ΜΕΡΟΣ Β’ Ενσωμάτωση της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/1153 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση κανόνων με σκοπό τη διευκόλυνση της χρήσης χρηματοοικονομικών και άλλων πληροφοριών για την πρόληψη, την ανίχνευση, τη διερεύνηση ή τη δίωξη ορισμένων ποινικών αδικημάτων και την κατάργηση της Aπόφασης 2000/642/ΔΕΥ του Συμβουλίου

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α’
ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 34
Σκοπός
Σκοπός του παρόντος είναι η αποτελεσματική και έγκαιρη πρόσβαση σε χρηματοοικονομικές πληροφορίες και η ανταλλαγή τους, η ενίσχυση τόσο της εγχώριας και της διασυνοριακής συνεργασίας, κατά τη διεξαγωγή χρηματοοικονομικών ερευνών, σχετικά με τη σοβαρή εγκληματικότητα και την τρομοκρατία, όσο και της επιχειρησιακής συνεργασίας μεταξύ των μονάδων χρηματοοικονομικών πληροφοριών. Ο σκοπός αυτός επιτυγχάνεται μέσω της ενσωμάτωσης στην ελληνική νομοθεσία της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/1153 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 20ης Ιουνίου 2019 για τη θέσπιση κανόνων με σκοπό τη διευκόλυνση της χρήσης χρηματοοικονομικών και άλλων πληροφοριών για την πρόληψη, την ανίχνευση, τη διερεύνηση ή τη δίωξη ορισμένων ποινικών αδικημάτων και την κατάργηση της απόφασης 2000/642/ΔΕΥ του Συμβουλίου (L 186).

Άρθρο 35
Αντικείμενο
(άρθρο 1 της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/1153)
Αντικείμενο του παρόντος είναι η εισαγωγή ενιαίου θεσμικού πλαισίου για την πρόσβαση, ανταλλαγή και χρήση χρηματοοικονομικών πληροφοριών και πληροφοριών τραπεζικών λογαριασμών για την πρόληψη, ανίχνευση, διερεύνηση και δίωξη σοβαρών εγκλημάτων, καθώς και για τη διευκόλυνση της πρόσβασης και της συνεργασίας της Α΄ Μονάδας της Αρχής και των λοιπών μονάδων χρηματοοικονομικών πληροφοριών σε πληροφορίες σχετικές με την εφαρμογή του νόμου για την πρόληψη και την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, των συναφών βασικών αδικημάτων και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, καθώς και η θέσπιση σαφών διαδικασιών και εγγυήσεων κατά την ανταλλαγή πληροφοριών με την Ευρωπόλ.

