Άρθρο 05 – Διαδικασία διαμεσολάβησης

Το άρθρο 183 του νόμου 4512/2018 αντικαθίστανται ως εξής:
«Άρθρο 183

Διαδικασία διαμεσολάβησης

1. Στη διαδικασία διαμεσολάβησης τα μέρη παρίστανται μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου τους, με την επιφύλαξη των περιπτώσεων των καταναλωτικών διαφορών και μικροδιαφορών.
2. Ο διαμεσολαβητής ορίζεται από τα μέρη ή από τρίτο πρόσωπο της κοινής τους επιλογής. Ο διαμεσολαβητής είναι ένας (1), εκτός αν τα μέρη συμφωνήσουν εγγράφως ότι οι διαμεσολαβητές θα είναι περισσότεροι. Αν δεν επιτευχθεί συμφωνία ως προς το πρόσωπο του διαμεσολαβητή και τον τόπο διεξαγωγής της διαμεσολάβησης αυτοί ορίζονται από το Ειδικό Μητρώο του άρθρου 203 του παρόντος που τηρεί η Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης, κατά σειρά και με βάση τον αριθμό μητρώου τους.
3. Ο χρόνος, τόπος και λοιπές διαδικαστικές λεπτομέρειες της διεξαγωγής της διαμεσολάβησης καθορίζονται από το διαμεσολαβητή σε συμφωνία με τα μέρη. Αν δεν επιτευχθεί συμφωνία των μερών για τα παραπάνω, ο διαμεσολαβητής δύναται να διεξάγει τη διαμεσολάβηση με τον τρόπο που κρίνει προσφορότερο, λαμβανομένων υπόψη των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της διαφοράς και των προβλέψεων της περίπτωσης Β της παραγράφου 4 του άρθρου 182.»
4. Η διαδικασία της διαμεσολάβησης έχει εμπιστευτικό χαρακτήρα και δεν τηρούνται πρακτικά εκτός αν τα μέρη συμφωνήσουν διαφορετικά. Ο διαμεσολαβητής μπορεί, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, να επικοινωνεί και να συναντά καθένα από τα μέρη είτε χωριστά είτε από κοινού. Πληροφορίες που αντλεί ο διαμεσολαβητής κατά τις χωριστές επικοινωνίες του με το ένα μέρος δεν κοινολογούνται στο άλλο μέρος χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του άλλου μέρους. Οι ενέργειες του διαμεσολαβητή και των μερών για την επίτευξη συμβιβαστικής επίλυσης της μεταξύ τους διαφοράς διέπονται από τις αρχές της καλής πίστης και ειλικρίνειας και της διαρκούς αμεροληψίας του διαμεσολαβητή έναντι αυτών. Τα μέρη μπορούν, σε κάθε περίπτωση, να συμφωνήσουν ως διαδικασία διαμεσολάβησης τη διαδικασία και τους ειδικότερους κανόνες που προβλέπουν κέντρα και οργανισμοί διαμεσολάβησης.

5. Πριν από την έναρξη της διαδικασίας όλοι οι συμμετέχοντες συμφωνούν εγγράφως περί του εμπιστευτικού ή μη χαρακτήρα της διαδικασίας. Η συμφωνία αυτή διέπεται από τις διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου. Τα μέρη δύνανται να συμφωνήσουν ότι θα τηρήσουν εμπιστευτικό και το περιεχόμενο της συμφωνίας, στην οποία ενδέχεται να καταλήξουν από τη διαδικασία της διαμεσολάβησης, εκτός αν η κοινολόγηση του περιεχομένου της είναι απαραίτητη για την εκτέλεσή της ή αυτό επιβάλλεται για λόγους δημόσιας τάξης.

6. Οι διαμεσολαβητές, τα μέρη, οι πληρεξούσιοι αυτών και όσοι συμμετείχαν με οποιονδήποτε τρόπο στη διαδικασία της διαμεσολάβησης δεν εξετάζονται ως μάρτυρες ενώπιον των Δικαστηρίων ή σε διαιτητικές διαδικασίες, εκτός αν αυτό επιβάλλεται για λόγους δημόσιας τάξης, για την προστασία της ανηλικότητας ή της σωματικής ακεραιότητας και ψυχικής υγείας φυσικού προσώπου.

