δεν έχει καμία νομική βάση σήμερα.
    • Εξαλείφει το εμπόδιο της “προσωρινότητας” (“μέχρι να εγκριθούν σχέδια…”).
    • Δεν αφήνει παραθυράκι απόρριψης με την κατακλείδα «εκτός αν προβλέπεται αλλιώς».
    • Θέτει καθαρά ότι η αδειοδότηση επιτρέπεται, όχι ότι μπορεί να εξεταστεί «κατά περίπτωση».

    Αντώνιος Περιάλης
    Πρόεδρος της ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΕΛΕΥΘΕΡΩΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ

  • 19 Ιουλίου 2025, 15:06 | Αγγελική Ματζιάρη

    Η μη απόδοση του Θρησκευτικού Νομικού Προσώπου νομοθετικά και σε άλλες θρησκευτικές κοινότητες που πληρούν τις προϋποθέσεις, όπως για παράδειγμα για την Ελληνική Εθνική Θρησκεία, παραβιάζει τις αρχές του Συντάγματος καθώς συνιστά διάκριση μεταξύ Ελλήνων πολιτών.

  • 19 Ιουλίου 2025, 12:50 | Νίκου Νικόλαος

    Στο άρθρο 57 παράγραφος 3 για το εκπαιδευτικό υλικό εκτός από Ι.Ε.Π. ή την επιτροπή ειδικών, να συμμετέχει και ένα μέλος του Μ.Α.Μ.Θ.Θ.Ν.Π.

  • 18 Ιουλίου 2025, 17:53 | Άλκηστις Ζερβοπούλου

    Η επίσημη αναγνώριση της θρησκευτικής κοινότητας των Μπεκτασήδων και Αλεβιτών Θράκης ήταν ένα δίκαιο αίτημα των συμπολιτών μας που γίνεται πραγματικότητα.

  • 18 Ιουλίου 2025, 14:30 | Ελένη Ξάνθη

    Ορθή η κίνηση της αναγνώρισης της κοινότητας των Μπεκτασήδων Αλεβιτών της Θράκης ως Θρησκευτικό Νομικό Πρόσωπο. Γιατί όμως δεν γίνεται το ίδιο και για την Ελληνική Εθνική Θρησκεία;

  • 18 Ιουλίου 2025, 10:47 | Αρντά Ντουγκιαντζή

    Πιστεύω πως η αναγνώριση των μειονοτήτων είναι ένα πολύ σημαντικό βήμα για την κοινωνία μας. Στον τόπο όπου γεννήθηκε η δημοκρατία είναι σημαντικό να έχουμε τέτοιες εξελίξεις!

  • 18 Ιουλίου 2025, 10:12 | Βασίλειος

    Στο πλαίσιο της δημόσιας διαβούλευσης για το σχέδιο νόμου «Σύσταση νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου…», θα ήθελα να καταθέσω δύο αλληλένδετες προτάσεις-σχόλια για το Άρθρο 31, το οποίο αφορά στους «Ιδιωτικούς χώρους λατρείας».

    Πρόταση 1: Εξαίρεση των Ιστορικών Ναών – Μνημείων
    Η γενική διατύπωση του άρθρου ενδέχεται να οδηγήσει στην εσφαλμένη κατηγοριοποίηση ιστορικών ναών που, ενώ μπορεί να βρίσκονται σε ιδιωτικές εκτάσεις, αποτελούν για αιώνες κέντρα δημόσιας λατρείας και αναπόσπαστο κομμάτι της ενοριακής ζωής. Πολλοί από αυτούς τους ναούς προστατεύονται ήδη από τις διατάξεις του ν. 3028/2002 ως μνημεία. Ο μνημειακός τους χαρακτήρας τεκμηριώνει τη δημόσια και κοινοτική φύση τους, η οποία δεν συνάδει με τον αυστηρά ιδιωτικό χαρακτήρα που περιγράφει το άρθρο.

