Άρθρο 2 Ποινική δίωξη – Ανάκριση

1. Ο εισαγγελέας όταν λάβει τη μήνυση, την έγκληση ή την αναφορά, για την τέλεση πράξης του προηγούμενου άρθρου, ενεργεί σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 43 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας και ασκεί την ποινική δίωξη παραγγέλλοντας ανάκριση. Μπορεί να διαταχθεί και προκαταρκτική εξέταση, η οποία διενεργείται αποκλειστικά από εισαγγελέα πρωτοδικών και ολοκληρώνεται μέσα σε προθεσμία δύο μηνών.

2. Η ανάκριση ενεργείται από ανακριτή, ο οποίος ορίζεται ειδικά γι’ αυτή, από το όργανο που διευθύνει το δικαστήριο. Σε δυσχερείς υποθέσεις, μπορεί να ορισθούν επιπλέον μέχρι δύο ανακριτές και μέχρι ένας εισαγγελέας για να γνωμοδοτεί και προτείνει στα ανακύπτοντα δικονομικά ζητήματα. Η ανάκριση διενεργείται κατ’ απόλυτη προτεραιότητα και ολοκληρώνεται μέσα σε προθεσμία τεσσάρων μηνών.

3. Οι δικαστικοί λειτουργοί των προηγούμενων παραγράφων απαλλάσσονται όλων των άλλων καθηκόντων τους και υποστηρίζονται στο έργο τους από αριθμό γραμματέων και ειδικών επιστημόνων ή πραγματογνωμόνων που κρίνεται αναγκαίος για την ολοκλήρωση της ανακριτικής διαδικασίας μέσα στον προβλεπόμενο γι’ αυτήν χρόνο. Τους γραμματείς και ειδικούς επιστήμονες ή πραγματογνώμονες ορίζει ο εισαγγελέας εφετών που έχει την ανώτατη διεύθυνση της ανάκρισης.

4. Η Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και ο Εισαγγελέας Οικονομικού Εγκλήματος (άρθρο 17 Α του ν. 2523/1997, όπως προστέθηκε με το άρθρο 2 του ν. 3943/2011) παρέχουν στους ως άνω δικαστικούς λειτουργούς κάθε στοιχείο που τους ζητείται και κάθε άλλη συνδρομή. Την ίδια υποχρέωση έχει και κάθε δημόσιος λειτουργός ή υπάλληλος, καθώς και όλοι οι δημόσιοι οργανισμοί και αρχές.

5. Ο ανακριτής και ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών μπορούν να διατάξουν με αιτιολογημένη διάταξή τους την άρση του φορολογικού, τραπεζικού, χρηματιστηριακού και κάθε είδους απορρήτου. Η διάταξη πρέπει να αναφέρει το πρόσωπο που έχει σχέση με την ερευνώμενη υπόθεση και να περιέχει το ακριβές χρονικό διάστημα για το οποίο ισχύει η άρση, που δεν μπορεί να υπερβαίνει τον ένα μήνα. Όταν κρίνεται ότι η άρση πρέπει να διαρκέσει πέραν αυτού, ο ανακριτής ή ο εισαγγελέας υποχρεούνται να εισαγάγουν το ζήτημα στο οικείο δικαστικό συμβούλιο, διαφορετικά η ισχύς της διάταξης παύει αυτοδικαίως με τη λήξη του μήνα.

