Άρθρο 27 Εποπτικές εξουσίες – Τροποποίηση του άρθρου 96 του ν. 4261/2014 (παρ. 32 του άρθρου 1 της οδηγίας (ΕΕ) 2019/878)

Οι παρ. 1 και 2 του άρθρου 96 του ν. 4261/2014 (Α΄107) αντικαθίστανται, η παρ. 3 καταργείται και το άρθρο 96 διαμορφώνεται ως εξής:
«Άρθρο 96
Εποπτικές εξουσίες
(άρθρο 104 της Οδηγίας 2013/36/ΕΕ)
1. Για τους σκοπούς του άρθρου 89, των παρ. 4 και 5 του άρθρου 90, της παρ. 4 του άρθρου 93 και του άρθρου 94 του παρόντος και του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 (L176/1), η Τράπεζα της Ελλάδος ή η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί να απαιτεί από τα ιδρύματα τουλάχιστον τα ακόλουθα:
α) την τήρηση πρόσθετων ιδίων κεφαλαίων καθ’ υπέρβαση των ελαχίστων όπως ορίζονται στον Κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013, σύμφωνα με τους όρους που καθορίζονται στο άρθρο 96Α του παρόντος,
β) τη βελτίωση των ρυθμίσεων, διαδικασιών, μηχανισμών και στρατηγικών που εφαρμόζονται με βάση τα άρθρα 65 και 66,
γ) την υποβολή σχεδίου για την αποκατάσταση της συμμόρφωσης με τις εποπτικές απαιτήσεις εκ του παρόντος και του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και τον ορισμό προθεσμίας για την εφαρμογή του, συμπεριλαμβανομένων και βελτιώσεων του σχεδίου αυτού όσον αφορά το πεδίο εφαρμογής και την προθεσμία,
δ) την εφαρμογή ειδικής, από απόψεως κεφαλαιακής επάρκειας, πολιτικής προβλέψεων ή μεταχείρισης των στοιχείων του ενεργητικού,
ε) τον περιορισμό ή την τήρηση ορίων ως προς το είδος και την έκταση των δραστηριοτήτων τους, ή το δίκτυό τους ή την εκποίηση στοιχείων του ενεργητικού τους ή την παύση δραστηριοτήτων που ενέχουν αυξημένο κίνδυνο για την ευρωστία ενός ιδρύματος,
στ) τη μείωση του κινδύνου που ενέχουν οι δραστηριότητες, τα προϊόντα και τα συστήματα των ιδρυμάτων, συμπεριλαμβανομένων των δραστηριοτήτων που ανατίθενται σε τρίτους,
ζ) τον περιορισμό των μεταβλητών αποδοχών ως ποσοστού του συνόλου των καθαρών εσόδων σε περιπτώσεις όπου το ύψος των ως άνω αποδοχών δεν συμβάλλει στη διατήρηση υγιούς κεφαλαιακής βάσης,
η) την ενίσχυση των ιδίων κεφαλαίων μέσω αποθεματοποίησης κερδών,
θ) τον περιορισμό ή την απαγόρευση της διανομής κερδών από ένα ίδρυμα στους μετόχους ή καταβολής τόκων στους κατόχους πρόσθετων μέσων της Κατηγορίας 1, εφόσον η απαγόρευση δεν συνιστά αθέτηση υποχρέωσης του ιδρύματος,
ι) την υποβολή πρόσθετων ή συχνότερων αναφορών, περιλαμβανομένων εκείνων που αφορούν τα ίδια κεφάλαια, τη ρευστότητα και τη μόχλευση,
ια) την πρόβλεψη ειδικών απαιτήσεων ρευστότητας, περιλαμβανομένων των περιορισμών στις αναντιστοιχίες ληκτότητας μεταξύ ενεργητικού και παθητικού,
ιβ) την υποβολή πρόσθετων πληροφοριών,
ιγ) τη λήψη προηγούμενης έγκρισης από την Τράπεζα της Ελλάδος για τη διενέργεια συναλλαγών που κατά την κρίση της είναι δυνατόν να αποβούν σε βάρος της φερεγγυότητας του πιστωτικού ιδρύματος. Η δυνατότητα αυτή ασκείται για περιορισμένο χρονικό διάστημα που δεν μπορεί να υπερβαίνει τους τρεις (3) μήνες,
ιδ) την αύξηση κεφαλαίου πιστωτικού ιδρύματος σύμφωνα με το άρθρο 136.
2. α) Για τους σκοπούς της περ. ι) της παρ. 1, η Τράπεζα της Ελλάδος ή η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί να απαιτήσει πρόσθετες ή συχνότερες υποβολές από τα ιδρύματα μόνο όταν η σχετική απαίτηση είναι κατάλληλη και αναλογική ως προς τον σκοπό για τον οποίο απαιτούνται οι πληροφορίες και οι ζητούμενες πληροφορίες δεν είναι επικαλυπτόμενες.
β) Για τους σκοπούς των άρθρων 89 έως 94, κάθε πρόσθετη πληροφορία που μπορεί να απαιτείται από τα ιδρύματα θεωρείται ως επικαλυπτόμενη εφόσον οι ίδιες ή οι κατ’ ουσία ίδιες πληροφορίες έχουν ήδη υποβληθεί με άλλο τρόπο στην Τράπεζα της Ελλάδος ή στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ή μπορούν να παραχθούν από την Τράπεζα της Ελλάδος ή την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.
γ) Η Τράπεζα της Ελλάδος ή η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δεν απαιτεί την υποβολή πρόσθετων πληροφοριών από ίδρυμα, εφόσον τις έχει ήδη λάβει υπό διαφορετική μορφή ή επίπεδο ανάλυσης που δεν εμποδίζει την Τράπεζα της Ελλάδος ή την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς να παράγει πληροφορίες ίδιας ποιότητας και αξιοπιστίας με εκείνες που θα παράγονταν βάσει των πρόσθετων πληροφοριών που θα αναφέρονταν διαφορετικά.
3. καταργείται.