- Όποιος, με σκοπό παραπλάνησης ως προς την ταυτότητα του δημιουργού του, την προέλευσή του, τη χρονολόγησή του, τη φύση του, την αξία του ή τη σύνθεσή του, κατασκευάζει, παραποιεί, εκθέτει, διακινεί, διαθέτει, μεταβιβάζει, κατέχει ή δέχεται στην κατοχή του με οποιονδήποτε τρόπο έργο τέχνης ή συλλεκτικό αντικείμενο, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι (6) μηνών και χρηματική ποινή τουλάχιστον πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ.
- Οι πράξεις της παρ. 1 τιμωρούνται με ποινή κάθειρξης έως δέκα (10) έτη και με χρηματική ποινή από δέκα χιλιάδες (10.000) έως τριακόσιες χιλιάδες (300.000) ευρώ όταν:
α) αφορούν σε έργο ή συλλεκτικό αντικείμενο που έχει αξία άνω των εκατόν είκοσι χιλιάδων (120.000) ευρώ ή
β) αφορούν σε αντικείμενο που έχει ιδιαίτερα μεγάλη αξία και έχουν τελεστεί κατ’ επάγγελμα ή
γ) έχουν τελεστεί σε εμπορική κλίμακα ή
δ) έχουν τελεστεί από δύο ή περισσότερους που έχουν οργανωθεί με σκοπό την τέλεση ομοειδών αδικημάτων ή στο πλαίσιο εγκληματικής οργάνωσης.
- Αν το υπαίτιο πρόσωπο των αδικημάτων των παρ. 1 και 2 δραστηριοποιείται επαγγελματικά στον χώρο των έργων τέχνης και των συλλεκτικών αντικειμένων, επιβάλλεται από το δικαστήριο, ως παρεπόμενη ποινή, η απαγόρευση άσκησης επαγγέλματος στο πλαίσιο λειτουργίας ατομικής επιχείρησης ή συμμετοχής στη διοίκηση και λειτουργία νομικού προσώπου, για χρονικό διάστημα από τρεις (3) μήνες έως πέντε (5) έτη.




Παρατηρήσεις
Η απαίτηση απόδειξης «σκοπού παραπλάνησης» καθιστά το αδίκημα εξαιρετικά δύσκολο να στοιχειοθετηθεί και πρακτικά ανεφάρμοστο σε μεγάλο μέρος της αγοράς.
Δεν προβλέπεται ευθύνη λόγω βαριάς αμέλειας, αλλά ούτε και παράλειψης ελέγχου προέλευσης (due diligence).
Η ποινικοποίηση της «έκθεσης» πλαστού έργου δεν συνοδεύεται από κανέναν μηχανισμό προληπτικού ελέγχου ή αναστολής.
Δεν προβλέπονται ειδικές υποχρεώσεις για εμπόρους έργων τέχνης, γκαλερί και οίκους δημοπρασιών.
Κατεύθυνση βελτίωσης
Απαιτείται πρόβλεψη ευθύνης λόγω αμέλειας και εισαγωγή προληπτικών διοικητικών μέτρων.