6. Ο ανακριτής, με σύμφωνη γνώμη του εισαγγελέα, μπορεί να απαγορεύσει την κίνηση κάθε είδους λογαριασμών, τίτλων ή χρηματοπιστωτικών προϊόντων που τηρούνται σε πιστωτικό ίδρυμα ή χρηματοπιστωτικό οργανισμό, καθώς και το άνοιγμα των θυρίδων θησαυροφυλακίου του κατηγορουμένου, έστω και κοινών οποιουδήποτε είδους με άλλο πρόσωπο, όταν υπάρχουν βάσιμες υπόνοιες ότι οι λογαριασμοί, οι τίτλοι, τα χρηματοπιστωτικά προϊόντα ή οι θυρίδες περιέχουν χρήματα ή πράγματα που προέρχονται από την τέλεση του ερευνώμενου εγκλήματος. Από την απαγόρευση εξαιρούνται λογαριασμοί και ποσά τα οποία είναι αναγκαία για την κάλυψη των γενικότερων δαπανών διαβίωσης του κατηγορουμένου και της οικογένειας του, των εξόδων για τη νομική του υποστήριξη και των βασικών εξόδων για τη διατήρηση των δεσμευμένων ως άνω στοιχείων. Η διάταξη του ανακριτή επέχει θέση έκθεσης κατάσχεσης και επιδίδεται στον κατηγορούμενο και στο διευθυντικό στέλεχος του πιστωτικού ιδρύματος ή του χρηματοπιστωτικού οργανισμού. Σε περίπτωση κοινών λογαριασμών, τίτλων, χρηματοπιστωτικών προϊόντων ή κοινής θυρίδας η διάταξη επιδίδεται και στον τρίτο. Η απαγόρευση ισχύει από τη χρονική στιγμή της επίδοσης της διάταξης του ανακριτή στο πιστωτικό ίδρυμα ή χρηματοπιστωτικό οργανισμό. Από τότε απαγορεύεται το άνοιγμα της θυρίδας και είναι άκυρη έναντι του Δημοσίου εκταμίευση χρημάτων από το λογαριασμό ή εκποίηση τίτλων ή χρηματοπιστωτικών προϊόντων. Ο κατηγορούμενος και ο τρίτος δικαιούνται να ζητήσουν την άρση της διάταξης του ανακριτή, με αίτηση που απευθύνεται προς το δικαστικό συμβούλιο και κατατίθεται στον ανακριτή ή τον εισαγγελέα, μέσα σε δέκα ημέρες από την επίδοση σε αυτόν της διάταξης. Στη σύνθεση του συμβουλίου, που κρίνει την αίτηση, δεν μετέχει ο ανακριτής. Η υποβολή της αίτησης και η προθεσμία της δεν αναστέλλουν την εκτέλεση της διάταξης. Η διάταξη ανακαλείται αν προκύψουν νέα στοιχεία.

7. Η υπόθεση χωρίζεται για όσους δεν έχουν την ιδιότητα των προσώπων του άρθρου 1, αν τούτο επιβάλλεται από την ανάγκη εμπρόθεσμης αποπεράτωσης της ανάκρισης.

  • 23 Ιουλίου 2011, 18:35 | Α.Μ.

    Άρθρ. 2§7. H διάταξη της παρ. 7 του άρθρ. 2 βρίσκεται, ως έχει, σε πλήρη αναντιστοιχία με τον, κατά την αιτιολογική έκθεση, σκοπό της, που συνίσταται στο χωρισμό της ανάκρισης για πράξεις και πρόσωπα που κατέστη ώριμη. Αυτό μπορεί να συμβεί σε σχέση με τους συμμετόχους, αλλά είναι πιθανότερο να συμβεί σε σχέση με τα πρόσωπα του άρθρ. 1, όταν ιδίως πρόκειται για έρευνα σε βάθος χρόνου περισσότερων διοικήσεων, συνήθη περίπτωση, που όμως φαίνεται ότι παραγνωρίζει γενικά το Σχέδιο.
    Προτεινόμενο κείμενο.
    «Η υπόθεση χωρίζεται για όσες πράξεις και πρόσωπα η ανάκριση κατέστη ώριμη.»

  • 23 Ιουλίου 2011, 18:42 | Α.Μ.

    Άρθρ. 2§3 . Η κατά το άρθρ. 2§3 αποκλειστική απασχόληση των δικαστών με μία μόνο υπόθεση είναι εξαιρετικά πιθανό να οδηγήσει σε κατάρρευση το ήδη προβληματικό δικαστικό σύστημα. Μία απλή έρευνα για τον αριθμό των υποθέσεων που πρόκειται να υπαχθούν στη νέα διαδικασία, σε συνδυασμό με τα κενά χρόνου που συνεπάγεται η ενασχόληση με μία μόνον υπόθεση, θα καταδείξει τη βασιμότητα αυτού του φόβου, ο οποίος μεταβάλλεται σε βεβαιότητα, αν στη διαδικασία αυτή υπαχθεί και η στρατιά των παραυτουργών, μελών των Δ.Σ. (βλ. και τις προτάσεις στα άρθρ. 1§2 και 2§1).

