Άρθρο 180 – Λειτουργική ανεξαρτησία

1. Η Αρχή απολαύει λειτουργικής ανεξαρτησίας, διοικητικής και οικονομικής αυτοτέλειας και δεν υπόκειται σε έλεγχο ή εποπτεία από κυβερνητικά όργανα ή άλλη ανεξάρτητη ή διοικητική αρχή. Η Αρχή υπόκειται στον έλεγχο της Βουλής των Ελλήνων σύμφωνα με το άρθρο 138 Α του Κανονισμού της Βουλής.
Ο Πρόεδρος και τα μέλη της Αρχής ασκούν τα καθήκοντά τους με απόλυτη ανεξαρτησία και δεν υπέχουν καμία υποχρέωση συμμορφώσεως σε υποδείξεις κατά την άσκηση αυτών.
Οποιαδήποτε υπόδειξη κατά την άσκηση των καθηκόντων της Αρχής ή προσπάθεια επηρεασμού της λήψης απόφασης απαγορεύεται και τιμωρείται σύμφωνα με τις ειδικότερες διατάξεις του Κανονισμού Λειτουργίας της Αρχής.
Ο Πρόεδρος και τα μέλη της Αρχής πρέπει να παρέχουν εγγυήσεις αμερόληπτης κρίσης κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Οφείλουν δε να απέχουν από κάθε ενέργεια ή διαδικασία που συνιστά συμμετοχή σε λήψη απόφασης ή διατύπωση γνώμης ή πρότασης σε περίπτωση σύγκρουσης συμφερόντων, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στις ειδικότερες διατάξεις του Κανονισμού Λειτουργίας της Αρχής.
2. Τα μέλη της Αρχής κατά την άσκηση των καθηκόντων τους δεσμεύονται μόνο από το νόμο και τη συνείδηση τους.
Ο Πρόεδρος και τα τακτικά μέλη της Αρχής, είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης, τελούν δε για το λόγο αυτόν σε αναστολή άσκησης οποιουδήποτε άμισθου ή έμμισθου δημόσιου ή δικηγορικού λειτουργήματος τους ή οποιασδήποτε επαγγελματικής δραστηριότηταςμε εξαίρεση την άσκηση διδακτικών καθηκόντων μέλους Διδακτικού Ερευνητικού Προσωπικού ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. Τα μέλη πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης που κατέχουν οποιαδήποτε έμμισθη θέση στο Δημόσιο, απαλλάσσονται, κατά τη διάρκεια της θητείας τους, από την υποχρέωση άσκησης των καθηκόντων της θέσης τους.
Τα αναπληρωματικά μέλη της Αρχής δεν επιτρέπεται να ασκούν οποιοδήποτε έμμισθο ή άμισθο δημόσιο λειτούργημα ή οποιαδήποτε άλλη επαγγελματική δραστηριότητα που δεν συμβιβάζεται με την ιδιότητα και τα καθήκοντα μέλους της Αρχής. Ιδίως δεν επιτρέπεται να παρέχουν υπηρεσίες στο πλαίσιο της ελεύθερης άσκησης του επαγγέλματος ή λειτουργήματος τους σε αναθέτουσες αρχές ή σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα τα οποία συμμετέχουν σε διαγωνισμούς ή συνάπτουν δημόσιες συμβάσεις. Δεν συνιστά ασυμβίβαστο για τα αναπληρωματικά μέλη της Αρχής η άσκηση διδακτικών καθηκόντων μέλους Διδακτικού Ερευνητικού Προσωπικού ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων με καθεστώς πλήρους ή μερικής απασχόλησης και ηάσκηση καθηκόντων μέλους του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
Τα μέλη της Αρχής, τακτικά και αναπληρωματικά, δεν επιτρέπεται, για πέντε (5) έτη μετά τη λήξη της θητείας τους να παρέχουν υπηρεσία με έμμισθη εντολή ή με οποιαδήποτε έννομη σχέση, σε εταιρία ή επιχείρηση επί των υποθέσεων εκείνων, τις οποίες οι ίδιοι χειρίστηκαν ή επί των οποίων είχαν συμμετάσχει στη λήψη απόφασης κατά τη διάρκεια της θητείας τους.
3. Οι παράγραφοι 7 και 8 του άρθρου 3 του ν.3051/2002 εφαρμόζονται και στα μέλη της Αρχής, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 2 του ν.3833/2010 και του τρίτου άρθρου του ν.3845/2010.