    Προτεινόμενη Τροποποίηση (Προσθήκη Παραγράφου):

    «Για τους Ιερούς Ναούς που προστατεύονται από τις διατάξεις του ν. 3028/2002 (Α΄ 153) ως μνημεία, τεκμαίρεται ο ενοριακός τους χαρακτήρας. Οι ναοί αυτοί, ανεξαρτήτως του ιδιοκτησιακού καθεστώτος του περιβάλλοντος χώρου, δεν εμπίπτουν στην έννοια του ιδιωτικού χώρου λατρείας του παρόντος άρθρου, αλλά λογίζονται ως παρεκκλήσια της οικείας Ενορίας. Η πνευματική και λειτουργική τους εποπτεία ασκείται αποκλειστικά από την κατά τόπον αρμόδια εκκλησιαστική αρχή. Οποιαδήποτε επέμβαση ή εργασία συντήρησης επί του κτίσματος πραγματοποιείται κατόπιν της σύμφωνης γνώμης των αρμόδιων υπηρεσιών του Υπουργείου Πολιτισμού, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία περί προστασίας μνημείων, χωρίς ωστόσο η διάταξη αυτή να μεταβάλλει την εκκλησιαστική τους υπόσταση και χρήση.»

    Πρόταση 2: Αποσαφήνιση του Ιδιωτικού Χαρακτήρα και Απαγόρευση Είσπραξης Χρημάτων
    Για τους χώρους που όντως θα χαρακτηριστούν ως ιδιωτικοί ναοί, η λειτουργία τους πρέπει να αντανακλά πλήρως αυτόν τον χαρακτήρα. Το ίδιο το άρθρο ορίζει ότι ιδρύονται για την εξυπηρέτηση των θρησκευτικών αναγκών «είτε του ιδιοκτήτη φυσικού προσώπου και της οικογένειάς του είτε των μελών… του ιδιοκτήτη νομικού προσώπου». Δεδομένου αυτού του αυστηρού περιορισμού, οποιαδήποτε πρακτική συγκέντρωσης χρημάτων από το ευρύ κοινό έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τη φύση τους. Για να αποτραπεί η de facto μετατροπή ιδιωτικών χώρων σε εστίες δημόσιας λατρείας με οικονομικό όφελος, προτείνεται:

    Προτεινόμενη Τροποποίηση (Προσθήκη Παραγράφου):

    «Στους ιδιωτικούς χώρους λατρείας της παρ. 1 απαγορεύεται η τοποθέτηση κυτίου για τη συλλογή χρημάτων (παγκαριού) και η πώληση κεριών ή άλλων ειδών. Τα κεριά και τυχόν άλλα είδη ευλαβείας προσφέρονται δωρεάν από τον ιδιοκτήτη για τις ανάγκες της ιδιωτικής λατρείας. Σε περίπτωση διαπίστωσης παράβασης της παρούσας, το προϊόν που προέρχεται από τις εν λόγω δραστηριότητες λογίζεται ως δημόσιο έσοδο. Η καταμέτρηση και η είσπραξή του διενεργείται από το Εκκλησιαστικό Συμβούλιο της όμορης Ενορίας, στην οποία και περιέρχεται ως έσοδο του οικείου Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου (ΝΠΔΔ).»

    Οι δύο παραπάνω προτάσεις λειτουργούν συνδυαστικά για να δημιουργήσουν ένα δίκαιο και διαφανές πλαίσιο: προστατεύουν την ιστορική και ενοριακή ταυτότητα των ναών-μνημείων και ταυτόχρονα διασφαλίζουν ότι οι πραγματικά ιδιωτικοί ναοί θα λειτουργούν με τρόπο που συνάδει απόλυτα με τον μη δημόσιο και μη κερδοσκοπικό χαρακτήρα τους.

  • 17 Ιουλίου 2025, 16:20 | Στασινόπουλος Ιωάννης

    Είναι πολύ σημαντικό βήμα για τη δημοκρατία στην Ελλάδα η αναγνώριση ενεργών θρησκευτικών μειονοτήτων. Η δύναμη μιας δημοκρατίας σντικατοπτρίζεται όχι στο δόγμα της πλειοψηφίας αλλά στον σεβασμό των μειοψηφιών.

  • 15 Ιουλίου 2025, 17:52 | Χρήστος Πολατίδης

    Αξιότιμοι κυρίες και κύριοι

    Στο υπό διαβούλευση νομοσχέδιο, ορθώς ρυθμίζονται θέματα που αφορούν την λειτουργία διαφόρων θρησκευτικών κοινοτήτων.

    Μεταξύ των πολλών άλλων, αναγνωρίζεται η θρησκευτική κοινότητα των Μπεκτασήδων Αλεβιτών της Θράκης ως Θρησκευτικό Νομικό Πρόσωπο στα άρθρα 49-60, καθώς επίσης και η «Εκκλησία της Σουηδίας στην Ελλάδα» στο άρθρο 44.

