ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β’ ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΞΥΓΙΑΝΣΗ – ΕΝΑΡΜΟΝΙΣΗ ΜΕ ΤΟΝ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ (ΕΕ) 2022/2036 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ 19ΗΣ ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2022 «ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ (ΕΕ) ΑΡΙΘ. 575/2013 ΚΑΙ ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2014/59/ΕΕ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΗΝ ΠΡΟΛΗΠΤΙΚΗ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΠΑΓΚΟΣΜΙΩΝ ΣΥΣΤΗΜΙΚΩΣ ΣΗΜΑΝΤΙΚΩΝ ΙΔΡΥΜΑΤΩΝ ΜΕ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΕΞΥΓΙΑΝΣΗΣ ΠΟΛΛΑΠΛΩΝ ΣΗΜΕΙΩΝ ΕΝΑΡΞΗΣ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΥΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΜΜΕΣΗ ΑΝΑΛΗΨΗ ΜΕΣΩΝ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΕΠΙΛΕΞΙΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΠΛΗΡΩΣΗ ΤΗΣ ΕΛΑΧΙΣΤΗΣ ΑΠΑΙΤΗΣΗΣ ΙΔΙΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΛΕΞΙΜΩΝ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ» ΚΑΙ ΕΝΣΩΜΑΤΩΣΗ ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2019/879 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ 20ΗΣ ΜΑΪΟΥ 2019 ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑ ΑΠΟΡΡΟΦΗΣΗΣ ΤΩΝ ΖΗΜΙΩΝ ΚΑΙ ΑΝΑΚΕΦΑΛΑΙΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΩΝ ΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΙΔΡΥΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ

 

 

Άρθρο 52

Προσδιορισμός της ελάχιστης απαίτησης για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις για τις οντότητες εξυγίανσης των «G-SIIs» – Τροποποίηση παρ. 4 εσωτερικού άρθρου 45δ άρθρου 2 ν. 4335/2015

(παρ. 1 άρθρου 2 Κανονισμού (ΕΕ) 2022/2036)

Στο εισαγωγικό εδάφιο και στην περ. α) της παρ. 4 του εσωτερικού άρθρου 45δ του άρθρου 2 του ν. 4335/2015 (Α΄ 87), περί προσδιορισμού της ελάχιστης απαίτησης για ίδια κεφάλαια, προστίθενται οι οντότητες τρίτων χωρών που θα ήταν οντότητες εξυγίανσης εάν ήταν εγκατεστημένες στην Ευρωπαϊκή Ένωση, και η παρ. 4 διαμορφώνεται ως εξής:

«4. Για τους σκοπούς της παρ. 2 του άρθρου 45η, σε περίπτωση που περισσότερες από μία οντότητες G-SII που ανήκουν στο ίδιο G-SII είναι οντότητες εξυγίανσης ή οντότητες τρίτων χωρών που θα ήταν οντότητες εξυγίανσης εάν ήταν εγκατεστημένες στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ), οι σχετικές αρχές εξυγίανσης υπολογίζουν το ποσό που προβλέπεται στην παρ. 3:

α) για κάθε οντότητα εξυγίανσης ή οντότητα τρίτης χώρας που θα ήταν οντότητα εξυγίανσης εάν ήταν εγκατεστημένη στην ΕΕ,

β) για τη μητρική οντότητα της ΕΕ, σαν να ήταν η μοναδική οντότητα εξυγίανσης του G-SII.».

 

Άρθρο 53

Διαδικασία για τον καθορισμό της ελάχιστης απαίτησης ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων

υποχρεώσεων – Τροποποίηση παρ. 2 εσωτερικού άρθρου 45η άρθρου 2 ν. 4335/2015

(παρ. 3 άρθρου 2 Κανονισμού (ΕΕ) 2022/2036)

Στο πρώτο και στο τελευταίο εδάφιο της παρ. 2 του εσωτερικού άρθρου 45η του άρθρου 2 του ν. 4335/2015 (Α΄ 87), περί διαδικασίας για τον καθορισμό της ελάχιστης απαίτησης ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων, προστίθενται οι οντότητες τρίτων χωρών και εξειδικεύονται οι παραπομπές στην ενωσιακή νομοθεσία, στο πεδίο της περ. α) προστίθενται τρίτες χώρες, και η παρ. 2 διαμορφώνεται ως εξής:

«2. Σε περίπτωση που περισσότερες από μία οντότητες G-SII που ανήκουν στο ίδιο G-SII είναι οντότητες εξυγίανσης ή οντότητες τρίτων χωρών που θα ήταν οντότητες εξυγίανσης εάν ήταν εγκατεστημένες στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ), οι αρχές εξυγίανσης που αναφέρονται στην παρ. 1, συζητούν και, κατά περίπτωση και σύμφωνα με τη στρατηγική εξυγίανσης του G-SII, συμφωνούν όσον αφορά την εφαρμογή του άρθρου 72ε του Κανονισμού (ΕΕ) 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 26ης Ιουνίου 2013 σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων και την τροποποίηση του Κανονισμού (ΕΕ) αριθμ. 648/2012 (L 176) και τυχόν προσαρμογή, ώστε να ελαχιστοποιείται ή να εξαλείφεται η διαφορά μεταξύ του αθροίσματος των ποσών που αναφέρονται στην περ. α) της παρ. 4 του άρθρου 45δ και στην περ. α) του άρθρου 12α του Κανονισμού (ΕΕ) 575/2013, όσον αφορά στις επιμέρους οντότητες εξυγίανσης ή τις οντότητες τρίτων χωρών, και του αθροίσματος των ποσών που αναφέρονται στην περ. β) της παρ. 4 του άρθρου 45δ και στην περ. β) του άρθρου 12α του Κανονισμού (ΕΕ) 575/2013.