  • 23 Ιουλίου 2011, 18:24 | Α.Μ.

    Άρθρ. 2§2. Η ανάκριση πρέπει να διεξάγεται από ανακριτές και όχι από την αμφίβολης συνταγματικότητας ad hoc επιλογή του δικαστή για τη συγκεκριμένη υπόθεση.

  • 23 Ιουλίου 2011, 18:11 | Α.Μ.

    Άρθρ. 2§1..
    1. Για να διωχθεί ο πολίτης για κακούργημα ή πλημμέλημα και να καταστεί υπόδικος, αγόμενος ενώπιον ανακριτών, δικαστικών συμβουλίων και δικαστηρίων, απαιτείται, όπως άλλωστε είναι αυτονόητο για κάθε δημοκρατία που σέβεται τον πολίτη, η διεξαγωγή προηγούμενης έρευνας, κατά τους ειδικότερους όρους του άρθρ. 43 του Κ.Ποιν.Δ. Κατά το άρθρ. 2§2 του Σχεδίου όμως όσοι επιλέγησαν σε θέσεις ευθύνης και ακριβώς διότι ανέλαβαν και εκτέλεσαν τα καθήκοντα των θέσεων αυτών, μπορεί να μετατραπούν σε υποδίκους επί κακουργήματι απλώς και μόνον διότι υποβλήθηκε εναντίον τους μήνυση ή αναφορά, χωρίς καμία προηγούμενη έρευνα. Η ρύθμιση αυτή, ανεξάρτητα από τα άρθρ. 4§1 του Συντάγματος και 6 της ΕΣΔΑ, δεν φαίνεται συμβατή ούτε με το άρθρ. 2§1 για την αξία του ανθρώπου, σε συνδυασμό με το πνεύμα που εκφράζεται από το άρθρ. 20 Συντ. Διότι ναι μεν η κατάσταση υποδικίας δεν αποτελεί «διοικητική ενέργεια ή μέτρο που λαμβάνεται σε βάρος των δικαιωμάτων ή συμφερόντων» του ενδιαφερομένου, είναι όμως κατά πολύ σκληρότερη από οιοδήποτε διοικητικό μέτρο
    2. Ανεξάρτητα από όσα εκτίθενται στην οικεία θέση για την παρ. 7 του άρθρ. 2, η διάταξη αυτή, ως έχει, ανήκει λογικά στο ρυθμιστικό πεδίου της προκείμενης παρ. 1 και αποτελεί την εναλλακτική πρόταση, αναφορικά με την αναφερθείσα συμπλήρωση του άρθρ. 1§2
    Προτεινόμενο κείμενο.
    «1. Η προκαταρκτική εξέταση για τις πράξεις του προηγούμενου άρθρου διεξάγεται από εισαγγελικό λειτουργό και ολοκληρώνεται μέσα σε προθεσμία δύο μηνών.
    2. Η υπόθεση χωρίζεται για όσους δεν έχουν την ιδιότητα των προσώπων του άρθρου 1 ή των συμμετόχων τους, στους οποίους δεν περιλαμβάνονται τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου που κατηγορούνται με βάση την ιδιότητά τους αυτή.»

  • 22 Ιουλίου 2011, 20:45 | Γεώργιος Καραδήμας

    Ο ανακριτής και ο εισαγγελέας θα πρέπει υποχρεωτικά να κινηθούν.

  • 21 Ιουλίου 2011, 18:59 | Ιωάννης Παρδάλης

    Θα πρέπει να δοθεί η δυνατότητα στον ανακριτή και τον εισαγγελέα πλημμελειοδικών να άρρουν όχι μόνο φορολογικού, τραπεζικού, χρηματιστηριακού και κάθε είδους απορρήτου του κατηγορούμμενου αλλά αν διαπιστωθεί ότι, κατά τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο είχε οικονομικές συναλλαγές με φυσικά πρόσωπα ή ΝΠΔΔ ή ΝΠΙΔ συμπεριλμβανομένων των κομματικών τοιούτων, να άρρουν το απόρρητο και των αντίστοιχων λογαριασμών.