Άρθρο 36
Ορισμοί
(άρθρο 2 της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/1153)
Για τους σκοπούς του παρόντος, νοούνται ως:
α) «Σύστημα Μητρώων Τραπεζικών Λογαριασμών και Λογαριασμών Πληρωμών»: Το Σύστημα Μητρώων Τραπεζικών Λογαριασμών και Λογαριασμών Πληρωμών (Σ.Μ.Τ.Λ. και Λ.Π.) του άρθρου 62 του ν. 4170/2013 (Α’ 163), το οποίο ορίζεται ως το εθνικό κεντρικό μητρώο τραπεζικών λογαριασμών και συνιστά τον κεντρικό αυτοματοποιημένο μηχανισμό ηλεκτρονικής ανάκτησης δεδομένων, σύμφωνα με όσα προβλέπονται στο άρθρο 21Α του ν. 4557/2018 (Α’ 139).
β) «Υπηρεσία ανάκτησης περιουσιακών στοιχείων»: Το Τμήμα Δ – Ανάκτησης Περιουσιακών Στοιχείων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και Αμοιβαίας Συνδρομής της Διεύθυνσης Στρατηγικού Σχεδιασμού και Προγραμματισμού Ερευνών της Γενικής Διεύθυνσης του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος του Υπουργείου Οικονομικών του άρθρου 80 του π.δ. 142/2017 (Α΄181).
γ) «Μονάδα Χρηματοοικονομικών Πληροφοριών («Μ.Χ.Π.»)»: Η αρμόδια εθνική μονάδα των κρατών μελών της Ε.Ε. για την πρόληψη, την ανίχνευση και την αποτελεσματική αντιμετώπιση της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, η οποία έχει συσταθεί κατ’ εφαρμογή του άρθρου 32 της Οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2015, σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, την τροποποίηση του Κανονισμού (ΕΕ) 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, και την κατάργηση της Οδηγίας 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και της Οδηγίας 2006/70/ΕΚ της Επιτροπής. Για την Ελλάδα, ως «Μονάδα Χρηματοοικονομικών Πληροφοριών (Μ.Χ.Π.)» νοείται η Α’ Μονάδα της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες του άρθρου 47 του ν. 4557/2018.
δ) «Αρχή»: Η Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες του άρθρου 47 του ν. 4557/2018.
ε) «Υπόχρεα πρόσωπα»: Όσα ορίζονται στην παρ. 1 του άρθρου 5 του ν. 4557/2018.
στ) «Χρηματοοικονομικές πληροφορίες»: Κάθε είδος πληροφοριών ή δεδομένων, ιδίως δεδομένα σχετικά με χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία, κινήσεις κεφαλαίων ή χρηματοοικονομικές επιχειρηματικές σχέσεις, τα οποία τηρούνται από την Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες του άρθρου 47 του ν. 4557/2018.
ζ) «Πληροφορίες σχετικές με την επιβολή του νόμου»:
ζα) Κάθε είδος πληροφοριών ή δεδομένων, που τηρούν οι αρμόδιες αρχές του άρθρου 37, στο πλαίσιο της πρόληψης, ανίχνευσης, διερεύνησης ή δίωξης ποινικών αδικημάτων,
ζβ) κάθε είδος πληροφοριών ή δεδομένων που κατέχουν δημόσιες αρχές ή ιδιωτικές οντότητες και μπορεί να τεθούν στη διάθεση των αρμόδιων αρχών του άρθρου 37, στο πλαίσιο της πρόληψης, διερεύνησης ή δίωξης ποινικών αδικημάτων, χωρίς να ληφθούν αναγκαστικά μέτρα. Στις πληροφορίες του πρώτου εδαφίου περιλαμβάνονται, ιδίως, ποινικά μητρώα, πληροφορίες σχετικά με διενεργούμενες έρευνες, με τη δέσμευση ή κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων ή άλλα ερευνητικά ή προσωρινά μέτρα και με καταδίκες και δημεύσεις περιουσιακών στοιχείων.
η) «Πληροφορίες τραπεζικών λογαριασμών»: Οι ακόλουθες πληροφορίες σχετικά με τραπεζικούς λογαριασμούς, λογαριασμούς πληρωμών και θυρίδες ασφαλείας που περιλαμβάνονται στο Σύστημα Μητρώων Τραπεζικών Λογαριασμών και Λογαριασμών Πληρωμών:
ηα) Για τον κάτοχο λογαριασμού-πελάτη και για κάθε πρόσωπο το οποίο ισχυρίζεται ότι ενεργεί για λογαριασμό του πελάτη: Το ονοματεπώνυμο, συνοδευόμενο είτε από τα άλλα στοιχεία αναγνώρισης, που απαιτούνται, σύμφωνα με την περ. α) της παρ. 1 του άρθρου 13 του ν. 4557/2018, για την εξακρίβωση και επαλήθευση της ταυτότητας του πελάτη, είτε από έναν μοναδικό αναγνωριστικό αριθμό, ιδίως τον Αριθμό Φορολογικού Μητρώου (Α.Φ.Μ.),
ηβ) για τον πραγματικό δικαιούχο του κατόχου λογαριασμού – πελάτη: το ονοματεπώνυμο, συνοδευόμενο είτε από τα άλλα στοιχεία αναγνώρισης, που απαιτούνται, σύμφωνα με την περ. β) της παρ. 1 του άρθρου 13 του ν. 4557/2018, για την εξακρίβωση και επαλήθευση της ταυτότητας του πραγματικού δικαιούχου, είτε από έναν μοναδικό αναγνωριστικό αριθμό,
ηγ) για τον τραπεζικό λογαριασμό ή τον λογαριασμό πληρωμών: τον αριθμό IBAN και την ημερομηνία ανοίγματος και κλεισίματος του λογαριασμού,
ηδ) για τη θυρίδα ασφαλείας: το ονοματεπώνυμο του μισθωτή, συνοδευόμενο από τα άλλα στοιχεία ταυτοποίησης που απαιτούνται σύμφωνα με το άρθρο 13 του ν. 4557/2018 για την εξακρίβωση και επαλήθευση της ταυτότητας του πελάτη και του πραγματικού δικαιούχου, ή από έναν μοναδικό αναγνωριστικό αριθμό και τη διάρκεια της περιόδου μίσθωσης,
θ) «Νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες»: Η αξιόποινη πράξη που ορίζεται στο άρθρο 2 του ν. 4557/2018,
ι) «Βασικά αδικήματα»: Τα εγκλήματα που καθορίζονται στο άρθρο 4 του ν. 4557/2018.
ια) «Χρηματοδότηση της τρομοκρατίας»: Η αξιόποινη πράξη που περιγράφεται στην περ. β) του άρθρου 4 του ν. 4557/2018, δηλαδή, η αξιόποινη υποστήριξη των τρομοκρατικών πράξεων και της τρομοκρατικής οργάνωσης, όπως ορίζονται στα άρθρα 187Α και 187Β ΠΚ και στα άρθρα 32 έως και 35 του ν. 4689/2020 (Α΄ 103).
ιβ) «Χρηματοοικονομική ανάλυση»: Τα αποτελέσματα της επιχειρησιακής και στρατηγικής ανάλυσης που έχει ήδη διεξαχθεί από τις Μ.Χ.Π. για την εκτέλεση των καθηκόντων τους, σύμφωνα με το άρθρο 48 του ν. 4557/2018.
ιγ) «Σοβαρά εγκλήματα»: Οι αξιόποινες πράξεις που αναφέρονται στο Παράρτημα Ι του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/794 (L 135), το οποίο προσαρτάται ως Παράρτημα στον παρόντα και οι οποίες προβλέπονται κατά την αντικειμενική και υποκειμενική τους υπόσταση στον Ποινικό Κώδικα και τους ειδικούς ποινικούς νόμους και τιμωρούνται με τις προβλεπόμενες ποινές ως εξής:
ιγα) Οι τρομοκρατικές πράξεις, η τρομοκρατική οργάνωση και η αξιόποινη υποστήριξη και χρηματοδότησή τους, κατά τα άρθρα 187Α, 187Β ΠΚ και 32 έως και 35 του ν. 4689/2020,
ιγβ) η εγκληματική οργάνωση, κατά το άρθρο 187 ΠΚ,
ιγγ) τα εγκλήματα διακίνησης ναρκωτικών, που προβλέπονται στα άρθρα 20 έως και 23 του Κεφαλαίου Δ΄ του ν. 4139/2013 (A’ 74),
ιγδ) η νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες που προβλέπεται στην παρ. 2 του άρθρου 2 και στο άρθρο 39 του ν. 4557/2018,
ιγε) τα εγκλήματα που προβλέπονται στις παρ. 1 και 3 του άρθρου 8 του ν.δ. 181/1974 (Α’ 347),
ιγστ) τα εγκλήματα που προβλέπονται στις παρ. 5 έως και 8 του άρθρου 29 και στο άρθρο 30 του ν. 4251/2014 (Α’ 80),
ιγζ) η εμπορία ανθρώπων, κατά το άρθρο 323Α ΠΚ,
ιγη) η αυθαίρετη χρήση μεταφορικού μέσου, κατά το άρθρο 374Α ΠΚ και τα εγκλήματα τα σχετικά με μηχανοκίνητα οχήματα,
ιγθ) η ανθρωποκτονία με πρόθεση, κατά το άρθρο 299 ΠΚ, η βαριά σωματική βλάβη, κατά το άρθρο 310 ΠΚ, η θανατηφόρα βλάβη, κατά το άρθρο 311 ΠΚ,
ιγι) τα εγκλήματα του άρθρου 35 του ν. 3984/2011 (Α’ 150), σε συνδυασμό με το άρθρο 323Α ΠΚ,
ιγια) η αρπαγή, κατά το άρθρο 322 ΠΚ, η αρπαγή ανηλίκων, κατά το άρθρο 324 ΠΚ, η παράνομη κατακράτηση, κατά το άρθρο 325 ΠΚ, η ακούσια απαγωγή, κατά το άρθρο 327 ΠΚ και η εκούσια απαγωγή, κατά το άρθρο 328 ΠΚ,
ιγιβ) το έγκλημα με ρατσιστικά χαρακτηριστικά, κατά το άρθρο 82Α ΠΚ και τα εγκλήματα που προβλέπονται στον ν. 927/1979 (Α’ 139),
ιγιγ) η διακεκριμένη κλοπή, κατά το άρθρο 374 ΠΚ, η ληστεία, κατά το άρθρο 380 ΠΚ,
ιγιδ) τα εγκλήματα, που προβλέπονται στα άρθρα 53, 54, 55, 61 και 63 του ν. 4858/2021 (Α΄ 220),
ιγιε) η υπεξαίρεση, κατά το άρθρο 375 ΠΚ, η απάτη, κατά το άρθρο 386 ΠΚ, η απάτη με υπολογιστή, κατά το άρθρο 386Α ΠΚ και η απάτη σχετικά με τις επιχορηγήσεις, κατά το άρθρο 386Β ΠΚ,
ιγιστ) τα εγκλήματα για την ποινική προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που προβλέπονται στα άρθρα 23 και 24 του ν. 4689/2020 (Α’ 103),
ιγιζ) τα χρηματιστηριακά εγκλήματα, που προβλέπονται στα άρθρα 28 έως και 31 του ν. 4443/2016 (Α’ 232),
ιγιη) η εκβίαση, κατά το άρθρο 385 ΠΚ,
ιγιθ) τα εγκλήματα του άρθρου 66 του ν. 2121/1993 (Α’ 25) και των παρ. 1 και 2 του άρθρου 45 του ν. 4679/2020 (Α’ 71), για τα εμπορικά σήματα,
ιγκ) η πλαστογραφία και κατάχρηση ενσήμων, κατά την παρ. 1 του άρθρου 208Γ ΠΚ, οι προπαρασκευαστικές πράξεις του άρθρου 211 ΠΚ, η πλαστογραφία, κατά το άρθρο 216 ΠΚ, η διακεκριμένη πλαστογραφία πιστοποιητικών, κατά την παρ. 3 του άρθρου 217 ΠΚ,
ιγκα) η παραχάραξη νομίσματος και άλλων μέσων πληρωμής, κατά το άρθρο 207 ΠΚ, η κυκλοφορία πλαστών νομισμάτων και άλλων μέσων πληρωμής, κατά το άρθρο 208 ΠΚ, η καθ’ υπέρβαση κατασκευή νομίσματος, κατά το άρθρο 208Α ΠΚ,
ιγκβ) τα εγκλήματα κατά των τηλεπικοινωνιών, κατά τις παρ. 1 έως και 4 του άρθρου 292Α, τα άρθρα 292Β, 292Γ, 292Δ, τις παρ. 1 και 2 του άρθρου 292Ε ΠΚ και η παράνομη πρόσβαση σε σύστημα πληροφοριών ή σε δεδομένα, κατά τα άρθρα 370Β, 370Γ, τις παρ. 2 και 3 του άρθρου 370Δ και το άρθρο 370Ε ΠΚ,
ιγκγ) η δωροληψία και η δωροδοκία πολιτικών προσώπων και δικαστικών λειτουργών, κατά τα άρθρα 159, 159Α και 237 ΠΚ και η δωροληψία και η δωροδοκία υπαλλήλου, κατά τα άρθρα 235 και 236 ΠΚ, η εμπορία επιρροής και η δωροληψία και δωροδοκία στον ιδιωτικό τομέα, κατά τα άρθρα 237Α και 396 ΠΚ και η δωροδοκία και η δωροληψία για αλλοίωση αποτελέσματος αγώνα, κατά το άρθρο 132 του ν. 2725/1999 (Α’ 121),
ιγκδ) τα εγκλήματα των άρθρων 6, 15 και 17 του ν. 2168/1993 (Α 147),
ιγκε) τα εγκλήματα των παρ. 1 έως και 3 του άρθρου 28 του ν. 1650/1986 (Α’ 160) και των παρ. 1 έως και 5 του άρθρου 6 του ν. 4037/2012 (Α’ 10) για τη θαλάσσια ρύπανση,
ιγκστ) η διευκόλυνση προσβολών της ανηλικότητας, κατά το άρθρο 348 ΠΚ, η πορνογραφία ανηλίκων, κατά το άρθρο 348Α ΠΚ, η προσέλκυση παιδιών για γενετήσιους λόγους κατά το άρθρο 348Β ΠΚ, οι πορνογραφικές παραστάσεις ανηλίκων, κατά το άρθρο 348Γ ΠΚ, η μαστροπεία, κατά το άρθρο 349 ΠΚ και η γενετήσια πράξη με ανήλικο έναντι αμοιβής, κατά το άρθρο 351Α ΠΚ,
ιγκζ) το παράνομο εμπόριο απειλούμενων ζωϊκών ειδών,
ιγκη) το παράνομο εμπόριο απειλούμενων φυτικών ειδών και φυτικών ποικιλιών,
ιγκθ) η παράνομη διακίνηση ορμονικών ουσιών και άλλων αυξητικών παραγόντων, κατά το άρθρο 128 Θ του ν. 2725/1999 (Α’ 121),
ιγλ) η λαθρεμπορία, όπως ορίζεται στο άρθρο 155 και στις περ. β) και γ) της παρ. 1 του άρθρου 157 του ν. 2960/2001 (Α΄ 265),
ιγλα) το έγκλημα της γενοκτονίας, τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και τα εγκλήματα πολέμου κατά τα άρθρα 6, 7 και 8 του Καταστατικού του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου, όπως έχει κυρωθεί στην ελληνική νομοθεσία με τον ν. 3003/2002 (Α’ 75).
Το παρόν εφαρμόζεται και για την περίπτωση εγκλημάτων τα οποία αναφέρονται στο Παράρτημα Ι του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/794, το οποίο έχει προσαρτηθεί ως Παράρτημα, και δεν ορίζονται στις περιπτώσεις ιγαα’ έως ιγλα’. Διαφορές μεταξύ των ορισμών των σοβαρών εγκλημάτων στον κατάλογο του Παραρτήματος Ι του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/794, στον Ποινικό Κώδικα και στους ειδικούς ποινικούς νόμους δεν εμποδίζουν την εφαρμογή του παρόντος νόμου.
ιδ) Υπεύθυνος επεξεργασίας: Η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων είναι υπεύθυνος επεξεργασίας του Συστήματος Μητρώων Τραπεζικών Λογαριασμών και Λογαριασμών Πληρωμών ως διαχειριστής αυτού σύμφωνα με το άρθρο 62 του ν. 4170/2013. Οι αρμόδιες αρχές παραμένουν υπεύθυνοι επεξεργασίας για τις επεξεργασίες που διενεργούν κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους για πρόληψη, ανίχνευση, διερεύνηση ή δίωξη σοβαρών εγκλημάτων.

