Άρθρο 25 – Αξιολόγηση της καταλληλότητας και της συμβατότητας και ενημέρωση προς πελάτες (Άρθρο 25 της Οδηγίας 2014/65/ΕΕ)

1. Με την επιφύλαξη του άρθρου 93 οι ΑΕΠΕΥ διασφαλίζουν και, όταν τους ζητηθεί, αποδεικνύουν στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, ότι τα φυσικά πρόσωπα που παρέχουν επενδυτικές συμβουλές ή πληροφόρηση σχετικά με χρηματοπιστωτικά μέσα, επενδυτικές υπηρεσίες ή παρεπόμενες υπηρεσίες σε πελάτες για λογαριασμό των ΑΕΠΕΥ, διαθέτουν τις απαιτούμενες γνώσεις και ικανότητες για να εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις τους βάσει του άρθρου 24 και του παρόντος άρθρου. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς καθορίζει και δημοσιεύει τα κριτήρια που χρησιμοποιούνται για την αξιολόγηση των γνώσεων και των ικανοτήτων λαμβάνοντας υπόψη και τις κατευθυντήριες οδηγίες που εκδίδονται από την ΕΑΚΑΑ.
2. Όταν οι ΑΕΠΕΥ παρέχουν επενδυτικές συμβουλές ή προβαίνουν σε διαχείριση χαρτοφυλακίου, αντλούν τις αναγκαίες πληροφορίες σχετικά με τη γνώση και την εμπειρία του πελάτη ή του δυνητικού πελάτη στον επενδυτικό τομέα που σχετίζεται με το συγκεκριμένο τύπο προϊόντος ή υπηρεσίας, καθώς και σχετικά με τη χρηματοοικονομική του κατάσταση, περιλαμβανομένης της δυνατότητάς του να υποστεί ζημίες, και τους επενδυτικούς στόχους του, περιλαμβανομένου του επιπέδου ανοχής κινδύνου, ώστε να μπορούν οι ΑΕΠΕΥ να του συστήσουν τις επενδυτικές υπηρεσίες και τα χρηματοπιστωτικά μέσα που είναι κατάλληλα για την περίπτωσή του και, ιδίως, είναι σύμφωνα με το επίπεδο ανοχής κινδύνου και τη δυνατότητά του να υποστεί ζημίες.
Όταν οι ΑΕΠΕΥ παρέχουν επενδυτικές συμβουλές, στο πλαίσιο των οποίων συστήνουν πακέτο υπηρεσιών ή προϊόντων σύμφωνα με την παράγραφο 11 του άρθρου 24, το συνολικό πακέτο πρέπει να είναι κατάλληλο για τον πελάτη.
3 Όταν οι ΑΕΠΕΥ παρέχουν άλλες επενδυτικές υπηρεσίες πλην των μνημονευόμενων στην παράγραφο 2, ζητούν από τον πελάτη ή το δυνητικό πελάτη να παρέχει πληροφορίες σχετικά με τις γνώσεις και την εμπειρία του στον επενδυτικό τομέα που σχετίζεται με το συγκεκριμένο τύπο του προσφερόμενου ή ζητούμενου προϊόντος ή υπηρεσίας, ώστε να μπορούν οι ΑΕΠΕΥ να εκτιμήσουν κατά πόσο η σκοπούμενη επενδυτική υπηρεσία ή το προϊόν ενδείκνυται για τον πελάτη. Όταν πρόκειται για πακέτο υπηρεσιών ή προϊόντων σύμφωνα με την παράγραφο 11 του άρθρου 24, στην αξιολόγηση εξετάζεται κατά πόσο το συνολικό πακέτο είναι ενδεδειγμένο για τον πελάτη ή τον δυνητικό πελάτη.
Εφόσον οι ΑΕΠΕΥ κρίνουν, βάσει των πληροφοριών που έχουν λάβει σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο, ότι το προϊόν ή η υπηρεσία δεν είναι κατάλληλα για τον πελάτη ή το δυνητικό πελάτη, τον προειδοποιούν σχετικά. Η προειδοποίηση αυτή μπορεί να παρέχεται σε τυποποιημένη μορφή.
Αν ο πελάτης ή ο δυνητικός πελάτης δεν παράσχει τις κατά το πρώτο εδάφιο πληροφορίες σχετικά με τις γνώσεις και την εμπειρία του ή αν παράσχει ανεπαρκείς σχετικές πληροφορίες, οι ΑΕΠΕΥ τον προειδοποιούν ότι δεν είναι σε θέση να κρίνουν κατά πόσον η σκοπούμενη επενδυτική υπηρεσία ή προϊόν είναι ενδεδειγμένα γι’ αυτόν. Η προειδοποίηση αυτή μπορεί να παρέχεται σε τυποποιημένη μορφή.