  • 21 Ιουλίου 2011, 15:41 | Verteidiger

    Πρέπει οπωσδήποτε να διευκρινιστεί αν ως απόρρητο εννοείται και το απόρρητο της επικοινωνίας, δηλ. αν τορποποιείται το υπάρχον νομοθετικό πλαίσιο. Είναι και της μόδας τώρα το θέμα … Αγοράσαμε τους κοριούς για την εθνική ασφάλεια και αντί να τους χρησιμοποιούμε για την άμυνα της χώρας τους θέσαμε στην υπηρεσία κάθε κυρά Πόπης για να παρακολουθεί ανερυθρίαστα δικηγόρους που μιλάνε με τους εντολείς τους … Για το λόγο αυτό φρονώ ότι το απόρρητο της επικοινωνίας δεν πρέπει να συμπεριληφθεί στην εν λόγω διάταξη, άλλως να ρυθμιστεί οπωσδήποτε η δικονομική αξιοποίηση των τυχαίων ευρημάτων με τρόπο ανάλογο του άρθρου 5 §10 Ν. 2225/1994 και επί ποινική και πειθαρχική ευθύνη του εισαγγελικού ή ανακριτικού λειτουργού για την παραμικρή παράνομη αξιοποίηση του υλικού.

  • 21 Ιουλίου 2011, 09:41 | ΛΜ

    Τι σημαίνει μπορεί και να διατάξει προκαταρκτική εξέταση? Δεν είναι υποχρεωτική στα κακουργήματα σύμφωνα με το άρθρο 43 ΚΠΔ (και δη επί ποινή ακυρότητας, 171 παρ 1β)?

  • 20 Ιουλίου 2011, 11:36 | ΑΝΩΝΥΜΟΣ

    Κρίνεται σκόπιμη η συμπλήρωση των παραγράφων 5 και 6 ως ακολούθως (οι προσθήκες καταγράφονται εντός «»):

    5. Ο ανακριτής και ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών μπορούν να διατάξουν με αιτιολογημένη διάταξή τους την άρση του φορολογικού, τραπεζικού, χρηματιστηριακού και κάθε είδους απορρήτου «αναφορικά με το πρόσωπο που έχει σχέση με την ερευνώμενη υπόθεση καθώς και πρόσωπα Α’ βαθμού συγγένειας σε αυτό». Η διάταξη πρέπει να αναφέρει το πρόσωπο που έχει σχέση με την ερευνώμενη υπόθεση και να περιέχει το ακριβές χρονικό διάστημα για το οποίο ισχύει η άρση, που δεν μπορεί να υπερβαίνει τον ένα μήνα. Όταν κρίνεται ότι η άρση πρέπει να διαρκέσει πέραν αυτού, ο ανακριτής ή ο εισαγγελέας υποχρεούνται να εισαγάγουν το ζήτημα στο οικείο δικαστικό συμβούλιο, διαφορετικά η ισχύς της διάταξης παύει αυτοδικαίως με τη λήξη του μήνα.