Άρθρο 37
Αρμόδιες αρχές
(άρθρο 3 της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/1153)
1. Αρμόδιες αρχές στο πλαίσιο άσκησης των καθηκόντων τους, και σε κάθε περίπτωση με αρμοδιότητα την πρόληψη, την ανίχνευση, τη διερεύνηση ή τη δίωξη των σοβαρών εγκλημάτων ή την υποστήριξη ποινικής έρευνας που αφορά τέτοιου είδους σοβαρά εγκλήματα ή την ανίχνευση, τον εντοπισμό και τη δέσμευση των περιουσιακών στοιχείων που συνδέονται με μια τέτοια ποινική έρευνα, ορίζονται οι ακόλουθες:
α) Οι δικαστικές και εισαγγελικές αρχές,
β) το Τμήμα Οικονομικού Εγκλήματος της Εισαγγελίας Εφετών Αθηνών,
γ) η Ελληνική Αστυνομία,
δ) το Λιμενικό Σώμα,
ε) η Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων Σωμάτων Ασφαλείας,
στ) η Εθνική Αρχή Διαφάνειας,
ζ) η Ειδική Υπηρεσία Επιτροπής Ελέγχου Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης της Βουλής των Ελλήνων,
η) το Σώμα Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (Σ.Δ.Ο.Ε.) του Υπουργείου Οικονομικών,
θ) η Μονάδα Εσωτερικού Ελέγχου του Υπουργείου Οικονομικών,
ι) η Διεύθυνση Ερευνών Οικονομικού Εγκλήματος του Υπουργείου Οικονομικών,
ια) Το Τμήμα Δ΄ Ανάκτησης Περιουσιακών Στοιχείων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και Αμοιβαίας Συνδρομής της Διεύθυνσης Στρατηγικού Σχεδιασμού και Προγραμματισμού Ερευνών της Γενικής Διεύθυνσης Σ.Δ.Ο.Ε. του Υπουργείου Οικονομικών,
ιβ) η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων, η οποία διαχειρίζεται το Σύστημα Μητρώων Τραπεζικών Λογαριασμών και Λογαριασμών Πληρωμών, σύμφωνα με το άρθρο 62 του ν. 4170/2013 (Α’ 163),
ιγ) η Β’ και η Γ’ Μονάδα της Αρχής.
2. Οι αρμόδιες αρχές της παρ. 1 δύναται να ζητούν και να λαμβάνουν χρηματοοικονομικές πληροφορίες ή χρηματοοικονομική ανάλυση από την Α΄ Μονάδα της Αρχής.
3. Η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων κοινοποιεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή τις αρμόδιες αρχές των παρ. 1 και 2 έως τις 30.6.2022, καθώς και κάθε σχετική τροποποίηση. Εντός του μηνός Ιανουαρίου εκάστου έτους δημοσιεύεται στην επίσημη ιστοσελίδα της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων ο κατάλογος των αρμοδίων αρχών του πρώτου εδαφίου της παρούσας.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β’
ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΤΩΝ ΑΡΜΟΔΙΩΝ ΑΡΧΩΝ ΣΕ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΤΡΑΠΕΖΙΚΩΝ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ

Άρθρο 38
Πρόσβαση σε πληροφορίες τραπεζικών λογαριασμών και δυνατότητα αναζήτησης
(άρθρο 4 της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/1153)
1. Οι αρμόδιες αρχές έχουν πρόσβαση στο Σύστημα Μητρώων Τραπεζικών Λογαριασμών και Λογαριασμών Πληρωμών, άμεσα και απευθείας, για την αναζήτηση στις πληροφορίες τραπεζικών λογαριασμών, κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους για την πρόληψη, ανίχνευση, διερεύνηση ή δίωξη σοβαρού εγκλήματος ή την υποστήριξη ποινικής έρευνας που αφορά σε σοβαρό έγκλημα για τους σκοπούς του παρόντος, συμπεριλαμβανομένων της ανίχνευσης, του εντοπισμού και της δέσμευσης των περιουσιακών στοιχείων που συνδέονται με τέτοια έρευνα. Η πρόσβαση και η αναζήτηση πραγματοποιούνται άμεσα και απευθείας και σε κάθε περίπτωση εντός μιας εργάσιμης ημέρας με ηλεκτρονικό τρόπο, σύμφωνα με όσα προβλέπονται στην παρ. 2 του άρθρου 62 του ν. 4170/2013 (Α΄ 163), με την ταχεία διαβίβαση των πληροφοριών των τραπεζικών λογαριασμών στις αρμόδιες αρχές του άρθρου 37 μέσω αυτοματοποιημένου μηχανισμού, χωρίς ενδιάμεση παρέμβαση φορέα στα ζητούμενα δεδομένα ή στις πληροφορίες που παρέχονται.
2. Οι πρόσθετες πληροφορίες που θεωρούνται απαραίτητες και παρέχονται από το Σύστημα Μητρώων Τραπεζικών Λογαριασμών και Λογαριασμών Πληρωμών, δυνάμει της παρ. 3 του άρθρου 21α του ν. 4557/2018 (Α΄ 139) και των κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 62 του ν. 4170/2013 προβλεπόμενων αποφάσεων, δεν είναι προσβάσιμες και αναζητήσιμες από τις αρμόδιες αρχές, υπό την επιφύλαξη των όρων και προϋποθέσεων της νομοθεσίας για την άρση του τραπεζικού απορρήτου, σύμφωνα με όσα ορίζονται στο ν.δ. 1059/1971 (Α’ 270) και σε κάθε ειδικότερη διάταξη. Οι πληροφορίες που θεωρούνται απαραίτητες και παρέχονται από το Σύστημα Μητρώων Τραπεζικών Λογαριασμών και Λογαριασμών Πληρωμών για άλλους σκοπούς ή σε σχέση με άλλα ποινικά αδικήματα εκτός όσων αναφέρονται στο άρθρο 36, δεν είναι προσβάσιμες και αναζητήσιμες από τις αρμόδιες αρχές κατά τον παρόντα.

Άρθρο 39
Προϋποθέσεις πρόσβασης και αναζήτησης πληροφοριών τραπεζικών λογαριασμών
(άρθρο 5 της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/1153)
1. Η πρόσβαση και η αναζήτηση πληροφοριών τραπεζικών λογαριασμών διενεργείται μόνο από ειδικά ορισμένα και εξουσιοδοτημένα για τον σκοπό αυτό πρόσωπα κάθε, κατά περίπτωση, αρμόδιας αρχής.
2. Οι αρμόδιες αρχές εξασφαλίζουν ότι τα πρόσωπα της παρ. 1 διατηρούν υψηλά επαγγελματικά πρότυπα σε ζητήματα εμπιστευτικότητας και προστασίας των δεδομένων, σύμφωνα με το άρθρο 63 του ν. 4170/2013 (Α΄ 163), τις διατάξεις περί εχεμύθειας του άρθρου 26 του ν. 3528/2007 (A’ 26) και τον ν. 4624/2019 (Α’ 137), διακρίνονται για την ακεραιότητά τους, διαθέτουν τα απαιτούμενα προσόντα για την εκτέλεση των καθηκόντων τους και λαμβάνουν, εφόσον απαιτείται, ειδική εκπαίδευση για τη διασφάλιση των προτύπων αυτών. Η εξουσιοδότηση των χρηστών γίνεται μετά από αίτημα των αρμοδίων αρχών του άρθρου 37 στην Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων, σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στην υπ’ αρ. 1258/2013 (Β’ 3101) απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ή κάθε μεταγενέστερη αυτής κανονιστική πράξη, εκδοθείσα κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 62 του ν. 4170/2013.
3. Η πρόσβαση και η αναζήτηση πληροφοριών τραπεζικών λογαριασμών από τις αρμόδιες αρχές πραγματοποιούνται υπό τους όρους και τις εγγυήσεις εφαρμογής των κατάλληλων τεχνικών και οργανωτικών μέτρων και διαδικασιών, ώστε να διασφαλίζονται ο απόρρητος χαρακτήρας της επεξεργασίας και το κατάλληλο επίπεδο ασφαλείας σε σχέση με τους κινδύνους που παρουσιάζουν η επεξεργασία και η φύση των δεδομένων, σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και του ν. 4624/2019 και τηρουμένων των όρων και προϋποθέσεων που ορίζονται στην υπ’ αρ. 1258/2013 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ή κάθε μεταγενέστερη αυτής κανονιστική πράξη, κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 62 του ν. 4170/2013, ιδίως στο Παράρτημα Δ’ αυτής, σχετικά με τον Κανονισμό Διαχείρισης και Λειτουργίας του Σ.Μ.Τ.Λ. και Λ.Π..
4. Οι πληροφορίες τραπεζικών λογαριασμών είναι διαθέσιμες υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις της νομοθεσίας για την άρση του τραπεζικού απορρήτου, για την άρση του απορρήτου των στοιχείων έναντι των παραπάνω αρμόδιων αρχών και για την αυτοματοποιημένη πρόσβασή τους σε αυτές, σύμφωνα με το άρθρο 62 του ν. 4170/2013, το άρθρο 3 του ν.δ. 1059/1971 (Α’ 270) και το άρθρο 32 του ν. 3986/2011 (Α’ 152), καθώς και κάθε άλλη ειδικότερη διάταξη για κάθε αρμόδια αρχή.
5. Η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων υποχρεούται πριν από την εκχώρηση δικαιωμάτων πρόσβασης στο Σύστημα να εξετάζει αναλυτικά τη συνδρομή των σχετικών προϋποθέσεων, ώστε η πρόσβαση να πραγματοποιείται μόνο για τους σκοπούς του παρόντος και να περιορίζεται μόνο στις ορισθείσες αρμόδιες αρχές.