7. Με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων των ποινικών Δικαστηρίων, των Ανακριτών και των Εισαγγελέων, καθώς και της αντίθετης και ρητής συμφωνίας των μερών, οι συζητήσεις και οι προτάσεις που εκφράστηκαν από τα μέρη κατά τη διαδικασία της διαμεσολάβησης, οι απόψεις του διαμεσολαβητή προς τα μέρη για την επίτευξη συμβιβαστικής επίλυσης της διαφοράς, η εκφρασθείσα βούληση των μερών, καθώς και όποιες δηλώσεις των μερών στο πλαίσιο της διαδικασίας διαμεσολάβησης, δεν μπορούν να αποτελέσουν αποδεικτικά μέσα ενώπιον πολιτικού δικαστηρίου ή διαιτητικού δικαστηρίου σε περίπτωση αποτυχίας της διαδικασίας διαμεσολάβησης. Η παραπάνω απαγόρευση δεν εφαρμόζεται στις περιπτώσεις της προηγουμένης παραγράφου.

8. Ο διαμεσολαβητής δεν υποχρεούται να αποδεχθεί το διορισμό του και κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του ευθύνεται μόνο για δόλο ή βαρεία αμέλεια, ανεξαρτήτως της τυχόν πειθαρχικής ή ποινικής ευθύνης του.

9. Οι διατάξεις των άρθρων 62 του νόμου 4389/2016 (Α΄ 94), 65 του νόμου 4472/2017 (Α΄ 74) και 106Δ δ του νόμου 3588/2007 (Α΄ 153) , όπως κάθε φορά ισχύουν, εφαρμόζονται αναλόγως και στην περίπτωση αναδιάρθρωσης ή διαγραφής δανείων, οφειλών ή χρεών, στο πλαίσιο της διαδικασίας διαμεσολάβησης του παρόντος νόμου, καθώς και στις περιπτώσεις των άρθρων 214Β και 214Γ ΚΠολΔ.»

  • 13 Οκτωβρίου 2019, 14:20 | ΝΑΝΑ ΠΑΠΑΔΟΓΕΩΡΓΑΚΗ

    ΤΗΡΗΣΗ ΠΡΑΚΤΙΚΩΝ

    Η τήρηση πρακτικών, εάν τα μέρη αποφασίσουν να τηρήσουν, θα δημιουργήσει πολλές πρακτικές δυσκολίες.

    Εφόσον τα μέρη δεσμεύονται για την τήρηση της εμπιστευτικότητας, ποιό το νόημα να τηρηθούν πρακτικά; Και ποιός θα τα τηρήσει; ποιός θα χορηγήσει αντίγραφα, εάν αυτά ζητηθούν και κάποιο μέρος θελήσει να τα προσκομίσει στο φάκελο του δικαστηρίου, εάν ακολουθήσει δικαστική διαδικασία;

    Σημαντικό είναι εδώ και το ζήτημα της τήρησης των προσωπικών δεδομένων (GDPR).

    ΠΡΟΤΕΙΝΕΤΑΙ:

    Να απαλειφθεί η φράση «…. εκτός εάν τα μέρη συμφωνήσουν διαφορετικά».