Η εν λόγω προσαρμογή δύναται να εφαρμοστεί υπό τους ακόλουθους όρους:

α) η προσαρμογή δύναται να εφαρμοστεί για διαφορές στον υπολογισμό των συνολικών ποσών έκθεσης σε κίνδυνο, μεταξύ των οικείων κρατών μελών ή τρίτων χωρών, προσαρμόζοντας το επίπεδο της απαίτησης,

β) η προσαρμογή δεν εφαρμόζεται για την εξάλειψη των διαφορών που προκύπτουν από ανοίγματα μεταξύ ομίλων εξυγίανσης.

Το άθροισμα των ποσών που αναφέρονται στην περ. α) της παρ. 4 του άρθρου 45δ και στην περ. α) του άρθρου 12α του Κανονισμού (ΕΕ) 575/2013, όσον αφορά στις επιμέρους οντότητες εξυγίανσης ή τις οντότητες τρίτων χωρών που θα ήταν οντότητες εξυγίανσης εάν ήταν εγκατεστημένες στην ΕΕ, δεν πρέπει να είναι χαμηλότερο από το άθροισμα των ποσών που αναφέρονται στην περ. β) της παρ. 4 του άρθρου 45δ και στην περ. β) του άρθρου 12α του Κανονισμού (ΕΕ) 575/2013.».

 

Άρθρο 54

Εξουσίες για την αντιμετώπιση ή την εξάλειψη εμποδίων στη δυνατότητα εξυγίανσης – Τροποποίηση παρ. 5 εσωτερικού άρθρου 25 άρθρου 2 ν. 4335/2015

(περ. δ παρ. 7 άρθρου 1 Οδηγίας (ΕΕ) 2019/879)

Στην παρ. 5 του εσωτερικού άρθρου 25 του άρθρου 2 του ν. 4335/2015 (Α’ 87), περί προσδιορισμού εναλλακτικών μέτρων εξυγίανσης, προστίθεται η λέξη «δεόντως», και η παρ. 5 διαμορφώνεται ως εξής:

«5. Πριν από τον προσδιορισμό οποιουδήποτε μέτρου που αναφέρεται στην παρ. 4, η αρχή εξυγίανσης, μετά από διαβούλευση με την αρμόδια αρχή και, όπου ενδείκνυται, την αρχή μακροπροληπτικής εποπτείας, λαμβάνει δεόντως υπόψη τις πιθανές επιπτώσεις των εν λόγω μέτρων στη συγκεκριμένη οντότητα, στην εσωτερική αγορά χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, καθώς και στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα άλλων κρατών – μελών και της ΕΕ στο σύνολό της.».

 

Άρθρο 55

Εξουσία αναστολής ορισμένων υποχρεώσεων – Τροποποίηση εσωτερικού άρθρου 33α άρθρου 2 ν. 4335/2015

(παρ. 12 άρθρου 1 Οδηγίας (ΕΕ) 2019/879)

Στο εσωτερικό άρθρο 33α του άρθρου 2 του ν. 4335/2015 (Α’ 87), περί αναστολής υποχρεώσεων οντοτήτων, στην περ. β) της παρ. 1 προστίθενται και οι οντότητες, στην περ. δ) της ίδιας παραγράφου επέρχονται νομοτεχνικές βελτιώσεις, στο τέλος του πρώτου εδαφίου της παρ. 4 προστίθεται η φράση «στο κράτος μέλος της αρχής εξυγίανσης του ιδρύματος ή της οντότητας», στη δημοσίευση του δευτέρου εδαφίου της παρ. 8 προστίθενται οι όροι και η διάρκεια της αναστολής, και το άρθρο 33Α διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 33Α

Εξουσία αναστολής ορισμένων υποχρεώσεων

(παρ. 12 του άρθρου 1 της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/879)

  1. Η αρχή εξυγίανσης, μετά από διαβούλευση με την αρμόδια αρχή, η οποία απαντάει έγκαιρα, διαθέτει την εξουσία να αναστέλλει οποιεσδήποτε υποχρεώσεις πληρωμής ή παράδοσης απορρέουν από οποιαδήποτε σύμβαση στην οποία είναι συμβαλλόμενο μέρος ίδρυμα ή οντότητα που αναφέρεται στις περ. β), γ) ή δ) της παρ. 1 του άρθρου 1, εφόσον πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) έχει διαπιστωθεί ότι το ίδρυμα ή η οντότητα τελεί σε κατάσταση αφερεγγυότητας ή επαπειλούμενης αφερεγγυότητας σύμφωνα με την περ. α) της παρ. 1 του άρθρου 32,

β) δεν υφίσταται άμεσα διαθέσιμο μέτρο του ιδιωτικού τομέα που αναφέρεται στην περ. β) της παρ. 1 του άρθρου 32 που θα απέτρεπε την αφερεγγυότητα του ιδρύματος ή της οντότητας.

γ) η άσκηση της εξουσίας αναστολής κρίνεται αναγκαία για να αποφευχθεί η περαιτέρω επιδείνωση των οικονομικών συνθηκών του ιδρύματος ή της οντότητας, και

δ) η άσκηση της εξουσίας αναστολής είναι είτε:

δα) αναγκαία προκειμένου να συναχθεί η διαπίστωση που αναφέρεται στην περ. γ) της παρ. 1 του άρθρου 32, είτε

δβ) αναγκαία για την επιλογή των κατάλληλων ενεργειών εξυγίανσης ή τη διασφάλιση της αποτελεσματικής εφαρμογής ενός ή περισσοτέρων εργαλείων εξυγίανσης.