Άρθρο 40
Αρχείο καταχωρίσεων αιτημάτων
(άρθρο 6 της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/1153)
1. Η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων διασφαλίζει την τήρηση αρχείων καταγραφής αιτημάτων κάθε πρόσβασης των αρμοδίων αρχών σε πληροφορίες τραπεζικών λογαριασμών. Οι καταχωρίσεις αυτές περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, και τα ακόλουθα:
α) Τα στοιχεία της υπόθεσης,
β) την ημερομηνία και ώρα του ερωτήματος ή της αναζήτησης,
γ) το είδος των δεδομένων που χρησιμοποιήθηκαν για την υποβολή του ερωτήματος ή την πραγματοποίηση της αναζήτησης,
δ) τους μοναδικούς κωδικούς αναγνώρισης των αποτελεσμάτων,
ε) το όνομα της αρχής που συμβουλεύτηκε το Σύστημα Μητρώων Τραπεζικών Λογαριασμών και Λογαριασμών Πληρωμών,
στ) τον μοναδικό κωδικό αναγνώρισης χρήστη του υπαλλήλου που πραγματοποίησε το ερώτημα ή την αναζήτηση του προϊσταμένου που έδωσε τη σχετική προς τούτο έγκριση και τον μοναδικό κωδικό αναγνώρισης χρήστη του παραλήπτη των αποτελεσμάτων του ερωτήματος ή της αναζήτησης.
2. Τα αρχεία καταγραφής αιτημάτων ελέγχονται τακτικά από τον υπεύθυνο προστασίας δεδομένων της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων. Η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων διαθέτει τα αρχεία του πρώτου εδαφίου, κατόπιν αιτήματος, στην Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα.
3. Τα αρχεία καταγραφής των αιτημάτων που αναφέρονται στην παρ. 1 χρησιμοποιούνται μόνο για τον έλεγχο της προστασίας των δεδομένων, συμπεριλαμβανομένου του ελέγχου του παραδεκτού ενός αιτήματος και της νομιμότητας της επεξεργασίας δεδομένων, καθώς και για τη διασφάλιση των δεδομένων. Προστατεύονται με κατάλληλα μέτρα έναντι της μη εξουσιοδοτημένης πρόσβασης και διαγράφονται πέντε (5) έτη μετά τη δημιουργία τους, εκτός εάν είναι απαραίτητα για διαδικασίες ελέγχου που βρίσκονται ήδη σε εξέλιξη και επιτρέπεται ή επιβάλλεται αιτιολογημένα από άλλη διάταξη νόμου ή κανονιστική απόφαση η φύλαξή τους για μακρότερο χρονικό διάστημα, το οποίο δεν μπορεί να υπερβαίνει τη δεκαετία.
4. Η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα, ιδίως διοργανώνει ειδικά εκπαιδευτικά προγράμματα, όπου αυτό κρίνεται αναγκαίο, ώστε οι αρμόδιοι υπάλληλοι να έχουν γνώση της νομοθεσίας, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών κανόνων για την προστασία των δεδομένων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄
ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΜΕΤΑΞΥ ΑΡΜΟΔΙΩΝ ΑΡΧΩΝ ΚΑΙ ΜΧΠ, ΚΑΙ ΜΕΤΑΞΥ ΜΧΠ

Άρθρο 41
Αιτήματα παροχής πληροφοριών από τις αρμόδιες αρχές προς την Α’ Μονάδα της Αρχής
(άρθρο 7 της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/1153)
1. Η Α’ Μονάδα της Αρχής συνεργάζεται με τις αρμόδιες αρχές της παρ. 2 του άρθρου 37 και απαντά, εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, σε αιτιολογημένα αιτήματα παροχής χρηματοοικονομικών πληροφοριών ή αναλύσεων, που λαμβάνει από τις ανωτέρω αρχές, όταν οι εν λόγω χρηματοοικονομικές πληροφορίες ή αναλύσεις είναι αναγκαίες, βάσει κατά περίπτωση εξέτασης, για την πρόληψη, ανίχνευση, διερεύνηση ή δίωξη σοβαρών εγκλημάτων για τον σκοπό του παρόντος, υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 34 του ν. 4557/2018 (Α’ 139) και με την επιφύλαξη των περιορισμών του άρθρου 48 του παρόντος. Κατά την ανταλλαγή των πληροφοριών του πρώτου εδαφίου της παρούσας, λαμβάνεται υπόψη η μυστικότητα της ποινικής προδικασίας και διασφαλίζεται η εμπιστευτικότητα των παρεχόμενων πληροφοριών.
2. Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που περιλαμβάνονται στις χρηματοοικονομικές πληροφορίες ή αναλύσεις που διαμοιράστηκαν από την Α’ Μονάδα της Αρχής, με σκοπό την πρόληψη, ανίχνευση, διερεύνηση ή δίωξη σοβαρών ποινικών αδικημάτων, μπορεί να υποβάλλονται σε επεξεργασία από τις αρμόδιες αρχές επιπλέον των σκοπών για τους οποίους συλλέχθηκαν, σε κάθε περίπτωση αποκλειστικά για τους συγκεκριμένους σκοπούς της πρόληψης, ανίχνευσης, διερεύνησης ή δίωξης των ποινικών αδικημάτων, δυνάμει του παρόντος και σύμφωνα με τα άρθρα 43 και 47 του ν. 4624/2019 (Α΄ 137).

Άρθρο 42
Αιτήματα παροχής πληροφοριών από την Α’ Μονάδα της Αρχής προς τις αρμόδιες αρχές
(άρθρο 8 της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/1153)
Οι αρμόδιες αρχές της παρ. 2 του άρθρου 37 απαντούν, εντός εύλογου χρονικού διαστήματος και βάσει κατά περίπτωση εξέτασης, σε αιτήματα παροχής πληροφοριών σχετικών με την επιβολή του νόμου που λαμβάνουν από την Α’ Μονάδα της Αρχής, όταν οι πληροφορίες είναι αναγκαίες για την πρόληψη, ανίχνευση και καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, των συναφών βασικών αδικημάτων και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, πέραν όσων ορίζονται στα άρθρα 34 και 49 του ν. 4557/2018 (Α΄ 139) και με τις προϋποθέσεις αυτών. Κατά την ανταλλαγή των πληροφοριών του πρώτου εδαφίου της παρούσας, λαμβάνεται υπόψη η μυστικότητα της ποινικής προδικασίας και διασφαλίζεται η εμπιστευτικότητα των παρεχόμενων πληροφοριών.

Άρθρο 43
Ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ της Α’ Μονάδας της Αρχής και ΜΧΠ άλλων κρατών-μελών
(άρθρο 9 της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/1153)
1. Σε εξαιρετικές και επείγουσες περιπτώσεις, η Α’ Μονάδα της Αρχής δύναται να ανταλλάσσει με Μονάδες Χρηματοοικονομικών Πληροφοριών άλλων κρατών-μελών χρηματοοικονομικές πληροφορίες ή αναλύσεις που μπορεί να σχετίζονται με την επεξεργασία ή την ανάλυση πληροφοριών σχετικών με την τρομοκρατία ή το οργανωμένο έγκλημα που συνδέεται με την τρομοκρατία.
2. Στις περιπτώσεις της παρ. 1 και με την επιφύλαξη πιθανών επιχειρησιακών περιορισμών, η Αρχή επιδιώκει να ανταλλάσσει αυτού του είδους τις πληροφορίες αμελλητί.

Άρθρο 44
Ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των αρμόδιων αρχών των κρατών-μελών
(άρθρο 10 της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/1153)
1. Οι αρμόδιες αρχές της παρ. 2 του άρθρου 37 δύνανται να ανταλλάσσουν χρηματοοικονομικές πληροφορίες ή αναλύσεις που τους διαμοιράστηκαν από την Α’ Μονάδα της Αρχής, κατόπιν σχετικού αιτήματος και βάσει κατά περίπτωση εξέτασης, με τις ορισθείσες αρμόδιες αρχές άλλων κρατών-μελών, όταν οι εν λόγω χρηματοοικονομικές πληροφορίες ή αναλύσεις είναι αναγκαίες για την πρόληψη, ανίχνευση και καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, των συναφών βασικών αδικημάτων και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.
2. Για την εξασφάλιση υψηλού επιπέδου ασφάλειας των δεδομένων, η διαδικασία ανταλλαγής πληροφοριών ή αναλύσεων του παρόντος άρθρου πραγματοποιείται με τη χρήση ειδικών για τον σκοπό αυτό ασφαλών ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ’
ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΜΕ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΟΛ

Άρθρο 45
Παροχή πληροφοριών τραπεζικών λογαριασμών στην Ευρωπόλ
(άρθρο 11 της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/1153)
Υπό τις προϋποθέσεις των παρ. 6 και 7 του άρθρου 7 του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/794 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2016, για τον Οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Συνεργασία στον Τομέα της Επιβολής του Νόμου (Ευρωπόλ) και την αντικατάσταση και κατάργηση των αποφάσεων του Συμβουλίου 2009/371/ΔΕΥ, 2009/934/ΔΕΥ, 2009/935/ΔΕΥ, 2009/936/ΔΕΥ και 2009/968/ΔΕΥ (L 135), οι αρμόδιες αρχές δύνανται να απαντούν, βάσει κατά περίπτωση εξέτασης, σε επαρκώς αιτιολογημένα αιτήματα της Ευρωπόλ για παροχή πληροφοριών τραπεζικών λογαριασμών, που πραγματοποιούνται εντός του πλαισίου των αρμοδιοτήτων της και για την εκτέλεση των καθηκόντων της, είτε μέσω της εθνικής μονάδας Ευρωπόλ, είτε μέσω απευθείας επαφών με την Ευρωπόλ, με την προϋπόθεση της πρόσβασης στους διαύλους επικοινωνίας του άρθρου 47 και σύμφωνα με όσα ορίζονται σε αυτό.