  • Άρθρο 183 – Παράγραφος 2
    Στο θέμα της διαφωνίας στο πρόσωπο του διαμεσολαβητή στην εκούσια προσφυγή: Η εμπειρία δείχνει πως σε περιπτώσεις εκούσιας προσφυγής στη διαμεσολάβηση σπανίως υπάρχει διαφωνία στο πρόσωπο του διαμεσολαβητή. Και πάντως αν κάτι τέτοιο συμβεί καλύπτεται από την πρόβλεψη του πρώτου και δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 2. Προφανώς εφόσον προτείνουμε την απαλλαγή της ΚΕΔ από την αρμοδιότητα ορισμού διαμεσολαβητή στη διαδικασία του 182, κατά μείζονα λόγο δε βλέπουμε τον λόγο της ανάμιξής της στη εκούσια προσφυγή στη διαμεσολάβηση του παρόντος άρθρου.
    Άρθρο 183 – Παράγραφος 3
    Στο θέμα οργάνωσης της διαδικασίας: Θεωρούμε πως το πρώτο εδάφιο της παραγράφου3 αρκεί για να καλύψει την οργάνωση της διαδικασίας. Αν χρειάζεται για λόγους σαφήνειας να γίνει ειδική αναφορά στην τηλεδιάσκεψη (η οποία καλό θα ήταν να μη μπει ως ειδική διάταξη στη διαδικασία του 182, αλλά ως γενική πρόβλεψη για τη διαμεσολάβηση του 182 και 183) προτείνουμε την παρακάτω αναδιατύπωση του πρώτου εδαφίου: «Ο χρόνος, τόπος και λοιπές διαδικαστικές λεπτομέρειες της διεξαγωγής της διαμεσολάβησης συμπεριλαμβανομένης και της δυνατότητας τηλεδιάσκεψης, καθορίζονται από τον διαμεσολαβητή σε συνεννόηση με τα μέρη». Το εδάφιο 2 προτείνουμε να καταργηθεί στο σύνολό του αφού είναι αδόκιμο να διεξάγει ο διαμεσολαβητής τη διαδικασία χωρίς προηγούμενη συμφωνία ή συνεννόηση με τα μέρη για τα θέματα οργάνωσης.
    Άρθρο 183 – Παράγραφος 5
    Στο θέμα της υπογραφής για τον εμπιστευτικό χαρακτήρα της διαδικασίας: Επειδή συχνά στη διαμεσολάβηση προκύπτει η παρουσία νέων προσώπων (τεχνικών συμβούλων, συγγενών κλπ) μετά την έναρξη της διαδικασίας και την υπογραφή του ιδιωτικού συμφωνητικού υπαγωγής, προτείνουμε για λόγους σαφήνειας να αναδιατυπωθεί το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 5 ως εξής: «Όλοι οι συμμετέχοντες στη διαμεσολάβηση, είτε παρίστανται πριν την έναρξή της, είτε προστεθούν στη διάρκεια της διαδικασίας συμφωνούν εγγράφως περί του εμπιστευτικού ή μη χαρακτήρα της διαδικασίας»
    Άρθρο 183 – Παράγραφος 8
    Στο θέμα της βαρείας αμέλειας: Η συγκεκριμένη διάταξη προέκυψε από την αντίστοιχη του 3898/2010 με την πλήρως αναιτιολόγητη προσθήκη της βαρείας αμέλειας. Για να προστεθεί η βαρεία αμέλεια στο προηγούμενο κείμενο του άρθρου 183, θα πρέπει ο νομοθέτης να σκέφτηκε πως ενδέχεται η συμπεριφορά του διαμεσολαβητή να παρεκκλίνει με τρόπο σημαντικό, ασυνήθη, και ιδιαιτέρως μεγάλο σε σχέση με τη συμπεριφορά του μέσου επιμελούς ανθρώπου και να χαρακτηρίζεται από πλήρη αδιαφορία για τα παράνομα σε βάρος του μέρους ή των μερών αποτελέσματα αυτής της συμπεριφοράς. Σε μια διαδικασία που γίνεται παρουσία των δικηγόρων, με δυνατότητα αποχώρησης αναιτιολόγητα σε κάθε στάδιο της διαδικασίας, με θεσμικές εγγυήσεις διαπίστευσης και ανεξαρτησίας πως θα μπορούσε να συμβεί κάτι τέτοιο; Προτείνουμε την επαναφορά της στη διατύπωση του αρχικού νόμου του 2010: «Ο διαμεσολαβητής δεν υποχρεούται να αποδεχθεί το διορισμό του και κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του ευθύνεται μόνο για δόλο, ανεξαρτήτως της τυχόν πειθαρχικής ή ποινικής ευθύνης του»

  • 11 Οκτωβρίου 2019, 21:34 | Νίκος Ανέστης

    1. Στην παρ. 2 αναφέρεται πως σε περίπτωση ασυμφωνίας ως προς το πρόσωπο του διαμεσολαβητή και τον τόπο διεξαγωγής της διαμεσολάβησης, τότε αυτοί ορίζονται από το Ειδικό Μητρώο του άρθρου 203. Στο Μητρώο αυτό εγγράφονται, κατ’ άρθρο 203, οι διαπιστευμένοι διαμεσολαβητές που εδρεύουν στην περιφέρεια κάθε Πρωτοδικείου.