    6. «Για το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί από τη λήψη της μήνυσης, έγκλησης ή αναφοράς, έως της ολοκλήρωσης της προκαταρκτικής εξέτασης ή ανάκρισης απαγορεύεται η κίνηση κάθε είδους λογαριασμού του κατηγορουμένου (στον οποίο είναι δικαιούχος ή συνδικαιούχος) καθώς και των λογαριασμών προσώπων Α’ βαθμού συγγένειας σε αυτόν (ως δικαιούχων ή συνδικαιούχων), τίτλων ή χρηματοπιστωτικών προϊόντων που τηρούνται σε πιστωτικό ίδρυμα ή χρηματοπιστωτικό οργανισμό, μέσω της άμεσης ενημέρωσης των πιστωτικών ιδρυμάτων ή και θυγατρικών αυτών, χρηματιστηριακών εταιρειών και λοιπών χρηματοπιστωτικών οργανισμών» καθώς και το άνοιγμα των θυρίδων θησαυροφυλακίου του κατηγορουμένου, έστω και κοινών οποιουδήποτε είδους με άλλο πρόσωπο, όταν υπάρχουν βάσιμες υπόνοιες ότι οι λογαριασμοί, οι τίτλοι, τα χρηματοπιστωτικά προϊόντα ή οι θυρίδες περιέχουν χρήματα ή πράγματα που προέρχονται από την τέλεση του ερευνώμενου εγκλήματος. Από την απαγόρευση εξαιρούνται λογαριασμοί και ποσά τα οποία είναι αναγκαία για την κάλυψη των γενικότερων δαπανών διαβίωσης του κατηγορουμένου και της οικογένειας του, των εξόδων για τη νομική του υποστήριξη και των βασικών εξόδων για τη διατήρηση των δεσμευμένων ως άνω στοιχείων. Η διάταξη του ανακριτή επέχει θέση έκθεσης κατάσχεσης και επιδίδεται στον κατηγορούμενο και στο διευθυντικό στέλεχος του πιστωτικού ιδρύματος ή του χρηματοπιστωτικού οργανισμού. Σε περίπτωση κοινών λογαριασμών, τίτλων, χρηματοπιστωτικών προϊόντων ή κοινής θυρίδας η διάταξη επιδίδεται και στον τρίτο. Η απαγόρευση ισχύει από τη χρονική στιγμή της επίδοσης της διάταξης του ανακριτή στο πιστωτικό ίδρυμα ή χρηματοπιστωτικό οργανισμό. Από τότε απαγορεύεται το άνοιγμα της θυρίδας και είναι άκυρη έναντι του Δημοσίου εκταμίευση χρημάτων από το λογαριασμό ή εκποίηση τίτλων ή χρηματοπιστωτικών προϊόντων. Ο κατηγορούμενος και ο τρίτος δικαιούνται να ζητήσουν την άρση της διάταξης του ανακριτή, με αίτηση που απευθύνεται προς το δικαστικό συμβούλιο και κατατίθεται στον ανακριτή ή τον εισαγγελέα, μέσα σε δέκα ημέρες από την επίδοση σε αυτόν της διάταξης. Στη σύνθεση του συμβουλίου, που κρίνει την αίτηση, δεν μετέχει ο ανακριτής. Η υποβολή της αίτησης και η προθεσμία της δεν αναστέλλουν την εκτέλεση της διάταξης. Η διάταξη ανακαλείται αν προκύψουν νέα στοιχεία.

  • 19 Ιουλίου 2011, 07:45 | ΜΙΧΑΛΗΣ ΙΕΡΩΝΥΜΑΚΗΣ

    AΡΘΡΟ 2 ΠΑΡ 5.
    ΝΑ ΜΕΤΑΒΛΗΘΕΙ Η ΦΡΑΣΗ ΑΠΟ »Ο ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ ΚΑΙ Ο ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΠΛΗΜΕΛΕΙΟΔΙΚΩΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ ΤΗΝ ΑΡΣΗ ΤΟΥ ΑΠΟΡΡΗΤΟΥ»
    ΩΣ ΕΞΗΣ,
    »Ο ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ ΚΑΙ Ο ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΠΛΗΜΕΛΕΙΟΔΙΚΩΝ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΑ ΔΙΑΤΤΑΣΣΕΙ ΤΗΝ ΑΡΣΗ ΤΟΥ ΑΠΟΡΡΗΤΟΥ ΚΛΠ….»

    ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΘΕΜΑ ΒΟΥΛΗΣΗΣ ΔΙΚΑΣΤΟΥ ΕΙΝΑΙ ΘΕΜΑ ΕΝΔΕΙΞΕΩΝ ΚΑΙ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ.
    ΔΕΝ ΘΑ ΑΦΗΝΟΥΜΕ ΠΑΡΑΘΥΡΑ ΣΤΟ ΝΟΜΟ ΚΥΡΙΟΙ ΕΡΜΗΝΕΙΩΝ ΤΩΝ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΚΑΤΑ ΤΟ ΔΟΚΟΥΝ ΕΙΤΕ ΤΩΝ ΔΙΚΑΣΤΩΝ ΕΙΤΕ ΤΩΝ ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ…
    ΕΙΝΑΙ ΥΨΙΣΤΟ ΘΕΜΑ Η ΚΛΟΠΗ ΚΑΙ Ο ΕΞΕΥΤΕΛΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΟΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΦΟΡΕΑ ΤΟΥ ΑΞΙΩΜΑΤΟΣ.