Άρθρο 46
Ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ Α’ Μονάδας Αρχής και Ευρωπόλ
(άρθρο 12 παρ. 1 και 2 της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/1153
Η Α’ Μονάδα της Αρχής δύναται να απαντά, βάσει κατά περίπτωση εξέτασης, σε επαρκώς αιτιολογημένα αιτήματα της Ευρωπόλ για παροχή χρηματοοικονομικών πληροφοριών ή αναλύσεων, που πραγματοποιούνται εντός του πλαισίου των αρμοδιοτήτων της και για την εκτέλεση των καθηκόντων της, είτε μέσω της εθνικής μονάδας Ευρωπόλ, είτε απευθείας, σύμφωνα με το άρθρο 47 του παρόντος, υπό τις προϋποθέσεις των παρ. 6 και 7 του άρθρου 7 του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/794 και του άρθρου 34 του ν. 4557/2018 (Α΄ 139).

Άρθρο 47
Ειδικότερες ρυθμίσεις για την ανταλλαγή πληροφοριών με την Ευρωπόλ
(άρθρο 13 της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/1153)
1., Η ανταλλαγή πληροφοριών δυνάμει των άρθρων 45 και 46 πραγματοποιείται ηλεκτρονικά και εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, είτε μέσω του συστήματος SIENA ή του διαδόχου του στη γλώσσα που χρησιμοποιείται στο σύστημα SIENA, είτε μέσω του συστήματος FIU.Net ή του διαδόχου του, υπό τις προϋποθέσεις του Κανονισμού (EE) 2016/794 και των άρθρων 34 και 49 του ν. 4557/2018 (Α΄ 139).
2. Τα αιτήματα της Ευρωπόλ προς την Α’ Μονάδα της Αρχής αντιμετωπίζονται ως προερχόμενα από Μονάδα Χρηματοοικονομικών Πληροφοριών άλλου κράτους μέλους.

Άρθρο 48
Προϋποθέσεις ανταλλαγής χρηματοοικονομικών πληροφοριών ή αναλύσεων
(παρ. 2 έως 4 του άρθρου 7, εδάφια δεύτερο και τρίτο της παρ. 1 του άρθρου 10 και παρ. 3 του άρθρου 12 της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/1153)
1. Στις περιπτώσεις αιτημάτων παροχής πληροφοριών ή αναλύσεων, σύμφωνα με τα άρθρα 41 και 46, η ικανοποίηση των οποίων ενδέχεται να έχει αρνητικές συνέπειες σε διεξαγόμενες έρευνες ή αναλύσεις ή να είναι σαφώς δυσανάλογη προς τα έννομα συμφέροντα ενός φυσικού ή νομικού προσώπου ή να μην εξυπηρετεί τους σκοπούς για τους οποίους ζητήθηκε, η Α’ Μονάδα της Αρχής δεν υποχρεούται να ανταποκριθεί.
2. Οποιαδήποτε χρήση των χρηματοοικονομικών πληροφοριών ή αναλύσεων για σκοπούς πέρα από αυτούς για τους οποίους παρασχέθηκαν, καθώς και οποιαδήποτε περαιτέρω διαβίβασή τους σε άλλη αρχή ή φορέα, απαιτεί την προηγούμενη συγκατάθεση της Α’ Μονάδας της Αρχής. Κάθε άρνηση απάντησης σε αιτήματα που λαμβάνονται δυνάμει των άρθρων 41, 43, 44 και 46 αιτιολογείται από την Α’ Μονάδα της Αρχής.
3. Η τελική απόφαση για τη διαμοίραση των χρηματοοικονομικών πληροφοριών ή αναλύσεων εναπόκειται στην Α’ Μονάδα της Αρχής.
4. Δυνάμει του άρθρου 34 του ν. 4557/2018 (Α΄ 139), οι χρηματοοικονομικές πληροφορίες ή αναλύσεις που διαμοιράζονται από την Α’ Μονάδα της Αρχής είναι εμπιστευτικές, προορίζονται αποκλειστικά για πληροφοριακή χρήση και δεν μπορούν να θεωρηθούν ή να χρησιμοποιηθούν ως αποδεικτικά μέσα ποινικών διαδικασιών, όπως αυτά ορίζονται στο άρθρο 178 ΚΠΔ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε’
ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΠΕΡΙ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ

Άρθρο 49
Πεδίο εφαρμογής
(άρθρο 15 της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/1153)
Το παρόν κεφάλαιο εφαρμόζεται μόνο κατά την ανταλλαγή χρηματοοικονομικών πληροφοριών και πληροφοριών χρηματοοικονομικής ανάλυσης, σύμφωνα με τα άρθρα 41 έως και 48.

Άρθρο 50
Επεξεργασία ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα
(άρθρο 16 της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/1153)
1. Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από την οποία αποκαλύπτονται η φυλετική ή εθνική καταγωγή, τα πολιτικά φρονήματα, οι θρησκευτικές ή φιλοσοφικές πεποιθήσεις, η συμμετοχή σε συνδικαλιστική οργάνωση, δεδομένα που αφορούν στην υγεία ή δεδομένα που αφορούν στη σεξουαλική ζωή ή στον γενετήσιο προσανατολισμό ενός φυσικού προσώπου επιτρέπεται μόνο από πρόσωπα που έχουν λάβει ειδική εξουσιοδότηση από τον υπεύθυνο της επεξεργασίας και υπό την προϋπόθεση ότι η επεξεργασία είναι αναγκαία και αναλογική για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους για τους σκοπούς του παρόντος, σύμφωνα με όσα ορίζονται στον Κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, τον ν. 4624/2019 (Α΄ 137) και τον Κανονισμό (ΕΕ) 2016/794 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, στο αντίστοιχο πεδίο εφαρμογής τους.
2. Τα πρόσωπα της παρ. 1 λαμβάνουν ειδική εκπαίδευση για θέματα προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και πρακτικές ασφαλείας όσον αφορά στην πρόσβαση, επεξεργασία και ανταλλαγή των δεδομένων με την καθοδήγηση του υπευθύνου προστασίας δεδομένων του φορέα τους.

