Άρθρο 6 Συμβούλιο Διοίκησης της Αρχής

  1. Στην Αρχή συστήνεται πενταμελές Συμβούλιο Διοίκησης, αποτελούμενο από τον Πρόεδρο και τέσσερα (4) ακόμη τακτικά μέλη. Η θητεία των μελών του Συμβουλίου Διοίκησης ορίζεται πενταετής και μπορεί να ανανεωθεί μία (1) φορά, με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης.
  2. Ο Πρόεδρος και τα μέλη του Συμβουλίου Διοίκησης είναι πρόσωπα εγνωσμένου κύρους και υψηλής επιστημονικής συγκρότησης και επαγγελματικής εμπειρίας σε τομείς που σχετίζονται με τις αρμοδιότητες της Αρχής και του Συμβουλίου Διοίκησης. Οι υποψήφιοι πρέπει να διαθέτουν:

α) Πτυχίο ή δίπλωμα Ανώτατου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος (Α.Ε.Ι.) της ημεδαπής ή αντίστοιχο τίτλο σπουδών αναγνωρισμένου ιδρύματος της αλλοδαπής. Ιδιαίτερο προσόν κατά την επιλογή θεωρούνται οι μεταπτυχιακοί ή διδακτορικοί τίτλοι Α.Ε.Ι. της ημεδαπής ή αντίστοιχοι τίτλοι αναγνωρισμένων ιδρυμάτων της αλλοδαπής που αποδεικνύουν την επιστημονική εξειδίκευση σε συναφή προς τους σκοπούς της Αρχής και του Συμβουλίου Διοίκησης γνωστικά αντικείμενα.

β) Επαγγελματική εμπειρία σε συναφή αντικείμενα προς τους σκοπούς της Αρχής και τις αρμοδιότητες του Συμβουλίου Διοίκησης.

γ) Άριστη γνώση τουλάχιστον μίας (1) ξένης γλώσσας, ιδίως της αγγλικής. H γνώση επιπλέον ξένων γλωσσών θεωρείται επιπρόσθετο προσόν.

Οι υποψήφιοι πρέπει να έχουν τα προσόντα διορισμού τόσο κατά τον χρόνο λήξης της προθεσμίας υποβολής αιτήσεων όσο και κατά τον χρόνο του διορισμού.

  1. α) Τα μέλη του Συμβουλίου Διοίκησης είναι μερικής απασχόλησης και δεν αναστέλλεται για αυτά η άσκηση οποιουδήποτε δημοσίου λειτουργήματος, ούτε η άσκηση καθηκόντων σε οποιαδήποτε θέση του Δημοσίου, ανεξάρτητων αρχών, των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού και των επιχειρήσεών τους, των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και των νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου ή δημοσίων επιχειρήσεων ή επιχειρήσεων, τη διοίκηση των οποίων ορίζει, άμεσα ή έμμεσα, το Δημόσιο με διοικητική πράξη ή ως μέτοχος. Κατά τη διάρκεια της θητείας τους δεν επιτρέπεται να ασκούν οποιοδήποτε έμμισθο ή άμισθο λειτούργημα ή οποιαδήποτε άλλη επαγγελματική δραστηριότητα που δεν συμβαδίζει με την ιδιότητα ή τα καθήκοντα μέλους του Συμβουλίου Διοίκησης της Αρχής. Ιδίως, δεν επιτρέπεται να παρέχουν υπηρεσίες ή να έχουν οποιαδήποτε έννομη σχέση με εταιρεία ή επιχείρηση, εκ της οποίας μπορεί να προκληθεί σύγκρουση συμφερόντων. Δεν συνιστά για αυτούς ασυμβίβαστο η άσκηση καθηκόντων μέλους Διδακτικού Ερευνητικού Προσωπικού Ανώτατου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος, με καθεστώς πλήρους ή μερικής απασχόλησης, και η άσκηση καθηκόντων μέλους του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.

β) Αν ο Πρόεδρος ή τα μέλη του Συμβουλίου Διοίκησης είναι μόνιμοι δημόσιοι υπάλληλοι ή υπάλληλοι ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου ή όργανα ή λειτουργοί φορέων του δημοσίου τομέα της περ. α) της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 4270/2014 (Α’ 143), με τη λήξη της θητείας τους επανέρχονται στη θέση τους. Σε αυτή την περίπτωση ο χρόνος της θητείας τους για κάθε βαθμολογική και μισθολογική έννομη συνέπεια, λογίζεται ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας σε θέση προϊσταμένου Διεύθυνσης, σύμφωνα με την παρ. 18 του άρθρου 32 του ν. 2190/1994 (Α’ 28).