    Η νομοθετική αναγνώριση του Θρησκευτικού Νομικού Προσώπου για την κοινότητα των Μπεκτασήδων Αλεβιτών της Θράκης, κινείται προς την σωστή κατεύθυνση, καθώς πρόκειται για μια ιστορική θρησκευτική κοινότητα που διαφοροποιείται σημαντικά σε σχέση με τα γνωστά μουσουλμανικά δόγματα και αφορά περίπου 3500 συμπολίτες μας.

    Με λύπη και έκπληξη διαπιστώνουμε ότι στο προς διαβούλευση νομοσχέδιο απουσιάζει κάθε αναφορά και μέριμνα ώστε να αναγνωριστεί επίσης ως Θρησκευτικό Νομικό Πρόσωπο και η Ελληνική Εθνική Θρησκεία, παρά το γεγονός ότι πληροί όλες τις απαιτούμενες προϋποθέσεις, που ορίζει ο νόμος.

    Ήδη από το 2017, σύμφωνα με την απόφαση ΑΔΑ:Ω76Α4653ΠΣ-94Ξ του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων, χορηγήθηκε στην Ελληνική Εθνική Θρησκεία άδεια Ίδρυσης και Λειτουργίας Ευκτηρίου Οίκου στην Αθήνα. Η απόφαση αυτή καθιέρωσε τυπικά και επί της ουσίας την Ελληνική Εθνική Θρησκεία ως «γνωστή» Θρησκεία, αλλά η αναγνώριση του Θρησκευτικού Νομικού Προσώπου για την Ελληνική Εθνική Θρησκεία δεν έγινε με νομοθετική ρύθμιση, όπως προβλέφθηκε για άλλες θρησκείες και δόγματα, αλλά παραδόξως παραπέμφθηκε στα δικαστήρια σύμφωνα με τον νόμο 4301/2014.

    Δυστυχώς μέχρι σήμερα τόσο τα ελληνικά δικαστήρια όσο και το ευρωπαϊκό, έχουν απορρίψει το αίτημα για αναγνώριση του Θρησκευτικού Νομικού Προσώπου για την Ελληνική Εθνική Θρησκεία, για τυπικούς και μη ουσιαστικούς λόγους. Έτσι η ζώσα Ελληνική Εθνική Θρησκεία, η οποία αποτελεί διαχρονικά, θεμελιώδες στοιχείο του ελληνικού πολιτισμού και της ελληνικής εθνικής ταυτότητας, εξακολουθεί να βρίσκεται σε ομηρία, εγκλωβισμένη σε δαιδαλώδεις δικαστικές διαδρομές οι οποίες, εκτός από το μεγάλο οικονομικό κόστος που έχουν, αποδείχθηκαν ατελέσφορες.

    Σύμφωνα με το άρθρο 4, παρ. 1 και 2 του Συντάγματος «Oι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου» και «Oι Έλληνες και οι Eλληνίδες έχουν ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις».

    Είναι προφανές ότι η μη νομοθετική αναγνώριση της Ελληνικής Εθνικής Θρησκείας ως Θρησκευτικό Νομικό Πρόσωπο, καθώς και άλλων θρησκευτικών κοινοτήτων που πληρούν τις προϋποθέσεις που ορίζει ο νόμος, παραβιάζει τα σχετικά άρθρα του Συντάγματος και συνιστά διάκριση μεταξύ Ελλήνων πολιτών.

    Στο υπό διαβούλευση νομοσχέδιο και κατ’ εφαρμογή των σχετικών άρθρων του Συντάγματος και των σχετικών νόμων, θα μπορούσε να συμπεριληφθεί και η αναγνώριση του Θρησκευτικού Νομικού Προσώπου για την Ελληνική Εθνική Θρησκεία, όπως ακριβώς προβλέπεται για τους Μπεκτασήδες Αλεβίτες της Θράκης και για την «Εκκλησία της Σουηδίας στην Ελλάδα».

    Με τιμή

    Χρήστος Πολατίδης
    Δρ. Χημικός Μηχανικός – Συνταξιούχος

    Τηλ. 2321026994 – 6945862869
    Email: xrhsp@yahoo.com
    Παπαπαύλου 40, 62122 Σέρρες

  • 15 Ιουλίου 2025, 14:24 | ΤΖΙΑΦΕΡ ΜΕΧΜΕΤ

    Νιώθω περήφανος για αυτό που είμαι, ευχαριστώ την Πολιτεία….