  • 19 Ιουλίου 2011, 02:53 | ΓΚΑΡΑΛΕΑΣ ΑΓΓΕΛΟΣ

    Προτεινω οτι σε περιπτωση ενδειξης ενοχης να ανοιγονται οι τραπεζικοι λογαριασμοι του υποπτου ΚΑΙ των συγγενικων του προσωπων. Επισης να γινονται σοβαροι ελεγχοι ποθεν εσχες με συγκεκριμμενες και αυστηρες διαδικασιες απο ανεξαρτητο φορεα. Σε αποδειξη ενοχης (πρωταβθμια) να γινεται δημευση της περιουσιας ισης με το ποσο που καταχραστηκε. Αν ο καταδικασθεν θελησει να υποβαλει εφεση τοτε μπορει να το κανει. Αν δικαιωθει τοτε να του επιστραφουν τα χρηματα. Αυτο θα σταματησει το σημερινο φαινομενο, οπου καταθετονται εφεσεισ με σκοπο την παρακολυση καθως ολοι ξερουν τους ρυθμους που εργαζεται η ελληνικη δικαιοσυνη.

  • 18 Ιουλίου 2011, 23:10 | Μηνάς Ταταλίδης

    Προτείνω να συμπεριληφθεί στον παρόντα νόμο ειδικό παράρτημα που να εξειδικεύει σχετικά τις διαδικασίες ελέγχου της νομιμότητας των συμβάσεων του δημοσίου εν γένει, σύμφωνα με την αρχή της αποτροπής δυσμενών υπερκοστολογήσεων και τις δαιδαλώδεις ρήτρες που τις συνοδεύουν. Στατιστικά έχει αποδειχθεί ότι οι συμβάσεις μεγάλων έργων (Αττική Οδός, Ολυμπιακοί Αγώνες κ.λπ.) προσφέρονται για ελαστική υπέρβαση συνήθως προς όφελος των συμβαλλομένων μερών και εις βάρος των φορολογουμένων (υπέρμετρος δανεισμός). Επειδή λοιπόν ο συγκεκριμένος τόπος εμφανίζει και τη μεγαλύτερη «εγκληματικότητα» ενδεχομένως μία ιδιάζουσα νομοθετική στόχευση του ζητήματος να διευκόλυνε έτι περαιτέρω το μελλοντικό ανακριτικό έργο.

  • 18 Ιουλίου 2011, 21:24 | Δημήτριος Πατριανάκος

    Θα ήθελα να προσθέσω ένα γενικό σχόλιο για την διεξαγωγή των ανακρίσεων γενικώς αλλά εδώ έχει περισσότερη σημασία εξαιτίας των θεμάτων που μας απασχολούν. Ο τρόπος διεξαγωγής των ανακρίσεων είναι κολημένος στον 19ο αιώνα. Πρέπει να αλλάξει τελείως ο τρόπος κατάθεσης των μαρτύρων αλλως δεν μπορούμε να ευελπιστούμε στην ακρίβεια που απαιτεί η σύγχρονη εποχή και στις ταχύτητες που έχουν όλες οι ευνομούμενες χώρες.

  • 18 Ιουλίου 2011, 20:19 | ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ ΚΩΣΤΑΣ

    Να εισαχθεί ως 4η παράγραφος οτι σε περίπτωση καταδίκης για τα αδικήματα που αναφέρονται στο άρθρο 1 του παρόντος , δυναται να διαταχθεί δήμευση περιουσιακών στοιχείων του καταδικασμένου ίσης αξίας με τη ζημία την οποία υπέστη το κράτος προς αποκατάσταση της.
    Πέρα απο το ποινικό κομάτι της υπόθεσης η εισαγγελική αρχή θα πρέπει να μπορεί να κινηθεί άμεσα και στο αστικής φύσεως κομάτι , καθώς στις περισσότερες από τις λίγες υποθέσεις που εφτασαν να εκδικαστούν τα χρηματικά προστιμα που επιβλήθηκαν σε συνδιασμό με τα χρήματα που προεκυψαν από την εξαγορά των ποινών δεν συγκρίνονται ούτε κατά διάνοια με τα ποσό το οποίο ζημειώθηκε το κράτος από τις εγκληματικές ενέργειες.