  1. Η εξουσία που αναφέρεται στην παρ. 1 δεν εφαρμόζεται σε υποχρεώσεις πληρωμής και παράδοσης έναντι των ακόλουθων:

α) συστημάτων ή διαχειριστών συστημάτων που ορίζονται σύμφωνα με τους v. 4370/2016 (Α΄ 37) και v. 2789/ 2000 (Α΄ 21),

β) κεντρικών αντισυμβαλλομένων που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στην ΕΕ σύμφωνα με το άρθρο 14 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθμ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 4ης Ιουλίου 2012 για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλόμενους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών (L 201) και κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών οι οποίοι έχουν αναγνωριστεί από την Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών (ΕΑΚΑΑ) σύμφωνα με το άρθρο 25 του εν λόγω Κανονισμού,

γ) κεντρικών τραπεζών. Η αρχή εξυγίανσης καθορίζει το πεδίο εφαρμογής της εξουσίας που αναφέρεται στην παρ. 1 λαμβάνοντας υπόψη τις περιστάσεις κάθε περίπτωσης. Συγκεκριμένα, η αρχή εξυγίανσης αξιολογεί προσεκτικά την καταλληλότητα της επέκτασης της αναστολής σε επιλέξιμες καταθέσεις σύμφωνα με τον ορισμό του σημείου 13 της παρ. 1 του άρθρου 3 του ν. 4370/2016, ιδίως σε καλυπτόμενες καταθέσεις, τις οποίες κατέχουν φυσικά πρόσωπα και πολύ μικρές, μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις.

  1. Όταν ασκείται η εξουσία αναστολής των υποχρεώσεων πληρωμής ή παράδοσης σε σχέση με επιλέξιμες καταθέσεις, η αρχή εξυγίανσης διασφαλίζει, εφόσον τούτο απαιτείται ενόψει των κριτηρίων της παρ. 5, ότι οι καταθέτες έχουν πρόσβαση σε κατάλληλο ημερήσιο ποσό από τις καταθέσεις αυτές, εξειδικεύοντας παράλληλα τον τρόπο με τον οποίο παρέχεται αυτή η πρόσβαση.
  2. Η περίοδος της αναστολής σύμφωνα με την παρ. 1 είναι όσο το δυνατόν συντομότερη και δεν υπερβαίνει το ελάχιστο χρονικό διάστημα το οποίο κρίνει αναγκαίο η αρχή εξυγίανσης για τους σκοπούς που αναφέρονται στις περ. γ) και δ) της παρ. 1 και σε καμία περίπτωση δεν διαρκεί περισσότερο από το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί από τη δημοσίευση που προβλέπεται στην παρ. 8, έως τα μεσάνυκτα της εργάσιμης ημέρας που ακολουθεί μετά τη δημοσίευση αυτή στο κράτος μέλος της αρχής εξυγίανσης του ιδρύματος ή της οντότητας.

Κατά τη λήξη της περιόδου αναστολής που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, η αναστολή παύει να ισχύει.

  1. Κατά την άσκηση της εξουσίας που αναφέρεται στην παρ. 1, λαμβάνεται υπόψη η επίπτωση που μπορεί να έχει η άσκηση της εν λόγω εξουσίας στην εύρυθμη λειτουργία των χρηματοπιστωτικών αγορών, καθώς και το ισχύον δίκαιο και οι εποπτικές και δικαστικές εξουσίες για τη διασφάλιση των δικαιωμάτων των πιστωτών και της ίσης μεταχείρισης των πιστωτών στο πλαίσιο των συνήθων διαδικασιών αφερεγγυότητας. Η αρχή εξυγίανσης λαμβάνει ιδίως υπόψη την ενδεχόμενη εφαρμογή των συνήθων διαδικασιών αφερεγγυότητας στο ίδρυμα ή την οντότητα λόγω της διαπίστωσης της περ. γ) της παρ. 1 του άρθρου 32 και προβαίνει στις ρυθμίσεις που κρίνει κατάλληλες, ώστε να εξασφαλίσει τον κατάλληλο συντονισμό με την εποπτική αρχή της ειδικής εκκαθάρισης.
  2. Όταν οι απορρέουσες από σύμβαση υποχρεώσεις πληρωμής ή παράδοσης αναστέλλονται δυνάμει της παρ. 1, οι υποχρεώσεις πληρωμής ή παράδοσης οποιωνδήποτε αντισυμβαλλομένων δυνάμει της σύμβασης αυτής αναστέλλονται για το ίδιο χρονικό διάστημα.
  3. Μια υποχρέωση πληρωμής ή παράδοσης που θα ήταν απαιτητή κατά την περίοδο αναστολής είναι απαιτητή αμέσως μετά τη λήξη της περιόδου αυτής.
  4. Η αρχή εξυγίανσης ενημερώνει αμελλητί το ίδρυμα ή την οντότητα που αναφέρεται στις περ. β), γ) και δ) της παρ. 1 του άρθρου 1 και τις αρχές που αναφέρονται στις περ. α) έως η) της παρ. 2 του άρθρου 82 όταν ασκεί την εξουσία που αναφέρεται στην παρ. 1 μετά τη διαπίστωση ότι το ίδρυμα τελεί σε κατάσταση αφερεγγυότητας ή επαπειλούμενης αφερεγγυότητας σύμφωνα με την περ. α) της παρ. 1 του άρθρου 32 και πριν από τη λήψη της απόφασης για εξυγίανση.

Οι πράξεις που εκδίδονται βάσει των παρ. 1, 3 και 10, καθώς και οι όροι και η χρονική διάρκεια της αναστολής δημοσιεύονται με τα μέσα που αναφέρονται στην παρ. 3 του άρθρου 82.