4. Ο προϋπολογισμός της Αρχής προσαρτάται στον Γενικό Προϋπολογισμό του Κράτους. Τα θέματα οικονομικής διαχείρισης ρυθμίζονται με τον ειδικό κανονισμό οικονομικής διαχείρισης που καταρτίζεται από την Αρχή και εγκρίνεται με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας.
Για τα οικονομικά έτη 2013 και 2014 η Αρχή, για την κάλυψη των αναγκών της, δύναται να επιχορηγηθεί από τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας.
Η Αρχή για την ένταξη της στο Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων (Π.Δ.Ε.), σε ευρωπαϊκά ή συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα, όπως στο Εθνικό Στρατηγικό Πλαίσιο Αναφοράς (ΕΣΠΑ) 2007-2013, δύναται να χρηματοδοτείται μέσω της συλλογικής απόφασης έργου (ΣΑΕ) του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας .
Για την κάλυψη των λειτουργικών αναγκών της Αρχής στις συμβάσεις που υπάγονται στον παρόντα νόμο, ύψους μεγαλύτερου ή ίσου των δύο χιλιάδων πεντακοσίων (2.500) ευρώ και ανεξαρτήτως πηγής προέλευσης /χρηματοδότησης επιβάλλεται κράτηση ύψους 0,10%, η οποία υπολογίζεται επί της αξίας κάθε πληρωμής προ φόρων και κρατήσεων της αρχικής, καθώς και κάθε συμπληρωματικής σύμβασης. Τα εν λόγω ποσά καλύπτουν πλήρως το κόστος λειτουργίας της Αρχής.
Το ποσό της κράτησης παρακρατείται από την αναθέτουσα αρχή στο όνομα και για λογαριασμό της Αρχής και κατατίθεται σε ειδικό τραπεζικό λογαριασμό, η διαχείριση του οποίου γίνεται από την Αρχή σύμφωνα με όσα ορίζονται στον ειδικό κανονισμό οικονομικής διαχείρισης. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, ύστερα από εισήγηση της Αρχής, μπορούν να ρυθμίζονται θέματα σχετικά με το χρόνο, τον τρόπο και τη διαδικασία κράτησης των ως άνω χρηματικών ποσών, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της κράτησης.
Αν από την οικονομική διαχείριση της Αρχής στο τέλος κάθε οικονομικού έτους προκύπτει θετικό Καθαρό Αποτέλεσμα Χρήσης, ποσοστό του οικονομικού αυτού αποτελέσματος έως πενήντα τοις εκατό (50%) διατίθεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, ως έσοδο του Κρατικού Προϋπολογισμού. Η ανωτέρω διάταξη ισχύει από το οικονομικό έτος 2015 και εφεξής.
5. Με απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης, και Ανταγωνιστικότητας και Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και μετά από γνώμη της Αρχής, καθορίζονται οι υπηρεσίες της Αρχής, η διάρθρωση και οι αρμοδιότητες τους, ρυθμίζεται κάθε άλλο θέμα που αφορά την Οργάνωση της Αρχής και μπορεί να συνιστώνται νέες θέσεις προσωπικού.
6. Η Αρχή παρίσταται αυτοτελώς σε κάθε είδους δίκες που έχουν ως αντικείμενο εκτελεστές πράξεις ή παραλείψεις της. Ενδικα βοηθήματα κατά των εκτελεστών πράξεων της Αρχής μπορούν να ασκούν και οι Υπουργοί που αναφέρονται στο άρθρο 179παράγραφος 1.
7. Ο Πρόεδρος, τα μέλη, καθώς και τα αναπληρωματικά μέλη της Αρχής υποβάλλουν κατ` έτος την προβλεπόμενη από τον ν.3213/2003 (Α 309) δήλωση περιουσιακής κατάστασης.

  • 21 Ιανουαρίου 2014, 13:51 | ΕΛΕΝΗ ΚΩΤΣΑΛΟΥ

    Για την κάλυψη των λειτουργικών αναγκών της Αρχής στις συμβάσεις που υπάγονται στον παρόντα νόμο, ύψους μεγαλύτερου ή ίσου των δύο χιλιάδων πεντακοσίων (2.500) ευρώ και ανεξαρτήτως πηγής προέλευσης /χρηματοδότησης επιβάλλεται κράτηση ύψους 0,10%, η οποία υπολογίζεται επί της αξίας κάθε πληρωμής προ φόρων και κρατήσεων της αρχικής, καθώς και κάθε συμπληρωματικής σύμβασης. Τα εν λόγω ποσά καλύπτουν πλήρως το κόστος λειτουργίας της Αρχής.

    Δεν θα πρέπει για λόγους διαφάνειας και μόνο να δημοσιοποιηθεί η Αρχή τις όποιες δαπάνες της?