    Αυτό που δε γίνεται σαφές, είναι ο τρόπος επιλογής του Πρωτοδικείου εκ του καταλόγου του οποίου θα επιλεγεί ο διαμεσολαβητής, οπότε και ο τόπος που θα διεξαχθεί η διαμεσολάβηση. Προτείνεται η αναλογική εφαρμογή των διατάξεως του ΚΠολΔ για την κατά τόπο αρμοδιότητα.

    2. Στην παρ. 4 προκύπτει σύγχυση και ερωτήματα με τον όρο «τήρηση πρακτικών». Εάν συμφωνηθεί να τηρούνται πρακτικά, ενδεχομένως να πρέπει να υπάρχει πρακτικογράφος, διαρρηγνύοντας έτσι το απόρρητο της διαδικασίας. Εάν τηρούνται πρακτικά, τότε θα μπορεί μέρος να ζητήσει και αντίγραφά τους. Ποιος θα τα χορηγεί και με τι περιορισμούς; Ο διαμεσολαβητής δεν προκύπτει από πουθενά ότι θα διατηρεί τα τηρηθέντα πρακτικά. Σε περίπτωση που τηρούνται πρακτικά και χορηγούνται αντίγραφα ισχύει η πρόβλεψη της παρ. 7 ή χρειάζεται νέα συμφωνία;

    Προτείνεται η αντικατάσταση του όρου «τήρηση πρακτικών».

    3. Στο τελευταίο εδάφιο της παρ. 4 αναφέρεται η συμφωνία διαδικασίας διαμεσολάβησης «με ειδικότερους κανόνες που προβλέπουν κέντρα και οργανισμοί διαμεσολάβησης». Η παρούσα πρόβλεψη δημιουργεί ανασφάλεια και προφανώς την ερώτηση «Τι είδους κανόνες θα μπορούσαν αυτοί να είναι που δεν προβλέπονται στον παρόντα νόμο;» Προτείνεται η απάλειψή της.

  • 11 Οκτωβρίου 2019, 21:20 | Νίκος Ανέστης

    Προτείνεται να καταστεί ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗ και όχι ΔΥΝΗΤΙΚΗ η παράσταση των δικηγόρων των μερών στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία, καθώς έτσι θα επιτυγχάνεται η πληρέστερη ενημέρωση των μερών για τις νομικές τους επιλογές, θα αποτελεί μια συνολική αποτίμηση της κατάστασης ως προς τη δυνατότητα επικοινωνίας και συνέχισης στη διαδικασία της διαμεσολάβησης τόσο μεταξύ των μερών όσο και των δικηγόρων με τους εντολείς τους, μεταξύ τους καθώς και με το διαμεσολαβητή, ενώ τέλος αποτελεί εχέγγυο για τη σίγουρη ενημέρωση ως προς τη διαδικασία και το περιεχόμενο της υπαγωγής της συγκεκριμένης διαφοράς στη διαμεσολάβηση.

    Επιπλέον, καθώς η διαδικασία της διαμεσολάβησης είναι εμπειρική και απαιτεί φυσική παρουσία θα διασφαλίσει ότι δε θα υπάρξει η περίπτωση να εμφανιστεί το ένα μέρος με το νομικό του παραστάτη και το άλλο χωρίς, υποδαυλίζοντας έτσι την ισότητα των όπλων, την αμεροληψία και την τήρηση της ίσης απόστασης που πρέπει να είναι διαρκείς και πάντα εμφανείς και αδιαμφισβήτητες καθ’ όλη τη διαμεσολάβηση, δημιουργώντας έτσι τη διάθεση (ανεξάρτητα από το αντικείμενο και την ενδεχόμενη επίτευξη συμφωνίας) στο μέρος χωρίς το νομικό του παραστάτη ότι τα συμφέροντά του δε θα τύχουν απήχησης στη διαδικασία και να επιλέξει τη δικαστηριακή οδό χάνοντας τη δυνατότητα, αν όχι ευκαιρία, της ταχύτερης εξωδικαστηριακής συμφωνίας

  • Στην παράγραφο 2, πρέπει να διαγραφούν οι λέξεις «και τον τόπο διεξαγωγής της διαμεσολάβησης», αφού αυτός δεν ορίζεται από το Ειδικό Μητρώο του άρθρου 203.
    Στην παράγραφο 4, η εμπιστευτικότητα αποτελεί θεμελιώδες χαρακτηριστικό της διαδικασίας της διαμεσολάβησης και συνεπώς δεν πρέπει να επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια των μερών. Το ίδιο ισχύει και για την μη τήρηση πρακτικών. Επομένως, προτείνουμε να απαλειφθεί η έκφραση: «…εκτός αν τα μέρη συμφωνήσουν διαφορετικά..» της πρώτης πρότασης της παραγράφου.