  1. Το παρόν ισχύει με την επιφύλαξη της κείμενης νομοθεσίας περί αναστολής υποχρεώσεων πληρωμής ή παράδοσης των ιδρυμάτων και των οντοτήτων που αναφέρονται στην παρ. 1 πριν από τη διαπίστωση ότι τα εν λόγω ιδρύματα ή οντότητες τελούν σε κατάσταση αφερεγγυότητας ή επαπειλούμενης αφερεγγυότητας σύμφωνα με την περ. α) της παρ. 1 του άρθρου 32 ή εξουσιών αναστολής υποχρεώσεων πληρωμής ή παράδοσης των ιδρυμάτων και των οντοτήτων τα οποία πρόκειται να τεθούν σε εκκαθάριση στο πλαίσιο των συνήθων διαδικασιών αφερεγγυότητας και υπερβαίνουν το πεδίο εφαρμογής και τη διάρκεια που προβλέπονται στο παρόν. Οι εν λόγω εξουσίες ασκούνται σύμφωνα με το πεδίο εφαρμογής, τη διάρκεια και τους όρους που προβλέπονται στις οικείες διατάξεις. Οι όροι που προβλέπονται στο παρόν δεν θίγουν τους όρους που αφορούν αυτήν την εξουσία αναστολής των υποχρεώσεων πληρωμής ή παράδοσης.
  2. Όταν η αρχή εξυγίανσης ασκεί την εξουσία να αναστέλλει υποχρεώσεις πληρωμής ή παράδοσης όσον αφορά ένα ίδρυμα ή μια οντότητα που αναφέρεται στις περ. β), γ) ή δ) της παρ. 1 του άρθρου 1, σύμφωνα με την παρ. 1, η αρχή εξυγίανσης μπορεί επίσης, κατά τη διάρκεια της εξαίρεσης, να ασκεί την εξουσία να:

α) περιορίζει τους ενέγγυους πιστωτές του εν λόγω ιδρύματος ή της οντότητας να προβαίνουν σε αναγκαστική εκτέλεση συμφωνιών παροχής ασφάλειας σε σχέση με οποιοδήποτε από τα στοιχεία ενεργητικού του εν λόγω ιδρύματος ή της οντότητας, για το ίδιο χρονικό διάστημα, περίπτωση κατά την οποία εφαρμόζονται οι παρ. 2, 3 και 4 του άρθρου 70, και

β) αναστέλλει τα δικαιώματα καταγγελίας οποιουδήποτε συμβαλλόμενου μέρους μιας σύμβασης με το εν λόγω ίδρυμα ή την οντότητα, για το ίδιο χρονικό διάστημα, περίπτωση κατά την οποία εφαρμόζεται το άρθρο 71.

  1. Σε περίπτωση που, μετά τη διαπίστωση ότι το ίδρυμα ή η οντότητα τελεί σε κατάσταση αφερεγγυότητας ή επαπειλούμενης αφερεγγυότητας σύμφωνα με την περ. α) της παρ. 1 του άρθρου 32, η αρχή εξυγίανσης έχει ασκήσει την εξουσία αναστολής υποχρεώσεων πληρωμής ή παράδοσης δυνάμει των παρ. 1 ή 10, και εφόσον στη συνέχεια αναλαμβάνεται ενέργεια εξυγίανσης έναντι αυτού του ιδρύματος, η εν λόγω αρχή δεν ασκεί τις εξουσίες της δυνάμει της παρ. 1 του άρθρου 69, της παρ. 1 του άρθρου 70 ή της παρ. 1 του άρθρου 71 όσον αφορά το εν λόγω ίδρυμα ή την εν λόγω οντότητα.».

 

Άρθρο 56

Πεδίο εφαρμογής της αναδιάρθρωσης παθητικού – Τροποποίηση παρ. 6 εσωτερικού άρθρου 44 άρθρου 2 ν. 4335/2015

(περ. β παρ. 15 άρθρου 1 Οδηγίας (ΕΕ) 2019/879)

Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 6 του εσωτερικού άρθρου 44 του άρθρου 2 του ν. 4335/2015 (Α’ 87), περί εξαιρέσεων κατά την αναδιάρθρωση παθητικού στην εξυγίανση, αντικαθίσταται, και η παρ. 6 διαμορφώνεται ως εξής:

«6. Οι εξαιρέσεις δυνάμει της παρ. 5 μπορούν να εφαρμόζονται είτε για να εξαιρεθεί πλήρως μια υποχρέωση από την απομείωση είτε για να περιοριστεί ο βαθμός απομείωσής της. Όταν η αρχή εξυγίανσης αποφασίζει να εξαιρέσει, συνολικά ή εν μέρει, μια υποχρέωση υποκείμενη σε αναδιάρθρωση παθητικού ή μια κατηγορία υποχρεώσεων υποκείμενων σε αναδιάρθρωση παθητικού, δυνάμει της παρούσας, το επίπεδο απομείωσης ή μετατροπής που εφαρμόζεται σε άλλες υποχρεώσεις υποκείμενες σε αναδιάρθρωση παθητικού μπορεί να αυξηθεί, προκειμένου να ληφθούν υπόψη τέτοιες εξαιρέσεις, αν ως προς το επίπεδο απομείωσης και μετατροπής που εφαρμόζεται σε άλλες υποχρεώσεις υποκείμενες σε αναδιάρθρωση παθητικού, τηρείται η αρχή της περ. ζ’ της παρ. 1 του άρθρου 34.».

