Αρθρο 6 – Αναθέτοντες Φορείς

(άρθρα 2, 8 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ)
1. Για τους σκοπούς του παρόντος νόμου νοούνται ως αναθέτοντες φορείς:
α) αναθέτουσες αρχές υπό την έννοια του άρθρου 5 οι οποίες ασκούν μία ή περισσότερες δραστηριότητες από αυτές που περιγράφονται στα άρθρα 84-88, όταν συνάπτουν συμβάσεις έργων, προμηθειών ή υπηρεσιών για τις ανάγκες εκτέλεσης της συγκεκριμένης δραστηριότητας
β) δημόσιες επιχειρήσεις επί των οποίων οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να ασκούν άμεσα ή έμμεσα καθοριστική επιρροή, είτε επειδή έχουν κυριότητα ή χρηματοδοτική συμμετοχή είτε λόγω των κανόνων που διέπουν την επιχείρηση, οι οποίες ασκούν μία ή περισσότερες δραστηριότητες από αυτές που περιγράφονται στα άρθρα 84-88, όταν συνάπτουν συμβάσεις έργων, προμηθειών ή υπηρεσιών για τις ανάγκες εκτέλεσης της συγκεκριμένης δραστηριότητας
γ) Επιχειρήσεις, οι οποίες δεν είναι ούτε αναθέτουσες αρχές ούτε αναθέτοντες φορείς και ασκούν, μεταξύ των δραστηριοτήτων τους, μία ή περισσότερες από τις δραστηριότητες που αναφέρονται στα άρθρα 84-88 και απολαύουν ειδικών ή αποκλειστικών δικαιωμάτων χορηγουμένων από αρμόδια κρατική αρχή.
2. Για τους σκοπούς της περίπτωσης β) της παραγράφου 1 αυτού του άρθρου, καθοριστική αυτή επιρροή επί της επιχείρησης εκ μέρους των αναθετουσών αρχών τεκμαίρεται όταν οι εν λόγω αρχές, έμμεσα ή άμεσα κατέχουν το μεγαλύτερο μέρος του καλυφθέντος κεφαλαίου μιας επιχείρησης, ή διαθέτουν την πλειονότητα των ψήφων, οι οποίες αντιστοιχούν στους τίτλους που έχει εκδώσει η επιχείρηση, ή μπορούν να διορίζουν περισσότερα από τα μισά μέλη του διοικητικού, διευθυντικού ή εποπτικού οργάνου της επιχείρησης.
3. Για τους σκοπούς της περίπτωσης γ) της παραγράφου 1 αυτού του άρθρου, ειδικά ή αποκλειστικά δικαιώματα είναι τα δικαιώματα που χορηγούνται από αρμόδια αρχή, δυνάμει διατάξεων της κείμενης νομοθεσίας η οποία έχει ως αποτέλεσμα να επιφυλάσσεται σε έναν ή περισσότερους φορείς η άσκηση δραστηριότητας που ορίζεται στα άρθρα 84-88 και να θίγεται ουσιωδώς η δυνατότητα άλλων φορέων να ασκήσουν την δραστηριότητα αυτή.
4. Οι αναθέτοντες φορείς, κατά την έννοια του παρόντος νόμου, απαριθμούνται κατά τρόπο μη εξαντλητικό στους καταλόγους που παρατίθενται στα παραρτήματα Ι έως IX του Προσαρτήματος Β. Οι αρμόδιες αρχές κοινοποιούν περιοδικά στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή τις τροποποιήσεις που γίνονται στους οικείους καταλόγους.