  • 18 Ιουλίου 2011, 18:12 | ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΣΜΥΡΝΙΟΥΔΗΣ

    ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΑΡΞΗ «ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΩΞΗΣ-ΑΝΑΚΡΙΣΗΣ» ΝΑ ΣΤΑΜΑΤΑ Η ΑΣΚΗΣΗ ΤΩΝ ΚΑΘΗΚΟΝΤΩΝ ΤΩΝ ΑΝΑΚΡΙΝΟΜΕΝΩΝ. ΣΥΓΧΡΟΝΩΣ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΠΟΘΕΝ ΕΣΧΕΣ ΚΑΙ ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΕΝΔΕΙΞΕΩΝ ΝΑ ΕΛΕΓΧΟΝΤΑΙ ΛΟΓΑΡΙΣΜΟΙ ΤΩΝ ΙΔΙΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΣΥΓΓΕΝΩΝ ΤΟΥΣ ΚΑΘΩΣ ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΠΟΘΕΝ ΕΣΧΕΣ ΟΣΑ ΧΡΟΝΙΑ ΠΙΣΩ ΑΠΙΤΕΙΤΑΙ ΓΙΑ ΝΑ ΧΥΘΕΙ ΑΠΛΕΤΟ ΦΩΣ.
    ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΑΡΣΗ ΤΟΥ ΤΗΛΕΦΩΝΙΚΟΥ ΑΠΟΡΡΗΤΟΥ ΩΣΤΕ ΝΑ ΕΛΕΓΧΟΝΤΑΙ ΟΙ ΔΗΜΟΣΙΟΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΙ(ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ) ΟΠΩΣ ΟΙ «ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟΥ»

  • 18 Ιουλίου 2011, 15:19 | Μιχάλης

    Λόγω της σημασίας των εγκλημάτων αυτών και της πολύπλοκης (συνήθως) φύσης τους πρέπει υποχρεωτικά η ανάκριση να διεξάγεται από εφέτη ανακριτή απαλλαγμένο από κάθε άλλο καθήκον. Αυτός να έχει τη δυνατότητα να βοηθείται στο έργο της ανάκρισης από έναν ή περισσότερους πρωτοδίκες, που θα επιλέγει ο ίδιος (ώστε να είναι εξασφαλισμένη η καλή συνεργασία και ο συντονισμός των ανακριτικών πράξεων).

  • 18 Ιουλίου 2011, 14:55 | ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ Κ.Λ. ΠΑΠΑΓΓΕΛΟΥ

    Δεν φρονούμε ότι υφίσταται λόγος διαχωρισμού της Δικογραφίας. Πάντοτε, οι ιδιαζούσης Δωσιδικίας κατηγορούμενοι, «συμπαρασύρουν» εις ανώτερα Δικαστήρια τους συνεργούς των, οι οποίοι δεν εμπίπτουν μεταξύ των «Ειδικής Δωσιδικίας» προσώπων.
    Συμφωνών επίσης με αρκετούς εκ των προηγουμένων εμού, ότι η εν λόγω διαδικασία, όπως αναπτύσσεται ανωτέρω, καλόν θα ήτο να συμπεριλαμβάνει και την Επιτροπή Διαχειρίσεως του Χρέους, την Επιτροπή των Αποκρατικοποιήσεων (άνευ βεβαίως οιασδήποτε μομφής κατά των εγκρίτων μελών που απαρτίζουν τις Διοικήσεις αυτών των Επιτροπών) αλλά κυρίως, επειδή μόνον έτσι θα καταπείσομε περί διαφανείας της διαδικασίας «αποκρατικοποιήσεων», κάθε αμφισβητία (εντόπιο και αλλοδαπό) ο οποίος διατηρεί επιφυλάξεις λόγω της πικρής πείρας του αντιστοίχου θεσμού κατά την αντίστοιχη Ανατολικο-Γερμανική «αποκρατικοποίηση». Επίσης, ΔΕΝ θα πρέπει να εξαιρείται ο εκάστοτε Πρωθυπουργός, διότι το Πολιτειακό, Συνταγματικό του αξίωμα, ΔΕΝ προβλέπεται υπό την έννοιαν μονοπροσώπου οργάνου ασκήσεως Εξουσίας, αλλά ως primus inter pares, μεταξύ των υπολοίπων Υπουργών.

