Άρθρο 03 – Δικαίωμα των θυμάτων να κατανοούν και να γίνονται κατανοητά

1. H Αστυνομία ή άλλη αρμόδια αρχή, κατά την πρώτη της επαφή με το θύμα, λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για να βοηθά το θύμα να κατανοεί και να γίνεται κατανοητό, από την πρώτη επαφή και σε κάθε περαιτέρω αναγκαία επικοινωνία του στο πλαίσιο της ποινικής διαδικασίας, καθώς και να κατανοεί τις πληροφορίες που παρέχονται από αυτήν.

2. Η Αστυνομία ή άλλη αρμόδια αρχή, κατά την πρώτη της επαφή με το θύμα, κατά την επικοινωνία με το θύμα, χρησιμοποιεί γλώσσα απλή και κατανοητή, προφορικά ή γραπτά. Για αυτό το σκοπό λαμβάνονται υπόψη τα προσωπικά χαρακτηριστικά του θύματος, ιδίως, η ηλικία, η ωριμότητα, οι πνευματικές και διανοητικές ικανότητες, το μορφωτικό επίπεδο, η γλωσσική επάρκεια, τυχόν προβλήματα ακοής ή όρασης, καθώς και η έντονη συναισθηματική φόρτιση αυτού, τα οποία ενδεχομένως επηρεάζουν την ικανότητά του να κατανοεί ή να γίνεται κατανοητό. Για αυτό το σκοπό διατίθεται οδηγός δικαιωμάτων διατυπωμένος στις πιο συχνά καθομιλούμενες γλώσσες, καθώς και στη γραφή Mπράιγ (Braille).

3. Κατά την πρώτη επαφή με την Αστυνομία ή άλλη αρμόδια αρχή, το θύμα δύναται να συνοδεύεται από πρόσωπο της επιλογής του, όταν, λόγω των επιπτώσεων του εγκλήματος, το θύμα χρειάζεται βοήθεια για να κατανοήσει ή για να γίνει κατανοητό, εκτός αν αυτό αντιβαίνει στα συμφέροντα του θύματος ή βλάπτει την πορεία της διαδικασίας ή το πρόσωπο αυτό εμπλέκεται στην υπό διερεύνηση αξιόποινη πράξη.

4. To Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων είναι αρμόδιο για το συντονισμό και τη συνεργασία των αρμόδιων αρχών με δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς, μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, οι οποίοι να παρέχουν υπηρεσίες στήριξης θυμάτων.