  1. Για τις αποδοχές του Προέδρου και των μελών του Συμβουλίου Διοίκησης εφαρμόζεται η παρ. 3 του άρθρου 22 του ν. 4354/2015 (Α’ 176), περί καθορισμού αποδοχών ειδικών κατηγοριών.
  • 11 Νοεμβρίου 2025, 09:40 | ΕΚΠΟΙΖΩ

    Γενικό σχόλιο αναφορικά με το άρθρο 6: Θεωρούμε επιβεβλημένη τη συμμετοχή εκπροσώπου των ενώσεων καταναλωτών στο Δ.Σ. της Αρχής. Οι προκλήσεις της προστασίας του καταναλωτή είναι τόσο επιτακτικές και απαιτητικές που μόνο σε συνεργασία με τις ενώσεις καταναλωτών μπορεί να αντιμετωπιστούν. Η μακρόχρονη εμπειρία της ΕΚΠΟΙΖΩ στα θέματα καταναλωτή, η συνεχής παρουσία της στα ΜΜΕ, η υποστήριξη των καταναλωτών, η διαμεσολάβηση για τα μέλη της, η ανάδειξη σημαντικών προβλημάτων που μαστίζουν την κοινωνία λόγω της ακρίβειας, των καταχρηστικών και αθέμιτων πρακτικών, ιδίως των μεγάλων επιχειρήσεων, της έλλειψης ανταγωνισμού, και η συμμετοχή της σε Ευρωπαϊκά όργανα, θα συμβάλει τα μέγιστα στο έργο της Αρχής, ώστε να επιτευχθεί ο στόχος της βέλτιστης προστασίας του καταναλωτή και να ενισχυθεί ο ρόλος της Αρχής.

  • Προτείνεται η τροποποίηση του τελευταίου εδαφίου της παρ. 3, σημείο (α) ως εξής: «[…] Δεν συνιστά για αυτούς ασυμβίβαστο η άσκηση καθηκόντων μέλους Διδακτικού Ερευνητικού Προσωπικού Δημοσίου Ανώτατου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος, με καθεστώς πλήρους ή μερικής απασχόλησης», ώστε να αποφευχθεί η σύγκρουση συμφερόντων ιδιωτικών υπαλλήλων – μελών ιδιωτικών ΑΕΙ στο Συμβούλιο Διοίκησης καθώς και των μελών του ΝΣΚ, δεδομένου ότι το νομοσχέδιο προβλέπει τη λειτουργία γραφείου ΝΣΚ στην Αρχή.

  • Αν ο πραγματικός σκοπός του νομοθέτη είναι η αληθινή εποπτεία της αγοράς και η εξαφάνιση των αθέμιτων πρακτικών και της αισχροκέρδειας, τότε αυτός δεν μπορεί να επιτευχθεί αν στο Συμβούλιο Διοίκησης της Αρχής δεν συμμετέχουν εκπρόσωποι των πιστοποιημένων Ενώσεων καταναλωτών και εκπρόσωποι του πρωτογενούς τομέα παραγωγής της χώρας. Η εμπειρία του τελευταίου διαστήματος έχει καταδείξει απόλυτα ότι η εμπειρία των Ενώσεων σε καταναλωτικά θέματα και ιδίως σε ζητήματα ακρίβειας (βλ. δράσεις και ενημερώσεις της ΕΕΚΕ, διοργάνωση ημερίδων, καθημερινή ενημέρωση μέσω ΜΜΕ κλπ.) αλλά και η εμπειρία των ίδιων των παραγωγών (μέσω της γνώσης τους για την πορεία των προϊόντων και την εξέλιξη των τιμών από το «χωράφι στο ράφι»), είναι παράγοντες που θα συνεισφέρουν τα μέγιστα στην εκπόνηση των σχεδίων δράσης για την επίτευξη των στόχων της Αρχής, με βάση το άρθρο 7. Ειδικότερα εάν εκτιμηθεί, όπως εκτιμάται, ότι ο έλεγχος της αγοράς αποτελεί τη βασικότερη αποστολή της υπό σύσταση Αρχής, το περιβόητο «νομοθεσία υπάρχει- δεν εφαρμόζεται», τότε η υποβοηθητική συμμετοχή των Ενώσεων Καταναλωτών στους ελέγχους, κατόπιν φυσικά σχετικής εκπαίδευσης, αποτελεί μία τεράστια καινοτομία στην εξυγίανση της αγοράς και την προστασία των δικαιωμάτων και της αγοραστικής δύναμης των καταναλωτών.