    Για τον ίδιο λόγο θα πρέπει να αναδιατυπωθεί η παράγραφος 5 ως εξής: Πριν από την έναρξη της διαδικασίας όλοι οι συμμετέχοντες αποδέχονται εγγράφως τον εμπιστευτικό χαρακτήρα της διαδικασίας.

    Στην παράγραφο 4, η έκφραση συμβιβαστική επίλυση είναι αδόκιμη καθότι η διαμεσολάβηση δεν είναι συμβιβασμός. Ορθότερη θα ήταν η έκφραση : «… για την επίτευξη συμφωνίας επίλυσης της μεταξύ τους διαφοράς…».

    Επίσης λανθασμένα στην παράγραφο 7 προβλέπεται η εμπιστευτικότητα με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων των ποινικών δικαστηρίων, των ανακριτών και των εισαγγελέων, η οποία δημιουργεί εύλογη αβεβαιότητα, ενώ ορθότερη θα ήταν και εδώ η πρόβλεψη της επιφύλαξης της προηγουμένης παραγράφου 6, δηλαδή των λόγων της δημόσιας τάξης, για την προστασία της ανηλικότητας, της σωματικής ακεραιότητας και ψυχικής υγείας φυσικού προσώπου.

    Στην παράγραφο 8 να απαλειφθεί η φράση:
    «… ανεξαρτήτως της τυχόν πειθαρχικής ή ποινικής του ευθύνης..», αφού ποινική ή πειθαρχική ευθύνη δεν προκύπτουν από τον ρόλο του διαμεσολαβητή, ο οποίος είναι διευκολυντής επικοινωνίας και όχι δικαστής ή διαιτητής και συνεπώς δεν εκδίδει απόφαση ούτε εμπλέκεται στην έκβαση/αποτέλεσμα της διαμεσολάβησης με οιονδήποτε τρόπο. Το αποτέλεσμα της διαμεσολάβησης εναπόκειται αποκλειστικά στη συμφωνία των μερών την οποία ο διαμεσολαβητής διευκολύνει και δεν διαμορφώνει.

  • Στην παρ. 2 να απαλειφθεί η φράση «και τον τόπο διεξαγωγής της Διαμεσολάβησης». Η ΚΕΔ μπορεί να ορίσει μόνο Διαμεσολαβητές και όχι τον τόπο διεξαγωγής αυτής, ο οποίος μπορεί να ορισθεί από τον Διαμεσολαβητή σύμφωνα και με την παρ. 3 του ίδιου άρθρου.
    *********
    Θα πρέπει να προβλεφθεί η δυνατότητα των μερών να αρνηθούν τον Διαμεσολαβητή που θα ορισθεί από την ΚΕΔ καθώς επίσης και η δυνατότητα του ορισθέντος από την ΚΕΔ Διαμεσολαβητή να αρνηθεί να αναλάβει τη Διαμεσολάβηση, και η υποβολή εκ νέου αιτήματος για ορισμό διαμεσολαβητή.

  • Στο ενλόγω άρθρο θα πρέπει να περιγράφεται ξεκάθαρα η διαδικασία της διαμεσολάβησης (ενώ στο προηγούμενο μόνον η ΥΑΣ).

    ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΗ ΜΟΡΦΗ:
    «Άρθρο 183 Διαδικασία διαμεσολάβησης
    1. Στη διαδικασία διαμεσολάβησης τα μέρη παρίστανται μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου τους, πλην των περιπτώσεων των καταναλωτικών διαφορών και μικροδιαφορών, όπου δύνανται να παραστούν χωρίς δικηγόρο.
    2. Ο διαμεσολαβητής ορίζεται από τα μέρη ή από τρίτο πρόσωπο της κοινής τους επιλογής. Ο διαμεσολαβητής είναι ένας (1), εκτός αν τα μέρη συμφωνήσουν εγγράφως ότι οι διαμεσολαβητές θα είναι περισσότεροι. Αν δεν επιτευχθεί συμφωνία ως προς το πρόσωπο του διαμεσολαβητή και τον τόπο διεξαγωγής της διαμεσολάβησης αυτοί ορίζονται από το Ειδικό Μητρώο του άρθρου 203 του παρόντος που τηρεί η Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης, κατά σειρά και με βάση τον αριθμό μητρώου τους.
    3. Ο χρόνος, ο χώρος και οι λοιπές διαδικαστικές λεπτομέρειες της διεξαγωγής της διαμεσολάβησης καθορίζονται από το διαμεσολαβητή σε συμφωνία με τα μέρη. Αν δεν επιτευχθεί συμφωνία των μερών για τα παραπάνω, ο διαμεσολαβητής δύναται να διεξάγει τη διαμεσολάβηση με τον τρόπο που κρίνει προσφορότερο, λαμβανομένων υπόψη των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της διαφοράς και των προβλέψεων της περίπτωσης 6 του παρόντος άρθρου.
    4. Η διαδικασία της διαμεσολάβησης έχει εμπιστευτικό χαρακτήρα και δεν τηρούνται πρακτικά εκτός αν τα μέρη συμφωνήσουν διαφορετικά. Ο διαμεσολαβητής μπορεί, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, να επικοινωνεί και να συναντά καθένα από τα μέρη είτε χωριστά είτε από κοινού. Πληροφορίες που αντλεί ο διαμεσολαβητής κατά τις χωριστές επικοινωνίες του με το ένα μέρος δεν κοινολογούνται στο άλλο μέρος χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του άλλου μέρους. Οι ενέργειες του διαμεσολαβητή και των μερών για την επίλυση της μεταξύ τους διαφοράς διέπονται από τις αρχές της καλής πίστης και ειλικρίνειας και της διαρκούς αμεροληψίας του διαμεσολαβητή έναντι αυτών. Τα μέρη μπορούν, σε κάθε περίπτωση, να συμφωνήσουν ως διαδικασία διαμεσολάβησης τη διαδικασία και τους ειδικότερους κανόνες που προβλέπουν κέντρα και οργανισμοί διαμεσολάβησης.
    5. Πριν από την έναρξη της διαδικασίας όλοι οι συμμετέχοντες συμφωνούν εγγράφως περί του εμπιστευτικού ή μη χαρακτήρα της διαδικασίας. Η συμφωνία αυτή διέπεται από τις διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου. Τα μέρη δύνανται να συμφωνήσουν ότι θα τηρήσουν εμπιστευτικό και το περιεχόμενο της συμφωνίας, στην οποία ενδέχεται να καταλήξουν από τη διαδικασία της διαμεσολάβησης, εκτός αν η κοινολόγηση του περιεχομένου της είναι απαραίτητη για την εκτέλεσή της ή αυτό επιβάλλεται για λόγους δημόσιας τάξης.
    6. Αν δεν είναι δυνατή η φυσική παρουσία αμφοτέρων των μερών και του διαμεσολαβητή στον ίδιο τόπο και χρόνο, η συνεδρία της διαμεσολάβησης μπορεί να πραγματοποιηθεί με τη διαδικασία της τηλεδιάσκεψης μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή ή άλλου συστήματος τηλεδιάσκεψης, στο οποίο έχει πρόσβαση το άλλο ή τα άλλα μέρη της διαφοράς. Η διαδικασία τηλεδιάσκεψης μπορεί να πραγματοποιείται και μέσω γραφείου άλλου διαπιστευμένου διαμεσολαβητή που εδρεύει στον τόπο της κατοικίας, εγκατάστασης ή έδρας του άλλου ή των άλλων μερών της διαφοράς. Η διαδικασία της τηλεδιάσκεψης μπορεί να πραγματοποιηθεί και μέσω ηλεκτρονικής πλατφόρμας, η οποία εγκρίνεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Οικονομικών και Δικαιοσύνης και ρυθμίζει κάθε αναγκαία τεχνική, διοικητική ή άλλη λεπτομέρεια.
    6. Η διαδικασία της διαμεσολάβησης δεν μπορεί να υπερβαίνει συνολικά τις είκοσι τέσσερις (24) ώρες, εκτός εάν τα μέρη συμφωνήσουν διαφορετικά.
    7. Οι διαμεσολαβητές, τα μέρη, οι πληρεξούσιοι αυτών και όσοι συμμετείχαν με οποιονδήποτε τρόπο στη διαδικασία της διαμεσολάβησης δεν εξετάζονται ως μάρτυρες ενώπιον των Δικαστηρίων ή σε διαιτητικές διαδικασίες, εκτός αν αυτό επιβάλλεται για λόγους δημόσιας τάξης, για την προστασία της ανηλικότητας ή της σωματικής ακεραιότητας και ψυχικής υγείας φυσικού προσώπου.
    8. Με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων των ποινικών Δικαστηρίων, των Ανακριτών και των Εισαγγελέων, καθώς και της αντίθετης και ρητής συμφωνίας των μερών, οι συζητήσεις και οι προτάσεις που εκφράστηκαν από τα μέρη κατά τη διαδικασία της διαμεσολάβησης, η εκφρασθείσα βούληση των μερών, και όποιες δηλώσεις των μερών στο πλαίσιο της διαδικασίας διαμεσολάβησης, δεν μπορούν να αποτελέσουν αποδεικτικά μέσα ενώπιον πολιτικού δικαστηρίου ή διαιτητικού δικαστηρίου σε περίπτωση αποτυχίας της διαδικασίας διαμεσολάβησης. Η παραπάνω απαγόρευση δεν εφαρμόζεται στις περιπτώσεις της προηγουμένης παραγράφου.
    9. Ο διαμεσολαβητής δεν υποχρεούται να αποδεχθεί το διορισμό του και κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του ευθύνεται μόνο για δόλο, ανεξαρτήτως της τυχόν πειθαρχικής ή ποινικής ευθύνης του.
    10. Οι διατάξεις των άρθρων 62 του νόμου 4389/2016 (Α΄ 94), 65 του νόμου 4472/2017 (Α΄ 74) και 106Δ δ του νόμου 3588/2007 (Α΄ 153), όπως κάθε φορά ισχύουν, εφαρμόζονται αναλόγως και στην περίπτωση αναδιάρθρωσης ή διαγραφής δανείων, οφειλών ή χρεών, στο πλαίσιο της διαδικασίας διαμεσολάβησης του παρόντος νόμου, καθώς και στις περιπτώσεις των άρθρων 214Β και 214Γ ΚΠολΔ.»