 

Άρθρο 57

 Επιλέξιμες υποχρεώσεις για οντότητες εξυγίανσης – Τροποποίηση παρ. 7 και περ. β παρ. 9 εσωτερικού άρθρου 45β άρθρου 2 ν. 4335/2015

 (παρ. 17 άρθρου 1 Οδηγίας (ΕΕ) 2019/879)

  1. Στο εισαγωγικό εδάφιο της παρ. 7 του εσωτερικού άρθρου 45β του άρθρου 2 του ν. 4335/2015 (Α΄ 87), διορθώνεται η παραπεμπόμενη παράγραφος του άρθρου 45γ, και η παρ. 7 διαμορφώνεται ως εξής:

«7. Κατά παρέκκλιση από την παρ. 4, η αρχή εξυγίανσης μπορεί να αποφασίσει ότι η απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 45ε ικανοποιείται από οντότητες εξυγίανσης που είναι G-SIIs ή οντότητες εξυγίανσης που υπόκεινται στην παρ. 4 ή 5 του άρθρου 45γ με ίδια κεφάλαια, μέσα επιλέξιμων υποχρεώσεων μειωμένης εξασφάλισης ή τις υποχρεώσεις που αναφέρονται στην παρ. 3, στον βαθμό που το άθροισμα των εν λόγω ιδίων κεφαλαίων, μέσων και υποχρεώσεων, λόγω της υποχρέωσης της οντότητας εξυγίανσης να συμμορφώνεται με τη συνολική απαίτηση αποθεμάτων ασφαλείας και τις απαιτήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 92α του Κανονισμού (ΕΕ) 575/2013, στην παρ. 4 του άρθρου 45γ και στο άρθρο 45ε του παρόντος, δεν υπερβαίνει το υψηλότερο μεταξύ:

α) του οκτώ τοις εκατό (8%) του συνόλου των υποχρεώσεων της οντότητας, συμπεριλαμβανομένων των ιδίων κεφαλαίων, ή

β) του ποσού που προκύπτει από την εφαρμογή του τύπου Ax2 +Bx2 +C, όπου A, B και C είναι τα ακόλουθα ποσά:

A = το ποσό που προκύπτει από την απαίτηση που αναφέρεται στην περ. γ΄ της παρ. 1 του άρθρου 92 του Κανονισμού (ΕΕ) 575/2013,

B = το ποσό που προκύπτει από την απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 96α του v. 4261/2014 (Α΄ 107),

C = το ποσό που προκύπτει από τη συνολική απαίτηση αποθεμάτων ασφαλείας.».

  1. Στην περ. β) της παρ. 9 του εσωτερικού άρθρου 45β του άρθρου 2 του ν. 4335/2015, περί ποσού των μέσων επιλέξιμων υποχρεώσεων, η λέξη «ληκτότητα» αντικαθίσταται από τη φράση «εναπομένουσα διάρκεια», και η περ. β διαμορφώνεται ως εξής:

«β) το ποσό των μέσων επιλέξιμων υποχρεώσεων που πληρούν όλες τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 72α του Κανονισμού (ΕΕ) 575/2013 και οι οποίες έχουν εναπομένουσα διάρκεια μικρότερη του ενός έτους από την ημερομηνία της απόφασης με σκοπό την ποσοτική προσαρμογή των απαιτήσεων που αναφέρονται στις παρ. 5 και 7,».

 

Άρθρο 58

Αποτέλεσμα των ενεργειών της απομείωσης και της μετατροπής σε περίπτωση αναδιάρθρωσης παθητικού – Τροποποίηση παρ. 2 εσωτερικού άρθρου 48 άρθρου 2 v. 4335/2015

(περ. β παρ. 20 άρθρου 1 Οδηγίας (ΕΕ) 2019/879)

Στο τελευταίο εδάφιο της παρ. 2 του εσωτερικού άρθρου 48 του άρθρου 2 του ν. 4335/2015 (Α΄ 87), περί αναδιάρθρωσης παθητικού, η φράση «επιλέξιμες υποχρεώσεις» αντικαθίσταται από τη φράση «υποχρεώσεις υποκείμενες σε αναδιάρθρωση παθητικού», και η παρ. 2 διαμορφώνεται ως εξής:

«2. Όταν εφαρμόζει τις εξουσίες απομείωσης ή μετατροπής, η αρχή εξυγίανσης επιμερίζει τις ζημίες, οι οποίες αποτυπώνονται στο άθροισμα των ποσών που αναφέρονται στις περ. β’ και γ’ της παρ. 3 του άρθρου 47, εξίσου μεταξύ των μετοχών ή άλλων τίτλων ιδιοκτησίας και των υποχρεώσεων που υπόκεινται σε αναδιάρθρωση παθητικού ιδίας τάξεως, μειώνοντας την αξία ή το οφειλόμενο ανεξόφλητο υπόλοιπο των εν λόγω μετοχών ή άλλων τίτλων ιδιοκτησίας και των υποχρεώσεων που υπόκεινται σε αναδιάρθρωση παθητικού στον ίδιο βαθμό αναλογικά με την αξία τους, όπως προσδιορίζεται κατά το άρθρο 36, εκτός εάν, επιτρέπεται διαφορετικός επιμερισμός ζημιών μεταξύ των υποχρεώσεων ιδίας τάξεως για τις περιπτώσεις που καθορίζονται στην παρ. 6 του άρθρου 44. Η παρούσα δεν εμποδίζει υποχρεώσεις που έχουν εξαιρεθεί από την εφαρμογή της αναδιάρθρωσης παθητικού σύμφωνα με τις παρ. 2 έως 5 του άρθρου 44 να έχουν ευνοϊκότερη μεταχείριση από υποχρεώσεις υποκείμενες σε αναδιάρθρωση παθητικού ιδίας τάξεως κατά τις συνήθεις διαδικασίες αφερεγγυότητας.».