4. Οι ΑΕΠΕΥ, όταν παρέχουν στους πελάτες τους επενδυτικές υπηρεσίες που συνίστανται αποκλειστικά στην εκτέλεση ή στη λήψη και διαβίβαση εντολών πελατών με ή χωρίς παρεπόμενες υπηρεσίες, πλην της χορήγησης δανείων ή πιστώσεων, όπως ορίζονται στο σημείο 2 του Τμήματος Β του Παραρτήματος I, που δεν περιλαμβάνουν υφιστάμενα πιστωτικά όρια δανείων, τρεχούμενων λογαριασμών και πιστωτικών διευκολύνσεων πελατών, μπορούν να παρέχουν τις εν λόγω επενδυτικές υπηρεσίες στους πελάτες τους χωρίς να έχουν λάβει τις πληροφορίες ούτε να έχουν καταλήξει στην κρίση που προβλέπονται στην παράγραφο 3, εφόσον πληρούνται σωρευτικά οι παρακάτω προϋποθέσεις:
α) Οι υπηρεσίες αφορούν οποιοδήποτε από τα ακόλουθα χρηματοπιστωτικά μέσα:
i) μετοχές εισηγμένες προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά ή σε ισοδύναμη αγορά τρίτης χώρας ή σε ΠΜΔ, εφόσον πρόκειται για μετοχές εταιρειών, με την εξαίρεση των μετοχών οργανισμών συλλογικών επενδύσεων που δεν είναι ΟΣΕΚΑ και μετοχών, οι οποίες ενσωματώνουν παράγωγα,
ii) ομολογίες ή άλλες μορφές τιτλοποιημένου χρέους, εισηγμένες προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά ή σε ισοδύναμη αγορά τρίτης χώρας ή σε ΠΜΔ, με την εξαίρεση εκείνων που ενσωματώνουν παράγωγα ή έχουν δομές που καθιστούν την κατανόηση του συναφούς κινδύνου δύσκολη για τον πελάτη,
iii) μέσα χρηματαγοράς, με την εξαίρεση εκείνων που ενσωματώνουν παράγωγα ή έχουν δομές που καθιστούν την κατανόηση του συναφούς κινδύνου δύσκολη για τον πελάτη,
iv) μετοχές ή μερίδια ΟΣΕΚΑ, με την εξαίρεση των δομημένων ΟΣΕΚΑ που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 36 του Κανονισμού (ΕΕ) 583/2010,
v) δομημένες καταθέσεις, με την εξαίρεση εκείνων που έχουν δομές που καθιστούν δύσκολη για τον πελάτη την κατανόηση του κινδύνου ως προς την απόδοση ή το κόστος της εξόδου από το προϊόν πριν από τη λήξη του,
vi) άλλα μη πολύπλοκα χρηματοπιστωτικά μέσα για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου.

Για τους σκοπούς του παρόντος στοιχείου α), μια αγορά τρίτης χώρας θεωρείται ισοδύναμη με ρυθμιζόμενη αγορά, αν έχει εκδοθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σχετική απόφαση ισοδυναμίας υπό τις προϋποθέσεις και σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπονται στo τρίτο και τέταρτο εδάφιο του στοιχείου α) της παρ. 4 του άρθρου 25 της Οδηγίας 2014/65/ΕΕ. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, εφόσον θεωρεί σχετικά με μια αγορά τρίτης χώρας ότι το νομικό και εποπτικό πλαίσιο αυτής της τρίτης χώρας θα πρέπει να θεωρηθεί ισοδύναμο, μπορεί να υποβάλει αίτηση προς την Επιτροπή για την έκδοση από την τελευταία απόφασης ισοδυναμίας σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης της παρ. 2 του άρθρου 89α της Οδηγίας 2014/65/ΕΕ. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς αναφέρει στην αίτησή της τους λόγους για τους οποίους θεωρεί ότι το νομικό και εποπτικό πλαίσιο της σχετικής τρίτης χώρας θα πρέπει να θεωρηθεί ισοδύναμο και παρέχει σχετικές πληροφορίες προς τον σκοπό αυτό.
Ένα τέτοιο νομικό και εποπτικό πλαίσιο τρίτης χώρας μπορεί να θεωρείται ισοδύναμο, εφόσον πληροί τουλάχιστον τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
i) οι αγορές υπόκεινται σε αδειοδότηση και σε συνεχή αποτελεσματική εποπτεία και επιβολή της τήρησης των υποχρεώσεων,
ii) οι αγορές διαθέτουν σαφείς και διαφανείς κανόνες για την εισαγωγή κινητών αξιών προς διαπραγμάτευση, ούτως ώστε αυτές οι κινητές αξίες να αποτελούν αντικείμενο δίκαιης, ομαλής και αποτελεσματικής διαπραγμάτευσης και να είναι ελεύθερα διαπραγματεύσιμες,
iii) οι εκδότες κινητών αξιών υπόκεινται σε υποχρεώσεις περιοδικής και διαρκούς πληροφόρησης, εξασφαλίζοντας υψηλό επίπεδο προστασίας των επενδυτών, και
iv) διασφαλίζονται η διαφάνεια και η ακεραιότητα της αγοράς με την πρόληψη της κατάχρησης της αγοράς υπό τη μορφή πράξεων προσώπων που κατέχουν προνομιακές πληροφορίες και πράξεων χειραγώγησης της αγοράς.