  • 15 Ιουλίου 2025, 14:11 | ΜΟΥΜΙΝ ΠΥΡΕΛΗ

    Εγώ προσωπικά ως εκπαιδευτικός το θεωρώ πολύ σημαντικό γεγονός, διότι μας δίνεται η ευκαιρία να εκφραστούμε ελεύθερα και να μας μάθει και η ίδια η πατρίδα μας. Επίσης να μάθουν και τα βασικά μας πιστεύω όπως: Αγάπη και σεβασμός για όλους τους ανθρώπους («Το σημαντικό δεν είναι η θρησκεία, αλλά το να είσαι ανθρώπινο ον»).
    Ανεκτικότητα απέναντι σε άλλες θρησκείες κι εθνικές ομάδες («αν πληγώσεις κάποιον, οι τελετουργικές προσευχές που έχεις κάνει δεν αξίζουν τίποτα»).
    Σεβασμός για τους εργαζομένους («η υψηλότερη πράξη λατρείας είναι να εργάζεσαι»).
    Ισότητα ανδρών και γυναικών. Τα δυο φύλα προσεύχονται δίπλα δίπλα…

  • 15 Ιουλίου 2025, 13:16 | Rea Tzanetakou

    Εξαιρετική εξέλιξη!

  • 14 Ιουλίου 2025, 23:26 | Σιβρής Χ. Ευάγγελος

    Επιπροσθέτως θα ήθελα να συμπληρώσω ότι η αναγνώριση εντός του Νόμου του Υ.Σ.Ε.Ε. , ως Θρησκευτικό Νομικό Πρόσωπο, όπως ακριβώς προτείνεται για άλλες θρησκευτικές κοινότητες, θα τόνωνε την Δημοκρατική αντίληψη εντός και εκτός χώρας, πέρα από την εμπέδωση στην Ελληνική κοινωνία της Ισονομίας και Δικαιοσύνης.
    Ως ελάχιστα και αυτονόητα για να μιλούμε για ευνομούμενη Πολιτεία.