  • 18 Ιουλίου 2011, 13:20 | Τιμολέων Λιζάρδος

    Στην παράγραφο 1. Μήπως θα πρέπει να προβλέπεται δυνατότητα επιμήκυνσης της χρονικής διάρκειας της ανάκρισης αν κατά την διάρκειά της διαπιστωθούν στοιχεία που απαιτούν περαιτέρω έρευνα στο εξωτερικό (πχ εμβάσματα σε τραπεζικούς λογαριασμούς του εξωτερικού).

  • 18 Ιουλίου 2011, 13:50 | Τιμολέων Λιζάρδος

    Στην παράγραφο 5.
    – Η χρονική διάρκεια της άρσης του απορρήτου να είναι ίση με την διάρκεια της ανάκρισης(δύο μήνες- παραγ. 1)έτσι ώστε στο διάστημα της ανάκρισης να υπάρχει ευχέρεια στην λήψη των ερευνόμενων στοιχείων.
    – Η δυνατότητα άρσης του απορρήτου να μπορεί να γίνει και για τα άμεσα συγγενικά πρόσωπα του κατηγορουμένου, έτσι ώστε να παρέχεται πλήρης διαφάνεια και δυνατότητα ελέγχου όλων των οικονομικών και περιουσιακών στοιχείων και συναλλαγών που αφορούν την διερευνόμενη υπόθεση.

  • 18 Ιουλίου 2011, 13:09 | ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ θΕΟΔΟΣΙΟΥ

    Δυστυχώς η μη ύπαρξη ανεξάρτητης από κομματικούς σκοπούς δικαιοσύνης και δικαστών στην χώρα μας ,που προυπήρχε αλλά έδρασε με αποκορύφωμα την πενταετία 2004-2009 οδήγησε σε αποσιοποίηση ή ακόμη και παραγραφή σοβαρότατων αδικιμάτων που διαπράχθηκαν από πολλόυς υπουργούς και άλλα στελέχη της τότε κυβέρνησης, λόγω το περίφημου όχι παραδικαστικού αλλά καθαρά δικαστικού κυκλώματος στην χώρα μας που ορίζει την «απόδοση δικαιοσύνης».Ακόμη και ένας πρώην πρωθυπουργός θα πρέπει να μπορεί να του επιβληθεί η κλήτευση για την διαλεύκανση εγκληματικών πράξεων ή παραβλέψεων κατά του δημόσιου συμφέροντος του ελληνικού λαού.

  • 18 Ιουλίου 2011, 13:15 | Δημήτριος Βελεσιώτης

    Θα ήθελα να προτείνω δυο βελτιώσεις στα εδάφια 5 και 6, με σκοπό τη διευκόλυνση των ανακριτικών αρχών.
    Στο εδάφιο 5 προτείνω η άρση απορρήτου να διαρκεί μέχρι 6 μήνες (η οποία να δύναται να επεκταθεί με τη διαδικασία που ήδη ορίζει το ν/σ), ώστε να υπάρχει ο αναγκαίος χρόνος εξέτασης των όποιων στοιχείων προκύψουν από την άρση του απορρήτου.
    Στο εδάφιο 6 προτείνω τη συμμετοχή του ανακριτή στο συμβούλιο εξέτασης της αίτησης αναίρεσης, ώστε να υπάρχει η δυνατότητα εκτενέστερης εξήγησης του σκεπτικού που τον οδήγησε στο «μπλοκάρισμα» των λογαριασμών του κατηγορουμένου.