Άρθρο 51
Περιεχόμενο και αρχεία αιτημάτων παροχής πληροφοριών
(άρθρο 17 της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/1153)
1. Οι αρμόδιες αρχές και η Α’ Μονάδα της Αρχής τηρούν αρχεία σχετικά με τα αιτήματα παροχής πληροφοριών και λαμβάνουν ειδικά μέτρα ασφαλείας, ιδίως, όσον αφορά στην τήρηση των φυσικών φακέλων. Τα αρχεία τηρούνται για περίοδο πέντε (5) ετών από τη δημιουργία τους και χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για σκοπούς εξακρίβωσης, αυτοελέγχου και κατοχύρωσης της ακεραιότητας και της ασφάλειας των δεδομένων, καθώς και για σκοπούς επαλήθευσης της νομιμότητας της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Κατόπιν αιτήματος, οι αρχές παρέχουν πρόσβαση στα συγκεκριμένα αρχεία στην Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα.
2. Τα αρχεία των αιτημάτων παροχής πληροφοριών περιλαμβάνουν:
α) Το όνομα της αρχής ή υπηρεσίας, το ονοματεπώνυμο και τα στοιχεία επικοινωνίας του μέλους της αρχής ή της υπηρεσίας, που υποβάλλει το αίτημα παροχής πληροφοριών, καθώς και το ονοματεπώνυμο και τα στοιχεία επικοινωνίας του παραλήπτη της απάντησης επί του αιτήματος ή της αναζήτησης,
β) την παραπομπή στην εθνική υπόθεση, σχετικά με την οποία υποβάλλεται το αίτημα παροχής πληροφοριών,
γ) το αντικείμενο του αιτήματος παροχής πληροφοριών, και
δ) τις ενέργειες που έλαβαν χώρα, κατόπιν της υποβολής του αιτήματος.

Άρθρο 52
Περιορισμοί των δικαιωμάτων των υποκειμένων των δεδομένων
(άρθρο 18 της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/1153)
1. Ο περιορισμός εν όλω ή εν μέρει, του δικαιώματος πρόσβασης του υποκειμένου των δεδομένων στα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν, δηλαδή, στις χρηματοοικονομικές πληροφορίες και στις πληροφορίες χρηματοοικονομικής ανάλυσης που ανταλλάσσονται σύμφωνα με τα άρθρα 41 έως και 44 του παρόντος, εφαρμόζεται στις περιπτώσεις, όπου οι αρμόδιες αρχές του άρθρου 37 ή η Α’ Μονάδα της Αρχής ως κατά περίπτωση υπεύθυνοι επεξεργασίας των αρχείων που αναφέρονται στα άρθρα 41 έως και 48 εκπληρώνουν τα καθήκοντά τους αποκλειστικά και μόνο για τους σκοπούς του παρόντος, κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να μην παρεμποδίζεται η διενέργεια επίσημων ή νομικών ερευνών, αναλύσεων ή διαδικασιών και για να εξασφαλιστεί ότι δεν διακυβεύονται η πρόληψη, η διερεύνηση και ο εντοπισμός των ποινικών αδικημάτων του παρόντος, η εκτέλεση των ποινικών κυρώσεων αυτών, η προστασία της δημόσιας και εθνικής ασφάλειας, λαμβανομένων δεόντως υπόψη των θεμελιωδών δικαιωμάτων και των έννομων συμφερόντων των υποκειμένων του δικαιώματος πρόσβασης και σε κάθε περίπτωση τηρουμένων των υποχρεώσεων που ορίζονται στα άρθρα 50 και 51.
2. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας ενημερώνει εγγράφως και αμελλητί το υποκείμενο των δεδομένων για κάθε άρνηση ή περιορισμό πρόσβασης και για τους λόγους της άρνησης ή του περιορισμού. Η ενημέρωση αυτή μπορεί να παραλείπεται, εάν η παροχή των σχετικών πληροφοριών υπονομεύει έναν από τους σκοπούς της παρ. 1. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας ενημερώνει το υποκείμενο των δεδομένων για τη δυνατότητα να προβεί σε καταγγελία προς την Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και να ασκήσει δικαστική προσφυγή.
3. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας τεκμηριώνει τους πραγματικούς ή νομικούς λόγους επί των οποίων βασίζεται η απόφαση. Οι πληροφορίες αυτές τίθενται στη διάθεση της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα.
4. Οι αρχές της παρ. 1 επανεξετάζουν σε τακτική βάση τον περιορισμό της πρόσβασης του παρόντος, προκειμένου να διακριβώνεται ότι οι προϋποθέσεις της παρ. 1 εξακολουθούν να συντρέχουν.
5. Στο πλαίσιο ποινικής έρευνας και διαδικασίας, τα δικαιώματα ενημέρωσης για την επεξεργασία, πρόσβασης, διόρθωσης ή διαγραφής και περιορισμού των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, κατά τα άρθρα 54 έως και 56 του ν. 4624/2019 (Α΄ 137), ασκούνται σύμφωνα με όσα ορίζουν ο Κώδικας Ποινικής Δικονομίας, ειδικές δικονομικές διατάξεις και ο Κώδικας Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών (ν. 1756/1988, Α’ 35).
6. Τα ανωτέρω ισχύουν υπό την επιφύλαξη ότι, το δικαίωμα πρόσβασης των υποκειμένων των δεδομένων δεν περιορίζεται σύμφωνα με ειδικότερη ρύθμιση η οποία ισχύει για τις αρχές της παρ. 1, σχετικά με σκοπούς ανίχνευσης, διερεύνησης ή δίωξης ποινικών αδικημάτων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ’
ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΠΕΡΙ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ, ΣΥΝΑΦΕΙΑΣ ΜΕ ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 53
Συλλογή, τήρηση και επεξεργασία στατιστικών στοιχείων
(άρθρο 19 και παρ. 6 άρθρου 21 της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/1153)
1. Στο πλαίσιο ελέγχου της αποτελεσματικότητας των εφαρμοζόμενων συστημάτων για την καταπολέμηση των σοβαρών εγκλημάτων, τηρούνται σε εθνικό επίπεδο ολοκληρωμένα στατιστικά στοιχεία, ως εξής:
α) Η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων τηρεί πλήρη και ενημερωμένα στατιστικά στοιχεία, που περιλαμβάνουν τις πληροφορίες σχετικά με τον αριθμό αναζητήσεων, οι οποίες πραγματοποιούνται σύμφωνα με το άρθρο 38.
β) Οι αρμόδιες αρχές και η Α’ Μονάδα της Αρχής τηρούν πλήρη και ενημερωμένα στατιστικά στοιχεία, που αφορούν σε δεδομένα μέτρησης του αριθμού των αιτημάτων, συμπεριλαμβανομένου του αριθμού αναζητήσεων των φυσικών και νομικών προσώπων, που διατυπώνονται από κάθε αρμόδια αρχή δυνάμει του άρθρου 38, τη συνέχεια που δίδεται στα αιτήματα αυτά, τον αριθμό των υποθέσεων που διερευνώνται, τα δεδομένα μέτρησης του χρόνου που χρειάζεται μια αρχή από την παραλαβή ενός αιτήματος έως την απάντησή της, δεδομένα μέτρησης του κόστους σε ανθρώπινους πόρους και πόρους τεχνολογίας πληροφορικής που χρησιμοποιούνται για εγχώρια και διασυνοριακά αιτήματα, τα οποία εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος, εφόσον οι πληροφορίες αυτές είναι διαθέσιμες.
γ) Το Υπουργείο Δικαιοσύνης τηρεί πλήρη και ενημερωμένα στατιστικά στοιχεία, που περιλαμβάνουν τις πληροφορίες, σχετικά με τον αριθμό των προσώπων κατά των οποίων ασκείται ποινική δίωξη και τον αριθμό των προσώπων που καταδικάζονται για τα σοβαρά εγκλήματα του παρόντος, εφόσον οι πληροφορίες αυτές είναι διαθέσιμες.
2. Η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων, οι αρμόδιες αρχές και η Α’ Μονάδα της Αρχής διαβιβάζουν στο Υπουργείο Δικαιοσύνης τα πλήρη και ενημερωμένα στατιστικά στοιχεία της παρ. 1 εντός του μηνός Ιανουαρίου εκάστου έτους και διατηρούν την ευθύνη τήρησης και ακρίβειας αυτών. To Υπουργείο Δικαιοσύνης διαβιβάζει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή τα στοιχεία της παρ. 1. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Προστασίας του Πολίτη και Δικαιοσύνης, που εκδίδεται ύστερα από εισήγηση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, ρυθμίζεται κάθε ειδικότερο θέμα για την εφαρμογή του παρόντος, ιδίως τα θέματα οργάνωσης, παραγωγής, συγκέντρωσης και διαβίβασης στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή α) των ετήσιων στατιστικών στοιχείων της παρ. 1, καθώς και πρόσθετων πληροφοριών επί αυτών, β) των απαραίτητων πληροφοριών για την κατάρτιση των εκθέσεων και τη διενέργεια των αξιολογήσεων, που προβλέπονται στο άρθρο 21 της Οδηγίας (ΕΕ) 1153/2019 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 2019, για τη θέσπιση κανόνων με σκοπό τη διευκόλυνση της χρήσης χρηματοοικονομικών και άλλων πληροφοριών για την πρόληψη, την ανίχνευση, τη διερεύνηση ή τη δίωξη ορισμένων ποινικών αδικημάτων και την κατάργηση της απόφασης 2000/642/ΔΕΥ του Συμβουλίου (L 186).