  • 13 Ιουλίου 2025, 20:23 | Σιβρής Χ. Ευάγγελος

    Αξιότιμοι κυρίες και κύριοι,
    ονομάζομαι Σιβρής Ευάγγελος, είμαι Λογιστής Φοροτεχνικός και ο λόγος της συμμετοχής μου στην δημόσια διαβούλευση είναι ότι, ως θρησκευτική συνείδηση προσδιορίζομαι, είμαι και νιώθω Έλληνας Εθνικός, ακολουθώντας την Πατρώα Ελληνική αντίληψη περί θείου των Ελλήνων, όπως αυτή προσδιορίστηκε χιλιάδες χρόνια πίσω στην Ιστορική πορεία του Ελληνικού Έθνους και αποτελεί την συνεχόμενη και ζώσα παράδοση, η οποία εκφράζεται από το Ύπατο Συμβούλιο των Ελλήνων Εθνικών, Υ.Σ.Ε.Ε. και την Ελληνική Εθνική Θρησκεία, Ε.Ε.Θ. και μαζί με πολλές χιλιάδες άλλους συμπολίτες μας βιώνω την θρησκευτικότητα, τις Αρχές και την Ηθική, μέσα από το Αξιακό Σύστημα των Ελληνικών Αρετών.
    Βάσει των Άρθρων 2 (παρ.1), 4 (παρ.1,2), 5 (παρ.1,2), 11 (παρ.1), 13 (παρ.1,2,4,5), 25 (παρ.1,2,3,4) και 120 (παρ.2,4) του Συντάγματος της Ελλάδας, όπως και των Άρθρων 2, 3, 7 και 9 έως 12 ΣΕΕ, άρθρα 18 έως 25 ΣΛΕΕ και άρθρα 39 έως 46 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχω το δικαίωμα του ελεύθερου θρησκευτικού μου προσανατολισμού, έκφρασης και εκπροσώπησης, υπακούοντας τους Νόμους της Ελληνικής Δημοκρατίας, όπως και της ίσης και ελεύθερης αντιμετώπισής μου από το Ελληνικό Κράτος. Θα ήθελα εδώ να σας θυμήσω ότι το Υ.Σ.Ε.Ε., έλαβε άδεια ίδρυσης και λειτουργίας Ευκτηρίου Οίκου το 2017, με την υπ’ αριθμόν ΑΔΑ:Ω76Α4653ΠΣ-94Ξ και τηρεί όλες τις νόμιμες διαδικασίες ως προς την λειτουργία του.
    Με το ιστορικό τριών προσφυγών στα αντίστοιχα επίπεδα Δικαστηρίων και με απορριπτικές αποφάσεις, για λόγους προφάσεις και επειδή ΔΕΝ θέλει νομίζω κανείς να προκληθεί οποιαδήποτε βλάβη ή ζημιά στην Ελληνική Δημοκρατία, από μια καταδικαστική απόφαση από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, η προσφυγή μοιάζει μονόδρομος απόφαση και, για να διασφαλιστούν τα δικαιώματά όλων των συμπολιτών μας, ως Έλληνες και Ευρωπαίοι πολίτες, θεωρώ επιτακτικής ανάγκης, δίκαιο, σκόπιμο, πρέπον και έντιμο από μέρους σας, για λόγους ισονομίας, ανεξιθρησκείας, ισότητας και δίκαιης μεταχείρισης και εξ’ αιτίας του ότι δεν προκαλείται κανένα απολύτως πρόβλημα στο Ελληνικό Κράτος και την Ελληνική Κοινωνία, να αναγνωρίσετε το Ύπατο Συμβούλιο Ελλήνων Εθνικών, Υ.Σ.Ε.Ε., ως εκπρόσωπο της Ελληνικής Εθνικής Θρησκείας, Ε.Ε.Θ. και να το συμπεριλάβετε στον οικείο άρθρο των γνωστών αναγνωρισμένων θρησκειών, ώστε τα μέλη του να μπορούμε να θρησκευόμαστε ελεύθερα, ακώλυτα, επίσημα και επί ίσοις όροις ως θρησκευτική κοινότητα, με όλες τις αναγνωρισμένες από τον Νόμο θρησκευτικές κοινότητες.
    Να τονίσω εδώ πως η προσωπική, ατομική (των μελών) και συλλογική (Υ.Σ.Ε.Ε.) προσφορά προς την Ελληνική Δημοκρατία και κοινωνία, είναι εκτός από δεδομένη και καταγεγραμμένη, κάτι που σημαίνει την αποδοχή όλων των νόμιμων, αλλά και ηθικών δεδομένων, δεσμεύσεων και υποχρεώσεων από μέρους μας.
    Για τους λόγους αυτούς, σας ζητώ να αναγνωρίσετε το Ύπατο Συμβούλιο Ελλήνων Εθνικών, Υ.Σ.Ε.Ε., ως εκπρόσωπο της Ελληνικής Εθνικής Θρησκείας, Ε.Ε.Θ. και να το συμπεριλάβετε στον οικείο άρθρο των γνωστών αναγνωρισμένων θρησκειών.
    Ελπίζοντας στην ισότιμη και ισόνομη απόφασή σας, για την ύπαρξη ευνομούμενης Πολιτείας, να ευχηθώ καλή επιτυχία στο έργο σας,
    με εκτίμηση
    Σιβρής Χ. Ευάγγελος
    Λογιστής Φοροτεχνικός
    2321023579 – 6983400284
    krsivris@gmail.com
    Περιστέρη Κωστοπούλου 9, Σέρρες

  • 13 Ιουλίου 2025, 09:17 | Αϊσέ Καρά

    Πολύ χαίρομαι που επιτέλους αναγνωρίζεται η θρησκευτική κοινότητα των Μπεκτασήδων και Αλεβίτων της Θράκης. Εδώ και καιρό το περίμενα.

  • 13 Ιουλίου 2025, 00:21 | ΠΑΡΑΣΚΕΥΑΣ

    Αρθρο 37. Σχετικα με την επιχορηγηση απο τις πιστωσεις του Προυπολογισμου του Υπουργειου Παιδειας,Θρησκευματων και Αθλητισμου του Εκκλησιαστικου Ιδρυματος της Ιερας Μητροπολεως Νεας Ιωνιας και Φιλαδελφιας,με την επωνυμια «Ιωνικη Αγωγη»,στα πλαισια της διαφανειας, προτεινεται να ειναι καθορισμενο στο ΦΕΚ που θα εκδοθει, το ακριβες χρηματικο ποσο της χρηματοδοτησης.

  • 11 Ιουλίου 2025, 12:27 | Κώστας Δημητρίου

    θετικό ότι αναγνωρίζεται μια ιδιαίτερη κοινότητα-αίρεση-ομάδα των Ελλήνων (& όχι μόνο) μουσουλμάνων, αλλά υπάρχει εύλογα μια απορία: αυτή η θρησκευτική ομάδα από ποιον θα εκπροσωπείται & πώς θα οργανώνεται στην Ελλάδα; => αυτό θέλει ιδιαίτερη προσοχή !

  • 9 Ιουλίου 2025, 11:55 | Vasilieios Psaromatis

    Bravooo