Άρθρο 9

Στο άρθρο 340 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας προστίθεται παράγραφος 5 που έχει ως εξής:

«5. Ο ανήλικος κατηγορούμενος εμφανίζεται αυτοπροσώπως στο ακροατήριο του δικαστηρίου ανηλίκων. Κατά τη συζήτηση μπορεί να διορίζει δικηγόρο ως συνήγορο για την υπεράσπισή του, σύμφωνα με όσα ορίζονται στην παράγραφο 1 του παρόντος. Στις αξιόποινες πράξεις, οι οποίες είναι κακουργήματα, ο δικαστής ανηλίκων διορίζει υποχρεωτικά συνήγορο του κατηγορουμένου, εφόσον δεν διοριστεί από τον ίδιο».

  • 27 Μαρτίου 2010, 20:45 | Α. Κ. Ζαχαριάδης

    Μολονότι εύκολα μπορεί κανείς να αντιληφθεί για ποιους λόγους προβλέπεται ειδικά στους ανηλίκους η υποχρέωση για αυτοπρόσωπη εμφάνιση στο δικαστήριο, χωρίς παράλληλα να επιτρέπεται η δυνατότητα της παρ. 2 του άρθρου 340 ΚΠΔ περί εκπροσωπήσεώς του από συνήγορο, η συγκεκριμένη ρύθμιση δεν φαίνεται να συμβαδίζει με την πρόσφατη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου κατά την ερμηνεία του άρθρου 6 της ΕΣΔΑ, η οποία άλλωστε οδήγησε το νομοθέτη μας στη σχετική αναγνώριση του ανωτέρω θεμελιώδους δικαιώματος εκπροσωπήσεως σε κάθε έγκλημα (κακούργημα-πλημμέλημα-πταίσμα).
    Έτσι, ορθότερη θα ήταν και στους ανηλίκους η ίδια ακριβώς ρύθμιση που ισχύει στους ενηλίκους, ήτοι: καταρχήν υποχρέωση αυτοπρόσωπης εμφανίσεως, με παράλληλη, όμως, δυνατότητα εκπροσωπήσεως, αλλά και δυνατότητα του δικαστηρίου να διατάξει την αυτοπρόσωπη εμφάνιση, όπου απαιτείται για την εξεύρεση της αλήθειας.
    Η ευχέρεια εκτίμησης της προσωπικότητας του ανηλίκου από το Δικαστήριο, που φαίνεται να οδήγησε στην παραπάνω ρύθμιση του σχεδίου, δεν μπορεί να υπερκεράσει το δικαίωμα σε «δίκαιη δίκη», το οποίο έχει, κατά το άρθρο 6 της ΕΣΔΑ, κάθε κατηγορούμενος, είτε είναι ενήλικος είτε είναι ανήλικος, όπως τουλάχιστον αυτό οριοθετήθηκε μέχρι σήμερα από τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου!
    Εξάλλου, ειλικρινά δεν μπορώ να αντιληφθώ γιατί θα πρέπει ένας ανήλικος που κατηγορείται για μια ήσσονος σημασίας πράξη (πταίσμα ή ελαφρύ πλημμέλημα, π.χ. οδήγηση χωρίς κράνος ή άδεια), να υποχρεούται να εμφανίζεται αυτοπροσώπως και να μην μπορεί να εκπροσωπηθεί από συνήγορο. Αν κατηγορείται για μία σοβαρότερη πράξη (π.χ. κακούργημα ενηλίκου), ούτως ή άλλως, το δικαστήριο, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 340 παρ. 2 ΚΠΔ, θα μπορεί να διατάξει την αυτοπρόσωπη εμφάνισή του, εάν κρίνει ότι αυτή είναι απαραίτηση για την αποκάλυψη της αλήθειας.
    Τέλος, σημειωτέον ότι, μετά την τροποποίηση του άρθρου 340 ΚΠΔ με το ν. 3160/2003, γίνεται δεκτό ότι το δικαίωμα εκπροσώπησης από συνήγορο παρέχεται πλέον και στους ανηλίκους (βλ. Αρβανίτη, ΠοινΔικ 2003, σ. 888, Σεβαστίδη, Τροποποιήσεις του ν. 3160/2003 στον ΚΠΔ, 2004, σ. 199).
    Μήπως, λοιπόν, η ανωτέρω ρύθμιση του σχεδίου, κατά το σκέλος της που αφαιρεί από τον ανήλικο κατηγορούμενο ένα δικονομικό δικαίωμα που του είχε αναγνωρίσει προηγουμένως ο νόμος (3160/2003) και λειτουργούσε στην πράξη επί μία επταετία χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα, αποτελεί δικονομική οπισθοδρόμηση και θα πρέπει να επαναδιατυπωθεί;
    Αντιθέτως, απολύτως ορθά αναγνωρίζεται και στους ανηλίκους ο υποχρεωτικός διορισμός συνηγόρου στα κακουργήματα (για ενηλίκους).