Άρθρο 54
Συνάφεια με λοιπές διατάξεις και διεθνείς συμβάσεις
(παρ. 2 του άρθρου 1 και άρθρο 20 της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/1153)
1. Η σύναψη ή η διατήρηση της ισχύος διεθνών διμερών ή πολυμερών συμβάσεων ή μνημονίων κατανόησης ή συνεργασίας για ρύθμιση ζητημάτων τεχνικού χαρακτήρα με άλλα κράτη μέλη της Ε.Ε. για την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ αρμοδίων αρχών επιτρέπεται, υπό την προϋπόθεση ότι τα οριζόμενα σε αυτές δεν αντιβαίνουν στο ενωσιακό και εθνικό δίκαιο, ιδίως στον παρόντα.
2. Ο παρών νόμος εφαρμόζεται με την επιφύλαξη όσων ορίζονται σε εν ισχύ διμερείς ή πολυμερείς συμβάσεις ή μνημόνια κατανόησης ή συνεργασίας με τρίτα κράτη που έχουν συναφθεί είτε από την Ελλάδα είτε από την Ε.Ε..
3. Με την επιφύλαξη των άρθρων 4 και 5 της Συνθήκης για την Ε.Ε., κοινοποιείται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή η πρόθεση έναρξης διαπραγματεύσεων και σύναψης συμβάσεων ή μνημονίων κατανόησης ή συνεργασίας με τρίτα κράτη που είναι συμβαλλόμενα μέρη του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου, για θέματα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των άρθρων 38 έως και 40 του παρόντος. Για τις διαπραγματεύσεις του πρώτου εδαφίου της παρούσας, η Επιτροπή ενημερώνεται τακτικά και, κατά περίπτωση, καλείται να συμμετάσχει σε αυτές ως παρατηρήτρια. Όσα ορίζονται στο δεύτερο και τρίτο εδάφια δεν εμποδίζουν την προσωρινή εφαρμογή ή σύναψη των συμβάσεων ή των μνημονίων συνεργασίας του πρώτου εδαφίου, υπό την προϋπόθεση ότι όσα προβλέπονται σε αυτές είναι συμβατά με την ενωσιακή νομοθεσία και δεν θίγουν τον στόχο και τον σκοπό των σχετικών πολιτικών της Ε.Ε..
4. Ο παρών νόμος δεν θίγει διμερείς ή πολυμερείς συμφωνίες ή διακανονισμούς μεταξύ της Ελλάδας και άλλων κρατών μελών της Ε.Ε. ή τρίτων χωρών, ούτε την ενωσιακή νομοθεσία, σχετικά με την αμοιβαία δικαστική συνδρομή ή την αμοιβαία αναγνώριση των ποινικών αποφάσεων, περιλαμβανομένων των όρων που ενδεχομένως θέτουν οι τρίτες χώρες για τη χρήση των παρεχομένων πληροφοριών, ούτε και το π.δ. 135/2013 (Α΄ 209).

Άρθρο 55
Εθνική Μονάδα Χρηματοοικονομικών Πληροφοριών – Τροποποίηση άρθρου 3 του ν. 4557/2018
Η παρ. 22 του άρθρου 3 του ν. 4557/2018 (Α’ 139) αντικαθίσταται ως εξής:
«22. «Μονάδα Χρηματοοικονομικών Πληροφοριών (Μ.Χ.Π.)»: Η αρμόδια εθνική Μονάδα των κρατών μελών της Ε.Ε. για την πρόληψη, την ανίχνευση και την αποτελεσματική αντιμετώπιση της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, η οποία έχει συσταθεί κατ’ εφαρμογή του άρθρου 32 της Οδηγίας (EE) 2015/849 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2015, σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, και την κατάργηση της οδηγίας 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και της οδηγίας 2006/70/ΕΚ της Επιτροπής (L 141) και για την Ελλάδα η Α’ Μονάδα της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες του άρθρου 47 του παρόντος».

  • 18 Μαρτίου 2022, 17:31 | VIVA ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΠΛΗΡΩΜΩΝ Μ.Α.Ε.

    Άρθρο 36 -> Η εν λόγω διάταξη θα πρέπει να τροποποιηθεί, ώστε στα υπόχρεα πρόσωπα ρητά να περιλαμβάνονται όλοι οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών ανεξαιρέτως, είτε δραστηριοποιούνται στη χώρα υπό καθεστώς εγκατάστασης (μέσω υποκαταστήματος ή αντιπροσώπου), είτε χωρίς εγκατάσταση, όπως αντίστοιχη πρόβλεψη υπάρχει και για τη διασύνδεση με το ΣΜΤΛ-ΛΠ στο άρθρο 62 παρ. 1 του Ν. 4170/2013, όπως ισχύει κατόπιν ισχύος του ν. 4446/2016 (βλ. άρθρο 71)
    Συνεπώς, θα πρέπει να τροποποιηθεί ως εξής :
    ε) «Υπόχρεα Πρόσωπα» : ορίζονται τα πιστωτικά ιδρύματα του ν. 4261/2014, συμπεριλαμβανομένων και των υποκαταστημάτων αλλοδαπών πιστωτικών ιδρυμάτων, τα ιδρύματα πληρωμών του ν. 3862/2010 και τα ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος του ν. 4021/2011, τα οποία δραστηριοποιούνται στην ελληνική επικράτεια, με ή χωρίς φυσική εγκατάσταση, και τηρούνται στο Μητρώο της Τράπεζας της Ελλάδος, καθώς και οι φορείς αποδοχής και εκκαθάρισης συναλλαγών με τη χρήση καρτών πληρωμών (card acquirers) που δραστηριοποιούνται με έδρα το εξωτερικό ή την Ελλάδα και εξυπηρετούν επιχειρήσεις στην Ελληνική επικράτεια.

    Άρθρο 38 -> Επισημαίνεται η επιτακτική ανάγκη διασύνδεσης με το ΣΜΤΛ-ΛΠ όλων των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών, είτε δραστηριοποιούνται στη χώρα υπό καθεστώς εγκατάστασης (μέσω υποκαταστήματος ή αντιπροσώπου), είτε χωρίς εγκατάσταση. Για τους σκοπούς του παρόντος νόμου, ΑΝΕΞΑΙΡΕΤΩΣ όλοι οι αλλοδαποί πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών οφείλουν να υποχρεωθούν σε συμμόρφωση, προκειμένου οι αρμόδιες αρχές να έχουν πρόσβαση σε όλες τις πληροφορίες από όλους ανεξαιρέτως τους παρόχους πληρωμών για την ορθή πρόληψη, ανίχνευση και δίωξη σοβαρών εγκλημάτων.