β) Η υπηρεσία παρέχεται κατόπιν πρωτοβουλίας του πελάτη ή δυνητικού πελάτη.
γ) Ο πελάτης ή δυνητικός πελάτης έχει ενημερωθεί σαφώς ότι κατά την παροχή της υπηρεσίας η ΑΕΠΕΥ δεν υποχρεούται να αξιολογήσει την καταλληλότητα του προσφερόμενου χρηματοπιστωτικού μέσου ή της παρεχόμενης υπηρεσίας και ότι επομένως ο ίδιος δεν καλύπτεται από την αντίστοιχη προστασία που παρέχουν οι σχετικοί κανόνες επαγγελματικής συμπεριφοράς. Η προειδοποίηση αυτή μπορεί να παρέχεται σε τυποποιημένη μορφή.
δ) Η ΑΕΠΕΥ συμμορφώνεται με τις κατά το άρθρο 23 υποχρεώσεις της.
5. Η ΑΕΠΕΥ τηρεί αρχείο με τα έγγραφα που καταρτίζονται κατόπιν συμφωνίας μεταξύ του πελάτη και της ΑΕΠΕΥ, τα οποία αναφέρουν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των μερών, καθώς και τους όρους, υπό τους οποίους η ΑΕΠΕΥ παρέχει υπηρεσίες στον πελάτη. Τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των μερών μπορούν να ορίζονται με αναφορά σε άλλα έγγραφα ή νομικά κείμενα.
6. Η ΑΕΠΕΥ παρέχει στον πελάτη επαρκή ενημέρωση, σε σταθερό μέσο, σχετικά με τις παρεχόμενες υπηρεσίες. Η ενημέρωση αυτή περιλαμβάνει περιοδικές αναφορές προς τον πελάτη, ανάλογα με τον τύπο και την πολυπλοκότητα των σχετικών χρηματοπιστωτικών μέσων και τη φύση της υπηρεσίας που παρέχεται στον πελάτη και συμπεριλαμβάνει, όπου συντρέχει περίπτωση, το κόστος των συναλλαγών που διενεργούνται και των υπηρεσιών που παρέχονται για λογαριασμό του.
Κατά την παροχή επενδυτικών συμβουλών η ΑΕΠΕΥ, πριν από την κατάρτιση της συναλλαγής, παρέχει σε σταθερό μέσο στον πελάτη δήλωση καταλληλότητας, με την οποία προσδιορίζονται οι παρασχεθείσες συμβουλές και ο τρόπος με τον οποίο αυτές ανταποκρίνονται στις προτιμήσεις, τους στόχους και τα λοιπά χαρακτηριστικά του ιδιώτη πελάτη.
Αν η συμφωνία για αγορά ή πώληση χρηματοπιστωτικού μέσου έχει συναφθεί με χρήση μέσου επικοινωνίας εξ αποστάσεως που δεν επιτρέπει την εκ των προτέρων παροχή της δήλωσης καταλληλότητας, η ΑΕΠΕΥ παρέχει την έγγραφη δήλωση καταλληλότητας σε σταθερό μέσο, αμέσως μόλις ο πελάτης δεσμευθεί με οποιαδήποτε συμφωνία, εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
α) ο πελάτης έχει συγκατατεθεί να παραλάβει τη δήλωση καταλληλότητας, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, μετά την ολοκλήρωση της συναλλαγής και
β) η ΑΕΠΕΥ έχει προσφέρει στον πελάτη τη δυνατότητα να καθυστερήσει τη συναλλαγή, προκειμένου να λάβει προηγουμένως τη δήλωση καταλληλότητας.
Όταν η ΑΕΠΕΥ παρέχει την υπηρεσία διαχείρισης χαρτοφυλακίου ή έχει ενημερώσει τον πελάτη ότι θα πραγματοποιεί περιοδική αξιολόγηση της καταλληλότητας, η περιοδική ενημέρωση περιέχει επικαιροποιημένη δήλωση σχετικά με τον τρόπο, με τον οποίο η επένδυση ανταποκρίνεται στις προτιμήσεις, τους στόχους και τα λοιπά χαρακτηριστικά του ιδιώτη πελάτη.
7. Αν σύμβαση πίστωσης για ακίνητα που προορίζονται για κατοικία, η οποία υπάγεται στις διατάξεις σχετικά με την αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας καταναλωτών που προβλέπεται στο ν. 4438/2016 (Α΄ 220), έχει ως προϋπόθεση την παροχή στον ίδιο καταναλωτή μιας επενδυτικής υπηρεσίας σε σχέση με ενυπόθηκες ομολογίες που εκδίδονται ειδικά για την εξασφάλιση της χρηματοδότησης της εν λόγω σύμβασης πίστωσης και έχουν τους ίδιους όρους με αυτήν η οποία σχετίζεται με ακίνητα που προορίζονται για κατοικία, προκειμένου το δάνειο να είναι πληρωτέο, να αναχρηματοδοτείται ή να εξοφλείται, η παροχή της υπηρεσίας αυτής δεν υπόκειται στις επιβαλλόμενες με το παρόν άρθρο υποχρεώσεις.