  • 8 Οκτωβρίου 2019, 22:38 | Βικτωρία Λιούτα

    Προσθήκες, αλλαγές και τα σχολιά μου στο άρθρο

    Αρθρο 183

    3. ο διαμεσολαβητής δεν κρίνει ΠΟΤΕ. Δεν μπορεί επομένως να αποφασίσει ο ίδιος τον τοπο και χρόνο διεξαγωγής της διαμεσολάβησης εάν τα μέρη δεν συμφωνούν, καθώς τούτο σημαίνει οτι τα μέρη δεν θα εμπιστευτούν τη διαδικασία ουδόλως το διαμεσολαβητή.

    4. …. ο διαμεσολαβητής μπορεί κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του να βοηθά την επικοινωνία των μερών σε κοινές συναντήσεις, ή σε κατ’ ιδίαν συναντήσεις εφόσον ο ίδιος το κρίνει απαραίτητο σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, (μπορεί να γίνει μνεία)
    ….. Οι ενέργειες του διαμεσολαβητή διέπονται από την Αρχή της εμπιστευτικότητας σε κάθε περίπτωση και σε κάθε στάδιο της διαδικασίας.

    η διαμεσολάβηση ΔΕΝ είναι «συμβιβαστική» επίλυση διαφορών, βασίζεται στα πραγματικά συμφέροντα και ανάγκες των μερών και οιαδήποτε λύση είναι αυτή που ικανοποιεί τα ίδια τα μέρη.

    6. …. ο διαμεσολαβητής, τα μέρη και τυχόν τρίτα πρόσωπα [που με σύμφωνη γνώμη των μερών αλλά και προηγούμενο έλεγχο του διαμεσολαβητή για την ισορροπία δυνάμεως στη διαδικασία και ισοτιμία των μερών] παρευρεθούν στη διαδικασία, καθώς και κάθε πληροφορία από τα μέρη κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, δεν μπορούν αν αποτελέσουν
    αποδεικτικά μέσα ενώπιον πολιτικού δικαστηρίου ….. σε περίπτωση μη επιτυχούς περάτωσης τη διαδικασίας.