 

Άρθρο 59

Συμβατική αναγνώριση της αναδιάρθρωσης παθητικού – Τροποποίηση παρ. 1 και 2 εσωτερικού άρθρου 55 άρθρου 2 v. 4335/2015

 (παρ. 21 άρθρου 1 Οδηγίας (ΕΕ) 2019/879)

Στο εσωτερικό άρθρο 55 του άρθρου 2 του ν. 4335/2015 (Α΄ 87), περί ιδρυμάτων και οντοτήτων, επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) στο τελευταίο εδάφιο της παρ. 1 προσδιορίζεται ότι η αρχή εξυγίανσης είναι αρχή κράτους μέλους, μετά τη λέξη «μετατροπής», προστίθεται η φράση «που ασκεί η αρχή εξυγίανσης κράτους μέλους», β) στο προτελευταίο εδάφιο της παρ. 2 διορθώνεται η παραπομπή στο όγδοο εδάφιο της παραγράφου, και οι παρ. 1 και 2 διαμορφώνονται ως εξής:

«1. Τα ιδρύματα και οι οντότητες που αναφέρονται στις περ. β’, γ’ ή δ’ της παρ. 1 του άρθρου 1 περιλαμβάνουν συμβατικό όρο με τον οποίο ο πιστωτής ή το μέρος της συμφωνίας ή του μέσου που δημιουργεί την υποχρέωση, αναγνωρίζει ότι η εν λόγω υποχρέωση ενδέχεται να αποτελέσει αντικείμενο των εξουσιών απομείωσης και μετατροπής και συμφωνεί να δεσμεύεται από κάθε μείωση της αξίας του ποσού κεφαλαίου ή του οφειλόμενου ανεξόφλητου ποσού, μετατροπή ή ακύρωση, που πραγματοποιείται από την άσκηση των εν λόγω εξουσιών από μια αρχή εξυγίανσης, υπό τον όρο ότι η εν λόγω υποχρέωση πληροί όλες τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) δεν εξαιρείται δυνάμει της παρ. 2 του άρθρου 44,

β) δεν αποτελεί κατάθεση, όπως αυτή αναφέρεται στην υποπερ. ββ’ της περ. ε’ της παρ. 1 του άρθρου 145α του v. 4261/2014 (Α΄ 107),

γ) διέπεται από τη νομοθεσία τρίτης χώρας, και

δ) εκδίδεται ή αναλαμβάνεται μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας.

Η αρχή εξυγίανσης δύναται να αποφασίσει ότι η υποχρέωση του πρώτου εδαφίου δεν εφαρμόζεται σε ιδρύματα ή οντότητες στα οποία η απαίτηση της παρ. 1 του άρθρου 45 ισούται με το ποσό της απορρόφησης ζημιών, όπως ορίζεται δυνάμει της περ. Α΄ της παρ. 2 του άρθρου 45γ, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω υποχρεώσεις που πληρούν τους όρους που αναφέρονται στις περ. α) έως δ) και που δεν περιλαμβάνουν τον συμβατικό όρο που αναφέρεται στο εν λόγω εδάφιο δεν συνυπολογίζονται στην απαίτηση αυτή.

Το πρώτο εδάφιο δεν εφαρμόζεται σε περίπτωση που η αρχή εξυγίανσης κράτους μέλους διαπιστώνει ότι οι υποχρεώσεις ή τα μέσα του πρώτου εδαφίου μπορούν να υπαχθούν στις εξουσίες απομείωσης και μετατροπής που ασκεί η αρχή εξυγίανσης κράτους μέλους, σύμφωνα με το δίκαιο τρίτης χώρας ή σύμφωνα με δεσμευτική συμφωνία που έχει συναφθεί με την εν λόγω τρίτη χώρα.

  1. Όταν ίδρυμα ή οντότητα που αναφέρεται στις περ. β), γ) ή δ) της παρ. 1 του άρθρου 1 καταλήξει στη διαπίστωση ότι είναι νομικά ή άλλως ανέφικτο να συμπεριληφθεί στη σύμβαση, που διέπει μια σχετική υποχρέωση, ο όρος που απαιτείται σύμφωνα με την παρ. 1, το εν λόγω ίδρυμα ή οντότητα κοινοποιεί τη διαπίστωσή του στην αρχή εξυγίανσης, προσδιορίζοντας παράλληλα την κατηγορία στην οποία εμπίπτει η υποχρέωση και αιτιολογώντας την εν λόγω διαπίστωση. Το ίδρυμα ή η οντότητα παρέχει στην αρχή εξυγίανσης κάθε πληροφορία την οποία η αρχή εξυγίανσης ζητά εντός εύλογου χρονικού διαστήματος μετά την παραλαβή της κοινοποίησης, προκειμένου η αρχή εξυγίανσης να αξιολογήσει την επίπτωση της εν λόγω κοινοποίησης στη δυνατότητα εξυγίανσης του εν λόγω ιδρύματος ή οντότητας.

Εφόσον λάβει χώρα η κοινοποίηση δυνάμει του πρώτου εδαφίου της παρούσας, η υποχρέωση να συμπεριληφθεί στη σύμβαση όρος που απαιτείται σύμφωνα με την παρ. 1 αναστέλλεται αυτοδίκαια από τη λήψη της κοινοποίησης από την αρχή εξυγίανσης.

Σε περίπτωση που η αρχή εξυγίανσης καταλήξει στη διαπίστωση ότι δεν είναι ανέφικτο, από νομική ή άλλη άποψη, να συμπεριληφθεί στη σύμβαση ο όρος που απαιτείται σύμφωνα με την παρ. 1, λαμβανομένης υπόψη της ανάγκης να διασφαλιστεί η δυνατότητα εξυγίανσης του ιδρύματος ή της οντότητας, ζητά, εντός εύλογου χρονικού διαστήματος μετά την κοινοποίηση του πρώτου εδαφίου, τη συμπερίληψη ενός τέτοιου συμβατικού όρου. Η αρχή εξυγίανσης μπορεί, επιπροσθέτως, να απαιτήσει από το ίδρυμα ή την οντότητα να τροποποιήσει τις πρακτικές του/της όσον αφορά στην εφαρμογή της εξαίρεσης από τη συμβατική αναγνώριση της αναδιάρθρωσης παθητικού.

Οι υποχρεώσεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας δεν περιλαμβάνουν πρόσθετα μέσα της Κατηγορίας 1, μέσα της Κατηγορίας 2 και χρεωστικά μέσα που αναφέρονται στην υποπερ. β της περ. 110 της παρ. 1 του άρθρου 2, όπου τα εν λόγω μέσα είναι μη εξασφαλισμένες υποχρεώσεις. Επιπλέον, οι υποχρεώσεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας είναι ανώτερης εξοφλητικής προτεραιότητας από τις υποχρεώσεις που αναφέρονται στην περ. (ι) της παρ. 1 του άρθρου 145α του v. 4261/2014.

