ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η’ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΚΥΡΩΣΕΙΣ Άρθρο 14 Διοικητικές κυρώσεις

1. Η ΕΕΤΤ επιβάλλει διοικητικές κυρώσεις, εφόσον κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων του άρθρου 8, διαπιστώσει ότι:
α) πάροχος υπηρεσιών φιλοξενίας που έχει την κύρια εγκατάστασή του στην Ελλάδα ή που έχει ορίσει νόμιμο αντιπρόσωπο στην Ελλάδα δεν συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις των παρ. 3 και 6 του άρθρου 3, των παρ. 2 και 7 του άρθρου 4, των παρ. 1, 2, 3, 5, και 6 του άρθρου 5, των άρθρων 6, 7, 10 και 11, της παρ. 5 του άρθρου 14, της παρ. 1 του άρθρου 15 και του άρθρου 17 του Κανονισμού (ΕΕ) 2021/784,
β) πάροχος υπηρεσιών φιλοξενίας που έχει την κύρια εγκατάστασή του στην Ελλάδα ή ο ορισμένος από αυτόν νόμιμος αντιπρόσωπός του στην Ελλάδα δεν συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις για εγγραφή στο μητρώο του άρθρου 9.
2. Διοικητικές κυρώσεις για μη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις της παρ. 3 του άρθρου 3 και της παρ. 5 του άρθρου 14 του Κανονισμού (ΕΕ) 2021/784, δεν επιβάλλονται εφόσον ο πάροχος υπηρεσιών φιλοξενίας είναι φυσικό πρόσωπο και καταδικάστηκε αμετάκλητα για κάποια από τις πράξεις του άρθρου 12.

  • 31 Οκτωβρίου 2023, 14:42 | Σ. ΠΕΡΙΜΕΝΗ

    Tο άρθρο 4 παρ. 1 του κυρωθέντος με το ν. 1705/1987 (Α΄ 89) 7ου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου (Π.Π.) της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) ορίζει ότι: «Κανένας δεν μπορεί να διωχθεί ή καταδικασθεί ποινικά από τα δικαστήρια του ίδιου Κράτους για μια παράβαση για την οποία ήδη αθωώθηκε ή καταδικάσθηκε με αμετάκλητη απόφαση σύμφωνα με το νόμο και την ποινική δικονομία του Κράτους αυτού». Εξάλλου, ο Χάρτης Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης ορίζει, στο άρθρο 50, ότι «Κανείς δεν διώκεται ούτε τιμωρείται ποινικά για αδίκημα για το οποίο έχει ήδη αθωωθεί ή καταδικασθεί εντός της Ένωσης με οριστική [αμετάκλητη] απόφαση ποινικού δικαστηρίου σύμφωνα με τον νόμο». Κατά τη νομολογία των ΕΔΔΑ, ΔΕΕ και ΣτΕ, α) έχουν «ποινική» φύση διοικητικά πρόστιμα (όπως το πολλαπλό τέλος επί λαθρεμπορίας), σημαντικού ύψους, που επιβάλλονται για την καταστολή παραβάσεων της φορολογικής/τελωνειακής νομοθεσίας και (β) κατά τα ανωτέρω άρθρα, η εξακολούθηση διαδικασίας ή δίκης για την επιβολή τέτοιου («ποινικής» φύσης) διοικητικού προστίμου βαίνει, καταρχήν, προδήλως πέραν των όσων απαιτούνται για την επίτευξη του δημοσίου συμφέροντος σκοπού της καταπολέμησης της δασμοφοροδιαφυγής και της είσπραξης των οφειλόμενων φόρων ή/και δασμών, εφόσον υπάρχει είτε αμετάκλητη αθωωτική απόφαση ποινικού δικαστηρίου, που διαπιστώνει ότι δεν στοιχειοθετείται η επίμαχη φορολογική παράβαση (βλ. ΣτΕ 951/2018 7μ. και ΔΕΕ μειζ. συνθ. 20.3.2018, C-596/16 και C-597/16, …., ECLI:EU:C:2018:192, σκ. 33-34 και 41-45, σε συνδυασμό με ΔΕΕ μειζ. συνθ. 20.3.2018, C-524/15, …, σκ. 41, 46 και 52) είτε αμετάκλητη καταδικαστική απόφαση ποινικού δικαστηρίου, με την οποία επιβλήθηκε ποινή δυνάμενη να καταστείλει τη διαπραχθείσα παράβαση κατά τρόπο αποτελεσματικό, αναλογικό και αποτρεπτικό (βλ. ΣτΕ 951/2018 7μ. και ΔΕΕ μειζ. συνθ. 20.3.2018, C-537/16, … και άλλοι, ECLI:EU:C:2018:193, σκ. 48 και 57-59, σε συνδυασμό με ΔΕΕ μειζ. συνθ. 20.3.2018, C-524/15). Τα παραπάνω ισχύουν κατά μείζονα λόγο στην προκειμένη περίπτωση που ο δημοσίου συμφέροντος σκοπός που επιδιώκεται σύμφωνα με τον Κανονισμό και τον παρόντα νόμο είναι η αποτελεσματική αντιμετώπιση της παράνομης χρήσης υπηρεσιών φιλοξενίας με σκοπό τη διάδοση προς το κοινό τρομοκρατικού περιεχομένου στο διαδίκτυο, η οποία αποτελεί και τον δικαιολογητικό λόγο της επιβολής κυρώσεων σε βάρος των παρόχων υπηρεσιών φιλοξενίας που δεν συμμορφώνονται προς τις υποχρεώσεις που επιβάλλει ο Κανονισμός και ο εθνικός νόμος. Επομένως η «ποινική φύση» των διοικητικών κυρώσεων που προβλέπονται στον παρόντα νόμο είναι προφανής και ως εκ τούτου, μεταξύ των ποινικών και διοικητικών κυρώσεων που μπορεί να επιβληθούν σε βάρος του φυσικού προσώπου που είναι ατομικά πάροχος υπηρεσιών φιλοξενίας, ισχύει πλήρως η αρχή ne bis in idem με συνέπεια να μην είναι νόμιμη (σε επιπεδο ΕΣΔΑ και Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ αλλά και κατά τη νμλγ του ΣτΕ) η επιβολή διοικητικών κυρώσεων εφόσον το ίδιο φυσικό πρόσωπο καταδικαστεί ή αθωωθεί αμετάκλητα από ποινικό δικαστήριο για την ίδια παράβαση του Κανονισμού. Επομένως η διατύπωση της παρ. 2 πρέπει να είναι «και αθωώθηκε ή καταδικάστηκε αμετάκηλτα για κάποια από τις πράξεις του άρθρου 12».