Σε περίπτωση που η αρχή εξυγίανσης, στο πλαίσιο της αξιολόγησης της δυνατότητας εξυγίανσης ιδρύματος ή οντότητας που αναφέρεται στις περ. β), γ) ή δ) της παρ. 1 του άρθρου 1, σύμφωνα με τα άρθρα 23 και 24, ή σε οποιαδήποτε άλλη χρονική στιγμή, διαπιστώσει ότι, εντός μιας κατηγορίας υποχρεώσεων η οποία περιλαμβάνει επιλέξιμες υποχρεώσεις, το ποσό των υποχρεώσεων που, σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο της παρούσας, δεν περιλαμβάνουν τον συμβατικό όρο που αναφέρεται στην παρ. 1, μαζί με τις υποχρεώσεις που εξαιρούνται από την εφαρμογή του εργαλείου της αναδιάρθρωσης παθητικού, σύμφωνα με τις παρ. 2 έως 4 του άρθρου 44 ή που είναι πιθανόν να εξαιρεθούν σύμφωνα με την παρ. 5 του άρθρου 44, υπερβαίνει το δέκα τοις εκατό (10%) του ποσού της εν λόγω κατηγορίας, αξιολογεί αμέσως τις επιπτώσεις αυτού του δεδομένου στη δυνατότητα εξυγίανσης του εν λόγω ιδρύματος ή οντότητας, συμπεριλαμβανομένων των επιπτώσεων στη δυνατότητα εξυγίανσης που απορρέουν από τον κίνδυνο να πληγούν οι διασφαλίσεις των πιστωτών, όπως προβλέπονται στο άρθρο 73 όταν εφαρμόζονται οι εξουσίες απομείωσης ή μετατροπής σε επιλέξιμες υποχρεώσεις.

Σε περίπτωση που, με βάση την εκτίμηση που αναφέρεται στο όγδοο εδάφιο της παρούσας, η αρχή εξυγίανσης καταλήξει στο συμπέρασμα ότι οι υποχρεώσεις οι οποίες, σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο, δεν περιλαμβάνουν τον συμβατικό όρο που αναφέρεται στην παρ. 1, δημιουργούν ουσιαστικό εμπόδιο στη δυνατότητα εξυγίανσης, εφαρμόζει τις εξουσίες που προβλέπονται στο άρθρο 25, όπως αρμόζει, ώστε να αρθεί το εν λόγω εμπόδιο στη δυνατότητα εξυγίανσης.

Υποχρεώσεις, στη σύμβαση των οποίων, το ίδρυμα ή η οντότητα που αναφέρεται στις περ. β), γ) ή δ) της παρ. 1 του άρθρου 1 δεν έχει συμπεριλάβει τον όρο που απαιτείται σύμφωνα με την παρ. 1 του παρόντος ή για τις οποίες, σύμφωνα με την παρούσα, η εν λόγω απαίτηση δεν εφαρμόζεται, δεν υπολογίζονται για την ελάχιστη απαίτηση ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων.».

 

Άρθρο 60

Απαίτηση για την άσκηση των εξουσιών απομείωσης ή μετατροπής των σχετικών κεφαλαιακών μέσων και επιλέξιμων υποχρεώσεων – Τροποποίηση παρ. 3 και 10 εσωτερικού άρθρου 59 άρθρου 2 v. 4335/2015

(περ. β παρ. 4 άρθρου 59 Οδηγίας 2014/59/ΕΕ και παρ. 23 άρθρου 1 Οδηγίας (ΕΕ) 2019/879)

  1. Στην περ. β) της παρ. 3 του εσωτερικού άρθρου 59 του άρθρου 2 του ν. 4335/2015 (Α΄ 87), περί συνεκτίμησης περιστάσεων για τη βιωσιμότητα ιδρύματος, οντότητας και ομίλων, αντί του διαζευκτικού «ή» για την απομείωση ή τη μετατροπή των κεφαλαιακών μέσων, τίθεται η λέξη «πλην», αφαιρούνται οι αναφορές στην «παρ. 2», προστίθενται οι λέξεις «μεμονωμένα ή σε συνδυασμό με ενέργεια εξυγίανσης», στην αναφορά της αφερεγγυότητας προστίθενται και οι οντότητες του άρθρου 1, και η περ. β) διαμορφώνεται ως εξής:

«β) λαμβάνοντας υπόψη τη χρονική στιγμή και άλλες σχετικές περιστάσεις, δεν προσδοκάται εύλογα ότι εναλλακτικά μέτρα προερχόμενα από τον ιδιωτικό τομέα, συμπεριλαμβανομένων των μέτρων του Θ.Σ.Π., ή ενέργειες της αρμόδιας αρχής ή της αρχής εξυγίανσης, συμπεριλαμβανομένων των μέτρων έγκαιρης παρέμβασης, πλην της απομείωσης ή της μετατροπής των σχετικών κεφαλαιακών μέσων ή των αναφερόμενων στην παρ. 1α επιλέξιμων υποχρεώσεων, μεμονωμένα ή σε συνδυασμό με ενέργεια εξυγίανσης, θα αποτρέψουν την αφερεγγυότητα του ιδρύματος ή της οντότητας των περ. β), γ) ή δ) της παρ. 1 του άρθρου 1 ή του ομίλου εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος.».

  1. Στην παρ. 10 του εσωτερικού άρθρου 59 του άρθρου 2 του ν. 4335/2015, περί αποτίμησης των στοιχείων ενεργητικού και παθητικού από την αρχή εξυγίανσης, προστίθενται στο πρώτο εδάφιο και στην περ. β) οι επιλέξιμες υποχρεώσεις, και η παρ. 10 διαμορφώνεται ως εξής:

«10. Πριν ασκήσει τις εξουσίες απομείωσης ή μετατροπής των κεφαλαιακών μέσων, ή των επιλέξιμων υποχρεώσεων της παρ. 1α, η αρχή εξυγίανσης διασφαλίζει ότι διενεργείται, σύμφωνα με το άρθρο 36, αποτίμηση των στοιχείων ενεργητικού και παθητικού του ιδρύματος ή της οντότητας των περ. β’, γ’ ή δ’ της παρ. 1 του άρθρου 1. Η αποτίμηση αυτή αποτελεί τη βάση υπολογισμού:

α) της απομείωσης που πρόκειται να εφαρμοστεί στα σχετικά κεφαλαιακά μέσα ή τις επιλέξιμες υποχρεώσεις που αναφέρονται στην παρ. 1α, προκειμένου να απορροφηθούν ζημίες, καθώς και,

β) του βαθμού μετατροπής των σχετικών κεφαλαιακών μέσων ή των επιλέξιμων υποχρεώσεων που αναφέρονται στην παρ. 1α με σκοπό την ανακεφαλαιοποίηση του ιδρύματος ή της οντότητας των περ. β), γ) ή δ) της παρ. 1 του άρθρου 1.».

 

Άρθρο 61

Αποκλεισμός ορισμένων συμβατικών ρητρών σε περίπτωση έγκαιρης παρέμβασης και εξυγίανσης – Τροποποίηση παρ. 5 εσωτερικού άρθρου 68 άρθρου 2 v. 4335/2015

(περ. β παρ. 29 άρθρου 1 Οδηγίας (ΕΕ) 2019/879)

Στην παρ. 5 του εσωτερικού άρθρου 68 του άρθρου 2 του ν. 4335/2015 (Α΄ 87), περί αναστολής, διορθώνονται οι παραπομπές, και η παρ. 5 διαμορφώνεται ως εξής:

«5. Η αναστολή ή ο περιορισμός δυνάμει των άρθρων 33α, 69 ή 70 δεν συνιστά αθέτηση συμβατικής υποχρέωσης για τους σκοπούς των παρ. 1 και 3 του παρόντος και της παρ. 1 του άρθρου 71.».

 

Άρθρο 62

Κατάταξη των απαιτήσεων στην ειδική εκκαθάριση – Τροποποίηση περ. η) παρ. 1 άρθρου 145A ν. 4261/2014

Στην περ. η της παρ. 1 του άρθρου 145A του ν. 4261/2014 (Α΄ 107), περί απαιτήσεων από καταθέσεις που εμπίπτουν στην εξαίρεση καταβολής αποζημιώσεων, διορθώνονται οι παραπομπές, και η περ. η διαμορφώνεται ως εξής:

«η. Απαιτήσεις από καταθέσεις που εμπίπτουν στην εξαίρεση από την καταβολή αποζημιώσεων σύμφωνα με το άρθρο 8 του v. 4370/2016, στις οποίες όμως δεν συμπεριλαμβάνονται οι καταθέσεις που εμπίπτουν στην περ. γ’ της διάταξης αυτής.».

  • 11 Νοεμβρίου 2023, 13:56 | ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ

    Tεράστιο θέμα είναι ότι ο αλγόριθμο λαμβάνει υπόψιν του το αποτέλεσμα της φορολογικής δήλωσης μετα των αναμορφώσεων και τις μεταφράζει ως κέρδος ή αύξηση εισοδήματος. Οι αναμορφώσεις μπορεί να αφορούν δαπάνες που δεν εκπίπτουν φόρους και ασφαλιστικές εισφορές που δεν εξυπηρετήθηκαν όπως προβλέψεις κλπ. Όλα αυτά όμως δεν είναι εισόδημα που προστίθεται στα κέρδη ή τα έσοδα αφού δεν μεταφράζονται σε ποσό που μπορεί να αποδοθεί προς εξυπηρέτηση των οφειλών, αλλά λογιστικές τακτοποιήσεις για την ορθή αποτύπωση των εγγραφών ή δαπανών που δεν εκπίπτουν φορολογικά. Έτσι ακόμη και εάν η εκάστοτε εταιρεία δεν δύναται να εξυπηρετήσει τις οφειλές της αδυνατεί να υπαχθεί στην εξωδικαστική τακτοποίηση οφειλών λόγο αύξησης κερδών, παρόλο που το EBITA αποδεικνύει την οικονομική δυσφορία της επιχείρησης.

  • 11 Νοεμβρίου 2023, 12:23 | ΕΙΡΗΝΗ ΤΣΕΣΜΕΛΗ

    Σε περιπτωση που εχει πλειστηριαστεί το ακινητο ή τα ακινητα του οφειλέτη για την ικανοποιηση των οφειλών του, το εναπομένων ποσό άμεσα να διαγραφεται. Να ισχύσει αναδρομικά για όσους οι διαχειριστριες εταιρειες ή αγοραστες ή Τράπεζες εχουν προβει σε όλες τις ενεργειες μεταγραφής της ακινητης περιουσίας των οφειλετων.Σε περιπτωση λοιπόν και επικειμενων πλειστηριασμών που υποθηκευονται καιμεταγραφονται λόγο ικανοποιησης οφειλής να διαγραφεται το συνολο της οφειλής αφου η Τραπεζα στην συμφωνία του δανείου ειχαν ήδη απο το νομικό τμήμα σε συνεργασία με εκτιμητες και μηχανικούς εξασφαλίσει την απαιτηση της απο τον δανειολήπτη.Ειναι παράνομο να υφίσταται οφειλή κατόπιν του πλειστηριασμού ακινήτου που εξασφαλιζε το δάνειο που ειχε ο οφειλέτης και να οδηγείται σε ατακτη πτωχευση.